ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ
Τον Ιούλιο του 1974 υπηρετούσα τη θητεία μου ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός στην Α΄ΜΟΙΡΑ ΚΑΤΑΔΡΟΜΩΝ με έδρα το ΜΑΛΕΜΕ ΧΑΧΝΙΩΝ. ΉμουναΔιμοιρίτης Εκπαιδευτής στον 43ο Λόχο Κρούσεως, με Λοχαγούς τον Πλάτωνα Κολοκοτρώνη σε κάποιο χρονικό διάστημα και Ιωάννη Κιουτσούκη σε κάποιο άλλο. Κατά διαστήματα ήμουνα εκπαιδευτής σε δύο Τ.Π.Ε.Ν. (Τμήματα Προκεχωρημένης Εκπαίδευσης Νεοσυλλέκτων) με τους Υπολοχαγούς Ντούβα Νικόλαο (μετέπειτα Αρχηγό Γ.Ε.Σ) και ΦθενόΒασίλιεο . Προς το τέλος της θητείας μου είχα παράλληλα και τα καθήκοντα του βοηθού του 3ου Γραφείου Εκπαιδεύσεως με Διευθυντή τον Ταγματάρχη Μανουρά Βασίλειο.
Στο προηγούμενο χρονικό διάστημα της Θητείας μου, από την κατάταξη μου στις 25 Ιουλίου 1972 μέχρι τον Μάιο του 1973 είχα εκπαιδευτεί α) Στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Πεζικού Ηρακλείου β) Κέντρο Εκπαιδεύσεως Ανορθόδοξου Πολέμου και στο Σχολείο Αιχμαλώτων στη Ρεντίνα Θεσσαλονίκης και γ) στη Σχολή Αλεξιπτωτιστών στον Ασπρόπυργο.
Η απόλυση μου θα γινόταν στις 25 Ιουλίου 1974, αφού τ ολοκλήρωνα τη διετή στρατιωτική μου θητεία. Όμως η αφροσύνη του δικτάτορα Ιωαννίδη με το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και η εισβολή των Τούρκων που ακολούθησε στη Κύπρο, παράτεινε τη θητεία όλων των κληρωτών της σειράς μου, αφού κηρύχθηκε γενική Επιστράτευση.
Τα οσα στη συνέχεια θα εξιστορήσω και αφορούν στα δραματικά για την Ελλάδα και την Κύπρο γεγονότα της περιόδου εκείνης, στηρίζονται με ιδιαίτερη ευθύνη απέναντι στην ιστορική αλήθεια και στο βαθύ σεβασμό στον αδελφό Κυπριακό Ελληνισμό για τα δεινά που υπέστη.
- ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΣΤΗΝ Α΄ ΜΟΙΡΑ ΚΑΤΑΔΡΟΜΩΝ Η ΓΕΝΙΚΟΤΕΡΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η Α Μοίρα Καταδρομών, υπο τη Διοίκηση του Ταγματάρχη Παπαμελετίου Γεωργίου, ήταν βαθιά προσηλωμένη και με απόλυτο σεβασμό πιστή στις Συνταγματικές επιταγές για την άμυνά της Πατρίδας μας και την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας και ουδεμία ανάμειξη είχε στα σχέδια των Πραξικοπημάτων για την ανατροπή του Μακαρίου. ΄Αλώστε είναι γνωστό ότι το Πραξικόπημα έγινε στις 15 Ιουλίου 1974, ακολούθησε η Τουρκική Εισβολή 5 ημέρες μετά, δηλαδή στις 20 Ιουλίου 1974 και η Α΄ Μοίρα καταδρομών ανέλαβε πολεμική αποστολή για να αναχαιτίσει την προέλαση των Τούρκων, φεύγοντας από το Μάλεμε το βράδυ της 21 Ιουλίου 1974 με αεροσκάφη ΝΟΡΑΤΛΑΣ της Πολεμικής Αεροπορίας.
Στη Μοίρα υπήρχε ένα πολύ καλό κλίμα συνεργασίας, ομοψυχίας, αλληλεγγύης και συνοχής, που ήταναπαραίτητεςπροϋποθέσεις για να υπάρξει ουσιαστική εκπαίδευση στα δύσκολα και σκληρά αντικείμενα των Καταδρομών.
Αυτό που κατά κύριο λόγο επιδιώκοντας από τον Διοικητή Ταγματάρχη Παπαμελετίου Γεώργιο, τον Υποδιοικητή (αείμνηστο) Ταγματάρχη Αβραμίδη Άγγελο και τον Δ/ντή του 3ου Γραφείο Εκπαιδεύσεως Ταγματάρχη Μανουρά Βασίλειο, ήταν υψηλής στάθμης εκπαίδευση των Καταδρομέων με παράλληλη προς αυτός πατρική και ηθική στήριξη ενδιαφερόμενοι πάντα για τα όποια προβλήματά τους .
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός οτι ουδέποτε στη Μοίρα, από αυτά που γνωρίζω, έγινε προπαγάνδα ούτε με μια λέξη υπέρ του δικτατορικού καθεστώτος.
Από τις πρώτες ημέρες της μετάθεσής μου στη Μοίρα, αντιλαμβανόμενος το παραπάνω κλίμα, είχα μια ιδιαίτερη ικανοποίηση γι’ αυτό. Αμέσως κατάλαβα ότι στις περιφερειακές μονάδες, όπως ήταν η Α’ Μοίρα Καταδρομών, το σύνολο σχεδόν των αξιωματικών της τελούσανυπο τη δυσμένεια του Καθεστώτος, γι’ αυτό ήταν τοποθετημένοι εκεί, ενώ οι απόλυτα πιστοί στο καθεστώς ήταν τοποθετημένοι στις μονάδες του Λεκανοπεδίου Αττικής, για να αισθάνεται αυτό ασφάλεια και στήριξη.
Ετσιεξηγείται και το γεγονός ότι, ενώ βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή του Λεκανοπεδίου όλα τα στρατιωτικά μέσα (αεροσκάφη, πλοία, πυροβόλα, πυρομαχικά) αρκετές στρατιωτικές μονάδες και μονάδες των ειδικών δυνάμεων, η Δικτατορία δεν αναθέτει πολεμική αποστολή σ’αυτές για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου. Οι δυνάμεις αυτές ενώ θα μπορούσαν να κινητοποιηθούν σε χρόνο μηδέν, γιατί ήταν δίπλα στα κέντρα αποφάσεων, έχοντας μεγαλύτερο στρατηγικό και τακτικό πλεονέκτημα, δεν δόθηκε ποτέ διότι σ’αυτές για κινητοποίησηγιατι προφανώς εμπεριείχαν επιτελικά μια ολόκληρη δομή οργάνωσης και στήριξης του Καθεστώτος. Άλλωστεόπως τα τραγικά αποτελέσματα του Πραξικοπήματος και της εισβολής των Τούρκων στη Κύπρο απέδειξαν, το δικτατορικό καθεστώς δεν είχε κανένα στρατηγικό σχεδιασμό για την άμυνα της Κύπρου. Αντίθετα η απόφαση απόσυρσης της Ελληνικής Μεραρχίας σε πρώτη φάση αποδυνάμωσε την άμυνα της Κύπρου και ακολούθησε η χαριστική βολή με το πραξικόπημα που διέλυσε το εσωτερικό μέτωπο ώστε να εξυπηρετηθούν τα διχοτομικά σχέδια που είχαν εκπονηθεί.
Μέσα λοιπόν σ’αυτό το πολιτικοστρατιωτικό πλαίσιο η αποστολή των 319 καταδρομέων της Α΄ Μοίρας Καταδρομών στην Κύπρο, που αναδείχτηκε αποστολή αυτοκτονίας, ήταν για «την τιμή των όπλων».
- ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑ – ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΕΚΕΙΝΗΣ
Όπως είναι γνωστό, κάθε στρατιωτική Μονάδα είναι ενταγμένη σε ένα στρατηγικό σχεδιασμό, με εξειδικευμένους στόχους, αποστολές και τακτικές, ώστε σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και χωρίς αιφνιδιασμό την υπάρχουσα κρίση.
Την εποχή εκείνη, ο στρατηγικός επιχειρησιακός σχεδιασμός για την Α’ Μοίρα Καταδρομών ήταν η ανάληψη αποστολών σε κάποια νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στις εγγύς ακτές της Τουρκίας σε περίπτωση κρίσης με την Τουρκία. Οι διεκδικήσεις και οι απειλές της Τουρκίας στο Αιγαίο άρχισαν να γίνονται από το 1974 συστηματικές οργανωμένες και με συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό. Μέσα σ’αυτές τις συνθήκες και γνωρίζοντας η Διοίκηση της Μοίρας τις πολεμικές αποστολές που θα αναλάμβανε σε περίοδο κρίσεων με την Τουρκία, όφειλε να έχει μια απαρέγκλιτη και πιστή στάση στο κύριο θέμα της αποστολής της με τη σωστή εκπαίδευση και τη κατάλληλη ψυχολογική προετοιμασία των Καταδρομέων.
Κάτω λοιπόν από αυτό το μεγάλο βάρος της αποστολής της για την άμυνα της Πατρίδος μας, ήτα πιστή στη Συνταγματική Επιταγή, χωρίς να κάνει το λάθος να αδυνατίσει τη συνοχής της, την αμυντική ή επιθετικής ικανότητα με προπαγάνδες υπέρ μιας χούφτας επίορκων και να δημιουργήσει επικίνδυνες εσωτερικές και φυγόκεντρες τάσεις με οδυνηρές συνέπειες στην ομοψυχία και ενότητα του προσωπικού της. Σήμερα ο γράφων μπορεί να υπερηφανευτεί για τη συμβολή του και σε αυτό το κλίμα πέρα από την προσήλωσή του στα καθαρά στρατιωτικά και εκπαιδευτικά του καθήκοντα ως κληρωτός Έφεδρος.
Είναι γνωστό άλλωστε το μεγάλο φιάσκο της γενικής επιστράτευσης και τα φαινόμενα διάλυσης και γελοιοποίησης, που επικράτησαν την εποχή εκείνη σε πολλές μονάδες εξαιτίας ακριβώς της ανάγκης που είχε το καθεστώς να έχει ανθρώπους στηρίγματα για τη δική του ασφάλεια, αδιαφορώντας για τη συνοχή του στρατεύματος και για την αποτελεσματική προετοιμασία του να υπερασπιστεί την άμυνα της χώρας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες είχε ακυρωθεί και εξουδετερωθεί ο επιχειρησιακός σχεδιασμός των περισσοτέρων μονάδων και ήταν εμφανής η αδυναμία τους να αναλάβουν πολεμικές αποστολές όπως έδειξαν τα ίδια τα πράγματα.
Η σοβαρή εξασθένιση της αμυντικής ικανότητας των Ενόπλων Δυνάμεων την εποχή εκείνη, η αδυναμία τους να υπερασπιστούν τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας εάν αυτό χρειαζόταν και η Τραγωδία της Κύπρου, απέδειξαν με το πιο κατηγορηματικό τρόπο την άφρον άφρονα κα επιζήμια για τον τόπο παρένθεση του δικτατορικού καθεστώτος, που είχε ως αποτέλεσμα να εγγράψει η Τουρκία στη εξωτερική της πολιτική πλεονεκτικές κινήσεις σε βάρος των Εθνικών και Κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Είναι επίσης γνωστό ότι η ραχοκοκαλιά του στρατεύματος σε κάθε εποχή τη στελεχώνουν οι έφεδροι αξιωματικοί της χώρας, οι οποίοι όντας πτυχιούχοι ανωτάτων Σχολών στη συντριπτική τους πλειοψηφία, δίνουν τον αποφασιστικότερο τόνο και διαμορφώνουν με βάση τη μόρφωση και την κουλτούρα τους το δημοκρατικό περιεχόμενο των Ενόπλων Δυνάμεων μαζί φυσικά με τους δημοκρατικούς αξιωματικούς κα κληρωτούς οπλίτες.
Ενώ έχουμε λοιπόν αξιόμαχο δυναμικό στις Ένοπλες Δυνάμεις, το μεγάλο έλλειμμα τους είναι η παραπαίουσα, ανίκανη και χωρίς στρατιωτική πολιτική οξυδέρκεια στρατιωτική ηγεσία που στήριξε την αλαζονεία του δικτάτορα Ιωαννίδη που δημιούργησε την Κυπριακή Τραγωδία και παρ’ ολίγο να οδηγήσει ολόκληρη τη χώρα σε ανεπανόρθωτες περιπέτειες.
- ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ Α’ ΜΟΙΡΑ ΚΑΤΑΔΡΟΜΩΝ
Το περιεχόμενο της εκπαίδευσης των ανδρών της Μοίρας βρισκόταν σε πολύ υψηλά επίπεδα κα ανταποκρίνονταν πλήρως στο επιχειρησιακό σχεδιασμό και στις πολεμικές αποστολές ου της είχαν ανατεθεί, όπως προέβλεπαν τα σχέδια σε περίπτωση κρίσης με την Τουρκία.
Τα αντικείμενα της εκπαίδευσης είχαν σχέση με τα εξής:
Α) Με τη δυνατότητα των Καταδρομέων να αγωνιστούν σε δύσβατες ορεινές συνθήκες εδάφους. Αυτήν την ικανότητα την αποκτούσαν με εκπαίδευση στις αναρριχήσεις και στις γρήγορες καταριχήσεις με κατακόρυφα σκοινιά και κεκλιμένες αερογέφυρες (ορεινός αγώνας).
Β) Με τη διαβίωση στα χιόνια πάνω σε ορεινούς και με αντίστοιχα εκπαιδευτικά προγράμματα που εφαρμόζονταν σ’ αυτές τις συνθήκες (πορείες, σκοποβολή, επιβίωση κλπ)
Γ) Με τις μεγάλες πορείες με πλήρη φόρτο, νύκτα και μέρα, σε δύσβατες εδαφικές συνθήκες
Δ) Με την άριστη εκπαίδευση στα όπλα.
Εδώ θα μπορούσε να επισημανθεί ως πολύ σημαντική αδυναμία ο παλαιός οπλισμός και η ολιγωρία του καθεστώτος να εφοδιάσει την Α΄Μοίρα με σύγχρονα αυτόματα όπλα. Να σημειώσουμε ότι ανέλαβε την επικίνδυνη αποστολή στη Κύπρο έχοντας αυτόν τον παλαιό οπλισμό, ενώ οι Τούρκοι είχαν πιο σύγχρονο, αμερικάνικο οπλισμό.
Ε) Με τις πολυήμερες αναγνωρίσεις εδαφών σε μεγάλες αποστάσεις
Στ) Με την εκπαίδευση στην κατασκευή ενεδρών με αυτοσχέδιες βόμβες μεγάλης ισχύος, τις γνωστές καταστροφές.
Ζ) Με την εκπαίδευση σε παράκτιες συνθήκες με λέμβου (θαλάσσια εκπαίδευση)
Η) Με νυκτερινές καταδρομικές επιχειρήσεις και καταστροφή στόχων που βρίσκονται σε μεγάλες αποστάσεις από τη βάση των καταδρομέων
Θ) Με την τακτική εκπαίδευση των στελεχών της Μοίρας (αξιωματικών και υπαξιωματικών) σε ρίψεις με αλεξίπτωτα. Όλα τα στελέχη της Μοίρας ήταν εκπαιδευμένοι αλεξιπτωτιστές.
- Η 15 ΙΟΥΛΙΟΥ 1974 – ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΗΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ
Η αρχική Ενωτική Στρατηγική που είχαν χαράξει τα πρώτα χρόνια οι στενοί συνεργάτες της μεγάλης ιδέας για την ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την Ελλάδα, Εθνάρχης Μακάριος, ο αρχηγός της ΕΟΚΑ Β. Γρίβας Διγενής και αρκετοί πολιτικοί ηγέτες της Ελλάδος με προεξάρχοντας τον Πρωθυπουργό της Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος έστειλε και την Ελληνική Μεραρχία στη Κύπρο στα πλαίσια αυτού του σχεδίου, γρήγορα υπονομεύθηκε και διαβρώθηκε με τις συνεχείς και ανεπιτυχείς απόπειρες να δολοφονηθεί ο Μακάριος από το μακρύ χέρι της Δικτατορίας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στη σύσκεψη που έγινε στην Κύπρο στις 9 Ιουλίου ανάμεσα σε επιτελείς του Γ.Ε.Ε.Φ και διάφορους Διοικητές των Μονάδων για το πραξικόπημα και τηνανατροπή του Μακαρίου πολλοί διαφώνησαν για να παρθεί αυτή η απόφαση . αυτή τη διαφωνία αγνόησε προκλητικά ο Ιωαννίδης και τελικά επέβαλε τη θέλησή του, η οποία προφανώς εντασσόταν σ’ένα ολοκληρωμένο σχέδιο. Στην Κύπρο το αρχικό όραμα της ΕΝΩΣΗΣ κατακερματίστηκε και αποδυναμώθηκε και σύντομα επήλθε αδελφοσπαραγμός ανάμεσα σε Μακάριους του Εφεδρικού Σώματος και στους Γριβικούς της ΕΟΚΑ Β’ .
Μετά τον θάνατο του Γρίβα Διγενή τον Ιανουάριο του 1974, υπήρξαν ραγδαίες εξελίξεις στις δύο αντιμαχόμενες παρατάξεις και ο σχεδιασμός της ανατροπής του Μακαρίου από τον δικτάτορα Ιωαννίδη ήταν πλέον βέβαιος, αφού ο Μακάριος υποστηρίζεται από την Σοβιετική Ένωση, απομακρυνόμενος από το όραμα της Ένωσης. Ετσι στις 15 Ιουλίου 1974 ο Ιωαννίδης προβαίνει στην άφρονα πράξη να ανατρέψει τον Μακάριο, κάτι που γνώριζαν αρκετό καιρό πριν οι Άγγλοι και οι Αμερικάνοι και φυσικά μαζί τους οι Τούρκοι. Με την πράξη του λοιπόν αυτή ο Ιωαννίδης κονιορτοποιεί την απόφαση των τριών εγγυητριών δυνάμεων, της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Αγγλίας, που αφορά στην αυτονομία της Κύπρου και έτσι ουσιαστικά ανοίγει την Κερκόπορτα της επέμβασης της Τουρκίας. Τις πολεμικές προετοιμασίες της Τουρκίας για την εισβολή γνωρίζουν πολύ καλά Άγγλοι και Αμερικάνοι, αλλά δεν κάνουν τίποτα για να την αποσοβήσουν. Απεναντίας φαίνεται από τα ιστορικά στοιχεία ότι έχει γίνει αντικείμενο λεπτομερούς επεξεργασίας το διχοτομικό σχέδιο της Κύπρου από αυτές τις δυνάμεις αφήνοντας τον μη διορατικό και χωρίς πολιτική και στρατιωτική οξυδέρκεια Ιωαννίδη εκτός παιχνιδιού. Αν κάποιοι, λίγοι, ήταν μυημένοι στο κόπο θα το βρούν σίγουρα κάποτε οι ιστορικοί.
