- Λίγο πριν φύγει από τη ζωή ο πρώην δήμαρχος Ρεθύμνου ξετύλιξε το κουβάρι της δημαρχιακής και προσωπικής παρουσίας στον Team FM
- Πανεπιστήμιο, Παλιά Πόλη και Τουρισμός τα μεγάλα στοιχήματα που έγιναν πραγματικότητα
Δύο μήνες πριν φύγει από τη ζωή, στις 3 Μαΐου, ο Δημήτρης Αρχοντάκης, μίλησε στον Team FM και στον Γιάννη Καλαϊτζάκη.
Έκανε τον δικό του απολογισμό, μίλησε για την ζωή του, για την προσωπική του πορεία, για το όραμα του, που εν πολλοίς υλοποίησε, αλλά και για την οικογένεια του που σήμερα στέκει υπερήφανη μπροστά στη μνήμη ενός πολιτικού άντρα, που πολεμήθηκε σκληρά, αλλά δικαιώθηκε. Δικαιώθηκε για τις πολιτικές του επιλογές και το Ρέθυμνο του χρωστάει σαφέστατα την ύπαρξη της παλιάς πόλης, όπως σήμερα θεωρείται ένα μοναδικά σωζόμενο μνημείο, αλλά του χρωστάει και το πανεπιστήμιο, που σε πολύ μεγάλο βαθμό αποτελεί προσωπική του δικαίωση.
Άλλωστε, το πανεπιστήμιο και την ίδρυση του ο ίδιος μέχρι το τέλος θεωρούσε το μεγαλύτερο του κατόρθωμα, μαζί με την ανάδειξη της παλιάς πόλης.
ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΚΑΙ ΦΟΙΤΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ
Γεννήθηκε στην Ορνέ Αγίου Βασιλείου στις 2 Ιουνίου 1939. Σαν σήμερα δηλαδή. Η μητέρα του είχε καταγωγή από την Ορνέ και ο πατέρας του από το Μοναστηράκι Αμαρίου. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια σε αυτά τα δύο χωριά, όμως η σχολική του εμπειρία ήταν … πολυεπίπεδη.
Ο ίδιος λέει: «Το δημοτικό σχολείο το τελείωσα εν μέρει στην Ορνέ, εν μέρει στις Μέλαμπες, εν μέρει στην Κρύα Βρύση, εν μέρει στο Μοναστηράκι, εν μέρει στο Νευς Αμάρι. Σχεδόν κάθε χρόνο άλλαζα σχολείο. Οι δάσκαλοι ήταν έφεδροι, ήταν πόλεμος και πήγαινα όπου υπήρχε δάσκαλος».
Στο Γυμνάσιο ήρθε στο Ρέθυμνο και το 1956 έδωσε εξετάσεις και πέτυχε την εισαγωγή του στην Κλασική Φιλολογία στην Αθήνα. Μία αγάπη που δεν πρόδωσε ποτέ και δεν τον πρόδωσε ποτέ. «Άμε παιδί μου στο πανεπιστήμιο και δε θα σου λείψει το ψωμί», ήταν τα λόγια του πατέρα του. «Εγώ διάλεξα τη Φιλολογία και δεν μετάνιωσα ποτέ».
Στην πορεία, έκανε και μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία σε δύο φάσεις. Πως όμως ο Δημήτρης ο Αρχοντάκης από το Αμάρι και τον Άη Βασίλη σκέφτηκε να κάνει μεταπτυχιακό;
«Φοβήθηκα, να το πω έτσι, ενδεχόμενη σύγκρουση με το πανεπιστήμιο. Θεώρησα ότι το Πανεπιστήμιο στο Ρέθυμνο με την ίδρυσή του θα δημιουργήσει μια πολύ μεγάλη αναβάθμιση των φιλολογικών σπουδών. Εκεί έπεσα κάπως έξω… Φοβήθηκα ότι το φροντιστήριο μου θα είναι λίγο, ότι δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στις πνευματικές ανάγκες της μεταπανεπιστημιακής πραγματικότητας στο Ρέθυμνο».
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΒΗΜΑΤΑ
Η πρώτη του εμπειρία με την διδασκαλία ήρθε όταν έκανε ακόμα την στρατιωτική του θητεία. «Όταν απολύθηκα από τον στρατό το 1964 το καλοκαίρι, εγώ έκανα μαθήματα στον ελεύθερο χρόνο της θητείας μου που τον πέρασα στο Ρέθυμνο ως ανθυπολοχαγός».
Αλλά μετά το τέλος, προσέγγισε έναν άλλον μεγάλο καθηγητή του Ρεθύμνου, τον Δημήτρη Χαλκιαδάκη. Και ακόμα και όταν διαπίστωσε πως τα φιλολογικά μαθήματα δεν θεωρούνταν σημαντικά από κάποιους, δεν το έβαλε κάτω. Τελικά, κατέληξε να ανοίξει ένα σπουδαίο φροντιστήριο, στο οποίο δίδασκε παράλληλα με την δημαρχιακή του θητεία, με εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες μαθητές, να του χρωστούν την αγάπη τους για τα αρχαία και την κλασική φιλολογία.
«Πήγα στον μακαρίτη τον Δημήτρη τον Χαλκιαδάκη που είχε ένα πολύ ζωντανό και καλό μαθηματικό φροντιστήριο, ο οποίος όμως δεν έβλεπε καμία προοπτική στα φιλολογικά μαθήματα και μου είπε αν θέλεις να διδάξεις στο φροντιστήριο μου, αλλά δικά σου τα έσοδα και τα έξοδα, δεν θέλω συνεταιριστική σχέση. Εγώ, λοιπόν, δέχθηκα. Ξεκίνησα φιλολογικά μαθήματα στο μαθηματικό φροντιστήριο του Δημήτρη Χαλκιαδάκη, ο οποίος ήταν σπουδαίος μαθηματικός.
