Τον σημαντικό Ρεθεμνιώτη Μανό Αστρινό τίμησε το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο το βράδυ της Δευτέρας 2 Ιουλίου 2018 Ο αύλειος χώρος ήταν κατάμεστος από κόσμο με τιμητικες παρουσίες τον Σεβασμιότατο ητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ.κ. Ευγένιο, το δήμαρχο κ. Γιώργο Μαρινάκη και πολλούς παράγοντες του δήμου και άλλων υπηρεσιών και φορέων
Συντονιστής ήταν ο κ. Χάρης Στρατιδάκης που είχε και την πρωτοβουλία Παραθέτουμε όλες τις εισηγήσεις και τους χαιρετισμούς για να μείνει το αφιέρωμα αυτό που άφησε άριστες εντυπώσεις
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Μανός Αστρινός, όπως τον αποκαλούσαν στην οικογένειά του και όπως τον ήξεραν όλοι, γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 3 Ιουλίου του 1928. Ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας του. Πατέρας του ήταν ο Γεώργιος Εμμανουήλ Αστρινός, δικηγόρος, μητέρα του η Μαρία Χουρδάκη και αδερφή του η Ρίτσα.
Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στο Πέραμα Μυλοποτάμου, όπου υπηρέτησε ο πατέρας του ως υποθηκοφύλακας. Εκεί τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια ήρθε στο Ρέθυμνο και φοίτησε στο τότε 8τάξιο Γυμνάσιο Αρρένων, από το Πρακτικό Τμήμα του οποίου αποφοίτησε.
Φιλομαθής και εργατικός, παρόλα τα δύσκολα χρόνια, εισάγεται μετά από πανελλήνιες εξετάσεις, στην τότε Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών, στο σημερινό δηλαδή Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το 1952 αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του και να υπηρετήσει για 3 ολόκληρα χρόνια στον Στρατό, ως έφεδρος αξιωματικός του ΣΕΜ. Στο διάστημα αυτό είχε την ατυχία να χάσει τον πατέρα του, τον Ιούνιο του 1955.
Μετά το τέλος της θητείας του και της ολοκλήρωσης των σπουδών του, ήρθε στο Ρέθυμνο και το 1956 διορίστηκε στον Δήμο Ρεθύμνης, επί Δημαρχίας του γιατρού Στυλιανού Ψυχουντάκη.
Το 1958 παντρεύτηκε την Ρεθεμνιώτισσα Πόπη Τσάκωνα και απέκτησαν μαζί τρία παιδιά, τον Γιώργο, ηλεκτρολόγο μηχανικό, τον Βασίλη, οπτικό, και την Αθηνά, δικηγόρο. Αργότερα, το 2008, η ζωή του χάρισε ένα μεγάλο δώρο, την εγγονή του Εμμανουέλα, από την κόρη του Αθηνά, που τον γέμισε αγάπη κι εκείνη του ανταπέδωσε ανείπωτη ευτυχία.
Ο Μανός Αστρινός ήταν ο πρώτος επιστήμονας υπάλληλος του Δήμου , γι’ αυτό και ανέλαβε αμέσως την διεύθυνση όλων των υπηρεσιών του. Τυπικός στα καθήκοντά του, στεκόταν δίπλα στον εκάστοτε δήμαρχο, ως πολύτιμος συνεργάτης. Στις πολιτιστικές εκδηλώσεις, στα συνέδρια και γενικά στις δημόσιες σχέσεις που ανέπτυσσε ο Δήμος Ρεθύμνης, ήταν πάντοτε παρών και μάλιστα εκτός τυπικού ωραρίου λειτουργίας του γραφείου του. Ο Δήμος ήταν για εκείνον το δεύτερο σπίτι του.
Αποχώρησε από την ενεργό υπηρεσία το 1992, εξακολουθώντας καθημερινά να επιστρέφει στο Δήμο και να συνεργάζεται με τους συναδέρφους του, που επικαλούνταν διαρκώς την μεγάλη του πείρα και βοήθεια.
Εκτός γραφείου υπήρξε ενεργός πολίτης, λάτρης κάθε πρωτοπόρας προσπάθειας που ξεκινούσε στην πόλη, μαζί με άλλους φιλοπρόοδους συμπολίτες μας. Ήταν μέλος της Περιηγητικής Λέσχης και για πολλά χρόνια διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της. Από τη θέση του Προέδρου στο σωματείο «Σύνδεσμος υπέρ Διαδόσεως Καλών Τεχνών» στήριζε τη λειτουργία του Ωδείου, μέσω του οποίου πολλές γενιές Ρεθεμνιωτών ήρθαν σε επαφή με τη μουσική και την τέχνη.
Είχε πάθος με την διατήρηση της παράδοσης και του πολιτισμού, καθώς και της ιστορίας της μικρής μας πολιτείας. Έγινε γι’ αυτό συλλέκτης και σχολαστικός αρχειοθέτης, κληροδοτώντας στα παιδιά του και στη κοινωνία ένα πολύτιμο αρχείο. Μέρος αυτού του υλικού δώρισε στο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης τον Σεπτέμβριο του 2011, κάνοντας πράξη το πιστεύω του, ότι η ιστορική μας κληρονομιά, ανήκει σε όλους μας.
Ο δεσμός φιλίας που διατηρούσε με τον Πολιτικό μηχανικό Ανδρέα Πολιτάκη , εισηγητή και εμπνευστή του βραβείου Ελληνοτουρκικής Φιλίας Ιπεκτσί, τον έφερε στην γραμματεία του Διοικητικού Συμβουλίου του βραβείου, από τη μεριά της Ελληνικής συμμετοχής. Η πρώτη απονομή του βραβείου πραγματοποιήθηκε τον Μάρτιο του 1981 στην Κωνσταντινούπολη , όπου συμμετείχε μαζί με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής.
Το Δεκέμβριο του 1988 τιμήθηκε με το βραβείο Ήθους των Ρεθεμνιώτικων Νέων
για την πολύχρονη προσφορά του στην πολιτιστική και κοινωνική ανάπτυξη του Ρεθύμνου.
Ο Μανός Αστρινός υπηρέτησε τον πολιτισμό και ως συγγραφέας. Η προσφορά του αποτυπώνεται στα βιβλία του «Ποιητικά Σκιρτήματα. Μαθητικές Αναπολήσεις», Ρέθυμνο 2005 και «Δικηγορικός Σύλλογος Ρεθύμνου. Μια φωτογραφική Αναδρομή», Ρέθυμνο 2010.
Ταλαιπωρημένος από προβλήματα υγείας και έχοντας κάνει το 1998 και το 2000 δύο επεμβάσεις ανοικτής καρδιάς, έσβησε ήρεμα στις 27 Φεβρουαρίου του 2013, μέσα στην αγκαλιά της οικογένειάς του και των φίλων του γιατρών, που απλόχερα του είχαν προσφέρει την φροντίδα τους.
Τελειώνοντας, θα μου επιτρέψετε να πω ότι δεν είχα την τύχη να συνεργαστώ μαζί του και να τον γνωρίσω καλύτερα, όπως τον γνώρισαν και τον έζησαν οι επόμενοι ομιλητές. Η συναναστροφή μου όμως σήμερα με τα τρία του παιδιά με γεμίζει χαρά, γιατί μέσω αυτών βιώνω τα χαρίσματα ενός μαχητή, ενός διεκδικητή της τελειότητας και της ευαισθησίας, που αντιπροσώπευε η χαρισματική προσωπικότητα του αείμνηστου Μανού Αστρινού.
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΑΡΙΝΑΚΗ
Κυρίες και Κύριοι
Κάθε αναφορά στον αείμνηστο Μανό Αστρινό φέρει το δικό της συγκινησιακό φορτίο για τον καθένα από μας που είχε την αγαθή τύχη να τον γνωρίσει ως φίλο, να τον συνεργαστεί ως συνάδελφο και να μοιραστεί εμπειρίες ζωής μαζί του.
Συμμεριζόμαστε όλοι οι παριστάμενοι αλλά και πολλοί συμπολίτες μας που δεν κατάφεραν να παραβρεθούν σε τούτη την ωραία εκδήλωση, τα ίδια αισθήματα βαθιάς εκτίμησης και σεβασμού στον εκλιπόντα, τιμώμενο συμπολίτη μας. Το αποτύπωμα του στα κοινωνικά, πολιτιστικά και δημοτικά δρώμενα, άλλωστε, είναι βαθύ, θετικό και παραμένει ζωηρό σε βάθος χρόνου, παρελθόντα, νυν και μέλλοντα.
Η θερμή του αφοσίωση του σε κάθε τι που αναλάμβανε να διεκπεραιώσει και αφορούσε την ιστορία και την εξέλιξη της πόλης μας, η αταλάντευτη και αδιαπραγμάτευτη αγάπη του για το Ρέθυμνο, αντανακλάται στο θαυμάσιο σε ποιότητα και εύρος αρχειακό υλικό που με τόση μεθοδικότητα, κάματο, υπομονή και ασφαλές κριτήριο, περισυνέλεξε και δώρισε σε πνευματικά ιδρύματα όπως είναι το Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο του Ρεθύμνου, η Δημόσια Βιβλιοθήκη κ.α. κληροδοτώντας στους Ρεθυμνιώτες αλλά και στους επιστήμονες ερευνητές, πρόσβαση στην ιστορία την πόλης μας, μέσα από τη δική του καθαρή ματιά.
Κινητήρια δύναμη της πνευματικής αυτής παρακαταθήκης, ήταν η ίδια η προσωπικότητα του Μανού Αστρινού. Η πανεπιστημιακή του παιδεία σε μια εποχή που οι πτυχιούχοι στο Ρέθυμνο ήταν λίγοι, σε συνδυασμό με την καλή του ανατροφή και τα δομικά στοιχεία της προσωπικότητας του, την ευγένεια, την προσήνεια, τη γενναιοδωρία, την αγάπη για τη γνώση και την αλληλεγγύη, αποτέλεσαν του σταθερούς του συμμάχους στον αγώνα του για τη ζωή, σφυρηλάτησαν τους δεσμούς του με τους ανθρώπους και ενέπνευσαν την ενεργή και κοινωνικά αναγνωρίσμη παρουσία του στην πόλη.
Ο Δήμος Ρεθύμνης ευεργετήθηκε από την προσφορά του η οποία υπερέβη τα προβλεπόμενα από τη θέση Διευθυντού που κατείχε επί πολλά χρόνια και διαχύθηκε σε όλους τους εργαζόμενους, τις υπηρεσίες αλλά και τους δημότες κατά τις συναλλαγές τους με το Δήμο. Γι αυτό και η εθελοντική του παραμονή στο Δημαρχείο μετά τη συνταξιοδότησή του, έγινε αποδεκτή με θερμή ικανοποίηση από τους εργαζόμενους, οι οποίοι γίνονταν των πατρικών συμβουλών του, προσέτρεχαν σε κείνον όποτε είχαν απορίες ή ακόμη και προσωπικά προβλήματα και απολάμβαναν τι κλίμα οικειότητας που εγκαθίδρυσε και υποστήριξε ο ίδιος. Μακαρίζουμε τον Μανό Αστρινό και τον μνημονεύουμε συνεχώς στο Δήμο αφού κανείς μας δεν τον ξέχασε αυτά τα 5.5 χρόνια που μεσολάβησαν από την αποδημία του, μια και στη μνήμη μας έχει αποτυπωθεί η ευγενική του παρουσία και η εν γένει διαδρομή του.
