Όταν τύχαινε να σμίξουν στο γραφείο με το γείτονά του Μανόλη Βογιατζάκη, τότε ήταν που δεν ήθελα να κυλήσει ο χρόνος. Ήθελα να κάθονται εκεί και να τους ακούω ώρες να συζητούν.
Ο Κωνσταντίνος Στρατιδάκης ποτέ δεν μου έδωσε αφορμή να του χρεώσω ιδιοτέλεια ή αδιακρισία ούτε σχολίασε ποτέ συμπολίτη. Έκανε όμως δικό του τον ξένο πόνο.
Έτυχε μια μέρα να συναντηθεί στο γραφείο μου με το Μανόλη Βογιατζάκη. Ο αγαπητός μας φίλος έκλαιγε σαν μωρό παιδί. Είχαν συλλάβει οι χουντικοί τον Γιάννη του και την Αιμιλία του για την αντιστασιακή τους δράση. Προσπαθούσε ο δύσμοιρος πατέρας να βρει μια άκρη για να του επιτρέψουν να τους επισκεφθεί να τους πάει ένα καθαρό ρούχο. Αλλά μάταια. Κι είχε απελπιστεί.
Όσο έκλαιγε ο Βογιατζάκης έβλεπα το βλέμμα του Στρατιδάκη να θολώνει και τις παλάμες του να σφίγγονται σε γροθιά σαν να ‘θελε να συγκρατήσει την οργή του. Υπέφερε, το καταλάβαινα. Και μόλις έφυγε ο Βογιατζάκης, ο Κωνσταντίνος Στρατιδάκης άρχισε με πύρινο λόγο να μου μιλά για το αγαθό της Δημοκρατίας. Αν ζήσατε τη χούντα και τις απαγορεύσεις της θα καταλάβετε γιατί με εντυπωσίασε τόσο εκείνο το ξέσπασμα.
Ήθελε και αρετή και τόλμη η ελεύθερη έκφραση εκείνη την εποχή. Και ο Στρατιδάκης τα διέθετε και τα δυο.
Ποιος ήταν όμως ο θαυμάσιος αυτός Ρεθεμνιώτης με τα θερμά δημοκρατικά φρονήματα;
Ένας άριστος μαθητής
Ο Κωνσταντίνος Στρατιδάκης με προγονικές ρίζες στον Κισσό, γεννήθηκε το έτος 1909 και τελείωσε το δημοτικό σχολείο στην Πηγή Ρεθύμνου.
Λάτρης της γνώσης διακρίθηκε στις σπουδές του και στο Γυμνάσιο Ρεθύμνου που φοίτησε στην συνέχεια κι ας μην απολάμβανε ούτε τις στοιχειώδεις ανέσεις ενός σημερινού μαθητή. Ήταν υποχρεωμένος να κάνει τη διαδρομή Πηγή Ρέθυμνο δυο φορές την ημέρα με τα πόδια φυσικά.
Και βέβαια μόλις έφτανε στου Κόρακα την Καμάρα δεν παρέλειπε να βγάζει τα παπούτσια και να προχωρά ξυπόλυτος για να τα προστατεύσει από τη φθορά.
Οι συνθήκες της εποχής και η απαξίωση των παιδικών του χωριού από τους συμμαθητές της πόλης θα πρέπει να προκάλεσαν και στον Κωνσταντίνο ψυχικά τραύματα, προς όφελος των μαθητών του αργότερα.
Γιατί όλοι έχουν να πουν πως ο καθηγητής Στρατιδάκης έβλεπε όλους τους μαθητές του σαν να ήταν παιδιά του.
Κι όπως ήταν φυσικό φερόταν δυο φορές πιο στοργικά στα παιδιά από την επαρχία του νομού, προσπαθώντας να τα διευκολύνει όπου ήταν μπορετό και να βοηθήσει εκείνα που παρουσίαζαν ιδιαίτερες αδυναμίες.
Στο Πανεπιστήμιο πέρασε ακόμα χειρότερα.
Δεινοπαθούσε ο πατέρας για να του εξασφαλίσει τα εντελώς απαραίτητα. Ελάχιστα όμως κατάφερνε, μια και οι καιροί ήταν δύσκολοι για ανώτερες σπουδές. Κι ο Κωνσταντίνος για δύο χρόνια πείνασε και δυστύχησε απερίγραπτα. Στην απελπισία του σκέφτηκε να καταταγεί στην Βασιλική Χωροφυλακή. Αποκλείστηκε όμως όταν οι ιατρικές εξετάσεις του έδειξαν ότι βρίσκεται σε προφυματικό στάδιο!
Κοντά στο θάνατο
Η αποκάλυψη αυτή τον έφερε σε απόγνωση. Κατέβηκε στην Κρήτη σε άθλια ψυχολογική κατάσταση. Η μητέρα του μόνο κατάφερε να του αποσπάσει το φρικτό του μυστικό.
Άνθρωπος με βαθιά συναίσθηση της ευθύνης ο Στρατιδάκης, έσπευσε να αυτοεξοριστεί σε μια καλύβα μακριά από το πατρικό του σπίτι.
Εκεί περνούσε την ώρα του διαβάζοντας αδιάκοπα και μαγειρεύοντας, όταν δεν μπορούσαν να του μεταφέρουν το φαγητό της ημέρας τα αδέλφια του. Σε εκείνη την περίοδο, η οποία του έσωσε τη ζωή, θα πρέπει να οφείλεται και η υπέρμετρη αγάπη που ανέπτυξε για την φύση, ιδιαίτερα για την χλωρίδα της.
Η ψυχική δύναμη που διέθετε τον βοήθησε να συνέλθει γρήγορα και τον επόμενο χειμώνα αποθεραπευμένος πια μετακόμισε στην Πηγή.
Αποφασισμένος να εξασφαλίσει ο ίδιος τις σπουδές του έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά. Εκτός από τα οικογενειακά κτήματα δούλευε και στο μεροκάματο σε όποια αγροτική δουλειά του το εξασφάλιζε.
Τότε γνώρισε και το μέγεθος της κοινωνικής αναλγησίας, όταν οι συνθήκες την ευνοούν. Κάποιοι χωριανοί του, που δεν θα τον έφταναν ποτέ σε ηθικό και πνευματικό ανάστημα, όποτε εύρισκαν την ευκαιρία τον ειρωνεύονταν, επειδή είχε διακόψει τις σπουδές του. Εκείνος έσφιγγε τα δόντια και συνέχιζε τον δρόμο του στο δύσβατο μονοπάτι της βιοπάλης, που είχε επιλέξει χωρίς να κρατήσει ποτέ κακία για τη συμπεριφορά που τον πλήγωνε. Κι εκεί που νόμιζε ότι δεν θα τα καταφέρει ήρθε η βοήθεια του Κωνσταντίνου Γιαννακάκη να του δώσει άμεση λύση στο πρόβλημα που τον βασάνιζε. Ο συγχωριανός του αυτός, που ήταν και νονός του, ήξερε τι σημαίνει να ψαλιδίζεις τα όνειρά σου όταν η ανέχειά σου στενεύει τους ορίζοντές σου.
Ο Κωστής Στρατιδάκης μπορούσε τώρα με την αναπάντεχη βοήθεια να τελειώσει επιτέλους τις σπουδές του. Καθηγητής πλέον ξεκίνησε να διδάσκει στο Λύκειο «Κοραής».
Στην πρώτη γραμμή
Ήρθε ο πόλεμος κι ο Κωστής βρέθηκε στην πρώτη γραμμή να πολεμά ως τραυματιοφορέας με τα αδέλφια του Μανόλη και Ματθαίο.
Στη διάρκεια του πολέμου ο Κωστής Στρατιδάκης προσέγγισε το ΕΑΜ και διενήργησε πολλές κατηχητικές ομιλίες στα Αδελοπήγια. Όμως στη συνέχεια κράτησε αποστάσεις, αρνούμενος να υποτάξει τη συνείδησή του σε σκοπιμότητες, ανένταχτος, πάντα στον χώρο της κεντροαριστεράς.
Η εκπαιδευτική του πορεία συνεχίστηκε με υπηρεσία στα Γυμνάσια Παλαιόχωρας, Βάμου και Καστελλίου Κισάμου. Στο Καστέλλι συνδέθηκε με δια βίου φιλία με τον τότε θεολόγο καθηγητή Μιχαήλ Γαλανάκη, τον μετέπειτα μητροπολίτη Κισάμου και Σελίνου. Η φιλία αυτή ανανεωνόταν συχνά τις επόμενες δεκαετίες, όταν ο μακαριστός μητροπολίτης τον καλούσε κοντά του για να περάσουν ατελείωτες ώρες, ανταλλάσσοντας πνευματική τροφή και φιλοσοφώντας.
