Η εκπαιδευτική προσφορά του Εμμ. Γενεράλη

Το Σάββατο 8 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε στο Φοιτητικό-Πολιτιστικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ξενία μια σημαντική εκδήλωση. Σ’ αυτήν παρουσιάστηκε η «Αυτοβιογραφία» του Ρεθεμνιώτη Εμμανουήλ Γενεράλι. Μίλησαν ο Γιάννης Παπιομύτογλου για το συγγραφικό έργο του αυτοβιογραφούμενου, ο Χάρης Στρατιδάκης για την μαθητική του νεότητα και την εκπαιδευτική του προσφορά, ο Θεόδωρος Πελαντάκης για τον Ε. Γενεράλι ως πολίτη και εκπαιδευτικό στο Ρέθυμνο και ο Αντώνης Χουρδάκης για την θητεία και το έργο του ως Γενικός Επιθεωρητής της Παιδείας την περίοδο 1909-1912. Παρακάτω δημοσιεύεται η εισήγηση του υπογραφόμενου με μερικές από τις φωτογραφίες που την συνόδευαν.

Το εξώφυλλο της «Αυτοβιογραφίας»
Η εκδήλωση του Σαββάτου είχε παράλληλο στόχο την τίμηση του Εμμανουήλ Γενεράλι, πράγμα που η γενέτειρά του πόλη δεν το είχε πράξει μέχρι σήμερα, 71 χρόνια μετά τον θάνατό του. Ας μας παρηγορεί όμως το γεγονός ότι και αυτή η πόλη στην οποία αφιέρωσε τα καλύτερά του χρόνια, τα Χανιά, το έπραξε μόλις το έτος 1995 -με καθυστέρηση 52 χρόνων αυτή-, με τιμητική εκδήλωση του Φιλολογικού Συλλόγου «Ο Χρυσόστομος», τον οποίο υπηρέτησε επί σειρά ετών και από τη θέση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου.

Στην πραγματικότητα το Ρέθυμνο έχει να αναφερθεί συντεταγμένα στο εκλεκτό τέκνο του από το έτος 1931, όταν είχε δώσει μια ιστορική διάλεξη με θέμα «Η παιδεία εν τω τμήματι Ρεθύμνης επί Τουρκοκρατίας». Ας μου επιτραπεί εδώ να σημειώσω το όνομα του προσκαλέσαντος για τη διάλεξη: δεν ήταν άλλος από τον Μάνο Τσάκωνα, έναν ευπατρίδη του Ρεθύμνου και πολιτικό αντίπαλο του Εμμανουήλ Γενεράλι, σε μια εποχή, -την τελευταία πρωθυπουργία του Εθνάρχη-, που τα πολιτικά πάθη ήταν ιδιαίτερα οξυμένα. Θεωρώ ότι και μόνο το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή τιμήθηκε με πρόταση ενός άσπονδου κατά τα άλλα πολιτικού εχθρού, αποτυπώνει το ήθος της ρεθεμνιώτικης κοινωνίας του Μεσοπολέμου. Η ιστορική εκείνη διάλεξη δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Βήμα» Ρεθύμνου και είχα την τιμή να την αναδημοσιεύσω με διορθώσεις και σχόλια στο βιβλίο «Η εκπαίδευση στο Ρέθυμνο κατά τον 19ο αιώνα».

Οι συντελεστές της έκδοσης «Αυτοβιογραφία» μας προσέφεραν ένα βιβλίο-πρότυπο, και μάλιστα σε χαλεπούς καιρούς. Είναι ένα βιβλίο 560 σελίδων, επιμελημένο από τον Θεόδωρο Πελαντάκη, όχι μόνο με περισπωμένες αλλά και με τις οξείες και βαρείες. Οι πλαγιότιτλοι με τους οποίους το εφοδίασε, οι οποίοι ξεπερνούν τους 500, διευκολύνουν σημαντικά την ανάγνωση ενός δύσκολου κατά τα άλλα κειμένου και εξαιρετικά μεγάλου σε όγκο. Κοντά σ’ αυτόν ο Γιάννης Παπιομύτογλου προσέφερε ένα εξίσου βοηθητικό ευρετήριο ονομάτων και η Χριστίνα Θεοχάρη ένα κατατοπιστικό χρονολόγιο, με τομείς αναφερόμενους σε πανελλήνια γεγονότα, σε κρητικά και σε ατομικά του Εμμανουήλ Γενεράλι. Η αναδημοσίευση κειμένων αναφερόμενων στον Γενεράλι του Σπύρου Μαρνιέρου, του Χριστόφορου Χαραλαμπάκη και του Εμμανουήλ Κριαρά και το κλείσιμο του βιβλίου με παράρτημα φωτογραφιών, ανεβάζει, νομίζω, ψηλά τον πήχη αυτού του είδους των εκδόσεων. Οπωσδήποτε οφειλόμενες είναι οι ευχαριστίες όλων στην οικογένεια Γενεράλι που ανέλαβε το κόστος μιας τόσο μεγάλης έκδοσης.

