Λίγα λόγια για το έργο
Με το συμφωνικό ποίημα «ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΟΣ» επιχειρούμε μια καλλιτεχνική προσέγγιση στην υπέρτατη αξία της ανθρώπινης ύπαρξης. Τη δύναμη της αντίστασης στην αλλοτρίωση, στην ηθική φθορά και στην έκπτωση τον εθνικού -με την ευρύτερη έννοια- ιδεώδους.
Την έμπνευση, επηρέασαν, διάφορα γεγονότα και προσωπικές ματωμένες μνήμες. Κυρίως όμως οριοθέτησε ο σκοπός απαλλαγμένος από προκαταλήψεις και κομματικά πάθη. Γιατί μια ιδεολογία, ωθεί σίγουρα στο υπέρτατο, γεννά ήρωες, αλλά δεν πρέπει να υπηρετεί συμφέροντα.
Υμνούμε, την αντίσταση τον λαού μας, που πολέμησε για τη λευτεριά του, τον πιο σκληρό δυνάστη, υπακούοντας και μόνο στις παρακαταθήκες των προγόνων και όχι, σε στρατευμένες επιλογές.
Αυτή άλλωστε είναι και η πεμπτουσία που κρατά στο διηνεκές την ελληνική πραγματικότητα, υπακοή στο χρέος.
~~~~~~~~~
ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΟΣ
Ποίηση Εύα Λαδιά Μουσική Μπάμπης Πραματευτάκης
ΑΚΡΙΤΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ
Καμάρι τούτα τα βουνά
που μάνα τους λογιέσαι
Ελλάδα εσύ τα χαίρεσαι
και τα καληνωρίζεις
όταν βρυχιούνται ατίθασα
μπρος στα Θεριά της φύσης
κι όποτε την ανάσα τους
θα κρούψει κατσιφάρα.
Σ’ αυτά φορές που η δύναμη
οχτρού σε γονατίζει
Ελλάδα εσύ
μέχρι να φύγει το κακό
και να καλοσυνέψει
κρύβεις την ώρια λευτεριά
που ‘χεις σταυράδελφή σου.
Και τα παιδιά σου που ακούν
μονάχα των αρμάτων
μόλις τριχιά κατακτητή
σιμώνει να τ’ αδράξει
τρέχουν σε τούτα τα βουνά
να στήσουν μετερίζι.
ΕΠΙΚΛΗΣΗ
Ήλιε σύρε το άρμα σον κι απ’ των βουνών τη στράτα
οδήγησε τη μνήμη μας στης λευτεριάς το δώμα
που το φυλά μια λυγερή έτοιμη να κινήσει
με κεραυνούς ν’ αποκριθεί μόλις εχθρός σιμώσει.
Αδρή φαντάζει ομορφιά σε φλόγες σμιλεμένη
που τρέφεται με λεβεντιάς ψωμί και περηφάνιας
Αντίσταση την είπανε, εχθρού βαριά κατάρα.
Αιώνες άφηνε βαθειά τα χνάρια της στο χώμα
μα έλαμψε κι αρμάτωσε με πίστη τον αγώνα
τολμώντας τον αγέρωχο Ούνο ν’ αντροκαλέσει
στο γέρμα κάποιου Απριλιού χρόνου σαράντα ένα.
– ΣΥΜΦΟΡΑΣ ΕΛΕΥΣΗ
Κόντευε να ναρκωθεί στη λήθη η μνήμη του πρώτου πολέμου
όταν και πάλι ξύπνησε την ιστορία συμφοράς σάλπιγγα.
Νέφη παραλογισμού σκέπασαν ορίζοντες του δικαίου.
Στίφος από σιδερένια πουλιά βάλθηκε να υποτάξει το φως.
Η περηφάνια της γαλανόλευκης σπάραζε στα νύχια του
αγκυλωτού σταυρού
«Έλληνες ψηλά τις καρδιές» ακούστηκε τελευταία λεύτερη φωνή.
Κι έπειτα σιωπή.
– Απόλυτο χάος.
– Απολιθώματα οι λέξεις στης βίας την υπέρβαση.
– Φωνές συνείδησης ενώνουν το μέλος με τον λυγμό
Ω πατρίς πως θνήσκεις εις δουλείας σταυρόν
πως αλύσσους εσύ καταδέξατο;
Έσμιξε κι η γαλανόλευκη τη δική της φωνή
ανόμοια στο άκουσμα, μα ίδια στο ανάστημα του
πόνου και στεναγμού.
Ένα «γιατί» σε γλώσσες διάφορες θαρρείς πως
έβγαινε απ’ τον τριγμό της αλυσίδας.
Αρμαγεδών άνοιξε τις πύλες της Κόλασης διάπλατα.
