Αεροδρόμιο Πηγής

ΣΑΒΒΑΤΟ 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1947

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ

 

Η σημερινή μας αφήγηση έχει πολλά τα ενδιαφέροντα και

άθελά μας φεύγωμεν από το ένα θέμα και πηγαίνομεν

στο άλλο. Αλλά έπρεπε να δοθή (πλήρης εικών) και έτσι

αναγκαστικά μάκρυνε η συζήτηση. Τώρα ας ξαναγυρίσουμε

πίσω στο θέμα μας. τη τελευταία λοιπόν βραδιά της μάχης

γύρω από το Αεροδρόμιο της Πηγής και ενώ ακόμη δεν είχον

σιγήση τα διασταυρωμένα πυρά των επιτειθεμένων και

αμυνομένων, ο συμπολίτης μας αυτός που προς χάριν του

γράφεται η παρούσα διήγησης και τελικώς, θα αποκαλύψωμεν

και το όνομά του, παρέλαβε τον υπό του Αγγλικού Τάγματος

 

χρησιμοποιούμενος ασύρματο μεγίστης εντάσεως μετέβη την

ίδια νύχτα εις Αγίαν Παρασκευή και επιμελέστατα έκρυψε και

διεφύλαξε ολόκληρον την συσκευή του Ασυρμάτου χωρίς προς

τούτο να έχει ουδεμία εντολή υπό ουδενός, αλλά εμπνεόμενος

μόνον και μόνον από τα πατριωτικά του αίματα.

 

Αυτήν λοιπόν τη συσκευή την αρκετά ογκώδη παρακαείτο

από τον Αρχηγό κ. Τζιφάκη και τον Άγγλον Ταξίαρχον κ. Τομ να

φροντίσει όπως μπορούσε να αποστείλει εις το Αρχηγείον στο

λημέρη δηλαδή. Σε πολλές και σε διάφορες σκέψεις για τον

τρόπο της μεταφοράς μπήκε ο εκλεκτός μας συμπολίτης όλη

την νύχτα εκείνη μέχρι να δει που θα καταλήξει.

 

Το πρωί της επομένης ανεχώρησαν οι μεταμφιεσμένοι σε

χωρικούς Άγγλοι και ο συνοδός των δια τον Ρέθυμνον, αφού ο

συμπολίτης μας τους υπεσχέθει ότι ο Ασύρματος θα’ νε αύριο

το βράδυ στο Αρχηγείον. Πώς; Με ποιο τρόπος; Αυτά ήτο δικός

του λογαριασμός.

 

Το βραδάκι της ίδιας εκείνης ημέρας πήρε το γαιδουράκι του

και ανέβηκε στην Αγ. Παρασκευή, τοποθέτησε όσο μπορούσε

πιο καλά τα διάφορα εξαρτήματα του Ασυρμάτου σε τρία

τσουβάλια ανακατεμένα και γεμισμένα με ξηρό χόρτο σανό και

κάνοντας το σταυρό του ξεκίνησε για την Πηγή.

 

Όλη την νύχτα δεν έκλεισε μάτι. Εσκεπτόταν διαρκώς. Η

υπόθεσις ήτο πολύ μεγάλη. Εάν συνελαμβάνετο ήτο θάνατος.

Σκεφτόταν τη γυναίκα του, το μοναχογιό του. Μα τελικά

αποφάσισε. Η φωνή της Πατρίδος και του καθήκοντος

κυριάρχησε και έλαβε την μεγάλην απόφασιν. Τον Ασύρματο

θα τον μετέφερε αυτοπροσώπως ο ίδιος. Ανεκοίνωσε

το μεγάλο μυστικό στο συνεργάτη του και σύντεκνό του

Χατζηγιάννη, στον οποίο άφηκε και διαφόρας άλλες εντολές

οικογενειακής φύσεως εις περίπτωση απευκταίου.

 

Σηκώθηκε πρωί- πρωί, έκαμε το σταυρό του, πήρε μαζί του

το περίστροφό του έτοιμο για παν ενδεχόμενο, φόρτωσε τα

τρία σακιά και ξεκίνησε για το Ρέθυμνο. Πέρασε μεσ’ από τους

Γερμανικούς καταυλισμούς, κυριαρχούμενος από χίλια δυο

συναισθήμτα, φυλάκεια εδώ, περιπολίες εκεί, αυτοκίνητα

γενάτα στρατό πηγαινοέρχονταν. Κείνες τις μέρες είχε εκδοθή

μια Γερμανική διαταγή και απηγόρευε την μεταφορά ελαίου

από τα χωριά στη πόλη. Θα είχε βαδίσει περίπου μια ώρα,

οπότε στο δρόμο τον σταμάτησε μια περίπολος. (Οϊλ- φαρ-

μποτάν) του είπαν και ο επικεφαλής άπλωσε το χέρι του στα

 

σακιά να ψάξει μήπως κάτω από τα χόρτα έκρυβε δοχεία με

λάδι. Ο φίλος μας ο εκλεκτός επάγωσε, εκέρωσε, το αίμα του

ανέβηκε στο κεφάλι. Αλλά μονομιάς ανέκτησε την ψυχραιμία

του και το Αθάνατο Ελληνικό Πνεύμα εκυριάρχισε.

 

(καπητάν νυξ οϊλ) και γελαστός και δήθεν χαρούμενος των

προσέφερε τσιγάρα άφθονα, πρόθυμος, τοιούμενος δήθεν να

ανοίξει μόνος του τα σακιά. Γκουτ- γκουτ είπαν οι βάρβαροι

και απεμακρύνθηκαν συναποκομίζοντες δυο- τρία πακέτα

τσιγάρα.

 

Προχωρούσε ο φίλος μας δοξάζοντας τον Θεό και έφθασε στη

παπούρι του Τσουρλάκι εκεί άλλο κοντρόλ, αλλά κι απ’ εκεί

επέρασε.

 

Επί τέλους έφτασε με το πολύτιμο φορτίο του εδώ στο

Ρέθυμνο. Άνοιξε το μαγαζί του. Έβαλε μέσα τα τρία σακιά,

έκλεισε και έσπευσε να συναντήσει και τους άλλους

συνεργάτας του, μεταξύ των οποίων και τον δικηγόρο

κ. Τσιριμονάκη από δω και πέρα η υπόθεσις ήτο πολύ

ευκολοτέρα, εφορτώθηκαν τα σακιά σε κάποιο αυτοκίνητο

χωρίς να ξέρη στη πραγματικότητα ο οδηγός τι περιείχον

και τράβηξαν στον προορισμό τους. Όταν έμαθε ο σωφέρ

τι μετέφερε παραλίγο να λιποθυμήσει. Και έτσι έφθασε ο

Ασύρματος σώος και αβλαβής εις Το Αρχηγείο, ετοποθετήθει,

λειτούργησε και διέδισε στο κόσμο ολόκληρο τα παθήματα

της ηρωικής και μαρτυρικής Πατρίδος μας, αλλά μας έφερνε

και μας τις τελευταίας ώρας τας ειδήσεις. Και τώρα ας

αποθανατίσωμεν και το όνομα του ηρωικού του γενναίου και

αποφασιστικού συμπολίτου μας, όστις επέτυχε το κατόρθωμα.

Είναι ο λαδέμπορας κ. Ευάγγελος Χ. Συνατσάκις τον οποίον

ειλικρινώς και θερμώς συγχαίρωμεν.

 

Γ. ΣΤ

Αφήστε μια απάντηση