Είχα 11 μαθητές την πρώτη χρονιά και τους έκανα όλα τα μαθήματα – Αρχαία, Έκθεση, Λατινικά, Ιστορία. Και είχαν μεγάλη επιτυχία και αυξήθηκαν οι μαθητές. Από τους 11 μαθητές, έμαθα μπήκαν οι 10. Στην επιστράτευση που πήγαμε στα Λευκά Όρη, έμαθα ότι και ο 11ος είχε μπει. Είπα, λοιπόν, ότι δεν θα λειτουργώ ως παράρτημα κανενός, θα προχωρήσω μόνος μου.
Προβληματιζόμουν να ανοίξω φροντιστήριο ή να ακολουθήσω ακαδημαϊκή πορεία. Στην Γερμανία μπορούσα να το κάνω, αλλά με το να εμπλακώ μετά στην φροντιστηριακή δράση, με συνεπήρε το δασκαλίκι. Και έκλινα προς την ιδιωτική διδασκαλία και ακολούθησα αυτή την κατεύθυνση».
Στιγμιότυπο στο εκλογικό κέντρο από την πρώτη εκλογική αναμέτρηση του 1978
ΤΟ «ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ» ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ
Όντας πολυπράγμων, ο Δημήτρης Αρχοντάκης «πέρασε» και από το δημοσιογραφικό επάγγελμα. Εξηγεί ο ίδιος πως: «Στο πανεπιστήμιο συνδέθηκα με μία ισχυρή φιλία με έναν συνάδελφο φοιτητή, ο οποίος όμως εργαζόταν στην ιστορική εφημερίδα «Ακρόπολη». Και με έφαγε… Έλα να δεις, ένας άλλος κόσμος, είναι μία άλλη ζωή. Κάποια στιγμή, διέκοψα τα μαθήματά μου, πακετάρισα τα βιβλία μου – τα πήρα όμως μαζί μου – και πήγα στην Αθήνα και έπιασα δουλειά στην εφημερίδα «Απογευματινή». Πρέπει να πω ότι πέτυχα στη δουλειά. Όταν πέρασα ένας χρόνος, ο Κωνσταντόπουλος έφτιαξε τον «Ελεύθερο Κόσμο» και με πήρε εκεί. Πριν περάσει ένας χρόνος ήμουν διευθυντής ειδήσεων, είχα δηλαδή την τρίτη θέση στην ιεραρχία της εφημερίδας. Ο φίλος μου αυτός ήταν ήδη αρχισυντάκτης. Μήνες αφότου έγινα διευθυντής ειδήσεων, ευχαρίστησα και έφυγα. Και πήγα στη Γερμανία και μετά στο Ρέθυμνο».
Υπήρξε όμως και ο ίδιος εκδότης. Στο Ρέθυμνο, όταν ήθελε, όπως έλεγε, να έχει τη δική του φωνή έκφρασης, ως υποψήφιος δήμαρχος, διαπιστώνοντας πως τα τοπικά μέσα δεν τον κάλυπταν. «Ήθελα να έχω μια αυτονομία. Δεν είχα που να εκφραστώ. Τότε, οι παρούσες εφημερίδες στο Ρέθυμνο είχαν κατεύθυνση, όχι πρόχειρη, αλλά ιστορική. Τα μεγάλα κόμματα είχαν την εφημερίδα τους. Αλλά είχα πάλι ένα προηγούμενο. Η «Κρητική Επιθεώρηση» είχε οικογενειακούς δεσμούς με τους Τσουδερούς. Η Κρητική Επιθεώρηση υποστήριζε τον Ιωάννη Τσουδερό και η Νέα Δημοκρατία βρέθηκε χωρίς μέσο έκφρασης. Εγώ τότε είχα στενούς δεσμούς με τον μακαρίτη τον Μανωλάκη τον Παπαδογιάννη. Και τον είχα βοηθήσει στο γραφείο του. Ξαφνικά βρέθηκε χωρίς εφημερίδα η πλευρά του Μανώλη του Παπαδογιάννη και πήγα μια μέρα και του είπα “κε Μανώλη δεν είναι καλά τα πράγματα από άποψης δημόσιας παρουσίας. Εμείς μιλούμε σαν να ακουγόμαστε σε απόσταση 50 εκατοστών. Δεν έχουμε έκφραση”. Λέει, δεν μπορούμε να βγάλουμε εφημερίδα, δεν είχε πεντάρα. Είπα ότι θα μπορούσαμε να βγάζουμε ένα καθημερινό ή τέλος πάντων συχνά, ένα δελτίο και να το μοιράζουμε στους πολίτες, στους ψηφοφόρους.
Έφτιαξα ένα «Δελτίο ειδήσεων και πληροφοριών», το οποίο έγραφα από την αρχή ως το τέλος. Ένας από το επιτελείο του Παπαδογιάννη, ένας άνθρωπος δεν έπιασε να γράψει… Εκεί ήταν η πρώτη μου επαφή.
Όταν ήμουν υποψήφιος, εξέδωσα το «Ρεθεμνιώτικο Μέλλον».
Η ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΤΟΥ ΑΡΓΗ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ, Ο ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΙΛΙΑ
Ο Δημήτρης Αρχοντάκης ευτύχησε να κάνει μια σπουδαία οικογένεια. Μπορεί να τον χώριζαν 18 χρόνια από την αγαπημένη του Άργη Ανδρουλιδάκη, δεν υπήρξε όμως ποτέ αυτό εμπόδιο. Αντίθετα, σε μία συγκινητική αποστροφή στην τελευταία του συνέντευξη, ο πρώην δήμαρχος δεν έκρυψε την ευγνωμοσύνη του για την παρουσία της Άργης στο πλευρό του και για τα δύο τους παιδιά, του Ζαχαρία και της Ίλιας, που σήμερα είναι και οι δύο γιατροί.
Πως έγινε, όμως, η γνωριμία με την Άργη; Πήγε στο φροντιστήριο του ως μαθήτρια και κατέληξε σύζυγος του.
«Δεν συνήψα καμία σχέση με την Άργη. Απλώς μία ενστικτώδης έλξη ελειτούργησε. Όταν ήρθε η Άργη στο φροντιστήριο, με προορισμό τη νομική σύμφωνα με την οικογενειακή τους παράδοση, κάτι μέσα μου λειτούργησε και είπα “ετούτη τη κοπελιά την παντρεύομαι χωρίς καμιά κουβέντα”. Ήμουν 35 χρονών και η Άργη 17 στα 18. Ήταν μία ισχυρή έλξη την οποία ουδέποτε εξέφρασα στην Άργη.
