Ακούσετε τι έγινε στ’ Αρκάδι μια μέρα
χιλιάδες άθεοι ήρθανε κ’ αρχίσαν τη φοβέρα.
Σκλάβους και σκλάβες θέλανε να πάρουν στα παζάρια,
τις κεφαλές μετρούσανε που παίζανε στα ζάρια.
Τέτοιες αξίες είχανε, όσοι δεν πολεμούσαν,…
αυτοί που πολεμούσανε, για λευτεριά μιλούσαν.
Μερόνυχτα παλεύανε όλοι οι αντρειωμένοι,
τα’ ασκέρια από άθεους, που ήταν μαζεμένοι.
Δεκάδες μάνες με παιδιά, τους άντρες βοηθούσαν
άλλες μπαρούτι φέρνανε κι άλλες κρασί κερνούσαν.
Στ’ Αρκάδι όρκο δώσανε όλοι οι αντρειωμένοι,
αφού δε ζουν ελεύθεροι, καλιά ‘ναι σκοτωμένοι.
Ο Γιαμπουδάκης φώναξε: -Εγώ θα πω την ώρα!
Που θα πεθάνουμε μαζί για τούτηνέ τη χώρα.
Όλοι αγκαλιαστήκανε μικροί μα και μεγάλοι
και φιλήθηκαν σταυρωτά πριν έρθει η παραζάλη.
Τα στόματα ήταν κλειστά, κανένας δε μιλούσε
κι η κάθε μάνα το παιδί στα μάτια το κοιτούσε.
Τέτοια θυσία ποιος λαός την έχει καμωμένη;
Ποιες μάνες θυσιάσανε παιδιά στην οικουμένη;
Ο Καπετάνιος γέμισε το όπλο που κρατούσε
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ! Φώναξε όταν πυροβολούσε.
Κομμάτια γίναν τα κορμιά εκείνη την ημέρα
και τα κομμάτια λευτεριά φωνάζαν στον αέρα.
Η Κρήτη εσκοτείνιασε, εσβήσανε τα άστρα
ελευθερία φώναξαν οι αντάρτες απ’ τα κάστρα.
Κι οι άλλοι που το μάθανε επήρανε κουράγιο.
Δεν θα αφήσουμε εχθρό, να μπει σε τόπο Άγιο.
Τέτοιες θυσίες κάνανε οι τότε, αντρειωμένοι
να ‘μαστε εμείς ελεύθεροι κι όχι σκλαβωμένοι.
Προσκυνητής ο Κρητικός στ’ Αρκάδι θα πηγαίνει
και ο καπνός του μπαρουτιού απ’ την καρδιά θα βγαίνει.
Αυτός ο τόπος δε χωρεί, φίλους και εχθρούς να ζούνε.
Όσοι δεν το πιστεύουνε, ας έρθουνε να δούνε.
Ζαχαρίας Λιναρδάκης
Συντ. Δάσκαλος