Ένα σχεδόν μήνα από την ανατροπή του Μακαρίου το Ερευνητικό Τουρκικό πλοίο «Τσανταρλί» βγαίνει για έρευνες στο Αιγαίο, κοντά στην Τουρκική αιγιαλίτιδα ζώνη, αλλά σε θέσεις υπερκείμενες της υφαλοκρηπίδας Ελληνικών νησιών του ανατολικού Αιγαίου συνοδευόμενο από μονάδες του Τουρκικού στόλου.
Κάτω από αυτό το πλαίσιο της ανατροπής του Μακαρίου αφ’ ενός και των κινήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο αφ’ εταίρου η Α΄ Μοίρα Καταδρομών τίθεται σε επιφυλακή υψίστης ετοιμότητας προκειμένου να αναλάβει πολεμική δράση.
Στρατιωτικοί κύκλοι αναμένουν πιθανή σύγκρουση με την Τουρκία στο Αιγαίο. Ακολουθεί μετά η γνωστή γενική Επιστράτευση με τα χαοτικά και ιλαροτραγικά αποτελέσματά της. Η ηγεσία του δικτατορικού καθεστώτος φαίνεται να χάνει τον έλεγχο της κατάστασης και προβαίνει σε εντελώς λανθασμένες αποφάσεις.
Η Α’ Μοίρα Καταδρομών παίρνει διαταγή από το Γ.Ε.Ε.Θ.Α να θέσει άμεσα σε εφαρμογή τα σχέδια αποστολής της στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου . αμέσως έγινε ενημέρωση από το Διοικητή της Μοίρα Παπαμελετίου Γεώργιο προς τους αξιωματικούς, οι οποίοι κλήθηκαν να κινητοποιήσουν σε όλα τα επίπεδα τους καταδρομείς και να τους προετοιμάσουν για την ανάληψη της αποστολής. Με άψογο συντονισμό και με υψηλό το φρόνημα των καταδρομέων, ο κάθε Λόχος ετοιμάζεται πολεμικά με βάση την αποστολή τους.
Πάνω σε στρατιωτικά φορτηγά φορτώθηκε ο βαρύς οπλισμός της Μοίρας και οι όλμοι, τα αντιαρματικά όπλα, τα βλήματα, τα πολυβόλα, εκρηκτικά, ικανή ποσότητα σφαιρών και χειροβομβίδων. Οι Λόχοι Κρούσεως έκαναν ελέγχους στον ατομικό τους οπλισμό και συντήρηση και από τις δύο πρώτες ημέρες ήταν πανέτοιμοι για τις αποστολές τους.
Η Μοίρα είναι έτοιμη από τις 18 Ιουλίου 1974 και αναμένει διαταγή να επιβιβαστεί μαζί με τα φορτηγά σε αρματαγωγά πλοία για να κινηθεί στο Ανατολικό Αιγαίο.
- η 20 ιουλιου 1974 – πρωτη ημερα της εισβοληΣ
Η Μοίρα βρίσκεται ακόμη στην έδρα της στο Μάλεμε Χανίων, όταν από τις πρώτες πρωινές ώρες της 20ης Ιουλίου 1974 πληροφορείται ότι η Τουρκία έχει εισβάλει στην Κύπρο. Την ίδια αν θυμούμαι καλά ημέρα παίρνει διαταγή από το Γ.Ε.Ε.Θ.Α να επιβιβασθεί στο οχηματαγωγό «ΜΑΡΘΑ», το οποίο είχε ήδη καταπλεύσει στις ακτές του Μάλεμε και να κινηθεί τάχιστα προς τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Την ίδια μέρα, χωρίς εμείς να το γνωρίζουμε, έχειπάρει διαταγή η Β΄ Μοίρα Καταδρομών με έδρα τη Θεσσαλονίκη να επιβιβαστεί σε επιταγμένα αεροσκάφη BOEINGτης Ολυμπιακής Αεροπορίας και να αναλάβει πολεμική αποστολή στην Κύπρο. Δυο σχεδιασμοί που έγιναν για την αποστολή αυτή ακυρώθηκαν. Η πρώτη ακύρωση της αποστολής έγινε στο αεροδρόμιο της Σούδαςεπειδή ένα αεροσκάφος είχε υποστεί βλάβη στους τροχούς από κακό χειρισμό. Στη Σούδα είχαν κατευθυνθεί τα αεροσκάφη από το αεροδρόμιο της Μίκρας για ανεφοδιασμό ώστε να μπορούνε να επιστρέψουν από την Κύπρο. Όταν το βράδυ της ίδιας ημέρας η Β΄ Μοίρα επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη ξαναπήρε διαταγή να απογειωθεί στις 21 Ιουλίου 1974 ξανά από το αεροδρόμιο της Μικράς Θεσσαλονίκης, αλλά και παλι ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή η αποστολής της στην Κύπρο. Γιατί έγιναν αυτές οι δυο ακυρώσεις της αποστολής της Β΄Μοίρας Καταδρομών έχουν ευθύνη να μιλήσουν οι πρωταγωνιστές τους σχεδιασμού της. Πάντως τα αίτια αυτής της αποτυχίας των BOEING 707 με τη Β Μοίρα Καταδρομών περιγράφει στο βιβλίο του «Ελληνικά Φτερά στην Κύπρο» ο Υποπτέραρχος Γεώργιος Μήτσαινας στις σελίδες 252 και 274, ο οποίος ήταν χειριστής σε ΝΟΡΑΤΛΑΣ με την αποστολή ΝΙΚΗ στην Κύπρο της Α΄ Μοίρας Καταδρομών.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία να τονιστεί σ’αυτό το σημείο είναι το γεγονός ότι, όπως προαναφέρθηκε δεν δίνεται καμία διαταγή από το καθεστώς να κινητοποιηθούν μονάδες των Ειδικών Δυνάμεων του Λεκανοπεδίου Αττικής, που βρίσκονται δίπλα στα αεροδρόμια, με τα αεροσκάφη και τους χειριστές δίπλα τους αλλά και με τους επιτελείς του Γ.Ε.Ε.Θ.Α σε άμεση επαφή. Γιατί άραγε;
Σήμερα μπορεί να υποστηριχθεί και από τον πλέον άσχετο στα στρατιωτικά θέματα ότι αν κινητοποιούνταν άμεσα την 20η Ιουλίου 1974, τις πρώτες ώρες της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, 2 μονάδες των Ειδικών Δυνάμεων θα ήταν εύκολη η καταστροφή του αρχικού σταθμού μικρού προγεφυρώματος των Τούρκων μεταξύ Κιόνελι και Αγύρτας. Ενώ λοιπόν η μια απόφαση ανατρέπεται από τη δεύτερη η αρχηγοί των όπλων μαζί με τους επιτελείς τους φαίνονται να σαστίζουν και να κάνουν πολλά και σοβαρά λάθη στις αποφάσεις των ή να εξυπηρετούν και σκοπιμότητες ενταγμένες σε κρυφό σχέδιο (έχουν γραφτεί για αυτά τα θέματα αρκετές και σοβαρές κριτικές), έρχεται νεότερη απόφαση με την οποία ακυρώνεται η αποστολή της Α΄Μοίρας Καταδρομών στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, ενώ θα είναι έτοιμη για επιβίβαση στο οχηματαγωγό «ΜΑΡΘΑ».
Στις 16.30 περίπου το απόγευμα της 21ης Ιουλίου 1974 ο Διοικητής της Διεύθυνσης Ειδικών Δυνάμεων Σ/ρχηςΓιαννακας τηλεφωνεί στον Διοικητή της Α΄Μ.Κ Τ/ρχηΠαπαμελετίου Γεώργιο και του μεταφέρει τη Διαταγή να κινηθεί τάχιστα η Μοίρα προς τη Σούδα, προς την οποία ήδη πετούσαν αεροσκάφη ΝΟΡΑΤΛΑΣ της Π.Α προκειμένου να επιβιβαστούν σ’αυτά καταδρομείς, όχι τα νησιά του Αιγαίου, αλλά για την Κύπρο.
Αμέσως μετα τη λήψη της διαταγής, ο Διοικητής κάλεσε τους Αξιωματικούς της Μοίρας στους οποίους έγινε σχετική ενημέρωση. Ζήτησε να εμψυχώσουμε τους καταδρομείς, να αλλάξουν τις φαιοπράσινες φόρμες που φορούσαν και να φορέσουν φόρμες παραλλαγής, να πάρουμε τον ελαφρύ οπλισμό της Μοίρας, χειροβομβίδες και ένα ορισμένο αριθμό αντιαρματικών όπλων και βλημάτων . Μας είπε επίσης, να μην ανακοινωθεί σ’ αυτούς ότι θα μεταβούμε στην Κύπρο.
Μετα την σύσκεψη των αξιωματικών κλήθηκα από τον Ταγματάρχη Μανουρά Βασίλειο Δ/ντή του 3ου Γραφείου (Γραφείου Εκπαιδεύσεως και Επιχειρήσεων )και με διέταξε να αναλάβω εξ’ολοκλήρου καθήκοντα ως βοηθός μαζί του, αφήνοντας τα καθήκοντα του Διμοιρίτη στον 43 Λόχο. Σε ελάχιστο χρόνο από εκείνη τη στιγμή καιμε τη στενή συνεργασία ολων των αξιωματικών, η διαταγή του Διοικητή είχε υλοποιηθεί. Οι Καταδρομείς με υψηλό το ηθικό ήταν πολεμικά πανέτοιμοι , όπως φάνηκε στη σύντομη αναφορά Μοίρας. Στις 20.30 περίπου άρχισε η επιβίβαση σε επιταγμένα λεωφορεία που είχαν φθάσει λίγο νωρίτερα στη Μοίρα. Κατά τη διάρκεια της κίνησης προς το αεροδρόμιο της Σούδας οι καταδρομείς τραγουδούσαν διάφορα τραγούδια μεταξύ των οποίων ήταν και το «πότε θα κάνει Ξαστεριά». Αυτό το τραγούδι θυμάμαι ότι τραγουδούσαμε πολλές φορές όταν κάναμε τις πολυήμερεςαναγνωρίσεις πάνω στα βουνά της Κρήτης. Όταν φθάσαμε στο αεροδρόμιο της Σούδας, άρχισε πλέον να βραδιάζει. Η ώρα πρέπει να ήταν περίπου 21.30. στους διαδρόμους αντικρίσαμε παρατεταμένα τα αεροσκάφη ΝΟΡΑΤΛΑΣ της Π.Α, γνώριμα από τις ρίψεις που κάναμε από αυτά. Στα πιλοτήρια βρίσκονταν, αν θυμάμαικαλά από ένα μέλος του πληρώματος, ίσως ο μηχανικός του αεροσκάφους.
Οι χειριστές του αεροσκάφους είχαν ήδη συγκεντρωθεί στη αίθουσα επιχειρήσεων του αεροδρομίου προκειμένου να ενημερωθούν για τις συνθήκες της αποστολής. Στην ίδια σύσκεψη πρέπει να κλήθηκαν ο Διοικητής με τον Υποδιοικητή της Μοίρας. Όπως έχει γραφεί και στο βιβλίο του Υποπτεράρχου Γεωργίου Μήτσαινα «Ελληνικά Φτερά στην Κύπρο», κατά την ενημέρωση των χειριστών των ΝΟΡΑΤΛΑΣ από τον Ταξίαρχο Σταφαδούρο, ειπώθηκε ότι πολεμικά αεροσκάφη και ναυαγοσωστικά πλοία θα βρίσκονταν κατά μήκος του δρομολογίου της επιχείρησης, προκειμένου τα πρώτα να αναχαιτίσουν επιτιθέμενα αεροσκάφητης Τουρκίας και τα δεύτερα να σπεύσουν σε πιθανή διάσωση.
Καθώς συγκεντρώνοντας οι καταδρομείς κοντά στα αεροσκάφη , πήρα εντολή από τον Ταγματάρχη Μανουρά Βασίλειο να επιβλέψω και να συντονίσω μαζί με τους Διοικητές των Λόχων την επιβίβασή τους.
Πάνω σε κάθε αεροσκάφος ανέβαινε μια διμοιρία με τον οπλισμό της και τον επικεφαλής διμοιρίτη. Μάλισταθυμάμαι ότι έγραφα ονομαστικές καταστάσεις των καταδρομέων , για κάθε αεροσκάφος, μέχρι και το 7ο στη σειρά, οι οποίες πρέπει να βρίσκονται στο αρχείο της Μοίρας. Κάποια στιγμή έφθασαν 2 στρατιωτικά ΡΕΟ από το Ρέθυμνο, με ένα ανθυπολοχαγό γεμάτα με οπλισμό, για να πάρουμε μαζί μας.
Όταν είχαμε συμπληρώσει και το 7ος στη σειρά αεροσκάφος βλέπομε να πλησιάζουν οι χειριστές τους και να ανεβαίνουν στα πιλοτήρια και χωρίς να τους ρωτήσουμε μας λένε κάποιοι «σε λίγα λεπτά απογειωνόμαστε για την Κύπρο». «την πτήση μας θα παρακολουθούν αεροσκάφη αναχαίτισης της Π.Α, γιαυτό θα είμαστε ασφαλείς».
Περί την 22.30 απογειώθηκε «αγκομαχώντας», προφανώς λόγω του μεγάλου φορτίου, το πρώτο αεροσκάφος, το οποίο βλέπομε να ακολουθεί την πορεία Ν.Α αριστερά των Λευκών Ορέων. Ακολουθεί η απογείωση του δευτέρου αεροσκάφους μετά από 5 λεπτά με την ίδια πορεία. Πριν απογειωθεί το 3ο αεροσκάφος βλέπω να πλησιάζει προς το μέρος μου ο Διοικητής της Μοίρας και συζητώντας με τον Ταγματάρχη Μανουρά Βασίλειο είπαν να ανέβουν στο αεροσκάφος, στον οποίο εκείνη τη στιγμή επιβιβαζόταν μια Διμοιρία Καταδρομέων. Αυτό ήταν το 8ο στη σειρά. Αμέσως διέταξε ο ΤαγματάρχηςΜανουράς να επιβιβαστώ κι εγώ μαζί τους σ’αυτό το αεροσκάφος και ανέθεσε σε άλλον Αξιωματικό να επιβλέψει την επιβίβαση των υπολοίπων καταδρομέων στα επόμενααεροσκάφη, που ήταν άλλα επτά. Σ’αυτά επιβιβάστηκαν και 40 καταδρομείς της Γ’ Μοίρας Αμφίβιων Καταδρομών, που προσκολλήθηκαν στη δύναμη της Μοίρα μας προκειμένου να μας ενισχύσουν με αντιαρματικά κυρίως όπλα. Όμως δύο από αυτά τα αεροσκάφη ένα με καταδρομείς της Α΄ Μοίρας και ένα της Γ΄Μοίρας δεν έφθασαν ποτέ στην Κύπρο διότι οι χειριστές τους «έχασαν» το δρόμο και το αεροσκάφος προσγειώθηκε στη Ρόδο, το δε άλλο επέστρεψε στην Κρήτη.
Η δική μας απογείωση πρέπει να έγινεπερι την 23.00 με κατεύθυνση Ν.Α προς τον κόλπο της Σούδας και τα Λευκά Όρη , τα οποία αφού περάσαμε, κατευθυνθήκαμε ανατολικά πετώντας χαμηλάπάνω στη θαλασσιά, προφανώς γιατιέτσιείχε σχεδιαστεί η αποστολή ώστε να αποφύγουμε τον εντοπισμό από τα ραντάρ της Τουρκίας και την πιθανότητα να μας αναχαιτίσουνεχθρικά αεροσκάφη. Στη διαδρομή σκέφτηκα να πάρω λίγο ένα ελαφρύ ύπνο, να «λαγοκοιμηθώ» κάτι που πιστεύω ότι έκαμαν ολοι, γιατί το είχαμε ανάγκη ύστερα από την ένταση της προετοιμασίας μας, αλλα και γιατί πιστεύαμε ότι με την άφιξη μας στην Κύπρο θα είχαμε να κάνουμε πολύ δουλειά. Αλώστετο απόλυτο σκοτάδι που επικρατούσε μέσα στο αεροσκάφος ώστε να είναι αόρατο και ο δυνατός βόμβος των μηχανών του δεν επέτρεπαν την επικοινωνία μεταξύ μας.
Από τις πληροφορίες που είχαμε πριν την απογείωση από τη Σούδα, γνωρίζαμε ότι η περιοχή του αεροδρομίου της Λευκωσίας βρισκόταν υπο τον έλεγχο των Ελληνοκυπριακών δυνάμεων.
Ο ύπνος του λόχου κράτησε 1,5-2 ώρες και ήταν φυσικά διακοπτόμενος. Από τη θέση που καθόμουνα που ήταν στο τελευταίο φινιστρίνι πριν από την πόρτα εξόδου μπορούσα να σηκώνομαι, αφού ξύπνησα και να βλέπω κοιτώ αν υπήρχαν φώτα.
Πρώρα αντιλήφθηκα 2 ή 3 πολεμικά πλοία, φαίνονταν καθαρά τα φώτα τους και το σχήμα τους γιατι πετούσαμε 40 μέτρα πάνω από τη θάλασσα και αναμεσά τους όπως γράφτηκε αργότερα ήταν το Αγγλικό αεροπλανοφόρο «ΕΡΜΗΣ». Γιατί βρισκόταν άραγε κατά την εισβολή των Τούρκων αυτά τα πλοία και τα αεροπλανοφόρα έξω από τις ακτές της Κύπρου;
Γύρω στις 2.30 διέκρινα τα πρώτα φώτα σε ξηρά που φαίνονταν ότι ήταν φώτα εγκαταστάσεων. Πάνω από αυτά το αεροσκάφος μπαίνει στη διαδικασία προσέγγισης. Όμως ξαφνικά κάνει στροφή και επανακτά ύψος. Ίσως οι χειριστές ήθελαν να κάνουν αναγνώριση της περιοχής για να καταλάβουν πού βρίσκονται. Το αεροσκάφος αλλάζει πορεία και κατευθύνεται σε άλλη περιοχή. Δεν πέρασε πολύς χρόνος, ίσως λίγα λεπτά και η πρώτη εικόνα που αντικρίσαμε στο έδαφος ήταν σκόρπιες φωτιές προς διάφορες κατευθύνσεις.
Όμως ξαφνικά καταλάβαμε ότι βαλλόμαστε με αντιαεροπορικά πυρά. Οι διευθύνσεις και οι τροχιές των τροχιοδεικτικών βλημάτων φαίνονται καθαρά. Κάτι σαν θέαμα από ανάσταση στο Βροντάδο της Χίου. Τα πυρά ήταν διασταυρωμένα προφανώς οι Τούρκοι κατέλαβαν, στο χρόνο της πτήσης μας, το αεροδρόμιο της Λευκωσίας, αφού ο θύλακας που είχαν δημιουργήσει με τους αλεξιπτωτιστές στις 20 και 21 Ιουλίου ήταν πολύ κοντά στο αεροδρόμιο. Για πρώτη φορά το 2006 στο βιβλίο του Υποπτέραρχου Γεωργίου Μήτσιανα «Ελληνικά Φτερά στην Κύπρο», στη δημοσίευση σ’αυτό αναφορά του αειμνήστου Κυβερνήτη του ΝΙΚΗ 8 Τζανάκου Νικολάου, στο οποίο επιβαίναμε με το Διοικητή και τον Δ/ντή του 3ου Γραφείου, διαβάζω ότι «στο αεροσκάφος προκλήθηκαν, κατά τις βολές των αντιαεροπορικών όπλων, οπές στη δεξιά πτέρυγα, στη πίσω πόρτα του αεροσκάφους και υπήρξε διάτρηση της δεξαμενής καυσίμου της ομάδας «Α».
