Το χρονικό της καταστροφής του Άνω Μέρους

Σε ανέκδοτη βέβαια μελέτη του, για την ιστορία του Άνω Μέρους, ο Θεόδωρος Φουρφουλάκης περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες σε ιδιαίτερο εκτεταμένο κεφάλαιο, την καταστροφή από τους ναζήδες, του εύανδρου ριζίτικου  Κεφαλοχώρι.  Ειδικότερα αναφέρεται με απόλυτη τεκμηρίωση και τρόπο συναρπαστικό, στα προηγηθέντα της καταστροφής, στην Αντιστασιακή δράση των Ανωμεριανών κατά τη διάρκεια της Κατοχής (από τις λαμπρότερες σελίδες της Αμαριώτικης Αντίστασης), στις αλλεπάλληλες κυκλώσεις από τα εχθρικά στρατεύματα του Ανω Μέρους, στις συλλήψεις και φυλακίσεις των κατοίκων , στις εξαθλιωτικές πράξεις του εχθρού, που την πανηγυρικότερη έκφρασή τους αποτελούσαν οι επιτάξεις ζώων  παντός είδους προϊόντων και η καταναγκαστική εργασία.  Ακολούθως προσδιορίζει με ιστορική συνέπεια τα αίτια και τις αφορμές της Ολοκαύτωσης του Κέντρους.
Από ανέκδοτη εργασία του, που ελπίζουμε σύντομα να παρουσιαστεί, Ο Θ. Φουρφουλάκης, μας έδωσε κατόπιν προσωπικής μας παράκλησις που έγινε αποδεκτή και από λόγους άρρηκτης φιλίας, τα συνοπτικά στοιχεία που θα ακολουθήσουν – σύντομο χρονικό της καταστροφής του Ανω Μέρους-  και «ας παραχώρησε  επίσης από την πλούσια (ιστορικολαογραφική) συλλογή του, τραγούδι ιστορικό, του συγχωριανού του Μιχαήλ Εμμ. Κατσαντώνη με που δημοσιεύεται με τίτλο «το πένθος του Κέντρους», σε άλλη στήλη της εφημερίδας.

Σπύρος Απ. Μαρνιέρος
Πηγή: Ολοκάυτωση του Κέντρους Αφιέρωμα: Σπ. Μαρνιέρου

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ

Η καταστροφή του Άνω Μέρους και η εκτέλεση των τριάντα οκτώ (38) κατοίκων στις 22 Αυγούστου 1944, αποτελούν το αποκορύφωμα των συμφορών και των μαρτυρίων του ηρωικού χωριού της εχθρικής κατοχής.

