ΠΕΝΘΗ
Κωστής Χαροκόπος.
Είναι κάποιοι άνθρωποι που δεν απέκτησαν ποτέ περγαμηνές και δεν
στηρίχτηκαν στον πλούτο για να καταξιωθούν στην κοινωνία που ζουν.
Κι όμως έγιναν σύμβολα με τη στάση ζωής τους και το μεγαλείο της
ψυχής τους.
Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκε και ο Αμαριώτης Κωστής Χαροκόπος
(Κωσταρέλλος)που ανεχώρησε για το αιώνιο ταξίδι.
Γεννημένος στον Παντάνασσα του δήμου Συβρίτου, μεγάλωσε στις
πιο σκληρές εποχές και ανδρώθηκε στις πιο δύσκολες συνθήκες .Είχε
όμως κι εκείνος το δικό του γνώμονα για να πορευθεί στη ζωή. Είχε
όλες εκείνες τις καταβολές της ιστορικής γενιάς του, την πίστη στις
δυνάμεις του και την άμετρη καλοσύνη που γεννά την υπομονή.
Ο ίδιος ήταν πάντα χαμηλών τόνων.Αντί για το λόγο ,τόνιζαν τις
αρετές του τα δοκιμασμένα από την αδιάκοπη δουλειά μέλη του κι η
ξεκάθαρη ματιά του.
Ένα του βλέμμα ήταν αρκετό για να κερδίζει την εκτίμηση και το
σεβασμό.
Με την άξια σύντροφό του δημιούργησαν μια πρότυπη οικογένεια με
πολλά βλαστάρια που καθένα τους μυρώνει την κοινωνία μας. Κι όμως
ποτέ δεν άφησε τον εγωισμό να διαφεντέψει τις πράξεις του.
Ότι κι αν δημιούργησε ,με το μόχθο και τον τίμιο ιδρώτα του,
επέτρεψε στην πάναγνη ψυχή του να εκπληρώσει την επιθυμία της
κοινωνικής προσφοράς Αλλά καμιά από τις αγαθοεργές πράξεις του δεν
είδε το φως της δημοσιότητας. Πίστευε ότι μια πράξη καλοσύνης αν
γίνει μέσον αυτοπροβολής χάνει όλη τη σημασία της.
Και συνέχισε να ζει τη μεγαλοσύνη του αληθινού ανθρώπου στη
μικρή κοινωνία του χωριού του που υπεραγαπούσε, έχοντας το σπίτι
του ανοικτό , το τραπέζι του έτοιμο να ευφράνει τον επισκέπτη ακόμα
και τον άγνωστο περαστικό και το λόγο τον καλό να συνοδεύει κάθε
του πράξη.
Ευτύχησε να δει την καλή αποκατάσταση των παιδιών του, να
γνωρίσει την ευτυχία των εγγονών του και να δέχεται την αγάπη των
συγχωριανών του.
Η πάγια αρχή του να μην επιβαρύνει κανένα όσο κι αν οι συνθήκες
το απαιτούσαν δεν τον εγκατέλειψε μέχρι τη στιγμή του θανάτου του.
Η αφοσιωμένη του γυναίκα ,φύλακας άγγελος σε κάθε του
δυσκολία,δεν εννοούσε ούτε και τις μέρες πριν από το τέλος που
η υγεία του είχε επιδεινωθεί να τον αφήσει λεπτό μόνο του. Κι
εκείνος την ύστατη στιγμή κι ενώ υπέφερε, της επέμεινε να πάει να
ξεκουραστεί. Δεν ήθελε να τη βλέπει να ταλαιπωρείται κοντά του. Έτσι
τον βρήκε ο θάνατος. Γενναίο και μεγαλόψυχο μέχρι το τέλος.
Ας είναι ελαφρό το χώμα της Αμαριώτικης Γης που τον δέχτηκε στα
σπλάγχνα της.Η μνήμη του θα λάμπει αιώνια μέσα από τα άξια παιδιά
και τα εγγόνια του που βαδίζουν στα δικά του χνάρια δικαιώνοντας την
επίγεια πορεία του και τιμώντας το όνομά του με την κοινωνική τους
προσφορά.
Ε.Λ