Βέβαια πολύ σύντομα μετά την αποστολή μάθαμε ότι όλα τα αεροσκάφη είχαν υποστεί καταστροφές από τα αντιαεροπορικά πυρά. Είναι γνωστό επίσης ότι εκτός από το αεροσκάφος που συνετρίβη, που ήταν το 4ο στη σειρά με αποτέλεσμα να σκοτωθούν ολοι, πλήρωμα και καταδρομείς, εκτός από έναν, τον Θανάση Ζαφειρίου, αλλα δυο αεροσκάφη, είχαν υποστεί ολοσχερείς καταστροφές, το ένα με δύο νεκρούςκαι 9 τραυματίες και δόθηκε η διαταγή να καούν στην Κύπρο.
Το αεροσκάφος μας λοιπόν με κυβερνήτη τον Επισμηναγό Νικόλαο Τζανάκο, βάλλεται με πυρά, αλλα επιχειρεί προσγείωση και τα καταφέρνει. Ενώ τροχοδρομεί και μειώνει ταχύτητα, με αναμμένες τις μηχανές του, πηδάμε γρήγορα στο έδαφος και ακροβολιζόμαστε στις άκρες τους διαδρόμου, παίρνοντας θέσεις μάχης. Μόλις κατέβηκαν οι καταδρομείς γρήγορα το αεροσκάφος μπήκε στη διαδικασία απογείωσης, γιατί πίσω έρχονταν και τα υπόλοιπα αεροσκάφη.
Ακολούθησε αστραπιαία μια δεύτερη σκέψη ότι η εμπλοκή μας με τους Τούρκους θα ήταν άμεση και από πολύ μικρές αποστάσεις, καθώς φαίνονταν να συνεχίζονται τα αντιαεροπορικά πυρά στα αεροσκάφη που ακολουθούσαν προσεγγίσεις στο αεροδρόμιο. Αλλα πώς θα τους αναγνωρίζαμε; Σύντομα αποδείχθηκε ότι τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Το αεροδρόμιο δεν είχε καταληφθεί από τους Τούρκους. Σ’αυτό βρισκόταν μικρή δύναμη της Εθνικής Φρουράς, η οποία γνώριζε από σήμα που είχε πάρει από το Γ.Ε.Ε.Φ, την άφιξη μας και είχε δεσμεύσει όλα τα όπλα της. Έτσι διαπιστώσαμε ότι τα πυρά γίνονταν από διάφορες κοντινές και μακρινές θέσεις του αεροδρομίου χωρίς να γνωρίζουμε αν είναι από τα διάσπαρτα ελληνικά τμήματα που δεν γνώριζαν για την αποστολή μας ή από Τούρκους που βρίσκονταν κοντά στην περιοχή του αεροδρομίου και γνώριζαν ότι τα αεροσκάφη είναι Ελληνικά. Κάποιοι από τους συναδέλφους μας καταδρομείς που προσγειώθηκαν νωρίτερα είχαν ήδη έρθει σε επαφή με τον Επικεφαλής της Φρουράς του αεροδρομίου που ήταν ο Ταγ/ρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος και με τον Επικεφαλής μικρού τμήματος Κυπρίων Καταδρομέων που ήταν ο ΈλληναςΑνθ/γος Χρήστος Κότσαλης.
Κάποια στιγμή από τη θέση που βρισκόμασταν ακούσαμε σε απόσταση 100 περίπου μέτρων μια Ελληνική φωνή. Πλησιάσαμε και ήταν αν θυμάμαι καλάεναςΈλληνας Υπολοχαγός επικεφαλής του τμήματος 2έως 3 αρμάτων μάχης. Ήταν ιδιαίτερα αναστατωμένος μας είπε ότι δεν γνώριζε για την αποστολή των Ελλήνων καταδρομέων, ότι πλησίασε από κοντά με τη δύναμη των ανδρών του για να δει τι γίνεται και ήταν έτοιμος αν εκτοξεύσει πάνω μας θεριστικά πυρά πιστεύοντας ότι ήμασταν Τούρκοι. Ευτυχώς μας έσωσε η μεγάλη ψυχραιμία του να κάνει κοντινή αναγνώριση έχοντας το ένστικτο ότι πιθανόν τα αεροσκάφη να ήταν ελληνικά.
Μετά από αυτό το περιστατικό ήρθαμε σε επαφή με τον επικεφαλής της δύναμης του αεροδρομίου Ταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο ο οποίος ήταν σε έξαλλη κατάσταση βλέποντας από κοντά αυτάπου συνέβαιναν με τα αντιαεροπορικά πυρά και με τα αυτόματα όπλα των διάσπαρτων τμημάτων και με έκδηλη την ανησυχία για τις απώλειες που έβλεπε ότι είχαμε υποστεί. Μας είπε να κινηθούμε γρήγορα σε ένα σημείο στη άκρη του αεροδρομίου, που μας περίμεναν στρατιωτικά αυτοκίνητα για να μας μεταφέρουν σ’ένα χώρο διασποράς και απόκρυψης. Μάλιστα μας είπε ότι σε λίγο, η ώρα πλησίαζε 5.30 ήταν η ώρα που η Τουρκική αεροπορία άρχιζε τους βομβαρδισμούς και δεν θα έπρεπε να μας εντοπίσουντα αεροπλάνα τους μέσα στο αεροδρόμιο. Κατά την κίνησή μας στο σημείο που μας υπέδειξε, ένα ημιφορτηγό στρατιωτικό αυτοκίνητο που διέσχιζε το διάδρομο με μεγάλη ταχύτητα μας κτύπησε ξώφαλτσα και τραυμάτισε δύο καταδρομείς. Σε απότομο φρενάρισμα του, γύρισε με μισή περιστροφή ρίχνοντας κάτω ένα από τους τραυματίες που είχε μέσα. Από αυτός που κτύπησε έσπασε το πόδι του ενός και επειδή ήταν ακριβώς δίπλα μου, τον σήκωσα με άλλο ένα καταδρομέα και τον τοποθετήσαμε και αυτόν μαζί με άλλους τραυματίες στην καρότσα του φορτηγού. Ήταν ο καταδρομέας Λατζουράκης Γεώργιος από το Κλήμα Ηρακλείου. Για δευτερόλεπτα διακρίναμε τους τραυματίες και δύο νεκρούς καταδρομείς που μετέφερε γρήγορα το στρατιωτικό αυτό αυτοκίνητο για το νοσοκομείο. Αργότερα μάθαμε ότι ολοι τους κτυπήθηκαν μέσα στο αεροσκάφος ΝΙΚΗ 6 από αντιαεροπορικά πυρά κατά τη διαδικασία της προσέγγισης στο αεροδρόμιο. Επικεφαλής των καταδρομέων σ’αυτό το αεροσκάφος ήταν ο αείμνηστος Υπολοχαγός Σταύρος Μπένος. Τα φορτηγά, στα οποία επιβιβαστήκαμε, μας μετέφεραν σε λίγη ώρα , ξημερώματα της 22ας Ιουλίου, στη Ιερατική Σχολή,που βρισκόταν δυτικά της Λευκωσίας. Στη γύρω περιοχή, που είχε χαμηλά δένδρα με πορτοκαλιές , αρχίσαμε αμέσως να τοποθετούμαστε σε διάταξη διασποράς και άμυνας, ανοίγοντας μικρά ορύγματα για να προστατευθούμε από πιθανό βομβαρδισμό της τουρκικήςαεροπορίας. Κάποια στιγμή, ίσως κατά τις 12 το μεσημέρι, συγκεντρωθήκαμε για να γίνειαναφορά Μοίρας και να εντοπίσουμε τις απώλειές μας. Εκεί ο Διοικητής μας κ. Παπαμελετίου Γεώργιος έχοντας συλλέξει προηγουμένως όλες τις πληροφορίες μας ανακοίνωσε τις τραγικές απώλειες. Ότι δηλαδή είχαμε την απώλεια του αεροσκάφους, από το οποίο ήταν ολοι νεκροί, εκτός από τον Ζαφειρίου Θανάση, που ήταν βαριά τραυματισμένος και ακόμη ότι είχαμε δύο νεκρούς και εννιά τραυματίες από άλλο αεροσκάφος που κτυπηθήκαμε καίρια. Μας ζήτησε να έχομε θάρρος και ψυχραιμία ώστε να αντιμετωπίσουμε τις δύσκολες καταστάσεις που ήταν μπροστά μας. Οι απώλειες αυτές έγιναν έγκαιρα γνωστές, γιατί από νωρίτερα είχε σπεύσει στο σημείο πτώσης του αεροσκάφους μιας ομάδα αξιωματικών της Μοίρας και έκανε αναγνώριση των νεκρών. Στην πρώτη επαφή που είχα με τον Ταγ/ρχηΜανουρά Βασίλειο μου έδωσε τμήματα ενός μεγάλου χάρτη της Κύπρου, μου ζήτησε να τα συνδέσω ώστε να φαίνεται ολόκληρη η Κύπρος και να τοποθετήσουμε πάνω σε αυτό τις θέσεις των Τούρκων από τις πληροφορίες που θα μας ερχόντουσαν μέσω Γ.Ε.Ε.Φ.
Βρήκα στη συνέχεια ένα Κύπριο οδηγό, από αυτούς που ήδη είχε διαθέσει στη Μοίρα το Γ.Ε.Ε.Φ ο οποίος είχε ένα μικρό ραδιόφωνο και του είπα να παρακολουθεί τις ειδήσεις και να με φωνάζει αμέσως να τις ακούω. Πίστευα ότι μέσω των ειδήσεων θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε μια γενική εικόνα για την επικρατούσα κατάσταση την οποία ασφαλώς και δεν γνωρίζαμε. Κάποια στιγμή κατά το μεσημέρι της 22ας Ιουλίου ακούμε να διαβάζει το δελτίο ειδήσεων του Ρ.Ι.Κ (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου) μια γυναίκα, η οποία έλεγε περίπου τα εξής απίστευτα: «κατά τις πρώτες πρωινές ώρες αεροσκάφη της Τουρκικής αεροπορίας με Τούρκους Αλεξιπτωτιστές προσπάθησαν να καταλάβουν το αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Στην προσπάθειά τους αυτή υπέστησαν μεγάλες απώλειες και ότι ένα αεροσκάφος κατέπεσε αύτανδρο στην κοντινή περιοχή..»
Από την ανακοίνωση αυτή του Ρ.Ι.Κ φάνηκε αμέσως η σύγχυση που επικρατούσε στα κέντρα πληροφόρησης των ΕλληνοΚυπρίων. Η δύσκολη επιχείρηση των Ελληνικών Καταδρομέων να προσγειωθούν εν μέσω σφοδρών αντιαεροπορικών πυρών που εκτόξευσαν ΕλληνοΚυπριακές δυνάμεις της περιοχής του αεροδρομίου είχαν καταγραφεί δυστυχώς σε κάποιους στρατιωτικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους ως επιχείρηση των Τούρκων. Τι εγινε άραγε και προκλήθηκε μια τόσο μεγάλη σύγχυση;
Το Γ.Ε.Ε.Φ γνώριζε παρα πολύ καλά την αποστολή των Ελληνικών Καταδρομέων. Το κωδικοποιημένο σήμα της ήταν «έρχονται τα 15 πορτοκάλια». Είναι γνωστο ότι η μικρή δύναμη που βρισκόταν μέσα στο αεροδρόμιο ενημερώθηκε έγκαιρα, γι’ αυτό και έκανε και τις προβλεπόμενες ενέργειες . γιατι όμως το Γ.Ε.Ε.Φ άφησε πλήρως ανενημέρωτους το μεγαλύτερο όγκο των ελληνοκυπριακών δυνάμεων που ήταν διάσπαρτες γύρω από το αεροδρόμιο και είχαν στη διάθεσή τους πολυβόλα, τετράκανα περιστρεφόμενα αντιαεροπορικά και αντιαεροπορικά Μποφώρ; Ήταν τόσο δύσκολο να περιέλθουν από τις θέσεις των δυνάμεων αυτών στρατιώτες για να τους ενημερώσουν;
Δεν σκέφτηκαν ότι η μη ενημέρωση αυτών των ομάδων που οι περισσότερες αποτελούνταν από επιστρατευμένους πολίτες, θα μπορούσε να επιφέρει την ολοκληρωτική καταστροφή της αποστολής μας; Γιατί αν πέρασε από το μυαλό των επιτελών του Γ.Ε.Ε.Φ αυτό το ενδεχόμενο και ως μικρή πιθανότητα δεν έδωσαν στο Γ.Ε.Ε.Θ.Α της Αθήνας να καταλάβει ότι η αποστολή των καταδρομέων βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο, ώστε να σχεδιαστεί η προσέγγιση μας σε άλλο αεροδρόμιο νοτιότερα της Λευκωσίας;
Βεβαίως ο χρόνος αποστολής των σημάτων είναι ιδιαίτερα κρίσιμος ώστε να επιτευχθεί ο αιφνιδιασμός. Ακόμη και στη πιθανή λήψη αποκωδικοποίηση του από τον εχθρό να μην αφήνει περιθώρια αντίδρασης για να ενεργήσει ανάλογα. Όμως όλα αυτά είναι γνωστά στους στρατιωτικούς επιχειρησιακούς σχεδιασμούς και επομένως θα έπρεπε να παρθούν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλιστεί η αποστολή των καταδρομέων.
Όταν μένουν εντελώς ανενημέρωτη η 185 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού, η 184 Πυροβολαρχίας Πεδινού Πυροβολικού, που βρίσκονται σχεδόν δίπλα από το αεροδρόμιο και συγκεκριμένα στη περιοχή της Μακεδονίτισσας, όπου κατέπεσε φλεγόμενο το ΝΙΚΗ -4, όταν δεν γνωρίζουν απολύτως τίποτα αρκετές δυνάμεις Ελληνοκυπρίων με αρκετά πυροβόλα και αντιαεροπορικά όπλα, είναι πράγματι θαύμα πώς δεν υπήρξε ολοσχερής καταστροφή της αποστολής μας. Ίσως οι μικρές σχετικά απώλειες που είχαμε, ήταν το 15% της δύναμής μας, να οφείλονταν στο γεγονός ότι ήταν μια ασέληνη νυχτα και επομένως δεν διακρίνονταν από τους χειριστές των όπλων τα αεροσκάφη ώστε να στοχεύονται. Τα φράγματα του πυρός που έκαμαν προς διάφορες κατευθύνσεις δεν ήταν φαίνεται αρκετά για να μας καταρρίψουν όλους.
Το μεγάλο όμως ερώτημα που γεννιέται είναι το εξής. Γιατί τα «Σαΐνια» των επιτελείων του Γ.Ε.Ε.Θ.Α και του Γ.Ε.Ε.Φ. δε σκέφτηκαν τον ύπουλο και δόλιο ρόλο των μυστικών υπηρεσιών των Αγγλικών δυνάμεων που βρίσκονταν στην Κύπρο, αφού έπρεπε να γνωρίζουν ότι κάτω από τις συνθήκες που επικρατούσαν με το πραξικόπημα και με τα σχέδια των Τούρκων, αυτοί θα ετάσσοντο βεβαιωμένα με το μέρος των Τούρκων, βοηθώντας τους με κάθε μέσο να πετύχουν τους στόχους τους; Ο Διονύσιος Καρδιανός στο βιβλίο του «Ο Αττίλας πλήττει την Κύπρον» στη σελίδα 138 γράφει «Την Κυριακήν, περί την δύσιν του ηλίου, εφάνησαν να προσεγγίζουν την συνοικία της Ανθουπόλεως, εκ της περιοχής του Αεροδρομίου πέντε Ελληνοκύπριοι με στολάς παραλλαγής. Εφαίνοντο πολύ ταλαιπωρημένοι, ίεπον τερατώδη, λίαν υπόπτου δε προελεύσεως είδηση, ότι «υπάρχουνπληροφορίαι που αναφέρουν ότι απόψε βαρέα Τουρκικά βομβαρδιστικά θα πλήξουν αδιακρίτως στόχους εις την Λευκωσίαν.» «ως εκ τούτουεδημιουργήθη κλίμα ανησυχίας, αλλά και ετοιμότητας προς αντιμετώπισιν οιουδήποτε ενδεχομένου. Οι εκεί ένοπλοι πολίται, καιτοι μη συνεννοηθέντες με κανέναν, επήνδρωσαν τα πολυβόλα των, μετέφερα επιπρόσθετα πυρομαχικά, επέβαλλα συσκότισιν εις την ακραίανσυνοικίαν. Απεφάσισαν να παραμείνουν άπαντες άγρυπνοι εν αναμονή των εξελίξεων».
Στη συνέχεια στις σελίδες 141,142 και 144 γράφει: «Εις την περιοχήν του αεροδρομίου Λευκωσίας, ευρίσκοντο τετράκανα αντιαεροπορικά, ελεύθεροι σκοπευταί και τέσσερις Μοίραι πυροβολικού, εγκατεσπαρμέναι εις τους πέριξ χώρους. Οι μόνο οι οποίοι εγνώριζον ότι ελληνικά ήσαν τα προσεγγίζοντα αεροπλάνα, ήσαν οι Στρατιωτική Διοίκησις Λευκωσίας και η φρουρά του αεροδρομίου. Αι λοιπαίαγρυπνούσαι μονάδες ηγνόουν την ελπιδοφόρον αυτή πραγματικότητα και εξελάμβανον τα μεταγωγικά ως εχθρικά δι’ ο και οιοσδήποτε ηδύνατοέβαλλε δια παντός διατεθειμένου όπλου κατά των σκοτεινών όγκων οι οποίοι διεγράφοντο εις τους Κυπριακούς ουρανούς! Μάλιστα οι άνδρες μιας Μοίρας πυροβολικού ευθύς εις είδον το ΝορδΑτλας να καταπίπτει φλεγόμενον, ήρχισαν τους πανηγυρισμούς. Εις δε Ανθυπολοχαγός εκραύγαζε:- «στο διάολο, Μεμετηδες, να βρείτε τον προφήτη σας και το ατζέμπιλαφ..».
«αι εκατοντάδες των εθνοφρουρών οι οποίοι επήνδρωνον πυροβόλα και πολυβόλα πέριξ του αεροδρομίου δεν είχαν ειδοποιηθεί..» «Ούτοι, τελούντεςυπο την επήρεια της δόλιας πληροφορίας ότι αναμένετοδήθεν, επίθεσιςτουρκικών βομβαρδιστικών κατά τη νύχτα ήρχησαν να βάλλουν κατά των ελληνικών μεταγωγικών, με τα προεκταθέντα τραγικά αποτελέσματα..».
