ΡΙΝΙΣΜΑΤΑ
του Κώστα Πετρίδη
Διατελώ σε συνθήκες αποτοξίνωσης φίλοι μου. Μη φανταστείτε πως αυτό σημαίνει, ότι η νικοτίνη και η καφεΐνη μου λείπει. Όχι, δυστυχώς. Απλώς τις μέρες αυτές δεν αναπνέω καυσαέρια και δεν ακούω θορύβους αυτοκινήτων και άλλων τροχοφόρων, και θορύβους από αυτούς που τα τελευταία χρόνια ονομάζουμε μουσική μοντέρνα και γενικώς τίποτα δεν ακούω, ούτε φωνές ανθρώπων, ούτε τηλεόραση και ραδιόφωνο βλέπω και ακούω. Επέλεξα να περάσω για λίγο, μακριά απ’ όλα αυτά, μετά την ημέρα του Πάσχα, ανάμεσα στο όργιο της άνοιξης και τη μαγεία του τοπίου, όπου το βουνό και η θάλασσα συνομιλούν αδιάκοπα, με ενδιάμεσο την όμορφη έκταση που οι πρόγονοί μου, μας κληροδότησαν και ο μεγάλος μου γιος αναμόρφωσε και διατήρησε. Ελιές, λεμονιές, άλλα οπωροφόρα αποτελούν τον περίγυρο της εξωτικής κατοικίας, θάμνοι και δέντρα του λόγγου, σε μια ποικιλία του πράσινου και το πετρόχτιστο πηγάδι μπροστά στην πόρτα και κάπου εκεί μια θεόρατη κατοχρονίτικη γκορτσιά όλο υγεία και δύναμη απλώνει μια τεράστια σκιερή αγκαλιά πάνω σε ένα πλακόσστωρο με λιθόκτιστη βρύση, και γύρω επίσης μια λίθινη κατασκευή σε σχήμα καθιστικού, έναν πέτρινο παραδοσιακό φούρνο, και μια επίσης πέτρινη κατασκευή, σκεπαστή για το ψήσιμο του οβελία. Μια περίτεχνη καμάρα πετρόχτιστη χωρίς λαξεύσεις, συμπληρώνει ένα σύνολο αισθητικό. Η βρύση φέρει το όνομα “Παγά Πανός”. Πίσω από την εξωχική κατοικία ένας μοκρός λιθόκτιστος οικίσκος με πέτρες αλάξευτες όπως βρέθηκαν στη φύση, τζάκι πέτρινο και νεροχύτης, επίσης με αλάξευτους λίθους. Και όλα αυτά με την έμπνευση του γιου μου και την τρέλα ενός περιθωριακού Γάλλου καλλιτέχνη και την έφεση να αξιοποιεί κάθε πέτρα αισθητικά, που βρίσκει ελεύθερη, όταν θεωρεί πως καλύπτει προδιαγραφές που ικανοποιούν τις προθέσεις του. Τέλος πάντων οι ώρες μου περνάν σε μια παραδεισένια θαλπωρή και μια γαλήνη που την νιώθεις να επιδρά πάνω σου ως καταστολέας σε κάθε ψυχική αγωνία και κάθε αίσθηση άγχους από τη σχιζοφρένεια της αστικής ζωής, όπως διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια. Οι πνεύμονες ανασαίνουν άνετα, το μυαλό ισορροπεί, τα μάτια χορταίνουν ομορφιά και “ λες και λέει μες της καρδιάς τα φύλλα γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα…” όπως έλεγε και ο ποιητής από τη Ζάκυνθο, που αχνοφαίνεται στον ορίζοντα όταν η ματιά κατοπτεύει το Ιόνιο από εδώ που βρίσκομαι. Δεν μπορώ να δώσω μια περιγραφή ,που να ανταποκρίνεται στην ομορφιά του τοπίου και την αγαλλίαση που αισθάνομαι, και την ηρεμία. Εδώ πέρασα τα παιδικά μου καλοκαίρια και κάπου σφίγγεται η καρδιά από νοσταλγία και οι εικόνες της ζωής μου με κατακλύζουν. Νομίζω πως όσοι αυτές τις μέρες ζήσατε κοντά στον πατρώα και τη μητρώα γη το Ελληνικό μας Πάσχα, κατανοείτε την φλυαρία μου.