Αμέσως μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, τέλη Μαϊου 1941, όσοι από τους Άγγλους αξιωματικούς και στρατιώτες δεν κατόρθωσαν να φύγουν για την Αίγυπτο, με τον αγγλικό στόλο, διεσκορπίσθησαν στα ορεινά της νήσου. Από εκεί οι περισσότεροι κατέβηκαν προς τα νότια παράλια με την ελπίδα να βρουν καϊκια ή βενζινακάτους.
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση Άγγλων είχε γίνει στην περιοχή της Μονής Πρέβελη Ρεθύμνης και στα γύρω χωριά. Επί δύο σχεδόν μήνες κάθε νύκτα εδίδοντο σήματα με την ελπίδα πως θα τα συνελάμβανε περιπολικό υποβρύχιο και θα προσήγγιζε να τους παραλάβει.
Οι μέρες όμως περνούσαν και κανένα υποβρύχιο δεν είχεν εμφανισθεί. Η Μονή ούτε μπορούσε να τους κρύβει ούτε να τους διατρέφει όλους. Τους διεμοίρασε στα κοντινά χωριά Μύρθιο, Ασώματος, Δρύμισκος, Βάτος, Γιαννιού και Φραττί όπου οι κάτοικοι τους έκρυβαν και τους επεριποιούντο με αυτοθυσία.Οι διαταγές του διοικητού του Φρουρίου Κρήτης ήταν σαφείς: Τυφεκισμός όσων ανεκαλύπτεντο να κρύβουν Άγγλους και ανατίναξις των σπιτιών ή και των χωριών των σε σοβαρές περιπτώσεις.
Στην περιοχή της Μονής έμεναν μόνον 50 Άγγλοι. Ο Ηγούμενος καθώς έβλεπε πως από την μια μεριά τα σήματα δεν έφερναν αποτέλεσμα και από την άλλη ότι οι Γερμανοί έκαναν συχνές επισκέψεις και έρευνες στην Μονή κάλεσε στο γραφείο του, τους Άγγλους αξιωματικούς και τους είπε:
Όρθιοι: Χαρίδημος Κων. Λαγουβάρδος, Στυλιανή Κων. Λαγουβάρδου, Καλλιόπη Κων. Λαγουβάρδου-Δραμυτινού, Σπυρίδων Εμμ. Δραμυτινός, Ελευθερία Κων. Λαγουβάρδου-Γαργερού. Καθήμενοι: Αγαθάγγελος Κων. Λαγουβάρδος, Κων/νος Δημ. Λαγουβάρδος, Δημήτριος Κων. Λαγουβάρδος, Μαρία Κυδωνάκη-Λαγουβάρδου.
-Πρέπει να λάβωμε μέτρα και να απομακρυνθήτε και σεις πιο μακριά από την περιοχή της Μονής. Η κατάστασις έγινε επικίνδυνη. Δεν βλέπω κανένα αποτέλεσμα αν και η σηματοδότηση γίνεται τώρα πάνω από ένα μήνα.
Το βράδυ της 26ης Ιουλίου 1941 κατέφθασε στο Μοναστήρι ένας Άγγλος αξιωματικός του ναυτικού ο οποίος συστήθηκε στον Ηγούμενο.
-Πλωτάρχης Φράνσις Πούλ, του Αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού. Χαίρω που σας συναντώ.
Ήταν ο πρώτος απεσταλμένος του Στρατηγείου της Μέσης Ανατολής, που απεβιβάσθη στην Κρήτη, μετά την κατάληψή της από τους Γερμανούς. Ο πλοίαρχος Πούλ που γνωρίζει καλά τα Ελληνικά γιατί είχε ζήσει αρκετά χρόνια στην Κρήτη, ως διοικητής του σταθμού ανεφοδιασμού των υδροπλάνων της «Ιμπέριαλ Αίργουαίης», στην Ελούντα.
-Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ. Προσφέρετε μεγάλη υπηρεσία. Δεν αποβιβαστήκαμε ακριβώς στην ευθεία που βλέπαμε τα σήματα για κάθε ενδεχόμενο, αλλά λίγο δεξιότερα σας και ήλθαμε με προφύλαξη στην εκκλησία. Αποστολή μου είναι να στείλουμε στην Αίγυπτο τους αξιωματικούς και τους άνδρες μας που είναι εδώ, αμέσως σήμερα τη νύκτα και σας παρακαλώ να με βοηθήσετε να ειδοποιηθούν και οι άλλοι που κρύβονται σ’όλη την νήσο για να τους αποστείλουμε τμηματικά.
Χωρίς καθυστέρηση, με την βοήθεια του Ηγουμένου, του Ιερομονάχου
Διονυσίου Σταφυλάκη –στους ώμους του οποίου κυρίως έπεφτε το βάρος της διαφυλάξεως και της τροφοδοσίας των Άγγλων επραγματοποιήθη η πρώτη αποστολή 79 Άγγλων στην Αίγυπτο.
Την άλλη μέρα ο Ηγούμενος πήγε τον Πούλ για λόγους ασφάλειας στο χωριό του, στους Αποστόλους Αμαρίου, αφήνοντας αντικαταστάτη τον ιερομόναχο Σταφυλάκη.
Σ΄ένα δάσος κοντά στο χωριό εγκατέστησαν το αρχηγείο τους ο ηγούμενος Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος και ο πλωτάρχης Φράνσις Πούλ, που διορίστηκε Άγγλος πρόξενος στα Χανιά μετά την απελευθέρωση και πέθανε στην Αθήνα το 1946.
Αμέσως άρχισαν τις επαφές και συνεννοήσεις των με τους παράγοντες της νήσου που ήθελε να συναντήσει ο πλωτάρχης και με άλλους που του υπέδειξε ο Ηγούμενος. Από τους πρώτους εκλήθησαν ο Καπετάν Αντώνιος Γρηγοράκης ή Σατανάς και ο στρατιωτικός ηγέτης της Α.Ε.Α.Κ. Ανδρέας Παπαδάκης συντ/ρχης ε.α. Οι επαφές αυτές συνέτειναν και οργανώθηκε η δεύτερη αποστολή με 120 Άγγλους στις 20.8.1941, με το υποβρύχιο Τορμπαίη.
Όρθιοι : Μανόλης Πατρικάλης, Χαράλαμπος Νεονάκης, Νικόλαος Γαβράς, Δημήτρης Λαγουβάρδος (Μεσανός). Καθήμενοι : Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος, Δημήτριος Λαγουβάρδος
Έτσι οι δύο πρώτες αποστολές από την «Λίμνη» Πρέβελη Ρεθύμνου, που απετέλεσαν την έναρξη του σχεδίου επιχειρήσεων «Σύνδεσις με την Κρήτη», είχαν πραγματοποιηθεί επιτυχώς. Και οι Κρητικοί που βοήθησαν στην επιτυχή τους έκβαση είχαν προσφέρει ανεκτίμητη υπηρεσία και στην πατρίδα τους και στον συμμαχικό αγώνα.
Αλλά το ιστορικό μοναστήρι του Πρέβελη επρόκειτο να πληρώσει ακριβά αυτή την συμμαχική επιτυχία. Στις 25 Αυγούστου 1941, πέντε ημέρες μετά την αποστολή του «Τορμπαίη» ισχυρές δυνάμεις γερμανικού στρατού περιεκύ-κλωσαν την Μονή. Ο ηρωϊκός Ηγούμενος μόλις διέφυγε την σύλληψη. Η περιουσία της Μονής λεηλατήθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου. Ορισμένοι εκ των Μοναχών συνελήφθησαν, αλλά αργότερα αφέθησαν ελεύθεροι. Ένα φυλάκιο εγκατεστάθη στην «Λίμνη». Επίσης κατασχέθησαν όλα τα μετρητά που υπήρχαν στην Μονή.
΄Ετσι η τρίτη αποστολή που είχε προγραμματιστεί να γίνει το δεύτερο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου ματαιώθηκε. Οι 120 Άγγλοι που είχαν συγκεντρωθεί στο ηρωϊκό χωριό Φραττί, παρά τις συχνές περιπολίες και έρευνες των Γερμανών προωθήθηκαν τμηματικά προς τα χωριά του Αμαρίου και δια της πεδιάδος Μεσσαράς προς Αχεντριά, παραλία Τσούτσουρα και παραλία Τρείς Εκκλησίες.