Μπορούμε λοιπόν κάτω από αυτές τις συνθήκες να αποκλείσομε την πιθανότητα της δράσης των μυστικών υπηρεσιών ξένων δυνάμεων που βοήθησαν την Τουρκία με κάθε τρόπο; Δεν μπορούσανλοιπόν οι επιτελείς των αρχηγείων να προβλέψουν αυτόν τον υπαρκτό κίνδυνο και να καλύψουν όλα τα κενά ενημέρωσης ώστε να μην αφήσουν καμιά δυνατότητα διείσδυσης ξένων μυστικών υπηρεσιών; Ήταν τόσο αφελείς ώστε να πιστεύουν ότι όποια κι αν ήταν η μυστικότητα που θα επέβαλλαν στο επιχειρηματικό τμήμα της αποστολής αυτή δε θα γίνονταν γνωστή. Είναι δυνατόν να απογειωνόμαστε για πολεμική αποστολή από το αεροδρόμιο της Σούδας κάτω από τη μύτη των στρατιωτικών βάσεων των Αμερικάνων και άλλων ξένων δυνάμεων και να μην παίρνουν χαμπάρι τι γίνεται; Και είναι επίσης δυνατόν να γνωρίζουν αυτές οι δυνάμεις το στρατιωτικό αυτό γεγονός και να το κρατούν εφτασφράγιστο μυστικό; Δεν γνώριζαν στ’ αλήθεια οι επιτελείς μας τη διάταξη του Στόλου των Αγγλων στα ανοικτά της Κύπρου και τον βασικό στρατιωτικό υποστηρικτικό ρόλο που έπαιξε το αεροπλανοφόρο «ΕΡΜΗΣ» με τα ελικόπτερά του στις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ειδικών δυνάμεων των Τούρκων από τη πρώτη ημέρα της εισβολής;
Εάν οι επιτελείς μας είχανσχεδιάσει μια κεραυνοβόλα καταδρομική επιχείρηση της Α’ Μοίρας Καταδρομών με τα ΝΟΡΑΤΛΑΣ και αν ο κεντρικός επιχειρησιακός της στόχος ήταν να προσβάλλει η Μοίρα με αιφνιδιασμό το ασταθές προγεφύρωμα των Τούρκων, γιατί αλήθεια έκανε τόσες παραλείψεις ώστε να φτάσει κάτω από τέτοιες συνθήκες στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, έχοντας απώλειες με φυσική πτώση του ηθικού των ανδρών της;
Βρισκόμαστε λοιπόν σε διάταξη άμυνας και διασποράς στη Ιερατική Σχολή δυτικά της Λευκωσίας και προετοιμαζόμαστε για τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν. Λίγη ώρα αργότερα μετά τις ανακοινώσεις του ΡΙΚ ακούω ειδήσεις στον Τουρκοκυπριακό σταθμό Μπαϋρακ μαζί με τον Κύπριο οδηγό, το όνομα του οποίου δυστυχώς δεν θυμάμαι, στην ελληνική γλώσσα.
Οι ειδήσεις λένε περίπου τα εξής» τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα, 2000 ημιάγριοι Κρήτες Κομάντος κατέβηκαν στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας κάτω από περιπετειώδεις συνθήκες..»
Οι Τούρκοι ευρισκόμενοι σε μικρή απόσταση από το αεροδρόμιο είδαν και άκουσαν φυσικά όλα τα αεροσκάφη. Μπορεί να έριξαν πάνω τους βολές και αυτοί,αφού βρισκόταν 600-800 μέτρα από το αεροδρόμιο. Και αφού γνώριζαν ότι δεν ήταν δικά τους, ήταν σίγουροι ότι ήταν ελληνικά κι έτσι εύκολα έφτασε η πληροφορία στο Μπαϋράκ. Το εύλογο όμως ερώτημα που προκύπτει με βάση την είδηση που μετέδωσαν είναι: Αλήθεια από ποια πήγή πληροφόρησης γνώριζε το Μπαϋράκ ότι στα αεροσκάφη επέβαινανΚρήτες Καταδρομείς, τους οποίους μάλιστα χαρακτήριζε και ως ημιάγριους;
Είναι φανερό λοιπόν ότι η δράση των Αγγλικών μυστικών υπηρεσιών και η συνεργασία τους με τις Τουρκικές Δυνάμεις δεν είναι ορατή από την πρώτη μέρα της έναρξης των επιχειρήσεων. Έχει επιβεβαιωθεί από Τούρκους αιχμαλώτους που συνελήφθησαν ότι 300 Τούρκοι αξιωματικοί με στολή της ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ είχαν φτάσει στην Κύπρο από τις 5 Ιουλίου 1974 για κατασκοπευτικούς λόγους. Οι μετέπειτα εξελίξεις σε ολο το φάσμα των πολεμικών επιχειρήσεων, αλλα και η προσωπική τραγική εμπειρία που ζήσαμε την επομένη στη μάχη του αεροδρομίου της Λευκωσίας, δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το θετικό ρόλο των λεγόμενων ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ, στα σχέδια της Τουρκίας για τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Το βράδυ της 22ας Ιουλίου διανυκτερεύσαμε στην Ιερατική Σχολή λαμβάνοντας όλα τα μέτρα ασφαλείας με τη χρησιμοποίηση των προχείρων ορυγμάτων μάχης στην τοποθέτηση πυκνής διάταξης σκοπών, κλπ. Τα ξημερώματα της 23ης Ιουλίου βρισκόμασταν σε αναμονή κάποιας αποστολής. Διάφορες συζητήσεις γίνονταν από τους αξιωματικούς της Μοίρας για την επικρατούσα κατάσταση, την οποία προσπαθούσαμε να φωτίσουμε από κάποιες πληροφορίες, ώστε να μην αιφνιδιαστούμε από απρόοπτα γεγονότα.
Κάποιοι αξιωματικοί της Μοίρα είχαν αναλάβει το μακάβριο έργο της αναγνώρισης και ταφής των νεκρών στο λόφο της Μακεδονίτισσας και κάποιοι άλλοι είχαν επισκεφτεί τους τραυματίες στο Νοσοκομείο της Λευκωσίας. Κάποια στιγμή το πρωί βλέπω τον Διοικητή μας να πλησιάζει τον Ταγ/ρχηΜανουρά και να του μεταφέρει την πληροφορία που έχει το Γ.Ε.Ε.Φ, ότι κινδυνεύει να καταληφθεί το αεροδρόμιο της Λευκωσίας από Τουρκικές δυνάμεις, την προετοιμασία των οποίωνγνώριζαν κάποιοι επιτελείς. Από τις πρώτες αεροπορικές πληροφορίες εκτιμούντανοτι οι Τούρκοι θα επιχειρούσαν κατάληψη τους αεροδρομίου της Λευκωσίας, που ήταν ίσως ενας από τους στρατηγικότερους στόχους τους, με επιθέσεις αεροσκαφών και ρίψεις αλεξιπτωτιστών.
Η διαταγή του Γ.Ε.Ε.Φ που μας μετέφερε ο Διοικητής μας ήταν να σπεύσουμε το συντομότερο για την υπεράσπιση του αεροδρομίου της Λευκωσίας. Μέσα σε ελάχιστα λεπτά ενεργοποιήθηκαν διαδοχικά οι τρεις λόχοι κρούσεως με τους διοικητές του Κολοκοτρώνη Πλάτωνα, Κιουτσούκη Ιωάννη, και Ρούκα Δημοσθένη και ακολούθησε ο Λόχος Δοικήσεως με τον Μπαραμπούτη Γεώργιο.
Επικεφαλής της αποστολής είχε τεθεί ο Ταγ/ρχηςΜανουράς Βασίλειος με τον οποίο ήμασταν μαζί σε κάθε κίνηση, αφού είχα τα καθήκοντα του βοηθού του. Κινηθήκαμε με επιταγμένα λεωφορεία για να μην κινήσουμε υποψίες, που μας είχαν διατεθεί από το πρωί και έγκαιρα βρεθήκαμε σε κεντρικές θέσεις του αεροδρομίου πριν προλάβουν οι Τούρκοι να εκδηλώσουν οποιαδήποτε κίνηση. Με την άφιξή μας στο αεροδρόμιο εγινε σύντομη κατόπτευση των χώρων αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Η κατεύθυνση από την οποία θα επιχειρούσαν επίθεση η Τούρκοι ήταν Β.Α του αεροδρομίου από το Θύλακα της περιοχής Κιονέλι στην οποία είχαν συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων τους. Αυτή ήταν και η εκτίμηση του Ταγ/ρχη Παπαδόπουλου, στη σύντομη επαφή που είχαμε, ο οποίος βρισκόταν επικεφαλής μιας μικρής δύναμης της Εθνικής Φρουράς, με μια διμοιρία καταδρομέων με τον Ανθ/γοΧρι. Κότσαλη και δύο τροχοφόρων αρμάτων που διέθεταν πυροβόλα.
Με διαταγή του Ταγ/ρχηΜανουρά τοποθετήθηκαν πολύ γρήγορα οι λόχοι σε επίκαιρες και κρίσιμες θέσεις για την προάσπιση του αεροδρομίου, είτε αυτό δεχόταν προσβολή από αέρα είτε από το έδαφος.
Ίσως και να μην πρόλαβαν καλά να πιάσουν σωστές θέσεις πολλοί καταδρομείς όταν αρχίσαν να εκδηλώνονται από μια απόσταση περίπου 500-600 μέτρων τα πρώτα αναγνωριστικά πυρά των Τούρκων. Η ώρα ήταν γύρω στις 11.00. Εκείνη τη στιγμή βρισκόμουνα μπροστά από το κεντρικό κτήριο και παρακολουθούσα τις θέσεις μάχης που έπαιρνε μια διμοιρία με επικεφαλής τον Ανθ/γοΣιακαβέλα Ηλία, ο οποίος έδινε εντολές στους καταδρομείς να πιάσουν σωστές θέσεις μάχης έχοντας μπροστά τους αμμόσακκους που μάλλον ειχε τοποθετήσει προηγουμένως η εθνοφρουρά.
Με την έναρξη των κινήσεων των Τούρκων με αναγνωριστικά πυρά προς τον Ταγ/ρχηΜανουρά και μου λέει: «αρχησαν..ανέβα επάνω στην ταράτσα να δεις λεπτομέρειες και να μου αναφέρεις.». ανέβηκα με πολύ γρήγορες κινήσεις την ταράτσα του κεντρικού κτιρίου του αεροδρομίου, στο άλλο άκρο της οποίας διέκρινα τον υπολοχαγό Μπένο να τοποθετεί καταδρομείς με τα όπλα τους, ο οποίος μάλιστα διέθετε και αντιαρματικά Π.Α.Ο των 90 χιλιοστών. Σε απόσταση 500 μέτρων φαίνονταν καθαρά κινήσεις στρατιωτικών δυνάμεων που προχωρούσαν αναγνωριστικά γιατι τα πρώτα πυρά τους δεν ήταν πυκνά. Προπορεύονταν 3-4 άρματα μάχης, ενώ δίπλα και πίσω από αυτά διακρίνονταν οι πεζοί.
Κατέβηκα πολύ γρήγορα, γιατι δεν διέθετα ασύρματο και ανέφερα στον Ταγμ/ρχηΜανουρά. Εκείνος είπε στον ασύρματο προς τους Διοικητές των λόχων να μην βιαστούν να ανοίξουν πυρ, παρα μόνο με τη διαταγή του, ώστε να γίνουν συντονισμένα, πυκνά στοχευμένα πυρά πάνω στις Τουρκικές δυνάμεις. Καθώς με διατάσσει να ξανανέβω στην Ταράτσα οι Τούρκοι πυκνώνουν τα πυρά τους και προχωρούν. Με «κολλημένο» το σώμα πάνω στην άκρη της ταράτσας ώστε να αποφύγω τα πυρά, παρακολουθώ καλύτερα τις κινήσεις που γίνονται μπροστά από ένα δασύλλιο, ίσως από ευκάλυπτους και πεύκα, στη δεξιά πλευρά το οποίου φαίνονταικαθαρά κάποιες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, οι οποίες δεν γνωρίζαμε σε ποιους ανήκουν η διάταξη τους φαίνεται πλέον καθαρά. Οι επιτιθέμενοι έχουν μπροστά τα άρματα μάχης , διακρίνονταν 4-5, στα πλάγια και πίσω βρίσκονται οι πεζοί , που εκτοξεύουν τώρα πυκνότερα πυρά. Πίσω τους φαίνεται να έχει τοποθετηθεί δύναμη υποστήριξης με όλμους, γιατί γίνονται μερικές βολές όλμων, αλλά καμία δεν βρίσκει τις θέσεις μας. Κατεβαίνω πάλι γρήγορα κάτω. Αναφέρω στον Μανουρά την απόσταση και τα θέση στην οποία βρίσκονται οι Τούρκοι σε σχέση με το κεντρικό κτίριο του αεροδρομίου, ενώ εκείνος ήδη είχε δώσει διαταγή προς τους Διοικητές των Λόχων να συντονίσουν τα πυρά τους απέναντι προς την κατεύθυνση από όπου δεχόμασταν την επίθεση.
Οι Τούρκοι δέχονται τα πυκνά θεριστικά πυρά της Μοίρας, γιατί από τις θέσεις των Λόχων είναι ήδη ορατές οι κινήσεις τους. Ταυτόχρονα ακούγονται οι διαδοχικές βολές των αντιαρματικών μας όπλων, που σήμαινε ότι οι χειριστές τους είχαν καλή ορατότητα προς τα Τουρκικά άρματα, αρα ήταν στοχευμένες και επιτυχείς.
«Γρήγορα» μου επαναλαμβάνει «τρέχα πάλι επάνω να δεις τι γίνεται…».
Φθάνοντας για τρίτη φορά στην ταράτσα βλέπω από το δεξιό μου πλευρό να κινείται γρήγορα ένα άρμα της Εθνικής Φρουράς κάνοντας καταιγιστικά πυρά προς τις δυνάμεις των Τούρκων. Δεν πρέπει να προχωρήσει πάνω από 100 μέτρα και ξαφνικά σταμάτησε. Αργότερα έμαθα ότι ο χειριστής του πολυβόλου ΑρχιλοχίαςΦωτοπουλος σκοτώθηκε. Ο οδηγός όμως του άρματος κατάφερε και γύρισε πίσω. Δυο ή τρία άρματα των Τούρκων ειχαν ακινητοποιηθεί κτυπημένα μπροστά από το δασύλλιο, σε απόσταση 350 περίπου μέτρα από τις θέσεις μας. Ένα άλλο κινείται προς τα πισω. Εκείνη τη στιγμή τα πυρά των καταδρομέων είναι καταιγιστικά. Πολλοί επιτιθέμενοι φαίνονται να πέφτουν κάτω, είτε σκοτωμένοι είτε τραυματισμένοι και κάποιοι άλλοι να υποχωρούν προς τα πίσω. Στο βάθος πίσω από τους πρώτους επιτιθέμενους φαίνονταν αρκετοί να υποχωρούν άτακτα.
Επειδή η ανάπτυξη της δύναμης των Τούρκων ήταν στις παρυφές των στρατιωτικών εγκαταστάσεων που βρίσκονταν στο αριστερό τους πλευρό καθώς επιτίθεντο πρέπει να βλήθηκαν από αρκετά πυρά της Μοίρας αυτές οι εγκαταστάσεις. Εκεί ίσως να υπήρξαν και θύματα. Αργότερα μάθαμε, όπως άλλωστε διαπιστώθηκε, ότι οι εγκαταστάσεις αυτές ανήκαν σε στρατιωτικές δυνάμεις του ΟΗΕ.
Ενώ βρισκόμουνα πάνω στη ταράτσα και παρακολουθούσα την ακινητοποίηση των Τούρκων, βλέπω ξαφνικά να βγαίνει μέσα από τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις ένα 6τροχο άρμα με υψωμένη ψηλά τη σημαία του ΟΗΕ και μια λευκή σημαία να κινείται γρήγορα στο δρόμο εξωτερικά του αεροδρομίου με κατεύθυνση προς τις θέσεις μας. Σε κοντινή απόσταση ακολουθούν άλλα δύο άρματα. Οι Τούρκοι σε αυτήν την φάση όχι μόνο δεν αποδίδουν πυρά αλλα υποχωρούν κάνοντας κινήσεις για περισυλλογή νεκρών και τραυματιών και έτσι ακολουθεί παύση πυρών και από τη δική μας πλευρά. Ο χρόνος της ανταλλαγής πυρών με τους Τούρκους πρέπει να ήταν πλέον της 1,5 ώρα ίσως και 2 ώρες. Η κίνηση αυτή του τμήματος του Ο.Η.Ε έδειχνε ξεκάθαρα το «ΠΑΥΣΑΤΕ ΠΥΡ».
Γρήγορα κατεβαίνω κάτω και το αναφέρω στον Ταγ/ρχηΜανουρά. Του είπα μάλιστα ότι οι Τούρκοι έχουν πολλές απώλειες, ότι υποχώρησαν και ότι μπορούμε να περάσουμε σε γρήγορη αντεπίθεση. Εκείνη τη στιγμή άρχισε να μιλάει στον ασύρματο με τον Διοικητή μας κ. Παπαμελετίου, ο οποίος πρέπει να είχε πλησιάσει προς τις θέσεις μας, ερχόμενος με μικρή καθυστέρηση λόγω επικοινωνίας με το Γ.Ε.Ε.Φ. από τη συζήτηση κατάλαβα ότι ήταν εγκλωβισμένος για αρκετή ώρασε αρκετή απόσταση έξω από το αεροδρόμιο, αλλα στις παρυφές του άξονα της ανταλλαγής των πυρών. Ίσως στο χρόνο που ήμουνα πάνω στην ταράτσα υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους και ίσως να ενημερώθηκε για τον εγκλωβισμό του Διοικητή μας ο ΑρχιλογίαςΦωτόπουλος που έκανε έξοδο με το άρμα του για τον απεγκλωβισμό του και στη προσπάθεια του αυτή σκοτώθηκε.
Σε λίγα λεπτά ο Διοικητής ήταν κοντά μας. Ρωτάει αν είμαστε καλά και αν είχαμε απώλειες. Απομακρύνθηκα για λίγο και πλησίασα ξανά προς τους καταδρομείς που ήταν πλησιέστερα προς το κεντρικό κτίριο για να δω αν υπήρχε τραυματίας και διαπιστώνω ότι όχι μόνο δεν υπήρχαν αλλα είχαν ένα υψηλό ηθικό και ένα αέρα νίκης ώστε να κινηθούμε προς τα εμπρός.
Στο μεταξύ πλησιάζουν στο μέρος μας οι Διοικητές των 41 και 42 Λόχων Κολοκοτρώνης Πλάτωνας και Ρούκας Δημοσθένης Δημοσθένης και από τις σύντομες αναφορές τους προκύπτει ότι δεν έχουν απώλειες.