Το χρονικός της καταστροφής με πολλή συντομία, έχει ως ακολούθως:
Οι Γερμανοί (περίπου 150 στρατιώτες, με ελαφρύ οπλισμό)κύκλωσαν το Άνω μέρος τα χαράματα της 22 Αυγούστου  1944 ημέρα Τρίτη. Τη νύκτα της παραμονής ήλθα, προερχόμενοι από το Ρέθυμνο, στον Αφρατέ με τα αυτοκίνητά τους και από εκεί πεζοπορούντες για δύο ώρες για δύο ώρες έφθασαν στο χωριό. Κινήθηκαν σε φάλαγγα στη διαδρομή Αφρατές – Πετροχώρι- Αύλακας- Ρουπακιάς. Από το σημείο αυτό χωρίστηκαν σε δύο τμήματα. Το ένα κινήθκε ΝΑ. Έφθασε και κύκλωσε το χωριό από το «Κατωχώρι» και το άλλο ΒΔ και  κύκλωσε το «Πανωχώρι». Η κύκλωση ολοκληρώθηκε γύρω στις 4.30 το πρωί. Οι χωριανοί αντιλήφθηκαν  τους Γερμανούς από τα επίμονα, συνεχή και άγρια γαυγίσματα των σκύλων και από ένα πυροβολισμό που ρίχτηκε στο Πανωχώρι κατά τις 4 το πρωί. Το έριξε ένας Γερμανός εναντίον του Μανώλη Ν. Καπαρού, που νέος τότε, μόλις αντιλήφθηκε τους Γερμανούς επιχείρησε να διαφύγει. Ο Πυροβολισμός αυτός (που ακούστηκε στο Πανωχώρι) έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς να ξεφύγουν από τον κλοιό και να σωθούν (Μπαγούρηδες κ.ά). Όσοι δεν πρόλαβαν έτρεξαν  να κρυφτούν  όπου μπορούσαν πριν ξημερώσει.
Μόλις έφεξε η μέρα, οι Γερμανοί σκορπίστηκαν στα σπίτια και στους δρόμους, έβριζαν, φώναζαν, κτυπούσαν, πυροβολούσαν σκοτώνοντας τα σκυλιά και καλούσαν τους χωριανούς να συγκεντρωθούν στο Σχολείο.  Στη δυτική αίθουσα μπαίνανε άνδρες και τα παιδιά από 16 χρόνων  και πάνω και στην ανατολική τα γυναικόπαιδα.
Γύρω στις 8-830, άρχισε στην αίθουσα των ανδρών ο έλεγχος των ταυτοτήτων. Ένας – ένας άνδρας σηκώνουνταν οι χωριανοί, δίνανε την ταυτότητά τους στο Γερμανό διερμηνέα «Ερμαν», ο οποίος αφύ σύγκρινε τα στοιχεία του ελεγχόμενου με τα στοιχεία καταστάσεως που είχε μπροστά του ο επικεφαλής – Διοικητής τους υποδείκνυε, μετά από συνεννοήσεις και συζητήσεις ( με το Διοικητή) σε ποιο σημείο της αίθουσας να σταματήσουν.  Κατά τη διάρκεια του ελέγχου (που αποσκοπούσε στην επιλογή μελλοθάνατων) υπέπεσαν στην αντίληψή μου τα εξής:
Α. κατά τον έλεγχο της ταυτότητας του Στυλιανού Εμμ. Κουγιτάκη, του ζήτησαν οι Γερμανοί να τους παρουσιάσει (ήταν βέβαια παρόντες) και τους δύο αδελφούς του, Ηλία και Γιάννη. Εκτελέστηκαν και οι τρεις. Λέγεται ότι αργότερα οι Γερμανοί ζήτησαν από το Θοδωρή Λινοξυλάκη να τους επιδείξει τους αδελφούς του ( οι οποίοι πάντως δεν είχαν συλληφθεί), αλλά αυτός αρνήθηκε ότι είχε αδέλφια. Ο Θοδωρής Λινοξυλάκης εκτελέστηκε.
Κατά τον έλεγχο της ταυτότητας του Γιώργη Εμμ. Κατσαντώνη, φοιτητή  της Νομικής ακολούθησε σύντομη συζήτηση μεταξύ αυτού και των Γερμανών και κατόπιν έλαβαν τον στη θέση των μελλοθανάτων. Είναι αυτονόητο, ότι και αυτός εκτελέστηκε.
Σε κακή κατάσταση  ( από κακοποίηση) έφεραν στο σχολείο τους εξαδέλφους Εμμανουήλ Θ. Μαθιουδάκη και Γεώργιο Σταυρουλάκη, που τους βρήκανε να κρύβονται στον Αχυρώνα. Και οι δύο εκτελέστηκαν. Ο Εμμανουήλ παπά Θεοδώρου Φουρφουλάκης δάσκαλος, που ήταν κρυμμένος επάνω στη Μουρνιά, που βρίσκεται σήμερο στην αυλή του μαζί με τον Πανάγο Ν. Καπαρό, τους είδας όταν τους βγάλανε  οι Γερμανοί από τον αχυρώνα του «ΠυρηνοΘοδωρή». Τους κτυπούσαν αλύπητα στο κεφάλι και στις πλάτες με τα υποκόπανα των όπλων τους.
Ο Γέρο Ζαχάρης Φραγκουδάκης ψιθυρίζοντας παρακινούσε τους χωριανούς: «να τονε μοντάρομενε μωρέ», «θα μας εσκοτώσουνε που θα μας σκοτώσουν». Την ίδια παρακίνηση έκανε στους χωριανούς και ο Εμμ. Χατζιδάκης (Χατζημανώλη) αργότερα όταν φεύγανε αδειάζοντας το χωριό. Μια τέτοια ενεργεία ήταν αδιανόητη εκείνη τη στιγμή. Ουτε το όπλο ουτε η «βέργα» υπήρχε στα χέρια μας. Θα μας σκότωναν όλους. Υπήρχε το θάρρος, αλλα δεν υπήρχε ο τρόπος να ξεφύγουμε από τη μοίρα μας.
Τους ξένους που βρίσκονταν στο χωριό κατά τον έλεγχο τους χωρισαν και τους τοποθέτησαν στο ΝΔ τμήμα της αίθουσας. Δεν σκότωσαν απ’ αυτούς κανένα, ενώ στα άλλα χωριά σκότωσαν τους περισσότερους. Με τους ξένους ανακατεύτηκε και ο νεαρός τότε Μιχάλης Διαμαντάκης (που είχε χάσει τη ταυτότητά του) και σώθηκε.
Σε κάποια στιγμή ρίχτηκε στην αυλή του σχολείου ένας πυροβολισμός. Υποθέσαμε πως κάποιον σκοτώσανε και σηκωθήκαμε όλοι από τα θρανία για να δούμε τι συμβαίνει. Οι Γερμανοί αιφνιδιάστηκαν, άρχισαν τις φωνές και μας πρότειναν τα όπλα. Μάλιστα ένας στρατιώτης πήδησε και βγήκε πάνω στο τραπέζι του Διοικητή και μας πρότεινε το ταχυβόλο ουρλιάζοντας. Καθίσαμε αμέσως κάτω.
Μετά το περιστατικό  που ανάφερα προηγουμένως για τον πυροβολισμό, οι Γερμανοί μας αραίωσαν.  Πήραν μια παρτίδα από 22 άτομα και μας έκλεισαν στο γραφείο του Σχολείου.  Από εκεί ήλθαν σε λίγο και πήραν 10 άτομα (αριθμιτηκά 1,2,3..) και τους κλείσανε ξανά στην αίθουσα, προφανώς για να συμπληρωθεί ο αριθμός 30, που προέβλεπε η διαταγή να εκτελέσουν. Τους υπόλοιπους 12 μας πήγαν συνοδεία στα σπίτια μας, πήραμε ρούχα και τρόφιμα για δύο μέρες και μας οδήγησαν  έξω από το χωριό, με προορισμό τις φυλακές στο Ρέθυμνο.
Στη συνέχεια των περιστατικών που προαναφέραμε έγινε η φοβερή ανακοίνωση προς τα γυναικόπαιδα: «το χωριό σας έδειξε ασέβεια προς τις Γερμανικές διαταγές  και θα τιμωρηθεί. Περιέθαλψε  τους Άγγλους σαμποτέρ και τους Ελληνες συμμορίτες και δεν συνεργάστηκε μαζί μας για την ανεύρεση του στρατηγού Κράϊπε. Τώρα θα πληρώσει. Θα πάτε στα σπίτια σας, θα πάρετε ό,τι μπορείτε και σε μια ώρα θα είστε όλοι εδώ, για να φύγετε από το χωριό. Στους δικούς σας που κρύβονται θα πείτε να παρουσιαστούν, γιατί όποιος παραμείνει ύστερα από μια ώρα θα τουφεκίζεται».
Καταλαβαίνει καθένας τι επακολούθησε ύστερα από την φοβερή αυτή ανακοίνωση  και εντολή. Όλοι τρέξανε στα σπίτια τους, ειδοποίησαν  τους δικούς των να παρουσιαστούν, πήραν ό, τι πρόχειρο  έβρισκαν και κυρίως ψωμί, ελιές, λίγα ρούχα και γύρισαν στο σχολείο.
Κατά τις 11 περίπου το πρωί ξεκίνησε μια τεράστια φάλαγγα, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, πολλοί ανήμποροι, γέροι, γριές και άρρωστοι – συνοδεία Γερμανών χωροφυλάκων – με κατεύθυνση προς τις Δρυγιές, Βρύσες, Καρδάκι, Γερακάρι, Ελένες και τελικό προορισμό τον Μέρωνα.  Το καραβάνι αυτό της συμφοράς και της οδύνης, που στην πορεία συνεχώς αύξανε από τους ξεριζωμένους  και των άλλων χωριών, έφτασε κουρασμένο, λυπημένο, πεινασμένο και εξαντλημένο στο Μέρωνα  το βράδυ και στρατοπέδευσε σ’ ένα χωράφι στο κέντρο του χωριού  για να διανυκτερεύσει. Σ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας οι πρόσφυγες ήσαν κυκλωμένοι από Γερμανούς Χωροφύλακες . θα κόντευαν  μεσάνυχτα όταν οι Γερμανοί αποφάσισαν να διώξουν με αυτοκίνητα τους άνδρες  και τις κοπέλες, που προορίζονταν για τα «σύρματα» στο Ρέθεμνο (φρούριο Φορτέτζας). Με έκπληξη όμως διαπίστωσαν ότι οι περισσότεροι είχαν εξαφανιστεί! Είχαν διαφύγει  όχι μόνο από τον Μέρωνα, αλλά και κατά τη διαδρομή από τα χωριά τους προς το Μέρωνα. Άρχισαν τότε με φακούς να μας ψάχνουν μέσα στον καταυλισμό. Τούτο όμως ήταν πολύ δύσκολο και λόγω του σκότους αλλά και της στενότητας του χώρου.  Ειμασταν ο ένας πάνω στον άλλο και δε μπορούσαν να προχωρήσουν.
Ελάχιστους έδιωξαν εκείνο το βράδυ και το εγχείρημα επανέλαβαν την επομένη. Πράγματι το πρωί – πρωί μάζεψαν άνδρες και κοπέλες απ’ όλα τα χωριά, τους μετέφεραν στο Ρέθυμνο και τους έκλεισαν  στα «σύρματα» . Μετά από 18 μέρες απέλυσαν  όλους τους Ανωμεριανούς και των άλλων χωριών, εκτός από τους 5 Γερακαριανούς που απομόνωσαν  στις φυλακές και από τους οποίους τον έναν εκτέλεσαν (τον Ταταρογιάννη) και τους άλλους τέσσερις ελευθέρωσαν μετά δύο περίπου μήνες.
Όσους δεν μετέφεραν στα «σύρματα» στο Ρέθυμνο το ίδιο πρωί τους συνόδευσαν από το Μέρωνα  μέχρι τους Αποστόλους και εκεί τους είπαν: . «από τη στιγμή αυτή είστε ελεύθεροι. Μπορείτε να πάτε όπου θέλετε. Πίστα στα χωριά σας δε μπορείτε να γυρίσετε..».
Μετά από την εντολή αυτή η  σκόρπισαν οι άνθρωποι  σ’ όλα τα χωριά της επαρχία. Από εκείνη τη στιγμή γλίτωσαν από το μαρτύριο της επιτήρησης, της κράτησης και της σκλαβιάς και παραδίδονταν στο μαρτύριο της προσφυγιά. Το μαρτύριο αυτό,  που για όλους κράτησε ένα χρόνο και για άλλους περισσότερο, έχει να παρουσιάσει μια σειρά από συγκλονιστικές σκηνές, απερίγραπτες συγκινήσεις και πράξεις αλτρουισμού και συναντίληψης. Αποτελεί η περίοδος αυτή τίτλο τιμής για τους κατοίκους ολόκληρης της επαρχίας Αμαρίου, που έδωσαν με απλοχεριά στέγη και προστασία στους πρόσφυγες. Μα συγχρόνως αποτελεί  τίτλο τιμής για τους υπερήφανους  κατοίκους των «καμένων χωριών». Με καρτερία και αξιοπρέπεια αντιμετώπισαν τη μεγάλη δοκιμασία. Στάθηκαν όρθιοι ,δούλεψαν σκληρά, δε ζητιάνεψαν, δεν έχασαν το θάρρος τους. Οπωσδήποτε όμως ποτέ δε θα ξεχάσουν την αδελφική συμπαράσταση των συνεπαρχιωτών τους αμαριωτών.

