Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία
ότι αυτοί τον Θεόν όψονται (Ματθ. Ε, 8)
Οι συμπολίτες της παλαιότερης, πολύπαθης και ταλαιπωρημένης γενιάς, ανακαλούν συχνά στη μνήμη, επαναφέρουν από το παρελθόν και αναπολούν γεγονότα πολυσήμαντα, όπως υπήρξε εκείνο το πολυετές πέρασμα από την ενορία του Ι. Ναού των Εισοδίων ενός ταπεινού γέροντα πνευματικού, πρεσβύτη και πρεσβύτερου της εκκλησίας.
Ο ιερέας Μάρκος Πλυμάκης όπως τον ήξερε όλο το Ρέθυμνο ενέπνεε σεβασμό, στάθηκε και συμπαραστάθηκε αμέριστα με στοργή, όσο μπορούσε και σε ό,τι μπορούσε στον κάθε Ρεθεμνιώτη, σε όποιον είχεν ανάγκη.
Ο μακαριστός πατέρας όπως ο Σαμαρείτης της γνωστής παραβολής υπήρξε μια μορφή μακαρία, υποβλητική και επιβλητική. Η σεβάσμια παρουσία του μεταρσίωνε, καθώς εξέπεμπε μιαν υπερβατική, κατανυκτική ευλάβεια. Χτυπούσε την πόρτα του κάθε αρρώστου, για να τελέσει το μυστήριο του αγιασμού, να ραντίσει το σπίτι, να θυμιάσει, να ευλογήσει, να καθαγιάσει για να πνεύσει «πνεύμα ζωοποιόν». Θεοσεβής και θεοφίλητος ο πρωθιερέας του Ι. Ναού των Εισοδίων της Θεοτόκου με τη νηπτική προσευχή, την άσκηση, τη νηστεία και τις εκκλησιαστικές ιεροτελεστίες αντιστάθηκε και κατίσχυσε στις διαβολικές επιθέσεις, όπως σ’ εκείνα τα ανεπιθύμητα οικτρά και φρικτά αποτελέσματα, τα οποία συμβαίνουν αιφνιδίως στον κάθε χριστιανό πέραν από κάθε προσδοκία και πρόβλεψη. Ο παπά Μάρκος υποδούλωσε και υπέταξε ολοκληρωτικά το σώμα, το πνεύμα και τη ζωή του στην υπεραγία μορφή και στα μαρτύρια του Εσταυρωμένου!
Πολλές αρετές κοσμούσαν το σεβάσμιο γέροντα και πρωτίστως η μετριοφροσύνη, η οποία χαρακτηρίζει τους απλούς και σεμνούς ανθρώπους, όπως είναι το χάρισμα να μην έχει κανείς μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και να νομίζει ότι είναι μια σπουδαία προσωπικότητα. Εξ’ άλλου ο λόγος του είχε ευεργετικήν απήχηση. Άλλη αρετή του ήταν η πραότητα, η ηπιότητα του χαρακτήρα, η προσέγγιση με διάθεση επιείκειας, η συναίσθηση της τυχόν δυσχερούς θέσης του πλησίον «μάθετε απ’ εμού, ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσεται ανάπαυσιν ταις ψυχαίς ομών».
Η βασική, η έμφυτη αρετή του ήταν η αγάπη στον πλησίον. Αγάπη άδολη, αληθινή, ανεπιτήδευτη, χριστιανική χωρίς ιδιοτέλεια, χωρίς προϋποθέσεις και χωρίς υπολογισμούς «και αν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν και αν έχω πάσαν την πίστην, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω ουδέν ειμί» (Κορ. 13,2).
Ο μακαριστός πρωτοπρεσβύτερος της Ενορίας του Ι. Ναού των Εισοδίων π. Μάρκος Πλυμάκης γεννήθηκε στην Ασή – Γωνιά το 1851 και φοίτησε στην άλλοτε Ιερατική Σχολή της Μονής Χαλεβί.
Το 1872 νυμφεύθηκε την Ελένη Κοτσιφού και χειροτονήθηκε διάκονος στην Ενορία Ρουσσοσπίτιου. Το 1877 χειροτονήθηκε ιερέας από τον Επίσκοπο Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ιλαρίωνα Κατσούλη και το 1886 διορίστηκε εφημέριος στον Καθεδρικό Ναό των Εισοδίων από τον Επίσκοπο Ιερόθεο Μπραουδάκη. Λειτούργησε στον Ιερό Ναό, το γνωστό ως «Μεγάλη Εκκλησία» στους παλαιότερους συμπολίτες και αφιέρωσε εαυτόν στη διακονία του, εν συνόλω 60 έτη. Εκ παραλλήλου σφυρηλάτησε ακατάλυτους δεσμούς με το πλήρωμα των πιστών της ρεθυμνιακής κοινωνίας. Απεβίωσε το 1943.