Όταν ήρθε η αποδοχή από το πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ για το μεταπτυχιακό, δεν είχα πει τίποτα σε κανέναν και μια μέρα πήρα ένα δεμάτι τριαντάφυλλα και πήγα στην κα Λέλα. Και λέω “κα Λέλα, αγαπώ την κόρη σας. Αν εγκρίνετε κι εσείς κι εκείνη, σας παρακαλώ να μου την εμπιστευθείτε”. Αυτή μου είπε “η οικογένεια μου σας εκτιμά πολύ. Αλλά δεν θέλω να πάρω εγώ το βάρος. Περάστε στο σαλόνι, θα κουβεντιάσετε μεταξύ σας και αν τα βρείτε εγώ δε θα φέρω αντίρρηση. Και αυτό ήταν. Τα βρήκαμε. Πήγα στη Γερμανία, βρήκα σπίτι και μετά γύρισα, παντρευτήκαμε, μείναμε 8 μέρες εδώ και κατόπιν πήγαμε στη Γερμανία”.
Το ένστικτο μου αποδείχθηκε σωστό. Η επιλογή της Άργης αποδείχθηκε πως ήταν η καλύτερη που θα μπορούσα να κάνω και κρίθηκε τώρα, μετά από 45 χρόνια γάμου, αισθάνομαι άσχημα που η ενασχόληση μου με τη δημόσια ζωή, συν τις περιπέτειες της υγείας μου, οι δαπάνες που προκάλεσε ο τρόπος της ζωής μου και οι γενικότερες αγωνίες που συνεπάγεται μία τέτοια ζωή, το άγχος που πέρασε η γυναίκα αυτή με την κατακραυγή που αντιμετώπιση με αφορμή τους διωγμούς που υπέστην, ήταν περίσσιο βάρος για αυτήν. Τώρα πρέπει να πω ότι η Άργη τα πάλεψε με μεγάλη ψυχική δύναμη, με μεγάλο κουράγιο, μεγάλη δύναμη και εμπιστοσύνη που την ευγνωμονώ και την αγαπώ περισσότερο».
Η ΔΗΜΑΡΧΙΑ ΕΠΙ ΕΠΤΑΕΤΙΑΣ
Η πολιτική μπήκε στη ζωή του Δημήτρη Αρχοντάκη απρόσμενα και χωρίς ο ίδιος να το έχει ποτέ σκεφτεί. Όταν ένας στρατιώτης το 1968 πήγε στο γραφείο του και του είπε να επισκεφθεί τον στρατιωτικό διοικητή του Ρεθύμνου, δεν μπορούσε να φανταστεί τι θα ερχόταν. Αν και ο ίδιος δεν ήθελε, αναγκάστηκε, όπως περιέγραψε, να δεχθεί.
«Ανίδεος» – περιγράφοντας ο ίδιος τον εαυτό του – ανέλαβε καθήκοντα που ποτέ δεν είχε υπολογίσει. Ωστόσο, προσπάθησε να τηρεί αυτά που το καθεστώς επέβαλε ως νόμους, χωρίς όμως να θίξει ποτέ τους συμπολίτες του.
«Ένα πρωί ήρθε στο φροντιστήριο μου ένας στρατιώτης και μου είπε ότι ο στρατιωτικός διοικητής σε καλεί να πας στο γραφείο του. Παραξενεμένος σηκώθηκα και πήγα στο Σύνταγμα που ήτανε κι ένας συνταγματάρχης. Ούτε παρέα κάναμε ούτε είχα εκφραστεί ή είχα γράψει κάποιο άρθρο ή είχα χειροκροτήσει το στρατιωτικό καθεστώς. Με κάλεσε να αναλάβω δήμαρχος και εγώ είπα ευχαριστώ πολύ, αλλά δεν έχω ιδέα από αυτά τα πράγματα. Πού να πει κάποιος ότι δεν γουστάρω και δεν θέλω. Έπρεπε κάπως διπλωματικά να το πω. Άλλωστε είπα ότι εγώ έχω αρχίσει σπουδές στην Γερμανία και βρίσκομαι εδώ για να δουλέψω να βγάλω μερικά χρήματα για να μπορέσω να συνεχίσω τις σπουδές μου. Άρα δεν μπορώ να σταματήσω τις σπουδές μου είπα στη Γερμανία για να αναλάβω δήμαρχος σε μία πολύ που δεν ήμουν καν δημότης. τους είπα βάλτε κάποιον που να ξέρει από αυτά. Δεν κατάλαβες μου είπε. Επιστρατεύεσαι. Είσαι έφεδρος αξιωματικός και μπορώ να σε επιστρατεύσω και να σε στείλω δήμαρχο ακόμα και στην Καστοριά».
Ήταν τότε 28 χρονών. «Δεν ήθελαν έναν άνθρωπο που είχε ανακατευτεί στην πολιτική. Έψαχναν έναν ουδέτερο. Αν μου έλεγαν πως θα με βάλουν φυλακή δεν θα το πίστευα. Όμως όπως μου είπαν για την Καστοριά σκέφτηκα έχει γούστο να με στείλουνε κι να παριστάνω τον δήμαρχο, να διακόψω τις σπουδές μου, να εμπλακώ τον φαύλο κύκλο της δημόσιας ζωής και δεν το ήθελα καθόλου.
Σκέφτηκα ότι αν με έστελναν εκεί άλλαζε όρους της ζωής μου και δεν το ήθελα καθόλου. Θα έκλεινα το φροντιστήριο επ’ αόριστον και είπα ακόμα δυο-τρεις δικαιολογίες αλλά η απόφαση είχε ληφθεί. Η τελευταία μου λέξη ήταν κάντε ό,τι νομίζετε».
Ποια ήταν όμως η σχέση του με το καθεστώς; Περιγράφει ο ίδιος ένα περιστατικό, με «πρωταγωνιστή» τον Κωστή Ηλιάκη και τρεις ακόμα συμφοιτητές του, για τους οποίους φρόντισε το καθεστώς να μην τους τιμωρήσει:
«Με τον Παττακό στην αρχή δεν τα πήγαμε καθόλου καλά. Αν και κοντοχωριανοί δεν είχαμε καμία σχέση, δεν είχα πάει ποτέ στην Αγία Παρασκευή. Αλλά ο Παττακός αγαπούσε το Ρέθυμνο πολύ.