Ξαναγυρίζομε τώρα στο Άνω Μέρος, για να παρακολουθήσουν με το δράμα του χωριού κα των δυστυχισμένων 30 ανδρών, που αφήσαμε φεύγοντας κλεισμένους στο σχολείο, καθώς και των 8 γερόντων, γριών και αρρώστων, που δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να ακολουθήσουν τη φάλαγγα.
Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι από τους κρατούμενος και τους γέροντες δεν επέζησε κανείς.  Στερούμαστε λοιπόν αμέσων μαρτυριών. Περιγράφουμε τα γεγονότα με υποθέσεις και κυρίως με βάση τα όσα έγιναν στα άλλα χωριά και τα όσα μας είπαν οι Ανωμεριανοί, που παρακολουθούσαν τα συμβαίνοντα από τα γύρω υψώματα.
Μόλις βίαια εγκατάλειψαν το χωριό τους οι Ανωμεριανοί, άρχισαν οι εκτελέσεις των μελλοθάνατων. Οι πρώτοι πυροβολισμοί σε ριπές αυτομάτων  όπλων, ακούστηκαν  όταν οι πρόσφυγες φτάνανε  στις Δρυγιές, δηλ. ύστερα  από μισή ώρα. Τους άκουγαν όλοι που βρισκόταν έξω από τον κλοιό, στην «Κορυφή», στις «Φασόκοιτες» στη «Σάμιτο». Τους κρατούμενους  τους οδηγούσαν  δύο – δύο δεμένους στο τόπο των εκτελέσεων, γι’ αυτό και κανείς δεν μπόρεσε να φύγει. Στις 2 μ.μ. σίγησαν τα τουφέκια και υπολογίζουμε αυτήν την ώρα να είχαν τελειώσει οι εκτελέσεις. Τους γέροντες τους σκότωσαν σποραδικά, σε διάφορα σημεία του χωριού.
Ως τόποι των ομαδικών εκτελέσεων χρησιμοποιήθηκαν  τέσσερα γειτονικά σπίτια. Των : Γεωργίου Τριχάκη, Λαζάρου Τριχάκη, Νίκου Καπαρού και Χαρίτου Σταυρουλάκη. Μετα τις εκτελέσεις έβαλαν φωτιά, έκαψαν τα σπίτια  και τους σκοτωμένους και στη συνέχεια τα γκρέμισαν με δυναμίτες και πετρώθηκαν τα πάντα.  Η ταφή των νεκρών από τα συντρίμμια των σπιτιών ήταν πλήρης και χρειάστηκε κόπος για την ανακάλυψή τους.
Από την επόμενη μέρα άρχισε το έργο της λεηλασίας του χωριού, καθώς και το κάψιμο και το γκρέμισμα των σπιτιών. Για τη μεταφορά των κλοπιμαίων επιστρατεύτηκαν πολλοί με τα ζώα τους από τα γύρω χωριά. Τα ρούχα, τα τρόφιμα, και τα άλλα είδη μεταφέρθηκαν στον Αφρατέ κι απ’ εκεί με αυτοκίνητα στο Ρέθυμνο. Το έργο της Καταστροφής και της λεηλασίας κράτησε 6 μέρες κι όταν τα χαράματα της 27ης Αυγούστου  (Κυριακή) έφυγαν οι Γερμανοί, άφησαν πίσω τους μόνο ερείπια και σκοτωμένους.
Μαυρίλα σκέπαζε όλο το χωριό. Οι οσμές από το κάψιμο και από τα σκοτωμένα  και σφαγμένα ζώα, που ήσαν κάτασπρα σ’ όλες τις γειτονιές, σ’ εμπόδιζαν να πλησιάσεις. Όλα τα σπίτια καμένα και γκρεμισμένα. Το Σχολείο, ο καθεδρικός ναός του Ανω Μέρους (Παναγία) και η εκκλησία του νεκροταφείου. Η εκκλησία της Παναγίας χρησιμοποιήθηκε από τους Γερμανούς ως σφαγείο Ζώων και αποχωρητήριο!!

Από την επόμενη Άνοιξη (1945) άρχισαν δειλά – δειλά οι Ανωμεριανοί να επιστρέφουν στο χωριό τους και να προσπαθούν να οικοδομήσουν μια γωνιά, για να ξαναφτιάξουν το χωριό τους. Χρειάστηκαν κόποι, ιδρώτας και δάκρυα πολλών χρόνων για να στεριώσει πάλι το Ανω Μέρος, να δημιουργηθεί  ό,τι υπάρχει. Η εργατικότητα, η μεθοδικότητα και η καρτερία δημιούργησε το Ανω Μέρος που βλέπουμε σήμερα, ύστερα από σαράντα χρόνια.  Όλα ξανάγιναν καλύτερα και μόνο οι ηρωικοί νεκροί απουσιάζουν.
Τα οστά τους όμως, συγκεντρωμένα με προσοχή, φυλάσσονται με ευλάβεια στο πολυτελέστατο κενοτάφιο του λαμπρού Ηρώου που αναγέρθηκε προς τιμή τους.
Το Ηρώο του Ανω Μέρους, μοναδικό στο είδος του, είναι ανάλογο της θυσίας των εθνομαρτύρων και του πολιτισμού των Ανωμεριανών, που μόχθησαν και δαπάνησαν για την κατασκευή του. Στημένο σε θέση περίοπτη και φωτιζόμενο με προβολείς, φαίνεται τη νύχτα από το μεγαλύτερο μέρος της επαρχίας, και αποτελεί στολίδι και κόσμημα της περιοχής, αλλά και σύμβολο των αξιών της ανδρείας, της θυσίας, της ανθρωπιάς και της ελευθερίας. Αξίες που με παραδειγματική  αφοσίωση υπηρετούν πάντοτε οι Ανωμεριανοί.
Γύρω από το καλλιμάρμαρο Ηρώο, κάθε χρόνο, στις 22 Αυγούστου συγκεντρώνονται, απ’ όπου κι αν κατοικούν, οι Ανωμεριανοί, για να τιμήσουν και να κλάψουν τους ένδοξους νεκρούς τους, να προσευχηθούν για την ανάπαυσή της ψυχής τους και να τους διαβεβαιώσουν πως η Μνήμη τους είναι και θα παραμείνει αιωνία.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΦΟΥΡΦΟΥΛΑΚΗΣ

Πηγή: «Η ολοκαύτωση του Κέντρους – Αφιέρωμα» Σπ. Απ. Μαρνιέρου.