Στέλλα, Βαγγέλα, Λευτερία, Φωτεινή, Ασπασία, Κρυσταλλένια, Μηλιά, Ασπασία.
Τα κορίτσια της αντίστασης και της ελπίδας.
Β. ΑΡΧΟΝΤΕΣ ΚΑΤΑΔΙΩΞΑΝ ΜΕ ΔΩΡΕΑΝ
Δράση Ηγουμένου Αγαθ. Λαγουβάρδου από 21.8.41 έως 13.12.41.
Ο Ηγούμενος της Ι. Μονής Πρέβελη, μετά την διαφυγή του από την περιφέρεια της Μονής, εγκαταστάθηκε μέχρι το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου 1941, σε μια σπηλιά που βρίσκεται στην τοποθεσία «Κρυονερίτισσα» του όρους Κέντρος, κοντά στο ξωκκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής πάνω από το χωριό Άνω Μέρος Αμαρίου, έχοντας την συμπαράσταση, για την ασφαλή διαφύλαξη της διαμονής του και τη διατροφή του, του παπά Κυριάκου Κατσαντώνη, φίλου και σύντεκνου του. Απ’εκεί αλλά και από τη γενέτειρά του όπου διέμενε, σχεδόν πάντοτε, στη θέση «Λουματαρέ» από το πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου μέχρι και της 6/12/1941 όταν αναχώρησε για τη νότια παραλία της διαφυγής του στη Μέση Ανατολή από την τοποθεσία «Τρείς Εκκλησιές» στις 13.12.41 κατηύθυνε την προσπάθεια της συγκέντρωσης όλων των Άγγλων που παρέμεναν ακόμη τόσο στα χωριά του Δυτικού Διαμερίσματος της Επαρχίας Ρεθύμνης και συγκεντρώνονταν στην τοποθεσία «Ποτάμια», η οποία ευρίσκεται μεταξύ των χωρών Σαϊτούρες, Μαλάκι, Μούνδρος της Επαρχίας Ρεθύμνης και Άγιος Ιωάννης της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου, όσο και στην Επαρχία Αμαρίου, που προωθούνταν στον κατάλληλο καιρό στην παραλία όπου θα προσέγγιζε πλωτό μέσο.
Ο Αγαθάγγελος, Ηγούμενος στην Μονή Ασωμάτων (στο μέσον) με τους Μοναχούς
Οι Γερμανικές δυνάμεις κατοχής, προσπαθούσαν καθ΄όλο το έτος 1941, με τις τρομοκρατίες, τις επιδρομές και τις εκτελέσεις να σπάσουν το ηθικό του λαού που με υπερήφανη αποστροφή έδειχνε σ’αυτές την ανυπότακτη ψυχή του, να συλλαμβάνουν δε και να εκτελούν αυτούς που κατεύθυναν τη συγκέντρωση και διαφυγή των Άγγλων, μεταξύ των οποίων διακρινόταν σαν ηγετική μορφή κατευθύνουσα τα πάντα, ο Ηγούμενος της Μονής Πρέβελη Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος, ο «Πάπας» όπως τον έλεγαν οι Γερμανοί, ο οποίος επί τρείς μήνες σχεδόν, κατόρθωνε να τους εξαπατά με την ψυχραιμία που επιδείκνυε. Με τις διαβεβαιώσεις που τους έδινε, με τις περιποιήσεις που τους έκανε και με τις έγγραφες φοβερές, δε το περιεχόμενό τους για τη ζωή του, δηλώσεις που χωρίς κανένα δισταγμό τους υπόγραφε, ώστε να πείθονται σ’αυτόν και ν’απορρίπτουν τις πληροφορίες των οργάνων τους.
Ο Αγαθάγγελος με τους χωριανούς του, σε μία Βάπτιση λίγο πριν τον πόλεμο.