Έτσι λοιπόν είπα ότι είχα πει και όταν πήγα στην σχολή εφέδρων αξιωματικών. Δεν μπορείς να φύγεις άρα κάνε ότι σου λένε και αν μπορείς κάνε κάτι καλό.
Εγώ ήμουν μαθημένος στη δουλειά. Ενεργούσα με την πάγια αντίληψή μου αν μπορείς να κάνεις καλό να το κάνεις.
Ο Κώστας ο Χαμαράκης με πήρε με το αυτοκίνητό του και με πήγε στο δημαρχείο, στην οδό Αντωνίου Μελιδόνη. Τότε έμαθα που είναι το δημαρχείο, πρώτη φορά μπήκα μέσα. Ξεκαθάρισα μέσα μου ένα πράγμα. Περιμένετε να δουλέψω στα δημοτικά θέματα. Μην περιμένετε να στραφώ ποτέ εναντίον οποιουδήποτε συμπολίτη και ότι θα εξυπηρετήσω τ6α δικά σας σχέδια. Το να υπηρετήσω το καθεστώς και τα καθήκοντα που προδιαγράφει είναι μέσα στα καθήκοντά μου, η εφαρμογή των ισχυουσών διατάξεων. Από εκεί κι ύστερα μην περιμένετε κάτι άλλο. Δεν πείραξα κανέναν συμπολίτη, αντίθετα όπου μπόρεσα βοήθησα και τους απάλλαξα.
Τον Κωστή τον Ηλιάκη, ο οποίος ήταν φοιτητής αρχιτεκτονικής τότε και άλλα τρία παιδιά φοιτητές στην Ιταλία τους έπιασε η αστυνομία και είχα γεμίσει την οδό Αρκαδίου και το κέντρο της πόλης με αφίσες αντίθετες στο καθεστώς. Τους έπιασε η αστυνομία και είχαμε δικογραφία αυθημερόν. Και ήρθε η Σοφία η Ηλιάκη κλαίγοντας σπαρακτικά ότι θα χάσει τις σπουδές το παιδί της. Ήταν παραμονές ενός δημοψηφίσματος. Παίρνω την απόφαση και τηλεφωνώ στον Παττακό. Και του λέω κύριε πρόεδρε, πως θα γίνει το δημοψήφισμα όταν ρεθεμνιώτες θα είναι στη φυλακή; Τι αποτελέσματα περιμένετε; Πιστεύετε ότι οι ρεθεμνιώτες θα ψηφίσουν στο δημοψήφισμά σας; Μου λέει, πες στον διοικητή της αστυνομίας να τους αφήσει ελεύθερους. Τηλεφωνώ στον διοικητή της αστυνομίας και μου λέει “αστειεύεστε; Αν ο αντιπρόεδρος θέλει να τους αφήσω να μου στείλει ένα γραπτό σήμα”. Ξαναβάζω τα μούτρα μου κάτω, ξαναπαίρνω τον Παττακό και του λέω ότι ο διοικητής έχει δίκιο, προφορικά δεν μπορεί να τους αφήσει. … Σε μισή ώρα ήταν ο Κωστής και οι τρεις άλλοι ελεύθεροι. Αλλά η δικογραφία είχε γίνει. Το δικαστήριο έγινε την άνοιξη, αυτό έγινε παραμονές Χριστουγέννων. Στο φάκελο της δικογραφίας ήταν και οι αφίσες και αναγκάστηκα και πήρα τον Κωστή τον Χαμαράκη και καταθέσαμε ως μάρτυρες ότι τα παιδιά δεν ήταν παράνομοι, αλλά ότι όλοι οι νέοι σε όλο τον κόσμο έχουν μια διάθεση μαχητική. Και αποσπώ μία απόφαση αθωωτική για τα παιδιά και έτσι συνέχισαν τις σπουδές τους».
ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΕΔΡΑΙΩΘΗΚΑΝ ΕΠΙ ΕΠΤΑΕΤΙΑΣ ΚΑΙ ΥΛΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΕΠΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Ο Δημήτρης Αρχοντάκης περιγράφει τα πρώτα χρόνια της δημαρχιακής του θητείας. Τότε, που όπως είπε ο ίδιος έγιναν οι μεγάλες επιλογές έργων, οι «θεμελιώσεις» αυτών. «Η επιλογή της Αργυρούπολης για το νερό έγινε εκείνη την εποχή. Η επιλογή, η μελέτη του νερού από την Αργυρούπολη έγινε τότε και η κατασκευή του αγωγού ξεκίνησε μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Η μεγάλη επιλογή του πανεπιστημίου, η οποία έμεινε κατά κάποιο τρόπο μυστική. Αντιλήφθηκα τη διαμάχη που υπήρχε με το Ηράκλειο. Η διάσωσυη της παλιάς πόλης ξεκίνησε επί δικτατορίας, η Φορτέτζα παραχωρήθηκε τότε.
Τα μεγάλα θέματα θεμελιώθηκαν, ας το πούμε έτσι, επί δικτατορίας. Όχι ως θέματα προς δόξαν της δικτατορίας, αλλά ως κυρίαρχα λειτουργικά θέματα του Ρεθύμνου και μετά ολοκληρώθηκαν επί δημοκρατίας».
Με τον αείμνηστο βουλευτή Ρεθύμνης Γιάννη Κεφαλογιάννη και συνεργάτες του
Η ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΚΛΟΝΙΣΜΕΝΗ ΥΓΕΙΑ
Και ενώ κάποιος θα περίμενε πως η θητεία ενός «χουντικού» δημάρχου θα τελείωνε με την επταετία, εν τέλει ο Δημήτρης Αρχοντάκης τους διέψευσε όλους. Η κατακραυγή που αντιμετώπισε τον πείσμωσε. Και επέλεξε να είναι πάλι υποψήφιος, παρά το γεγονός ότι η υγεία του είχε πληγεί.