Ο Εμμανουήλ Γενεράλις υπήρξε πολυσχιδής προσωπικότητα και μια εκδήλωση ή ένα άρθρο δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να την καλύψουν: φιλόλογος, γυμνασιάρχης, γενικός επιθεωρητής της Παιδείας, συγγραφέας δεινός, αγορητής διαπρύσιος. Παράλληλα υπήρξε σημαντική πολιτική προσωπικότητα, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Μαθητικού Συλλόγου Κρητών της Αθήνας, τμηματικός έφορος, αντιπρόσωπος της επαρχίας Αμαρίου, βουλευτής της Κρητικής Συνέλευσης, γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής των Κρητών στην τελευταία επανάσταση. Κι ακόμη ενεργός πολίτης, πρόεδρος του Γυμναστικού Συλλόγου Ρεθύμνης, Γενικός Γραμματέας του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ρεθύμνης, πρωτοστάτης ίδρυσης του Θεατρικού Συλλόγου «Αι Μούσαι» και πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου Χανίων «Ο Χρυσόστομος».

Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οπότε ανδρώθηκε ο Γενεράλις, η περιοχή του Αμαρίου διερχόταν τις καλύτερες ημέρες της. Χωρίς να αποτελεί μεγάλη πληθυσμιακά ρεθεμνιώτικη επαρχία -και τότε και αργότερα-, διέθετε κάποιους ακμαίους οικισμούς, όπως ο Μέρωνας, η Βισταγή, ο Φουρφουράς, το Άνω Μέρος, το Γερακάρι, ο Πλάτανος και το Αποδούλου. Σ’ όλο αυτό το διάστημα το Αμάρι, συμπεριλαμβανομένης της ανθρωπογεωγραφικής ενότητας της Αμπαδιάς, ανέδειξε σημαντικότατες προσωπικότητες των γραμμάτων, όπως τον διαφωτιστή Μανουήλ Βερνάδο, τον πρώτο Κρήτα νηπιαγωγό Αλέξανδρο Ψαράκη, τον Εμμανουήλ Λουρωτό, τους Ευθύμιο και Νικόλαο Βερνάρδο, τον Παύλο Βλαστό και στη συνέχεια πολλούς ακόμη, οι οποίοι θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας. Κι ακόμα την πιο γνωστή Αμαριώτισσα γυναίκα των γραμμάτων, την Καλλιρρόη Παρέν, το γένος Σιγανού, από τα Πλατάνια.
Ένα χρόνο πριν την έκρηξη της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης, το 1865, στην περιοχή λειτουργούσαν 8 χριστιανικά σχολεία: στο Μοναστηράκι (πριν από το 1840), στις Βρύσες (από το 1843), στο Νεφς Αμάρι (από το 1844), στον Φουρφουρά (από το 1850), στου Αποδούλου (από το ίδιο έτος), στον Μέρωνα (από το 1856), στο Βιζάρι (από το 1861) και στο Άνω Μέρος (από τις αρχές της δεκαετίας του 1870).

Δεν πρέπει παράλληλα να ξεχνούμε ότι αντίστοιχη επέκταση είχε στο Αμάρι και η εκπαίδευση των μουσουλμάνων. Μουσουλμανικά πρωτοβάθμια σχολεία λειτουργούσαν στον Μέρωνα, στο Γερακάρι, στην Παντάνασσα, στους Βολιώνες, στην Πατσό και στην Αμπαδιά, όπως και δύο τουλάχιστον δευτεροβάθμια, στον Μέρωνα και στον Πλάτανο.

Ο Εμμανουήλ Γενεράλις διετέλεσε μαθητής του Σχολείου των Βρυσών για μία μόλις ημέρα, όταν ο δάσκαλός του, τον οποίο αργότερα μακάριζε -ίσως γιατί και ο ίδιος υπήρξε αυστηρός εκπαιδευτικός- του μέτρησε παρά μίαν τεσσαράκοντα. Οπωσδήποτε το γεγονός αυτό δεν υπήρξε καταστροφικό για την ακαδημαϊκή πορεία του, αφού συνέχισε τη μαθητεία στο Σχολείο του Άνω Μέρους, με τη βοήθεια των συστημάτων συγγένειας, όπως γινόταν μέχρι και ένα περίπου αιώνα αργότερα, φιλοξενούμενος στο σπίτι της εκεί μνηστευμένης αδελφής του.

