Στα 40 του Μανόλη Καλαιτζάκη

Νεκρολογία του Εμμ. Μυρ. Γιαννακάκι  Δικηγόρου Αθηνών

 

 

Πολυαγαπημένε και ξεχωριστέ φίλε

Λατρευτέ και αξέχαστε εξάδελφε

Μανώλη

 

Ελπίζω πως θα με έχεις κιόλας συγχωρήσει, που δεν σ΄ αποχαιρέτησα με λόγια όταν μας έφυγες έτσι ξαφνικά κι ανεπάντεχα. Σου εξομολογούμαι. Δεν ήταν δυνατό, γιατί δεν άνοιγε το στόμα, που και σήμερα ακόμη, ύστερα από 40 μέρες, δυσκολεύεται, γιατί ξέρεις καλά πως:

                 “όταν βαθειά πονεί καρδιά

το στόμα ΔΕΝ ανοίγει

δρόμο γυρεύει η γι΄  εμιλιά

μα ο στεναγμός την πνίγει

            Το ξάφνιασμα — το σάστισμα απ΄ το απίστευτο και απροσδόκητο άγγελμα του ξαφνικού σου θανάτου διαδέχθηκε το μούδιασμα, το πάγωμα, η απελπισία.

Αυτά πάλι διαδέχθηκε το κλάμα και ο ΣΠΑΡΑΓΜΟΣ.

Μανόλης Καλαιτζάκης

Δεν είναι δυνατόν να το πιστέψωμε.

Δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσωμε ακόμη και τώρα φίλοι και συγγενείς πως έφυγες από κοντά μας …… Σε νοιώθαμε σαν να είσαι δίπλα μας, γι  αυτό και μιλώ έτσι, διότι έχω την αίσθηση ότι βρίσκεσαι κοντά μας, ανάμεσά μας.

Δεν μπορούμε να πιστέψωμε πως δεν θα πας πια στο Δικαστήριο, δεν θα κατέβεις στην εφημερίδα να γράφεις και να συζητείς, πως δεν θα ξανακατέβεις στην πόλη που λάτρευες και χάριν της οποίας έπασχες και επάσχιζες. Πώς δε θα επισκεφθείς τα χωριά και τα Μοναστήρια του Ρεθέμνου με την αγαπημένη σου οικογένεια και τους φίλους σου, ότι δεν θα ξαναδείς το Σπήλι και τη Γιαλιά, που περίσσια αγαπούσες.

Δεν μπορούμε,να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι θα ζούμε στερημένοι από την θέρμη της αγάπης σου και από την πολύτιμη και ειλικρινή φιλία σου.

 

Μανώλη

Υπήρξες αληθινά μια πολύ μεγάλη μορφή, ως δικηγόρος, ως δημοσιογράφος, ως άνθρωπος. Η προσωπικότητά σου ακτινοβολούσε.

Ως δικηγόρος, εκλεκτός, υπηρέτησες την δικαιοσύνη με ζήλο, αφοσίωση στο καθήκον, ακεραιότητα χαρακτήρα, τιμιότητα και με υψηλό αίσθημα ευθύνης. Πόσες φορές δεν βασανίσθηκες, πόσες νύχτες έμεινες άγρυπνος για να λύσεις σοβαρά προβλήματα, που ενεφανίζοντο στις διάφορες υποθέσεις, προκειμένου να βοηθήσεις ν΄ αποδοθεί το δίκιο. Αυτές βέβαια τις ανησυχίες, τις αγωνίες και τις προσπάθειες δεν τις επληροφορείτο ποτέ ο πελάτης. Τις ήξερες εσύ, γιατί η σεμνότητά σου δεν άφηνε να γίνουν γνωστές.

Τα δικογραφήματά σου άψογα, δομημένα με ωραίες και κομψές εκφράσεις, που υποδηλώνουν την άριστη γνώση της γλώσσας μας, μετά επιχειρημάτων νομικών και πραγματικών και με διατυπούμενους σ΄ αυτά συλλογισμούς, που προδίδουν την οξύνοια, την ευφυΐα σου, και την ευρυμάθειά σου.

Με τις ίδιες αρετές εκοσμείτο και ο προφορικός σου λόγος που είχε στιλπνότητα, χάρη και λεπτό και έξυπνο χιούμορ.