Ο Κωστής Στρατιδάκης έζησε έτσι αρκετά ξένοιαστα χρόνια και μπόρεσε με τον μικρό μισθό του να κάνει κάποια αντίδωρα στους γονείς και στα αδέλφια που τον είχαν σπουδάσει. Παράλληλα είχε αρκετές προτάσεις για γάμο, τις οποίες και απέρριπτε.
Δεν σκεπτόταν τον γάμο, επειδή είχε την υποχρέωση να συμβάλει στην αποκατάσταση της αδελφής του.
Το τυχερό του «προξενιό»
Ένα προξενιό όμως τον έφερε κοντά στην Αργυρή Ψιμικού, κόρη του στρατολόγου Ρεθύμνου, που από την πρώτη ματιά τον κέρδισε. Η διαφορά των 18 χρόνων που τους χώριζε δεν δημιούργησε κανένα πρόβλημα. Κι έκαναν μαζί μια όμορφη και ζηλευτή οικογένεια.
Δεν ζούσαν με άνεση, ιδιαίτερα μετά τη γέννηση των παιδιών, αλλά η Αργυρή ήξερε καλό κουμάντο. Και τα κατάφεραν έστω κι αν χρειάστηκε να θυσιαστεί αρκετές φορές η προικώα περιουσία της.
Πάντα αξιοπρεπής και αδέκαστος
Ο Κωστής Στρατιδάκης, που ήταν από τους δεινούς φιλολόγους, θα μπορούσε θαυμάσια να αυξήσει το εισόδημά του με ιδιαίτερα μαθήματα.
Αυτό όμως δεν ήθελε ούτε να στο σκεφτεί. Μαθημένος να μη «χαρίζει» βαθμούς, γεννημένος δάσκαλος, δεν ήθελε να υποχρεωθεί σε συμβιβασμούς για να υποφέρει λιγότερο το σπιτικό του. Η ηθική του δεν το άντεχε.
Ο Κωστής Στρατιδάκης, που με έκανε να αγαπήσω τον «Επιτάφιο» του Περικλή και να εμβαθύνω στα νοήματά του, δεν δίδασκε μόνο δημοκρατία μέσα από τα αρχαία κείμενα.
Όταν αμέσως μετά την 21η Απριλίου του 1967 ο τότε στρατιωτικός διοικητής κάλεσε όλους τους εκπαιδευτικούς του Ρεθύμνου και τους εξήγησε ότι «από τούδε και στο εξής θα είναι ή με το μέρος τους ή εναντίον τους», δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί και απάντησε αυθόρμητα ότι είχε ορκιστεί για να εφαρμόζει το Ελληνικό Σύνταγμα και να εργάζεται γι’ αυτό και όχι για να κάνει προπαγάνδα. Και πραγματικά δεν έκανε την παραμικρή προπαγάνδα για τη χούντα όχι μόνο κατά τα δημοψηφίσματα αλλά και κατά την ορισμένη γι’ αυτόν «στημένη» πανηγυρική ομιλία της 25ης Μαρτίου 1971, οπότε και γιορτάστηκε πανηγυρικά σε όλη τη χώρα η 150ετία της Ελληνικής Επανάστασης και μέσω αυτής δοξολογήθηκε η χούντα των συνταγματαρχών.
Ήταν επόμενο να πληρώσει την αποκοτιά του αυτή μένοντας αυτός ο τιτάνας της γνώσης απλός καθηγητής. Είχε όμως κρατήσει ψηλά τα ιδανικά του.
Η επαναφορά στη δημοκρατία τον αποκατέστησε, οπότε και του αποδόθηκε και πάλι ο βαθμός και πρόλαβε να υπηρετήσει για δύο χρόνια στο αγαπημένο του από τα μαθητικά ήδη χρόνια 1ο Γυμνάσιο.
Ο Κωστής Στρατιδάκης εξακολουθούσε να διδάσκει, παρότι Γυμνασιάρχης, αφού αυτό ήταν το πάθος του, γι’ αυτό άλλωστε και οι μαθητές του είχαν δώσει το προσωνύμιο «Χότζας».
