Η είδηση είχε δημοσιευθεί στην πρώτη σελίδα των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» πριν από πενήντα περίπου χρόνια.
Μια 76χρονη γυναίκα, που ζούσε μόνη, βρέθηκε νεκρή στον Άγιο Σπυρίδωνα. Έπασχε από δυστυχία και είχε ψυχολογικά προβλήματα, ανέφερε το ρεπορτάζ.
Αδιάφορη γύρισα τις σελίδες του τόμου των «Ρεθεμνιώτικων Νέων» αναζητώντας υλικό για το αφιέρωμά μας.
Και ξαφνικά, όπως μεταφέρω το χρόνο φυλλομετρώντας, με σταματά ένας πηχυαίος τίτλος με υπογραφή «Γιάννης Κυριακάκης». Αμέσως σταματώ. Λίγα λουλούδια έγραφε στον τίτλο «Αυτοί που δεν σκιάχτηκαν τη καταχνιά «Αιμιλία Λαρίου».
Με την υπογραφή ενός αγωνιστή του αναστήματος εκείνου του υπέροχου συμπολίτη πώς να έμενα αδιάφορη; Ξαφνικά εκείνη η είδηση στα «ψιλά» αποκτούσε ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Και διάβασα τα εξής σημαντικά που προκαλούν ένα σφίξιμο στην καρδιά για τους ανθρώπους που ξεχάστηκαν, ενώ πρόσφεραν όταν έπρεπε, μεγάλες υπηρεσίες στον συνάνθρωπο ακόμα και με κίνδυνο της ζωής τους.
«Αυτές τις μέρες ζήσαμε ένα τραγικό γεγονός που κρατεί σε συγκίνηση ολόκληρη την κοινωνία του Ρεθέμνου.
Η Αιμιλία Λαρίου μια ονομαστή νοικοκυρά, μια ανθρώπινη ύπαρξη που πόνεσε πολύ στη ζωή της και που τα βάσανα και οι πίκρες ήταν γι’ αυτήν ατέλειωτα, βρέθηκε προχθές το πρωί πνιγμένη στην κάτω του Εθνικού Γυμναστηρίου της πόλεως μας θαλάσσια περιοχή.
Μπροστά σ’ αυτή την τραγικότητα που την συνοδεύει ο πόνος και η οδύνη είμαστε υποχρεωμένοι ν’ ανοίξωμε τα χαρτιά του παρελθόντος και να θυμηθούμε.
Η Αιμιλία Λαρίου είχε αναπτύξει σημαντική δράση στην Αντίσταση. Το σπίτι της πρόσφερε άσυλο στους πατριώτες. Με κίνδυνο της ζωής της η κυρία Αιμιλία αψηφούσε τα πάντα για να προσφέρει φιλοξενία σε φτασμένους αγωνιστές του λαού μας όπως ο Νίκος Μανουσάκης με το ψευδώνυμο Γαλάνης, Μιχάλης Βιτζατζάκης, Μιχάλης Κλεάνης ο γνωστός κουμπάρος, οι οποίοι μαζί με άλλους αγωνιστές κατόρθωσαν να δραπετεύσουν από τα νησιά του θανάτου που τους είχε ρίξει η δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 και να φτάσουν στο νησί μας για να οργανώσουν την αντίσταση εναντίον των κατακτητών. Μοιράστηκαν σε ομάδες και σκορπίστηκαν σε όλους τους νομούς της Κρήτης.
Και δεν βρήκαν μόνο άσυλο στο σπίτι της κυρά Αιμιλίας, αλλά μια ζεστή γωνιά που τους επέτρεψε να οργανώσουν μαζί με τους αξέχαστους αγωνιστές Γιάννη Μαθιουδάκη καθηγητή, Μανούσο Πορτάλιο, Σήφη Μανωλεσάκη και άλλους πολλούς πατριώτες, απλούς ανθρώπους και προσωπικότητες του Νομού μας, το Λαό του Νομού Ρεθύμνης μέσα στις γραμμές του Εθνικοπελευθερωτικού μετώπου.
Ένας πυρετός οργανωτικής προετοιμασίας, μια πολύπλευρη εργασία που αφορούσαν την οργάνωση και επιτυχία του αγώνα, μελετούν στο σπίτι της κυρά Αιμιλίας κι έφθιναν μετά μέχρι και το τελευταίο σημείο του Νομού μας. Οι σύνδεσμοι αλώνιζαν την ύπαιθρο και πήγαιναν κι έξω από το νομό μας.
Κι αν ο κίνδυνος ήταν άμεσος και ενέδρευε πάντοτε, όμως όχι μόνο δεν ακούστηκε από το στόμα της κερά Αιμιλίας ούτε η ελάχιστη μεμψιμοιρία, αλλά σήκωνε υπερήφανα και εθελοντικά το βάρος αυτού του αγώνα και συμπεριφερότανε απέναντι στους αγωνιστές σαν πραγματική μάνα που απλώνει τα φτερά της για να τα προστατεύσει από το βάρβαρο κατακτητή…».
Και ο μεγάλος αγωνιστής Γιάννης Κυριακάκης κατέληγε:
«Εθεώρησα χρέος μου να χαράξω αυτές τις λίγες γραμμές για να τονίσω τη συμβολή της Αιμιλίας Λαρίου αλλά και αυτών που φιλοξένησε για την απελευθέρωση της Πατρίδας μας και συγχρόνως να αποτίσω φόρο τιμής απέναντι σε αυτούς τους αφανείς ήρωες που δεν έσκυψαν το κεφάλι και δεν τους φόβισε η καταχνιά και η φοβέρα αλλά στάθηκαν άξια τέκνα της Πατρίδος, πραγματικοί αγωνιστές στης Αλήθειας και της Λευτεριάς μας που η μνήμη τους θα μείνει αιώνια και παράδειγμα για όλους εμάς…».
Μετά τα τόσο τρυφερά λόγια ενός σημαντικού συμπολίτη όπως ήταν ο αγνός ιδεολόγος Γιάννης Κυριακάκης, ξαναγύρισα στο ρεπορτάζ του τραγικού τέλους αυτής της γυναίκας.
Από όσα διάβασα και δεν θα ήθελα, από σεβασμό στη μνήμη της, να αναφερθώ σε λεπτομέρειες, φαίνεται πως η ζωή δεν της χαμογέλασε ποτέ. Ήπιε πικρά ποτήρια, έζησε τη μοναξιά και την αφάνταστη στέρηση. Ζούσε από τη φροντίδα του Φιλόπτωχου Ταμείου της Μητρόπολης που της εξασφάλιζε ένα πιάτο φαγητό.
Φαίνεται πως η ανέχεια και τα προσωπικά της προβλήματα επηρέασαν τον ψυχισμό της και δικαιολογημένα, σε σημείο που να μην έχει κανένα νόημα η ζωή γι’ αυτήν.
Ευτυχώς για την υστεροφημία της φρόντισε ο Γιάννης Κυριακάκης. Κι έστω, σε λίγες γραμμές, μας άφησε το καθήκον της μνημόσυνης αναφοράς, σε μια απλή γυναίκα, που ήταν όμως μια ανοικτή αγκαλιά για τους κυνηγημένους και τους αγωνιστές που πάσχιζαν να μας φέρουν τη λευτεριά Κι έτσι πρέπει να την τιμούμε.
Εύα Λαδιά