Κρητική Επιθεώρηση 03/02/1981
Εντελώς ξαφνικά πέθανε και κηδεύτηκε την περασμένη Παρασκευή στα Περιβόλια
ο αγαπητός συμπολίτης
ΠΕΤΡΟΣ Κ. ΓΙΑΓΚΙΟΖΗΣ
(ή Πετρής)
Μέσα στην κοσμοχαλασιά της πρόσφατης κακοκαιρίας, λίγοι συμπολίτες
πληροφορήθηκαν τον θάνατο του αξέχαστου Πέτρου Γιαγκιόζη, που η μοίρα του επιφύλαξε
κι αυτή την δοκιμασία να πεθάνει δηλαδή μέσα σ’ ένα τρομερό φυσικό σκηνικό που θύμιζε
την αγριότητα μιας άλλης καταστροφής. Της Μικρασιατικής.
Γιατί ο αξέχαστος Π. Γιαγκιόζης ήταν ένας από τους ξεριζωμένους της Μικρασίας,
που γνώρισε μάλιστα όχι μια, αλλά δύο φορές τον διωγμό και τον όλεθρο.
Αλλά παρ’ όλα αυτά, παρά τους κατατρεγμούς και τα βάσανα που του επιφύλαξε η
ζωή, ο Πέτρος Γιαγκιόζης βρήκε απάγκιο και ρίζωσε σε τούτο τον τόπο, απόκτησε
καινούργια Πατρίδα, έγινε ένας γνήσιος Ρεθεμνιώτης, αγαπώμενος και εκτιμώμενος από
την Κοινωνία μας. Κι όλα αυτά χάρις στις αρετές του σαν ανθρώπου, στην ακάματη
εργατικότητα του, στην μεγάλη εντιμότητα του, στην απέραντη καλοσύνη του και στο
ακλόνητο κουράγιο του για την ζωή.
Ασκώντας το επάγγελμα του κρεοπώλη, επι δεκαετίες στην πόλη μας, άφησε εποχή
για την ανθρωπιά, τα αλτρουιστικά αισθήματα και την ακεραιότητα του χαρακτήρα του.
Αξιώθηκε να αποκτήσει μια ευτυχισμένη οικογένεια και να αναθρέψει τα παιδιά του
σύμφωνα με τις αρχές του και να τα δει καλά αποκατεστημένα.
Έτσι έφυγε, ήσυχα, ειρηνικά, αθόρυβα, με την ικανοποίηση του ανθρώπου που
έκανε στο ακέραιο το καθήκον του στη ζωή.
Η Εφημερίδα μας απευθύνει τα θερμότερα συλλυπητήρια της στην Σύζυγο και τα
Παιδιά του αξέχαστου συμπολίτη και εύχεται ελαφρό το χώμα της Ρεθεμνιώτικης γης που
τον σκέπασε.
Κρητική Επιθεώρηση 04/02/1981
ΜΑΝΩΛΗΣ ΑΛΕΞ. ΜΑΡΚΑΚΗΣ
Ένας ακόμη από τους παλαίμαχους δικηγόρους ο εκ του χωρίου Γαράζου
Μυλοποτάμου καταγόμενος Μανώλης Αλεξ. Μαρκάκης πρώην Νομάρχης πέθανε και
εκηδεύθη εις Ηράκλειο όπου από νεαράς ηλικίας είχεν εγκατασταθεί.
Ο Μανώλης Μαρκάκης όχι μόνο εις Ηράκλειον όχι μόνον εις Ρέθυμνο αλλά και εις
Αθήνας έχαιρε μεγάλης εκτιμήσεως ως εκ του ήθους και του ακεραίου χαρακτήρος του
πρόθυμος πάντα να εξυπηρετεί πάντα φίλο και γνωστό.
Ο Μανώλης Μαρκάκης διαβιώσας εις Ηράκλειον υπήρξεν το πρώτυπον των εν
Ηρακλείω εγκατεστημένων Ρεθυμνίων μεγάλη του ήταν η ευχαρίστησις να δέχεται και να
φιλοξενή εις το φιλόξενον σπίτι του πάντα Ρεθυμνιώτη συνάδελφο ή και φίλο τον οποίο
συναντούσε.
Συνέζησεν με σύντροφο στρογικόν την αγαπημένη του σύντροφον χωρίς να
αποκτήσει τέκνα μεγάλη όμως υπήρξεν η συμπαράστασης του στα παιδιά του προώρος
αποβιώσαντος αδελφού του Γιώργη.