και οι νύχτες φόρεσαν αμπέχωνο με ατσάλινο μισοφέγγαρο
στο στήθος και κράνος στο κεφάλι
και οι δρόμοι στέναζαν βαριά στο βήμα της χήνας.
Γέμιζε ο λιμός το δισάκι του χάρου
χόρταιναν τα στοιχειά τον Άδη
με ανθρώπινα σκουπίδια
που γέμιζαν ξέχειλα τα κάρα τον δήμου.
Ξέφτια ντροπής γύρω από τις αλυσίδες
αξιώματα και γενιές με περγαμηνές δόξας
για λίγο χυλό περισσότερο στο συσσίτιο της ανάγκης.
Αδέλφια πεινώ, πεινώ αδέλφια
άκουγες παντού
πεινώ αδέλφια, πεινώ, πεινώ
Η πείνα πήρε να στρατεύει
ξυπόλυτα τάγματα παιδιών
παιδιών που γράφανε ιστορία.
Ήρωες πριν ακόμα ανδρωθούν
για μια μπουκιά ψωμί
αν προλάβαιναν το κροτάλισμα τον θανάτου
ή να χαθούν πριν μείνουν τα χέρια τους
σπασμένα κλαδιά στο γόνατο του δυνάστη.
Γέμιζε ίσκιους το σκοτάδι της σκλαβιάς
Εφιάλτης ο υψωμένος δείκτης
που στόχευε τη λεβεντιά
στα μπλόκα της συμφοράς.
Έκλεινε τα μάτια κι η ιστορία από ντροπή
όσο τα καμιόνια ξεφόρτωναν ανθούς
στο Χαϊδάρι στην Καισαριανή και στην Αγιά.
όσο τα τρένα άδειαζαν αθώους στα κρεματόρια του μίσους.
Λίβας Αποκάλυψης έκανε τις μέρες αβάστακτες
και το ποτήρι της υπομονής ξεχείλιζε.
Τότε ενώθηκαν χέρια γενναίων
για το χορό της λεβεντιάς.
– ΠΡΟΓΟΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗ
Πανάρχαιη προσταγή ξύπνησε το λαβωμένο χώμα
από τη Μακεδονία ως την Κρήτη
ηφαίστειο έγινε ξανά η γαλανόλευκη θεά
με κρότους υποχθόνιους συντάραξε τον κόσμο.
Από τον Όλυμπο μέχρι τον Ψηλορείτη
πήρε ο άνεμος να στέλνει παντού
το προαιώνιο πρόσταγμα της φυλής.
Ξεχύνεται λάβα οργής να κάψει τον δυνάστη
καρδιές με φλόγα πυρπολούν να σπάσουν τα δεσμά
δεν τις φοβίζει θάνατος δεν τις τρομάζει αντάρα
παλεύουν για της λύτρωσης τη λαμπερή Θωριά.
Κουράγιο παλικάρια μου ο Όλυμπος φωνάζει
απάνω τους λεβέντες μου η Γκιώνα τραγουδά
ο Ψηλορείτης το γνωστό σκοπό κανοναρχεί
Χαλάλι κάντε τη ζωή σπονδή σαν σπέρνει λευτεριά.
Σημαίνει ο Γοργοπόταμος Ανάστασης καμπάνα
με θάνατο αντιμιλά του τύραννου η οργή
Δεν γονατίζουν οι καρδιές πασχίζουν πιο πολύ
να φθάσουν κι άλλα σήμαντρα ελπίδα ν’ απλωθεί
Κουράγιο παλικάρια μου ο Όλυμπος φωνάζει
απάνω τους λεβέντες μου η Γκιώνα τραγουδά
ο Ψηλορείτης το γνωστό σκοπό κανοναρχεί
«Χαλάλι κάντε τη ζωή σαν σπέρνει λευτεριά»
– ΑΝΤΙΠΟΙΝΑ
Ταπεινωμένος ο εχθρός από την αντίσταση των σκλάβων
ξεκίνησε να πάρει εκδίκηση κομματιάζοντας το ηθικό τους
Κελιά ανήλιαγα γέμισαν από το Θάμπος ματωμένης λεβεντιάς
Ιαχές δόξας οι οιμωγές από της σάρκας τη βάσανο.
Και μακαρισμοί ελπίδας τα σημάδια της φθοράς στα
σπαραγμένα σώματα.
Εκμαγείο ηρώων της αντίστασης κείνος ο στύλος στην Αγιά
το τίμιο ξύλο της Κρήτης, που μετάλαβε τη λευτεριά με τη
στερνή ανάσα αμέτρητων παλικαριών.
Κείνος ο στύλος στην Αγυιά
πόσα δεν μέτρησε κορμιά
πάνω του να πεθαίνουν
χωρίς καμιά βαρυγκωμιά
θανή μεταλαβαίνουν.