Με αυτές τις σύντομες σκέψεις λοιπόν, αφού οι αποψινοί ομιλητές είναι οι πλέον κατάλληλοι για να αναφερθούν λεπτομερώς σε όλε τις εκφάνσεις του έργου του εκλιπόντος, καταθέτω τα θερμά μου συγχαρητήρια στους διοργανωτές της εκδήλωσης, που αποδίδει την οφειλόμενη τιμή στον αγαπητό μας κ. Μανό .
Είμαι βέβαιος, ότι θα χαμογελά από κει ψηλά, βλέποντας ότι η υπόσχεση που του δόθηκε στο κατευόδιο το οποίο είχα την τιμή να του απευθύνω την ημέρα της εξοδίου ακολουθίας του, για την αποκατάσταση του Μιναρέ που τόσο τον ενδιέφερε, εκπληρώθηκε. Μένει ακόμη ενεργός ο στόχος της αξιοποίησης του πλούσιου αρχειακού του υλικού και η διαφύλαξή του. Αναγνωρίζω ότι είναι βαριά αυτή η κληρονομιά η οποία σωρεύει ευθύνες και δαπάνες, γι’ αυτό και έχει μεγάλο ενδιαφέρον η αντιφώνηση της οικογένειας του, η οποία κυρίως έχει επιφορτιστεί με αυτό το δύσκολο έργο.
Εύχομαι και αυτός ο στόχος να ευδοκιμήσει διότι αξίζει στον εκλιπόντα, στους διαδόχους του αλλά και στην ίδια την πόλη μας.
Σας ευχαριστώ πολύ.
——————————————————————————
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΜΑΝΟΛΗ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ
εκδότη εφημερίδας ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ
Κυρίες και κύριοι .
Το Ρέθυμνο οφείλει να τιμά- και υπό μια έννοια αυτο το καθήκον, αυτην τηνυποχρέωση εκπληρώνει αποψε- τους ανθρώπους εκείνους που με την παρουσία και τη στάση ζωη τους δίδαξαν ήθος, ευγένεια και σεβασμό και συνέβαλαν στη συγκρότηση της συλλογικής μας μνήμης.
Τα Ρεθεμνιωτικα νέα, ως φορέας συλλογικής έκφρασης και αναδειξης ττου τόπου και των ανθρώπων του, τιμουν τις αξιες αυτες και τους φορεις τους. Σ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η παρούσα έκδοση, συνιστωντας για μας αυτονόητη υποχρέωση.
Ωστοσο αυτό δεν γίνεται σήμερα απο υποχρέωση, αλλά απο ειλικρινή εκτίμηση στο πρόσωπο ενός άξιου ρεθεμνιωτη, ενός ανθρώπου για τον οποίο η οικογένεια μου έτρεφε βαθύτατη εκτίμηση , αγάπη και σεβασμό. Ο Μανος ήταν αξιολογος συνεργατης και φιλος της εφημεριδας και της οικογένειας μου.
Τον θυμάμαι – λίγες μόλις μέρες πριν φύγει απο τη ζωη – ειχε έρθει στο γραφειο μου, να κουβεντιάσουμε ένα θέμα που έντονα τον απασχολούσε. ΚαΙ τον θυμάμαι κι όταν, λιγα χρόνια νωριτερα, μου ειχε φέρει αρχειοθέτημενα τα άρθρα που είχαν γραφτεί για τον άνδρα της αδερφής μου, που ειχε φύγει αιφνίδια απο τη ζωη..
Τον Μανό, οπως σας ειπα, τον εκτιμούσαμε,και τον σεβόμασταν Για το ήθος του, για τον τροπο που εργαζοταν για τα δημόσια πράγματα, για την έμφυτη ευγένεια του, για τη συνολική στάση της ζωής του. Αλλά σήμερα και για το σπουδαίο υλικό που άφησε πίσω του, συμβολή στη συγκρότηση της συλλογικής μας μνήμης.
Ο μανός ήθελε να επικοινωνεί με τους ανθρώπους, ήθελε να συνδέει το παρελθόν με το παρόν: ήθελε να «ανταμώνει» με το παρελθόν, να μην ξεχνάμε τους παλιούς, τα ανθρώπινα ίχνη, τις πορείες. Πίστευε στις στάσεις ζωής, στα ίχνη που αφήνουν οι άνθρωποι στον διάβα τους.
Μας εχει αφήσει ένα εξαιρετικό υλικό της τοπικής μας ιστορίας, το οποία αναμφίβολα αξίζει να διασώσουμε γιατι αποτελεί υλικό της συλλογικής μας μνήμης.
Τα Ρεθεμνιωτικα νεα θα συμβάλουν με όποιο τρόπο μπορούν – και αυτό συνιστά δημόσια δέσμευση- στη διάσωση και ανάδειξη του υλικού που με τόσους κόπους συνέλεγε και ταξινομούσε μια ολόκληρη ζωη.
Το οφείλουμε ως κοινωνία, του Μανου. Το οφειλουμε και στα παιδιά μας για την διαφύλαξη της συλλογικής μας μνήμης.
Σας ευχαριστώ.
Η προσφορά του Μανού Αστρινού στο Ιστορικό
και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης
της κας Φαλής Βογιατζάκη
Θα σας μιλήσω απόψε για τον Μανό Αστρινό, όπως τον γνώρισα, μέσα από τη σχέση του με το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνου μας. Όταν το 1995 άνοιξε το Μουσείο για το κοινό στο βενετσιάνικο αυτό κτίριο, ο Μανός Αστρινός, συλλέκτης κάθε είδους ιστορικού και λαογραφικού υλικού, ήταν από τους πρώτους που πλαισίωσαν με ενθουσιασμό το έργο μας. Οι πληροφορίες του καθώς και φωτογραφίες για τη ζωή στο Ρέθυμνο ήταν ουσιαστική βοήθεια στο στήσιμο της Ιστορικής μας αίθουσας αλλά και της έκθεσης Αστικής Λαογραφίας με τίτλο «Από την Αυτονομία στην Ένωση». που εγκαινιάσαμε το 1998, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατονταετηρίδας από την έναρξη της Κρητικής Αυτονομίας..
Ντοσιέ του με έγγραφα και φωτογραφίες για προσωπικότητες του Ρεθύμνου είναι πλέον στα αρχεία μας, καθώς και πολλά αντικείμενα που θα δείτε απόψε στην αίθουσα των παραδοσιακών επαγγελμάτων, στα νέα επαγγέλματα που προσθέσαμε, ενός παλαιού φαρμακείου και ενός βιβλιοχαρτοπωλείου.
Φιαλίδια, σύριγγες, βαζάκια, δοχεία με φάρμακα, κουτιά φαρμάκων, σωληνάρια κ.ά. κοσμούν το νέο «παλιό φαρμακείο» μας, που χάρη στην φροντίδα του Μανού να τα διαφυλάξει, δίνουν την ατμόσφαιρα της εποχής τους. Επίσης παλιές πλάκες γραφής, κοντυλοφόροι, πέννες, μελανοδοχεία, μελάνια, στυπόχαρτα, μολύβια, κασετίνες, σχολική ποδιά κ.ά. που είναι δωρεές του συγκροτούν το νέο «παλαιό βιβλιοχαρτοπωλείο» μας.
Οι συλλογές του Μανού Αστρινού περιλαμβάνουν και πολλά άλλα αντικείμενα του παρελθόντος, όπως σειρά εργαλείων του τσαγκάρη και αντικείμενα κουρείου, που βρήκαν θέση στο υπάρχον τσαγκαράδικο και κουρείο, καθώς και πολλά άλλα χρηστικά παλαιά αντικείμενα, που βρήκαν θέση στις λαογραφικές συλλογές μας.
Απόψε, Μανέ Αστρινέ, σου εκφράζουμε την ευγνωμοσύνη μας για την προσφορά σου. Μέσω αυτής είσαι παρών μέσα στο μουσείο μας, στη πόλη που τόσο αγάπησες και υπηρέτησες με πολλούς τρόπους στη ζωή σου.
Σ’ ευχαριστούμε πολύ.
Φαλή Γ. Βογιατζάκη
Πρόεδρος Δ.Σ. Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου Ρεθύμνης
ΜΑΝΟΣ ΑΣΤΡΙΝΟΣ: Ο ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ, Ο ΦΙΛΟΣ
του Δημήτρη Αρχοντάκη
Ο αείμνηστος δεσπότης μας Τίτος χρησιμοποιούσε τη λέξη «χαρμολύπη», για να δηλώσει αυτό το ασυνήθιστο μίγμα χαράς και μαζί λύπης. Αυτό το αντιφατικό συναίσθημα ένιωσα προχθές, όταν το Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης μου ζήτησε να μιλήσω στη σημερινή εκδήλωση προς τιμήν του αλησμόνητου και πολύτιμου φίλου και συνεργάτη Μανού Αστρινού. Χαρά ένιωσα, γιατί ανακάλεσα αγαπημένες μνήμες από τον υπέροχο αυτό άνθρωπο με τον οποίο τόσο πολλά με συνδέουν, αλλά και λύπη ταυτόχρονα, γιατί αναζωπυρώθηκε η βαθειά οδύνη μου για τον χαμό του. Ο χρόνος που πέρασε από τότε που ο Μανός Αστρινός, υποκύπτοντας στον αμάχητο νόμο της Φύσης, αναχώρησε για το ταξίδι του στην αιωνιότητα, με δίδαξε κάτι που δεν είναι αυτονόητο: ότι δεν έχει απόλυτη ισχύ η καθιερωμένη άποψη ότι ο χρόνος αμβλύνει την αιχμηρότητα των εντυπώσεων, σκεπάζει με αχλύ τις μνήμες και ανακουφίζει από την οδύνη των τραυματικών γεγονότων.
Μερικές φορές, σπάνιες, ο χρόνος διαψεύδει αυτήν την εύλογη προσδοκία: ανάγει σε κυρίαρχο στοιχείο της σκέψης το αμετάκλητο, το οριστικό, το τελεσίδικο, το κενό που δεν αναπληρώνεται, τον χώρο στον ζωτικό μας ανθρώπινο περίγυρο που θα μείνει για πάντα άδειος. Η αίσθηση αυτή εντείνει την νοσταλγία και βαθαίνει τη θλίψη για την απώλεια του ανθρώπου.