Με την πρεσβυτέρα Ελένη η οποία ήταν θεία του καθηγητή-φιλόλογου Παντελή Κοτσυφού απέκτησε επτά παιδιά. Το Μανόλη διδάσκαλο, που τον θυμόμαστε οι παλαιότεροι, την Αμαλία Πορτάλιου, την Κατίνα η οποία απεβίωσε μικρή, τη Χρυσή Καλοκύρη μητέρα του καθηγητή Κώστα Καλοκύρη, ζωή να ‘χει και της ξεχωριστής συμπολίτισσας κ. Ελένης Γιαννακάκη. Ακολουθεί το 4ο παιδί ο Αντώνης Πλυμάκης αξιωματικός, η Χαρά Μακρυλάκη σύζυγος του γνωστού εμπόρου της Αρκαδίου και τέλος το έβδομο Μαρία Πλυμάκη, η οποία απεβίωσε νέα.
Στη ρεθυμνιακή βιβλιογραφία υπάρχουν δύο τιμητικές αναφορές σχετικές με τον π. Μάρκο Πλυμάκη. Στη σελίδα 195 στο εκτενές και εμβριθές πόνημα του πανεπιστημιακού πατέρα Χαράλαμπου Καμηλάκη «Τα Εισόδια της Θεοτόκου Ρεθύμνου» συναντάμε σχετική μνεία για τον μακαριστό π. Μάρκο Πλυμάκη από όπου μεταφέρω ένα παραστατικό απόσπασμα: «Υπόδειγμα κληρικού. Πράος, φιλάνθρωπος, ανεξίκακος, με γλυκύτητα ήθους και ρεθεμνιώτικης αξιοπρέπειας. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα της ενοριακής Επιτροπείας κατά την ημέρα του θανάτου του (2-8-1943) Λαβών υπ’ όψιν τας επί μακράν σειράν ετών πολυτίμους υπηρεσίας εν τη Εκκλησία και ολοκλήρω τη κοινωνία γεννήσεται η κηδεία του δαπάνας της Εκκλησίας, κατατεθεί στέφανος, αποσταλλεί εις οικείους το συλλυπητήριο τηλεγράφημα».
Από το επίσης, ενδελεχές δίτομο έργο «Ρέθυμνο 1900-1950» του θεολόγου και φιλόλογου κ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη μεταφέρω σχετικό απόσπασμα: «Για την ευσέβειά του, την ακλόνητη πίστη του, την αφοσίωσή του στο καθήκον, τον αδαμάντινο χαρακτήρα του, την ταπεινοφροσύνη και απλότητα του τιμόταν απεριόριστα από ολόκληρο το νομό Ρεθύμνης. Γεμάτη ευγνωμοσύνη η πόλη το 1937 γιόρτασε την εκατονταετηρίδα της χειροτονίας του κληρικού και σε πανηγυρική τελετή εντοίχισε αναμνηστική τιμητική πλάκα στο ναό των Εισοδίων «εις παραδειγματισμόν των επιγόνων» όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται σε αυτή».
Η μαρμάρινη τιμητική αυτή πλάκα υπάρχει στην ίδια θέση. Φυσιογνωμία ολύμπια και ασκητική ο μακαριστός π. Μάρκος Πλυμάκης καταλάγιαζε τις ψυχές με τα συνετά λυτρωτικά του λόγια. Η εικόνα του έχει χαρακτεί βαθιά μέσα μου, με την εναγώνια παιδική αναμονή, να φανεί στην πόρτα του πατρικού σπιτιού κάθε πρώτη του μήνα για τον καθιερωμένο αγιασμό!…
Αλησμόνητα μένουν στη μνήμη τα παιδικά μας χρόνια στο ψαλτήρι με την καγκελωτή περίφραξη του καλλίφωνου Μανόλη Λινοξυλάκη, όταν παρακολουθούσαμε τη Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Σεβάσμιου μακαριστού ιερέα.
Παραθέτω συγκινητικό ποίημα του Ρεθεμνιώτη Γ. Καλομενόπουλου που εκφράζει με βαθύ συναίσθημα την αγάπη, την εκτίμηση και το σεβασμό της πάλαι ποτέ ρεθυμνιακής κοινωνίας στον παπά Μάρκο Πλυμάκη.
Απ’ τη λεβέντρα Ασή – Γωνιά,
από σειρά κι από γενιά,
ήρθε παπάς στην πόλη.
Ογδόντα χρόνια έμεινε εκεί
(εξήντα στην παπαδική,
στης πίστης το περβόλι).
Παπάς γεμάτος αρχοντιά.
Αυτός μας βάφτισε -παιδιά –
αυτός μας εστεφάνωσε
και ολονών μας τους γονιούς
αυτός τους πάντρεψε από νιους,
αυτός και τους σαβάνωσε.
Και ασκητής και γλεντιστής,
σεμνός και δίκιος δικαστής
σε γλέντια ή σε μαλώματα.
Παρών σε πίκρες και χαρές
σε θλίψεις και σε συμφορές,
γιορτές και ξεφαντώματα.
Τα αιστήματά σου τα αγνά
το Ρέθεμνος δεν τα ξεχνά,
λεβέντη παπα – Πλύμη.
Κι εγώ το τραγουδάκι αυτό
το ξαπολώ, λιβανωτό,
στην άφθαρτή σου μνήμη.
ΜΑΝΟΛΗΣ Ι. ΚΟΥΝΟΥΠΑΣ
Αναδημοσιευσα Από Ρεθεμνιωτικα Νεα