Ενώ συμβαίνουν αυτά έχουν ήδη πλησιάσει δύο άρματα του Ο.Η.Ε προς το μέρος μας, Ο Διοικητής μας απομακρύνεται από αυτούς διότι μάλλον αντιλαμβάνεται ότι ξετυλίγεται με την παρουσία τους ένα βρώμικο παιχνίδι. Ολοι έχουμε αντιληφθεί ότι οι Τούρκοι έκαναν κίνηση να καταβάλλουν το αεροδρόμιο υποστηριζόμενοι από τις δυνάμεις του Ο.Η.Ε που ήταν δίπλα τους. Πιθανότατα να τους είχαν δώσει και πληροφορίες ότι η δύναμη που υποστήριζε το αεροδρόμιο ήταν μικρή, χωρίς να εχουν αντιληφθεί ότι στο μεταξύ εμεις περνούσαμε ουσιαστικά κάτω από τη μύτη τους πήραμε θέσεις μάχης μέσα στο αεροδρόμιο. Ο Διοικητής μας λοιπόν πλησιάζει προς τους καταδρομείς του κεντρικού κτιρίου για να δει αν όλοι είναι καλά και δίνει ταυτόχρονα την εντολή στον Ταγματάρχη Μανουρά να επικοινωνήσει μέσω ενός Κυπρίου με τον επικεφαλής του τμήματος του Ο.Η.Ε , που ήταν υπολοχαγός. Ενώ λοιπόν μιλάνε μέσω διερμηνέα ο κ. Μανουράς και ο Επικεφαλής του Ο.Η.Ε παράλληλα ενημερώνεται ο Διοικητής μας μέσω ασυρμάτου για τις αξιώσεις που προβάλλουν οι δυνάμεις του Ο.Η.Ε. Σε λίγα λεπτά επανέρχεται και ο Διοικητής μας. Από τα 10 μέτρα που παρακολουθώ τις εξελίξεις, ακούω τον Ταγ/ρχηΜανουρά να απευθύνεται στον ασύρματο σε όνομα ελληνικό και να λέει «Ποιος Λαγάκος, εδώ Μανουράς..» Τι του είπε ο κ. Λαγάκος, όχι μονο δεν άκουσα, αλλα και δεν εγνώριζα ποιο πρόσωπο και ποια ιδιότητα έφερε αυτό το όνομα. Μετά από μέρες έμαθα ότι ήταν Ελλληνας Πρέσβης στην Κύπρο. Συζητήσεις με δύο ή και τρείς αξιωματικούς από το Γ.Ε.Ε.Φ έγιναν επίσης μέσω ασυρμάτου με τον Ταγμ/ρχηςΜανουρά. Σε κοντινή απόσταση και σε θέση διακριτική εχει πλησιάσει μια διμοιρία καταδρομέων έτοιμη να επέμβει αν χρειαζόταν. Ενώ υπάρχει αυτή η κινητικότητα ενας από τους αξιωματικούς του Ο.Η.Ε κρατούσε βιντεοκάμερα και έπαιρνε πλάνα για περίπου 5 λεπτά για να απαθανατίσει ολο το σκηνικό των εξελίξεων. Σε λίγο πλησιάζει και το τρίτο άρμα του Ο.Η.Ε προς τις θέσεις μας, επικεφαλής του οποίου ήταν Συνταγματάρχης. Ολο το κλίμα που διαμορφώθηκε μέσα σε μισή ώρα εως μιαώρα περίπου ήταν ξεκάθαρο. Υπήρχαν άνωθεν εντολές να παραδοθεί στον Ο.Η.Ε από εμάς το αεροδρόμιο της Λευκωσίας . Αυτές οι εντολές φαίνονταν ξεκάθαρα ότι δεν ήταν του κ. Λαγάκου ή των επιτελών του Γ.Ε.Ε.Φ αλλα ήταν εντολές που ερχόντουσαν ή από μεγάλη ξένη δύναμη ή από υψηλό πρόσωπο από την Ελλάδα όπως αρχικά κατάλαβα.
Παρακολουθώντας από τα 10 μέτρα όλα όσα διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια μας, μου ήταν αδύνατο να πιστέψω ότι αυτή η εξέλιξη περνούσε μέσα από τον Ετσεβίτ της Τουρκίας ή κάποιο αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας. Αλώστε ήταν επώνυμοι οι Έλληνες αξιωματούχου, διπλωμάτες και στρατιωτικοί που μετέφεραν την διαταγή στην Α’ Μοίρα καταδρομών, να εγκαταλείψει το αεροδρόμιο της Λευκωσίας, έστω και αν ήμασταν σε πλεονεκτική θέση, εστω και αν μπορούσαμε να κυνηγήσουμε τους πανικόβλητους Τούρκους, ακόμα κι αανχρειαζόταν και τους πανικόβλητους του Ο.Η.Εοι οποίοι άρπαξαν αρκετές ξώφαλτσες από τα πυρά μας στις θέσεις που βρίσκονταν κοντά με τους Τούρκους. Δεν χρειαζόταν να είναι κανείς σοφός ή ιδιαίτερα οξυδερκής, όταν βρίσκεται μπροστά σε τέτοιες εξελίξεις για να καταλάβει ότι όλο το «παιχνίδι», ο λεγόμενος ΝΟΡΑΤΛΑΣ στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας κάτω από καταιγισμό αντιαεροπορικών όπλων, έχοντας απώλειες, έχουν ένα θάρρος και ένα πείσμα απροσμέτρητο να μπουν μέσα στη μάχη, να τιμήσουν τα πράσινα μπερέ και τα όπλα που κρατούσαν τα ιεράκαι τα καταφέρνουν στο στρατηγικότερο μέρος που είναι το αεροδρόμιο της Λευκωσίας και στη συνέχεια παίρνουν διαταγή από υψηλά ιστάμενο πρόσωπο να αποχωρήσουν χωρίς να είναι ηττημένοι, τι άραγε , τι άραγε μπορεί να υποθέσει κανείς;
Όταν η Μοίρα καταδρομών αναλαμβάνει με ενθουσιασμό και απαράμιλλο θάρρος μια λίαν επικίνδυνη πολεμική αποστολή, την οποία άλλοι αρνούνται να εκτελέσουν και η οποία από τον ξένο τύπο και πολλούς στρατιωτικούς κύκλους χαρακτηρίστηκε ως αποστολή αυτοκτονίας και ευρισκόμενη στο πεδίο μάχης κατέχει ελληνοκυπριακό έδαφος, από το οποίο διατάσσεται να αποχωρήσει, δεν θέλει άλλες αποδείξεις κανείς να καταλάβει ότι η τράπουλα του παιχνιδιού ήταν σημαδεμένη, οι συμφωνίες ειλημμένες και του τέρμα αυτού του παιχνιδιού δεδομένο. Υπάρχει ένα πολύ εφιαλτικό σενάριο στην προδοτική εντολή για την παράδοση του αεροδρομίου στους ΟΗΕδες. Μαζί τους με τα άρματα που ήραν κοντά μας για να τους παραδώσουμε το αεροδρόμιο, να ήταν και Τούρκοι αξιωματικοί ντυμένοι ΟΗΕδες.
Όλα αυτά συμβαίνουν στις 23 Ιουλίου 1974, ημέρα Τρίτη κατά τις 1.30 -3.00 το μεσημέρι. Οι επιτελείς του Γ.Ε.Ε.Φ. είχαν μεριμνήσει έγκαιρα να βρίσκονται έξω από το αεροδρόμιο κάποια λεωφορεία αλλα και στρατιωτικά φορτηγά αυτοκίνητα για την αποχώρησή μας.
Κατά τη διαδικασία της επιβίβασης κράτησα όσο μπορούσα την εικόνα στα πρόσωπα των καταδρομέων με τους οποίους ήρθα σε άμεση επαφή. Διακρινόταν καθαρά, πρόσωπα απογοητευμένα και βαθιά ταπεινωμένα, διοτιολοι είχαν καταλάβει πλέον τι είχε συμβεί βλέποντας δίπλα τους τις δυνάμεις του Ο.Η.Ε Με μια διμοιρία καταδρομέων ανέβηκα στην καρότσα ενός στρατιωτικού φορτηγού για να κινηθούμε σε φάλαγγα κατά την αποχώρησή μας. Πάνω στην καρότσα διαπίστωσα ότι αρκετοί καταδρομείς είχαν ακόμα πρόχειρα κρεμασμένες πάνω στις ζώνες τους τις χειροβομβίδες που θα χρησιμοποιούσαν αν ερχόμασταν σε κοντινή απόσταση με τις τουρκικές δυνάμεις. Περάσαμε νοτιοανατολικά τη Λευκωσία και σταματήσαμε σε κάποιες στρατιωτικές εγκαταστάσεις δίπλα στο ΡΙΚ (Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου) που όπως την επομένη μάθαμε άνηκε στο εφεδρικό σώμα του Μακαρίου.
Εκει μάθαμε ότι είχε φθάσει στην Ελλάδα, προερχόμενος από τη Γαλλία, ο Πρωθυπουργός Κων/νος Καραμανλής, ότι είχε καταρρεύσει το στρατιωτικό καθεστώς και ότι την ημέρα εκείνη είχε συμφωνηθεί από την Ελλάδα και την Τουρκία κατάπαυση του Πυρός. Βέβαια ήταν δύσκολο στις 23 Ιουλίου 1974, να μπορέσει κανείς να προβλέψει τις εξελίξεις που θα ακολουθούσαν, αφού ούτε πληροφορίες είχαμε, αλλα ούτε και στρατιωτικοί αναλυτές ήμασταν.
Εκείνο όμως που με βεβαιότητα, μεγάλη οργή και θυμό, είδαμε να ξετυλίγεται λίγο πριν μπροστά στα μάτια μας ήταν η πρώτη εικόνα μιας μεγάλης προδοσίας. Το βασανιστικό και αμείλικτο ερώτημα που βασάνιζε το μυαλό μας ήταν το εξής: Εάν η Α΄ Μοίρα Καταδρομών δεν είχε προλάβει για διάφορους λόγους να φθάσει έγκαιρα στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας και οι Τούρκοι που βρίσκονταν ήδη 600 μέτρα έξω από αυτό είχαν προλάβει να τον καταλάβουν εξουδετερώνοντας τη μικρή δύναμη που υποστήριζε, θα έπαιρναν από κάποιους την εντολή να εγκαταλείψουν; Όχι φυσικά, αφού με τη συνεργασία των ΟΗΕδων έφτασαν μέχρι εκεί. Θα έπαιρναν άραγε διαταγή για εγκατάλειψη του από την ελληνική πολιτική ή στρατιωτική ηγεσία; Θα ήτα για γέλια. Θα έπαιρναν διαταγή από τον Ετσεβίτ; Μα αφού ο στρατηγικός τους στόχος αν επιτυγχάνετο θα αποτελούσε για αυτούς μια περήφανη νίκη.
Φθάνοντας στις εγκαταστάσεις του εφεδρικού που ήταν πρόχειρα λαμαρινένια καταλύματα, μάθαμε για τον ένα μόνο τραυματία που είχαμε στο αεροδρόμιο, που ήταν ο Ανδρουλάκης Γεώργιος που άνηκε στο 43οΛόχο του λοχαγού Ιωάννη Κιουτσούκη.
Εκεί φαίνονται ακόμη όλα τα σημάδια από τις βιαιότητες που διαπράχθηκαν κατά το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου, αφού εκεί διέμεναν πολλοί από τη φρουρά του, το λεγόμενο εφεδρικό σώμα. Πόρτες και παράθυρα ήταν γαζωμένα με αυτόματα όπλα και αίματα βρίσκονταν παντού σε πατώματα, στρώματα κρεβατιών και σε τοίχους. Ηταν ένα ισχυρό σοκ και ένα δέος από την αδελφοκτόνο εξόντωση της 15ης Ιουλίου 1974.
Η αφροσύνη του δικτάτορα Ιωαννίδη, σε ολο το «μεγαλείο» της φαίνονταν παντού σε όλα τα στρατηγικής σημασίας σημεία, στο Ρ.Ι.Κ, στο προεδρικό μέγαρο που επισκέφθηκα αργότερα αλλού. Αλήθεια αυτός ο «Φωστήρας» στρατιωτικός δεν διδάχτηκε τίποτε και ποτέ από τη ιστορία; Δεν μπορούσε κάν να υποψιαστεί την καταστροφή που θα επέρχονταν στην Κύπρο μετα από ένα αδερφοκτόνο σπαραγμό ανάμεσα όχι πλεον στις δυνάμεις του και στο Μακάριο, αλλα ανάμεσα στις δύο μεγάλες παρατάξεις του κυπριακού λαούς, στις ενωτικούς της ΕΟΚΑ Β΄και στους Εφεδρικούς ανένταχτους του Μακαρίου; Ηταναδύνατο να κατανοήσει το μυαλό του ότι με το πραξικόπημα όχι μονο θα εξασθενούσε το ήδη αδυνατισμένο εσωτερικό μέτωπο αλλά θα απέρχονταν η πλήρης διάλυση και εσωτερική ρήξη;
Δεν γνώριζε στ’ αλήθεια οτι με προηγούμενες συμφωνίες Ελλάδας, Τουρκίας, Αγγλίας, η Τουρκία είχε καταστεί εγγυήτρια δύναμη της ανεξαρτησίας της Κύπρου και στην περίπτωση της κατάλυσής της η Τουρκία θα επενέβαινε στρατιωτικά; Εάν η συμφωνία αυτή ήταν τεράστιας σημασίας πολιτικό και εθνικό λάθος του τότε Πρωθυπουργού της Ελλάδος, έτσι έπρεπε να αντιμετωπιστεί; Ποιο στ’ αλήθεια σχεδιασμό είχε κάνει προηγουμένως ο παράφρων Ιωαννίδης σε επίπεδο στρατιωτικό στη Ελλάδα ώστε να αντιμετωπίσει τη Τουρκική Εισβολή; Ποιο στ’ αλήθεια σχεδιασμό είχε κάνει προηγουμένως ο παράφρων Ιωαννίδης σε επίπεδο στρατιωτικό στην Ελλάδα ώστε να αντιμετωπίσει την Τουρκική εισβολή; Οσοι λοιπόν μιλούν για τη μεγάλη προδοσία, για μια μικρότερη Μικρασιατική καταστροφή;, εχου απόλυτο δίκιο. Αλλα δεν πήγαν πίσω και πολλοί, της άλλης πλευράς των Μακαριακών στη στάση τους απέναντι στη μεγάλη Τουρκική απειλή της εισβολής, ώστε να μείνουν άπραγοι είτε να χαίρονται γι’ αυτό που ακολουθησε τους πραξικοπήματος δηλαδή για την εισβολή.
Ο Μακάριος λοιπόν ασκώντας τα τελευταία χρόνια πολιτική αυτοδιάθεσης,έκανε στροφή κοιτάζοντας προς τον τρίτο κόσμος. Αναζητούσε στηρίγματα στη Ρωσία και σε άλλες χώρες. Πήρε για την προστασία του οπλισμό από την Τσεχία και εναντιώθηκε σφόδρα στο στρατιωτικό καθεστώς των Αθηνών. Κλονίστηκανέτσι τα γεωστρατηγικά συμφέροντα κυρίως των Αμερικανών στη περιοχή. Επομένως το παιχνίδι πλέον ήταν πολύ σκληρό και με ζόρικους παίκτες. Αν οι Αμερικάνοι είχαν αποφασίσει ότι για να διατηρήσουν και να προωθήσουν τα συμφέροντα τους στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής και να καταστήσουν μαζί με τους
Άγγλους την Κύπρο ένα αεροπλανοφόρο ενίσχυσης και πραγμάτωσης αυτών των συμφερόντων, ο Μακάριος έπρεπε να φύγει από τη μέση και βρήκαν το πιο κατάλληλο πρόσωπο για να το πράξουν. Τον άφρονα Ιωαννίδη. Να γιατί όλοι οι δυνάμενοι να κατανοήσουν τα γεωστρατηγικά παιχνίδια μιλάνε για προδοσία.
Η εκπόνηση και διεκπεραίωση αυτού του μεγάλου παιχνιδιού είναι γνωστό ότι είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα. Ίσως πιο νωρίς κι από την απόφαση του δικτάτορα να αποσύρει την Ελληνική Μεραρχία από την Κύπρο και να απενεργοποιήσει όλα τα καίρια και κρίσιμα πολυβολεία του Πενταδάκτυλου. Ίσως το μεγάλο παιχνίδι να είχε αρχίσει κι από την εγκατάσταση της δικτατορίας στη Ελλάδα. Σήμερα φαίνεται ότι οι Τούρκοι προχωρούν βήμα-βήμα, σταθερά, αταλάντευτα με στρατηγικό σχεδιασμό στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και στο ίδιο το Αιγαίο. Οι παίχτες του παιχνιδιού είναι γνωστοί και σκληροί. Να προσέξουν τα πιόνια, που τα τοποθετούν αυτού που τα κρατούν εκεί που θέλουν και τα παίζουν στα δάκτυλά τους.
Έγινελοιπόν, μόλις βρεθήκαμε στις εγκαταστάσεις του εφεδρικού σώματος, δίπλα στο ΡΙΚ, μια πρώτη διασπορά της Μοίρας στην ευρύτερη περιοχή και αποφασίσαμε τις θέσει των σκοπών, τις συνθέσει και τα δρομολόγια, των περιπόλων κατά τη νύχτα, για την ασφάλεια των καταδρομέων. Την επομένη 24 Ιουλίου, αν θυμάμαικαλά, μας επισκέφτηκε ο Στρατηγός Καραγιάννης από το Γ.Ε.Ε.Φ. Η Μοίρα σε αναφορά επιθεωρήθηκε από το Στρατηγό, ο οποίος διαπίστωσε το υψηλό φρόνημα και το ηθικό των καταδρομέων, παρα το θυμό και την οργή μας των προηγούμενων ημερών για τα συμβάντα και περνώντας μπροστά από κάθε καταδρομέα χαιρέτισε όλους έναν- έναν, στρατιωτικά και δια χειραψίας και τους επαίνεσε για την επιτυχία της αποστολής τους.
Η παραμονή μας στις εγκαταστάσεις του εφεδρικού ήταν ολιγοήμερη. Τις ημέρες αυτές υπήρχε ενας έντονος προβληματισμός για τις εξελίξεις και τους χειρισμούς που θα ακολουθούνταν από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδας Κωνσταντίνο Καραμανλή. Μάθαμε για τη συνάντηση του Υπουργού Εξωτερικών κ. Μαύρου με τον ομόλογό τους ΤούρκοΓκιουνές στη Γενεύη, προκειμένου να εξευρεθεί λύση στην υπάρχουσα κρίση. Την περίοδο αυτή, από 24 Ιουλίου μέχρι 14 Αυγούστου η Ελλάδα ασκούσε την πολιτική της καλής θελήσεως κί όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια η Τουρκία σχεδίαζε τον Αττίλα -2. Ετσι η συνάντηση της Γενεύης ήταν ενας διπλωματικός ελιγμός της Τουρκίας για να βελτιώνει αμαχητί τις θέσεις της και να προωθείται σε νέα εδάφη και από την άλλη για να προετοιμάζει το μεγαλύτερο όγκο των στρατιωτικών της δυνάμεων για τη σαρωτική επέλαση του Αττίλα- 2. Η Ελλάδα στο διάστημα αυτό δεν έστειλε ούτε ένα στρατιώτη στην Κύπρο, ούτε ένα όπλο, ούτε ένα πυροβόλο, ούτε ένα αρμα, ούτε ένα αεροπλάνο, ούτε ένα πολεμικό πλοίο. Και δεν έστειλε βέβαια ποτέ όσο κρατούσε ο Αττίλας -2.