Αυτός δεχόταν αυγινά
τα χτυποκάρδια τα στερνά
του θανατοποινίτη
τώρα τη θέωση κερνά
όποιον περνά και προσκυνά
αγιάζοντας την Κρήτη.
«Κρίμα στη ζήση πριν καρπίσει τελευτά»
Μέχρι εδώ ήταν γλυκιά μου λευτεριά
δεν πρόλαβα να πάω παραπέρα
να σμίξω με την ώρια σου θωριά
την ευλογία σου να νοιώσω στον αιθέρα.
Μόνο στη μάνα μου αγέρι στείλε μήνυμα
πες της χαμός σαν το δικό μου
δεν είναι θάνατος, δεν είναι.
Όταν χαρίζω τη ζωή για το σκοπό μου
Αθανασίας το φιλί παίρνω για τίμημα.
Αποκοτιάς καυχήματα φόρο βαρύ πληρώνουν
χωριά χαλιούνται στην πυρά, γιορτάσι στήνει ο χάρος.
Στης προσφυγιάς τη Θύελλα γέροι γυναικοπαίδια
Χάνονται τόποι λεβεντιάς
Δίστομο και Κομένι
Χορτιάτης και Καλάβρυτα
κι αετοφωλιές της Κρήτης
από το διάβα συμφοράς
μένουν Κρανίου τόπος.
Η σπίθα της απόγνωσης στα ξερόφυλλα της υπομονής
γίνεται φλόγα
Η λάβα της αντίστασης σπάει το φράγμα της αντοχής
κι ορμής ποτάμι γίνεται.
Κι έφερε ο αγώνας το ξημέρωμα
Οκτώβρη του 44
Τίμιοι αγωνιστές σήκωσαν τον ήλιο ψηλότερα
και κυμάτισε πάλι η γαλανόλευκη
στον προμαχώνα τον πολιτισμού.
κι άνοιξε η ρακένδυτη μάνα τα παράθυρα στο φως.
Τις αλυσίδες έσπασε του Έλληνα η οργή
Άρωμα λύτρωσης σκορπά η νοτισμένη γη.
Οι δρόμοι πλημμυρίζουνε της νιότης τη δροσιά
Καμπάνες αναστάσιμες υμνούν τη λευτεριά.
Βαρύς ο φόρος της φυλής σε αίμα και παιδωμή
Ανάσταση του Γολγοθά και τούτη τη στιγμή.
μυρτιάς στεφάνια γέμισαν της μνήμης το ναό
τραγούδια της αντίστασης δοξάζουν το λαό.
Πάνω στις στάχτες θα κτιστεί το μέλλον απαρχής
για να δικαιωθεί ξανά η μοίρα της φυλής
που ορίζει η Ελλάδα μας όσο κι αν τυραννιέται
με της ψυχής τη δύναμη πάντα ξαναγεννιέται.
Αντιλαλεί στα διάσελα της μάνας η φωνή
δίνει ευχή στους ήρωες, στους μάρτυρες στις ψυχές
που έγιναν μονοπάτια της λευτεριάς
καλώντας τις γενιές να τους δοξάσουν
ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ
Δόξα σας πρέπει Όλυμπε Μαδάρες μου και Γκιώνα
βουνά που ευλογήσατε τον άνισο αγώνα
Δόξα σε κάθε σας κορφή σε κάθε μονοπάτι
Δόξα και στης Αντίστασης το πιο σκληρό κομμάτι
τις Αραβάνες καύχημα τρανό του Ψηλορείτη
κάθε αντάρτη σίγουρη κι ευλογημένη κρύπτη.
Δόξα σε σας που δείξατε το χρέος στον πλανήτη
Αρκάδι, Γοργοπόταμε, Κούγκι και Αλαμάνα
Αιώνια δόξα ψάλλουμε σε κάθε ανταρτομάνα
Δόξα σε σας που γίνατε βωμός τρανής θυσίας
Καισαριανής χώμα ιερό, στύλε Αγυιάς Χαϊδάρι
κι ότι θυμίζει Αντίστασης σεμνό προσκυνητάρι
Δόξα σε κάθε απόστολο της εθελοθυσίας
που αξιώθηκε να πιει νερό αθανασίας
Μα ποιος δοξάζεται, τίνος μεριά παινιέται.
με τίνος μέτρα και σταθμά ο ήρωας λογιέται
Ποιος απ’ αυτούς που ξόδεψαν τη ζήση στον αγώνα
πήρε τη δίκια απολαβή και δόξα στον αιώνα;;;
Ο χαρακτηρισμός προδότης ή ήρωας, χρειαζόταν πάντα
κομματική ταυτότητα και το ήθος πιστοποίηση φρονήματος.
