ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΤΥΛΟΒΑΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ

-Ο σημαντικός «Παύλος Κεδραίος» της λογοτεχνίας και της αντίστασης
Ο λόγος που έχω παραμελήσει τις προσωπικές μου φιλοδοξίες για εκδόσεις έργων μου σε όλες τις μορφές του έντεχνου λόγου είναι οι φωνές συνείδησης που βγαίνουν από το παρελθόν μέσα από κιτρινισμένες σελίδες εφημερίδων.
Είναι η εύλογη διαμαρτυρία μορφών που ανέδειξαν το Ρέθυμνο πόλη των Γραμμάτων και Τεχνών και κανένας δεν τους θυμάται πια.
Κι έχω απορήσει πολλές φορές πως μπορεί μια πόλη να λησμονά τους πνευματικούς ευεργέτες της. Τι θα ήταν αλήθεια το Ρέθυμνο χωρίς τον Εμμ. Γενεράλη, τον Μιχαήλ Πρεβελάκη, τον Μιχαήλ Μυρ. Παπαδάκι, τον Πολύβιο Τσάκωνα, τον Μάρκο Γιουμπάκη, τον Δημήτρη Αρχοντάκη… και τόσους άλλους.
Εγώ, που δεν έχω σχέση με τον τόπο υποκλίνομαι βαθειά κάθε φορά που αποκαλύπτω και μια ακόμα μορφή που διέπρεψε στο χώρο της γνώσης, της τέχνης είτε του αγώνα. Κι είναι τόσες οι μορφές αυτές.
Συνήθως μετά το θάνατό τους κάποιοι έσπευδαν ως χρέος τιμής να τους νεκρολογήσουν. Από τις νεκρολογίες αυτές έχω αντλήσει τα περισσότερα στοιχεία της έρευνάς μου.
Πρόσφατα όμως που θέλησα να κάνω ένα αφιέρωμα σε έναν από τους κορυφαίους λόγιους του τόπου τον Χάρη Σαριδάκη (Παύλο Κεδραίο) με περίμενε μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη. Μια μόνο νεκρολογία βρήκα του εκλεκτού συμπολίτη κ. Στέλιου Μπαγουράκη.
Και θ’ αναρωτηθείτε εύλογα πως επέλεξα να ασχοληθώ με τον σπουδαίο αυτό παράγοντα, από πού ορμώμενη θέλησα να σκιαγραφήσω τα έργα και τις ημέρες του.
Είναι η ζωντανή παρουσία του στην πολιτιστική ζωή του τόπου από το μεσοπόλεμο, μέχρι το θάνατό του το 1962.
Είναι οι ιδέες του που απογειώνουν τις εθνικές επετείους και τους δίνουν το κύρος που απαιτούν οι περιστάσεις.
Είναι η συμμετοχή του στην Αντίσταση.
Είναι η κοινωνική του προσφορά θητεύοντας στο Ορφανοτροφείο Ρεθύμνου, όπου κατάφερε να κάνει το καταφύγιο αυτό δυστυχισμένων παιδιών κυψέλη γνώσης, δημιουργίας και κοινωνικής αποδοχής αλλά και ζωής βασισμένης στην αξιοπρέπεια.
Είναι τόσα ακόμα.
Από πού άραγε να βάλω αρχή;
Ας σταθούμε πρώτα στα όσα αναφέρει ο αξέχαστος Γιώργης Εκκεκάκης στους «Ρεθεμνιώτες» του «που πέρασαν αφήνοντας ίχνη». Και γράφει σχετικά:
Ο Θεοχάρης Εμμ. Σαριδάκης, γεννήθηκε στις Καμάρες Πυργιωτίσσης το 1920, αλλά η καταγωγή του ήταν από το Άνω Μέρος.
Αποφοίτησε από την Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου και από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ήταν Διευθυντής του Ορφανοτροφείου Ρεθύμνης.
Στο Ρέθυμνο επίσης ξεδίπλωσε το πλούσιο λογοτεχνικό του έργο με το ψευδώνυμο Παύλος Κεδραίος. Αυτό που χρησιμοποιούσε και στην Αντίσταση.
Ασχολήθηκε με όλα τα είδη του λόγου αφήνοντας έργα μνημειώδη στα Κρητικά Γράμματα όπως η μελέτη του για την ποίηση από το 1900, ο ύμνος του στην Εθνική Αντίσταση, στο Αρκάδι και τόσα άλλα.
Τα έργα του καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα με ποίηση, θέατρο, πεζογραφία, δοκίμιο, ιστορία, λαογραφία κ.λ.π.