Η ΟΛΟΚΑΥΤΩΣΗ ΤΟΥ ΑΝΩ ΜΕΡΟΥΣ (ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΟΣ)

Συμπληρώνονται σήμερα σαράντα χρονιά από το Ολοκαύτωμα του Κέδρους.  Από την τραγική εκείνη μέρα που ο τόπος μας παραδιδόταν στη φωτιά και στο αίμα.  Και οι αγνές ψυχές των νεκρών μας περνούσαν στο χώρο της αθανασίας και της αιωνιότητας.

Τα σαράντα χρόνια που πέρασαν μπορεί να ξεθώριασαν  τα επιμέρους γεγονότα, μπορεί να επούλωσαν τις πληγές ίσως να ξανάφεραν το γέλιο στα πικραμένα χείλια. Ωστόσο η μνήμη της συμφοράς παραμένει ολοζώντανη. Μας φέρνει τούτη την ώρα μπροστά μας ολοκάθαρες τις απερίγραφτες εικόνες και δραματικές στιγμές που ζήσαμε στις 22 Αυγούστου του 44.
Θυμούμαστε γεγονότα που προηγήθηκαν και γεγονότα ου ακολούθησαν. Πως η χώρα μας τότε κάτω από τη μπότα του Γερμανού Κατακτητή, περνούσε δύσκολες ώρες. Λεηλασίες, καταστροφές, βασανιστήρια και εκτελέσεις, ερήμωσαν τον τόπο, αφάνισαν τον πληθυσμό της πατρίδας μας, με μοναδικό στόχο να δαμάσουν το αδούλωτο φρόνημα της γενιάς μας.
Πώς να υποκύψει όμως η αδάμαστη Ελληνική Ψυχή, όταν μπροστά  της μια ένδοξη ιστορία χιλιάδων χρόνων, γεμάτη αγώνες και θυσίες; Οι Έλληνες δεν λύγισαν. Δεν δέχτηκαν μοιρολατρικά τη συμφορά της Κατοχής. Ξεσηκώθηκαν. Και  πρώτη η ηρωική Κρήτη μας. από το προσκλητήριο αυτό της Αντίστασης δεν μπορούσαν φυσικά να λείψουν τα παλικάρια του Κέδρους και οι λεβέντες του χωριού μας.  δεν εσχόλασαν ούτε στιγμή στα χρόνια της κατοχής της Μάχης της Κρήτης. Χαλυβδωμένα από αγωνιστική διάθεση, βιγλάτορες της Λευτεριάς, αγρυπνούνε στα ριζίτικα χαράκια. Αγωνίζονται με κάθε τρόπο.
Τα χωριά μας γίνονται Κέντρα Εθνικής Αντίστασης. Περιθάλπτουν συμμάχους τους τροφοδοτούν και τους βοηθούν να διαφύγουν στη Αίγυπτο.  Στην περιοχή του Άνω Μέρους λειτουργεί ασύρματος και ραδιόφωνο και ο Ανωμεριανοί Αντάρτες παίρνουν πληροφορίες και τις μεταδίδουν στους άλλους κατοίκους της επαρχίας.  Σ’ όλα τα χρόνια της κατοχής η Αγγλική κατασκοπεία,  με ολόψυχη συμπαράσταση των Κεδριανών, δρα εδώ και προξενεί καταστροφές στα σχέδια του εχθρού. 
Ατυχώς η Αντιστασιακή δράση ολόκληρης της περιοχής μας γίνεται γνωστή, από ντόπιους Εφιάλτες, στους Καταχτητές. Κάθε τόσο κάνουν μπλόκα, πιάνουν αιχμαλώτους  και απειλούν με καταστροφές κι εκτελέσεις. Τα χωριά μας μπαίνουν στη μαύρη λίστα των Γερμανών.
Η αιτία λοιπόν της καταστροφής μας υπήρχε και οι Γερμανοί ζητούσν τη αφορμή για να μας αφανίσουν. Την βρίσκουν όταν μαθαίνουν από τους πληροφοριοδότες τους την μεγάλη συμβολή των δικών μας στο ηρωϊκό κατόρθωμα της απαγωγής του στρατηγού Κράϊπε. «Ένα εγχείρημα περισσότερο εντυπωσιακό παρά αποτελεσματικό. Ο πόλεμος εξάλλου είχε κριθεί προ πολλού υπέρ των δημοκρατικών λαών και καμία σκοπιμότητα δεν μπόρεσε να εξυπηρετήσει». Ητο μια ενέργεια χωρίς περίσκεψη και πρακτική αξία, εντελώς ανωφελής επιχείρηση. Το σίγουρο επακόλουθο μιας τέτοιας ενέργειας έμενε ότι θα χυνόταν, όπως έγινε άφθονο αίμα».
Και εδώ ακριβώς είναι το λάθος των Αντιστασιακών Οργανώσεων της εποχής εκείνης.  Αντί να λάβουν τα μέτρα τους να μας έχουν σε συνεχή επαγρύπνηση, να υπάρχουν σκοποί σε επίκαιρα σημεία, κινούνται σύνδεσμοι μεταξύ των χωριών μας, που ήταν σίγουρο πως σ’ αυτά θα ξεσπούσε η μανία των Γερμανών και ακόμη οι άνδρες να διανυκτερεύουν στο βουνό, είχαν τελείως αποδιοργανωθεί και είχαν χαλαρώσει όλες αυτές οι προφυλάξεις που προηγουμένως έπαιρναν.  Σ’ αυτό βέβαια συνετέλεσε πολύ και η αναμενόμενη αποχώρηση των Γερμανών, η οποία πάντως, κατά τη στοιχειώδη λογική, δημιουργούσε τρομερούς κινδύνους για τα Αντιστασιακά Κέντρα, όπως τα δικά μας χωριά. Αυτά μοιραίως θα αποτελούσαν τους στόχους  που πρώτα θα έπλητταν  οι Κατακτητές,  ώστε να καλύψουν χωρίς πολλούς κινδύνους την αποχώρησή τους.
«Ετσι, όταν την  παραμονή της 22 Αυγούστου 1944 ξεκίνησαν για τα χωριά του Κέδρους, τα ρομπότ του δήμιου της Κρήτης, της απαίσιας φήμης Γερμανού στρατηγού Μύλλερ, είχαν διαμορφωθεί οι χειρότερες προϋποθέσεις για τον άμαχο πληθυσμό και οι καλύτερες για τους επιδρομείς.  
Μας εγκλώβισαν με απόλυτη άνεση σ’ ένα θανάσιμο κλοιό.  Μείναμε μόνοι, αβοήθητοι, ανυπεράσπιστοι, σ’ένα όργιο σφαγής, που δεν είχε προηγούμενό της στα Ρεθεμνιώτικα τουλαχιστον από την Ολοκαύτωση του Αρκαδίου».
Αξίζει τον κόπο νομίζω κάθε χρόνο να αναφερόμαστε  με λίγα λόγια στα γεγονότα του ολοκαυτώματος, για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι από την πιο δραματική ιστορία του χωριού μας. Η 22 Αυγούστου δεν ξημέρωσε σαν τις άλλες μέρες.  Δεν χαμογέλασε με το το χάραμά της.  Κι ο ήλιος δεν έλαμψε χαρούμενος όπως τις άλλες φορές.
Τα ουρλιαχτά των σκύλων κι ένας πυροβολισμός ήταν το θλιβερό σάλπισμα της δραματικής εκείνης μέρας. Ανοίγοντας τα μάτια μας βλέπαμε με τρόμο περικυκλωμένο το χωριό μας από 300 περίπου  καλά εξοπλισμένους Γερμανούς. Πολλοί από τους χωριανούς μας αντελήφθησαν αμέσως τι επρόκειτο να επακολουθήσει και προσπάθησαν να διασπάσουν τον κλοιό και να διαφύγουν. Οι περισσότεροι νόμισαν όμως πως επρόκειτο για έφοδο απλού ελέγχου ή για επιστράτευση αντρών σε καταναγκαστικά έργα, όπως συνήθως συνέβαινε.
