Ήξερε πάντα να δίνει περιεχόμενο στη ζωή του και ν’ αρμενίζει κόντα στους καιρούς. Έκλεινε θαρρείς μέσα του κάτι από Ζορμπά, που νιώθει ότι τον στενεύουν τα πλάτη της γης. Ήθελε να γίνεται αρεστός γι’ αυτό που ήταν, με την ευθύνη του ανθρώπου που δεν διεκδικεί από τον κοινωνικό του περίγυρο, τίποτα πέρα από αυτό που του ανήκει.
Έλεγε τη γνώμη του με λεβεντιά και ήξερε με το πηγαίο του χιούμορ να διασκεδάζει τις όποιες δυσαρέσκειες μπορεί να προκαλεί αυτή η στάη ζωής.
Διακρίθηκε στον επιχειρηματικό τομέα και ήθελε πάντα να ανοίγει δρόμους σε δραστηριότητες που αναβαθμίζουν την ποιότητα ζωής. Κι όποτε οι δυσκολίες έκαναν τον βίο μίζερο, τότε μια μια απόλυτη ψυχραιμία τραβούσε μονοκονδυλιά και έδινε την ενυπωση ότι ξεκινούσε από την αρχή χωρίς να μεμψιμοιρεί. Δεν έδωσε ποτέ στη μοίρα το δικαίωνα να καυχηθεί ότι τον ταπείνωσε.
Συμβιβαζόταν με τις αδυναμίες της ανθρώπινης ύπαρξης με μια ειλικρίνεια που δεν άφηνε περιθώρια για κριτική. Αγάπησε το Ρέθυμνο και τους ανθρώπους του, βίωνε έντονα την έννοια της φιλίας και δεν πίστωνε ποτέ τους άλλους για ότι κι αν προσέφερε.
Έτσι έφυγε. Υπερήφανος και αξιοπρεπής. Για να αφήσει μνήμη αγαθή ταυτίζοντας την ύπαρξή του με μία περίοδο που το Ρέθυμνο δεν είχε να προσφέρει τίποτα περισσότερο από φιλότιμους και δημιουργικούς ανθρώπους.
Ας είναι αιωνία η μνήμη του.