«Τελειώνοντας η περίοδος αυτή είχα ήδη ενδείξεις ότι η υγεία μου είχε τραυματιστεί βαριά. Φεύγοντας η δικτατορία, αντιμετώπισα τέτοια κατακραυγή που καταστράφηκε η υγεία μου και παρουσίασα μία θανάσιμη αιματολογική πάθηση. Όταν διαπίστωσα ότι κάτι είχα, πήγα στην Αθήνα στο πανεπιστήμιο και βρήκα τον Φεσσά. Αυτός με παρέπεμψε στον πρώτο βοηθό του και έψαξε και βρήκε τι ήταν, δεν μου είπε όμως. Μου είπε γενικά και κατάλαβα πως ήταν κάτι δύσκολο. Πήγα στη Γερμανία, στο Αμβούργο και στην Κολωνία. Εκεί ο καθηγητής που με ανέλαβε με ρώτησε αν ήθελα να μάθω τι είχα. Γιατί, είπε, συνήθως εσείς οι Έλληνες δεν θέλετε να μάθετε την αλήθεια. Είπα ότι θέλω. Η κόρη μου ήταν μηνών τότε. Λοιπόν, έχετε λευχαιμία εκ τριχωτών κυττάρων. Πρώτη φορά το άκουγα. Τι προσδόκιμο ζωής έχει, ρώτησα. Ε, δύο χρόνια, αν είστε τυχερός, δυόμιση. Τον ευχαρίστησα, έβγαλα να τον πληρώσω και δε μου πήρε ο άνθρωπος λεφτά.
Δεν έπεσε έξω, αλλά στο μεταξύ προόδευσε η επιστήμη. Ήμουν τυχερός. Εφευρέθηκε ένα φάρμακο, για άλλη νόσο, αλλά διαπιστώθηκε ότι έχει απόδοση και στην μορφή της δικής μου λευχαιμίας. Έκανα μία φρικτή θεραπεία κάθε δεύτερη μέρα και απαλλάχτηκα. Έγινα καλά».
…«Όλο το χουντικό βάρος έπεσε σε μένα. Όλοι ήθελαν να πάρουν διαπιστευτήρια δημοκρατικότητας βάλλοντας σε μένα. Όλοι ήσαν άσπιλοι και αμόλυντοι, εκτός από μένα. Ελησμόνησαν τις πάνδημες συγκεντρώσεις, όταν έρχονταν ο Παττακός και ο Παπαδόπουλος.
Ήθελα λοιπόν να ερωτηθεί ο ρεθυμνιώτικος κόσμος και οι συμπολίτες μου αν εγκρίνουν ή όχι τα πεπραγμένα μου. Έπρεπε να δώσω εξετάσεις και όπως είπα τότε ας έπαιρνα μόνο τη δική μου ψήφο. Αλλά είχα καθήκον να θέσω τον εαυτό μου κάτω από την κρίση των συμπολιτών μου. Αυτό ήταν το βασικό κίνητρο.
Όσον αφορά το μικρόβιο της πολιτικής αυτό δεν με επηρέασε. Είχα τη δουλειά μου την οποία δεν σταμάτησα ποτέ. Όσο και αν ήταν εξοντωτικό από βιολογικής πλευράς.
Αυτό που παράλληλα με επηρέασε, έχοντας βιώσει την καθυστέρηση του Ρεθύμνου, βλέποντας τα οικονομικά στοιχεία, έλιωνε η πολιτεία. Είχε μπει μέσα στο αίμα μου ιδιαίτερα το θέμα της παλιάς πόλης και της είπα θα κατέβω και θα πάρω μόνο την ψήφο μου».
Πρώτος του αντίπαλος ο Γιώργης Αγγελιδάκης. Χαρακτηριστικό της εκτίμησης που του έτρεφε είναι ότι πενήντα χρόνια μετά, παραδέχθηκε πως… αν δεν ήταν υποψήφιος ο ίδιος, θα τον ψήφιζε!
«Τότε ήταν υποψήφιος ο Γιώργος Αγγελιδάκης, ότι καλύτερο είχε το Ρέθυμνο. Ήταν η ελίτ του Ρεθύμνου εκείνη την εποχή, με κορυφή τον Γιώργο αγγελιδάκη τον οποίο εκτιμούσα και συνέχισα να τον εκτιμώ ως αντιπολίτευση. Ήταν ένας αξιόλογος άνθρωπος αλλά εγώ έπρεπε να κατέβω για τους λόγους που σας είπα. Αν δεν κατέβαινα ο ίδιος θα τον ψήφιζα».
ΟΙ ΤΟΜΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΕΝΔΥΣΕ: ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Ποια ήταν όμως αυτά που τον απασχόλησαν όταν ανέλαβε τη δημαρχία; «Είδα ότι η οικονομία του Ρεθύμνου βασιζόταν στον πρωτογενή τομέα. Λάδι και χαρούπι, κυρίως αυτά τα δύο. Και πέρασε μία περίοδο μεγάλης ακμής αλλά έμεινε ανεξέλικτη. Από τις πανίσχυρες σαπωνοποιίας του Ρεθύμνου που έκαναν εξαγωγή το σαπούνι δεν προέκυψε μία μονάδα απορρυπαντικών. Και όταν κυκλοφόρησαν στην αγορά τα απορρυπαντικά σχόλασε η σαπωνοποιία. Από την ανθούσα βυρσοδεψία που υπήρχε στην περιοχή του Κουμπέ δεν έμεινε τίποτε παρά μόνο του Γιώργου του Γιακουμάκη, γιατί ο μακαρίτης ο Θανάσης άκουσε τις συμβουλές μου και έκανε μία σύγχρονη μονάδα δυτικά.
Και εκεί πήγαν και τα Σφαγεία και αγόρασα μία έκταση από έναν Ατσιπουλιανο και είπα βιομηχανική ζώνη στα δυτικά και τουριστική ζώνη στα ανατολικά. Έπρεπε κατά τη γνώμη μου το Ρέθυμνο να φύγει πλέον από τον πρωτογενή τομέα και να προχωρήσει σε άλλους ορίζοντες. Και οι άλλοι ορίζοντες ήταν οι υπηρεσίες.