Ο ηρωϊκός Ηγούμενος δεν φοβήθηκε ποτέ για την ζωή του, την οποία από τα νεανικά του χρόνια, ως Μακεδονομάχος, είχε αφιερώσει στα πανανθρώπινα ιδανικά, αυτά που η φλόγα τ’Αρκαδιού τα έκανε ανεξίτηλα. Σαράντα χρόνια από το ολοκαύτωμα θήτευσε μοναχός και κοινώνησε των ζωοποιών μαρτυρἰων των εις την Τράπεζα τριάκοντα έξι σφαγιασθέντων Μαρτύρων.
Από τον Αύγουστο του 1941 μέχρι 6/12/1941 ο Ηγούμενος είχε μεταφέρει την δραστηριότητα του στους Αποστόλους όπου είχε την ασφάλεια των χωριανών του. Είχε διάφορους κρυψώνες όπου εδέχετο του συνεργάτες του Άγγλους και Έλληνες, Κυρίως έμεινε στου Δρυαδέ κι άμα κρύωσε ο καιρός στην «Λουματαρέ». Σε δύο περιπτώσεις κύκλωσης του χωριού διέφυγε την τελευταία στιγμή, ενώ συνέλαβαν τους χωριανούς και τους εκτελούσαν εικονικά για να μαρτυρήσουν την κρυψώνα του.
Μετά την τελευταία επιχείρηση (5.12.1941) σύλληψης του, ειδοποιήθηκε από τον Σμίθ Χιούζ αντικαταστάτη του Πούλ, μέσω των οργανωμένων συνδέσμων να πάει στην Μονή Κουδουμά για φυγάδευση στο Κάϊρο, όπερ και εγένετο.
Έφθασαν στο Κάϊρο στις 17/12/1941. Μετά την άφιξή του, αντιπροσωπείες απ’ολες τις συμμάχους χώρες του απέδωσαν ιδιαίτερες τιμές γιατί θεωρήθηκε σαν ο υπ’αριθμ. 1 ήρωας της Κρήτης και απονεμήθηκε από τον Πρεσβευτή της Αγγλίας στην Αίγυπτο, εξ ονόματος του Βασιλιά της Αγγλίας, το παράσημο του επίτιμου Αξιωματικού της Ανωτάτης Τάξεως της Βρετανικής Αυτοκρατορίας την οποίαν σε κανένα άλλο, όσο μπορούμε να ξέρουμε, δεν απένεμαν οι Άγγλοι, και συγχρόνως κατατάχτηκε ως στρατιωτικός ιερέας στον Ελληνικό στρατό της Μέσης Ανατολής.
Ο Ηγούμενος Λαγουβάρδος, ο οποίος υπήρξε πραγματικά η μεγαλύτερη ηγετική φυσιογνωμία σ’όλη την Κρήτη κατά το πρώτο εξάμηνο της Γερμανικής Κατοχής, διευθύνοντας με σύνεση, θάρρος, αποφασιστικότητα και παλληκαριά την μεγάλη και επικίνδυνη επιχείρηση της συγκέντρωσης, απόκρυψης, διατροφής και προώθησης στη Μέση Ανατολή των Άγγλων, Αυστραλών και Νεοζηλανδών, υπήρξε ο στόχος του φθόνου και της κακεντρέχειας μικρών ανθρώπων, οι οποίοι ενόμισαν ότι ιδιοποιήθηκε ή απεσιώπησε την προσφορά τους, ή ότι δεν τους εβοήθησε ν’αναγνωρισθεί η δική τους συμβολή από τους Άγγλους. ΄Ὀπως όλοι οι ανιδιοτελείς αγωνιστές της Αντίστασης (μεγάλοι και μικροί) κανενός την προσφορά δεν αποσιώπησε ή δεν ιδιοποιήθηκε και είπε, λόγω του χαρακτήρα και του σχήματός του, σ’όλους και προς όλες τις κατευθύνσεις, δικούς μας και ξένους, την αλήθεια, όταν τον ρωτούσαν χάρις του συμφέροντος της Πατρίδος, για την διεξαγωγή του αγώνα της Αντίστασης με αρραγή ενότητα και χωρίς ιδιοτέλεια οποιαδήποτε μορφής.
