Κύπριοι στο Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου

Συμπληρώθηκαν φέτος 150 χρόνια από το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου, στις 9 Νοεμβρίου 1866, την κορυφαία πράξη των κρητικών επαναστάσεων για ελευθερία και ένωση με την Ελλάδα. Στη μεγάλη κρητική επανάσταση του 1866-1869, όπου χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα και το σύνθημα «Ένωσις ή θάνατος», η Κύπρος συνέβαλε με την αποστολή εθελοντών (έχουν εντοπιστεί πέντε – οι δύο πεσόντες) και χρηματικής ενίσχυσης υπέρ των επαναστατών. Ανάμεσα στους Κύπριους εθελοντές του 1866-1869 ήταν και ο Σώζων Αντωνίου Λοΐζου, γιος αγωνιστή του 1821 και πατέρας του Χριστόδουλου Σώζου, Δημάρχου Λεμεσού στα 1908-1912,  βουλευτή (1901-1911), εθελοντή, κι αυτού, του ελληνικού στρατού στους Βαλκανικούς πολέμους, που σκοτώθηκε πολεμώντας στο Μπιζάνι τον Δεκέμβριο 1912. Ο πρώτος Κύπριος νεκρός στην επανάσταση, στη μάχη του Βαφέ, στις 12 Οκτωβρίου 1866, ήταν ο Ιωάννης (Γιάγκος) Βαρνάβα. Ο πατέρας του, Βαρνάβας Γεωργίου (απεβίωσε το 1888), ξενοδόχος στην Αθήνα, είχε εγκατασταθεί στην Ελλάδα (πρώτα στο Ναύπλιο), το 1833 και μάλιστα διετέλεσε ενοριακός επίτροπος για πολλά χρόνια στον γραφικό ναΐσκο της Ρόμβης, στο κέντρο της Αθήνας. Ο Γιάγκος Βαρνάβας, που είχε σπουδάσει στο Παρίσι, ήταν ένας από τους εθελοντές που σκοτώθηκαν στη μάχη του Βαφέ (εσφάγη, «μεληδόν κατακοπείς»), και ο θάνατός τους, κρίνοντας από τις αναφορές στον Τύπο και τη βιβλιογραφία (αποτυπώθηκε η μορφή του και σε λαϊκά διακοσμητικά πιάτα της εποχής), είχε προκαλέσει πανελλήνια συγκίνηση.

Τέσσερις βδομάδες μετά τη μάχη του Βαφέ, πολιορκήθηκε από τους άνδρες του Μουσταφά πασά η Μονή Αρκαδίου, με τελικό αποτέλεσμα την αυτοανατίναξη των τελευταίων πολιορκημένων, στις 9 Νοεμβρίου 1866.  Ήταν ένα γεγονός που συγκλόνισε την Ευρώπη, προκάλεσε νέο κύμα φιλελληνισμού και απέκτησε τεράστιες συμβολικές διαστάσεις στον νεοελληνικό αλυτρωτισμό. Είναι ενδεικτικός ο τρόπος που ανήγγειλε τις ειδήσεις για το «νέον Μεσολόγγιον», η μεγάλη αθηναϊκή εφημερίδα «Αιών», τον Νοέμβριο του 1866:

«Ολοκαύτωμα νέον προσηνέχθη εις τον ιερόν βωμόν της ελληνικής ελευθερίας και υπό τας περιστάσεις εκείνας, αίτινες δύνανται να καταστήσωσιν ημάς υπερηφάνους ενώπιον ουχί μόνον του ενεστώτος, αλλ’ ενώπιον πάντων των αιώνων. Ας μη θρηνήσωμεν, ας μη κλαύσωμεν! Λαός, εντός πεντηκονταετίας μόλις, τοσούτους ηρωισμούς αναγράφων, δεν είναι ο εκλεκτός του Κυρίου, Λαός ζων, Λαός μέλλοντος; Ναι! Από τας φλόγας του Αρκαδίου αναπετά ο ελληνικός φοίνιξ, επί των ερειπίων δε της ιεράς μονής και εν μέσω των αιματοφύρτων πτωμάτων των ηρώων προμάχων αυτού, ανεγείρεται το Πανελλήνιον Κράτος.»

Ασχέτως με την εξέλιξη της επανάστασης του 1866-1869, ο συμβολισμός του ολοκαυτώματος στο Αρκάδι διατηρήθηκε μέχρι τον 20ό αιώνα και μεταφέρθηκε και στα άλλα αλυτρωτικά κινήματα της νεοελληνικής ιστορίας. Φυσικός διάδοχος, και όχι μόνο σε ζητήματα ρητορικής, στάθηκε ο απελευθερωτικός αγώνας του 1955-1959, με γνωστότερο παράδειγμα την τελευταία μάχη του Γρηγόρη Αυξεντίου, στις 3 Μαρτίου 1956. Και η «διαδοχή», είναι χαρακτηριστικό, ότι έγινε με τον πιο επίσημο τρόπο: Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος, ο αρχηγός του κυπριακού αγώνα, ήταν ο επίσημος ομιλητής στο μνημόσυνο στη Μονή Αρκαδίου, τόσο τον Νοέμβριο του 1955, λίγους μήνες μετά την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, όσο και στους λαμπρούς εορτασμούς της εκατονταετίας του ολοκαυτώματος, το 1966, ως πρόεδρος πια, της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ήταν δύο επισκέψεις που έδωσαν την ευκαιρία στους Κρητικούς να εκφράσουν την αγάπη τους για την Κύπρο, αλλά και στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο να διατυπώσει τον θαυμασμό των αγωνιζόμενων Κυπρίων προς τους προηγηθέντες αγώνες των Κρητών. «Ευρίσκομαι επί της υψηλοτέρας κορυφής του ελληνικού πατριωτισμού και της ελληνικής αυτοθυσίας» τόνισε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου στην ιστορική μονή, τον Νοέμβριο του 1955, και συνέχισε: «Η ηρωική παράδοσις του Αρκαδίου αναζή εις την Κύπρον. Από τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά αναπηδά ακόμη μίαν φοράν η ελευθερία και με αγώνας και θυσίας προσπαθεί ν’  αγκαλιάση το αλύτρωτον εκείνο τμήμα της μεγάλης πατρίδος».

Δημοσιεύθηκε στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος» στις 26 Νοεμβρίου 2016

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση