Θρηνητικά κι απόψε η λύρα θα ηχήσει
όταν τα πάθη σου θ’αρχίσει να δηγιέται
Γυναίκα που η φύτρα σου λογιέται
μ’ ό,τι πιο όμορφο στη γης έχει βλαστήσει.
Πήρες στα χέρια σου τη μοίρα της φυλής σου
όταν το χρέος του ζητούσε συνδρομή
κι έδειξες μ’αίμα πόσο αξίζει η τιμή
έστω κι αν ήταν απ’ τις φλέβες της ψυχής σου.
Αντεξες βλέποντας να χάνονται δικοί σου
είδες το σπίτι σου ερείπια στη γη
της προσφυγιάς το δρόμο πήρες μιαν αυγή
μα λες κι ατσάλωναν αυτά τη δύναμή σου
Με νύχια έσκαψες το χώμα να πλαγιάσεις
τα σπαραγμένα της γενιάς σου τα κορμιά
στη γη τους νάβρουν τη γλυκιά απανεμιά
δίχως στο θέαμα της φρίκης να δειλιάσεις
Βρήκες ακόμα το κουράγιο να στεριώσεις
από την τέφρα τους χωριά μαρτυρικά
και στην ορφάνια των παιδιών καρτερικά
έγινες βάλσαμο τον πόνο να μερώσεις.
Οι χρόνοι κύλησαν χωρίς ν’ αναζητήσεις
όσες χαρές σούχε φυλάξει η ζωή
κι αυτές τις ξέγραψες σαν κείνο το πρωί
αγαπημένων μάτια έσκυψες να κλείσεις
Ευλαβικά κυρά το χέρι σου φιλούμε
Και το αγώνα σου τιμούμε τον στερνό
γιατί παράδειγμα θα δίνει φωτεινό
όταν τη δόξα του νησιού θ’ ανιστορούμε.
Εύα Λαδιά