Την φίλην οικογένειαν του θερμώς συλληπούμε, ευχόμενος εις αυτήν την εξ ύψους
Παρηγορίαν.
Αντώνιος Καλαϊτζάκης
Δικηγόρος
Κρητική Επιθεώρηση 07/02/1981
ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ
Μανώλης Ζαχαράκης
Γιός ενός φτωχού καφεπώλη, ο Νίκος Ξυλούρης, από τ’ Ανώγεια του Ρεθύμνου,
ξεπετάχτηκε μια μέρα από την αφάνεια για να δημιουργήση με τη ζεστή καθάρια φωνή του
κατάσταση στην ελληνική μουσική και να εξελιχθή σαν ένας από τους μεγαλύτερους
σύγχρονους ερμηνευτές. Ήταν ο πρώτος από τους γιούς του φτωχού μεροκαματιάρη από τ’
Ανώγεια. Ήταν μερακλής και του άρεσε η μουσική. Όταν άκουγε τις παρέες να περνούν
κάτω από το σπίτι του, κάνοντας καντάδες, πεταγόταν απάνω, έβγαινε έξω και πήγαινε
μαζί τους. Από πέντε χρόνων άρχισε να συναναστρέφεται με τους τραγουδιστάδες. Οι
γονείς του δεν την έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι αυτή την κλίση του. Ο μικρός Νίκος
έβαζε τότε τα κλάματα, έκανε φασαρία, τελικά όμως του πέρναγε. Από τότε που μπήκε
στην παρέα των τραγουδιστάδων άρχισε να ξερογλείφεται βλέποντας τη λύρα.
Παρακαλούσε τον πατέρα του να του αγοράση μία. Αυτός τίποτα. Μπήκε τότε στη μέση ο
δάσκαλος του, και πέτυχε την αγορά. Μόνος του άρχισε να μαθαίνη σιγά – σιγά, γιατί,
όπως έλεγε ο ίδιος η λύρα δεν διδάσκεται. Από τα 15 του χρόνια γυρνούσε στα πανηγύρια
και στους γάμους τραγουδώντας. Η μοναδική του δουλειά αυτή ήταν. Η ουσιαστική του
καριέρα άρχισε όταν κατέβηκε στο Ηράκλειο, όπου μένουν πολλοί Ανωγειανοί, και
βοηθήθηκε απ’ αυτούς πάρα πολύ. Στο Ηράκλειο έπαιζε… ευρωπαϊκή μουσική!!
Οι άνθρωποι δεν συνήθιζαν τότε τις μαντινάδες και τα ριζίτικα. Τραγουδούσε
λοιπόν κι έπαιζε ταγκό, βαλς. Μέχρι και τη «Βιολετέρα» είχε παίξει.
Ότι καινούργιο έβγαινε φρόντιζε να το μάθη. Δεν ένοιωθε ικανοποίηση όμως. Αυτός
ήθελε να λανσάρη την Κρητική μουσική. Να κάνει τον κόσμο να την αγαπήση. Λίγο καιρό
αργότερα άνοιξε ο «Ερωτόκριτος» όπου πήγε λυράρης και τραγουδιστής. Παίζοντας μόνο
κρητική μουσική.
Έγραψε και δικά του τραγούδια την εποχή αυτή, που τα αγάπησε όλος ο κόσμος.
Γρήγορα έγινε γνωστός και στην Αθήνα. Οι μερακλήδες κρητικοί ήθελαν να τον πάρουν
στην πρωτεύουσα για να τους διασκεδάζη. Πήγε δοκιμαστικά. Συναντήθηκε με τον
Μαρκόπουλο και 6-7 χρόνια μετά, ο συνθέτης του ζήτησε να συνεργαστούν.
Έτσι τραγούδησε τα «Ριζίτικα» και άρχισε να γίνεται γνωστός και στην υπόλοιπη
Ελλάδα. Η νεολαία αγάπησε το λεβέντικο τραγούδι του και τη ζεστή ερμηνεία του. Στη
μπουάτ «Λήδρα» της Πλάκας έγινε το μεγάλο ξεκίνημα.
Ο Ξυλούρης ήταν ένας γνήσιος άνθρωπος. Απλός γελαστός και προ πάντων σεμνός.
Ο Κρητικός που ποτέ δεν αποχωρίστηκε τη γλυκιά Κρήτη, που τόσους και τόσους λεβέντες
έχει αναδείξει.