Στη συνέχεια φοίτησε στον τρίτο πνευματικό φάρο του Ρεθύμνου, μετά το ελληνικό σχολείο της πόλης που είχε ιστορία ήδη τριών τετάρτων του αιώνα, και τη Μονή Αγίου Πνεύματος που πρωτολειτούργησε ως ελληνική το έτος 1858. Φοίτησε στο περίφημο Σχολαρχείο του Μοναστηρακιού, που είχε μετατραπεί σε τέτοιο από σχολείο αλληλοδιδακτικό το 1868. Φοίτησε για δύο έτη στο σωζόμενο μνημειακό πραγματικά κτήριο, που έφτασε ως τις μέρες μας, με πολλές ασφαλώς μετατροπές, και που είχε οικοδομηθεί το 1850 με χρήματα από την εκποίηση των κτημάτων της Μονής Καλοείδαινας. Ήταν το τρίτο κατά σειρά από τα 16 συνολικά ελληνικά σχολεία που λειτούργησαν κατά καιρούς στη διοικητική περιφέρεια του Ρεθύμνου.

Το τρίτο έτος του ελληνικού σχολείου, αυτό στο οποίο δίδασκε ο Σχολάρχης και έδωσε το όνομά του σ’ αυτό τον τύπο σχολείου, το τελείωσε στο Ρέθυμνο. Στη συνέχεια επέστρεψε στο χωριό του και φοίτησε στα μουσουλμανικά σχολεία του Γερακαριού και του Μέρωνα. Αρνήθηκε τις προτάσεις τόσο της Μονής Πρέβελη να τον σπουδάσει ως καλογεροπαίδι και μελλοντικό καλόγερο όσο και εκείνη του Ρεούφ πασά να αναλάβει τις σπουδές του στη στρατιωτική ιατρική στην Κωνσταντινούπολη και συνέχισε τις σπουδές του το 1877 στο τετραετές τότε γυμνάσιο, στη Νεάπολη της Αθήνας, απ’ όπου αποφοίτησε με άριστα το 1881. Τα κατάφερε εργαζόμενος διαρκώς στην προγύμναση μαθητών, εργασία την οποία συνέχισε και κατά τις σπουδές του στη Φιλοσοφική Σχολή του Αθήνησι, από το 1881 μέχρι το 1885.
Ο Εμμανουήλ Γενεράλις διετέλεσε εκπαιδευτικός και των δύο πρώτων βαθμίδων της εκπαίδευσης. Υπηρέτησε καταρχήν κατά το σχολικό έτος 1876-77 δημοδιδάσκαλος στο σχολείο του χωριού του, πληρωνόμενος από τη Μονή Ασωμάτων. Διετέλεσε επίσης ελληνοδιδάσκαλος, σχολάρχης, φιλόλογος καθηγητής και γυμνασιάρχης. Διετέλεσε ιστορικός Γυμνασιάρχης του 2ου Γυμνασίου Χανίων, του γνωστού σήμερα ως σχολείου της οδού Κοραή, το οποίο βέβαια δεν στεγαζόταν τότε εκεί. Δεν είναι τυχαίο, νομίζω, το γεγονός ότι το σχολείο αυτό πρωτοπορεί σήμερα σε εκπαιδευτικά προγράμματα και ότι κάθε χρόνο, ακόμη και αυτή τη στιγμή που μιλάμε, παρουσιάζει τουλάχιστον μια έκθεση ιστορικής φωτογραφίας. Ακόμη και μετά την συνταξιοδότησή του, την οποία καθυστέρησε για πέντε χρόνια με μεταβολή της ημερομηνία γέννησής του, το έτος 1930, συνέχισε για λίγο να παραδίδει μαθήματα ελληνικών στη Γαλλική Σχολή Καλογραιών των Χανίων «Ο Άγιος Ιωσήφ».

