Η ΜΕΤΑΞΙΚΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΑ

09 Φεβρουαρίου 1973

Φίλτατε κ. Διευθυντά,

Με προσοχή ανάγνωσα στην «Κρητική Επιθεώρηση» 6-2-73 το σχόλιο σας  «Εγγραμμάτων σοφίαι» εις απάντηση παρατιθέμεν του σχολίου της Εφημερίδος Αθηνών «ΕΣΤΙΑ» που πάνω κάτω γράφει πως ενοχληθήκατε από την «Επιδημία» ανεγέρσεως προτομών και ανδριάντων εις τον δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, σας αποκαλεί αγραμμάτους και σας προσάπτει την κατηγορία ως «αριστεράς» Εφημερίδος.

Παρ’ ότι ευθύς αμέσως ελάβατε την ορθή και σώφρονα θέση και εδώσατε λογική και ψύχραιμη απάντηση στη θαυμάστρια του Μεταξικού Καθεστώτος Εφημερίδα κρίνω επάναγκες μαζί, με τα συγχαρητήριά μου να προσθέσω, ολίγα σχετικά προς την απαισίας μνήμης πενταετή Δικτατορική Περίοδο όσα, εις χρόνο ανύποπτο σημείωσα στο Ημερολόγιο μου μετά την διπλή κατάρρευση τον Μάιο 1941 αποκλεισμένος υποχρεωτικά στην Αθήνα.

Σεις βέβαια, αληθώς γράφετε πως είσθε αγέννητος. Άλλο λοιπόν να διαβάσετε Ιστορία ή να ακούσετε αφηγήσεις και διηγήσεις και άλλο να ζήσετε ένα καθεστώς, να αισθανθήτε τον φόβο, τη βία, τα καθημερινά καρδιοκτύπια, τη φρίκη όπως εμείς.

Δεν δικαιολογείται έκπληξη ή ανησυχία, για την εκ μέρους της ΕΣΤΙΑΣ υπεράσπιση της μνήμης του Δικτάτορα Μεταξά. Ανήκε στο στενό περιβάλλον του και τότε. Έχει χρέος να τον υπερασπισθή και νεκρό… Εξ  άλλου η Εφημερίδα σας, έχει βίο, πολλών δεκαετηρίδων, μεστόν εθνικών αγώνων. Η πλούσια ιστορία της συνδέεται με εξάρσεις Εθνικού Μεγαλείου. Με το μεσουράνημα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Με τους μεγαλυτέρους θριάμβους του Εθνάρχου Ελευθ. Βενιζέλου, την πορεία του οποίου πιστά ακολούθησε. Δεν έχετε ανάγκη πιστοποιητικού Εθνικοφροσύνης.

ΚΑΤΑ τη δημοσίευση των αναμνήσεών μου από τα περασμένα αφιέρωσα 10 σημειώματα, από του Νο 40-50, μεταξύ 3- Απριλίου έως 4-6-1972 δημοσιευθέντα στην ίδια Εφημερίδα, για την Δικτατορία Μεταξά. Τα διέκοψα χωρίς να εξαντλήσω το Ημερολόγιο μου. Επιφυλάσσομαι, να δημοσιεύσω, εντός των αμέσως προσεχών ημερών ολίγα ακόμη, με την ευκαιρία της ανακινήσεως του θέματος. Σήμερα περιορίζομαι εις όσα άπτονται στις θιγείσες πτυχές, προς επίρρωση των όσων γράψατε, περί του καθεστώτος ως σκληρού και ανελευθέρου και της ανύπαρκτης αεροπορίας. Ήτοι: 1) Στυγνότερο καθεστώς δεν γνώρισε ποτέ η Χώρα μας. Οι χιλιάδες στρατευμένων νέων της Κρήτης συγκεντρωθήκαμε μετά την στρατιωτική κατάρρευση αμφοτέρων των Μετώπων Αλβανικού και Μακεδονικού, το θέρος 1941 στην Αθήνα. Τα κέντρα της ΟΜΟΝΟΙΑΣ κατακλύζονταν από εφέδρους σε βαθμό ώστε, να μην υπάρχη κενό κάθισμα. Τα καφενεία βούιζαν από τις συζητήσεις των πολεμιστών Κρητών που είχαμε στερηθή υπό των βαρβάρων κατακτητών του δικαιώματος να μεταβούμε στα σπίτια, τις οικογένειες, τα παιδιά μας!! Εκεί, ανταλλάσσαμε σκέψεις, κάναμε κρίσεις, λέγαμε προφητείες για το πόσο θα διαρκέση ο αποκλεισμός. Φρίτταμε από το μέγεθος της νέας Εθνικής Τραγωδίας που έπληξε τη δύστυχη Πατρίδα σε χρονικό διάστημα μικρότερο της εικοσαετίας, από της Μικρασιατικής Καταστροφής 1922. Κάποια μέρα στο Καφενείο «Λούξ» του συμπατριώτη μας Χνάρη όταν πάλι τα ίδια αναλογιζόμαστε με ψυχική συντριβή κι είχαμε μείνει σιωπηλοί κι άφωνοι από την οδύνη της Εθνικής Συμφοράς, ο γνωστός μας Αλέκος ωθούμενος, από την ιδέα εμψυχώσεως των εξουθενωμένων από την κατάθλιψη έσπασε τον πάγο της σιγής αναφωνήσας στην συντροφιά των δεινοπαθούντων, μακρυά των εστιών των, συμπατριωτών:

-«Βρε παιδιά. Κουράγιο. Καταρρεύσαμε Στρατιωτικώς, μα καταλύσαμε τη Δικτατορία του Μεταξά. Ουδέν κακό αμιγές καλού. Μην αποθαρρυνώμαστε! Θ’ αποτινάξωμε και το ζυγό του νέου κατακτητή όσο βαρύς κι αν είναι… Νικητές και ηττημένοι είμαστε».

– «Ναι, μωρέ κιόλας», αναφώνησαν όλοι σαν από σύνθημα ενώ, ελαφρό μειδίαμα διάνθισε τα πρόσωπά των. Το περιστατικό δείχνει πως στη νέα συμφορά, μοναδική παρηγοριά στάθηκε: Η απαλλαγή της Πατρίδος από την στυγνή τυραννίδα του Μεταξά, για την οποία και ο Αλέκος είχε πικρότερη πείρα!!! Και ήτο τόσο λαομίσητη.

2) Το Μεταξικό καθεστώς υπήρξε και άτυχο:

Πέθαναν σαν από συνεννόηση οι Επιφανέστεροι Πολιτικοί Ηγέτες, αντίπαλοι του καθεστώτος:

Κων/νος Δεμερτζής, Παναγιώτης Τσαλδάρης, Στρατηγός Γεώργιος Κονδύλης, ο πατέρας της Δημοκρατίας Αλέξανδρος Παπαναστασίου, ο λαμπρός Φιλελεύθερος Ανδρέας Μιχαλανιόπουλος, ο Γεώργιος Καφαντάρης ηγέτης των Προοδευτικών Φιλελευθέρων. Τους ακολούθησε στον τάφο ο ίδιος ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς. Αυτοκτόνησε ο διαδεχθείς αυτόν Αλέξανδρος Κορυζής. Πέθανε ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ κλπ. Λέτε να πέθαναν από τη στενοχωρία, από το κακό τους, πως τέθηκαν στο περιθώριο από τον ηγέτη του μικρότερου στη Βουλή Κόμματος των Ελευθεροφρόνων, των 6-7 βουλευτών; Μοίρα τους φθόνησε κι έκαμαν τόσο γρήγορα πλατειές αυλές.