Κρητική Επιθεώρηση 08/02/1981
Σαν σήμερα πριν ένα χρόνο
Σίγησε για πάντα το αηδόνι της Κρήτης
Εβαλ’ ο Θεός σημάδι
παλικάρι στα Σφακιά
Πριν από ένα ακριβώς χρόνο. Κι ήταν το παλικάρι τούτο διαλεχτό. Ένα καύχημα της
Κρήτης. Ένα καμάρι της Ελλάδας. Ένα απόκτημα του τραγουδιού. Ήταν ο Νίκος Ξυλούρης.
Γράφανε κείνη τη μαύρη μέρα του Φλεβάρη οι εφημερίδες:
«Ο Νίκος Ξυλούρης, ο μεγάλος λυράρης και τραγουδιστής της Κρήτης δεν υπάρχει
πια. Πέθανε τα ξημερώματα νικημένος από την καταραμένη αρρώστια, που από μήνες τον
είχε καθηλώσει στο κρεβάτι του πόνου. Ο θάνατος ήρθε να σφραγίσει τη μαγική λύρα και
την ανεπανάληπτη φωνή του μεγάλου λαϊκού καλλιτέχνη και να στερήσει την Κρητική και
γενικότερα την Ελληνική μουσική, από έναν από τους πιο δυνατούς και γνήσιους
εκφραστές της».
Τι ήταν ο Νίκος για το πλατύ κοινό αρκεί να δει κανείς τις εκδηλώσεις που γίνονται
στη μνήμη του για να καταλάβει. Ο κόσμος τον λάτρευε γιατί εκείνο το παλληκάρι
ευωδίαζε περηφάνεια, ανθρωπιά, ντομπροσύνη.
Ήταν αναθρεμμένος με τ’ αγέρι του Ψηλορείτη και γαλουχημένος με τις αθάνατες
ηθικές αξίες που τούτο το νησί αιώνες κράτησε ιερά κειμήλια.
Νοιώθοντας βαρύ πάνω του το χρέος αυτής της κληρονομιάς έκανε το παν για να
μην προδώσει τον τόπο της καταγωγής του. Έτσι «ποτέ δεν έσφιξε χέρια μουλιασμένα στο
αδελφικό αίμα» κι ούτε αποζήτησε τιμές κανακίζοντας αφέντες. Τα τραγούδια του ήταν
αναλαμπές παρηγοριάς στο μαύρο σκοτάδι της επτάχρονης τυραννίας. Έστρεφαν το
κουράγιο και φούντωναν την προσμονή.
Μπροστάρης πάντα δεν δείλιασε ούτε κι όταν τα τανκς έπεσαν πάνω στην Πόρτα
του Πολυτεχνείου. Η λύρα του ακόμα και τότε με πιότερη ένταση εμψύχωνε τους
ελεύθερους πολιορκημένους του κτιρίου.
Πότε θα κάνει ξαστεριά…
Πότε θα φλεβαρίσει…
Κι ήρθε η μέρα της χαράς. Και σκόρπισαν τα σύννεφα από τον ουρανό της πατρίδας.
Τώρα ο καλλιτέχνης έπρεπε να στραφεί σε νέες αναζητήσεις.
Ξαναγύρισε λοιπόν σε τούτα τ’ άγια χώματα. Ξέθαψε από τον τάφο της λησμονιάς
ότι παλιό τραγούδι άκουγε. Τόφερε το δίσκο.
«απού θυμούμε τραγουδώ»
Ακολούθησαν κι άλλοι δίσκοι που άντεξαν και αντέχουν στο πέρασμα του χρόνου.
Και τότε που ήταν στ’ απόγειο της δόξας του έστειλε ο χάρος την ύπουλη αρρώστια του
αιώνα μας να ρίξει στο στρώμα το παλικάρι για να μπορέσει πιο εύκολα να του κόψει το
νήμα της ζωής. Μα και τότε σαν νέος Διγενής ο Νίκος πάλεψε. Όσο γινόταν. Όσο
μπορούσε. Δεν λύγισε μια στιγμή. Μα ήρθε το τέλος. Και τότε το μοιρολόι άρχισε απ’
άκρου σ’ άκρο.
Χιλιάδες λαού, τραγουδώντας τα «Ριζίτικα» τον συνόδευσε στη τελευταία του
κατοικία.
