ΓΙΩΡΓΗΣ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ

Όταν κάποτε με την ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ κάναμε ένα αφιέρωμα στον πρύτανη της δημοσιογραφίας Γιώργη Ανδρουλιδάκη , μου ανέθεσαν να καλέσω τη Μαρία Ρεζάν στενή του συνεργάτιδα για κεντρική ομιλήτρια .
Μ’ έπιασε ρίγος. Ήταν το ίνδαλμά μου . Με δυσκολία μόλις άκουσα τη γνωστή εκείνη βαριά φωνή εξήγησα το σκοπό του τηλεφωνήματος. Κι εκείνη αμέσως έγινε μια πρόθυμη συνομιλήτρια . « Καιρός ήταν να θυμηθείτε το Γιώργη» μου είπε Κι όταν έθεσα ζήτημα εξόδων κ.λ.π. μου είπε έτσι απότομα « Δεν είσαι καλά.Θα μιλήσω για το Γιώργη και μου λες για λεφτά ;Μόνη μου θα έρθω με δικά μου έξοδα και δεν θέλω κουβέντα»
Ήρθε κι εγώ ξωπίσω της να μη χάνω λέξη. Ήταν σπουδαία γυναίκα και πολύ κοφτερό μυαλό. Την επομένη της εκδήλωσης καθισμένες για καφέ στην αυλή του ξενοδοχείου ΒΑΛΑΡΗ μου μιλούσε για την ζωή και τα προβλήματα που της δημιουργούσε η καταγωγή της ,μέχρι που βρέθηκε στο δρόμο της ο Ανδρουλιδάκης με την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ του .
« Ξέρεις Ευάκι πως θα μου ήμουν χωρίς αυτόν; Και μη πάει αλλού το μυαλό σου. Θα ήμουν ένα μηδενικό. Μου έδωσε δουλειά και μου δίδαξε την έννοια της ευθύνης. Καταλαβαίνεις γιατί πράγμα μιλάω;»
Κι η περήφανη εκείνη γυναίκα δάκρυσε. Από τότε στα γράμματά της που έχω σαν τίμιο φυλακτό, ανέφερε για όλα και φυσικά για τον Ανδρουλιδάκη που στο διάστημα αυτό είχα κι από άλλους συναδέλφους ακούσει πολλά κι ενδιαφέροντα.
Είχα πια καταλάβει γιατί τόσος θαυμασμός για τον άνδρα που έπεσε νεκρός ενώ προσπαθούσε να διασταυρώσει μια είδηση
ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο « ΛΙΧΟΥΔΗΣ»
Ο Γιώργης Ανδρουλιδάκης γεννήθηκε 3 Μαίου 1905 στην Καρρέ Ρεθύμνου. Από νωρίς άρχισε να νοιώθει τα πρώτα σκιρτήματα για τη δημοσιογραφία.
Όπως ανέφερε και ο ίδιος σε συνεντεύξεις του ήταν περίπου 14 ετών όταν του ήρθε μια μέρα η τρελλή ιδέα να κόψει δυο φύλλα από το τετράδιό του , να χωρίσει κάθε σελίδα σε δυο στήλες και ν’ αρχίσει να βγάζει χειρόγραφη εφημερίδα το « ΛΙΧΟΥΔΗ» Περιεχόμενο είχε πληροφορίες του …σπιτιού και του γενικότερου οικογενειακού περιβάλλοντος. Κατά προτίμηση σε ποια θέση του σπιτιού ήταν κρυμμένα τα γλυκά, ποια αδέλφια ή ξαδέλφια έφαγαν ξύλο ,πότε θα δινόταν παράσταση Καραγκιόζη από μέλη της οικογενείας κ.α χαριτωμένα Το τιράζ κάλυπτε ένα φύλλο που φυσικά δινόταν με το σχετικό αντίτιμο
Θα πήγαινε τελευταία τάξη το Γυμνασίου, όταν ήρθε κοντά με τον Παντελή Πρεβελάκη και συνεργάστηκαν στην έκδοση του περιοδικού «ΑΘΗΝΑ» Ο Γιώργης όμως δεν ένοιωθε άνετα. Δεν κατάφερνε να ανταποκριθεί στις φιλολογικές απαιτήσεις του περιοδικού που είχε συνεργάτη μέχρι και τον Ψυχάρη. Εκείνον τον πάθιαζε το κυνήγι της είδησης.
Μέχρι που φθάνει το σωτήριο έτος 1926 κι αρχίζει να εργάζεται διαδοχικά σε εφημερίδες.
Σταθμοί στην καριέρα του ήταν η «ΜΑΧΗ» που είχε εκδοθεί για λίγο μετά την απελευθέρωση με το Γιώργη αρχισυντάκτη , μετά η «ΠΡΩΙΑ» που δούλεψε ως πολιτικός συντάκτης και η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ το 1951 , που είχε τα καθήκοντα αρχισυντάκτη. Έλαβε μέρος επίσης ως ρεπόρτερ σε πολλές αποστολές στο εξωτερικό ,καλύπτοντας σημαντικά γεγονότα.
Διετέλεσε μόνιμος ανταποκριτής στην Ελλάδα του αμερικανικού πρακτορείου Γιουνάιτεντ Πρες και συνεργάτης των «Τάιμς» του Λονδίνου.
Κι ενώ η κάθε του μέρα ήταν εξοντωτική εντούτοις είχε πάντα τη διάθεση το βράδυ να μαζέψει στο γραφείο του νεοσσούς της δημοσιογραφίας και να τους κάνει μαθήματα δημοσιογραφίας, ήθους προκοπής
Πίστευε στους νέους, τους βοηθούσε και καμάρωνε όταν έβλεπε μαθητές του να κατακτούν την ιεραρχία με τα προσόντα τους .
ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΤΟΥ ΑΛΗΘΕΙΕΣ
Η δημοσιογραφία είναι έρωτας έλεγε στους μαθητές του Αν σας αρέσει πραγματικά μείνετε Διαφορετικά αλλάξετε δρόμο. Είναι τόσες οι δυσκολίες στο επάγγελμα που μόνο αν υπάρχει έρωτας τις αντέχετε. Στη δημοσιογραφία δεν υπάρχει συνοικέσιο. Αν σου αρέσει έχει καλώς. Αλλιώς φύγε.
Η περιέργεια δεν θα πρέπει να περιορίζεται Διαφορετικά δεν φθάνεις στο αποτέλεσμα
Ενεργητικότητα και πρωτοβουλία είναι στις βασικές αρχές Υπομονή κι επιμονή. Ηρεμία ιδιαίτερα μπροστά σε μεγάλα γεγονότα.
Αλλά κυρίως μόχθο χωρίς κανένα συμβιβασμό εξαιτίας και των ανθρώπινων αναγκών.
Έλεγε χαρακτηριστικά:
« Δεν έχεις δικές σου ώρες, δεν έχεις δική σου ζωή»
Του άρεσε να αφηγείται ένα περιστατικό που του είχε διηγηθεί η σύζυγος του Αντρέα Μεταξά πρώτου προέδρου της ΕΣΗΕΑ.
Ο άνδρας της μόλις έφθασαν στην Αθήνα για το μήνα του μέλιτος, την εγκατέλειψε στην προκυμαία του λιμανιού, μόνη , μπροστά σε ένα σωρό βαλίτσες κι επανήλθε μετά από δυο τρεις ώρες αφού είχε καλύψει ένα…φόνο…
Ο ίδιος ο Ανδρουλιδάκης , έκανε πολλές υπερβάσεις στη ζωή του και πίκρανε αγαπημένα του πρόσωπα προκειμένου να μην προδώσει το λειτούργημά του
Κι ήταν πτυχίο γνώσης μοναδικής η θητεία κάθε νέου δημοσιογράφου κοντά στο Γιώργη Ανδρεουλιδάκη
ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Από τα βασικά πιστεύω του Ανδρουλιδάκη ήταν το πάθος για τα δημοκρατικά ιδεώδη και την ελευθεροτυπία Μπορούμε να αντιληφθούμε επομένως πως θα ένοιωσε τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου 1967 όταν την ώρα που ετοίμαζε έκτακτη έκδοση με ρεπορτάζ για τα τάνκς που κατέβαιναν στην Αθήνα , εισέβαλαν άνδρες της ΕΣΑ στο τυπογραφείο και διέκοψαν τις εργασίες με το γνωστό τους βίαιο τρόπο.
Με το κλείσιμο της «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ» τερματίστηκε η καριέρα του για τον ελληνικό χώρο.
ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΑΓΑΠΕΣ
Δύο ήταν οι μεγάλες του αγάπες. Η δημοσιογραφία και η Κρήτη . Ο ίδιος έλεγε:
« Αν με αγαπάτε να μου εύχεστε να πεθάνω όρθιος με την πένα στο χέρι και όχι στο κρεβάτι. Και « Αν ποτέ με πετάξουνε στην Κρήτη και μούχουνε δεμένα τα μάτια , εγώ θα καταλάβω που είμαι από τη μυρωδιά της γης»
ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ
Η υγεία του άρχισε να τον προβληματίζει αλλά δεν το έβαζε κάτω. Ήταν βράδυ της Πέμπτης 18 Ιουλίου 1974. Ο Γιώργης Ανδρουλιδάκης προσπαθούσε να διασταυρώσει μια πληροφορία για την εφημερίδα του « Νταίηλυ Εξπρές» όπου ήταν χρόνια ανταποκριτής. Κι εκεί πάνω στην ένταση έπεσε το ακουστικό κι ο ίδιος σωριάστηκε . Τον είχε προδώσει η καρδιά του Η μεγάλη αποζημίωση για την προσφορά του στη δημοσιογραφία ήταν η εκπλήρωση της ευχής που ήθελε από τους δικούς ανθρώπους
« Αν μ’ αγαπάτε , να μου εύχεσθε να πεθάνω όρθιος , με την πέννα στο χέρι και όχι στο κρεββάτι»
ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΕ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Υπόδειγμα γραφής οι νεκρολογίες που ακολούθησαν από συναδέλφους του.
Όπως αυτή του Πάνου Πατρίκιου που είπε:
« Ένας κι εσύ από τους τελευταίους της μεγάλης φρουράς μια ηρωικής εποχής της δημοσιογραφίας που αρχίζει στο μεσοπόλεμο και ζει τις μεγάλες ώρες της Κατοχής και φθάνει στις μέρες μας
Δεν ήρθαμε να κλάψουμε σήμερα Δεν σου πρέπουν θρήνοι εσένα , που αγαπημένο σου τραγούδι ήταν « Τον αντρειωμένο μην τον κλαίς»
Σου πρέπουν λύρες και χοροί παλικαριών Μα η φωνή μας είναι αδύναμη κι οι καρδιές μας λυγισμένες από τον άδικο χαμό σου…»
Σ’ ένα μόνο δεν του άφησε ο χάρος την ευκαιρία να το χαρεί. Πέθανε 18 Ιουλίου 1974. Σε λίγες μέρες θα ανέτειλε ο ήλιος της Δημοκρατίας . Αλλά ο κορυφαίος της δημοσιογραφίας ,που αγωνίστηκε μια ζωή για τα ιδανικά της δεν πρόλαβε να την υποδεχτεί με το θερμό του δημοσιογραφικό «καλωσόρισμα»
Εύα Λαδιά

Αφήστε μια απάντηση