Ο Κωστής Στρατιδάκης είναι εκείνος που έδωσε στον Κωστή Ξεξάκη την πρωτοκαθεδρία γράφοντας κάποτε στον τοπικό τύπο το περίφημο εκείνο: «Ο καλύτερος φιλόλογος στο Ρέθυμνο δεν είναι φιλόλογος. Είναι φυσιογνώστης και ονομάζεται Κωστής Ξεξάκης».
Ποτέ δεν θυμάμαι τον άνθρωπο αυτό να δειλιάζει στην αναγνώριση της αξίας κάποιου, αρκεί να ήταν πραγματική.
Κι επαινούσε ιδιαίτερα τους πρωτεργάτες της πολιτιστικής ζωής.
Ακόμα έχω στ’ αυτιά μου τα θερμά του σχόλια για τα άρθρα της Ειρήνης Γρηγοριάδου μετά από τις συναυλίες των «Μουσικών Νειάτων».
Και δεν έλειπαν οι έπαινοι για την προσπάθεια του Βαγγέλη Στεφανάκη να αναπτύξει τη μουσική παιδεία στο Ρέθυμνο μέσα από το φορέα αυτό.
Η αγάπη του για τις τέχνες κυρίως για τη μουσική τον είχε φέρει τόσο κοντά με τον Μανόλη Βογιατζάκη και τους άλλους παράγοντες του Συνδέσμου για τη Διάδοση Καλών Τεχνών, όπως ο Μανός Αστρινός.
Κι ήρθε μια μέρα που τον είδα και τρόμαξα.
Ήταν σαν να τον βρήκε ξαφνική συμφορά. Είχε συνταξιοδοτηθεί κι αυτό του στοίχιζε. Αναζητούσε τους μαθητές του.
Από τα θέματα που τον απασχολούσαν ήταν και η διατήρηση της ειρήνης. Ήταν από τους πρώτους ενεργούς ειρηνιστές μέχρι που συνειδητοποίησε ότι οι αγωνιστές της ειρήνης τον χρησιμοποιούσαν, για το κύρος και την ηλικία του, αλλά δεν είχαν καμιά διάθεση να ακούσουν τις απόψεις του.
Αποχώρησε με αξιοπρέπεια, όπως το συνήθιζε πάντα.
Και κάποια στιγμή χάθηκε. Η απουσία του ήταν αισθητή. Από φίλους όπως ο Γιώργης Αγγελιδάκης μάθαινα νέα του. Η υγεία του είχε ραγίσει επικίνδυνα. Δεν ήταν σε θέση να κυκλοφορήσει πια.
Κι ήρθε το τέλος. Η απώλειά του ήταν δυσαναπλήρωτη για την Αργυρή του.
Ο βιολογικός της χρόνος θα την κρατούσε μακριά από τον αγαπημένο της σύζυγο με τον οποίο έζησαν μια τόσο συναρπαστική ζωή κι απόκτησαν δυο τόσο θαυμάσια παιδιά. Ιδιαίτερα ο Χάρης τους που είναι από τους κορυφαίους σήμερα της πνευματικής ζωής του τόπου μας.
Ακριβώς 18 χρόνια μετά πήγε να τον συναντήσει. Ποτέ δεν τον ξέχασε. Κάπου όμως το Ρέθυμνο, η εκπαίδευση ξέχασαν το σπουδαίο αυτό συμπολίτη που δίδασκε με τον τρόπο του ήθος, ανιδιοτέλεια, ανεξικακία, λεβεντιά ψυχής. Κι ίσως αυτό το δημοσίευμα να αποτελεί μια κάποια μορφή αιτήματος συγγνώμης για τη λησμοσύνη αυτή που δεν άξιζε ο σεβαστός και πάντα αξιαγάπητος συμπολίτης μας Κωνσταντίνος Στρατιδάκης. Ο καθηγητής που μας δίδασκε κυρίως ήθος.
ΠΗΓΕΣ:
Χάρη Κ. Στρατιδάκη: Κωστής και Αργυρή Στρατιδάκη:
Ανιχνεύοντας μέσα από τη ζωή τους
τις αξίες του παλιότερου Ρεθύμνου
Γ. Εκκεκάκη: «Ρεθεμνιώτες που πέρασαν αφήνοντας ίχνη στο Ρέθυμνο»