ΑΠ’ΟΣΑ ΘΥΜΟΥΜΑΙ
Του Σταύρου Κελαϊδή
Όσες φορές πηγαίνω στο Μουσείο και βλέπω το απέναντι καφενέιο,και θυμούμαι τον αξέχαστο φίλο, τον Ηρωα, Νίκο Ρισάκη ιδιαιτέρως δε τώρα, που ετελέσθη το εννεάμηνον μνημόσυνό του.
Είναι γνωστή η δράση του ο άφθαστος ηρωισμός του, και αι συνθήκαιυποτας οποίας έτρρεψεν εις φυγήν τους εχθρούς, οτε και ετραυματίσθη επικινδύνως.
Δια τον ηρωισμόν του αυτόν, η Πατρίς ευγνωμονούσα, ονόμασε το φυλάκιον εκείνο «φυλάκιο Ρισάκη».
Αυτά είναι γνωστά ως διεπίστωσα, είναι άγνωστο το «Φυλάκιο Ζωνουδάκη» και γιαυτό θα πω.
Ο στρατός μας προήλαυνε νικηφόρος προς την Ανδριανούλη. (οι ντόπιοι την έλεγαν μόνο Ανδριανού)
Όταν εφθάσαμε στον Εβρο έγινε κάποια ανακωχή για αρκετές ημέρες.
Στην ανατολική όχθη, εφρούρουν Τούρκοι στρατιώται, εις δε την δυτικήν δικοί μας. Μεταξύ των αξιωματικών και των στρατιωτών, αμφότερων των παρατάξεων, ανεπτύχθησαν «φιλικαί» σχέσεις. Ελέγετο ότι, ο αγών θα ετερματίζετο δια διαπραγματεύσεων. Αξιωματικοί εκατέρωθεν, δια μιας λέμβου επικοινωνούν αντήλασσαν επισκέψεις και προσεφέροντο καφέδες και αναψυκτικά.
Εν μια των ημερών επήγε κι ο Ζωνουδάκης εκ του χωρίου Πλατανέ της επαρχίας Αγίου Βασιλείου. Για κάθε ενδεχόμενον διέταξε τους άνδρας του φυλακίου, να προσέχουν και να παρακολουθούν με τα οπλοπολυβόλα επι σκοπού.
Μια στιγμή, εκεί που έτρωγαν κι έπιναν, ενας Τούρκος στρατιώτης, μ’εφ’ όπλου λόγχη, διεπέρασε τον ατυχή Ζωνουδάκην, από τα νεφρά στην κοιλίαν!
Οι δικοί μας, αμ’ αντελήφθησαν τούτο, ήνοιξαν πυρ, κι άλλους μεν εφόνευσαν, άλλους δ’ετραυμάτισαν.
Κατελήφθη η Ανδριανούπολις. Πολλοί Τούρκοι συνελήφθησαν, για να εξετάσωμεν αν προέκυπτε τι, εναντίων των, και τι, συγκεκριμένως.
Είχαμενοργανώσει αντικατασκοπείαν. Ένας στρατιώτης μας από την Αγκυρα, του πρώτου διωγμού ομιλεί απταίστως την Τουρκικήν , ως μητρική του γλώσσα. Τούτον ενέδυσαν με φορέματα χωρικού, τον πήγαν στη αυλή της φυλακής, κι επι παρουσία εκατοντάδων Τούρκων κρατουμένων, τον έδειραν ανηλεώς, για να γίνηπιστευτόν, ότι ηταν Τούρκος, κι έπειτα τον έκλεισαν σταςφυλακάς, για να εξακριβώσει τι: Μετα τινάς ημερας τον πήραν , για να δικασθεί δήθεν. Μου τον έφεραν στο στρατοδικείο( Ημουν εισηγητής).
Ανέφερεν ότι, ένας στρατιώτης Τούρκος τουπε: «σε κατηγορούν ότι είσαι απεσταλμένος του Μουσταφά Κεμάλ, κι ότι εστάλης για κατασκοπεία. Ευρήκαν τίποτε χαρθιά πάνω σου;
- Όχι
- Ε, τότε μη φοβάσαι. Να κι εγώ κρατούμαι, μα δεν ξέρουν τι έκαμα. Γιατί εγώ στο φυλάκιο δείνα (και του ονόμασε το κατόπιν φυλάκιονΖωνουδάκη) με την ξιφολόγχη μου διεπέρασα ένα Ελληνα αξιωματικό. Τοτε μας έβγαλαν οι έλληνες κι εγώ ετραυματίστηκα στο χέρι, και μ’εθεράπευσε στο Νοσοκομείο, ο γιατρός δείνα ( και είπε το όνομα ενός διαπρεπούς έλληνος ιατρού της Ανδρ/λεως).
Για να με πείσει δι’ ακόμη περισσότερο- διηγείται ο στρατιώτης μας- έβγαλε το σακάκι του και μου έδειξε την ουλή στο χέρι του».
Δεν ρώτησε το όνομά του, για να μην γίνει ύποπτος, συνεκράτησεν όμως καλώς την φυσιογνωμίαν του, εύκολο αλλωςγιατ’ήταν ψηλός με πολύ πλατύ πρόσωπο και μεσόσπανος που και που είχε λίγες τρίχες.
Την επομένη πήγα στη φυλακή. Γραφέα δήθεν είχαν τον κατάσκοπο. Μας εζήτησαν από την αράδα ολουςεως ότου φθάσαμε στον δολοφόνο, οπότε συνθηματικώς μου υπέδειξεν ότι είν’ αυτός.
Τον πήρα στο γραφείο. Τα ηρνείτο όλα. Τουπακι εβγαλε το σακάκι του, και τον ρώτησα πού ετραυματίσθη. Ελεγενάλλ’αντ’ άλλων, οτεεκάλεσα τον κατάσκοπον με τη προχθεσινή φορεσιά του.
Μολις τον είδε ο φονεύς, έπεσε στο κάθισμά του άφωνος! Δεν ειπεν άλλο τι, παρα την λέξιν: ΣΠΙΟΥΝΟ! Ετιμωρήθη ως τάξιζεν..
Στο φυλάκιο, εδόθη το όνομά του.
Τα παραπάνω ας θεωρηθούν ως Μνημόσυνο στον ατυχή Ζωνουδάκη.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «ΤΟ ΒΗΜΑ»
Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 1963