Εκτός από τα βιβλία του υπάρχουν και αναρίθμητα κείμενα διάσπαρτα σε εφημερίδες και περιοδικά του Ηρακλείου, του Ρεθύμνου ακόμα και στον «Ταχυδρόμο» της Αλεξάνδρειας.
Βιρτουόζος του βιολιού
Εκτός από την ταλαντούχα πένα του ο Χάρης Σαριδάκης ήταν και βιρτουόζος του βιολιού. Ήταν από τους πρώτους που στήριξε τον πρώτο πυρήνα συμφωνικής ορχήστρας στο Ρέθυμνο, όνειρο και έργο ζωής του Μπάμπη Πραματευτάκη.
Συμμετείχε και αυτός στο πρώτο εκείνο σχήμα από το 1955 μέχρι που έφυγε ο Μπάμπης Πραματευτάκης στο Μόναχο για ανώτατες σπουδές.
Από δημοσιεύματα των εφημερίδων εξάλλου φαίνεται η αγάπη του στη Μουσική με τη Φιλαρμονική του Ορφανοτροφείου.
Πόσο αγαπούσε όμως τη μουσική φαίνεται και από το παρακάτω κείμενο, απάντηση στο κάλεσμα του Πολύβιου Τσάκωνα να καταθέσει τις δικές του μαρτυρίες γύρω από τη Δημοτική Φιλαρμονική τέλη της δεκαετίας του 50.
Ο Χάρης Σαριδάκης αποκαλεί τη μουσική «υπέρθεη γλώσσα» και αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Όταν μου ζητήθηκε να γράψω την γνώμην μου για την τέχνη του συνδυασμού των ήχων, την Απολλώνια γλώσσα ένα ρίγος να με συνεπαίρνει αισθανόμενος, από την μια πλευρά την αδυναμία μου να μιλήσω πάνω σε θέμα που δεν έχω καμιά ειδίκευση κι από την άλλη πλευρά γιατί θα ’πρεπε να μιλήσω για κάτι που ενώ αγαπώ πηγαία και αυθόρμητα και το γυρεύω συχνά χωρίς να το βρίσκω όσο θα ’πρεπε στον τόπο που ζω, δεν μπορώ να πω ότι καλλιεργείται στο Ρέθυμνο τόσο, όσο απαιτεί ο τίτλος της πόλης μας σαν τέτοια των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Πάντοτε από παιδί με ενέπνεε η ομορφιά της φύσης, που την συναντούσα στα ανοιξιάτικα πρωινά, στα καλοκαιρινά απόβραδα, στα Αυγουστιάτικη ζεστά μεσάνυχτα, όταν ξημεροβραδιαζόμουνα στο βαθύσκιωτα και δροσόλουστα καταπράσινα περιβόλια, ρεματιές, πλαγιές και τα βουνά του χωριού μου. Ο κότσιφας, η καρδερίνα, η γλυκόλαλη Ποταμίδα – Το Κρητικό Αηδόνι που ’ναι κι ούτος λάτρης της Λευτεριάς σαν και την ψυχή του νησιούς μας – συνταιριαζότανε τέλεια στα Ορθρινά και Στερνά τους Κελαηδήματα με τον Τρουλίτη, το ζυγαρδελάκι και τον Σπίνο. Μπάσσο τους εκρατούσε το αγριοπερίστερο και το Γεράκι.
Τέλεια αρμονισμένη Συμφωνική πολύφωνη Ορχήστρα Κλασσικής Θεόπνευστης Μουσικής.
Μα κι όταν ο Γεροχειμώνας ερχόταν ανταροπιασμένος και βαρύς, απλώς και μόνον άλλαζε τόνους το αιώνιο Μουσικό Κομμάτι, που κανείς δεν συνέγραψε τις νότες της Παρτυτούρας του γι’ αυτό και κανείς ως ώρα δεν μπόρεσε να τις αντιγράψει και να τις αποδώσει τέλεια με χέρι ανθρώπινο.
Από το γλυκό Αντάγκιο – Ντολτσε Πιάνο, περνούσε τώρα η Μπαγκέτα στο Αλλέγκρο Βιβάτσι – Μόλτο φουριόζο και οι βροντές ανακατεύονταν με τις βροχή και το χαλάζι στις στέγες και τη γη για να συμπληρωθούν με το βαρύγδουπον σύρσιμο των θολωμένων χειμάρρων που κατρακυλούσαν ποταμό σέρνοντας ξεριζωμένα ριζιμιά χαράκια και κουτσουρόδενδρα.