Έβαλα στόχους το πανεπιστήμιο και τον τουρισμό, τα πάλεψα και με τη δύναμη του Θεού πέτυχαν.
Το μεγάλο άλμα που Ρέθυμνο ήταν αυτό. Από τον πρωτογενή τομέα στον τριτογενή τομέα.
Από την εκδήλωση με τον Άντονι Κουίν
ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΠΟΛΗΣ
Το να παραδέχεται ο Δημήτρης ο Αρχοντάκης πως ως μαθητής ήθελε και ο ίδιος να δει στη θέση του ιστορικού κέντρου σύγχρονα κτήρια δεν θα μπορούσε να το φανταστεί κανείς. Κι όμως! Ο ίδιος εξηγεί τι σκεφτόταν ως μαθητής και τι ήταν αυτό που του άλλαξε τη γνώμη:
«Η ιστορία της παλιάς πόλης ξεκίνησε στην Αθήνα όταν ήμουν φοιτητής. Έχοντας ζήσει στην παλιά Πόλη επί έξι χρόνια στην οδό Κόρακα, με τους ξεφτιλισμένους υπονόμους τα ποντίκια τις κατσαρίδες και τα κουνούπια, τότε συμφωνούσα απόλυτα με τον μακαρίτη τον Γιώργο τον Μουσούρο που ήταν πρόεδρος του συλλόγου παλιάς πόλης που έλεγε να γκρεμιστούν οι τουρκομαχαλάες, να αδειάσει ο τόπος να χτιστούν καινούργιες πολυκατοικίες.
Τότε συμφωνούσα ως μαθητής γιατί τσαλαβουτουσα στα βοθρολύματα για να φύγω από το σπίτι μου. Στο πανεπιστήμιο ευτύχησα να έχω καθηγητές τον Μαρινάτο, τον Θεοδωρακόπουλο και τον Ορλάνδο, ο οποίος ήταν μία μεγάλη προσωπικότητα και με επηρέασε πολύ.
Μας δίδαξε ότι τα βυζαντινά και τα ενετοτουρκικα δεν είναι για τροφή στις μπουλντόζες αλλά ανεκτίμητα πολιτιστικά κεφάλαια. Και μου άνοιξε τα μάτια. Εκεί έγινε η μεγάλη μεταστροφή. Εγκατέλειψα τις ιδέες του μακαρίτη του Μουσούρου περί μπουλντόζας και είπα ότι αυτά χρειάζονται αναστήλωση και φροντίδα και εξυγίανση.
Η ΟΡΙΑΚΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΗΣ Π.Π.
Κι όμως η απόφαση για τη διάσωση της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου ελήφθη με οριακή πλειοψηφία: «Τότε ο μακαρίτης ο Βαγγέλης ο Δελήμπασης με ρώτησε αν αυτά που θέλω να κάνω θα πετύχουν. Του είπα ότι πέτυχαν στη Ρόδο ότι πέτυχαν στην Κέρκυρα γιατί να αποτύχουν εδώ; Τότε τρεις μόνο σύμβουλοι από τους επτά ψήφισαν ναι. Ήταν τρεις – τρεις. Πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου ήταν ο Χαμαράκης και ψήφισε ναι. Ήταν μυαλωμένος άνθρωπος. Με τέσσερις προς τρεις ψήφους κερδίσαμε να διασωθεί η παλιά πόλη. Αλλά ήμουν απολύτως αποφασισμένος έστω κι αν χρειαζόταν να παραιτηθώ. Έβλεπα το τεράστιο λάθος που θα γινόταν ενόψει των μελλοντικών γενεών εάν επικρατούσε η άποψη της μπουλντόζας.
Το διάταγμα είχε περάσει επί δικτατορίας για να κριθεί η πόλη διατηρητέα
Εγώ εφάρμοσα το διάταγμα που βρήκα και είχα ισχυρό νομικό έρεισμα. Το οποίο βέβαια ουδείς λογάριαζε.
Με λοιδορούσαν και με κακολογούσαν αλλά τελικά όλα πήγαν καλά και η πόλη μας, δεν θέλω να πω ότι σώθηκε και αναδείχθηκε, αλλά έγιναν αρκετά πράγματα στον τομέα της ανάδειξης και στις υποδομές άλλαξαν τα πάντα»…
Σε εκδήλωση με την Μαριάννα Βαρδινογιάννη
ΟΙ ΜΕΛΕΤΕΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΤΜΗΜΑΤΙΚΑ
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος που ξεκίνησαν οι μελέτες για τα μεγάλα έργα. Ήταν σχεδόν τυχαία, όπως ο ίδιος εξηγεί, γιατί οι αρχικές προγνώσεις δεν ήταν ενθαρρυντικές. Ωστόσο, ο ίδιος δεν σταμάτησε ποτέ να προσπαθεί. Και τελικά αποδείχθηκε πως είχε δίκιο.
Περιγράφει όσα ξεκίνησαν επί 7ετίας και ολοκληρώθηκαν επί δημοκρατίας.
«Πήρα 500.000 για την έναρξη των μελετών και την παλιά πόλη. Επί επταετίας για τη Φορτέτζα που πήγαν να την κάνουν ξενοδοχείο μου ζήτησαν να υπογράψω και να μην ξαναδουλέψω ούτε εγώ ούτε τα εγγόνια μου. Και τους απέπεμψα και τους είπα δώστε μου την ή βάλτε άλλο δήμαρχο να υπογράψει. Εγώ ως φιλόλογος και αρχαιολόγος δεν υπογράφω.
Εάν θέλετε την κληρονομιά του Ρεθύμνου να την χαρίσετε στους ξένους γιατί ήταν Γερμανοί αυτοί που ενδιαφέρονταν, κάνετε το αλλά όχι με εμένα δήμαρχο. Πάλι ο Παττακός είπε να μην κάνεις τίποτα και περίμενε.
Και έτσι κομμάτι-κομμάτι ερχόταν η χρηματοδότηση και έκανα τις μελέτες.
Το ίδιο έγινε με την μελέτη για την ύδρευση.