Ετσι η μονη δύναμη που εστάλη στη Κύπρο και ήταν όπως φάνηκε εκ των υστέρων για την τιμή των όπλων ήταν οι 319 καταδρομείς της Α΄ Μ.Κ. και οι 22 της Γ΄ Μ.Κ.
Η Τουρκία στο διάστημα αυτό της λεγόμενης εκεχειρίας και των συνομιλιών στη Γενεύη πέρα από το ότι ενισχύσει τις θέσεις της και από το ότι προετοιμάζεται στρατιωτικά για το 2ο γύρο, σαρώνει τον ουρανό με προπαγανδιστικό υλικό το οποίο ρίχνει από αεροσκάφη και στο οποίο αναγράφει ασύστολα ψεύδη: 1) ότι ήρθαν στη Κύπρο ως ειρηνοποιοί. 2) ότι ήρθαν να αποκαταστήσουν την τάξη. Και το χειρότερο, ζητούσαν από τους έχοντες όπλα να τα πετάξουν . Ίσως αυτά τα προπαγανδιστικά λόγια να έπεισαν κάποιους, οι οποίοι συμπεριφέρθηκαν ανάλογα. Μήπως εξηγείται έτσι και η ολοσχερής εγκατάλειψη της Αμμοχώστου από τους κατοίκους της, χωρίς να υπάρξει η παραμικρή άμυνα και εν συνεχεία είσοδος των Τούρκων σ’αυτή αμαχητί και δια περιπάτου;
Το ιδιαίτερα μικρό προγεφύρωμα των Τουρκικών δυνάμεων από την Κυρήνεια μέχρι το Κιόνελι ήταν πολύ μικρό και δεν ικανοποιούσε τους αντικειμενικούς τους σκοπούς. Η προώθηση και υλοποίηση της προαποφασισμένης διχοτόμησης έπρεπε να επιτευχθεί με κάθε μέσο. Με διπλωματικούς ελιγμούς που θα ξεγελούσαν την Ελλάδα, με ανεμπόδιστες στρατιωτικές κινήσεις και προώθηση σε νέες εδαφικές θέσεις, ακόμη και με τη βοήθεια των ΟΗΕδων, με στρατιωτική προετοιμασία για το δεύτερο μεγάλο γύρο, με προπαγανδιστικό υλικό και το οποίο κατέκλυσαν όλους τους χώρους. Και η Ελλάδα με Πρωθυπουργό τον Κων/νο Καραμανλή θρηνολογούσε για την κακή τύχη να έχει «Συμμάχους» και μια δικτατορία που διέλυσε το στρατό και τον κατέστησε ανίκανο να υπερασπιστεί την εθνική της αξιοπρέπεια. Αυτά ουσιαστικά έλεγαν ο Αρχηγός Γ.Ε.Ε.Θ.Α και οι αρχηγοί των όπλων στον Καραμανλή, ότι ο στρατός αδυνατεί να αντιμετωπίσει την υπάρχουσα κατάσταση. Γι’ αυτό και δεν έστειλανούτε ένα φαντάρο στην Κύπρο. Και ο Πρωθυπουργός μας «τιμώρησε» τους συμμάχους μας με τον να αποχωρήσει η Ελλάδα για μικρό χρονικό διάστημα από το ΝΑΤΟ.
Στις εγκαταστάσεις του εφεδρικού σώματος στα νότια της Λευκωσίας παραμείναμε 10-12 ημέρες. Ένα βράδυ συγκεντρωθήκαμε μετα από διαταγή του Διοικητή μας και επιβιβαστήκαμε σε στρατιωτικά φορτηγά. Μόλις ανεβήκαμε σε αυτά είπα μέσα μου «θαμας προωθήσουν βορειότερα ώστε να είμαστε σε μικρή απόσταση από τις Τουρκικές δυνάμεις είτε για να τους επιτεθούμε κάποιος βράδυ, αφού η ειδικότητά μας ήταν ο ανορθόδοξος πόλεμος, είτε για να τους αντιμετωπίσουμε σε νέα προσπάθεια τους για προέλαση…». Κανείς δε μας είχε πει πού πάμε. Μετά από λίγη ώρα, με μεγάλη μου έκπληξη αφού είχα προσανατολιστεί πολύ καλά στο χώρο, αν και νύκτα, διαπιστώνων ότι αντί να κινηθούμε βόρεια προς τη μεριά των Τούρκων κινούμασταν νότια, στον οδικό , άξονα Λευκωσίας-Λεμεσού. Στο στρατιωτικό φορτηγό που ήμουνα ήταν μόνο καταδρομείς και ο Κύπριος οδηγός και φυσικά κανείς δεν ήξερε που πάμε. Μια και μόνη σκέψη επικράτησε μέσα μου. Ήρθε στην Ελλάδα ο Κων/νος Καραμανλής και «ο Πόλεμος» τελείωσε. Αυτό ήταν. Τα βρήκανε με τους Τούρκους. Είχα διαβάσει και το προπαγανδιστικό τους υλικό και είπα μέσα μου «τόσο γρήγορα έφεραν την ειρήνη και αποκατέστησαν τη τάξη; πολύγρήγορα δεν αποχωρούν και οι Τούρκοι; Μάλλον αφού έτσι «ντόμπρα και σταράτα» υποσχέθηκαν με τις προκηρύξεις τους, έλεγα μέσα μου. Είχε αντικατασταθεί και ο δωτός πρόεδρος του Ιωαννίδη, Σαμψών από τον πολιτικό ΓλαύκοΚληρίδη, οπότε επήλθε η ομαλότητα στη Κύπρο. Φαίνεται ότι αποχωρούμε κι εμείς αφούπάμε κατά Λεμεσό, μάλλον έρχονται πλοία να φύγουμε για την Ελλάδα. Αυτό ήταν.» δεν θυμάμαι πολύ καλά τη ημερομηνία, αλλά θα πρέπει να ήταν 5-10 Αυγούστου.
Μετά από μία διαδρομή 15 έως 20 περίπου χιλιομέτρων τα στρατιωτικά φορτηγά στρίβουν αριστερά, μπαίνουν σε ένα χωματόδρομο και μετα από λίγοι σταματούν μέσα σε ένα μικρό δάσος από πεύκα που φαίνονταν να υπήρχαν παλιές στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Η ταμπέλα του δρόμου έγραφε: «προς Σταυροβούνι».
Εκει κατεβήκαμε και στρατοπεδεύσαμε. Φαίνονταν ενας ασφαλής χώρος αφού με τα δέντρα παρείχε δυνατότητα απόκρυψης . αλλα και πάλι σκέφτηκα, ίσως τις σκέψεις τις εξέφρασα και στον Ταγ/ρχηΜανουρά «Αν μας χρειάζεται η Κύπρος γιατί ήρθαμε τόσο πίσω από τη διαχωριστική γραμμή..;». κανείς δεν μπορούσε να δώσει πειστική απάντηση σε κανένα. Σε συνεργασία με τον Ταγ/ρχηςΜανουρά και τον Ταγ/ρχη Κυριακού αποφασίσαμε τις θέσεις των σκοπών γύρω από το διοικητήριο αλλα και στον ευρύτερο χώρο της διασποράς των Λόχων. Το επόμενο ίσως βράδυ περιφερόμενος στην ευρύτερη περιοχή, βλέπω να έρχονται κι άλλα στρατιωτικά αυτοκίνητα πάνω στα οποία φαίνονταν τοποθετημένα συστήματα τηλεπικοινωνιών. Οι στρατιώτες χειριστές τους τα εγκατέστησαν στις παρυφές του δασυλλίου, δυτικά του Διοικητηρίου της Μοίρας, το οποίο βρίσκονταν πάνω σε ύψωμα. Η εγκατάσταση των τηλεπικοινωνιών του στρατού έδειχνε διάφανα ότι θα ερχόντουσαν δίπλα μας κάποιοι ανώτεροι αξιωματικοίκαι ίσως υπέθεσα να ήταν από την Ελλάδα ή από το Γ.Ε.ΕΦ.
Θα ήταν ίσως το ίδιο βράδυ, όταν διέταξε ο Ταγ/ρχης Κυριακού διευθυντής του 2ου γραφείου να πάρω μερικούς καταδρομείς και να τους εγκαταστήσω σε σημεία που θα επέλεγα εγώ ως σκοπούς, κάτω στα δέντρα κοντά στα συστήματα τηλεπικοινωνιών. Πρέπει να ήταν πολύ προχωρημένη ώρα, ίσως να ήταν και 11-12 το βράδυ.
Πλησιάζοντας με τους καταδρομείς στο χώρο βλέπω στημένες κάποιες μεγάλες σκηνές και δύο ανώτερους αξιωματικούς με φαιοπράσινες φόρμες να πλησιάζουν προς το μέρος μου. «Είσαι αξιωματικός» με ρωτούν; Μάλιστα, τους απάντησα, αναφέροντας ότι είμαι ο ΈφεδροςΑνθ/γος Αποστολάκης Χαράλαμπος. Τότε ο ένας μου λέει με έκδηλη ανησυχία: «ξέρεις πού θα τοποθετήσεις τους σκοπούς;» «εξερεύνησα μόλις ήρθαμε βήμα- βήμα». Αμέσως ο δεύτερος αξιωματικός που ήταν δίπλα του λέει «Μην ανησυχείς. Αυτοί εδώ καιξέρουν και βλέπουν την νύκτα καλύτερα από τις γάτες..». αφού τοποθέτησα τους σκοπούς απομακρύνθηκα. Επειδή όμως, επέστρεψα μετα από δύο ώρες και έκανα έφοδο στους σκοπούς για να δω αν πηγαίνουν όλα καλά, ώστε να αισθάνονται ασφαλείς οι Στρατηγοί μας.
Την επόμενη μέρα έμαθα ότι δίπλα στο χώρο που εγκατασταθήκαμε είχε έρθει ολόκληρη η Διοίκηση του Γ.Ε.Ε.Φ. Τώρα είπα μέσα μου, λύθηκε η απορία μου «κατά που πάμε νότια της Λευκωσίας..». η Α΄Μοίρα Καταδρομών λοιπόν είχε πάρει διαταγή να στρατοπεδεύσει στο Σταυροβούνι, 20 περίπου χιλιόμετρα νότια της Λευκωσίας και να αποτελέσει ουσιαστικά όχι εφεδρεία όπως νόμιζαν κάποιοι, αλλα φρουρά των επιτελών του Γ.Ε.Ε.Φ Ανάμεσα σε αυτούς ήταν φυσικά και ο Αρχηγός του Γ.Ε.Ε.Φ. Στρατηγός Καραγιάννης.
Η Μοίρα βρισκόταν καθημερινά σε κινητικότητα. Σκοπιές, νύκτα και μέρα, περίπολα τη νύκτα, διασπορά στη γύρω περιοχή, έφοδοι των αξιωματικών στις σκοπιές κλπ.
Μια μέραενας σκοπός που βρίσκονταν στη δυτική πλευρά του υψώματος πάνω στο οποίο ήταν το Διοικητήριο της Μοίρας κατόπτευε το δρόμο Λευκωσίας- Λεμεσού. Κάποια στιγμή εντοπίζει ένα στρατιωτικό τζιπ του ΟΗΕ να έχει σταματήσει πίσω από ένα δέντρο και να βιντεοσκοπεί την περιοχή μας. Ενημερώνει αμέσως τον Ταγ/ρχη Κυριακού του 2ου γραφείου. Κατά σύμπτωση ήμουν εκεί κοντά. Με διατάσσει ο Ταγ/ρχης να ανέβω στο τζιπ που είχαμε δίπλα με δυο καταδρομείς και ένα πολυβόλο και να τους κυνηγήσουμε . από τη θέση που βρισκόμασταν δεν είχαμε οπτική επαφή με το δρόμο κι έπρεπε να κατέβουμε από ένα χωματόδρομο χαμηλότερα. Κατά την ταχύτατη κίνησή μας το τζίπ σήκωσε ψηλά την σκόνη του δρόμου και μέχρι να έρθουμε σε οπτική επαφήμε τους ΟΗΕδες, εκείνοι κατάλαβαν τι συμβαίνει και εξαφανίστηκαν προς την κατεύθυνση της Λευκωσίας.
Γιατι να βιντεοσκοπούσαν την περιοχή η ΟΗΕδες;γιατί τράπηκαν σε φυγή; Έχοντας την οδυνηρή εμπειρία του αεροδρομίου ήμασταν πολύ καχύποπτοι. Το περιστατικό το αναφέρω για να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι, όπως αποδείχτηκε συνέλλεγαν πληροφορίες για τις θέσεις των Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων προκειμένου να τις αξιοποιήσουν παρέχοντας στοιχεία στους Τούρκους.
Στις 14 Αυγούστου, στις 6.30 το πρωί, η Τουρκία εξαπολύει τον Αττίλα-2. Από τις θέσεις που ήμασταν, φαίνονταν στον ορίζοντα αεροσκάφη βομβαρδισμού τα οποία βομβάρδιζαν περιοχές ακόμη και νοτιότερα της Λευκωσίας. Αμέσως στη Μοίρα σήμανε συναγερμός και κινήθηκε προς τις προβλεπόμενες θέσεις διασποράς, εφαρμόζοντας τα σχέδιά της. Εγώ πήρα διαταγή από Ταγ/ρχηΜανουρά να παραμείνω με 2-3 καταδρομείς στο Διοικητήριο της Μοίρας, γιατι εκεί βρίσκονταν το αρχείο της και διάφορα αντικείμενα προς φύλαξη.
Κάποια στιγμή πλησιάζοντας αρκετά κοντά στα αεροσκάφη βομβαρδισμού και αστραπιαία σκέφτηκα ότι οι πληροφορίες των ΟΗΕδων με τη βιντεοσκόπηση που έκαναν έφτασαν στο προορισμό τους. Τα αεροσκάφη έκαναν μια στροφή μακριά από τη θέση μας και γύρισαν πίσω. Αυτό σημαίνει ότι είτε δεν εντόπισαν το στόχο τους, είτε δεν τον αξιολόγησαν ως στόχο, ειτε οι χειριστές διέκριναν τα τετράκανα αντιαεροπορικά, φοβήθηκαν και απομακρύνθηκαν.
Την επομένη 15 Αυγούστου, ημέρα της Παναγίας, το ίδιο σκηνικό με τον Αττίλα -2. Η Μοίρα βρίσκεται εξω από το χώρο εγκατάστασης σε διασπορά έχοντας ανοίξει ορύγματα μάχης. Στις 16 Αυγούστου το πρωί έρχεται διαταγή να κινηθούν με Π.Α.Ο των 90 χιλ. δυο Αξιωματικοί της Μοίρας μαζί με τους καταδρομείς χειριστές των αντιαρματικών όπλων προκειμένου να ενισχύσουν την αντιαρματική άμυνα σε περιοχές γύρω από τη Λευκωσία. Οι Αξιωματικοί που πήραν αυτήν τη διαταγή ήταν ο Υπολοχαγός Ντούβας Νικόλαος (μετέπειτα αρχηγός του ΓΕΣ) και ο ανθυπολοχαγός Κοϊμτζόγλου Νικόλαος. Για τις αποστολές τους αυτές πιστεύω θα μιλήσουν και θα γράψουν και οι ίδιοι.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη ιστορική σημασία να ειπωθεί και να υπογραμμιστεί είναι το εξής: εκτός από τις δύο παραπάνω αποστολές των ΠΑΟ, ουδεμία αποστολή πολεμικής εμπλοκής δόθηκε ούτε στη Μοίρα, ούτε σε τμήμα ή ομάδα έστω της Μοίρα κατά τον Αττίλα -2. Η πιθανή ερμηνεία ενός τέτοιου ταπεινωτικού κατά την άποψή μου, ρόλου που επιφυλάχτηκε στην Α΄Μοίρα καταδρομών να αποτελέσει φρουρά ασφαλείας των επιτελών του Γ.Ε.Ε.Φ. στο Σταυροβούνι μόνο με δύο τρόπους μπορεί να δοθεί: 1) ή οι επιτελείς και ο Στρατηγός του Γ.Ε.Ε.Φ ένιωθαν τόσο ανασφαλείς και δεν είχαν εμπιστοσύνη σε κανέναν για την ασφάλειά τους, παρα μόνο στους καταδρομείς της Μοίρας, 2) ή είχαν εκτιμήσει ότι το «παιχνίδι» του πολέμου ήταν πράγματι σικέ, η τράπουλα του σημαδεμένη, οι αποφάσεις ειλημμένες, η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας σε κατάσταση παράλυσης και πανικού και επομένως η όποια ενδεχόμενη προσφορά και θυσία των καταδρομέων της Α΄ Μ.Κ να ήταν μάταιη. Ηταν γνωστή επίσης η οργή και ο θυμός που υπήρχε στο εσωτερικό μέτωπο του Κυπριακού λαού για το πραξικόπημα και τις συνέπειες του και επομένως οι επιτελείς μας έπρεπε να προσέχουν την ασφάλεια τους κυρίως από αυτήν την κατεύθυνση.
Ίσως να συναποφάσισαν οι επιτελείς του Γ.Ε.Ε.Φ ότι ισχύουν και οι δύο παραπάνω περιπτώσεις αθροιστικά. Στις 16 και 17Αυγούστου οι Τούρκοι καταφέρνουν να πετύχουν ολους τους πολιτικούς και στρατιωτικούς στους στόχους, οι οποίοι είχαν σχεδιαστεί φαίνεται χρόνια πριν, και τώρα έβρισκαν τη χρυσή ευκαιρία. Οι Άγγλοι και Αμερικάνοι είχαν φροντίσει έγκαιρα να δώσουν ουσιαστική χείρα βοηθείας στον Τούρκο εισβολέα. Δεν ήταν μόνο το Αγγλικό ελικοπτεροφόρο «ΕΡΜΗΣ», οι πληροφορίες που έδιναν, αλλά και η γραπτή απειλήτους το πρωί της 11-7-74 μετα την άφιξη των ΝΟΡΑΤΛΑΣ ότι στο εξής «θα αναχαιτίζουν κάθε αεροσκάφος που θα υπερίπταται της Κύπρου χωρίς την άδειά τους» σήμα που έστειλα στο ΑΕΔ (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων). Με απύθμενο θράσος και προκλητικότητα έλεγαν δηλαδή στο ΑΕΔ της Ελλάδας «Στους Τούρκους δίνουμε πράσινο φως σε βομβαρδιστικά, αεροσκάφη ρίψεων αλεξιπτωτιστών, σε ελικόπτερα, σε πλοία κλπ, στους Έλληνες δεν επιτρέπουμε να περάσει ούτε φαντάρος». Και αυτή τους την απειλή την στήριζαν όπως έλεγαν «στις συμφωνίες εγκαθίδρυσης των Βρετανικών βάσεων στην Κύπρο».
Η θρασύτητα των Αγγλων είχε αποτυπωθεί αμέσως μετα την άφιξη των καταδρομέων στη Κύπρο μετα ΝΟΡΑΤΛΑΣ. Στο βιβλίο του «ΑΠΟΦΑΣΗ – ΑΠΟΒΑΣΗ» ο γνωστός Τούρκος Δημοσιογράφος Μεχμέτ Αλί Μπιράντ αναφέρεται στην πτήση των ΝΟΡAΤΛΑΣ με τίτλο «ΠΤΗΣΗ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ» και αποκαλύπτει ότι η πρεσβεία της Αγγλίας στην Κύπρο διαμαρτυρήθηκε έντονα για το γεγονός αυτης της αποστολής. Συγκεκριμένα γράφει ότι τα μεσάνυχτα ο πρεσβευτής της Αγγλίας ξύπνησε τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών και τους επέδωσε μια διακοίνωση διαμαρτυρίας διατυπωμένη σε εντονότατο ύφος, ότι Ελληνικά αεροσκάφη είχαν παραβιάσει τον εναέριο χώρο των Αγγλικών βάσεων στη Κύπρο, αναφερόμενος προφανώς στην αποστολή μας με τα ΝΟΡΑΤΛΑΣ.
Οι Άγγλοιλοιπόν, Αμερικάνοι και Τούρκοι παρέλυσαν και ταπείνωσαν με την αποφασιστικότητα που επέδειξαν, ολόκληρη την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Ελλάδας και πέτυχαν τους αρχικούς, από ετών, στρατηγικούς αντικειμενικούς τους σκοπούς, να καταλάβουν το 40% του Κυπριακού εδάφους και να χαράξουν τη γραμμή διχοτόμησης. Οι αντιδράσεις των Αγγλων έπιασαν τόπο και γι’ αυτό δεν έστειλαν ουτε ένα φαντάρο μετα την αποστολή μας με τα ΝΟΡΑΤΛΑΣ. Ηταν άλλη μια από τις σοβαρότερες ταπεινώσεις που είχε υποστεί η χώρα μας σε πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο, από τη Μικρασιατική καταστροφή και μετά.
Τα ιστορικά διδάγματα απο τους αναίσχυντους ρόλους των Μεγάλων δυνάμεων σε βάρος της πατρίδας μας και των εθνικών μας συμφερόντων να γίνουν παραδείγματα προς αποφυγή αλλων λαθών, στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, στη Θράκη και άλλου.
Στις 18 Αυγούστου φθάνουν πληροφορίες που μιλούν για κινήσεις των Τούρκων να καταλάβουν τον οδικό Άξονα Λευκωσίας – Λεμεσού με πρόθεση να κινηθούν νοτιότερα. Μπροστά στο ενδεχόμενο αυτό η Μοίρα πήρε διαταγές, πέρασε σε επίκαιρα σημεία προ το δεξιό κυρίως πλευρό του δρόμου από Λευκωσία προς Λεμεσό, βορειότερα από το Σταυροβούνι, και στις θέσεις αυτές ανέμενε εξελίξεις που τελικά δεν υπήρξαν.
Στις 19 Αυγούστου βρίσκομαι δίπλα στο Διοικητήριο, κοντά στο Διοικητή μας Ταγ/ρχηΠαπαμελετίου Γεώργιο. Θα ήταν πρωινή ώρα όταν διαπιστώνω να εχει μια έντονη τηλεφωνική επικοινωνία με κάποιο αξιωματούχο του Γ.Ε.Ε.Φ. Η αντίδραση του ήταν έντονη κι έβγαζε θυμό σε υψηλούςστόχους. Από τα λεγόμενά του κατάλαβα ότι του ζητούσαν να αποστείλει μια δύναμη διμοιρίας καταδρομέων στη Λευκωσία για την προστασία κάποιου υψηλού Αμερικάνου Αξιωματούχου. Ο Διοικητής μας αντιδρούσε, προς τιμή του, λεκτικά με πολύ θυμό και οργή λέγοντας: «Η Ελλάδα μας έστειλε εδώ για να υπερασπιστούμε την Κύπρο από το βάρβαρο εισβολέα και όχι για την ασφάλεια του κάθε που…η Αμερικάνου..». Ειπε κι άλλα κοσμητικά επίθετα κι έκλεισε σιχτιρίζοντας το συνομιλητή του χωρίς να ανταποκριθεί προφανώς στην πίεση και στη διαταγή που δέχονταν από τον Έλληνα αξιωματούχο. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα πολύ μεγάλη περηφάνεια για τον Διοικητή που είχα, αν και ήμουν περήφανος για αυτόν από τότε που τον γνώρισα στο Μάλεμε Χανίων. Του έκανα ένα θετικό νεύμα και εκδήλωσα την ικανοποίησή μου. Μέσα σε δύο ώρες από το τηλεφώνημα ακούσαμε την είδηση ότι στη Λευκωσία άγνωστοι σκότωσαν τον Αμερικανό πρέσβη Ρότζερ Ντέιβις και τραυμάτισαν τη ιδιαιτέρα του Αντουανέτα Βαρνάβα. Αυτός ήταν ο αξιωματούχος Αμερικανός στον οποίο ήθελαν να στείλουμε ασφάλεια από καταδρομείς δίνοντας εντολές στο διοικητή μας.
Στο Σταυροβούνι λοιπόν η Α΄Μοίρα Καταδρομών είχε μετονομαστεί αμέσως μετά την άφιξη της στη Κύπρο σε 35η Μοίρα Καταδρομών, έχει ως αποστολή την ασφάλεια των επιτελών του Γ.Ε.Ε.Φ και του αρχηγού της Στρατηγού Καραγιάννη. Παράλληλα βρίσκεται καθημερινά σε διαρκή κινητικότητα μετατο τέλος των επιχειρήσεων των Τούρκων, στη διάρκεια των οποίων βρισκόταν υπο διαρκή συναγερμό. Εχει τοποθετήσει πολυβολεία στις πλαγιές και τα υψώματά της γύρω περιοχής, παρακολουθεί στενά τον οδικό ΆξοναΛευκωσίας- Λεμεσού, εφαρμόζει εκπαιδευτικά προγράμματα, κάνει βολές με τα όπλα ευθυτενούς τροχιάς και με τα αντιαρματικά όπλα. Γενικα, διεκπεραιώνει όλα όσα αφορούν στη στρατιωτική ζωή σε περίοδο κρίσεων.
Στις 30 Νοεμβρίου 1974, μετα από 4 μήνες παράτασης της θητείας μου ήρθε η διαταγή της απόλυσής μου. Έφυγα τα χαράματα εκείνης της ημέρας με άλλους 10 περίπου απολυόμενους, χωρίς να δω και να χαιρετήσω κανένα. Ολοι τους είχαν πάει σε θέσεις διασποράς γιατι είχε σημάνει κάποιος συναγερμός, όπως αυτός συνέβαινε να γίνεται πολύ τακτικά.
Ταξιδέψαμε από Λεμεσό για Πειραιά με το πλοίο. Φθάνοντας Στον Πειραιά οι εφοριακοί μας έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο, για δύο κούτες τσιγάρα που κρατούσαμε. Η απογοήτευσή μας όμως έγινε μεγάληόταν διαπιστώσαμε ότι δεν υπήρχε ούτε ενας αξιωματικός του Γ.Ε.Ε.Θ.Α για να μας υποδεχθεί. Ήμασταν οι πρώτοι οπού γυρίζαμε πίσω, από την αποστολή αυτοκτονίας των ΝΟΡΑΤΛΑΣ. Την αρχική απογοήτευση διαδέχθηκε η απορία, γιατί δεν ήρθε κανείς; Οι υπόλοιποι παρέμειναν για μεγάλο χρονικό διάστημα στη Κύπρο. Θεώρησα ύψιστο χρέος μου, ηθικό κα ιστορικό να παρουσιάσω, μετα από 35 χρόνια τα πράγματα όπως τα είδα και τα έζησα με το νου και την ψυχή ου την εποχή εκείνη.
Για το μεγάλο αυτό χρέος προς την ιστορική αλήθεια, θεωρώ ότι πρωτίστως πρέπει να μιλήσουν αρμοδιότεροι, από σεβασμό στον αδερφό Κυπριακό Ελληνισμό για την μεγάλη καταστροφή και τα δεινά που υπέστη, να πουν γυμνή την αλήθεια και να ζητήσουν οσοιευθύνονται για τη μεγάλη τραγωδία ταπεινά τουλάχιστον μια μεγάλη ΣΥΓΓΝΩΜΗ.
Το ότι η Κύπρος προδόθηκε από συμμάχους Άγγλους και Αμερικάνους και από τους υποτακτικούς τους εντός Ελλάδος είναι πλέον βέβαιο με στοιχεία. Αυτό θα αποτυπωθεί άλλωστε και από τους ιστορικούς.
Δυο ιστορικά δεδομένα είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προδοτικού σχεδιασμού που υπήρξε από πλευράς ηγεσίας της εποχής εκείνης.
- Η εντολή παράδοσης του Αεροδρομίου Λευκωσίας στις 23 Ιουλίου 1974 στους ΟΗΕδες ένα και μόνοσκοπό εξυπηρετούσε:
Α. Οι Τουρκικές δυνάμεις προσπάθησαν προφανώς να καταλάβουν το αεροδρόμιο μετα τη άφιξή μας για να εμποδίσουν αφενός τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί το αεροδρόμιο για την αποστολή κι αλλων Ελληνικών δυνάμεων, αλλα και για να το χρησιμοποιήσουν αφετέρου για την εξυπηρέτηση των δικών τους στρατιωτικών αποστολών.
Β. αφούλοιπόν δεν τα κατάφεραν οι Τούρκοι, οι ΟΗΕδες πίεσαν προφανώς κάποιους της πολιτικής ηγεσίας της Ελλάδος να περάσει ο έλεγχος του αεροδρομίου στα χέρια τους ώστε να μπορούν έτσι να εμποδίσου δραστικά άλλες ελληνικές αποστολές για να μην κινδυνεύσει το προδιαγεγραμμένο σχέδιο των Τούρκων και η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία μας δέχτηκαν αυτήν την πίεση.
- Οι πληροφορίες του Προέδρου της Κύπρου Γλαύκου Κληρίδη στο δεύτερο γύρο των επιχειρήσεων ότι οι Τούρκοι πιθανόν να καταλάμβαναν τον οδικό Άξονα Λευκωσίας – Λεμεσού προφανώς ένα στόχο είχε από τη μεριά των Τούρκων. Να αποκόψουν την κίνηση ελληνικών δυνάμεων αν συνέβαινε αυτές να αποβιβάζονταν από τα νότια λιμάνια της Κύπρου και ιδιαίτερα από τη Λεμεσό. Όταν πληροφορήθηκαν οι Τούρκοι ότι η Ελλάδα δεν έστειλε ουτε ένα στρατιώτη δε χρειάστηκε να κάνουν την παραπάνω ενέργεια.
Η υπόσχεση του Ανδρέα Παπανδρέου όταν ήρθε στην εξουσία το 1981, ότι θα άνοιγε τον φάκελο της Κύπρου για να μάθει ολη την αλήθεια ο Ελληνικός λαός και να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι, έμεινε ως ανέκδοτο στην πολιτική του διαδρομή ως Πρωθυπουργός της χώρας.
Αυτό δείχνει τις πελώριες αθέατες πλευρές της τραγωδίας της Κύπρου και τις τεράστιες πολιτικές και στρατιωτικές ευθύνες που είχαν οι άνθρωποι που χειρίστηκαν τη μεγάλη υπόθεση. Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να ανοίξει ένα θέμα που θα έκαιγε πολύ κόσμο, που θα έδειχνε το ραγιαδισμό και την υποταγή σε ξένες δυνάμεις αρκετών κορυφαίων ανδρών αυτού του τόπου. Γι’αυτό και δεν τόλμησε καμία κυβέρνηση και κανέναςΠρωθυπουργός στα 35 χρόνια που πέρασαν να αγγίξει αυτό το θέμα. Μπορεί να φοβήθηκαν τα τεράστια κύματα της λαϊκής οργής που θα έκαιγαν τους ίδιους και τους ξένους τοποτηρητές στη χώρα μας.
Τα χρόνια περνούσαν από το 1974 και μετά και ουδεμία κίνηση φαινόταν στο ορίζοντα για τα θύματα προδοσίας και της Κυπριακής Τραγωδίας. Οι Έλληνες φαντάροι της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και οι καταδρομείς της Α.Μ.Κ που πήραν μέρος στην αποστολή αυτοκτονίας ήταν σαν να μην γεννήθηκαν, σαν να μην υπηρέτησαν, σαν να μην υπήρξαν στα μητρώα αρρένων. Οι νεκροί και οι τραυματίες άγνωστοι για τους πολιτικούς μας. Έχοντας λοιπόν αυτές τις πληροφορίες από τη μια, και μια συνείδηση που διαρκώς μου ασκούσε έλεγχο για τα όσα γνώριζα από την άλλη, αποφάσισα 4 χρόνια μετά να στείλω την εξής επιστολή στον τότε Υπουργό Εθνικής Άμυνας Ευάγγελο Αβέρωφ.
Κύριε Υπουργέ.
Είμαι ενας από τους καταδρομείς που πήραν μέρος στη μυστική επιχείρηση αερομεταφοράς καταδρομέων των Χανίων στη Λευκωσία το βράδυ της 21ης Ιουλίου 1974.
Δε θα εκθέσω τις συνθήκες αφίξεως της Μοίρας στη Λευκωσία, ούτε τη παρεμπόδισή της από τον ΟΗΕ, ούτε την αδρανοποίησή της κατά τη δεύτερη φάση των επιχειρήσεων, γιατι πιστεύω ότι τα γνωρίζετε πολύ καλά. Θα αναφερθώ όμως στο θέμα νεκρών και των τραυματιών μας. Υπάρχουν πάρα πολλές οικογένειες που θρηνούν τα παλληκάρια τους που κείτονται στην Κυπριακή γη υπακούοντας στην εθνική τους συνείδηση και στις επιταγές της Πατρίδας. Όμως αλίμονο, πέρασαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια από τότε και η πατρίδα φαίνεται ότι ξέχασε και τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Η πατρίδα ζήτησε τη ζωή τους και εκείνοι την έδωσαν χωρίς γογγυσμό.
Κι όμως ΚύριεΥπουργέ σε κανένα χαρτί δεν γράφτηκε «Τιμή στα παλληκάρια που αψήφησαν το θάνατο». Και σας ρωτώ γιατί;»
Στις 7 Σεπτεμβρίου 1978 το Γ.Ε.Σ μου στέλνει την εξής επιστολή:
Προς κ. Αποστολάκη Χαράλαμπον ΓενικονΕπιτελείον Στρατού
Οδός Ι. Κονδυλάκη 68 ,Ρέθυμνο 1ον Επιτελικό Γραφείον/4Ε
ΚΟΙΝ. Στρ/κον Γραφείον κ. ΥΕΘΑ ΑΘΗΝΑΙ 7 Σεπτ. 1978
ΓΕΣ/1ον ΕΓ/4
ΘΕΜΑ: Ηθικαίαμοιβαί Εφέδρων Αξ/κών
ΣΧΕΤ. Επιστολη κ. Αποστολάκη Χαραλ. Προς κ. Υ.Ε.Θ.Α
Γνωρίζεται, εις απάντησιν επιστολής υμών προς τον κ. Υ.Ε.Θ.Α ότι υπο της υπηρεσίας αναγνωρίζονται και εκτιμώνται, όλωςιδιαιτέρως, αι προσφερθείσαι από των Ελλήνων μαχητών θυσίαι και υπηρεσίαι εν γένει, κατά τους διάφορους αγώνας του Έθνους και αναμένομεν ότι εις το μέλλον θα καταστεί δυνατόν ν’αντιμετωπισθεί ευνοϊκώς και το σχετικό αίτημα υμών.
Ακριβές αντίγραφο Υπ/γοςΓεώργιος Καραδήμας
Βας. Ραγκούσης Δ/ντής Β’ Κλάδου
Σ/ρχης 1ου ΕΓ/Γ.Ε.Σ
Τα χρόνια περνούσαν, αλλα η πρώτη μεταδικτατορική κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Κων/νο Καραμανλή και Υπουργό Εθνικής Άμυνας τον Ευάγγελο Αβέρωφ, δεν έκανε απολύτως τίποτα.
Μόλις κέρδισε τις εκλογές τον Οκτώβριο του 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου θεώρησα ότι έπρεπε να στείλω στον ίδιο προσωπικά μια ανάλογη επιστολή, αφού προεκλογικά είχε δείξει πολύ μεγάλη ευαισθησία για το μεγάλο θέμα της Κύπρου, λέγοντας μάλιστα σε υψηλούς τόνους ότι θα άνοιγε και το σχετικό φάκελο.
Δυο μήνες μετα τη ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑ.ΣΟ.Κ έστειλα την παρακάτω επιστολή στον ίδιο τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος.
Προς: Τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος
Αξιότιμο κ. Ανδρέα Παπανδρέου Δ/νση: Κονδυλάκη 62 Ρέθυμνο
Ρέθυμνο , 1/12/1981
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Αντιλαμβάνομαι ότι με τι την ενέργειά μου αυτή, κάνω κατάχρηση του πολύτιμου χρόνου σας. Όμως το θέμα για το οποίο θα σας απασχολήσω είναι πολύ σοβαρό.
Πρόκειται για τα ανύποπτα θύματα του Εθνικού δράματος της Κύπρου για τους Έλληνες φαντάρους.
Ως έφεδρος Ανθυπολοχαγός των Καταδρομών έλαβα μέρος στη επιχείρηση αερομεταφοράς της Α΄ Μοίρας καταδρομών, από το αεροδρόμιο Χανίων στη Λευκωσία, το βράδυ της 21ης Ιουλίου 1974.
Ασφαλώς γνωρίζετε όλες τις πτυχές του Κυπριακού δράματος και επομένως γνωρίζετε και το ιστορικό αυτής της αποστολής. ΅Εκείνο για το οποίο αξίζει να σταθούμε περισσότερο είναι το θέμα των νεκρών και των τραυματιών της μονάδας.
Για πολλούς και διάφορους λόγους δεν μπόρεσα μέχρι σήμερα να εχω επικοινωνία με τους συγγενείς των 29 νεκρών (28 οπλιτών και ενός εφέδρου Αξιωματικού), καθώς και με 10 τραυματίες της παραπάνω αποστολής. Από τις εφημερίδες πληροφορήθηκα πέρυσι ότι μερικοί από τουςγονείς των νεκρών έκαναν αγωγή κατά του Δημοσίου και ζητούσαν αποζημιώσεις, μιας και μέχρι τότε δεν υπήρχε ουσιαστικό ενδιαφέρον από τη μεριά της πολιτείας και ότι ο κ. Ευάγγελος Αφέρωφ έδωσε εντολή να σταματήσουν οι δικαστικές διαδικασίες. Ο σκοπός ήταν προφανής.
