Μύρος Δρυγιαννάκης

Κρητική Επιθεώρηση 03/03/1981

Παρακάτω δημοσιεύουμε τον επικήδειο που είπε ο κ. Αντώνιος Ζαχαράκης εις την

κηδεία του αλησμόνητου δάσκαλου Μύρωνα Δρυγιαννάκη:

«Με συγκίνηση ανείπωτη και πόνο μεγάλο αξέχαστε Μύρο, έρχομαι να σ’

αποχαιρετήσω εκ μέρους χωριανών, συγγενών και γνωστών εσένα τον άνθρωπο, εσένα τον

άδολο, εσένα το φίλο.

Στη σκέψη πως τόσο νωρίς, νωρίς κι αναπάντεχα, σε χάσαμε Μύρο, αισθάνομαι

αδύνατος να βρω λόγια κατάλληλα, να σκιαγραφήσω τη μορφή σου, το μεγαλείο της ψυχής

σου, τον αδαμάντινο χαρακτήρα σου.

Όμως, ένα χρέος βαρύ, μια ανάγκη μεγάλη νοιώθω να με σπρώχνει, να πιέζει τα

στήθη, να σου πω πως σε βλέπαμε, να σου πω πως σε νοιώθαμε, να σου πω όσο άξιζες.

Υπήρξες φίλος παιδικός, συμμαθητής και συνάδελφος κι ύστερα συνεργάτης μου

στο ίδιο το σχολείο κι είχα την ευκαιρία και την ευτυχία να σε γνωρίσω κατά βάθος και να

εκτιμήσω τις αρετές σου, την καλοσύνη, την πραότητα, την ανεξικακία, την ψυχική σου

ευαισθησία, την εργατικότητα, την εντιμότητα, την αγάπη σου για τους άλλους, για το

σωστό, για το δίκιο για το ωραίο.

Γεννήθηκες στο Παγκαλοχώρι και μεγάλωσες μέσα σε μια πολυμελή οικογένεια,

που είχε βάθρο το Χριστό και την πατρίδα. Γι’ αυτό και σε κοσμούσαν χριστιανικές και

πατριωτικές αρετές.

Την παιδική ψυχή σου ήρθε να πληγώσει ο θάνατος της μονάκριβης αδελφούλας

σου κι όταν ανδρωνόσουν μάτωσε την καρδιά σου η εκτέλεση Πατέρα κι αδελφού απ’ τους

κατακτητές τους Γερμανούς. Κι άκουες χρόνια να μοιρολογά η μάννα μοναχοκόρη, άντρα

και λεβέντη γιο.

Κι όμως μεγάλωσες. Κι έγινες δυνατός, κι έγινες γλυκός κι έγινες ωραίος. Κι έμεινες

για πάντα καλός και άδολος, σαν τότε πούσουνα παιδί.

Ποτέ δε μας πίκρανες, ποτέ δε μας λύπησες, κανείς για σένα δε μπορεί να πει.

Στο γάμο σου εστάθης τυχερός. Ένωσες τη ζωή σου με σύντροφο πιστή και

αφοσιωμένη -που αλλοίμονο- δε μπόρεσε να σε κρατήσει, όσο πρέπει κι όσο ‘θελε κι ας

αγωνίστηκε τόσον καιρό. Ευτύχησες και γιο να αποκτήσεις, γιο στολισμένο με τις αρετές

σου και εκρυφοκαμάρωνες γι’ αυτόν.

Μα ‘πρεπε Μύρο υπομονή να κάνεις να βάλει ο γιος σου γρήγορα στεφάνι, στα

γόνατα να πιάσεις εγγονάκι, παππούς να γίνεις με το μπαστουνάκι. Σε βλέπομε όλοι

βιαστικό και λέμε «Μύρο, ήντα σου κάμαμε; Και κλαίμε».

Σα δάσκαλος θάμεινες αξέχαστος στη μνήμη των παιδιών που δίδαξες γιατί η

στοργική σου συμπεριφορά τάκανε να σε βλέπουν σαν πατέρα. Αξέχαστος στη μνήμη και

των συναδέλφων σου, που τόσο σε εκτίμησαν και σ’ αγάπησαν.

Χίλιες φορές αξέχαστος στη μνήμη των δικών σου σε χάνουν αναπάντεχα, τους

τρώει ο καημός σου.

Αξέχαστε μας Μύρο, να πας εις το καλό. Εκεί που ο Θεός ορίζει. Εκεί που γονείς κι

αδέλφια σε καρτερούν, ο κύρης και η μάννα, ο Στέλιος κι ο Λευτέρης και η μικρή σας η

Μαριώ. Οι αρετές σου εκεί θα βρούνε πληρωμή. Φεύγεις ευτυχισμένος.

Δικαιωμένος απ’ τον κόσμο τούτο. Τον αγώνα τον καλό αγωνίστηκες, το έργο

ετελείωσες, την πίστη ετήρησες, γι’ αυτό και σου ταιριάζει ο της δικαιοσύνης στέφανος.

Άμε εις το καλό

Κι εμείς ας λέμε

«Μύρο, ήντα σου κάμαμε;» κι ας κλαίμε.

Αντώνιος Ζαχαράκης

Δάσκαλος»

Αφήστε μια απάντηση