Ας μου συγχωρηθεί ο προσωπικός τόνος, που στο κάτω – κάτω δεν είναι θέμα δημόσιου ενδιαφέροντος, όμως αυτές οι σκέψεις κι αυτά τα συναισθήματα με κατακλύζουν πάλι αυτές τις μέρες. Αγαπούσα τον Μανό και τιμώ απεριόριστα τη μνήμη του κι έχω κάθε λόγο γι’ αυτό.
Τον γνώρισα στις 12 Ιανουαρίου 1968, όταν με υποδέχτηκε στον Δήμο, στο παλιό Δημαρχείο, τη «Χαλάστρα» του αείμνηστου Λυκούργου Καφάτου, που του άρεσε να θυμάται, και ως Προϊστάμενος μου παρουσίασε τους 16 δημοτικούς υπαλλήλους. Από τότε αναπτύξαμε μια στενή ανθρώπινη σχέση, όπως και με τους υπόλοιπους συναδέλφους του, μόνο που η επικοινωνία μας με τον Μανό ήταν πιο άμεση και αδιάκοπη από τότε.
Ας μου επιτραπεί να περιοριστώ στην υπαλληλική δράση του ως Προϊσταμένου και μετά ως Διευθυντή των Υπηρεσιών του Δήμου, πιστεύοντας ότι άλλοι ομιλητές θα αναπτύξουν την ευρύτερη πολιτιστική, την κοινωνική και τις υπόλοιπες πλευρές της προσωπικότητάς του.
Εκτίμησα βαθιά τον Μανό για πολλούς λόγους που μπορούν να συνοψιστούν σε μερικούς βασικούς: Ένας είναι ότι ως Προϊστάμενος του Δήμου δεν επιδίωξε ποτέ να τον φοβούνται οι υφιστάμενοί του, ήθελε να τον σέβονται και το πετύχαινε πάντοτε με την ευγένειά του, την προσήνεια, την πλήρη ενημερότητά του σχετικά με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και τη δημοτική διαδικασία, το γνήσιο ενδιαφέρον και τη βοήθειά του στα προβλήματά τους. Οι λεπτοί χειρισμοί και το γενικότερο ήθος του συνέβαλαν αποφασιστικά στη δημιουργία και την εμπέδωση κλίματος συναδελφικότητας και συνεργασίας στο προσωπικό του Δήμου, που ήταν το καλύτερο που μπορούσε να ευχηθεί ένας Δήμαρχος σε σχέση με το δυσανάλογο προς το ανθρώπινο δυναμικό του Δήμου αναπτυξιακό έργο που υποχρεώθηκε εκ των πραγμάτων να επωμιστεί.
Ένας άλλος λόγος, για τον οποίο εκτίμησα πολύ τον Μανό, είναι η ικανότητα και η προθυμία του να εγκολπωθεί και να ενσωματώσει στις αντιλήψεις του και, τολμώ να πω, στον συναισθηματικό του κόσμο τον ευρύτερο αναπτυξιακό ρόλο του Δήμου, τον έκανε σκοπό της υπαλληλικής ζωής του. Το δημοτικό Πρόγραμμα ως σύνολο και κάθε έργο χωριστά τα παρακολουθούσε με αφάνταστο ενδιαφέρον και προσοχή, να προλάβει μια δυσμενή εξέλιξη, να προτείνει μια αναγκαία ή ελπιδοφόρα προοπτική, να διατυπώσει μια ιδέα. Ο Μανός με τον Υπομηχανικό Δημήτρη Φοβάκη, τον πρώτο πτυχιούχο τεχνικό που απόκτησε ο Δήμος, τον μακαρίτη Γιάννη Φωτόπουλο, Ταμία του Δήμου, τον Κώστα Χαμαράκη, Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου, λαμπρούς ανθρώπους, και εμένα φτειάξαμε ένα μικρό επιτελείο που συζητούσε τα θέματα της πόλης και μου έδιδε τη γνώμη του.
Κι αυτή η προσήλωση του Μανού στον κεντρικό σκοπό του Δήμου πέρασε σε όλο το προσωπικό, που συντονίστηκε στη νέα αποστολή του, να συμβάλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη του Ρεθύμνου. Ο Μανός υπήρξε πρωτοπόρος σ’ αυτό.
Ένας άλλος βασικός λόγος που ο Μανός κέρδισε την εκτίμηση και την αγάπη μου ήταν η προσωπική του ποιότητα. Ήταν Πολιτισμένος Άνθρωπος, εξαιρετικό δείγμα Πολιτισμένου Ανθρώπου. Σε κάθε έκφρασή του, σε κάθε επιλογή ήταν έκδηλη η ψυχοπνευματική του καλλιέργεια, «αυτό που μένει αν όλες οι γνώσεις ξεχαστούν», που λένε και είναι κράμα κληρονομικών καταβολών, οικογενειακών επιδράσεων και ουσιαστικής παιδείας και προσωπικής επιβολής στα φυσικά ένστικτα του ανθρώπου, επίτευγμα που δεν είναι το πρώτο που συναντά κανείς ακόμη και στον κόσμο των πτυχιούχων.
Το πολιτισμικό του περιεχόμενο εκφράστηκε πλούσια, πλουσιότερα από κάθε άλλη παράμετρο του χαρακτήρα του, κυρίως ως πάθος να διασωθεί κάθε πτυχή της παράδοσης του Ρεθύμνου. Ένα τεράστιο αρχειακό υλικό που διασώζει μορφές ζωής και μορφές ανθρώπων και επί μέρους ανθρώπινων συνόλων, αποκόμματα εφημερίδων, βιβλία, φωτογραφίες, χιλιάδες φωτογραφίες με αριθμημένα πρόσωπα και λεζάντες, παλιά χρηστικά αντικείμενα, ένα ολόκληρο παγκάκι παλιού τσαγκάρη με όλα τα σύνεργά του, Πρακτικά Συνεδρίων, φάκελοι επί φακέλων, όλα ταξινομημένα με θαυμαστή επιμέλεια και ακάματη φροντίδα, αποτελούν ένα θησαυρό γνώσης για τον τόπο μας. Από τα ανεκπλήρωτα όνειρα, δικό του και δικό μου, είναι ότι δεν αξιωθήκαμε να οργανώσουμε το «Αρχείο της Πόλης του Ρεθύμνου», για το οποίο ετοίμαζε όλο αυτό το υλικό, και η ευθύνη είναι δική μου, γιατί έδιδα άμεση προτεραιότητα στη λειτουργία και την Οικονομία της πόλης. Ελπίζω οι σημερινές γενικότερες δυστυχίες να ισορροπήσουν κάποτε και να μπορέσει ο Δήμαρχος να κάνει αυτό που δεν μπόρεσα να κάνω εγώ, γιατί πολύτιμο υλικό χάνεται καθημερινά και οι άνθρωποι που έχουν γνώση και διάθεση γι’ αυτό λιγοστεύουν, όπως δίδαξαν ο απώλειες του Μανού, του Γιάννη Σπανδάγου και του Γιώργου Εκκεκάκη. Ευτυχώς αναφαίνονται μερικοί νεότεροι ρέκτες.
Αλλά η πολιτισμική δράση του Μανού δεν περιοριζόταν στο ιστορικό παρελθόν της πόλης μας, εκδηλωνόταν έντονα και στη σύγχρονη ζωή της με πολύ ενεργό συμμετοχή σε κάθε πτυχή της είτε μέσα στα πλαίσια του Δήμου είτε έξω από αυτά. Δεν θα μιλήσω για την πλούσια δράση του ως Προέδρου στο Ωδείο ούτε για τις εκδόσεις του ούτε για άλλους τομείς, θα αναφέρω μόνο τρεις περιπτώσεις που ο Μανός ξεπέρασε τον εαυτό του σε οργανωτικότητα, τάξη και αντοχή.
Όταν με έστειλαν στον Δήμο, ανίδεο και άσχετο, θέλησα να ενημερωθώ όχι μόνο προφορικά από τον πάντα πρόθυμο Μανό, αλλά και από το αρχείο του Δήμου, που βρισκόταν σε φακέλλους σε δυο ξύλινες ντουλάπες. Σε δύο βράδια τους είδα όλους: ήταν υπαλληλικά θέματα, γραφειοκρατικά και κάποιες δικαστικές υποθέσεις, κανένα τεχνικό θέμα. Τον ρώτησα, λοιπόν, «Αυτό είναι όλο κι όλο το αρχείο του Δήμου;» – «Όχι, μου απάντησε, αυτό είναι το τρεχούμενο. Το παλιότερο είναι σε μια αποθήκη».
Η αποθήκη ήταν ένα μοναχικό κτίσμα, ο «Οικίσκος Λιπαντικών», περίπου στο σημείο που η οδός Μελισσηνού ενώνεται με τον Περιφερειακό. Πήγαμε, ανοίξαμε μια παλιά ξύλινη πόρτα δεμένη με σχοινάκι και είδαμε μερικές ξύλινες κασόνες, σαν ξεσκέπαστες κασέλες, όπου βρισκόταν το αρχείο του Δήμου από συστάσεώς του: βιβλία, φάκελοι και χιλιάδες χαρτιά χύμα. Ήταν απελπιστικό θέαμα. Ασφαλίσαμε την πόρτα και το αφήσαμε εκεί.
Όταν αξιωθήκαμε να μεταφερθούμε στο νέο Δημαρχείο, τότε θαύμασα τον Μανό. Όλο αυτό το πολύτιμο χάος ταξινομήθηκε χρονολογικά και κατά θέμα και ασφαλίστηκε στο νέο κτήριο, σε αρχειοθήκες με απόλυτη τάξη. Ήταν ένας άθλος υπομονής και αγάπης.
Μια άλλη περίπτωση ήταν το 1971, που ήταν η σειρά του Ρεθύμνου να αναλάβει το Γ΄ Διεθνές Κρητολογικό Συνέδριο. Αλλά ποιο Ρέθυμνο; Πώς θα διακινηθούν 400 ή 450 σύνεδροι, πού θα μείνουν, όταν τα ξενοδοχεία της πόλης διέθετα μερικές δεκάδες δωμάτια, πού θα φάνε, πού θα συνεδριάσουν; Το εγχείρημα φαινόταν ουτοπικό και το Ηράκλειο πίεζε να οργανώσει επικαλούμενο την ανυπαρξία συνεδριακών υποδομών στο Ρέθυμνο. Όμως το μικρό δημοτικό Επιτελείο και το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε: Αν δεν το αναλάβει το Ρέθυμνο, αυτομάτως περιθωριοποιείται, αν όμως το κάμει και επιτύχει, τότε στέκεται ισότιμα με τις γειτονικές μεγαλύτερες πόλεις και επιπλέον τιμά την παράδοσή του των Γραμμάτων. Αποφασίσαμε να το αναλάβει το Δήμος.
Ήταν οι πρώτες εξετάσεις που έδωσε το Ρέθυμνο σε διεθνές επίπεδο και πέτυχε απόλυτα. Ολόκληρος ο Δήμος, που είχε μεταφερθεί ήδη στο νέο Δημαρχείο, και επιτροπές εθελοντών συμπολιτών συντονίστηκε, τα πάντα οργανώθηκαν, φάκελοι συνέδρων, εισιτήρια, δωμάτια σε ιδιωτικά σπίτια, κουπόνια σίτισης, αίθουσες, μεταφραστές κλπ. κλπ. Το επιστημονικό μέρος ανέλαβαν οι αείμνηστοι Ρεθεμνιώτες καθηγητές Γ. Κουρμούλης και Μ. Μανούσακας και το οργανωτικό εμείς. Ο Μανός διεξήγαγε μια γιγαντιαία αλληλογραφία και οργάνωση και εγώ του έλυνα προβλήματα. Τα πάντα εξελίχθηκαν θαυμάσια και το Ρέθυμνο πέρασε με άριστα τις εξετάσεις του.
Το άλλο τεράστιο θέμα του τόπου, στο οποίο ο Μανός πρόσφερε ανεκτίμητη συμβολή, είναι το Πανεπιστήμιο. Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, θα πω μόνο ότι ήταν από τους βασικούς παράγοντες που κράτησαν το μέγιστο μέρος της τεράστιας γραφειοκρατικής εργασίας που απαιτήθηκε σε μια περίοδο, όπου το «καϋμένο το Ρεθυμνάκι» φάνταζε νάνος μπροστά στα μεγαθήρια των Χανίων και του Ηρακλείου, που διεκδικούσαν την έδρα του Πανεπιστημίου. Ποτέ άλλοτε δεν νομίζω ότι υπήρξε και αμφιβάλλω αν θα υπάρξει στο μέλλον τόση ομοψυχία, τόσος ιερός ενθουσιασμός σε μικρούς και μεγάλους όπως τότε, όχι μόνο στους δημοτικούς υπαλλήλους, μα σε όλους τους Ρεθεμνιώτες μέσα και έξω από το Ρέθυμνο.
Ότι πιο ουσιαστικό και μόνιμο πρόσφερε ο Δήμος και το προσωπικό του στον τόπο είναι ότι πάλεψε και κατόρθωσε αυτό που φαινόταν ακατόρθωτο, να πάρει την έδρα του Πανεπιστημίου και το μεγαλύτερο μέρος του. Ο Μανός δικαιούται ένα μέρος από την αναγνώριση αυτή.
Θα μπορούσα να μιλώ για τον Μανό ώρες ολόκληρες, όμως δεν θα είχε και πολύ νόημα. Θα προσθέσω μόνο πως έχοντας ζήσει από κοντά την προσωπικότητα και το ήθος και την συνολική προσφορά του προς το κοινωνικό σύνολο δεν θα μπορούσα να μην τον εκτιμώ βαθύτατα και να μην τον αγαπώ πραγματικά. Ήταν ένας κλασικός φορέας του πνεύματος και του ήθους του ιστορικού Ρεθύμνου, ένας ιδιαίτερα πολιτισμένος και προικισμένος Ρεθεμνιώτης κι ένας ανεκτίμητος φίλος και τον θυμόμαστε με αγάπη και ευγνωμοσύνη.
Καταλήγοντας θέλω να συγχαρώ το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο του Ρεθύμνου για την ωραία πρωτοβουλία του να τιμήσει τον άξιο τιμής Μανό Αστρινό.
Μανός Αστρινός: Μεγάλη η προσφορά του στο θεατρικό και μουσικό γίγνεσθαι της πόλης
του Βαγγέλη Στεφανάκη
Με απόλυτη συναίσθηση της τιμής να παρουσίασω μια εμβληματική μορφή του Ρεθύμνου, όπως ο Μανός Αστρινός, θα προσπαθήσω να σκιαγραφήσω τη μεγάλη συμβολή του στο θεατρικό και μουσικό γίγνεσθαι της πόλης, ιδιαίτερα μέσα από την τόσο παραγωγική θητεία του στον Σύνδεσμο για την Διάδοση των Καλών Τεχνών. Και κυριολεκτώ όταν λέω ότι θα σκιαγραφήσω, γιατί μια τεράστια πολιτιστική προσφορά δεν μπορεί να χωρέσει σε μια εισήγηση, έστω κι αν υπήρχε περισσότερη γενναιοδωρία χρόνου από την οργανωτική επιτροπή της αποψινής μας εκδήλωσης.
Μικρό παιδί θυμάμαι τον Μανό Αστρινό να περνά βιαστικά από τη γειτονιά και να αποσπά τα βλέμματα με το περήφανο παράστημά του. Μου ενέπνεε ένα βαθύ σεβασμό, όμοιο με αυτό που αισθανόμουν για τις μεγάλες πνευματικές μορφές του τόπου. Είχε κι αυτή την έμφυτη αριστοκρατική όψη, που εντυπωσίαζε όποιον τον γνώριζε. Διέθετε το ιδιαίτερο χάρισμα να κερδίζει τον καθένα με τη σοβαρότητά του και να εμπνέει στους άλλους τα ευγενέστερα αισθήματα.
Αργότερα εγώ, φοιτητής πια, όταν ασχολήθηκα με την Περιηγητική Λέσχη, στην ομάδα κατασκευής κεφαλών για το Καρναβάλι, είχα ακόμα μια ευκαιρία να θαυμάσω την εργατικότητα και την τεράστια ενέργεια αυτού του ανθρώπου, που δεν υπολόγιζε κόπο και χρόνο όταν αναλάμβανε να φέρει εις πέρας μια αποστολή. Ήταν μια σεμνή, μια διακριτική παρουσία, κι ας είχε να παρουσιάσει σπουδαίο απολογισμό προσφοράς. Δεν επιδίωκε ποτέ να στρέφει το ενδιαφέρον στο άτομό του. Δίδασκε διαρκώς την έννοια της συλλογικότητας, που ήταν βασική του αρχή.
Στον Σύνδεσμο για τη Διάδοση των Καλών Τεχνών δεν ήταν απλά μέλος. Ήταν η «ψυχή». Δεν υπήρχε τομέας δράσης να μην φέρει τη σφραγίδα του. Ήταν ο κινητήριος μοχλός που επέτρεπε να κινείται αρμονικά όλο το σύνολο των δημιουργών και να προσφέρει εκδηλώσεις ποιότητας στην τοπική κοινωνία.
Ο Μανός Αστρινός ήταν η προσωποποίηση της τάξης και της συντονισμένης δράσης. Μιλούσε σπάνια στις συνεδριάσεις. Κάθε του εισήγηση όμως είχε περιεχόμενο. Η θεατρική ομάδα του Συνδέσμου είχε την άνεση να ετοιμάσει τις ηθογραφίες της, που άφησαν εποχή, επειδή ο Μανός ήταν πάντα εκεί. Έτοιμος να συντονίσει, να προλάβει τη δυσκολία που θα δημιουργούσε πρόβλημα στην ομάδα. Η διαρκής παρουσία του δημιουργούσε σε όλους μια αίσθηση σιγουριάς για το καλό αποτέλεσμα.
Ο Μανόλης Βογιατζάκης εύρισκε στο πρόσωπο του Μανού ένα πολύτιμο συνεργάτη. Κι αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Μανός έχαιρε της εκτίμησης και των άλλων μελών του Συμβουλίου, που αποτελούσαν τους στυλοβάτες της πνευματικής μας ζωής.
Θυμάμαι τα σχόλια της Μαρίας Παπαϊωάννου, που ζούσε από κοντά την ικανότητα του νεαρού συνεργάτη της στον τομέα των γενικών καθηκόντων, πόσο θερμά μου τον εκθείαζε, δοθείσης ευκαιρίας.
Είχε πράγματι μια μεθοδικότητα που σε εντυπωσίαζε. Μπορεί να τον απασχολούσε η θέση του στο δήμο με πολλές υποχρεώσεις, αφού ήταν και ο πρώτος πτυχιούχος δημοτικός υπάλληλος μέχρι τότε. Κατάφερνε όμως να ανταποκρίνεται στα καθήκοντά του με απόλυτη συνέπεια. Θα εύρισκε επίσης χρόνο για να φέρει εις πέρας τις επισημάνσεις του Μανόλη Βογιατζάκη παραμονές παράστασης, θα ήταν έτοιμος να ειδοποιήσει τους ηθοποιούς σε τυχόν αλλαγή ώρας στις πρόβες. Έτοιμος και πρόθυμος για κάθε καθήκον. Αρκεί να ένοιωθε χρήσιμος στον χώρο που λειτουργούσε. Έπαιρνε όλο το βάρος επάνω του. Έτσι λειτουργούσαν όλα στην εντέλεια.
Όταν ο Σύνδεσμος προχώρησε στη δημιουργία χορωδίας, εκείνος πάλι αυτοεπιστρατεύτηκε προκειμένου να πετύχει κι αυτός ο στόχος. Εκεί όμως που πραγματικά αφοσιώθηκε με συγκινητική διάθεση και ενθουσιασμό ήταν την περίοδο που ανέλαβε τη διεύθυνση της χορωδίας ο Μπάμπης Πραματευτάκης. Ευτύχησα ως μέλος της χορωδίας, και αρκετές φορές ως σολίστ, να ζήσω το παρασκήνιο κάθε προετοιμασίας για συναυλία σε δημόσιο χώρο.
Είναι αδύνατον να περιγράψω αυτή την τελειομανία που χαρακτήριζε τον Μανό Αστρινό, ώστε κι ένα απλό πρόγραμμα να προσδίδει κύρος στο φωνητικό μας σύνολο. Πολλές φορές στις πρόβες που κάναμε στη μικρή αίθουσα του Ωδείου μας, έπεφτε το βλέμμα μου στη βιβλιοθήκη απέναντι. Έβλεπα και θαύμαζα. Εκεί φαινόταν καθαρά η φροντίδα του Μανού, στους άριστα τακτοποιημένους φακέλους με παρτιτούρες από έργα που ήδη είχαμε παρουσιάσει.
Αν δεν έχει χαθεί το παραμικρό από την πορεία του Συνδέσμου στο πέρασμα του χρόνου, αυτό οφείλεται στον Μανό Αστρινό. Σε κάθε προγραμματισμό νέας συναυλίας κάθε χορωδός με την είσοδο του στην αίθουσα θα έπαιρνε την παρτιτούρα του, ώστε να ρίξει μια ματιά μέχρι να ξεκινήσει η πρόβα. Ήταν όμως πρόθυμος πάντα και σε τυχόν απώλεια, για την αντικατάσταση της παρτιτούρας, χωρίς να διαμαρτυρηθεί, χωρίς να μειώσει κανέναν με κάποια άστοχη παρατήρηση.
Σε όλους τους χορωδούς ανεξαρτήτως ηλικίας φερόταν πάντα με σεβασμό και εκτίμηση. Τα καθήκοντά του όμως περιορίζονταν μόλις οι δασκάλες ή ο Μπάμπης έπαιρναν τη θέση τους στο πιάνο. Από κει και μετά ο Μανός καθόταν διακριτικά σε μια γωνιά, χωρίς να κάνει αισθητή την παρουσία του, αλλά σε πλήρη ετοιμότητα να προσφέρει, πριν καν του ζητηθεί κάτι.