3) Η διενέργεια εράνων απέβη το συνηθέστερο των πραγμάτων. Το Κράτος είχε μεταβληθή εις Επαίτη τείνοντα ανοιχτή την παλάμη. Έρανοι εις χρήμα, εις λάδι, εις κουβέρτες, υπέρ των πολεμικών παρασκευών κι ειδικώτερα της Αεροπορίας. Φόροι πρόσθετοι επεβλήθηκαν για τον ίδιο σκοπό ακόμη και επί των εισιτηρίων των Επαρχιακών Λεωφορείων. Το εισιτήριο των 10 δραχμών έγινε 12. Από τα κυτία σιγαρέττων αφαιρέθηκαν 1-2 τσιγάρα. Από τα θυριδία των Δημ. Ταμείων φορτωνόμαστε κατά τη μισθοδοσία σωρό τα λαχεία υπέρ της Αεροπορίας. Είχαμε την εντύπωση ότι το Κράτος είχε εξοπλισθή σαν αστακός! Πόσο όμως πλανηθήκαμε!! Ο γράφων υπηρετών στα πρόσω του Μακεδονικού Μετώπου, σαν πρεσβύτερος τριών στρατευμένων αδελφών (οι δύο νεώτεροι στην Αλβανία) άπαξ μόνον είδα να πετάξη αναγνωριστικό αεροπλάνο μας στην περιοχή των Επιχειρήσεων κατά την διάρκεια της Γερμανικής Επιθέσεως 6-10 Απριλίου 1941.

Στις δραματικές εκκλήσεις των αμυνομένων στα Οχυρά Μονάδων περί αεροπορικής ενισχύσεως το Στρατηγείο απαντούσε πως δεν είχε στη διάθεση του.

Αλλά και στο Αλβανικό η κατάσταση ήτο χειρότερη από πλευράς οπλισμού και Αεροπορικής καλύψεως. Καίγονταν κυριολεκτικά οι θέσεις μας από δραστικά παντοία εχθρικά πυρά. Ο ουρανός καλυπτόταν από σμήνη αεροπλάνων. Οι φαντάροι μας μάχονταν ηρωικά, μόνο με τη Ψυχή. Πολλάκις χωρίς εφόδια, με ανεπαρκή οπλισμό. Χωρίς αεροπορική προστασία. Ματαίως ανέμεναν τα αεροπλάνα μας να φανούν. Πως να φανούν; Που να ευρεθούν; Ύπαρχαν λίγα παληά, σαράβαλα, που δεν έπαιρναν «μπρος» οι κινητήρες όταν χρειαζόταν να κινηθούν. Μύθος λοιπόν ο εξοπλισμός κι η προμήθεια αεροπλάνων. Οι στρατιώτες τρέφονταν με αυταπάτες.

4) ΟΤΑΝ κηρύχθηκε ο πόλεμος, διότι ο μαχόμενος Στρατός μας εστερείτο όπλων κλήθηκε ο πληθυσμός της Κρήτης και παρέδωσε «εκουσίως» τα κατεχόμενα όπλα: μάνλιχερ, μάουζερ, γκράδες, μαρτίνια, σεσωπούς, δίκαννα κλπ.

Μ’ αυτά εξωπλίσθησαν οι φρουρές του Εσωτερικού τα δε όπλα των φρουρών διωχετεύθησαν στο Μέτωπο.

5) Τον β΄ μήνα του Πολέμου 1940 διενεργήθη έρανος κουβερτών. Ήμουν μέλος της Κοινοτικής Επιτροπής. Δώσαμε όλες οι Οικογένειες, οι χηράδες, οι γεροντοκόρες, οι κοπέλλες. Δώσαμε για τα μαχόμενα ηρωικά αετόπουλα που με το αίμα τους επάνω στα χιονοσκεπή βουνά έγραψαν το ηρωικό Έπος της Αλβανίας όχι, γιατί είπε το «ΟΧΙ» ο Δικτάτορας Μεταξάς, αλλά γιατί οι Έλληνες μαχόμαστε υπέρ βωμών και Εστιών. Υπέρ της τιμής, της ακεραιότητος και της ανεξαρτησίας της Πατρίδος μας. Μαχόμαστε εναντίον ενός απροκλήτου Επιδρομέως. Άδικος ήτο ο κηρυχθείς εναντίον μας Πόλεμος, υπό των Ιταλών. Αν ωστόσο αιφνιδιάσθηκε με την κήρυξή του ο Λαός την αυγή της 28-10-1940, δεν συνέβη το ίδιο με τον Κυβερνήτη Μεταξά. Εκείνος γνώριζε από πριν και τον περίμενε. Κι ερωτάτοι γιατί άφησε τη Χώρα απαράσκευη; Τι έγιναν τα συλλεγέντα χρηματικά ποσά εις χρήμα, και εις είδος που διατέθηκαν αν δεν τα εσφετερίσθησαν οι δυνάμενοι;