Εσεβόσουν και τιμούσες τον πελάτη, αλλά και τον αντίδικο δεν προσέβαλες.

΄Ησουν ευγενής, με αρχές και αγωγή, γι  αυτό και τις δίκες διεξήγαγες ακόμη και στις σκληρές αντιδικίες πάντοτε με ευπρέπεια και κοσμιότητα και η αντιδικία περιωρίζετο αυστηρά στην υπόθεση και ουδέποτε στα πρόσωπα.

΄Εκανες πράξη αυτό που πίστευες, ότι δηλαδή η δικηγορία είναι διακονία.

Με τους συναδέλφους οι σχέσεις σου ήσαν άριστες και συμπεριφερόσουν προς αυτούς με ευγένεια και ευθύτητα.

 

Από παιδί – απ΄ το Δημοτικό κι όλας Σχολείο – έδωσες σαφή δείγματα της αγάπης σου προς την δημοσιογραφία, με την εφημεριδούλα που βγάζατε μαζί με άλλους συμμαθητές της Στ΄ Δημοτικού – ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΤΑΞΗΣ – όπως την τιτλοφορούσατε.

Η αγάπη σου αυτή δυνάμωσε στα γυμνασιακά και τα φοιτητικά χρόνια και έγινε έρωτας μεγάλος και σφοδρός στην συνέχεια.

Υπήρξες δημοσιογράφος πράγματι ΜΕΓΑΛΟΣ και ΑΡΙΣΤΟΣ.

Εδημιούργησες Σχολή ύφους και ήθους.

 

Τα κείμενά σου, καρπός του σπινθηροβόλου και εύστροφου πνεύματός σου, αποτελούν αληθινά δείγματα γραφής.

Γοηγεύουν, συναρπάζουν και σαγηνεύουν.

Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι υπήρξες απαράμιλλος του λόγου χειριστής και άφησες Εποχή.

 

Βαθύς γνώστης των προβλημάτων της κοινωνικής ζωής και του τόπου και ιδιαίτερα του Ρεθέμνου μας, που λάτρευες – πόσο αλήθεια εύστοχος είναι ο χαρακτηρισμός “Ρεθεμνολάτρης”, που σου αποδόθηκε, άνθρωπος ευαίσθητος με παλλόμενη καρδιά και αληθινό ενδιαφέρον για τους συνανθρώπους, έθεσες την “ηχηρότερη βροντής”, όπως προσφυέστατα απεκλήθη, γραφίδα σου στην υπηρεσία του τόπου, την οποίαν κατηύθυνες με μαστοριά, επιδεξιότητα, σιγουριά, αλλά και τόλμη και αποφασιστικότητα για την λύση των προβλημάτων αυτών.

Υπήρξες πάντοτε ο εκφραστής των παλμών της γενναίας Κρητικής ψυχής και του καθάριου ελληνικού πνεύματος.

Διέθετες δυναμισμό, παλληκαριά και παρησσία.

Ακόμη και στις πιο χαλεπούς και δύσκολους καιρούς που περάσαμε δεν απογοητεύθηκες, ούτε πτοήθηκες, αλλά πάλευες με την πένα σου, και έδιδες θάρρος, ελπίδα και αιδιοδοξία.

 

Αν σκεφθεί δε κανείς ότι αυτά τα τολμηρά και έξυπνα κείμενα τα έγραφες σε εποχή που υπηρετούσες και την στρατιωτική σου θητεία, στα γνωστά χρόνια, τότε ο θαυμασμός μας για σένα, γίνεται ακόμη μεγαλύτερος.

Υπήρξες ακατάβλητος και γενναίος αγωνιστής από τις στήλες της οικογενειακής σας εφημερίδας “ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ”, της αρχαιότερης ημερήσιας εφημερίδας της Κρήτης, της οποίας ήσουν η ψυχή και ιδιαίτερα από την πασίγνωστη στήλη σου.

Είχες την τιμιότητα και την παλληκαριά να παραδέχεσαι το λάθος σου – που πολύ σπάνια διέπραττες_ αλλά και δεν δίσταζες να επαινείς και να επιβραβεύεις και ό,τι το θετικό και όταν ακόμη προήρχετο από πολιτικά αντίθετη παράταξη.

