Ελένη Στ. Κατσαραγάκη

ΠΕΝΘΗ
Εις ηλικίαν 80 ετών απεβίωσεν και εκηδεύθη την
παρελθούσαν Τετάρτην η Ελένη Στ. Κατσαραγάκη με
συμμετοχήν ολοκλήρου της Σελλιανής Κοινωνίας και
κατοίκων των πέριξ Κοινωτήτων.
Η θανούσα μητέρα του προέδρου της Κοινότητος
απελάμβανε εκτιμήσεως και αγάπης. Η εγγονή δε αυτής
Δ)νίς Ελένη Χρίστου Κατσαραγανάκη Φιλόλογος καθηγήτρια
την αποχαιρέτησε με το παρατιθέμενον σύντομος
βιογραφικόν σημείωμα.

Το χάδι σου ανάσασμα, το
(γέλιο σου ελπίδα,
ήσουν για μας αστείρευτης πη
(γής πατηγοριά
αγαπημένη μου μορφή σαν

(πρώτη ηλιαχτίδα εφώτισες το δρόμο μου σε θάλασσα πλατειά
Τα μοιρολόγια δεν ταιριάζουν στις μάννες. Τα παινέδια τις
προσβάλλουν. Η αποστολή τους θεϊκό καθήκον ζητά λατρεία και
ύμνους. Ύμνους να ψάλλω δεν μπορώ, λατρεία θα σου δώσω.
Δεκαεξάχρονη κοπέλλα έγινες μάννα. Εικοσιτετράχρονη ντύθηκες τη
στολή της ερημιάς και της απονοήτευσις.
Κλείστηκες στο μεγάλο σκοπό του καθήκοντος της Μάννας. Στα
μπράτσα σου νανούρισες τη ζωή της ποιότητος.
Το πένθιμο τραγούδι σου έγινε ψαλμός και το δάκρυ σου αγίασμα.
Η ζεστασιά σου ήλιος να λυώνη τους πάγους του πόνου.

Το ταξίδι της ζωής το ξεκίνησες χαροούμενο ανεμίζοντας το μαντήλι
της χαράς, μα του Χάρου ο σίφουνας σ’ άρπαξε τον καπετάνιο. Εσύ
όμως κράτησες το τιμόνι και δεν βούλιαξες. Δεν έβγαλες στη ζωή
ναυαγούς. Προστέθηκες στις ζευγαρωμένες μάννες, μονάδα εσύ.
Δεν έθρεψες αγέλαστους.
Συμπλήρωνες την έλλειψι. Και μέσα απ τους καημούς σου
ξεπετάχτηκαν ελπίδες. Αγκάλιασαν το είναι σου κουρασμένες χαρές.
Δεν κλόνισς στις κακοτοιές. Η Θεία βοήθεια σε προστάτευε από της
ζωής τους γκρεμούς. Τράβηξες το δρόμο της ζωής ολόϊσια. Κανένα
μονοπάτι δεν ζήλεψες και βγήκες στην πλατεία της δικαίωσης.
Επεβλήθης σεμνά στον κύκλο σου. Σούδωσαν το χέρι κι άλλες μάνες
με υπερηφάνεια. Πλήθυναν των καρπών σου οι καρποί, μα δε σε
κούρασε η αξίνα ναν τους απαλλάσσης από της ζωής τα ζιζάνια.
Οι ελπίδες σου έγιναν κάμπος και έπεσες σε νέες καλλιέργειες. Ο
λόγος σου αραιός βουτηγμένος στη λογική, έτεφτε βαρύς.
Δεν έμαθες να δίνης συγχωροχάρτι στο άπρεπο. Οι αλήθεις απ’ το
στόμα σου είχαν θεία χάρι, και έγιναν λάτρεις. Έγινες τόμος αρετής
και σε διαβάζομε με κατάνυξι.
Δεν φεύγεις λοιπόν, σε κρατάμε. Θα σε εκδώσωμε σε αντίγραφα να
διαβάζεσαι. Η θύμυσί μας αναμμένο καντήλι θα φωτίζη τη μορφή
σου στη σκέψι μας.
Εγίναμε επίδεσμοι στους πόνους σου και λυπόσουνα.
Και τώρα, που φεύγεις το δάκρυ μας δεν είναι λύπη χαμου. Είναι
αγιασμός ευγνωμοσύνης και λατρείας. Έδεσες το είναι σου με το
δικό μας. Παρέδωσες τη σκυτάλη της νίκης μιας νίκης βουτηγμένης
στο μόχθο στο μεγάλο προπονητή της δικαίωσης.
Και τώρα σ’ ανεμίζω μαντήλι στο μεγάλο σου ταξίδι, με την
βεβαιότητα ότι θα τύχης υποδοχής από το μεγάλο μας Κριτή.

Καλό ταξίδι Γιαγιά

Καλό ταξίδι.

Αφήστε μια απάντηση