Οι πόροι νερού που είχαμε τότε ήταν η Κρήνη Ριμόντι με πέτρινους αγωγούς που είδαμε αργότερα. Δηλαδή η μάνα του νερού που λέγαμε τότε στον Ευληγιά και ένα αντλιοστάσιο στον Πλατανιά.
Οριακά πράγματα. Πώς να αναπτυχθεί σαν παίρνεις νερό μία ώρα την ημέρα;
Νερό έπρεπε να πάρουμε από κει που υπάρχει και υπήρχε στην Αργυρούπολη. Και έκανα μία τεράστια μελέτη, ίσως πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα. Με αγωγό 24 km από την Αργυρούπολη στο Ρέθυμνο. Έκανα και μία προσωπική Μελέτη και χρηματοδοτήθηκε.
Άρχισε το έργο στην πρώτη χρονιά της δημοκρατίας. Δηλαδή κατευθείαν επί δικτατορίας έκανα τις μελέτες και επί Δημοκρατίας τα έργα».
Η ΠΛΗΜΜΥΡΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΕ
Το 1968 Οκτώβριο μήνα μέρα αργίας έγινε η πρώτη πλημμύρα το βίωσα. Για μένα ήταν μία τρομακτική εμπειρία. Το καμαράκι ήταν ανοιχτό ξεσκέπαστο μέχρι τη Λεωφόρο απέναντι από το Δημαρχείο. Και ήταν και σκουπιδότοπος και πετούσαν ότι μπορούσε κανείς να φανταστείς. Ξεχείλισε τουλάχιστον στο μισό μέτρο πάνω από την επικάλυψη. Έσπασε τον τοίχο του Δημοτικού σχολείου και ξεχύθηκε στην παλιά Πόλη. Ήταν μία τραγική εμπειρία και ήταν μία ομάδα πυροσβεστών το δημαρχείο μπροστά που προσπαθούσε με γάντζο με τραβήξει τους όγκους των αθανάτων. Είχε παρασύρει το ρέμα τις όχθες που ήταν γεμάτες αθάνατους και είχε φράξει στο ύψος της Αρκαδίου στην Βάρδα Καλλέργη. Και προσπαθούσαν με τους γάντζους να τραβήξουν ενώ είχε σατανική πίεση το νερό.
Εγώ ανίδεος και τρελαμένος έκανα ένα βήμα το οποίο ήταν στο κενό. Θα με ρουφούσε σαν σπιρτόκουτο. Δεν ολοκλήρωσα το βήμα γιατί Με άρπαξε ένας πυροσβέστης ο Βαγγέλης ο Ξεκαλάκης. Αλλιώς θα ήμουν μακαρίτης πρώην δήμαρχος ολίγων μηνών.Αυτή η εμπειρία σφράγισε τη ζωή μου.
Η δεύτερη πλημμύρα έγινε το 1994. Εκεί είχα μάθει πια την κατάσταση του είχα ήδη έτοιμη την αντιπλημμυρική μελέτη.
Προσέφυγα τότε στην κυβέρνηση. Προτίμησα την φιλόδοξη μελέτη από Μοάτσου προς Άγιο Νικόλαο.
Αποκαταστάθηκε η δημοκρατία και εγώ είχα ακόμα ένα χρόνο δημαρχία.
Με παρέπεμψαν τότε σε έναν υπουργό άνευ χαρτοφυλακίου. Του παρουσίασα τα ντοκουμέντα αλλά δεν με ενθάρρυνε και πρέπει να προς την περιφέρεια όπου περιφερειάρχης ήταν ο μακαρίτης ο Καμπέλλης. Και αυτός ήταν διστακτικός για ένα έργο τόσο μεγάλο αλλά σε κάποια φάση είχε μείνει ένα υπόλοιπο πίστωσης 400- 450.000, πόσο σοβαρό για την εποχή εκείνη για το οποίο δεν είχε κάνεις Δήμος Μελέτη έτοιμη και κινδυνεύουν να χαθούν τα χρήματα. Και με πήρε τηλέφωνο και με ρώτησε αν έχω μελέτη για 450.000. Και μου έστειλε τα χρήματα ο Καμπέλης. Με αυτά τα χρήματα έγινε η δημοπράτηση του έργου και άνοιξε ο δρόμος για την πλήρη χρηματοδότηση του».
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Μετά το πανεπιστήμιο, το άλλο μεγάλο στοίχημα για τον Δημήτρη Αρχοντάκη ήταν ο τουρισμός. Και μαζί με κορυφαίους επιχειρηματίες, έστησαν μία ξεχωριστή ευκαιρία για το Ρέθυμνο.
«Υποστήριξα με πάθος τη προσπάθεια για τη δημιουργία μίας μεγάλης μονάδας και έπεισα και τους Δασκαλαντώνηδες, ζούσε κι ο μακαρίτης ο Τάκης, να αφήσουν το λαδάδικο και να στραφούν στον τουρισμό. Κι είχαν αγοράσει ένα οικόπεδο, κι ο Σταύρος ο Δημητρακάκης επίσης είχε ετοιμαστεί για το Brascos, αλλά δεν είχε χρηματοδότηση. Τα πάλεψα όλα και τα πέρασα και ξεκίνησε ο τουρισμός ανατολικά, όπως είχα σχεδιάσει και όπως ταίριαζε στα γεωφυσικά δεδομένα του Ρεθύμνου.
Αυτός ο συνδυασμός, το καλοκαίρι τουρισμός, το χειμώνα φοιτητές, ήταν ο πυρήνας του οικονομικού προγράμματος».
ΟΙ ΔΗΜΑΡΧΙΑΚΕΣ ΘΗΤΕΙΕΣ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ 1991
Ο Δημήτρης Αρχοντάκης εκλέγεται δήμαρχος το 1979 και παραμένει ως το 1982. Από το 1982 ως το 1991 το ΠΑΣΟΚ κυριαρχεί και ο ίδιος χάνει την εκλογική αναμέτρηση με λίγες ψήφους με αντίπαλο τον Χρήστο Σκουλούδη.
Το 1991 επανέρχεται και επανεκλέγεται δήμαρχος για 4 συνεχόμενες φορές ως το 2006.