Συνέχισες και ελάμπρυνες την μεγάλη, μακρόχρονη και ιστορική δημοσιογραφική παράδοση της οικογένειας των Καλαϊτζάκηδων.

Αναπαύσου όμως ήσυχος.

Δεν διακόπηκε η παράδοση.

Στα χνάρια σου βαδίζει μια ανερχόμενη δημοσιογραφική δύναμη, που σε διαδέχθηκε στη στήλη, που εσύ εδημιούργησες και ελάμπρυνες.

 

Πάντοτε υπηρέτησες με σεμνότητα και λεβεντιά τα μεγάλα και ανώτερα ιδανικά της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και της ανθρωπιάς, που βαθειά επίστευες και διασάλπιζες.

΄Ησουν το καταφύγιο και ο θερμός συμπαραστάτης των προστρεχόντων σε εσένα.

Και πόσες φορές δεν πικράθηκες απ΄ ανθρώπους για τους οποίους προσπάθησες, αγωνίσθηκες, βοήθησες, αλλά δεν αποκαρδιώθηκες, δεν μετάνοιωσες και δεν άνοιξες ποτέ το στόμα σου στην αχαριστία, τόσο μάλιστα και πάλι ξανάτρεξες και πάλι βοήθησες αυτούς που σε πίκραναν.

 

Τόσο μεγαλειώδης ήταν η ψυχή σου.

 

Οι Ρεθεμνιώτες, που ξέρουν να εκτιμούν τους ανθρώπους, σε επέλεξαν και εξέλεξαν Δήμαρχό τους.

΄Ησουν ο πρώτος Δήμαρχος της πόλεως και ο νεώτερος Δήμαρχος της Πατρίδας μας μετά την μεταπολίτευση.

Και από την θέση αυτή υπηρέτησες με ζήλο και ασυνήθιστη δραστηριότητα την προώθηση και λύση των προβλημάτων του Ρεθέμνου, των οποίων ήσουν πλήρως ενήμερος.

Εδημιούργησες σπουδαίο έργο, το οποίο με περισσή σεμνότητα αρνήθηκες να προβάλεις. Δίκαια εχαρακτηρίσθηκες επιτυχημένος Δήμαρχος.

Επί Δημαρχίας σου επεσκέφθηκαν και ετίμησαν την πόλη μας κορυφαίοι άνθρωποι του πνεύματος και της πολιτικής, ακαδημαϊκοί, πρωθυπουργοί και πρόεδροι της Δημοκρατίας.

 

Οι λόγοι σου και οι προσφωνήσεις σου προς αυτούς έμειναν μνημειώδεις, τόσο μνημειώδεις μάλιστα που εξέχων και κορυφαίος πολιτικός αισθάνθηκε την ανάγκη να σου πει:

 

Κύριε Δήμαρχε

Δικαιώσατε την πνευματικήν

παράδοση του Ρεθύμνου

 

            Προσέφερες πάντοτε και δεν πήρες τίποτε φεύγοντας από το αξίωμα, παρά μόνο την ικανοποίηση ότι έκανες στο ακέραιο το καθήκον σου.

Σε σένα βρίσκει την εφαρμογή η ρήση του σοφού Βίαντα

δει τον αγαθόν άνδρα

παυόμενον της αρχής

μη πλουσιώτερον, αλλά

ενδοξότερον γεγονέναι

 

Εφάρμοσες πιστά και χωρίς καμιά παρέκκλιση την υποθήκη του αείμνηστου πατέρα σου.

         “Ζήσετε και αγωνισθήτε

ΓΙΑ το Ρέθυμνο

 

Μανιό

 

Είναι αλήθεια ότι το αγαπημένο μας Ρέθυμνο ορφάνεψε με την αναχώρησή σου.

 

Επίστευες, πολύ στη φιλία. Είμαστε περήφανοι όσοι μας τιμούσες με την φιλία σου.

 

Εδημιούργησες, με την ζηλευτή συμβολή της  αγαπημένης σου Λιλής, που επί 30 ολόκληρα χρόνια, από τα φοιτητικά θρανία στάθηκε δίπλα σου αχώριστη και πολύτιμη βοηθός και συμπαραστάτης σε κάθε σου βήμα, αδιάκοπα με λατρεία και αφοσίωση, και σε εμψύχωνε σε κάθε σου προσπάθεια, μια υποδειγματική και αξιοζήλευτη οικογένεια εις την οποίαν ήσουν αφοσιωμένος.