Επ’ αυτού αρκετόν φως ρίπτουν τα εξής δύο: 1) Το ψηφισθέν Ν.Δ. από την Κατοχική Κυβέρνηση την 27-6-41 περί του ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ και έτερον παρόμοιο περί ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΤΩΝ καταΧΡΑΣΤΩΝ Της 4 Αυγούστου, και β) Δήλωσι του τότε υπουργού Οικονομικών τέως Προέδρου Ελεγκτικού Συνεδρίου Κ. Αγγελοπούλο δημοσιευθείσα στον Αθηναϊκό Τύπο 5-8-41: «Οίμοι τρις και τετράκις δυστυχής Πατρίς. Από της 4-8-1936 μέχρι του θανάτου του «Μεγάλου» Κυβερνήτου Ι. Μεταξά επί μίαν πενταετίαν εκυβερνήθης χωρίς λογική χωρίς ηθικήν, χωρίς τιμήν και συνείδησιν».

Ρέθυμνο 8-2-1973

Φιλικώτατα

ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΚΗΣ

10 Φεβρουαρίου 1973

Η Μεταξική Δικτατορία

Στο χθεσινόν φύλλον μας εδημοσιεύθη, μακρόν και εμπεριστατωμένον Σημείωμα, υπό τύπον Επιστολής του συνεργάτου μας κ. Ανδρέα Σταυρουλάκη Περί «Μεταξικής Δικτατορίας».

Ατυχώς η τελευταία, αλλά σημαντικού περιεχομένου περικοπή, λόγω ατελούς εκτυπώσεως, δυσχερώς αναγιγνώσκεται ή και είναι εν πολλοίς δυσνόητη.

Χάριν του αναγνωστικού Κοινού εκρίναμεν σκόπιμη την αναδημοσίευση της εν λόγω περικοπής που έχει ούτω:

«Μαχόμαστε εναντίον ενός απροκλήτου Επιδρομέως. Άδικος ήτο  ο κηρυχθείς εναντίον μας Πόλεμος, υπό των Ιταλών. Αν ωστόσο αιφνιδιάσθηκε με την κήρυξή του ο Λαός την αυτή της 28-10-1940 δεν συνέβη το ίδιο με τον Κυβερνήτη Μεταξά. Εκείνος γνώριζε από πριν και τον περίμενε. Κι ερωτάται γιατί άφησε τη Χώρα απαράσκευη; Τι έγιναν τα συλλεγέντα χρηματικά ποσά εις χρήμα; Και εις είδος. Που διατέθηκαν αν δεν τα εσφετερίσθησαν οι δυνάμενοι;

Επ’ αυτού αρκετόν φως ρίπτουν τα εξής δύο: 1) Το ψηφισθέν Ν.Δ. από την Κατοχική Κυβέρνηση την 27-6-1941 περί του ΠΟΘΕΝ ΕΣΧΕΣ και έτερον παρόμοιο περί ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΩΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ ΤΩΝ καταΧΡΑΣΤΩΝ της 4 Αυγούστου και β) Δήλωση του τότε υπουργού Οικονομικών τέως Προέδρου Ελεγκτικού Συνεδρίου Κ. Αγγελοπούλου δημοσιευθείσα στον Αθηναϊκό Τύπο 5-8-41: «Οίμοι τρις και τετράκις δυστυχής Πατρίς. Από της 4-8-36 μέχρι του θανάτου του «Μεγάλου» Κυβερνήτου Ι. Μεταξά επί μίαν πενταετίαν εκυβερνήθης χωρίς λογικήν, χωρίς ηθικήν, χωρίς τιμήν και συνείδησιν».

Ρέθυμνον 8-2-1973

Φιλικώτατα

ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΚΗΣ

Αφήστε μια απάντηση