Οι τιμές που αποδόθηκαν σ’αυτόν από τους Άγγλους και την Ελληνική Κυβέρνηση : α) στις 27/5/1942 του απονεμήθηκε με Β.Δ. από το βασιλιά των Ελλήνων Γεώργιο Β΄ ο χρυσούς σταυρός μετά ξιφών του Τάγματος Φοίνικος, β) τον Μάϊο του ΄44 κλήθηκε και όρκισε Πρωθυπουργό τον Σοφοκλή Βενιζέλο και μετά τον Γεώργιο Παπανδρέου, είναι τιμές που αποδόθηκαν και προς όλους τους επώνυμους και ανώνυμους στην Γιαλιά και στ΄ Αμάρι, που με κίνδυνο της ζωής τους, κάτω από την έμπνευση, την καθοδήγηση και ευθύνη του, κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν, να περιθάλψου και να φυγαδεύσουν πολλές εκατοντάδες συμμάχων στρατιωτών προς την Αίγυπτο για τη συνέχιση του
Γυναίκες οικογένειας Λαγουδάκη. Η ομορφιά τ’ Αμαριού στην εποχή του μεσοπολέμου.
αγώνα κατά του Ναζισμού και του Φασισμού. και δεν γνωρίζομε αν κανένας άλλος «βεβαρημένος» με τόσες πράξεις (απόκρυψη και διατροφή Άγγλων, οργάνωση της διαφυγής τους, γραπτές δηλώσεις του) εναντίον τόσο αιμοβόρου κατακτητή, που απηνώς τον καταδίωκε για τη σύλληψη και εκτέλεσή του, θα τολμούσε όπως αυτός, όχι μόνο να συμμετάσχει στην νεκρώσιμη ακολουθία, στην κηδεία Αγγλου συν/ρχη στην Αγία Παρασκευή Αμαρίου μαζί με δύο άλλους ηρωϊκούς συναδέλφους του, αλλά και επικήδειο λόγο να εκφωνήσει για να εξάρει το ακατάβλητο θάρρος των συντοπιτών του, την παραγνώριση κάθε κινδύνου, που αντιμετώπιζαν στην εκτέλεση του υπέρτατου καθήκοντος προς την Πατρίδα, για την πίστη τους στη νίκη των Συμμάχων μας. Και αν αυτός επιζούσε και δεν πέθαινε αιφνιδιαστικά την 25 Οκτωβρίου 1944, σε ηλικία 57 χρόνων δυο μέρες πριν από την επιστροφή του στην Πατρίδα μας, στην Ιερά Μονή Πρέβελη, κανείς δεν θα τολμούσε να γράψει για την Εθνική Αντίσταση στην Κρήτη το δεύτερο εξάμηνο του 1941 αν δεν τον συμβουλευόταν.
Γ. ΑΜΩΜΟΣ ΕΝ ΜΝΗΜΗ ΗΜΙΝ ΖΗΣΕΤΑΙ
Μετά την έφοδο των Γερμανών στο Μοναστήρι, στις 25/8/1941 ο διοικητής του λόχου επιχείρησε να τρομοκρατήσει τους μοναχούς, με κραυγές και χειρονομίες. Τελικά τους έκλεισε σε κελί. Μπήκε και ο ίδιος και τους ρώτησε ποιος απ’όλους ήταν ο Ηγούμενος. Απερίγραπτη ήταν η λύσσα του όταν έμαθε πως ο Ηγούμενος από καιρό είχε εξαφανιστεί. Ενώ πολύ θα ήθελε ο αφελής λοχαγός να ήταν κι αυτός κλεισμένος στο κελί με τους άλλους και να έλθει να τον πιάσει να του κάμει τη τιμή να τον σκοτώσει ή να τον στείλει στην Αγιά ή στη φρίκη του «΄Αουσβιτς!».