Τον νεκρολόγησαν υπουργοί και βουλευτές. Τον τίμησαν άρχοντες και λαός. Και
σήμερα ακόμα, ένα χρόνο μετά το θάνατο του αυτοί που δεν ξεχνούν ετοιμάζουν
εκδηλώσεις στη μνήμη του. Θα γίνουν τέτοιες σήμερα στην Αθήνα, στα Χανιά, το Ηράκλειο.
Στο Ρέθυμνο όμως τίποτα. Ο τόπος που τον γέννησε και τον γαλούχησε σήμερα
θάναι απλός θεατής. Ο τόπος, που τόσο λάτρεψε το παλικάρι, σήμερα το αγνοεί. Γιατί; Για
ποια αιτία; Είναι ν’ απορεί κανείς. Ν’ απορεί και να τρέπεται…
Κρητική Επιθεώρηση 10/02/1981
Ιωάννης Μ. Κλειδής
Αιφνίδιος και απροσδόκητος υπήρξε ο θάνατος του καλού Ρεθεμνιώτη Γιάννη Μ.
Κλειδή. Στην Αθήνα επήλθε, από καρδιακή προσβολή λίγο, μετά το μεσημέρι, της π.
Παρασκευής 6 π.μ. Στην κηδεία του που έγινε την επομένη, στο Νεκροταφείο του
Μπραχάμι όπου διάμενε οικογενειακώς, εδώ και πολλά χρόνια, αθρόα έδωσε το παρών η
Κρητική Παροικία των Αθηνών ανάμεσα στην οποία ο εκλιπών κατείχε εκλεκτή θέση και
έχαιρε πολλής εκτίμησης, συμπάθειας και αγάπης.
Πολύ γνωστός και αγαπητός ήτο στην πόλη μας ο Γιάννης Κλειδής. Γνήσιος γόνος
της πολύκλαδης ιστορικής και ηρωικής οικογένειας των Κλειδήδων διακρινόταν για την
ακεραιότητα του χαρακτήρα, την ευθύτητα και συνέπεια του! Μονάκριβός γιος του
αξέχαστου πράου ηθικού, μειλίχιου λεβεντόκορμου, «Μιχαλάκη» γεννήθηκε εδώ γύρω στο
- Εκείνου του γνήσιου πατριώτη, τοπικιστή και δημοκράτη πατέρα κληρονόμησε τις
αρχές και την αρχοντιά. Τις συνέχισε και τις διατήρησε σαν πολύτιμη παρακαταθήκη μέχρι
προχθές που η μειωμένης αντοχής καρδιά του, δεν μπόρεσε να ξεπεράση τα πρόσθετα
προβλήματα που της προκάλεσαν η ασυνήθιστη βαρυχειμωνιά το βαρύ ψύχος της Αθήνας
και το νέφος της αιθαλομίχλης…
Στην Αθήνα πέθανε και τάφηκε ο τόσο πρόωρα αποβιώσας. Μα η ψυχή του είμαι
βέβαιος θα πλανάται εδώ στην αγαπημένη του πολιτεία. Πριν δύο μήνες που αναχωρούσε
μου τόνιζε:
-Μόλις έλθη και σταθεροποιηθή η Άνοιξη θα επανέλθω. Δεν κάνω πολύ καιρό στην
Αθήνα. Εδώ είναι η ζωή…
Έτσι έκανε εδώ και είκοσι χρόνια που υποχρεώθη από τις σπουδές και τη
σταδιοδρομία των παιδιών του να μετοικήση στην Αθήνα. Έφευγε τέλος Νοέμβρη και
εργαζόταν με τη σύζυγο του τέλος Απρίλη.
Επιτυχών υπήρξε στη ζωή ο μεταστάς. Συνεργαζόμενος με το πατέρα του στις
επαγγελματικές του ενασχολήσεις τις συνέχισε μέχρι τη συνταξιοδότηση του. Ήτο θετικός
νους. Πρακτικό πνεύμα τον διέπε. Έβλεπε μακριά. Στις πνευματικές δυνάμεις που
πληθωρικά τον συνόδευαν υπερείχαν η ευθυκρισία η ευρεία αντίληψη και η πίστη στον
εαυτό του. Νομιμόφρονας, φιλήσυχος και νομοταγής υπηρέτησε την πατρίδα και
εκπλήρωσε πλήρως τις υποχρεώσεις του προς την πολιτεία και κοινωνία. Σαν στρατιώτης,
πολίτης, επαγγελματίας και οικογενειάρχης. Ευτύχησε να συνδέση τη ζωή του με εξαίρετη
σύζυγο τη Φερενίκη του, γόνο της Μεγάλης οικογένειας Μανούσακα εκ Μυριοκεφάλων.
