Άνω Μέρος
Στο εύανδρο Άνω Μέρος, με τους χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους της Κεντριανής ράτσας, ύστερα από επιλογή ( όπως και σ’ όλα τα χωριά), εκτέλεσαν τριάντα τέσσερις έφηβους και άνδρες και τέσσερις γυναίκες. Από τις ομαδικές εκτελέσεις κανένας δε διασώθηκε. Στερούμαστε επομένως και της ελάχιστης άμεσης πληροφορίας κατά την ώρα της σφαγής. Οι λίγοι που δραπέτευσαν ή κατά τύχη βρέθηκαν έξω από το θανάσιμο κλοιό και παρακολουθούσαν ανήμποροι να βοηθήσουν, από τα γύρω υψώματα, μαρτυρούν ότι οι μελλοθάνατοι οδηγούντο δεμένοι κατά ζεύγη στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ένδειξη ότι δεν κάθισαν με σταυρωμένα χέρια. Ότι κάποια πάλη θα έγινε με τα μοιραία επακόλουθα του άνισου αγώνα.
Παροτρύνσεις για δυναμικές αναμετρήσεις σημειώθηκαν στο σχολείο, στη διαδικασία της διαλογής των μελλοθάνατων. Ο γέρο Ζάχαρης Φραγκουδάκης ψιθύριζε στους εγκλωβισμένους: «Να τωνε μοντάρουμε μωρέ. Θα μας σκοτώσουν που θα μας σκοτώσουν». Μια ενέργεια, με κανένα βέβαια πρακτικό αποτέλεσμα σωτηρίας. Ούτε όπλο, ούτε «βέργα» υπήρξε στα χέρια τους. Μονάχα το θάρρος που δεν αρκούσε να ξεφύγουν από την τραγική μοίρα τους.
Στο Άνω Μέρος συναντούμε και μια πράξη πατραγαθίας και είναι κρίμα να τη σκεπάσει ο πέπλος της λησμονιάς. Μετά την εντολή των Γερμανών, οι Ανωμεριανοί να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, ο Γιώργης Κυριακάκης, κοντά εβδομηντάρης, αδυνατούσε να μεταφέρει τον παράλυτο γιο του έξω από την απαγορευμένη ζώνη. Παρακίνησε με φορτικότητα τ’ άλλα μέλη της οικογένειάς του να αναχωρήσουν κι αυτός δε τον εγκατέλειψε. Πατέρας και γιος εκτελέστηκαν μέσα στο σπίτι τους! Έτσι συνήθως αντιδρούσαν οι φασίστες στις πράξεις μεγαλοσύνης του κρητικού λαού.[1]
[1] Μανουράς ΙΙ, ΙΙΙ. Μαρνιέρος Ι, ΙΙ, ΙV. Θεοδώρου Φουρφουλάκη, Το χρονικό της καταστροφής του Άνω Μέρους, εφ «Κρητικής Ενότης» φ. 42/1984. «ΕΚΕ» 71, 72. «Ρ.Ν.» (Κ).