Ο άνθρωπος, το «αναθρών ά όπωπε», στέκει στο μεταίχμιο γης και ουρανού, κλήρος σώματος, ψυχής και πνεύματος. Στην προαιώνια του δίψα για το Απόλυτο, για τον «Μέγα Συγγενή», ριζώνει το μυστήριο της ύπαρξης και της κοινωνίας. Εκεί γεννάται η ανάγκη του να εκφράσει, με λόγο ή μελωδία, τον άρρητο παλμό της ψυχής. Η μουσική, και δη το ριζίτικο τραγούδι, δεν είναι απλώς ήχος· είναι φως που καθιστά ορατή την αλληλοπεριχώρηση προσώπων, εμπειριών και μνήμης, ψηφίδα στο μωσαϊκό της πνευματικής ζωής.
Η κοινωνία, προϋπόθεση και γέννημα της ετερότητας, θεμελιώνει την ελευθερία του προσώπου. Ο καθένας είναι μοναδικός και ανεπανάληπτος, μα δίχως αναφορά στον άλλον δεν υφίσταται. Η σχέση δεν περιορίζει, αλλά συγκροτεί την ταυτότητα, όπως στην ψαλμωδία, όπου κάθε φωνή είναι διακεκριμένη κι όμως συγχωνεύεται σε ένα αρμονικό όλον. Αυτή η δυναμική καθιστά τον πολιτισμό «τέχνη της κοινωνίας»: κοινό βίωμα που μετουσιώνει την ιστορία, τη γλώσσα, τη μνήμη σε δημιουργία και ήθος.
Η Τέχνη, γεννημένη από την ανάγκη του ανθρώπου να ερμηνεύσει την εμπειρία, λειτουργεί ως εργόχειρο συναισθημάτων και φορέας αξιών. Δεν υπάρχει «για τον εαυτό της». Είναι καρπός της σχέσης μνήμης και ελπίδας, φίλτρο που μεταστοιχειώνει τα βιώματα σε κάλλος. Από το ιερό άσμα της αρχαιότητας έως τον ύμνο της Εκκλησίας και τα ριζίτικα των βουνών, η τέχνη αντηχεί την πορεία του ανθρώπου προς το φως, διαφυλάσσοντας την πνευματική του ταυτότητα απέναντι στη λήθη. Στο ριζίτικο ειδικά, συμπλέκονται η ιστορική μνήμη, το ήθος της κοινότητας και ο πόθος της υπέρβασης. Η λιτή μελωδία του, ανεπίληπτη από διακοσμητικές υπερβολές, μοιάζει με πέτρα ριζωμένη στον άνεμο ισορροπώντας τη δωρική αυστηρότητα με τον υπόγειο λυρισμό της καρδιάς. Είναι τραγούδι που δεν επιζητεί ακροατήριο αλλά κοινωνία. Γεννιέται στις παρυφές της γης, στα σπηλιάρια της κάτω από τον ανοιχτό ουρανό, για να υψώσει την κοινότητα σε κοινό λόγο και να μαρτυρήσει το μεγαλείο της ανθρώπινης συνύπαρξης.
Έτσι, ο Πολιτισμός δεν είναι σωρός επιτευγμάτων αλλά φάρος που φωτίζει τις διαδρομές της Ιστορίας, θεμελιωμένος στο ακρωτήρι της μνήμης. Η Τέχνη, είτε ως ύμνος είτε ως ριζίτικο, γίνεται φωνή του προσώπου προς τον Θεό και τον πλησίον, κάλεσμα σε διάλογο που ενοποιεί χωρίς να ακυρώνει τη μοναδικότητα. Σ’ αυτή τη συνάντηση, το παλαιό και το νέο, το ιερό και το κοσμικό, η σκέψη και το συναίσθημα, συγκλίνουν για να μορφώσουν το ήθος ενός πολιτισμού που αντέχει: Τον πολιτισμό της σχέσης, του φωτός, της πατρώας μελικής μας κληρονομιάς.
*O Σωτήρης Δογάνης είναι Δρ. Κοινωνικής Θεολογίας, Μουσικολόγος και Ερμηνευτής