ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΟΥΝΗ
• Τελικά πού βρίσκεται η φωτογραφία του;
|
30/09/2016 της Εύας Λαδιά
Η αποδοχή μιας εποχής που η μιζέρια συναισθημάτων συναγωνίζεται την κρίση αξιών, δεν μας απαλλάσσει από τις ευθύνες μας απέναντι στο ιστορικό μας παρελθόν.
Οπωσδήποτε δεν μπορούμε να ζητάμε ευθύνες από ένα κράτος ανύπαρκτο με το υπουργείο Πολιτισμού σφραγίδα πλέον, ωστόσο οι κρατικοί λειτουργοί του οφείλουν να είναι πιο προσεκτικοί σε θέματα ηθικής τάξης.
Κι όταν αναλαμβάνουν καθήκοντα το ενδιαφέρον τους δεν θα πρέπει να εστιάζεται μόνο στην άνεση του γραφείου και στην ενημέρωση των φακέλων Οφείλουν να γνωρίζουν και πέντε πράγματα για τη δημιουργία της υπηρεσίας τους και τους ευεργέτες που δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για να εργάζονται αυτοί σήμερα στον τομέα τους
Μπορούμε να φανταστούμε το Αρχαιολογικό μας μουσείο, (ό,τι απέμεινε δηλαδή από τον «δανεισμό» πέρα δώθε αρχαιολογικών θησαυρών για τον εμπλουτισμό μεγαλύτερων μουσείων) αν έλειπε ο Εμμανουήλ Καούνης;
Και τη σημαντικότητα αυτού του ανθρώπου δεν χρειάζεται καμιά Λαδιά για να την επισημάνει. Μιλούν έγγραφα με τα ίδια λογότυπα της υπηρεσίας που σήμερα επιμελώς κωφεύει στο δίκαιο αίτημα να επανατοποθετηθεί η φωτογραφία του ευεργέτη εκεί που είναι η θέση της. Μια δικαίωση εκείνου που αγωνίστηκε με τόσο πάθος για την ανάδειξη και διαφύλαξη του αρχαιολογικού μας πλούτου.
Ο Εμμανουήλ Καούνης ήταν ένας ευυπόληπτος έμπορος από τους πιο επιτυχημένους που έδινε εργασία σε αρκετό κόσμο την εποχή που η ανέχεια μάστιζε το Ρέθυμνο. Το ευρηματικό του πνεύμα διαρκώς αναβάθμιζε την επιχειρηματική του δράση με νέες καινοτόμες πρωτοβουλίες. Είχε την οικογένειά του, την άνεσή του την οικονομική, την περιουσία του. Ποιος ο λόγος να ασχολείται με το ιστορικό παρελθόν του τόπου του. Κι όμως με μια αξιοθαύμαστη συνέπεια, επισκεπτόταν περιοχές έξω από το Ρέθυμνο, κυρίως στην περιοχή Σταυρωμένου, έκανε τις πρώτες διερευνήσεις κι έπειτα μόλις το Σάββατο τέλειωνε τη δουλειά του έπαιρνε μερικούς υπαλλήλους του, πήγαινε στα σημεία που είχε επισημάνει και σημαδέψει και τους έβαζε να σκάψουν. Η μεγάλη του μόρφωση και η συνεχής ενημέρωσή του από επιστημονικά και άλλα συγγράμματα δεν τον άφηνε ποτέ εκτεθειμένο. Το σημείο που υποδείκνυε έκρυβε πράγματι θησαυρό. Κάθε νέο εύρημα πήγαινε αμέσως στο Μουσείο στην περιοχή ευθύνης του εκάστοτε επιμελητού αρχαιοτήτων.
Και έχαιρε ο Καούνης μεγάλης εκτίμησης από τους τότε επιμελητές αν κρίνουμε από την παρακάτω επιστολή (βλέπε και φώτο).
Έχει ημερομηνία 9 Δεκεμβρίου 1918 και αναφέρει τα εξής:
«Αξιότιμε κύριε
Λαμβάνω την τιμήν να παρακαλέσω υμάς όπως ευαρεστούμενος εμού λόγω ασθενείας κωλυομένου ενεργήσητε την εξαγωγήν και μεταφοράν εις το εργοτάξιον υμών ή εις το ενταύθα Μουσείον του παρά την παραλίαν Εσταυρωμένου υφ’ υμών ανακαλυφθέντος μαρμαρίνου αναγλύφου ως γράφετε εν τη υπό σημερινήν χρονολογίαν επιστολήν υμών.
Συγχαίρων υμών δια το υπέρ του αρχαιολογικού θησαυρού της Κρήτης θερμότατον ενδιαφέρον υμών και ευχαριστώ εν ταυτώ δια τας επανειλημμένας προς την αρχαιολογικήν υπηρεσίαν του νομού ημών παραχθείσας αξιολόγους υπηρεσίας…».
Aυτός ο αγνός πατριώτης δεν σκέφτηκε ώρες πολέμου την ατομική του ασφάλεια αλλά το μόνο που τον απασχολούσε ήταν η τύχη των ευρημάτων που είχε περισυλλέξει λίγο πριν τον Οκτώβριο του ’40, και είχε υποχρεωθεί για την ασφάλειά τους να τα μεταφέρει στο πατρογονικό του σπίτι στο Βυζάρι. Κι όταν προαιστάνθηκε το τέλος του, όρκισε το γιο του, εκλεκτό συμπολίτη κ. Λεωνίδα Καούνη, να παραδώσει στην Αρχαιολογική Υπηρεσία τα κειμήλια αυτά, πράγμα που έγινε όπως βεβαιώνουν και πρωτόκολλα παράδοσης και παραλαβής.