 

΄Ησουν σπουδαίος σύζυγος και στοργικός πατέρας και είσαστε μια ευτυχισμένη οικογένεια.

Αυτήν την ευτυχίαν ζήλεψαν οι μοίρες και σε πήραν από την αγαπημένη σου οικογένεια, τον αγαπημένο σου αδελφό, τόσο νέο.

 

Μανιό – αγαπημένε μας

Μανιό

Με αυτά τα λόγια που είπα παραπάνω δεν έκαμα βέβαια ούτε αποτίμηση ούτε παρουσίαση του τόσο πλούσιου και γόνιμου έργου σου και της αμέτρητης προσφοράς σου στον τόπο, στους συγγενείς, στους φίλους, γνωστούς και αγνώστους,θα ήταν άλλωστε ακατόρθωτο ή θα χρειαζότανε χρόνος πολύς.

΄Εχουν γραφεί και θα γράφωνται για πολύ καιρό ακόμη τόσο πολλά από πολλούς άλλους.

΄Αλλωστε όσα και να γραφούν πάλι θα είναι λίγα.

 

Μόνο μερικές χαρακτηριστικές επισημάνσεις ήθελα να κάμω.

 

Πιο πολύ όμως ήθελα να τονίσω και να υπογραμμίσω και από την σοφία και τις απέραντες γνώσεις και το ταλέντο σου – που μαρτυρούν πώς είχες την σφραγίδα της δωρεάς – την καλωσύνη και την ανθρωπιά σου, αλλά και την απλότητά σου, παρά την σπουδαία καταγωγή από ονομαστές και ιστορικές οικογένειες της Κρήτης των Καλαϊτζάκηδων και των Τσουδερών και την ευπροσηγορία, την ευγένεια, την πραότητα, και την μειλιχιότητά σου, αρετές που εκληρονόμησες από τους υπέροχους γονείς σου και που εδίδαξες και μεταλαμπάδευσες, με την πολύτιμη βοήθεια και συμβολή της άξιας γυναίκας σου, στα υπέροχα παιδιά σου.

 

Μας έφυγες ξαφνικά, Μανώλη, την ώραν που βρισκόσουν στο απόγειο της πνευματικής σου ακμής και πολύτιμης προσφοράς.

Το κύρος σου και το καθόλα ηθικό σου παράδειγμα θα αποτελούν για πολλά χρόνια φάρο τηλαυγή και οδηγό.

 

Υπήρξες διαπρεπής και σπουδαίος ΑΝΘΡΩΠΟΣ.

 

΄Ολες οι αρετές σου, που ενδεικτικά ανέφερα, συνδυασμένες με μια συνεπή και αταλάντευτη Χριστιανική πίστη, χωρίς τυμπανοκρουσίες, σε είχαν αναδείξει σε σεβαστή από όλους και ολοκληρωμένη προσωπικότητα, εμπνέουσα τον σεβασμό και την εκτίμηση.

 

Μανώλη μας

αναπαύσου ήσυχος.

 

Στην πολυαγαπημένη σου οικογένεια, την Λιλή σου και τα υπέροχα παιδιά σου, το Γιάννη και τον Μεχλή, που κλρονόμησαν όλες τις χάρες και τις αρετές σου, αφήνεις την καλύτερη κληρονομιά:

 

Το καλό όνομα και αμέτρητους φίλους.

 

Την μεγαλύτερη και καλύτερη αναγνώριση του έργου σου και την δημιουργική σου προσφορά και την αγάπη στου συνανθρώπους σου και την μεγαλύτερη ανταμοιβή σου αποτελεί η απέραντη λαοθάλασσα, που πλημμύρισε το Ρέθυμνο και μεταβλήθηκε σε ένα ατελείωτο λαϊκό προσκύνημα.

Αυτή η αναγνώριση και δικαίωση αποτελεί βάλσαμο παρηγοριάς.

 

Δάσκαλε της πέννας

και

της ανθρωπιάς

 

Υποκλινόμαστε με βαθύτατο σεβασμό και άφατη οδύνη και σπαραγμό στην μνήμη σου, που θα παραμείνει αιωνία.

Καλοκαίρι  1989

Αφήστε μια απάντηση