Ακόμη τα τραγούδια του τόπου μου, τα νανουρίσματα και τα μοιρολόγια, που νομίζω πως διαφέρουν από εκείνα των άλλων τόπων, μου γέμισαν την ψυχή με τους ήχους που ακόμη και σήμερα θυμούμαι κι αγαπώ.
Αργότερα είχα την κατάλληλη τύχη να βρεθώ σ’ένα καλό σπίτι που η Αρχόντισσα του ήταν καλλιεργημένη και ολοκληρωμένη ψυχή, με ανθρωπιά κι αρχοντιά όχι επίπλαστη, μα ριζιμιά και βαθειά.
Εκεί, το παιδί ακόμη, ήρθα σε επαφή με την θεία τέχνη του Μπαχ, του Βάγκνερ, του Τσαϊκόφσκυ και των άλλων κλασικών και νεοκλασικών και την αγάπησα ακούοντάς την.
Η μουσική είναι αισθητικής απόλαυσης που την γεννά η ψυχή μας δι’ εαυτήν, όταν και όπου την συναντήσει, τη αισθανθεί και συγκινηθεί από αυτήν. Το αυτί είναι απλό όργανο που μεταβιβάζει τους ήχους από τον κόσμο του επιστητού, στο άυλο κόσμο της ψυχής. Εκεί γίνεται ιδέα -γλυκιά- απαλή ωραία, που τέρπει και συγκινεί.
Η ψυχή όμως για να φθάσει στο ευγενικό αυτό σημείο να γίνει σκάφη που θα ζυμωθούν η αίσθηση και το αίσθημα για να γίνουν μουσική Καλλιτεχνική απόλαυση, χρειάζεται καλλιέργεια, προπαιδεία, παιδεία.
Αυτό είναι το καθήκον των Κοινωνιών. Αυτό τον σκοπόν έχουν τα Ωδεία και αυτόν το λεπτόν ρόλον αναλαμβάνουν οι ειδικοί ή οι αναμιγνυόμενοι με τα Ωδεία έστω και μη ειδικοί να καλλιεργήσουν το Μουσικόν αίσθημα του κάθε τόπου.
Εδώ στο Ρεθυμνάκι μας υπάρχει το παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου και λειτουργεί από πολλά χρόνια τώρα, πολύ πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το Ωδείο Ρεθύμνης είναι πλόκομος του ικανοποιητικά Οργανωμένου Συνδέσμου Διαδόσεως Καλών Τεχνών και έχει αρκετές επιτυχίες στον τομέα της διδασκαλίας της Μουσικής. Έχει να γίνει ένα σχολείου Μουσικής εις το οποίο, όποιος μαθητής επιμένει και θέλει να μάθει Μουσική, μπορεί να πάρει καλές βάσεις και να προχωρήσει αρκετά, ώστε πηγαίνοντας σε ανώτερον Ωδείον των Αθηνών, να παρακολουθήσει και να σπουδάσει τη Μουσική εύκολα.
Το πιάνο, το Ακορντεόν και εν μέρει το βιολί διδάσκονται στο Ωδείον μας σήμερα από έμπειρους Δασκάλους και Δασκάλες.
Ακόμη η απόκτησις στέγης που τώρα μάλιστα καλλωπίζεται εσωτερικώς, εξοπλίζεται με κατάλληλη επίπλωση και συμπληρώνεται σαν μια μουσική αίθουσα, είναι επίτευγμα μεγάλο που επαινεί τις μεταπολεμικές Διοικήσεις του Συνδέσμου.
Όμως αυτό που δεν γίνεται, είναι η κοινοποίηση της Μουσικής.
Δεν ακούνε οι Ρεθύμνιοι Μουσικήν, όπως θα έπρεπε να γίνεται για να ανεβαίνει η σταθερή του Μου σικού αισθήματος των κατοίκων του Ρεθύμνου.
Είναι μια έλλειψη που την κρίνω σα σοβαρή πνευματική παράλειψη στον τόπο αυτό που κάποτε εκράτησε το σκήπτρο της πνευματικότητος του νησιού.
Μαζί μάλιστα με την γενική στασιμότητα στην πνευματική κίνηση ή τουλάχιστον στις εκδηλώσεις τις πνευματικές, στο Ρέθυμνον, το φαινόμενον είναι ολίγον ανησυχαστικό και με τη δίκιο του ένας φίλος προχθές διηρωτήθει εάν υπάρχει πνευματική κίνησης στο Ρέθυμνον».