Οι καταστροφές που προκάλεσαν κατά τις έρευνες ήταν εκτεταμένες. Πέταξαν τα ιερά σκεύη, άμφια και βιβλία κι έσπασαν τα στασίδια. Λεηλάτησαν το μοναστήρι και με τα ζώα της Μονής μετέφεραν στο Ρέθυμνο ότι πολύτιμο βρήκαν, έπιπλα και κουβέρτες. Επιπλέον πήραν κι άλλα ζώα, κυρίως βόδια και αιγοπρόβατα.
Το κελί με τους μοναχούς είχε μετατραπεί σε πρόχειρο κρατητήριο με διπλή φρουρά, ενώ ο Γερμανός λοχαγός και στρατιώτες ερεύνησαν παντού στο Πίσω μοναστήρι: Στις εκκλησίες, τα κελιά, τον ξενώνα, τις τράπεζες, τις αποθήκες, τις στέγες, ακόμη και στο νεκροταφείο, χωρίς να βρουν τίποτα. Είπε μόνο στους μοναχούς ότι βρήκε, χωρίς να τα επιδείξει, ένα πιστόλι Γερμανού αλεξιπτωτιστή κι ένα ραδιόφωνο.
Οι ερωτήσεις ήταν οι ίδιες προς όλους. Δηλαδή :
-Πού βρίσκεται ο ηγούμενος;
-Ποιοί είναι οι συνεργάτες του και που μένουν;
-Τι έκαναν όλοι αυτοί όταν συγκεντρώνονταν στο μοναστήρι;
-Τροφοδοτούσε ο Πρέβελης Άγγλους και αντάρτες;
-Τι γνωρίζουν για το γερμανικό πιστόλι και το ραδιόφωνο που βρέθηκαν;
-Πού είναι οι κρυψώνες των όπλων;
-Σε ποιο ελληνικό κόμμα ανήκουν ο ηγούμενος και οι συνεργάτες του (βενιζελικοί ή αντιβενιζελικοί) ;
Η γραμμή που ακολουθούσαν όλοι οι κρατούμενοι ήταν κοινή. Επέρριψαν όλες τις ευθύνες στον ηγούμενο Αγαθάγγελο, τονίζοντας ότι είναι αυταρχικός άνθρωπος και λειτουργεί χωρίς να συνεννοείται με κανένα κι αναφέρθηκαν διεξοδικά στην παράδοση της Μονής που τη θέλει, όπως ορίζει και η διδασκαλία του Χριστού και του Ευαγγελίου, να φιλοξενεί οποιονδήποτε ξένο περνά από το μοναστήρι.
Η Μονή μετά τις λεηλασίες έμεινε χωρίς εισοδήματα. Καταγράφηκαν, κλοπές από τους Γερμανούς 24 βοοειδών, 28 ημιόνων, 4 όνων, 3 φορβάδων, 5 χοίρων, 26.000 οκάδων όσπριων και δημητριακών, 3.000 οκάδων πατάτες, 10.000 οκάδων λαδιού, και 1000 αιγοπροβάτων.
Η λεηλασία και οι συλλήψεις των μοναχών δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της Μονής. Γι’αυτό, με πρόταση του επισκόπου Λάμπης και Σφακίων Ευμένιου Φανουράκη συγκροτήθηκε επιτροπή με πρόεδρο τον μοναχό Νείλο Θεοδωράκη, που ανέλαβε τη διοίκηση του Πρέβελη από το ΄41 ως το Μάϊο του ΄45.
«Το Μοναστήρι του Πρέβελη», γράφει ο Αντώνης Σανουδάκης περνά την πρώτη του δοκιμασία τις 8 Ιουνίου 1941, όταν ο Ηγούμενος Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος ειδοποιούνταν από τη Μύρθιο ότι οι Γερμανοί ετοιμάζονται να κατεβούν στη Μονή και να εγκαταστήσουν φυλάκιο στη θέση «Λίμνη». Ο Ηγούμενος σε σημειώσεις του γράφει: «Αμέσως εκάλεσα τον διερμηνέα μου Σταύρο Καφφάτο και του έδωσα εντολή να μεταβεί το ταχύτερον εις Λίμνην, τόπον συγκεντρώσεως των Άγγλων, να καλέσει τους αξιωματικούς και να τους θέσεις υπ’όψιν τ’ανωτέρω. εάν δεν θέλωσι να παραδοθώσι να με ειδοποιήσουν σχετικώς δια να μη βρεθώ εκτεθειμένος, διότι είχα την απόφασιν να αρνηθώ την παράδοσίν των».