Έζησε αρμονικά μαζί της. Τρία εκλεκτά τέκνα απόκτησαν. Ένα υιό και δύο κόρες. Όλα
επιστήμονες, λίαν ευδοκίμως προσφέρονταν τις υπηρεσίες των στον τομέα του έκαστον.
Ευτύχησε να γίνη παππούς τριών χαριτωμένων εγγονιών. Με καμάρι πάντοτε τα ανάφερε
και με νοσταλγία τα ανάμενε εδώ τα καλοκαίρια για παραθερισμό. Ζωγραφισμένη ήτο η
ευτυχία στο πρόσωπο του όταν τα ένοιωθε γύρω του και απολάμβανε τη θέση της
τρυφερής των αγάπης.
Πέραν των στενών οικογενειακών και συγγενικών δεσμών μας σύνδεαν στενές
σχέσεις αμοιβαίας ειλικρινούς αγάπης, εκτίμησης και φιλίας.
Στην πόλη μας η θλιβερή είδηση του θανάτου του έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία».
Θλίψη πολλή προκάλεσε στην Ρεθεμνιώτικη κοινωνία της οποίας αποτελούσε εκλεκτό
μέλος. Δεν μπορούσε να πιστεύση, ότι ο Γιάννης που μόλις προχθές την αποχαιρετούσε
ακμαίος, εύχαρις, σφριγηλός και υγιέστατος κείται νεκρός!! Μια ακόμη θέση αδειάζει στα
μετερίζια της παληάς αρχοντικής φρουράς με το χαμό του. Που ατυχώς είναι
δυσαναπλήρωτη! Συμμεριζόμενοι την ανείπωτη οδύνη της λίαν προσφιλούς του
οικογένειας των πολυπληθών συγγενών και εκλεκτών φίλων απευθύνομε εγκάρδια
συλλυπητήρια, ευχόμενοι, ελαφρό το χώμα της Αττικής γης που τον σκέπασε.
Αιωνία η Μνήμη του
Α.Σ.Σ.
Κρητική Επιθεώρηση 24/02/1981
ΜΕΛΧΗΣ ΤΣΟΥΔΕΡΟΣ
Ο ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΟΣ
Έκλεισαν φέτος 5 χρόνια από τότε που έφυγε από κοντά μας ένας ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ένας
Άνθρωπος γεμάτος καλοσύνη, χαμόγελο και Αγάπη.
Ο Μελχής Τσουδερός ζωντανό κύτταρο μιας παλιάς ιστορικής οικογένειας της
Κρήτης, σημάδεψε με το πέρασμα του τον χώρο και έδωσε δείγματα ανώτερης ψυχικής και
πνευματικής ομορφιάς.
Πάντα γελαστός, πάντα χαρούμενος, καλοσυνάτος, πράος, ήρεμος, με μια
ανθρώπινη διάθεση, αγάπησε και αγαπήθηκε όσο λόγοι στη ζωή.
Σαν ανώτερος Υπάλληλος της Εθνικής Τράπεζας και σαν Πρόεδρος του Συλλόγου
των υπαλλήλων της, αγωνίστηκε για τα συμφέροντα των συναδέλφων του, με εκείνη την
πολιτισμένη και αποδοτική τακτική, χωρίς πάθος, χωρίς παρεκτροπές, χωρίς
συμβιβασμούς. Για τον λόγο τούτο τιμήθηκε από το Ίδρυμα και το σύλλογο που με τόση
συνέπεια τα υπηρέτησε και τα δυο.
Ο Αλησμόνητος Μελχής έπαψε να ζει ανάμεσά μας, μα η μνήμη του μένει σε μας
και μας χαρίζει την ικανοποίηση πως γευθήκαμε την καλοσύνη την Ανθρωπιά, το μεγαλείο
της ψυχής του και την ομορφιά του πνεύματος του.
ΔΗΜ. ΑΕΤΟΥΔΑΚΗΣ
Κρητική Επιθεώρηση 24/02/1981
Δημήτριος Καστρίτσης
Το Ρέθυμνο σαν κοινωνία, ανάμεσα στ’ άλλα προτερήματα του, έχει και τούτο.