Κι όμως υπάρχει το υλικό που μπορεί να δώσει λίγη μουσική πνευματική τροφή στον Ρεθύμνιον φιλόμουσο κόσμο.
Οι Δασκάλες του πιάνου, ο Φέρελπις νέος Μαέστρος κ. Χ. Πραματευτάκης, ο κ. Δαφέρμος, παλαιοί μαθητές του Ωδείου στο βιολί και το Πιάνο, στο Φλάουτο και το κλαρίνο, την κορνέτα και τα άλλα όργανα είναι πλούσια γόνιμο υλικό και την οργάνωση έστω και κατά τ’ αραιά διαστήματα από μιας Μουσικής εκδήλωσις που θα ικανοποιούσε την δίψα όλων εκείνων που θέλουν να ακούσουν λίγη Μουσική.
Για να συνεργαστούν όμως όλοι αυτοί δεν χρειάζεται μόνο η Μπαγκέτα του Καλλιτέχνη Μαέστρο. Περισσότερο χρειάζεται η ζεστασιά, η στοργή προ τους που θα πάρουν μέρος, από την πλευρά του Ωδείου σαν οργανισμού.
Γιατί όσο κι αν θέλω δεν μπορώ να ξεχάσω το πώς άρχισε το 1955 η ωραία κίνησης μια μικράς Συμφωνικής ομάδας στο Ρέθυμνον με λόγια παχειά και χειροκροτήματα και τελείωσε με εγκατάλειψη και αδιάφορα από τους λίγους, ενώ οι πολλοί ήθελαν και ζητούσαν να συνεχισθεί….».
Στο κείμενο αυτό ο Χάρης Σαριδάκης κάνει σημαντικές προτάσεις για την ανάπτυξη της μουσικής παιδείας και αναφέρεται στην ανάγκη μιας «παιδικής χορωδίας».
Θα πρέπει να αγάλλεται η ψυχή του σήμερα που κοσμεί το Ρέθυμνο ο «Μουσικός Καρπός» και ο ιδρυτής και διευθυντής του μαέστρος κ. Αντώνης Μαυράκης ακολουθεί αυτή την ίδια φιλοσοφία. Να φέρνει το μαθητή κοντά στη μουσική, στο χορωδιακό τραγούδι, διδάσκοντας παράλληλα και δίνοντας υπόσταση στην έννοια της μουσικής παιδείας.
Ένας φλογερός αντιστασιακός
Εκτός από καλλιτέχνης ο Χάρης Σαριδάκης, ήταν και από τους κορυφαίους στην Αντίσταση.
Έχουμε μια χαρακτηριστική μαρτυρία από τον Λεωνίδα Χατζηδάκη στην αναφορά του για το ματωμένο χρονικό στο Άνω Μέρος.
«Χάρης Σαριδάκης και Στελιανός του Νικόλα Κατσαντώνης από τους Γουργούθους και οι δύο τους με μεγάλη αντιστασιακή δράση, που ευτυχώς γλύτωσαν, χωρίς να τους αναγνωρίσουν οι Γερμανοί.
Όταν ξεκινήσαμε ο δάσκαλος Θεοχάρης Σαριδάκης μου εμπιστεύθηκε ότι κρατάει μαζί του περίστροφο και αν είναι ανάγκη να φύγει μήπως αποκαλυφθεί. Στην έξοδο του χωριού δημιουργούμε μια εικονική σύγχυση και κατορθώνει να φύγει γεμίζοντας κι εμάς ελπίδες. Στη μαρτυρική πορεία μας εμψυχώνει συνεχώς ο Στελιανός Κατσαντώνης, φωνάζοντας σ’ όλους μας «θάρρος και ανδρισμός».
Ο Χάρης Σαριδάκης δεν δίσταζε να αναλάβει και τις πιο επικίνδυνες αποστολές.
Ο ίδιος όμως συνήθιζε να διακωμωδεί το απίστευτο θάρρος που έδειχνε και την ψυχραιμία που τον χαρακτήριζε.
Είχε πει στο Μπάμπη Πραματευτάκη.