Μα δεν τους έφτασε ποτέ ο σπαραγμός της μάνας πατρίδας
που από τα άδυτα της ιστορίας με το μελάνι από τις
μητρικές της φλέβες έγραψε το συναξάρι της, που
συνυπογράφουν ο χαμός, η ορφάνια κι ο ξεριζωμός.
Ο ΘΡΗΝΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ
Άνεμε πάψε να χτυπάς το έρμο παραπόρτι
και συ παντέρμη πυροστιά σβήσε αν δεν αντέχεις
Λάβα ο πόνος μου βαθειάς πληγής που δεν θα κλείσει
όσο μετράω λείψανα των αδικοχαμένων
Αντάμα με το λογισμό τοιμάζω το τραπέζι
και με φωνή σιργουλευτή όλους καλωσορίζω
τους γιους μου όλους
που με κοιτούν βουβοί με τ’ άψυχά τους μάτια
φιγούρες ώχρας άγγιγμα στον τοίχου την απλάδα.
Όσο και να θρηνολογούν οι ματωμένες μνήμες
όλοι αυτοί που σε σταυρούς του μίσους ξεψυχήσαν
βγήκαν από τα σπλάχνα μου το γάλα μου βυζάξαν
κοιμήθηκαν στον κόρφο μου απ’ το νανούρισμά μου.
Όλους πενθώ αδιάφορα σε ποια μεριά τιμούνται
Κι αφήνει μέσα στο θρήνο της παραγγελιά καρδιάς
για τους απογόνους
Δεν ξεχνώ και τιμώ
Εκατόμβες σωρό
των ψυχών που αναίτια χαθήκαν
και την άλλη στιγμή ξεχαστήκαν.
Δεν ξεχνώ προχωρώ
την ελπίδα να βρω
τις αξίες που κάποιοι αρνηθήκαν.
Δεν ξεχνώ, προχωρώ
τα παιδιά συγχωρώ
σταυρωτήδων και κάθε προδότη
που τον Αδη μεθούσαν με νιότη
Η ζωή σταθερά θ’ αποκτήσει φτερά
να ξορκίζει τον όλεθρο πρώτη.
Δεν ξεχνώ, συγχωρώ.
ΕΞΕΛΟΥ ΚΥΡΙΕ
Με της ελευθερίας την έλευση
ξεχάστηκε στ’ αγέρωχα βουνά
το κλέος της μεγαλοσύνης
Ο προαιώνιος ψόγος της φυλής
άνοιξε κρουνούς αιμάτων.
κι’ όσοι Εφιάλτες, ελέω ισχύος
έγιναν εκτιμητές δικαίων
ίνα πληρωθεί το ρηθέν της Μισαλλοδοξίας
Ουκ έσται τέλος και έλεος.
Σώσον τη μνήμη μας Κύριε
από φάσματα δαιμόνων ολέθρου
και δώσε εις το επέκεινα σποράν αμόλυντον
από πάσης βδελυράς νόησης
ίνα μη χαθεί των αξιών το κράτος
και των νοητών πλασμάτων το δώρημα.
Εξελού Κύριε
Τους απογόνους ημών
από ψευδεπίγραφα ηρώων
κακέκτυπα σωτήρων
μορφώματα ηγετών
μιάσματα ιστορικής πλάνης
κήρυκας ιδεωδών
καθ’ υπαγόρευσιν συμφερόντων
αντιφρονούντων δικαιοσύνης.
Και σώσον ημάς από τύψεις
ακουσίας μέθεξης
εις ξητωκραυγάς
υπέρ καπηλευτών δόξης
Και σώσον ημάς
από το άγος εθελουσίας υποταγής
στα συμφέροντα των ξένων.
Ότι ποτέ δεν επετράπη αποκάλυψις
εις της αληθείας το πρότυπον
Στους αιώνες ωστόσο παραμένει ανεξίτηλη
κυτταρική γραφή στο πρόπλασμα δημιουργίας ανθρώπου
η εκπορευόμενη από δεινά μεγάλη αλήθεια.
Η Αντίσταση, οριοθετεί, θεσμοθετεί, κληροδοτεί
κώδικες συνείδησης και τα αριστεία αυτών.
Αντίσταση λαών
τρόπαιο η Ελευθερία
Αντίσταση ψυχών
τίμημα η ευπρέπεια
Αντίσταση συνειδήσεων
εύσημο η δικαίωση
Αντίσταση αξιών
Αριστείο η κάθαρση
Αξία αυθύπαρκτων λαών
πολυτιμοτέρα η Αντίσταση
πεμπτουσία ύπαρξης
γενναιοψυχίας απαύγασμα.
Η Αντίσταση
Αρετή ηρώων.