Στις περιπτώσεις που η χορωδία έβγαινε για εμφανίσεις εκτός Κρήτης, εκεί ο Μανός έδινε μαθήματα οργάνωσης. Όλα στην εντέλεια και πάντα με υπομονή να απαντά στην απορία κάθε χορωδού και να παραβλέπει κάθε ιδιοτροπία.
Τότε που δεν υπήρχε το διαδίκτυο για να μας διαφωτίσει, ο Μανός, εάν και εφόσον του το ζητούσαν, ήταν έτοιμος να αναφερθεί στους φορείς που μας καλούσαν και στον τόπο τους, με κάθε λεπτομέρεια. Αν και απευθυνόταν σε όλους, χωρίς διακρίσεις, κάθε χορωδός ήξερε πως ο ακούραστος και τόσο ευγενής αυτός άνθρωπος θα ενδιαφερόταν για το πρόβλημά του σαν να επρόκειτο για τον ίδιο αποκλειστικά.
Μερικές φορές αυτή η τελειομανία του ενοχλούσε εκείνους που δεν είχαν ακόμα ωριμάσει στην πολιτιστική κονίστρα. Ίσως κάποιες φορές να του χρέωναν και συγκεντρωτισμό. Ο Μανός όμως δεν αποσκοπούσε ούτε στην προβολή του ούτε επιδίωκε να επωφεληθεί από τις υπηρεσίες που πρόσφερε. Ήθελε απλά να είναι σίγουρος ότι θα ρυθμιζόταν το θέμα που αναλάμβανε, χωρίς κωλυσιεργίες και ανθρώπινα λάθη Και προκειμένου να είναι ήσυχος για όλα, δεν δίσταζε να υποβάλλεται και σε οικονομικές θυσίες. Πόσες φορές δεν ετοίμασε φακέλους με δικές του δαπάνες, ώστε να υπάρχει μια ανάμνηση από ένα πολιτιστικό γεγονός με ιδιαίτερη σημασία για τον τόπο! Σαν να βλέπω τις φωτογραφίες της χορωδίας τακτοποιημένες σε ζελατίνη και με υποσημειώσεις, ώστε ο ερευνητής του μέλλοντος να μη χρειαζόταν περαιτέρω διευκρινίσεις
Η παρουσία του έπαιξε σημαντικό ρόλο όταν το Ρέθυμνο τιμούσε τα 100 χρόνια από το ολοκαύτωμα της Ιεράς Μονής Αρκαδίου. Με τη διττή ιδιότητα. και του δημοτικού υπαλλήλου και του στελέχους του Συνδέσμου υπέρ Διαδόσεως των Καλών Τεχνών. ήταν η γέφυρα συντονισμού όλων των υπολοίπων. Ακούραστος ακολουθούσε την επιτροπή που αναζητούσε τον κατάλληλο χώρο για να ανεβεί το ΗΦΑΙΣΤΕΙΟ του Παντελή Πρεβελάκη. Πρώτος μάλιστα μετέφερε και την υπόδειξη του Αλέξη Μινωτή για τις δυνατότητες λειτουργίας θεάτρου στο κάστρο της Φορτέτζας.
Ο ίδιος ο Παντελής Πρεβελάκης έτρεφε θαυμασμό στον πολυσήμαντο αυτό Ρεθεμνιώτη που τιμούμε απόψε, και πέρα από τη συναισθηματική σχέση, λόγω συγγένειας Η ευθύτητα, η σοβαρότητα, η μεθοδικότητά του, η αρχοντιά που τον διέκρινε σε συμπεριφορά, λόγο και σκέψη, άρμοζε απόλυτα στους χαρακτήρες που ο μεγάλος μας συγγραφέας περιέγραφε στα βιβλία, του υμνώντας την Κρητική ψυχή.
Στην περίπτωση Πρεβελάκη θα πρέπει λίγο ακόμα να σταθούμε και να τονίσουμε ότι, αν σήμερα διαθέτουμε ηχητικά ντοκουμέντα από τις τιμητικές εκδηλώσεις για τον συγγραφέα του «Χρονικού μιας Πολιτείας», αν κάθε τέτοια εκδήλωση ανταποκρίθηκε απόλυτα στην ευθύνη του σπουδαίου γεγονότος, το οφείλει στο μεράκι του Μανού Αστρινού, που με τον καιρό αξιοποιούσε κάθε δυνατότητα της νέας τεχνολογίας για να απαθανατίσει μεγάλες στιγμές.
Έπαιρνε πάντα επάνω του το βάρος κάθε μεγάλης διοργάνωσης και κατάφερνε να πάρει το Ρέθυμνο τα εύσημα από σοβαρές διακρατικές συνεργασίες, που του έδιναν ρόλο οικοδεσπότη. Σε μια εμπνευσμένη του νεκρολογία, ο αγαπητός μας κ. Χάρης Στρατιδάκης αναφέρει αρκετές λεπτομέρειες και πάνω στο θέμα των τιμητικών εκδηλώσεων που η προσωπική μεθοδική εργασία του Μανού τις έκανε σπουδαία πνευματικά γεγονότα για τον τόπο.
Ο Σύνδεσμος για τη Διάδοση των Καλών Τεχνών ήταν ομολογουμένως η πρώτη προτεραιότητα στα ενδιαφέροντα του Μανού Αστρινού. Ίσως λόγω Πρεβελάκη και Μανόλη Βογιατζάκη, με τους οποίους τον έδεναν ισχυροί δεσμοί. Πάντως και στην παραλαβή του κτηρίου του Ωδείου, τότε με την ευκαιρία της ανταλλάξιμης περιουσίας του δημοσίου, και όταν το κτήριο αντιμετώπισε το πρόβλημα στατικότητας του μιναρέ, ο Μανός Αστρινός με τα υποδειγματικά σε διατύπωση έγγραφά του προς κάθε αρμόδια υπηρεσία κατάφερνε να αντιμετωπίζεται ο Σύνδεσμος τουλάχιστον με σεβασμό και όχι όπως ένας τυχαίος πολιτιστικός φορέας.
Έδωσε πολλούς αγώνες ο Μανός Αστρινός για το Σύνδεσμο υπέρ Διαδόσεως Καλών Τεχνών και ιδιαίτερα για το κτήριο που πέρασε τόσες δοκιμασίες. Ας μην ξεχνάμε την Οδύσσεια με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, όταν σε τυχαία εκσκαφή βρέθηκαν τάφοι. Όλα τα χρόνια που έμενε το Ωδείο μας γιαπί, ο Μανός Άστρινός είχε πάντα έτοιμα τα έγγραφα για να κάνει τις απαιτούμενες ενέργειες ο Μανόλης Βογιατζάκης, ως πρόεδρος.
Ο Μανός είχε και το χάρισμα του λόγου, αν και ποτέ δεν επιδίωκε το βήμα του ομιλητή. Αξέχαστη θα μου μείνει η ανάλυση που έκανε στο γνωστό έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Άξιον Εστί» όταν το παρουσιάσαμε στον Δημοτικό Κήπο ως χορωδία του Συνδέσμου, στο πλαίσιο καλοκαιρινών εκδηλώσεων του δήμου Ρεθύμνου τον Ιούλιο του 1986.
Από τις μεγάλες του αρετές ήταν και η συμπαράσταση σε κάθε εμπνευστή έργου ζωής για την πολιτιστική αναβάθμιση του Ρεθύμνου. Δεν μπορώ να παραλείψω τη βοήθεια που μου προσέφερε στο μεγάλο εγχείρημα για την εδραίωση της αντίληψης για μουσική παιδεία μέσα από τον σύλλογο «Μουσικά Νειάτα». Η στήριξή του στην προσπάθειά μου αυτή ήταν όντως συγκινητική και απόλυτα ανιδιοτελής, όσον αφορά στη συμμετοχή με αντίτιμο ένα αξίωμα. Την αυτή συμπαράσταση είχα και ως υπεύθυνος του Αναγεννησιακού Φεστιβάλ. Ο Μανός με την εμπειρία που είχε ήδη από την συμμετοχή του στην επιτροπή της Νομαρχίας, όταν εκείνη ξεκινούσε τον θεσμό, συμπορεύτηκε μαζί μου με ιδέες και μου πρόσφερε αφειδώλευτα τις σπουδαίες υπηρεσίες του στον οργανωτικό τομέα, αδιαφορώντας για την επίσημη ανάληψη αρμοδιοτήτων. Εκείνος για τον τόπο νοιαζόταν και το έδειχνε σε κάθε του δραστηριότητα.
Επίσης προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες στην Πειραματική Συμφωνική Ορχήστρα, έργο ζωής του Μπάμπη Πραματευτάκη, που με υπόδειξη του Μανού, όπως έγινε και με τη Χορωδία, περιήλθε στον Δήμο. Η βοήθειά του στο διάστημα που ήμουν πρόεδρος, λόγω θεσμικής ιδιότητας του μουσικού σχήματος, ήταν πολύτιμη. Και δεν σταμάτησε να ενδιαφέρεται μέχρι που πετύχαμε να γίνει νομικό πρόσωπο του δήμου, με τη θερμή στήριξη του Δημήτρη Αρχοντάκη, στη διάρκεια της δικής μου θητείας ως αντιδημάρχου. Ακόμα καμαρώνω στη βιβλιοθήκη μου τους καλαίσθητους φακέλους με αναμνηστικό υλικό από μεγάλες συναυλίες, όπως και την αναφορά στο χρονικό της ορχήστρας με τη μεστή του χαρακτηριστική γραφή.
Έτρεφα σεβασμό στον Μανό Αστρινό, όσο κι αν κάποιες φορές από υπερβάλλοντα ζήλο για τους κοινούς στόχους δημιουργήθηκαν πικρίες ένθεν και ένθεν. Για μένα υπήρξε ένας σπουδαίος Ρεθεμνιώτης, ένας αγνός ευπατρίδης , ένας συμπολίτης που του οφείλουμε πολλά
Σας ευχαριστώ
Μανός Αστρινός: ο άρχων αρχειοθέτης των τεκμηρίων της ρεθεμνιώτικης ιστορίας
του Χάρη Στρατιδάκη
Την Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013 πέθανε, νικημένος από τα πολλά προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο συμπολίτης Μανός Αστρινός. Οι παλιοί αλλά και πολλοί νεότεροι Ρεθεμνιώτες ταράχτηκαν από τον θάνατό του και του απέδωσαν με πάνδημη συμμετοχή στην εξόδιο ακολουθία την εκτίμηση που έτρεφαν στο πρόσωπό του.
Προσωπικά δεν μπόρεσα να παραστώ, μένοντας δίπλα στη μητέρα μου, σε νοσηλευτικό ίδρυμα εκτός Ρεθύμνου. Εκεί, από το κρεβάτι του πόνου, με είχε ρωτήσει αν είχα γράψει κάτι ή σκόπευα να το κάνω για τον πιο αγαπητό από τους συμμαθητές της. «Για τόσα και τόσα, γράφεις», μου είχε πει, «για τον Μανό δεν θα το κάνεις»; Υπ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες έγραψα ένα άρθρο, που με τον τίτλο «Μανός Αστρινός: ο άρχων αρχειοθέτης της ιστορίας του Ρεθύμνου» δημοσιεύτηκε στα φιλόξενα «Ρεθεμνιώτικα Νέα».