Οι συλληφθέντες μοναχοί επέστρεψαν στην Μονή στις 3.10.1941 και επιδόθηκαν με τόσο ζήλο και αυταπάρνηση στην ανασυγκρότηση της Μονής, ώστε από το έτος 1943, να μπορεί να παρέχει, όχι μόνο καταφύγιο, αλλά και τρόφιμα στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, σ’ όποια οργάνωση κι αν ανήκαν.
Το μοναστήρι του Πρέβελη με την προθυμία και την εργατικότητα των μοναχών εξυπηρετούσε πάλι προσκυνητές, αλλά και έστειλε τρόφιμα στις διάφορες μαχητικές ομάδες. Ως το 1943 στο ενωμένο Ε.Α.Μ, αλλά και μετά στην Ε.Ο.Ρ. και το Ε.Α.Μ. έδωσε χρήματα για την αγορά δέκα όπλων και δύο πολυβόλων. Και πάρα πολλές φορές χορήγησε τρόφιμα, κρέας, σιτηρά, όσπρια, τυρί, ελιές, αλεύρι, λάδι. Επίσης τροφοδοτούσε κατεστραμμένες από τους Γερμανούς οικογένειες, γεωργούς και κτηνοτρόφους, ξεριζωμένους από τα σπίτια και τα χωριά των.
Αδελφή τ’ Αγαθάγγελου, χήρα του Σπύρου Δραμυτινού που χάθηκε
στην Μικράν Ασία, με τους γιούς της. Το μαθητή Χαρίδημο που ανδραγάθησε
στη μάχη των Ποταμών (Γυρωχάρακα) και τον Μανόλη.
Ο Ηγούμενος είχε την πρόνοια και διαφύλαξε όλα τα μεγάλης αξίας παλαιά ιερά άμφια και εκκλησιαστικά σκεύη οιουδήποτε είδους, σε ασφαλές κρησφύγετο, και μόνον τον Τίμιο Σταυρό είχεν αφήσει επάνω στην Αγία Τράπεζα της εκκλησίας της Μονής Θεολόγου, διότι καθημερινά έφθαναν στη Μονή προσκυνητές ασθενείς και ζητούσαν να τους «σταυρώσουν» με τον «Τίμιο Σταυρό» για θεραπεία τους. Τούτον πήραν οι Γερμανοί χωρίς να θίξουν κανένα άλλο σκεύος ή εικόνα της εκκλησίας, Επιστράφηκε δε στις 13 Σεπτεμβρίου 1941 από ένα χωροφύλακα, ο οποίος εζήτησε και υπογράφηκε, από τον γέροντα μοναχό που τον παρέλαβε, απόδειξη παραλαβής του την οποία εκρατούσε, χωρίς, από τη συγκίνηση που δημιουργήθηκε εξ αιτίας της επιστροφής του, να ερωτηθεί ποιός του τον παρέδωσε, ώστε να έχουν δημιουργηθεί θρύλοι για την ανεύρεση και μεταφορά του, όπως ότι έγιναν παράλυτοι οι Γερμανοί που τον πήραν ή ότι οι μηχανές του αεροπλάνου στο οποίο επιβιβάστηκαν οι Γερμανοί που τον έκλεψαν για να τον μεταφέρουν στην Αθήνα να τον πουλήσουν δεν εκινήθηκαν παρά μόνο αφού κατέβηκαν όλοι οι επιβάτες κ.λπ.