Ο Γενεράλις συνέχισε την παράδοση της Κρήτης και ιδιαίτερα της δυτικής να γεννά διαπρεπείς φιλολόγους, όπως ο Αντώνιος Αντωνιάδης, ο Παύλος Βαλάκης, ο Αντώνιος Γιάνναρης, ο Βασίλειος Ψιλάκης, ο Ιωάννης Καλλιτσουνάκης, παράδοση η οποία συνεχίστηκε και σε τρίτη γενιά, με τους Στυλιανό Καψωμένο και Νικόλαο Τωμαδάκη, και σε τέταρτη, με τους Εμμανουήλ Κριαρά και Ερατοσθένη Καψωμένο.
Αλλά και συνολικά η Κρήτη, ενώ μέχρι και την επανάσταση του 1866 έπρεπε να κάνει εισαγωγή εκπαιδευτικών, ιδιαίτερα φιλολόγων, από τα τέλη του 19ου αιώνα σεμνύνονταν ότι διέθετε μια χορεία σημαντικότατων αυτοχθόνων φιλολόγων, όπως τον Αντώνιο Βορεάδη, τον Νικόλαο Γραμματικάκη, τον Ιωάννη Περδικάρη και τον Στέφανο Ξανθουδίδη. Η παράδοση αυτή δεν φαίνεται ευτυχώς να κλείνει με τον θάνατο πρόσφατα του Στυλιανού Αλεξίου.

Παράλληλα ο Γενεράλις υπήρξε διαπρύσιος αγορητής, ως σημαίνων εκπαιδευτικός, σε πληθώρα εορταστικών εκδηλώσεων. Μερικές από τις ιστορικές ομιλίες του, όπως εδώ στη Μονή Αρκαδίου για την ολοκαύτωση, αλλά και καθαυτές εκπαιδευτικές, διασώθηκαν στο βιβλίο του «Παλμοί της Κρήτης» και άλλες διάσπαρτες στον Τύπο.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει τέλος η παραλληλία του με μία άλλη εμβληματική εκπαιδευτική φυσιογνωμία του Ρεθύμνου, τον Μιχαήλ Πρεβελάκη. Υπήρξαν οπωσδήποτε διαφορετικοί χαρακτήρες, ο Πρεβελάκις φιλόλογος και παιδαγωγός πολύ χαμηλότερων τόνων από τον Γενεράλι. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι επισκιάστηκε από αυτόν, αν και οι μαθητές του τον αγάπησαν με πάθος, πράγμα που δεν συνέβη στον ίδιο βαθμό με τον Γενεράλι, ο οποίος υπήρξε αυστηρότερος και λιγότερο προσηνής.

Ο Μιχαήλ Πρεβελάκης
Καλύτερα από το καθένα μιλούν για τον εκπαιδευτικό Εμμανουήλ Γενεράλι Οι μαθητές του. Στη νεκρολογία του το 1943 ένας από τους εκλεκτότερους και ο μόνος επιζών σήμερα, ο Εμμανουήλ Κριαράς, έγραψε μεταξύ άλλων: «Σ’ όλη, αλήθεια, τη σταδιοδρομία του ο Γενεράλις άλλο δεν πάσχισε παρά να μας δώσει κάτι από τη φλόγα που θέρμαινε τα ιδανικά του και να διαπλάσει και να κατευθύνει τις παιδικές μας ψυχές προς τη γνώση και την αρετή. Και κατέληγε: «Ήρεμος ασφαλώς θα έφυγε από τον κόσμο τούτο ο αγαπημένος μας δάσκαλος, με την εσωτερική ικανοποίηση πως δεν εμόχθησε μάταια».

Η τίμηση του Εμμανουήλ Γενεράλι, μέσω της έκδοσης του «Αυτοβιογραφίας» και της παρουσίασής της, ανοίγει -ελπίζω- την αυλαία της τίμησης με σχετικές εκδηλώσεις μερικών από τις σπουδαίες εκπαιδευτικές μορφές του Ρεθύμνου. Το έργο αυτό θα πρέπει να επωμιστούν αρμόδιοι φορείς, που υπάρχουν και μπορούν να συνεργαστούν για την επιτυχία του: Ο Σύνδεσμος Φιλολόγων, ο ΕΛΜΕ Ρεθύμνου, ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και το Σχολικό Μουσείο του Δήμου Ρεθύμνης. Εκείνους που θα βάζαμε σε άμεση προτεραιότητα, είναι οι καθηγητές Νικόλαος Παλιεράκης, Μιχαήλ Πρεβελάκις, Ιωάννης Βογιατζάκης και Μιχαήλ Δαφέρμος και οι δάσκαλοι Εμμανουήλ Λουρωτός και ο Γεώργιος Δαφέρμος. Τους το οφείλουμε.

Χάρης Στρατιδάκης
Δάσκαλος-Σχολικός Σύμβουλος
ΡΕΘΕΜΝΟΣ Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Αφήστε μια απάντηση