Να μην ξεχνά τους ανθρώπους που σαν δημόσιοι λειτουργοί -σ’ οποιαδήποτε
υπηρεσία- πέρασαν από δω κι υπηρέτησαν το τόπο.
Ανάμεσα τους εκλεκτούς που έζησαν και πρόσφεραν πολλά στο κοινωνικό σύνολο
του Ρεθέμνου, ένας εκλεκτός, διαλεκτός κι αξιοσέβαστος πνευματικός άνθρωπος, ήταν και
ο Δημήτρης Καστρίτσης, που πέθανε τον περασμένο Δεκέμβρη, στην Αθήνα.
Ένας από τους έξι γιους του παπά Καστρίτση -κι ένα από τα εννιά του παιδιά-
γεννήθηκε το 1904 στο χωριό Δάφνη Ευρυτανίας. Τέλειωσε το Γυμνάσιο στο Καρπενήσι κι
ήλθε μεταξύ των πρώτων στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου έδωσε
εξετάσεις.
Αργότερα για ν’ απαλλάξη τους αδελφούς του, που είχαν καταφύγει στην Αμερική
από τα έξοδα των σπουδών του, ώστε να μπορέσουν να τα διαθέσουν για την
αποκατάσταση των τριών αδερφάδων του, έδωσε εξετάσεις και ήλθε από τους πρώτους
πάλι, όταν προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την πρόσληψη τελωνειακών υπαλλήλων.
Υπηρέτησε σαν υπάλληλος στο τελωνείο Πειραιώς, στο τελωνείο Αεροδρομίου 10
χρόνια στα Χανιά και 8 στο Ρέθυμνο.
Την υπόλοιπη υπαλληλική σταδιοδρομία του, την έκανε στην διεύθυνση Πειραιώς
σαν γενικός γραμματέας διευθύνσεως τελωνείων και στο τελωνείο Αθηνών.
Ανέβηκε όλη την κλίμακα της υπαλληλικής ιεραρχίας και αξιώθηκε να ζήσει και 15
έτη συνταξιούχος.
Στη ζωή του τη συζυγική είχε την ευτυχία να μοιραστεί τις χαρές και τους κόπους με
την εξαίρετη κυρία Πολυτίμη.
Μαζί οι δυο τους, αποτελούσαν ένα ξεχωριστό ιδεώδες ζευγάρι πρότυπο συζύγων
και γονέων.
22 μέρες πριν έλθουν στην Κρήτη απόκτησαν το μοναχοπαίδι τους τον Κώστα που
αξιώθηκαν να δουν τακτικό καθηγητή του πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη -με λαμπρές
σπουδές στο εξωτερικό- οικογενειάρχη και πατέρα.
Μα κείνο που θα θυμάται πάντα το Ρέθυμνο με αγάπη πολύ από το Δημήτριο
Καστρίτση είναι η ακέραια φωτισμένη και πνευματική προσωπικότητα του. Σαν
προϊστάμενος άφησε εποχή. Πάντα κοντά στους υφισταμένους του, με αγάπη και στοργή
πατρική, άφησε ίχνη βαθιά στις καρδιές των.
Δίκαιος και καλός συνετός και πράος, γεμάτος καλοσύνη κι ανωτερότητα σύγχρονος
και συνάμα σοφός και δυνατός εργάτης του καλού που υπηρετούσε, σ’ όλες τις εμφάσεις
της ζωής του, σαν γνήσιος αληθινός Χριστιανός που ήταν σαν σωστός πνευματικός
άνθρωπος.
Με συνέπεια κι αφοσίωση πολλή αθόρυβα και σεμνά, δούλεψε σ’ όλους τους
τομείς της χριστιανικής κινήσεως π’ ανθούσε στο περιβάλλον της πόλης μας και πρόσφερε,
στα νιάτα και στο προνοιακό έργο πολλά. Μαζί με την ακούραστη και αντάξια σύζυγο του
κ. Πολυτίμη.
Με το άκουσμα του θανάτου, του αειμνήστου Δημ. Καστρίτση ήλθαν σαν μνήμες
στη σκέψη, ώρες αξέχαστες στιγμές ανάστασης, πνευματικής κι εποικοδομητικής
έμπνευσης, κοντά στον ανώτερο κείνο άνθρωπο και την υπέροχη σύζυγο του, μέσα στο
πνευματικό κέντρο που είχε δημιουργήσει στο σπίτι της, η αείμνηστη Ευαγγελία
Μαρακουδάκη, σαν πρωτοπόρος, μιας πνευματικής δουλειάς που άφησε ίχνη βαθιά, στις
καρδιές μας και χάραξε τη μετέπειτα της ζωής μας πορεία.
Το φωτεινό παράδειγμα του Δημητρίου Καστρίτση, σαν συζύγου, πατέρα, κρατικού
λειτουργού και κοινωνικού εργάτη με λίγα λόγια, σαν γνήσιου χριστιανού, π’ είχε κάνει όλη
τη ζωή του και του σπιτικού του, φως Χριστού, αξίζει να εμπνέει τους σύγχρονους νέους. Το
πέρασμα τέτοιων ανθρώπων απ’ τη ζωή και τον τόπο, πάντα αφήνει πίσω ίχνη βαθιά και
δεσμούς ακατάλυτους.
Στην αξιότιμη κυρία Καστρίτση, όπως και στον διακεκριμένο κ. Κωστ/νο Καστρίτση
και την οικογένεια του, θερμά συλλυπητήρια που θαρρώ πως βγαίνουν μέσα απ’ την
καρδιά ολάκερης τούτης της μικρής πολιτείας, που τόσο αγάπησαν και τους αγάπησε -και
στον αείμνηστο νεκρό τους, μια ευχή: Να είναι αιώνια αναπαυμένος κι η μνήμη του να
χαράζει δρόμους φωτεινούς στις καρδιές κείνων που τον γνώρισαν.
Ειρήνη χ. Γ. Παπαδάκη
Κρητική Επιθεώρηση 28/02/1981
Ατσιπουλιανά Πένθη
Λευτέρης Παπαλεξάκης
Ακόμη μια Ατσιπουλιανή καρδιά έπαψε πια να κτυπά. Κι ένας διαλεχτός συμπολίτης
πήρε το δρόμο για το αιώνιο ταξίδι.
Ο Λευτέρης Παπαλεξάκης. Ο άνθρωπος που με την ανοιχτή του καρδιά, το γέλιο
του, την καλοσύνη, την ντομπροσύνη την λεβεντιά του αντιπροσώπευε το γνήσιο
Ατσιπουλιανό.
Όπως συμβαίνει πάντα σε ανθρώπους του τύπου αυτού, ο Λευτέρης Παπαλεξάκης
δοκιμάστηκε πολύ στον αγώνα του με τη ζωή.
Σκληρή η βιοπάλη προσπάθησε να τον αλλοτριώσει.
Εκείνος όμως με μοναδικό του όπλο ένα τιμόνι πάντα έβγαινε νικητής. Οι κόποι του
έσταζαν τον αγνό ιδρώτα κάθε φτωχού βιοπαλαιστή.
Ποτέ του δεν εκμεταλλεύτηκε καταστάσεις.
Παρέμεινε τίμιος, ηθικός ακέραιος.
Ένας γνήσιος αγωνιστής της καθημερινότητας που τόχες σε τιμή να του σφίξεις το
χέρι.
Για όλες τις πίκρες που τον πότισε η ζωή αποζημιώθηκε με μια άξια σύζυγο, που τον
συμπαραστάθηκε με συγκινητική αφοσίωση κάνοντας μαζί του μια υποδειγματική
οικογένεια. Καρποί αυτού του τόσο αρμονικού γάμου υπήρξαν οι θυγατέρες του, που η
κοινωνία μας τις περιβάλλει με πολλή εκτίμηση, επειδή διακρίνονται για τον θαυμάσιο
χαρακτήρα τους και τους άψογους τρόπους τους αποτέλεσμα μιας ιδανικής ανατροφής.
Ο αλησμόνητος πατέρας τους αξιώθηκε να τις δει κοπέλες να χαρεί τη στοργή την
αγάπη και το σεβασμό τους δίπλα σε άξιους συζύγους.
Πολύτιμη ανταπόδοση στο σκληρό αγώνα κάθε γονιού.
Έτσι ικανοποιημένος από τη συγκομιδή των καρπών του μόχθου του, στον επίγειο
βίο του, ο Λευτέρης Παπαλεξάκης μας αποχαιρέτισε για πάντα, αφήνοντας όμως μνήμη
αγαθή που θα μείνει αιώνια.
Ας είναι ελαφρό το χώμα της Ατσιπουλιανής Γης που τον σκέπασε.