«Έπρεπε να σε έχω Μπάμπη μου, μια νύχτα που είχα αναλάβει μια αποστολή. Ήταν αρκετά επικίνδυνη γι’ αυτό και είχα μαζί μου περίστροφο. Και κει που βάδιζα μέσα στο σκοτάδι μια φωτεινή κηλίδα που αναβόσβηνε κατέβασε την ψυχή μου στα γόνατα. Με μύριες προφυλάξεις πλησίασα και τι να δω. Στην κουφάλα ενός δέντρου κάποιος είχε ανάψει φωτιά. Όσο φούντωναν οι φλόγες φαινόταν από το σημείο που την είχα διακρίνει αρχικά. Όταν έπεφταν χανόταν. Γι’ αυτό είχα την αίσθηση όταν αναβόσβηνε… Αφού λύθηκε η απορία μου πήρα κουράγιο και συνέχισα…».
Μετά από τόσες εμπειρίες κι όταν είδε τόσες φορές το χάρο με τα μάτια του πώς να μην είναι συγκλονιστικό το έργο του για την Αντίσταση;
Χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα:
23 Μαΐου 1954
ΚΡΗΤΗ
Στη Γη του Μίνωα την πανάρχαιη
Του Δία το φιλόξενο το λίκνο
Το φίλτρο της παλληκαριάς το αθάνατο
Ποτέ τη δύναμη του δεν την έχασε
Ποτές του δεν γονάτισε, δεν εκοιμήθηκε.
Τη Δόξα την κατάκτησε οδεύοντας
Πάντα μπροστά με το σπαθί της.
Το δείχνουμε ατέρμονοι οι αιώνες.
Είναι οι πληγές της Λευτεριάς
Πάντα ανοιχτές στην Κρήτη.
Η ψυχή της πάντα ολόρθη εστάθηκε
Μπροστά στο κάθε νέο κίνδυνο
Θερμαίνει εδώ η πίστη τις καρδιές,
Φλογίζει η Λευτεριά την πίστη
Κι’ αδελφωμένες ζουν πιστές στην Κρήτη.
Η βία ποτές δεν την κάτακτησε.
Η ύλη δεν εδούλωσε το Πνεύμα.
Του Ψηλορείτη το νερό τ’ αθάνατο
Καινούριο εγίνη στις καρδιές της αίμα
Και ζούνε πάντα αθάνατες, αιώνιες.
Το χτες ζει στις καρδιές στις καρδιές σαν σήμερα
Κι όλο καινούριοι αγώνες αρχινούνε.
Πάνω στο ίδιο νόημα το τραγούδι
Και ίδιος ρυθμός κρατεί το χτυποκάρδι
Σαν πολεμάς ατέρμονα για Λευτεριά.
(απόσπασμα)
Άφησε συγγραφικό πλούτο
Η καταξίωσή του από την τοπική κοινωνία και μάλιστα τις εποχές που μεσουρανούσαν οι κορυφαίοι μας της πνευματικής ζωής δείχνει πόσο αξιοσέβαστος ήταν.
Από τις μεγάλες του στιγμές στην πολιτιστική του δράση μεταπολεμικά ήταν η αναβίωση ιστορικών γεγονότων με επίκεντρο το Αρκάδι που τιμούσε ιδιαίτερα.
Ο αξέχαστος Χριστόφορος Σταυρουλάκης μου έχει διηγηθεί για μια επιτυχή αναπαράσταση που είχε εμπνευστεί και παρουσίασε ο Σαριδάκης η οποία είχε αφήσει εποχή.
Στην προσπάθειά του είχε ζητήσει τη συνδρομή και του 44ου Σ.Π. που ενίσχυσε το ανθρώπινο δυναμικό που έπαιρνε μέρος.
Οι ομιλίες του επίσης σε επίσημες διοργανώσεις θεωρούνται αριστουργήματα του έντεχνου λόγου.
Ο Χάρης Σαριδάκης με την τόσο σημαντική προσφορά είχε άδοξο θάνατο στα 72 του χρόνια. Τον έστειλε στο θάνατο μια ασθένεια που αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά στην εποχή μας με απλή φαρμακευτική αγωγή.
Ευτύχησε να αποκτήσει μία όμορφη οικογένεια με τη συνάδελφό του δασκάλα Καλλιόπη, το γένος Παττακού. Από το γάμο του απέκτησε δύο παιδιά, τον Μανόλη φυσικό, Rhd συνταξιούχο σήμερα καθηγητή, έγγαμο με τρεις κόρες και την Κατερίνα, επιφανή επιστήμονα ιατρό.
Μένει όμως η θύμησή του ανάγλυφη στον συγγραφικό πλούτο που μας κληροδότησε να μας θυμίζει το ύψιστο χρέος έστω και απλής αναφοράς τόσο σπουδαίων ανθρώπων που δεν έχουμε δικαίωμα να επιτρέψουμε στη λήθη να τους σκεπάσει.