Στην λαθεμένη αυτή εκτίμηση των πραγμάτων οφείλεται και το γεγονός πως δεν προβλήθηκε καμία αντίσταση, αλλα αφήσαμε τους Γερμανούς να μας οδηγήσουν σαν πρόβατα στις αίθουσες του Σχολείου. Στη μια τα γυναικόπαιδα και στην άλλη η έφηβοι και οι άνδρες. Ούτε οι άρρωστοι και ανήμποροι εξαιρέθηκαν απ’ αυτό το μοιραίο προσκλητήριο. Ακολούθησε με κατάλογο η διαλογή των ανδρών, που ήθελαν και το κλείσιμό τους στο γραφείο του σχολείου. Μετά τη διαλογή εμάς τους υπολοίπους μας αφήσαν ελεύθερους να πάμε στα σπίτια μας, να πάρουμε μερικά πράγματα αναγκαία και να επιστρέψουμε πάλι στο σχολείο, όπως έλεγε η διαταγή.  Σε μια ώρα περίπου μαζευτήκαμε ξανά στην αυλή του σχολείου – γέροι, γυναίκες, παιδιά, ζώα φορτωμένα πράγματα – και σε λίγο  αποχαιρετούσαμε με κλάματα, το όμορφο χωριό μας, τα σπίτια μας και τους δικούς μας, που με λαχτάρα προσπαθούσαμε να δούμε από τα κλειστά παράθυρα του σχολείου.
Ηταν πια ολοφάνερο τι επρόκειτο να γίνει. Μικρά παιδιά τότε εμείς, δεν μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε την τραγικότητα της κατάστασης, αλλα οι μεγάλοι οπωσδήποτε αντιλαμβάνονταν τη συμφορά που θα’ ρχοταν. Απομακρυνθήκαμε βίαια από τις εστίες μας και για πολύ χρόνο αναγκαστικά μείναμε θλιβεροί πρόσφυγες σε άλλα χωριά.
Από τις πρώτες μέρες μάθαμε τα φρικτά γεγονότα που έγιναν στο εγκαταλελειμμένο χωριό μας. Το μεσημέρι της αποφράδας Τρίτης (22.8.44) έπαιρναν ομάδες-ομάδες τους άντρες που κράτησαν, τους πήγαιναν σ’ ένα γειτονικό σπίτι, τους εκτελούσαν ή τους έσφαζαν, και τους έριχναν στο υπόγειο. Υστερα έβαλαν φωτιά, ανατίναξαν το σπίτι και τους σκέπασαν. Μετά άρχισαν τη λεηλασία, την καταστροφή του χωριού, που κράτησε μια εβδομάδα. Δεν άφησαν οι βάρβαροι πέτρα πάνω στην πέτρα. Δεν σεβάστηκαν ούτε τις εκκλησίες. Σκότωσαν γέρους και άρρωστους που βρήκαν στα σπίτια και έσφαξαν ζώα και μεταμόρφωσαν το Ανω Μέρος σε σωρούς από ερείπια που κάπνιζαν.
Σήμερα σαράντα χρόνια από τότε, τίποτα σχεδόν δεν θυμίζει την τρομακτική εκείνη καταστροφή.  Τα ερείπια εξαφανίστηκαν. Κάναμε οι Ανωμεριανοί πέτρα την καρδιά, κλάψαμε  και κλείσαμε μέσα τους νεκρούς και πιάσαμε ν’ ανοίξουμε πάλι δρόμο στη ζωή, χτίζοντας πάνω στα χαλάσματα.
Το Ολοκαύτωμα των χωριών του Κέδρους δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, του Μεσολογγίου, των Καλάβρυτων, της Καντάνου, των Ανωγείων και τόσων άλλων μαρτυρικών τόπων της πατρίδας μας.
Η θυσία των γωνιών μας, των αδελφών μας και των άλλων συγγενών μας, δεν είναι καθόλου μικρότερη, από τη θυσία χιλιάδων άλλων πατριωτών που πρόσφεραν το αίμα τους για τη Λευτεριά και την αξιοπρέπεια του τόπου μας.
Αναγνώριση ακριβώς αυτής της Θυσία είναι ο επίσημος εορτασμός που γίνεται τώρα, στον ιερό τούτο χώρο και που απ’ εδώ και πέρα κάθε χρόνο με τέτοια λαμπρότητα θα γίνεται από το επίσημο Κράτος.  Σεβασμό επίσης  στη Μνήμη των νεκρών μας και εκπλήρωση μεγάλου χρέους, από το Κράτος αποτελεί η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης από την Κυβέρνηση.  Η αναγνώρισης της Αντίστασης των Ηρώων μας, που τους αποκαθιστά και τους τοποθετεί στη θέση εκείνη που τους αξίζει. 
Τρανή ακόμη απόδειξη της ευγνομωσύνης και του θαυμασμού μας για Σας δοξασμένοι Νεκροί μας, είναι το πάλευκο τούτο Μνημείο που το υστέρημα των θυμάτων του χωριού μας έστησε εδώ στον όμορφο τούτο εξώστη του Κέδρους, ανάμεσα στους ζωντανούς και τους νεκρούς του Ανω Μέρους, για να θυμίζει στις επερχόμενες γενιές τη θυσία και τη Δόξα σας.
Αθάνατοι Ηρωες.
Ο Χρόνος και η λησμονιά, που με τα βαριά πέπλα τους σκεπάζουν κάθε τι που περνά, δεν θα σκιάσουν ποτέ τη Μνήμη σας. Θα παραμένει αιώνια! Τα ονόματά σας θα λαμπυρίζουν στο λευκό τούτο μάρμαρο, για να διαλαλούν στους απογόνους σας και στα πέρατα της οικουμένης, πως ο Φωτοστέφανος της δόξας και της τιμής που περιβάλλει τις μορφές σας, αποκτάται μόνο με θυσίες και αίμα.
Με ευλάβεια σήμερα, ο λαός και η πολιτεία, γονατίζουμε στον τάφο σας. Και προσφέρουμε το θυμίαμα της ευγνομωσύνης. Μαζί με αυτό  και τη διαβεβαίωση πως η καταστροφή του χωριού μας και ο αδικοχαμός σας, τράνεψαν μέσα μας την πίστη να κάνουμε το παν για να μην έρθει ποτέ πια ο πόλεμος στον τόπο μας. Να μην μολύνουνε ποτέ πια τα χώματά μας φασίστες, όπως ο οι Γερμανοί του Χίτλερ. Και για να μην δοκιμάζουμε ποτέ πια Ολοκαυτώματα. 
Η χώρα μας πρωταγωνιστεί για την παγκόσμια ειρήνη. Κυβέρνηση και λαός αγωνίζονται για την απομάκρυνση των βάσεων του θανάτου από τον τόπο μας. Για απύραυλα Βαλκάνια και μια αποπυρηνικοποιημένη Ευρώπη, χωρίς πυραύλους ανατολικούς και δυτικούς, αν απειλούν καινούριες συμφορές.     Και θα ήθελα να τελειώσω με μια ευχή, που ανεβαίνει στα χείλη όλων μας αυτή τη στιγμή.
Η γενιά η δική μας ας είναι επιτέλους η τελευταία που δοκιμάστηκε τόσο από τα δεινά του πολέμου.
Ανω Μέρος 22.8.1984

                        Στέλιος Μπαγουράκης
Πηγή: «Η ολοκάυτωση του Κέντρους – Αφιέρωμα» Σπ. Απ. Μαρνιέρου.

ΜΙΚΡΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ 22.8.1944

Είναι εποχή χωρίς γεωργικάς εργασίας, ελάχιστα περιβόλια, εργασίαι ελαιοκαλλιεργειών ή αμπολοκαλλιεργειών είναι εκτός εποχής.  Η νίκη των συμμάχων κατά των Γερμανών ήτο γεγονοός, επομένως δεν συνέτρεχον λόγοι επαγρυπνήσεως ή φρουρήσεως της περιφέρειας. Ουδείς ηδύνατο να διανοηθεί ότι οι ηττημένοι Γερμανοί θα προέβαινον εις εκτελέσεις ή καταστροφάς. Όμως το ξημέρωμα της 22.8.44 υπήρξε η αρχή της πιο φρικιαστικής ημέρας δια το Ανω Μέρος.  Τα συνεχή γαυγίσματα των σκυλιών αφύπνισαν πολλούς, οι οποίοι, εξερχόμενοι των οικιών των, αντελήφθησαν ότι ήσαν κυκλωμένοι από τους Γερμανούς, η δε διαφυγή τους ήτο  αδύνατος. Ο κλοιός ήτο στενός, αλλα και ουδείς ανέμενε τα επακολουθήσαντα γεγονότα.  Ολοι οι κάτοικοι ειδοποιήθησαν δια κήρυκος να προσέλθουν εις το σχολείον, όπου τους ανεκοίνωσαν την απόφασιν των Γερμανών. Από κατάλογον που είχον, εζήτησαν κατοίκους τινάς τους: Ιωαν. Ε. Κουγιτάκην, Θεδ. Γ. Λινοξυλάκην, τον Ζαχ. Αντ. Κατσαντώνην και ίσως άλλα πρόσωπα, τα στοιχεία των οποίων δεν ηδυνήθηκα να συγκεντρώσω. Ο Ζαχ.  Αντ. Κατσαντώνης που ανεζητήθει εν τη οικία του ήτο πρόσωπον υπέργηρον ώστε δεν επέμειναν εις την παρουσίαν του. Προφανώς επρόκειτο περί του ιού του ιατρού Αντωνίου και είτε εκ λάθους, είτε σκοπίμως, είχον δοθεί στοιχεία,  ως τα ανωτέρω, λανθάσμένα. Η διαταγή του αιμοσταγούς στρατηγού Μύλλερ ώριζε να εκτελεσθούν 30 άνδρες. Διεχωρίσθησαν εν συνεχεία οι υπο εκτέλεσιν τριάκοντα Ανωμεριανοί. Οι υπολοιποι συγκεντρωθέντες άνδρες, γυναίκες, παιδιά, διετάχθησαν να επιστρέψουν εις τας οικίας των , να παραλάβουν όσα εθεώρουν χρήσιμα δια διατροφήν και να επιστρέψουν μετά μίαν ώραν εις το σχολείον.  Αυτό κι έγινε. Εν συνεχεία όλοι οι συγκεντρωθέντε, οδηγήθησαν δια της οδού προς Ρέθυμνον και περί το απόγευμα έφθασαν εις χωριό Μέρωνας, απόστασις 15 χλμ. Από Ανω Μέρος, όπου και ο πρώτος σταθμός και η πρώτη ημέρα ομηρίας των. Εις Μ¨ερωνα είχον συγκεντρωθεί ως όμηροι και οι κάτοικοι  γειτονικών χωριών, που ολοκαυτώθησαν όπως και το Ανω Μέρος (Δρυγιές, Βρύσες, Καρδάκι, Σμηλέ, Γερακάρι), σύνολον 1500 άτομα περίπου. Καθ’ οδόν διέφυγον πάρα πολλοί.
Ενταύθα θα μου συγχωρηθή η δημοσίευσις περιπέτειας του αείμνηστου αδελφού μου, ιατρού Αντωνίου, όπως μου την διηγήθηκε ο ίδιος και είναι γνωστή εις πάρα πολλά πρόσωπα.
Είχε μεταβεί εις τον οικισμόν Γουργούθους της Κοιτότητος Βρυσών που συνάντησιν Άγγλου συνδέσμου και του Εμμ. Μ. Παπαδογιάννη. Διανυκτέρευσεν εις Γουργούθους, ο Αντώνιος  Κατσαντώνης , εις οικίαν του αδελφού του πατρός τους Νικόλα, οι άλλοι δε εις οικίαν του δημοδιδασκάλου Μιχ. Γενεράλη. Ο ιατρός Κατσαντώνης  είχε προαίσθημα ότι κάτι κακό θα συνέβαινε. Πριν κατακλιθή ειπε εις τον θείον του να τον ξυπνύσσει εις τα 1 π.μ πράγματι ο θείο του αφυπνίσθη την ώρα αυτήν, εξήλθε εις την ταράτσαν της διωρόφου οικίας του δια να τον αφυπνίση. Όπως η ησυχία ήτο απόλυτος ήκουσε βαρειά βήματα εις το απέναντι μονοπάτι. Η  διαδιρομή είναι κυκλική και απέχει των οικιών περίπου 400 μέτρα. Αντελήφθη  ότι ήσαν Γερμανοί, προφανώς και από τας ομιλίας, και σπεύδει προς τον ιατρόν και τους άλλους ξένους δια να τους αφυπνίση και να τους αναγγείλη τον κίνδυνο. Όλοι έσπευσαν προς τον ορεινόν όγκον του βουνού Κέδρους και εκαλύφθησαν.  Ο ιατρός ου πρώτος διέφυγε, ενεθυμήθει ότι είχε αφήσει μικρό σακκίδιον, «βουργίδι», εις την οικίαν του Θείου του με έγγραφα τινά, αποδεικτικά της αντιστασιακής δράσεώς του, επέστρεψε, τα παρέλαβε,  μετέβη εις τον σταύλον και τα έκρυψε κάτω από ξηράν κόπρον  των ζώων.  Κατά την έξοδόν του όμως οι Γερμανοί είχον φθάσει, τον συνέλαβον και τον οδήγησαν εις Βρύσες και εκεί ομού με τους άλλους ομήρους εις Μέρωνα. Ο επί κεφαλής του αποσπάσματος της Κοινότητος Βρυσών, Γερμανός αξιωματικός δεν εγνώριζε ότι ο ιατρός ήτο καταζητούμενος εις το Ανω Μέρος και ότι είχε ως τότε συλληφθεί δύο φορές και είχε μεταφερθή εις Ρέθυμνον, είχε φυλακισθή και υπήρχον στοιχεία δια την αντιστασιακήν του δράσιν.  Δια τον λόγον αυτόν καταβλήθησαν προσπάθειαι, εις Μέρωνα, δια να φύγη. Πράγματι ο Γερμανός  σκοπός,  απασχολούμενος δήθεν από εντόπιους  και αξιωματούχους του Μέρωνα, έδωσε την ευκαιρίαν εις τον ιατρόν να σπεύση να απομακρυνθεί εκ του τόπου συγκεντρώσεως των ομήρων, ακολουθούμενος από 10 περίπου νέους εξ Ανω Μέρους και έτσι δεν μετεφέρθη εις Ρέθυμνον όπου θα τον εξετέλουν.
Άλλο περιστατικό σχετικόν με την αντίστασιν κατά των Γερμανών, όπως μου το διηγήθηκε ο αείμνηστος αδελφός μου ιατρός, είναι το εξής: είχε διατεθεί εις το χωριό ραδιόφωνον, το οποίο εκρύπτετο εις διάφορα μέρη, σπήλαια, και ωρισμένας ώρας μετέβαινον οι παρακολουθούντες την εκπομπήν του και κατευθύνοντες τα της αντιστάσεως, ήκουον τα δελτία ειδήσεων και ενημερώνοντααν περί των εξελίξεων του συμμαχικού αγώνος.  Συχνά εδίδοντο διαταγαί προς τους συνδέσμους Αγγλους και τα Εθνικάς ομάδας αντιστασιακών. Το ραδιόφωνο εκρύπτετο τότε εις σπήλαιον, εις θέσιν Κορατσινέ.  Επρεπέ να μεταφερθή εις άλλην θέσιν, εις Συκίαν, όπου είχον μεταβεί σύνδεσμοί των συμμάχων. Ο ιατρός δίδει εντολήν εις τον γραμματέα της Κοινότητος Εμμ. Ι Τριχάκην να μεταβή με το ζώον του δια να μεταφέρη το ραδιόφωνον εις το υποδειχθέν μέρος. Όλα εξετελέσθησαν ως είχον προγραμματισθεί, ο δε Εμμαν.  Τριχάκης επανήλθε την εσπέραν, συνήντησε τον ιατρόν και του ανεκοίνωσε τι έπραξε.  Δεν ηδύνατο όμως να του αποκρύψει τίποτα και του λέγει: Γιατρέ μου έδωσαν οι Αγγλοι μια χρυσή λίρα.  Ο ιατρός εξοργισθείς του είπε: Μανώλη εμείς δεν αγωνιζόμεθα δια να πληρωθούμε, αλλα για να ελευθερωθούμε. Αυριο το πρωί να πας να δώσης τη λίρα πίσω. 