Όταν το τελείωσα και της το διάβασα είδα ότι, παρ’ όλη την άσχημη κατάστασή της, προσπαθούσε να με παρακολουθεί και πως τελικά φάνηκε ικανοποιημένη. Έχοντας εμπιστοσύνη στην κρίση της και με την ανοχή σας, θα το επαναλάβω απόψε εδώ, με λίγες αναγκαίες προσθαφαιρέσεις, αποτίοντας φόρο τιμής στον Μανό Αστρινό και ανάβοντας παράλληλα ένα κερί και στη δική της μνήμη.
«Ο κύριος Μανός, όπως τον αποκαλούσαμε οι μικρότεροί του, και όχι κύριος Αστρινός, όπως θα επέβαλλε η εθιμοτυπία και θα ήταν το πρέπον, χαρακτηριζόταν από πνεύμα ευταξίας και υπήρξε άνθρωπος επιβλητικός, αξιοσέβαστος, προσηνής, άρχων πραγματικός, εκπρόσωπος της τόσο δυσεύρετης σήμερα αλλά το πάλαι ποτέ πραγματικής ρεθεμνιώτικης αρχοντιάς, όπως ακριβώς την περίγραψε ο Παντελής Πρεβελάκης. Είμαι σίγουρος ότι όποιος μελετά το «Χρονικό μιας πολιτείας» και γνωρίζει τα πράγματα του Ρεθύμνου, τον Μανό Αστρινό θα σκέφτεται όταν διαβάζει: «…… Λέγεται ακόμα, πράμα που μπορείς να το βεβαιώσεις και σήμερα, πως οι πολίτες του Ρεθύμνου είταν άνθρωποι αγαθοί, σεμνοί και συνάμα περήφανοι, διαβασμένοι και καλότροποι, κοντολογίς είδος ποθητό μέσα στο φιλοτάραχο νησί…».
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που πρωτοστάτησε στις εκδηλώσεις ανακήρυξης του Παντελή Πρεβελάκη σε επίτιμο δημότη του Ρεθύμνου, αλλά και αργότερα, μετά τον θάνατό του, στη φιλοξενία των οστών του στον Εβλιγιά και στην τοποθέτηση των δύο αναμνηστικών γλυπτών του υμνητή του Ρεθύμνου, του ανδριάντα του και της «Σκεπτόμενης κόρης». Γι’ αυτό και θα μου επιτρέψετε να προσθέσω ένα ακόμα απόσπασμα, που πιστεύω ότι του ταιριάζει απόλυτα, όχι όμως από το Χρονικό αλλά από τον λόγο αντιφώνησης, που εκφώνησε ο Π. Πρεβελάκης, όταν στις 29 Οκτωβρίου 1977 τιμήθηκε από τους συμπολίτες του στο Ωδείο, με πρωτοβουλία και πάλι του Μανού Αστρινού, και που ευτυχώς διασώθηκε με την έκδοσή του υπό τον τίτλο «Το Ρέθεμνος ως ύφος ζωής»
«…Μίλησα στο Χρονικό μου κ’ εξακολουθώ να μιλώ στον σημερινό απολογισμό μου για πολίτες, δηλαδή για τα μέλη του σώματος που ονομάζεται πολιτεία… Τους πολίτες του Ρεθύμνου τους χαρακτηρίζει συνάμα ο αυτοσεβασμός, η αγάπη της ελευθερίας, η ευσέβεια, η εγκαρτέρηση την ώρα της δυστυχίας».
Στην περίπτωση του Μανού Αστρινού θα πρέπει να κάνουμε τέσσερις προσθήκες, στις παραπάνω εννέα ιδιότητες που απέδιδε ο Πρεβελάκης στους συμπολίτες του: τα χαρίσματα του ευπροσήγορου και του βαθιά ευγενούς και τις ιδιότητες του φίλεργου και του καλλιεργημένου. Και δεν ήταν ασφαλώς μόνο η φυσική ομορφιά και οι τρόποι που τον έκαναν να ενσαρκώνει το «ύφος» του παλιού Ρεθύμνου. Ήταν και το γεγονός ότι προερχόταν από μια πνευματική οικογένεια, η οποία μεταξύ άλλων έχει να παρουσιάσει έναν γραμματέα του Γυμναστικού Συλλόγου Ρεθύμνης το 1902, τον Ευάγγελο, έναν δικαστή, δραστήριο πολίτη και πρωτεργάτη του Ρεθεμνιώτικου Καρναβαλιού, τον Νικόλαο, τον παππού του, Εμμανουήλ, έμπορο και συνδρομητή βιβλίων ήδη από τη δεκαετία του 1880, και τον πατέρα του Γεώργιο, δικηγόρο και υποθηκοφύλακα στο Πέραμα την περίοδο 1934-1946 και στο Ρέθυμνο από το 1946 μέχρι το 1955.
Ο Μανός Αστρινός υπήρξε επί ολόκληρη τεσσαρακονταετία πραγματικός υπηρέτης της κοινωνίας του Ρεθύμνου. Υπηρέτησε την πόλη και τους αιρετούς της άρχοντες Στέλιο Ψυχουντάκη, Ευάγγελο Δασκαλάκη, Δημήτρη Αρχοντάκη, Μανόλη Καλαϊτζάκη και Χρήστο Σκουλούδη, ως Προϊστάμενος των υπηρεσιών του Δήμου αρχικά και στη συνέχεια ως Διευθυντής. Δεν θα ήταν καθόλου άσκοπο να αναφερθεί ότι συνέχισε να προσφέρει καθημερινά τις υπηρεσίες του και μετά την συνταξιοδότησή του, στην οργάνωση του Αρχείου του, και μάλιστα αμισθί. Το ποδήλατό του έξω από την είσοδο του Δημαρχείου σηματοδοτούσε επί σειρά ετών την αθόρυβη προσφορά του, και η συγκατοίκησή του στο ίδιο γραφείο με τον επίσης ευγενή και κοσμοπολίτη Νομπέλ Αρμάν δημιουργούσε εκεί μια όαση πολιτισμού.
Ο Μανός Αστρινός υπηρέτησε τον πολιτισμό κι από άλλα μετερίζια, όπως αναφέρθηκε αναλυτικά στην αποψινή μας εκδήλωση. Με τη συμμετοχή και οργανωτικότητά του έγινε εφικτή το 1977 η παραγωγή του ντοκιμαντέρ «Μνήμη Παντελή Πρεβελάκη» από το ζεύγος του Γιώργου και της Ηρούς Σγουράκη. Αργότερα, στο αρχείο και στις γνώσεις του στηρίχτηκε η έκδοση του βιβλίου «Δικηγορικός Σύλλογος Ρεθύμνης, μια φωτογραφική αναδρομή», σε επιμέλεια του Χάρη Παπαδάκη. Δεν παρέλκει, νομίζω, της αποψινής μας αναζήτησης των στοιχείων του χαρακτήρα και της προσφοράς του Μανού Αστρινού, να αναφέρω το γεγονός ότι για την αποκόμιση του φωτογραφικού υλικού τού βιβλίου εκείνου είχε απευθυνθεί σε –ούτε λίγες ούτε πολλές– 27 οικογένειες, τις οποίες ανέγραψε τιμητικά αμέσως μετά τα προλεγόμενα.
Η προσφορά του αποτυπώνεται ακόμα περισσότερο στο διπλό βιβλίο «Ποιητικά Σκιρτήματα. Μαθητικές Αναπολήσεις», που εξέδωσε το έτος 2004, με την ευγενική χορηγία του επίσης αείμνηστου Γιάννη Χαλκιαδάκη της «Γραφοτεχνικής». Το βιβλίο εκείνο στο πρώτο μέρος περιλαμβάνει τα ποιήματα του συμμαθητή του Μιχάλη Παπαδαντωνάκη. Το δεύτερο μέρος, το οποίο είναι και εκτενέστερο, είναι αποκλειστικό δημιούργημα του Μανού Αστρινού και αποτελεί το «φωτογραφικό εκπαιδευτικό ευαγγέλιο» του Ρεθύμνου και όχι χωρίς λόγο: περιλαμβάνει, εκτός των κειμένων, έξι ιστορικές φωτογραφίες του Ρεθύμνου και 72 άλλες σχετικές με την εκπαίδευσή του, όλες υπομνηματισμένες. Θυμάμαι τις αλλεπάλληλες επισκέψεις στη μητέρα μου, για το ξεκαθάρισμα της ταυτότητας των εικονιζόμενων περισσότερων από 400 προσώπων στις φωτογραφίες αυτές. Είμαι σίγουρος ότι οι επισκέψεις και τηλεφωνικές επικοινωνίες εκείνες σε Ρεθεμνιώτες με ισχυρή μνήμη, θα υπήρξαν πολύ περισσότερες απ’ όσες μπορούμε να διανοηθούμε.