Ανήψια τ’ Αγαθάγγελου: ο Γιάννης, ο Λευτέρης, ο Χαρίδημος
Το πιθανότερο είναι να πληροφορήθηκαν οι Γερμανοί τη μεγάλη αξία του για τη θρησκευτική λατρεία και την αναστάτωση του λαού για την αρπαγή του, τόσον από τους προσκείμενους σ’αυτούς, όσο και από τους Επισκόπους Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου και Λάμπης και Σφακίων, ώστε ν’ ανευρεθεί να παραδοθεί στην Ανώτερη Διοίκηση Χωροφυλακής Κρήτης, με την εντολή να επιστραφεί στη Μονή, στην οποία και παραδόθηκε με απόδειξη παραλαβής του από χωροφύλακα ο οποίος πήγε για το σκοπό αυτό στη Μονή. Στην επιστροφή αυτή του Τιμίου Σταυρού πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι δεν αναμίχθηκε ο εξαιρετικός πατριώτης Επίσκοπος Κυδωνίας και Αποκορώνου Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης.
Μαρτυρία Χαρίδημου Λαγουβάρδου
«Μόλις άρχισε η μάχη της Κρήτης από τους Γερμανούς την 20η.5.41, ο Ηγούμενος Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος της Μονής Πρέβελη, καταγόμενους από τους Αποστόλους Αμαρίου, παλαιός Μακεδονομάχος, εθελοντής και φλογερός πατριώτης ήρθε σε συνεννόηση με τον Γ. Τσαγρή, τότε Νομάρχη Ρεθύμνης, και τον Άγγλο επιτετραμένο σχετικά με την αντιμετώπιση του κινδύνου. Επειδή υπήρχαν πληροφορίες ότι στην περιοχή της Μονής θα έριχναν αλεξιπτωτιστές ή θα έκαναν απόβαση δια θαλάσσης, ο Ηγούμενος ανέλαβε την επίβλεψη και εφοδιαστήκαμε με όπλα «Γκρα» και φυσίγγια από εκείνα που βρίσκονταν στη Μονή από το 1896 ως και τρόφιμα. Σχημάτισε μια εθνοφρουρά από εργαζόμενους στη Μονή ως και άλλους από τα γύρω χωριά και ολόκληρη την αδελφότητα της Μονής.
Ο Ηγούμενος Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος
Στο Κάϊρο 1942
Στο Ρέθυμνο ο Ηγούμενος έστειλε δέκα άνδρες οπλισμένους για την ενίσχυση του αγώνα, ως και διάφορα τρόφιμα, λάδι, ψωμί, τυρί, αλεύρι, όσπρια, κρέας και δέκα μουλάρια επί δύο φορές. Επίσης στο χωριό Σπήλι είχαν μεταφερθεί και νοσηλεύονταν οι τραυματίες των μαχών Ρεθύμνης. Τους έστειλε ψωμί, κρέας και διάφορα άλλα τρόφιμα σε αρκετή ποσότητα.
Ο Ηγούμενος Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος της Μονής Πρέβελη εκείνες τις μέρες της μάχης της Κρήτης, πλάι στους συνεργάτες και συμπολεμιστές του δε χορηγούσε μόνο υλικά αγαθά για τον αγώνα αυτό, αλλά έδινε θάρρος και ψυχή για την ενίσχυση των ελληνοχριστιανικών ιδεωδών του εθνικού αγώνα της Κρήτης μας. Και όταν οι Γερμανοί πάτησαν την Κρήτη, ο Ηγούμενος εμψύχωνε τον αγωνιζόμενο λαό, φρόντιζε τους κατατρεγμένους και βοηθούσε όσους κατέφευγαν στο Μοναστήρι ζητώντας προστασία.
Μανόλης Σκαρσουλής
Επιμέλεια : Εύα Λαδιά
Πηγές:
1. Παντινάκης Μανόλης «Η Κατοχή δεν μας λύγισε», Εκδόσεις Καλαϊτζάκης Α.Ε. 2005.
2. Τσιριμονάκης Εμμανουήλ «Εθνική Αντίσταση 1941-44 στο Νομό Ρεθύμνης», Βιβλιοπωλείο της Εστίας 1985.
3. Χαροκόπος Γεώργιος «Το Φρούριο Κρήτης 1941-44», Εκδόσεις Γεωργίου Ευαγγελίου 1971
4. Προσωπικές Σημειώσεις Ηγουμένου Αγαθάγγελου Λαγουβάρδου.
5. Φωτογραφικό υλικό: Ελευθερία Δραμυτινού –Λαγουβάρδου ανιψιά Ηγουμένου.