Η απόστασις από Ανω Μέρος εις Συκίαν ήτο 10 χλμ περίπου.  Πράγματι ο αείμνηστο καλός πατριώτης Εμμ. Ι. Τριχάκης, που εξετελέσθη την 22.8.1944, μετέβη την επομένην, επέστρεψε την λίραν και ενημέρωσε σχετικώς τον ιατρόν.
Τα ανωτέρω περιστατικά αναφέρω, απολύτως ακριβή, διότι προέρχονται από αφηγήσεις του ιατρού Αντωνίου Κατσαντώνη, ο οποίος διεκρίνετο δια την σωφροσύνην  και τον πατριωτισμόν του, ώστε να γίνη γνωστή η νοοτροπία και ο πατριωτισμός των Ανωμεριανών. Το πιστεύω των ήτο: τα πάντα δια την πατρίδα, χωρίς ιδιοτέλειαν.
Επανέρχομαι όμως εις τα γεγονότα της ημέρας των εκτελέσεων των Ανωμεριανών και της ενάρξεως των καταστροφών.
Οι Γερμανοί διεχώρισαν τους υπό εκτέλεσιν τριάκοντα άνδρας, τους οποίους οδήγησαν καθ’ ομάδας, μετά την αναχώρησιν  των Ομήρων, εις την συνοικίαν Κάτω Ρούγα, εις οικίας Γεωργίου και Λαζάρου Τριχάκη, Νικ. Καπαρού και Χαριτ. Σταυρουλάκη, όπου και τους εξετέλεσαν.
Οι εκτελεσθέντες δεν ενέμενον τον τραγικόν τέλος των, ούτε βεβαίως οι συγχωριανοί των.  Από διασωθέντα εις Καρδάκι της Κοιν. Βρυσών ( Ε. Βλεπάκην), που ήτο μεταξύ των εκτελεσθησομένων και διεσώθη ως εκ θαύματος, παρεσχέθη η πληροφορία, ότι ανεκοινώθ εις τους εκτελεσθέντας το τραγικόν τέλος των μετά την απομάκρυνσιν όλων των συγχωριανών των.  Επομένως, δεν ηδύνατο να εκδηλωθεί αντίστασις κατά των αιμοβόρων εκτελεστών προς διάσωσιν των εκτελεσθέντων. 
Εν συνεχεία οι Γερμανοί, επι επτά ημέρας, προέβησαν εις λεληλασίας, καταστροφάς και ανατινάξεις, δια δυναμίτιδος, όλων των κατοικιών. Το Ανω μέρος δεν εγνωρίζετο πλέον ως χωριό, ήτο σωρός ερειπίων.  Συνολικ΄.ως εξετελέσθησαν 38 άτομα από 22-8-44. οι επιζήσαντες ήρχισαν πλέον την ζωήν της προσφυγιάς. Κατέφυγον εις γειτονικά χωριά ως φιλοξενούμενοι. Τινές, επέστρεψαν ενωρίτερο, στεαγσθέντες προχείρως εις οικήματα, που δεν είχον καταρρεύσει, εννοώ τους σταύλους χωρίς την οικοσκευήν βέβαια.  Οι περισσότεροι επανήλθον την άνοιξιν του 1945 εις τα ερείπια των κατοικιών των.
Η πολιτεία είχε να αντιμετωπίσει θέματα στεγάσεως εις πολλάς περιφέρειας. Δια την περιφέρειαν του Ανω Μέρους και των καμένων χωριών της περιοχής εξεδηλώθη ενδιαφέρον αρχικώς, δια της διανοίξεως αμαξιτής οδού, ώστε να είναι πραγματοποιήσιμος η επίσκεψις των χωριών αυτών, υπο των τεχνικών καθώς και η μεταφορά υλικών. Η έλλειψις όμως πείρας και ενδιαφέροντος εκ μέρους των τεχνικών δεν προώθησε το θέμα της ανοικοδομήσεως: αδιαφορία, βραδύτης, χρησιμοποίησις ακαταλλήλων υλικών. Ιδα το θέμα αυτό θα αφιερώσω ολίγας σελίδας εις το τέλος του κεφαλαίου, δια την ιστορίαν μόνον και δια τους αρμοδίους των τεχνικών υπηεσιών. Εις τους κατοίκους του Ανω μέρους είναι γνωστά όσα συνέβησαν κατά την περίοδον την ανοικοδομήσεως του χωριού εις όλους τους τομείς. Τα ενθυμούνται συχνά και αγανακτούν.
Οσα συνέβησαν κατά τας ημέρας των εκτελέσεων και της καταστροφής του χωριού  αναφέρονται από τους ομιλητάς κατά το ετήσιον μνημόσυνον, με συμμετοχήν της Πολιτείας, τελείται εκ περιτροπής εις την έδραν της οικείας Κοινότητος, δηλαδή ανα τετραετίαν.       
Εις τον γράφοντας έχουν γεννηθή απορίαι περί την καταστροφήν των χωριών, αι οποίαι  παραμένουν έτι, αι εξής: Οι Γερμανοί εκτεσεσταί έφθασαν με αυτοκίνητα εις θέσιν Αφρατέ, θέις μεταξύ Λαμπιωτών, Πλατανιών, και Βυζαρίου. Τηλεφωνικώς δεν εγνωστοποιήθη εις τα γειτονικά χωριά η άφιξης αυτή. Ίσως δεν εκρίθη και απαραίτητος διότι οι Γερμανοί ήσαν ηττημένοι. Ητο γνωστόν. Ουδείς ηδύνατο να φαντασθή ότι η άφιξις αυτή είχε σκοπόν εκτελέσεις και καταστροφάς. Η απόστασις Αφρατέ Ανω Μέρους  είναι 10χλμ περίπου. Ο δρόμος είναι ημιονικός, λίαν ανώμαλος. Είναι δυσχερές να διέλθουν  δι’ αυτού ομάδες στρατού, απαιτούνται τουλάχιστον τέσσερις ώραι, καθώς και έμπειροι οδηγοί.  Εις το φυλάκιον Φουρφουρά  περέμειναν αρκετό χρόνο Γερμανοί και εγνώριζον τα μέρη της περιοχής. Αμφιβάλλω όμως εάν τινές την είχον διαβή νύκτα και όταν μάλιστα πρόκετια να διέλθη απόσπασμα 30-40 ανδρών, είναι λίαν δυσχερής, επαναλαμβάνω, η κίνησης εις τα στενά αυτά μονοπάτια. Επομένως, ηγείτο των Γερμανών πολύ καλός οδηγός. Επί του θέματος τούτου δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες να επικαλεσθώ.  Το σχέδιον της πορείας αυτής των Γερμανών είχεν ασφαλώς μελετηθή εις όλας του τας λεπτομέρειας, ο οδηγός είχε εξευρεθή, πιθανόν Γερμανός και οδήγησε τους εγκληματίας Γερμανούς εις τα εκτελεσεις και την καταστροφήν του Ανω Μέρους.  Ο δίκαιος τιμωρός, θα έχη τιμωρήσει ήδη τους συνελέσαντας εις την εκτέλεσιν των εγκληματικών ενεργειών των Γερμανώνκ, διότι δεν επρόκειτο περί πολεμικής επιχειρήσεως. Τη θυσίαν των εκτελεσθέντων την 22.8.1944 Ανωμεριανών, καθώς  και όλων που εθυσιάσθησαν  υυπέρ της Ελευθερίας αυπο το έτος 1900 και εφεξής  Ανωμεριανών, κατά τους πολέμους και τας αντιστασιακάς εκδηλώσεις, δια την ελευθερίαν της ενδόξου πατρίδος μας, ετίμησαν οι επιζήσαντες Ανωμεριανοί δια της ανεγέρσεως μνημείου πεσόντων εις περίοπτον θέσιν παρά την είσοδον του χωριού, ως ελαχίστου φόρου τιμής, εις πάντας θυσιασθέντας που είναι οι εξής:

Πεσόντες κατά τα έτη 1912-1922 (Βαλκανικούς πολέμους, Α΄ παγκόσμιον πόλεμον, Μικρασιατικήν εκστρατείαν)

  1. Αντώνιος Π. Βαρούχας
  2. Ιωάννης Β. Καπαρός
  3. Ιωάννης Σ. Καπαρός
  4. Γιώριος Δ. Καπαρός
  5. Εμμανουήλ Γ. Κυριακάκης
  6. Μιχαήλ Μ. Μακρυδάκης
  7. Γεώργιος Ι. Μιχαλάκης, Φοιτ. Νομικής
  8. Σταύρος . Μπούτζουκας
  9. Εμμανουήλ Μ. Παναγιωτάκης
  10. Αναστάσιος Γ. Παττακός
  11. Ιωάννης Γ. Παττακός
  12. Εμμανούλ Ι. Περράκης
  13. Ιωάννης Γ. Τριχάκης
  14. Εμμανουήλ Ι. Τσαχάκης
  15. Εμμανουήλ Κ. Φουρφουλάκης

Πεσόντες τα έτη 1040-1941 κατά το Αλβανικό έπος

  1. Ιωάννης Αγγελιδάκης
  2. Μιχαήλ Ζ. Διαμαντάκης
  3. Παναγιώτης θ. Μαθιουδάκης
  4. Θεόδωρος Α. Μιχαλάκης
  5. Ιωάννης θ. Παττακός
  6. Δημοσθένης Μ. Τσαχάκης

Πεσόντες 1941-44 εις την Μάχην της Κρήτης

  1. Αντώνιος Εμ. Κατσαντώνης (22.5.44)
  2. Γεώργιος Εμ. Μαθιουδάκης (26.5.44)
  3. Λεωνίδας Στ. Βαρούχας
  4. Κωνσταντίνος Θ. Σταυρουλάκης, Ιατρός

Πεσόντες εις την Μάρχην Ρίμινι (Ιταλίαν)

  1. Ιωάννης Κ. Περράκης  Υπολ/γός

Φονευθέντες από τους Γερμανούς  1944

1 Ιωάννης Π. Μαρκουλάκης

  1. Τηλέμαχος Ηρ. Μπαγουράκης
  2. Αριστείδης Εμ. Τζίτζικας

Πεσόντες κατά τον Συμμοριτοπόλεμον 1946-49

  1. Γεώργιος Στ. Βαρούχας
  2. Κυριάκος Αν. Μιχαλάκης
  3. Ιωάννης Κ. Μπούτζουκας

Εκτελεσθέντες από τους Γερμανούς την 22.8.1944

  1.  
    • Αγγελής Εμ. Αγγελιδάκης
    • Ιωάννης Γ. Βουμβουλάκης
    • Αντώνιος Ι. Βουμβουλάκης
    • Εμμανουήλ Ι. Κατσαντώνης
    • Γεώργιος Εμ. Κατσαντώνης , φοιτ. Νομικής
    • Στυλιανός Εμ. Κατσαντώνης
    • Ρούσσα θ. Κατσαντώνη
    • Ηλίας Εμ. Κουγιτάκης
    • Ιωάννης Εμ. Κουγιτάκης
    • Στυλιανός Εμ. Κουγιτάκης
    • Εμμανουήλ. Ι. Κουγιτάκης
    • Γιώργιος Α. Κυριακάκης
    • Ιωάννης Γ. Κυριακάκης
    • Γιώργιος Αλ Λεμονάκης
    • Ευαγγελία Γ  Λεμονάκη
    • Αντώνιος Μ. Λεμονάκης
    • Θεόδωρος Γ. Λινοξυλάκης
    • Εργινούσα Ε. Μαθιουδάκη
    • Εμμανουήλ Θ. Μαθιουδάκης
    • Λεωνίδας Γ. Μιχαλάκης
    • Γεώργιος Στ. Μπαγουράκης
    • Κωνσταντίνος Ν. Μπαγουράκης
    • Ιωάννης Ν. Μπαγουράκης
    • Εμμ. Ζ. Μπαγουράκης
    • Ιώαννης Ζ. Μπούτζουκας
    • Θεόδωρος Μ. Παναγιωτάκης
    • Αμαλία Χ. Παπουτσάκη
    • Αλέξανδρος Α. Παπουτσάκης
    • Απόστολος Π. Παττακός
    •  Ζαχαρίας Γ. Παττακός
    • Εμμανουήλ Α. Σοφιαδάκης
    • Διογένης Χ.  Σταυρουλάκης
    • Γεώργιος Ε Σταυρουλάκης
    • Εμμαν. Ι. Τριχάκης
    • Μιχαήλ Λ. Τριχάκης
    •  Ιωάννης Γ. Χατζηδάκης
    • Εμμ. Ζ. Φραγκουδάκης
    • Διονύσιος Εμ. Χανδράκης

Αφήστε μια απάντηση