Οπωσδήποτε μαζί με το βιβλίο αξίζει να μελετηθεί και η παρατιθέμενη στους συμμαθητές του, επικολλημένη στα δικά τους αντίτυπα, επιστολή, ιδιαίτερα στο τμήμα της που περιδιαβαίνει νοερά στο Ρέθυμνο των μαθητικών τους χρόνων, στο Ρέθυμνο δηλαδή του Μεσοπολέμου και του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω απ’ αυτήν μερικά αποσπάσματα: «…Με τούτη την έκδοσή μας, αποζητώντας τις ρίζες μας, την παιδικότητά μας, τη νιότη μας και την εφηβεία μας, θα μας δοθούν ευκαιρίες, από κείμενα και εικόνες του τεύχους, να αναπλάσουμε βιώματα και συναισθήματα: Να τιμήσουμε και να μνημονεύσουμε ένα άξιο συμμαθητή μας… Να αναβιώσουμε την οκτάχρονη συμβίωσή μας και μαθητεία μας στους Γυμνασιακούς «Οίκους Παιδείας»… Να περιδιαβούμε τους τότε δρόμους, την αμμουδιά, την παραλία μας, τα καταστήματα… το φιλόδοξο και ανολοκλήρωτο ναό των Τεσσάρων Μαρτύρων…, χωρίς να παραβλέψουμε τα σκιερά, επώδυνα και παρατεταμένα χρόνια…, την εκδρομή μας ως τελειόφοιτων στον Άγιο Νικόλαο με φορτηγά αυτοκίνητα, με τους καθηγητές μας μαζί μας στις καρότσες, τους απαγορευμένους χώρους…, το ενετικό λιμάνι, το Φραγκιά Βλαχάβα, που μας μετέφερε με τη βάρκα στα ατμόπλοια…, την απαγορευμένη «Φορτέτζα», τα λίγα δειλά après midi μας, στις απογευματινές ώρες τις βόλτες μας στην προκυμαία με τα ουζάδικα…, κι όταν ερχόταν οι κρύες μέρες, το πήγαινε κι έλα στην οδό Αρκαδίου…, να ξαναγυρίσουμε στα πρώτα χρόνια της νιότης μας, με τους χαρακτηριστικούς τύπους, το Νικολάλη, το Γιωργάκι, το Λευτέρη.., αλλά και τους άρχοντες, προσγειωμένους και αδελφοποιημένους, με το κοινωνικό σύνολο, τους Σαουνάτσους, τους Τσουδερούς, τους Σκορδύληδες, τους Μοάτσους…»
Και συμπλήρωνε, τελειώνοντας την επιστολή του ο Μανός Αστρινός στους συμμαθητές του: «Φροντίσαμε να αφήσουμε πίσω μας τα ίχνη και την αγάπη μας, το δείγμα του οφειλόμενου χρέους προς το Ρεθυμνάκι μας, που πρέπει να εξοφλήσουμε, κατά τη ρήση ενός άξιου Ρεθεμνιώτη: Κατασκευάσαμε την υποδομή και εξωραΐσαμε την πλατεία 25ης Μαρτίου 1821 με την πλακόστρωσή της, τα τέσσερα παγκάκια της, τους τέσσερις φανοστάτες της, την αροκάριά της στη μέση και τη Βενετσιάνικη βρύση της να δροσίζει για πάντα τους περαστικούς. Σε μια πινακίδα πίσω από τη βρύση αυτή, καταγράφεται ένα δημιουργικό σύνολο παλιών μαθητριών και μαθητών, που είδαν το φως ή πέρασαν από το Ρεθυμνάκι μας, το αγάπησαν με όλη την ψυχή τους κι άφησαν εκεί κάποιο απόσταγμα από την καρδιά τους…».
Δεν πιστεύω να υπάρχει αμφιβολία ότι εμπνευστής και πρωτουργός όλων αυτών υπήρξε ο Μανός Αστρινός. Γιατί, πέραν των αξιών των οποίων αποτελούσε φορέα, είχε και μια απίστευτη οργανωτική ικανότητα, αυτήν ακριβώς που του επέτρεψε να γίνει συλλέκτης και διασώστης τελικά σημαντικών τεκμηρίων της νεότερης ιστορίας του Ρεθύμνου. Θα πρέπει να τονιστεί όμως ότι δεν υπήρξε απλά συλλέκτης, αλλά αρχειοθέτης και τεκμηριωτής. Υπό άλλες συνθήκες θα είχε κάνει ασφαλώς και το επόμενο βήμα, να μετατραπεί σε ιστοριογράφο, βήμα που μόνο με τα παραπάνω δύο βιβλία είχε ξεκινήσει δειλά να κάνει. Το γεγονός, όμως, ότι υπήρξε βασικά αρχειοθέτης και τεκμηριωτής αποτελεί, τελικά, ευτύχημα για το Ρέθυμνο. Κανένας άλλος (εκτός ίσως από την Γιώργη Εκκεκάκη) δεν θα μπορούσε με τόση επιμέλεια, επί τόσο πολύ χρόνο και με τόση επιμονή και συνέπεια να αναζητήσει τα φωτογραφικά -και όχι μόνο- τεκμήρια της ιστορίας της πόλης. Δεδομένης μάλιστα της αιδημοσύνης του Γιώργη Εκκεκάκη, ο Μανός ήταν τελικά αναντικατάστατος, αφού δεν δίσταζε να χτυπά πόρτες, να κάνει αλλεπάλληλα και επίμονα τηλεφωνήματα και να παίρνει μέρος σε παρέες, από τις οποίες ζητούσε να αναγνωρίσουν πρόσωπα που, όπως θα το έθετε ο πρώτος από τους δύο, «δεν είχαν αφήσει ίχνη στην ιστορία».
Ο Μανός Αστρινός υπήρξε, όμως, και γενναίος. Παρά το γεγονός ότι υπήρξε ένας από τους ελάχιστους δημοτικούς υπαλλήλους που προσελήφθη για τα προσόντα του, που δεν «χρωστούσε» δηλαδή σε κανέναν αλλά αντίθετα όλοι του «χρωστούσαν», ήταν από τους ελάχιστους που πήρε μολύβι και χαρτί και δημοσιοποίησε την αντίθεσή του στην εξοντωτική πρωτόδικη καταδίκη του Δημήτρη Αρχοντάκη. Το έκανε θαρραλέα, με εγκυρότητα, με σεβασμό στη δικαιοσύνη, με αξιοπρέπεια, χρησιμοποιώντας μόλις 204 λέξεις και υπογράφοντας με την ιδιότητα «τέως Διευθυντής του Δήμου Ρεθύμνης». Ήταν ίσως η μοναδική φορά που την χρησιμοποίησε σε εξωυπηρεσιακό έγγραφο, ξεπερνώντας την έμφυτη σεμνότητά του, προσπαθώντας να τεκμηριώσει με την υπευθυνότητα της θέσης την άποψή του.
Να σημειώσουμε ότι οι πολιτικές πεποιθήσεις των δύο συμπολιτών υπήρξαν διαφορετικές. Ο Μανός είχε θητεύσει στα νιάτα του στην ΕΠΟΝ κι ήταν περήφανος γι’ αυτό (είχε άλλωστε λάβει και σχετικό έπαινο). Έτσι από την πρώτη τους κιόλας συνεργασία στον Δήμο είχαν συμφωνήσει ότι αφήνουν στην άκρη τα πολιτικά τους πιστεύω και συνεργάζονται, ως υπηρέτες της πόλης. Και το εφάρμοσαν μέχρι τέλους, ακόμα κι όταν και οι δύο τους ήταν ανενεργοί και ο ένας από τους δύο αντιμετώπισε σοβαρές κατηγορίες.
Εκτός από γενναίος, όμως, υπήρξε και γενναιόδωρος. Πολλοί θα μπορούσαν να μαρτυρήσουν περί αυτού, με επιφανέστερο το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης, το οποίο στις 24 Σεπτεμβρίου του 2011 δέχτηκε ως δωρεά ένα μέρος των συλλογών του. Κι όπως ανέφερε τότε στο σχετικό ευχαριστήριο το Μουσείο, «ο κ. Αστρινός είναι ένας από τους ανθρώπους που πιστεύει ότι η ιστορική μας κληρονομιά ανήκει σε όλο τον κόσμο και αυτό το απέδειξε με την πρόσφατη δωρεά του». Η κυρία Φαλή Βογιατζάκη μας είπε περισσότερα γι’ αυτή τη δωρεά, την οποία σε λίγη ώρα θα έχουμε την ευκαιρία να δούμε κι από κοντά, εγκατεστημένη μόνιμα στον προσήκοντα χώρο.
Θα τελειώσω με μερικές προσωπικές αναμνήσεις και εκτιμήσεις. Είχα την ευκαιρία να συνεργαστώ μαζί του σε τρεις περιπτώσεις. Τον γνώρισα όταν, επικεφαλής τριμελούς επιτροπής, με επέλεξε το 1997 ως συντονιστή του νεογέννητου τότε Κέντρου Νέων του Δήμου. Μια ερώτηση από εκείνες που μου είχε κάνει τότε με είχε προβληματίσει και ξενίσει. Είχε να κάνει με το πώς θα αντιμετώπιζα την πιθανή είσοδο ναρκωτικών σ’ ένα προνομιακό χώρο, όπως ήταν ένα στέκι νεολαίας. Αργότερα, όταν ωρίμασα περισσότερο, εκτίμησα την ευθύτητα αλλά και την προνοητικότητα του ανθρώπου.
Τον γνώρισα από πιο κοντά όταν ως Υπεύθυνος Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ονοματοδότησα μία από τις αίθουσες του Κέντρου Περιβαλλοντικής Αγωγής και Ενημέρωσης «Φάλκονας» με το όνομα του Βασίλη Τσάκωνα, δυναμικού στελέχους του οικολογικού κινήματος της Κρήτης, και χρειάστηκε να τεκμηριώσω την επιλογή μου αυτή με στοιχεία από τη ζωή του αδικοχαμένου αυτού ανθρώπου, που ήταν κουνιάδος του. Στα στοιχεία αυτά στηρίχτηκε η σχετική ομιλία του Βασίλη Σιμιτζή στα εγκαίνια του Κέντρου, που διασώζεται σε μια μικρή και δυσεύρετη σήμερα έκδοση, με τον τίτλο «Εις μνήμην. Μορφές του οικολογικού κινήματος της Κρήτης». Να σημειώσω εδώ ότι εκείνα ακριβώς τα χρόνια ο Μανός είχε το παράλληλο καθήκον να ξαναγυρίσει στα θρανία της πατρότητας, σε προχωρημένη πια ηλικία, αναθρέφοντας την ανιψιά του, μιας και η μητέρα του παιδιού είχε επίσης φύγει πρόωρα από τη ζωή.
Είχα επίσης την ευκαιρία να τον γνωρίσω καλύτερα όταν αποφασίσαμε να συγκροτήσουμε φωτογραφικό αρχείο για το 2ο Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια να εκδώσουμε δύο αναμνηστικά της ιστορίας του ημερολόγια. Τότε μπήκα και θαύμασα τον «κόσμο των Εφκαφικών», με τους εκατοντάδες φακέλους και τα δεκάδες φύλλα καθενός από αυτούς, στα οποία με πρωτοφανή επιμέλεια είχε επικολλήσει μεγάλης αξίας φωτογραφικό υλικό και είχε αναγράψει ό,τι σχετικό μπορούσε να πληροφορηθεί, χωρίς να θεωρεί ποτέ την προσπάθεια αυτή τετελεσμένη.
Είχα, τέλος, την ευκαιρία να γίνω ξανά αποδέκτης της γενναιοδωρίας του, όταν με κάλεσε για να μου παραδώσει μερικά ενθυμήματα μιας δασκάλας, που είχε τότε αποβιώσει και οι συγγενείς της του τα είχαν δωρίσει, για το Σχολικό Μουσείο του τότε Δήμου Αρκαδίου (σήμερα Ρεθύμνου). Στην περίπτωση όμως εκείνη αρνήθηκα ευγενικά την προσφορά του, πριν τουλάχιστον οι τότε υπεύθυνοι δημοτικοί άρχοντες γίνουν «πραγματικοί υπεύθυνοι», όπως του είχα πει, ώστε το υλικό που μου προσέφερε να μην καταστραφεί ή απαξιωθεί κι εγώ να μπορώ να τον συναντώ στον δρόμο χωρίς να ντρέπομαι να του μιλήσω, αλλάζοντας πεζοδρόμιο. Είναι το υλικό ακριβώς που συγκροτεί από σήμερα το χαροπωλείο του Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου μας.