«To 1981-1982 τα βασικά έργα που ήθελα είχαν δρομολογηθεί. Δεν είχα κανένα θερμό ζήλο να ολοκληρωθούν και να περπατήσει το πρόγραμμα της αναβίωσης του Ρεθύμνου.
Είπα ότι ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται και παρά το ότι η υγεία μου είχε κλονιστεί βαρύτατα και οικονομικά είχα καταστραφεί, εν τούτοις αναγκάστηκα να κατέβω και έχασα την πρώτη εκλογή, γιατί το πανίσχυρο ΠΑΣΟΚ κλάδεψε την εκλογή. Έχασα για ελάχιστους ψήφους, παρότι είχα 200 και πλέον στην Αθήνα που ήθελαν να έρθουν να με ψηφίσουν και δεν δόθηκε άδεια να απογειωθούν τα αεροπλάνα. Και έμειναν οι ψηφοφόροι έμειναν με τα εισιτήρια στα χέρια. Και πήγαν τα λεωφορεία που είχα δεσμεύσει στο αεροδρόμιο, αλλά αεροπλάνα δεν ήρθαν. Κι έχασα την εκλογή για πολύ λίγες ψήφους. Αυτά τώρα πια δεν έχουν καμία σημασία ούτε θέλω να κατηγορήσω κανέναν. Αποστασιοποιήθηκα από όλα».
Γιατί επανήλθε το 1991; «Το τεράστιο πρόγραμμα που είχα ξεκινήσει δεν προχωρούσε και αυτό με έκανε να ανασκουμπωθώ.
Η παλιά πόλη και τα υπόλοιπα θέματα είχαν μπει μέσα μου και αποφάσισα να κατέβω για να τα τελειώσω».
ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΩΞΕΙΣ
Το μεγαλύτερο «αγκάθι» στην ζωή του Δημήτρη Αρχοντάκη ήταν οι οικονομικοί έλεγχοι, που τον έστειλαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Μετά από δεκάδες μέρες στις δικαστικές αίθουσες δικαιώθηκε. Ήταν κάτι, όμως, που ως το τέλος αποτελούσε ένα τεράστιο βάρος.
«Τα έψαξαν εξονυχιστικά όλα και δεν βρήκαν να λείπει ούτε μια δραχμή. Γλύτωσα τα δικαστήρια και τις άδικες ποινές, αλλά δεν γλύτωσα τον ψυχικό κάματο και τα ψυχικά τραύματα
173 φορές κάθισα στα διάφορα ποινικά και διοικητικά εδώλια του κατηγορουμένου. Συντριπτικό και το πώς άντεξα είναι ασυνήθιστο πράγμα. Αλλά δεν είχα το παραμικρό ίχνος ενοχής και με αυτόν τον αέρα τα πάλεψα.
Καταδικάστηκα σε 13 χρόνια κάθειρξη, ενώ στο εφετείο που προσέφυγα, ο εισαγγελέας αγορεύοντας είπε ότι σε ό,τι αφορά τον δήμαρχο έχω να πω ότι διεξήλθα προσεκτικά όλη την δικογραφία, αλλά δεν βρήκα κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο και εισηγούμαι την αθώωση του. Ήταν εντελώς ξεκάρφωτη η κατηγορία για το ταμειακό έλλειμμα και η διαφοροποίηση του δικαστηρίου έγινε τη δεύτερη μέρα. Την πρώτη μέρα δεν είπε το παραμικρό αρνητικό για μένα. Τη δεύτερη μέρα αντιστράφηκαν τα πράγματα, δεν ξέρω ποιος επενέβη. Δεν θέλω ούτε να τα σκέφτομαι. Αθωώθηκα στο πενταμελές εφετείο χωρίς αντίρρηση και ομόφωνα.
Δεν ήταν οικονομικός έλεγχος αυτό. Ήταν μία βολή εξοντώσεως. Και στην εφημερίδα σας και σε όλες τις εφημερίδες είχε δηλωθεί από όλους τους φαινομενικά – και το λέω εν γνώσει μου – οικονομικούς επιθεωρητές ότι σε δυο μηνες θα τελειώσει ο έλεγχος. Μετά είπαν σε έξι μήνες θα τελειώσει ο έλεγχος, τελικά έκατσαν 3.5 χρόνια. Έψαχναν 3.5 χρόνια να βρουν κάτι. Στα 2 χρόνια είπα σε ένα στέλεχος της κατάστασης εκείνης που ήξερα ότι είχε άμεση ανάμειξη στα πράγματα, λέω δεν τους παίρνετε πια; Δυο χρόνια ψάχνουν. Και λέει “κι αν βρουν κάτι”; Και δεν βρήκαν ποτέ κάτι ενώ έψαξαν εξονυχιστικά σε όλα τα αρχεία του δήμου.
Μου χρέωσαν 99 εκ., εκ των οποίων τα 34,5 εκ. ουδέποτε τα δαπάνησε ο δήμος, δεν πληρώθηκαν κι έχω σωρεία εγγράφων του δήμου. Και τα 64,5 ήταν δαπάνες προεγκεκριμένες από το Δ.Σ. για την νομιμότητά τους».
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΑΙ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ
Κλείνοντας τον απολογισμό του, λίγο πριν το τέλος, ο Δημήτρης Αρχοντάκης, δεν έκρυψε πως για τον ίδιο δύο ήταν τα μεγάλα επιτεύγματα του. Το Πανεπιστήμιο και η διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς του Ρεθύμνου.
«Χωρίς σύγκριση θεωρώ ότι είναι το πανεπιστήμιο. Το πανεπιστήμιο έφερε οικονομική ζωή στο Ρέθυμνο και τώρα έχει 13 χιλ. περίπου φοιτητές, που σημαίνει ότι 10-12 χιλ. νοικοκυριά νοικιάζουν σε φοιτητές και έχουν ένα σταθερό εισόδημα.
Το αμέσως επόμενο, αλλά ίσης βαρύτητας, είναι η παλιά πόλη, η Φορτέτζα, το Ενετικό Λιμάνι.
Αυτά θεωρώ ότι είναι οι πυλώνες στους οποίους στηρίχθηκε το πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης του Ρεθύμνου».
Και σίγουρα, το Ρέθυμνο του χρωστάει αυτά και πολλά περισσότερα.