Κύριε πρωθυπουργέ
Στο νομό Ρεθύμνης, όπου κατοικώ, βρίσκεται ένας από τους 10 τραυματίες. Λέγεται Ανδρουλάκης Γεώργιος και έχει διαμπερές τραύμα στην κερκίδα του δεξιού χεριού με αρκετά μεγάλη αναπηρία. Από το 1974 μέχρι σήμερα ταλαιπωρήθηκε αρκετάστα Νοσοκομεία και στις μετακινήσεις προκειμένου να πάρει κάποια σύνταξη. Η στρατιωτική Υγειονομική Υπηρεσία, άγνωστο για ποιο λόγο, του έβγαζε συνεχώς μικρότερα ποσοστά αναπηρίας από εκείνα που προέβλεπε ο νόμος περί αναπήρων, που τον τελευταίο καιρό ψηφίστηκε στη Βουλή, με αποτέλεσμα οι αρμόδιες υπηρεσίες να απορρίπτουν τις αιτήσεις του.
Σας ζητώ συγνώμη κ. Πρωθυπουργέ που σας απασχολώ με αυτό το θέμα, αλλά πιστεύω ότι δεν είναι προσωπικό για τον παραπάνω τραυματία. Το θέμα αφορά γενικότερα, όλους τους τραυματίες της Α’ Μοίρας Καταδρομών αλλά και εκείνους της ΕΛ. ΔΥ. Κ και τις οικογένειες των νεκρών.
Είμαι σίγουρος πως σήμερα που οι λαϊκές δυνάμεις πήραν την εξουσία, η Πατρίδα θα αναγνωρίσει την προσφορά και τη θυσία των παιδιών της. Τα στρατευμένα αυτά παιδιά του λαού μας έπεσαν θύμα αδίστακτων, ντόπιων και ξένων, την περίοδο αυτή.
Ο ελληνικός λαός σίγουρα δεν αναγνωρίζει το μέγεθος της προδοσίας όπως δεν γνωρίζει και τους λόγους που θάφτηκε η υπόθεση της τραγωδίας της Κύπρου. Προς την κατεύθυνση αυτή σίγουρα θα βοηθήσει το άνοιγμα του φακέλου της Κύπρου για να διδαχτεί ο λαός μας, ώστε να μην επιστρέψει αλλη φορά τέτοιες εθνικές τραγωδίες. Σας αναφέρω ότι ειμαι στη διάθεση Σας για την παροχή στοιχείων κατά το άνοιγμα του φακέλου της Κύπρου.
Με τιμή
Χαρ. Αποστολάκης.»
Ήμουνα σίγουρος ότι ενας Πρωθυπουργός που με αποφασιστικότητα και δυναμισμό έδειχνε το ενδιαφέρον του για την Κυπριακή τραγωδία θα έδινε εντολή να αντιμετωπιστεί θερμά το θέμα των νεκρών και των τραυματιών.
Επειδή πίστευα ότι έπρεπε να είχα λάβει άμεση απάντηση από το γραφείο του Πρωθυπουργού για το θέμα των νεκρών και των τραυματιών, κατι που δεν έγινε, έσπευσα 4 μήνες μετα να στείλω παρόμοια επιστολή στις 15-4-1982 προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας κύριο Αντώνιο Δροσογιάννη, η οποία έχει ως εξής:
ΠΡΟΣ Ρέθυμνο, 15-4-1982
Τον κ. Υ.Ε.Θ.Α Αντώνη Δροσογιάννη
Κύριε Υπουργέ,
Επεδίωξα να επικοινωνήσω μαζί σας με αυτή την επιστολή, γιατι σε προηγούμενη προσπάθειά μου να σας συναντήσω προσωπικά στο γραφείο σας στο ΥΠ.ΕΘ.Α απετυχε επειδή είχατε λίγο φόρτο εργασίας .
Χωρίς να παραγνωρίσω το γεγονός ότι και με αυτόν τον τρόπο επικοινωνίας αποσπώ εστω και λίγο από τον απόλυτα πολύτιμο χρόνο σας, όμως το θεωρώ αναγκαίο γιατι πρόκειται να σας απασχολήσω για μια σοβαρή πτυχή του Κυπριακού δράματος.
Η πτυχή αυτή κύριε Υπουργέ αφορατο θέμα των νεκρών και των τραυματιών της Κυπριακής συμφοράς του 1974. Ως Έφεδρος Ανθυπολοχαγός πήρα μέρος στην επιχείρηση αερομεταφοράς της Α΄Μοίρας Καταδρομών από το αεροδρόμιο Χανίων στη Λευκωσία τη νύκτα της 21ης Ιουλίου 1974. Όταν έρθει η ώρα του ανοίγματος του φακέλου της Κύπρου, κάτι που ζητά ολόκληρος ο ελληνικός λαός, θα φανεί μέσα από το πλαίσιο της μεγάλης προδοσίας και το φιάσκο αυτής της αποστολής. Προς το παρόν θα σας απασχολήσω μόνο με τα θύματα εκείνης της περιόδου. Οι νεκροί της μονάδας μας ήταν 28 καταδρομείς κι ένας Έφεδρος Αξιωματικός, ενώ οι τραυματίες ήταν 10 καταδρομείς . Για πολλούς και διάφορους λόγους δεν μπόρεσα να έρθω σε επικοινωνία με τους τραυματίες και με τους συγγενείς των νεκρών. Μοναδική εξαίρεση σ’ αυτό αποτελεί ο τραυματίας Ανδρουλάκης Γεώργιος, επειδή διαμένουμε στον ίδιο νομό, οποίος έχει διαμπερές τραύμα στον αγκώνα του δεξιού του χεριού με αρκετή πιστεύω αναπηρία. Από το 1974 ταλαιπωρήθηκε αρκετά στα νοσοκομεία, όπως φαίνεται από την ιατρική βεβαίωση, που επισυνάπτω. Οι επανειλημμένες προσπάθειες του να πάρει σύνταξη, αφού δυσκολεύεται να εργαστεί, απέτυχε επειδή οι αρμόδιες υπηρεσίες του απορρίπτουν τις αιτήσεις.
Κύριε Υπουργέ,
Η παραπάνω περίπτωση αγνόησης τραυματία πολέμου, που προσπαθεί να του δοθεί ένα κομμάτι ψωμί εύχομαι να είναι η μοναδική. Όμως πολύ φοβάμαι ότι συμβαίνει το αντίθετο. Και αυτό γιατιανεπιβεβαίωτες πληροφορίες μου λένε ότι δεν έχουν αποκατασταθεί οικονομικά όχι μόνο τα θύματα της Α’ Μοίρας Καταδρομών αλλά και τα θύματα της ΕΛ.ΔΥ.Κ
Την ευθύνη βέβαια φέρνουν στο ακέραιο οι προηγούμενες Κυβερνήσεις που έθαψαν κυριολεκτικά το Εθνικό Θέμα της Κύπρου και μαζί μ’αυτό καταδίκασαν και τα θύματα της Κυπριακής Τραγωδίας αλλά και τις φτωχές οικογένειές τους.
Είμαι σίγουρος ότι σήμερα, που οι λαϊκές δυνάμεις του τόπου μας πήραν την εξουσία στα χέρια τους, η πατρίδα θα αναγνωρίσει την προσφορά και θυσία των ανύποπτων θυμάτων της Κυπριακής Τραγωδίας με το να βοηθήσει οικονομικά τους τραυματίες και τους φτωχούς γονείς των νεκρών.
Τελειώνοντας σας αναφέρω ότι είμαι στη διάθεσή σας για την παροχή στοιχείων κατά το άνοιγμα του φακέλου της Κύπρου, που επιβάλλεται να γίνει όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή για να μάθει ο λαός μας –μεταξύ των άλλων- το μέγεθος της προδοσίας, πράγμα που θα τον διδάξει θετικά και θα τον αρματώσει με την ατσαλένια εκείνη πίστη, ώστε να σταθεί εμπόδιο σε κάθε προσπάθεια, από οποιονδήποτε, να μειώσει την εθνική μας αξιοπρέπεια.
Με τιμή
Χαράλαμπος Αποστολάκης
Στις 12 Απριλίου 1982, πριν αποσταλεί η επιστολή στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας και την 1η Ιουνίου 1982 έλαβα τις παρακάτω επιστολές από το Γ.Ε.Σ.
ΠΡΟΣ ΓΕΣ/Δ01/5 ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ
ΚΟΙΝ: 1. ΓΡΑΦΕΙΟ Α΄ΥΦΕΘΑ 1Ο ΕΠΙΤΕΛΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ/6
2 Αποστολάκη Χαράλαμπο ΑΘΗΝΑ 12 Απρ. 1982
Ρέθυμνο
ΘΕΜΑ: ΖΗΤΗΜΑ ΚΥΠΡΟΥ
ΣΧΕΤ: α) …….β)…….γ)……
- Σας αποστέλλουμε τα ανωτέρω (β) και (γ) σχετικά που αφορούν τον τέως Στρατιώτη Ανδρουλάκη Γεώργιο του Ελευθερίου, ΣΑ: 118/57818/74 δια τις λόγω αρμοδιότητας περαιτέρω ενέργειες.
- Συναφώς σας γνωρίζουμε ότι ο φάκελος τούτου μαζί με πιστοποιητικό τραυματισμού απεστάλη σε σας δια του ανωτέρω α) σχετικού.
Ακριβές αντίγραφο Σ/χης (ΠΒ) Παναγιώτης Ματθαίου
Παναγιώτης Καλδής Υποδιευθυντής
Σ/χης (Σ) – 1ου ΕΓ/6
Χρειάστηκε λοιπόν να περάσουν 8 χρόνια από το 1974 για να υπάρξει κινητικότητα στο Γ.Ε.Σ , η οποία φυσικά έγινε μετα από τις επιστολές στο Πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου και τον Υπουργό Εθνικής Αμυνας Αντώνη Δροσογιάννη.
Η επόμενη επιστολή που έλαβα εγραφε τα εξής
ΠΡΟΣ: Γενικό Λογιστήριο ΓΕΝΙΚΟ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟ ΣΤΡΑΤΟΥ
Του Κράτους ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ/Γρ5
Υπηρεσία Συντάξεων ΑΘΗΝΑ, 1Η ΙΟΥΝΙΟΥ 1982
Κοιν. 1. Αποστολάκη Χαράλαμπο
2 Γραφείο Α΄ΥΦΕΘΑ
ΘΕΜΑ: Συντάξεις πολεμικής περιόδου
Αποστέλλομεν την συννημένηναλληλογραφίαν δι’ εξέτασιν αιτήματος και πληροφόρηση ενδιαφερομένου και παρακαλούμεν όπως συσχετισθεί μετά της συνταξιοδοτικής αλληλογραφίας του τέως στρατιώτη Ανδρουλάκη Γεωργίου του Ελευθερίου, η οποία σας διεβιβάσθη με τον (β) σχετικόν.
Ταξ/ρχος Γεώργιος Μαλλιόπουλος
Υποδιευθυντής
Ετσι δειλά –δειλά ξεκίνησαν το 1982 κάποιες διαδικασίες για τη συνταξιοδότηση των τραυματιών της Κυπριακής τραγωδίας, αλλά οι συντάξεις που εδόθησαν ήτα πολύ πενιχρές. Ο Ανδρουλάκης Γεώργιος από το Ρέθυμνο γνωρίζω ότι πήρε σύνταξη το 1986, 15.000 δραχμές το μήνα, μετά από αφάνταστες ταλαιπωρίες. Η σύνταξη ξεκίνησε από το 1986 που βγήκε η απόφαση του Γ.Λ.Κ και όχι από το 1974 που ήταν τραυματίας. Έτσι προσέφυγε στα δικαστήρια διεκδικώντας αναδρομικά από το 1974. Η δικαιοσύνη με την αριθ. 4494/19-1-1990 δικαστική απόφαση του επιδίκασε αναδρομική αποζημίωση από το 1974 730.000 δραχμές. Τι έκανε γι’ αυτό η επίσημη πολιτεία; Ο νομικός του ΥΠ.ΕΘ. Άμυνας κ. Σοφός Αναστάσης άσκησε έφεση το 1990 κατά της παραπάνω δικαστικής απόφασης για να την ακυρώσει!!!
Μπροστά σ’αυτή την πρόκληση και αχαρακτήριστη πράξη της πολιτείας έγραψα εξ ονόματος του Ανδρουλάκη Γεωργίου την παρακάτω επιστολή προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας κύριο Ιωάννη Βαρβιτσιώτη, την οποία μάλιστα κοινοποίησα στις εφημερίδες «ΝΕΑ», «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» και «ΕΘΝΟΣ», καθώς και στον νεοϊδρυθέντα «Σύλλογο Κομάντος’74»
Η επιστολή εχει ως εξής:
ΠΡΟΣ: τον ΥΕΘΑ κ Ιωάννη Βαρβιτσιώτη
Κύριε Υπουργέ
Λέγομαι Γεώργιος Ανδρουλάκη και είμαι τραυματίας της περιόδου Ιουλίου 1974 κατά την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο. Πιο συγκεκριμένα τραυματίστηκα στις 23 Ιουλίου 1974 στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας υπερασπίζοντας το χώρο αυτό από την επίθεση που εξαπέλυσαν οι τουρκικές δυνάμεις, συμμετέχοντας στην αποστολή της μονάδας των Λ.Ο.Κ που έφυγε στις 21 Ιουλίου από την Κρήτη.
Μετα τον τραυματισμό μου – εχω διαμπερές τραύμα στον αγκώνα του δεξιού χεριού- ταλαιπωρήθηκα επι δύο χρόνια στα διάφορα νοσοκομεία και η πολιτεία μας με «τίμησε» με την περιφρόνησή της, ανταποδίδοντας μου ετσι την «πίστη» της στα εθνικά ιδανικά για τα οποία πήγα τότε να δώσω το αίμα μου.
Πέρασαν από το 1974, 12 χρόνια και μολις το 1986 πήρα μια σύνταξη πείνας (15.000 δραχμές το μήνα) μετα από αφάνταστες ταλαιπωρίες. Σημειώστε ότι ήμουνα αγρότης και το διαμπερές τραύμα μου κατέστρεψε το δεξί χέρι με το οποίο έβγαζα το ψωμί μου. Από τοτε μέχρι σήμερα αγωνίζομαι να πείσω τους αρμοδίους ότι είμαι τραυματίας από 23 Ιουλίου 1974 και επομένως δικαιούμαι από τότε, έστω και αυτή την ταπεινωτική για τραυματία πολέμου σύνταξη, αλλα μάταια. Αναγκάστηκα να προσφύγω στα δικαστήρια ώσπου με την αριθμ. 4494/19-1-1990 δικαστική απόφαση θα έπαιρνα 730. 000 δραχμές! Γι’αυτό το χρονικό διάστημα δηλαδή 5.000δρχ. το μήνα. Και ξαφνικά έρχεται η απρόσμενη και οδυνηρή έκπληξη. Ο νομικός σας σύμβουλος κ. Σοφός Αναστάσης έκανε έφεση κατά της παραπάνω απόφασης για να την ακυρώσει. Και σας ρωτώ κ. Υπουργέ. Γιατί συνεχίζεται αυτή η απαράδεκτη αντιμετώπιση τραυματιών πολέμου; Γιατι με απόλυτα συνειδητό τρόπο μας στερείτε ακόμα και αυτά τα ψυχία που μας δίνουν ταδικαστήρια; Μήπως η πολιτεία υποκρίνεται ότι δεν τα γνωρίζει πως συμμετείχαμε τότε σε εθνική πολεμική αποστολή από 21 Ιουλίου 1974.
Η μήπως το μήνυμα που πρέπει να πάρουμε τελικά είναι ότι με τον ίδιο τρόπο θα «τιμηθούν» οι νεκροί και τραυματίες από ένα ενδεχόμενο πόλεμο, τώρα μάλιστα που απειλείται η εθνική μας ακεραιότητα από βορρά και ανατολή;
Με τιμή
Γεώργιος Ανδρουλάκης
Τραυματίας 1974 στη Κύπρο
Φαίνεται ότι με τις αντιδράσεις που υπήρξαν και για άλλες πολλές παρόμοιες περιπτώσεις ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας υποχώρησε. Αλήθεια όμως είναι συμπεριφορά και αντιμετώπιση αυτή η υβριστική στάση της πολιτείας απέναντι σε ανθρώπους ου έδωσαν το αίμα τους και που στο κάτω-κάτω η ίδια η πολιτεία τους έστειλε εκεί που τους έστειλε.
Τα δεινά, οι ταλαιπωρίες, οι ύβρεις, η ατίμωση που δοκίμασαν όλα τα θύματά της Κυπριακής τραγωδίας θα έχουν ασφαλώς καταγραφεί με κάθε λεπτομέρεια από τους συλλόγους που τους εκπροσωπούν και εχω την ελπίδα ότι ο Σύλλογος «Κομάντος 74» που εκπροσωπεί τους καταδρομείς της Α΄ Μ. Κ. θα αναφερθεί λεπτομερειακά σε αυτό το μεγάλο θέμα.
Ολες αυτές οι ατιμωτικές για τους νεκρούς και τραυματίες πολέμου συμπεριφορές της πολιτείας μας οφείλεται στη μικροψυχία της απέναντι στα θύματα της περιόδου εκείνης, επειδή μόνο και μόνο υπηρέτησανκάτω από τις διαταγές του δικτατορικού καθεστώτος.
Ο λόγος είναι προφανής. Η πολιτεία μας τόσα χρόνια πιστή στου Αμερικανούς και τους Άγγλους που καθόρισαν το παιχνίδι της εποχής εκείνης ασκώντας μάλιστα πιέσεις να μην αποσταλούν στρατεύματα για την υπεράσπιση της Κύπρου,θέλησε να δείξει περίτρανα σ’αυτές τις δυνάμεις ότι έμεινε πιστή στις εντολές τους και ότι η Ελλάδα δεν έκανε πόλεμο στην Κύπρο και άρα δεν απέστειλε εκείΈλληνες Στρατιώτες.
Έτσι εξηγείται η γελοιότητα της και η προσβολή και ταπείνωση προς τους νεκρούς και τους τραυματίες να τους εντάξει στο νόμο του 1940, όταν εκείνοι ήταν ακόμα αγέννητοι, προκειμένου να δώσει αποζημιώσεις που τους όφειλε κι αυτές πενιχρές, κουτσουρεμένες και πολύ καθυστερημένες χρονικά. Μολις το 1998, 24 χρόνια ολόκληρα μετα το 1974 ψήφισε η ελληνική βουλή δύο αράδες με το άρθρο 21 του Ν. 2641/1998, που περιέχειδεκάδες από άσχετα θέματα με τη διατύπωση: «Για τις Ελληνικές Δυνάμεις που ενεπλάκησαν με οποιοδήποτε τρόπο στα γεγονότα κατά τη χρονική περίοδο από 20 Ιουλίου 1974 έως 20 Αυγούστου 1974 στην Κύπρο, η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται ως πολεμική». Τρέχα γύρευε ..δηλαδή.
Γιατι όμως τις δικτατορίες, τις προδοσίες, τις οσφυοκαμψίες προς τους ξένους, τους εφιάλτες τις πατρίδας μας πρέπει να πληρώνουν οι Έλληνες φαντάροι –πολίτες; Γιατίπρέπει να πληρώνει γι’ αυτά ο λαός μας; Πότε θα τιμωρηθούν οι ένοχοι της Κυπριακής Τραγωδίας;
Μπάμπης Αποστολάκης .