Ο Μανός Αστρινός υπήρξε μανιακός συλλέκτης αλλά, ευτυχώς, και χιουμορίστας. Όπως όλοι οι αρχειοθέτες, καταχωρούσε με απόλυτο πάθος οτιδήποτε τον ενδιέφερε: έγγραφα, φωτογραφίες, ζωγραφιές, προγράμματα εκδηλώσεων, αποκόμματα εφημερίδων, προσκλητήρια, προσπέκτους. Το πάθος αυτό τού απορροφούσε απίστευτο χρόνο και, ασφαλώς, και χρήματα. Και, όπως όλοι οι αυθεντικοί αρχειοθέτες δεν μπορούσε παρά να διακατέχεται (ως προς το αρχείο του Δήμου, όχι ως προς το δικό του) από αισθήματα απώθησης των υποψήφιων χρηστών. Υπήρξε οπαδός του 8ου κανόνα του Ουμπέρτο Έκο, που αναφέρει ότι «Ο βιβλιοθηκάριος/και ο αρχειοθέτης/ πρέπει να θεωρεί τον αναγνώστη εχθρό του, χασομέρη (άλλως θα πήγαινε να δουλέψει), και δυνάμει κλέφτη»!
Δεν είχε όμως τη δυνατότητα να εφαρμόσει και τον 14ο κανόνα, ο οποίος αναφέρει ότι «Τα ωράρια της βιβλιοθήκης/αρχείου πρέπει να συμπίπτουν επακριβώς με τα ωράρια εργασίας των χρηστών», γιατί ο ίδιος είχε μετατρέψει σε δεύτερο ή ίσως και πρώτο σπίτι του το Δημαρχείο της πόλης μας. Έτσι, όταν χρειάστηκα το έτος 1995 να ψάξω την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του έτους 1946 για την κατεδάφιση του βενετσιάνικου Ρολογιού, βρέθηκα μπροστά στην άρνησή του, ως όφειλε, ως παθιασμένος αρχειοθέτης. Όταν όμως άρχισα να τον επισκέπτομαι κάθε μεσημέρι μετά το σχολείο και να επιμένω και όταν του δήλωσα ότι θα το κάνω μέχρι να μου επιτρέψει την πρόσβαση, ακόμα κι αν χρειάζονταν μήνες, κάλεσε την αρμόδια υπάλληλο και τη ρώτησε αν με γνωρίζει. Στην αρνητική απάντησή της ήρθε να με συστήσει, με στοιχεία και πέραν του ονοματεπωνύμου μου, παραφράζοντας, όπως το έκανε πάντα, το βαφτιστικό μου σε Στάθης: «Πήγαινε τον Στάθη στο υπόγειο», σε παρακαλώ, της είπε, «και δείξε του ό,τι σου ζητήσει». «Ξέρεις τι είναι να μπλέξεις με έναν πέτσακα Στρατιδάκη»; Να σημειώσω ότι η αρχική εκείνη άρνηση είχε οπωσδήποτε να κάνει και με την κατάσταση στην οποία βρισκόταν το δημοτικό αρχείο, που δεν περιποιούσε οπωσδήποτε τιμή για την πόλη των γραμμάτων…
Είμαι σίγουρος ότι ο άρχοντας συλλέκτης και αρχειοθέτης της ρεθεμνιώτικης ιστορίας Μανός Αστρινός πορεύεται με τις ίδιες αρχές που το έκανε και επί γης, αγαθός, σεμνός και συνάμα περήφανος, διαβασμένος και καλότροπος, ευπατρίδης και χιουμορίστας. Κάτι μου λέει ότι έχει συγκροτήσει κι εκεί ένα αρχείο προσωπικοτήτων, αναζητώντας πρόσθετα στοιχεία, απ’ όσα είχε συγκεντρώσει στην επίγεια ζωή του, για άλλους ευπατρίδες, όπως ο ίδιος: για τον Ιωάννη Δετοράκη, για τον Γεώργιο Σαουνάτσο, για την Αμαλία Μανουσάκη, για τον Ευάγγελο Μοάτσο, για τον Νικόλαο Καλογέννητο, για τον Κώστα Μαμαλάκη, για τον Ανδρέα Κούνουπα και για τον Ιωάννη Ζαχαρίου, που υπήρξε ιδιοκτήτης του κτηρίου που μας φιλοξενεί σήμερα. Μαζί με τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριές του θα οραματίζεται και θα κατασκευάζει έργα ευποιίας τέτοια, που να του επιτρέπουν να σεμνύνεται κι εκεί, στο επέκεινα, ότι «φροντίσαμε να αφήσουμε πίσω μας τα ίχνη και την αγάπη μας, το δείγμα του οφειλόμενου χρέους».
Για κάτι σίγουρα δεν θα είναι ευχαριστημένος, για το ότι η πάλαι ποτέ πόλη του πνεύματος δεν μπόρεσε να αξιοποιήσει -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- τους κόπους του. Ακούσαμε ότι το υλικό αυτό το προόριζε ν’ αποτελέσει τον κορμό ενός «Αρχείου της Πόλης του Ρεθύμνου», όπως άλλωστε το έχουν στο μυαλό τους και άλλοι συμπολίτες μας. Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, πέραν του αποψινού, το πραγματικό «φιλολογικό μνημόσυνο», όπως καθιερώθηκε να λέγεται, για τον άρχοντα αρχειοθέτη των τεκμηρίων της ιστορίας του Ρεθύμνου Μανό Αστρινό, θα είναι η διάσωση, ψηφιοποίηση, συνέχιση συγκέντρωσης, εξασφάλιση πρόσβασης και αξιοποίηση του αρχειακού θησαυρού που κατέλειπε στην οικογένειά του και μέσω αυτής στην κοινωνία.
Σας ευχαριστώ
ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗ
του Βασίλη Αστρινου
Σεβασμιότατε, κ. υπουργέ, κ.κ. βουλευτές, κ. αντιπεριφερειάρχη, κ. δήμαρχε, δήμαρχοι
του χθες και του σήμερα, κ.κ. περιφερειακοί και δημοτικοί σύμβουλοι, φίλες και
φίλοι της οικογένειάς μου.
Θα ήθελα κατ’ αρχήν να ευχαριστήσω τους
ομιλητές. Την κ. Κατερινα Τσακάλη, την φίλη μου Κατερινα, για την
ανάπτυξη του βιογραφικού του πατέρα μου. Μεστή, περιεκτική, δωρικη. Τον
κ. τέως δ’ημαρχο, τον άνθρωπο που έβαλε τα θεμέλια για να πατήσει το σύγχρονο
Ρέθυμνο.
Ολοι μας του οφειλουμε πολλα.Με τον πατερα μου εμπνευστηκαν κ
συνεργαστηκαν για μια ζωη.Μια ολοκληρη ζωη.Ειλικρινα σας ευχαριστω!Τον
κ.Βαγγελη Στεφανακη,για τις μνημες που μου ξυπνησε,αφηγουμενος το δικο
του κομματι.Προσωπικα απο ολα οσα ανεφερε κρατω το κομματι της
χορωδιας την οποια θυμαμαι να τραγουδα μεσα στο Χιλτον,στην
Κεφαλονια,μια βραδια αυγουστιατικης πανσελινου στο παλιο λιμανακι
μας.Ο Μανος Αστρινος εβρισκε στη μουσικη καθε πεμπτουσια κ εκφρασης
της τεχνης.Λιγο ελειψε βεβαια κ.Βαγγελη να επισκιασει την αφηγηση σας
η βαθια,σεντορια,γεματη βιμπρατο φωνη σας,την οποια λατρευε ο πατερας
μου.τον κ.Χαρη Στρατιδακη για την εμπεριστατομενη ερευνα κ αναφορα του
στο κομματι της αρχειοθετησης.Ο πατερας μου ειχε μανια με τα
ιχνη.Συνελεγε τα παντα.Ετσι κατελειπε τεραστιο αριθμο
φωτογραφιων,σημαντικο αριθμο αντικειμενων,αφιερωσεων,σχολιων.Αγωνιουσε
για το ανθρωπινο στιγμα.Τελος θελω να ευχαριστησω την κ.Φαλη
Βογιατζακη.Εσας κ.Βογιατζακη θελω να σας ευχαριστησω πιο πολυ για τη
δημιουργια του Ιστορικου κ Λαογραφικου Μουσειου.Ο Μαρλω,στο λογο του
στην Πνυκα ειπε,”Τον πολιτισμο τον κληρονομεις κ μετα τον κατακτας
εκθετοντας τον σωστα”.Κεφαλαιο μεγαλο του ρεθυμνιωτικου πολιτισμου
ειναι το Λαογραφικο Μουσειο.Εκθετει το παρελθον που ειναι οι ριζες
μας.Χωροι σαν το Λαογραφικο πρεπει να υπαρχουν.Μας βοηθουν να
καταλαβουμε πολλα ερχομενοι σε επαφη με το χθες.Μας θωρακιζουν,μας
συντηρουν,γονιμοποιουν τη σκεψη μας.Μας δινουν τα κλειδια για να
ανοιξουμε πορτες,πυροδοτωντας σωστα το μελλον.Θα΄θελα σ΄αυτο το σημειο
να ευχαριστησω την κ.Αναστασια Πλατυραρχου,που μετετρεψε με τις
μοναδικες της ικανοτητες κ το χαμογελο της, την ημερα της παραδοσης
των συλλογων στο Μουσειο απο τον πατερα μου,σε μερα χαρας αντι για
μερα θρηνου κ αποχωρισμου.Κυριοι ομιλητες.Ανθρωποι σαν κ
εσας,μεθοδικοι,ευγενεις κ ευγνομωνες μας διαβεβαιωνουν οτι ολα θα πανε
καλα σ΄αυτον τον τοπο τελικα.Η τελευταια αναμνηση που εχω απο τον
πατερα μου,ειναι τη μερα της κηδειας του.Κοιτοντας τον σκεφτηκα οτι ο
χρονος τον χαιδεψε στο προσωπο.Ειχε μια φυσιογνωμια αριστοκρατικη,με
διαυγες βλεμα κ εμφυτη ευγενεια.Ο Μανος Αστρινος που εγυγε πριν απο 5
χρονια δημιουργει οντως ενα μεγαλο κενο.και αυτο διοτι εχει σπασει το
καλουπι που τον δημιουργησε.Εκεινη η μητρα της αστικης ταξης που
διαμορφωνε χαρακτηρες με αγαπη για τον τοπο τους,ανυποκριτη εγνοια για
την κοινωνια,για τον κοσμο που μας περιβαλει,καθηκον προς την
πνευματικη καλιεργεια.Ηταν τεκνο του παλοιυ Ρεθυμνου στο οποιο η καλη
καταγωγη σημαινε υποχρεωση.Τοξερε κ δεν το παρακουσε ουτε μια μερα της
μακρας του ζωης.Σας ευχαριστω.
Η εκδήλωση διανθίστηκε από μουσικό πρόγραμμα που παρουσίασαν οι κυρίες Ελένη Περπυράκη και Ελένη Τζιράκη με τη Μικτή Χορωδία του Συνδέσμου για τη Διάδοση Καλών Τεχνών