Επίσημα έγγραφα βεβαιώνουν
Η σημαντικότητα του Εμμανουήλ Καούνη τονίζεται και σε έγγραφο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (βλέπε φώτο) που χαρακτηρίζει διατηρητέο το σπίτι στο Βυζάρι. Αναφέρει σχετικά:
«Χαρακτηρίζουμε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία σύμφωνα με το Ν 1469/50 το κτηριακό συγκρότημα Παύλου Βλαστού -Εμμανουήλ Καούνη στο Βυζάρι Ν. Ρεθύμνης, γιατί σ’ αυτό έζησαν δύο εξέχουσες φυσιογνωμίες του πνευματικού κόσμου της Κρήτης, ο λαογράφος Παύλος Βλαστός και ο αρχαιόφιλος -ιστοριοδίφης Εμμανουήλ Καούνης.
Ο Παύλος Βλαστός ασχολήθηκε κυρίως με τη συλλογή Κρητικών Δημοτικών τραγουδιών, αλλά και γενικότερα με την ιστορία και λαογραφία της Κρήτης. Σημαντική ήταν και η συμβολή του στον απελευθερωτικό αγώνα των Κρητών.
Ο ανιψιός του Εμμανουήλ Καούνης ασχολήθηκε με την αρχαιολογία, έκανε ανασκαφές με δικά του έξοδα. Τα ευρήματά του κοσμούν το Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου…».
Αυτά τα αναφέρει επίσημο έγγραφο του υπουργείου που βλέπετε και στη φωτογραφία παρακάτω. Και είναι ν’ απορείς. Οι προκάτοχοι εκθειάζουν και οι επόμενοι αδιαφορούν; Έχουν αλλάξει οι κανονισμοί; Έχουμε νεότερες αποφάσεις; Που έχουν στηριχθεί οι σημερινοί αρμόδιοι για να γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους αιτήματα για την ηθική αποκατάσταση προσωπικοτήτων που το κράτος τους οφείλει αν μη τι άλλο σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Οι άγραφοι αυτοί κανόνες βέβαια, δεν διδάσκονται σε κανένα πανεπιστήμιο. Τι να τις κάνω όμως εγώ τις επιστημονικές περγαμηνές όταν δεν υπάρχει σεβασμός στις αξίες που τίμησαν και πρόβαλαν το Ρέθυμνο.
Με τι συνείδηση άραγε οι αρμόδιοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας δέχονται ακόμα να είναι η φωτογραφία παραπεταμένη, ο Θεός ξέρει σε ποιο χώρο;
Αν έλειπε ο Καούνης…
Σήμερα έτσι κι αλλιώς έχει δεν έχει χρήματα το κράτος θα γίνουν ανασκαφές. Εκείνη την εποχή όμως που ήταν έρμαιη σε λεηλασίες η Κρητική γη και στο έλεος των αρχαιοκαπήλων μόνο ένας Καούνης έδειξε αυτό το φλογερό ενδιαφέρον με δικές του δαπάνες. Και σήμερα απαξιούμε και την ελάχιστη τιμή, με την ανάρτηση της φωτογραφίας του, να του αποδώσουμε όταν προηγούμενοι έφοροι αρχαιοτήτων είχαν εισηγηθεί ακόμα και προτομή! Υπάρχει μάλιστα και επίσημο έγγραφο (βλέπε φωτο) που αναφέρει:
«….Λαμβάνω την τιμή να εισηγηθώ όπως τοποθετηθεί κατασκευασθησομένη υπό της Υπηρεσίας προτομή του μακαρίτου Καούνη, ευεργέτου του Μουσείου Ρεθύμνης, εις τον προθάλαμον του ιδρυθησομένου νέου Μουσείου, προσωρινώς δε εις το προ της εισόδου του παλαιού Μουσείου (Ενετικής Λότζιας) χώρον, εις ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τον μακαρίτην ευεργέτη…».
Αυτά αναφέρει σε έγγραφό του με ημερομηνία 5/12/66, ο τότε προϊστάμενος της Εφορείας Κ. Δαβάρας.
Σκεφτείτε λοιπόν τι εντύπωση προκαλεί σε κάθε νοήμονα άνθρωπο η απαράδεκτη αυτή συμπεριφορά υπαλλήλων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που κωλυσιεργεί και δεν δίνει καμιά σημασία στα αιτήματα για την επανατοποθέτηση της φωτογραφίας του Εμμανουήλ Καούνη σε περίοπτη θέση όπως επανειλημμένα έχει ζητήσει και ο υιός του.
Θα μου πείτε ότι με τόσους βανδαλισμούς σε μνημεία ηρώων όπως πρόσφατα στην προτομή Λέλας Καραγιάννη, δεν μπορούμε να περιμένουμε ευαισθησίες στην εποχή μας από τους επιλήσμονες ανιστόρητους γνωστούς αγνώστους.
Όταν αυτά συμβαίνουν από αντικοινωνικά στοιχεία ναι. Δεν μπορούμε όμως να ανεχτούμε συμπεριφορές τέτοιας περιφρόνησης στη μνήμη άξιων Ρεθεμνιωτών από κρατικούς λειτουργούς.
Εκτός και αν οι ευεργέτες έχουν απόδοση τιμής με ημερομηνία λήξης και δεν το πήραμε χαμπάρι.