TΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΩΝ

Η ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ανασκαφής ενός νεκροταφείου στο σύνολό του, δίχως τις πιέσεις που αντιμετωπίζουν οι ανασκαφείς στα σημερινά οικιστικά κέντρα, ακόμα και αν δεν είχε εντοπισθεί ο μινωικός οικισμός, είναι μια πρώτης κατηγορίας επιτυχία, αφού έτσι έχουμε την άνεση της συλλογής όλων εκείνων ων στοιχείων που αναγκαστικά χάνονται σε μια σωστική έρευνα  ενός η μερικών τάφων ενός νεκροταφείου. Η παρουσία των ευρημάτων είναι ένα σημαντικό κέρδος, ιδίως αν ο τάφος είναι ασύλητος, ή μελέτη όμως του συνόλου των πληροφοριών που ο ανασκαφέας συλλέγει έχοντας μπροστά του το νεκροταφείο μαζί με τα ευρήματα είναι ο τέλειος συνδυασμός για την ερμηνεία ή καλύτερα για προσπάθεια ερμηνείας μιας ολόκληρης σειράς στοιχείων που αφορούν στην οργάνωση του νεκροταφείου στις συστάδες των τάφων στις διάφορες θρησκευτικές τελετουργίες, στη συμπεριφορά στους νεκρούς προγόνους κλπ.

Το υστερομινωικό νεκροταφείο των Αρμένων βρίσκεται στη θέση Πρινοκέφαλο, ανάμεσα στα χωριά Αρμένοι και Σωματάς, και σε απόσταση  9 χλμ νότια της πόλης του Ρεθύμνου, στον οδικό άξονα που οδηγεί στην Αγία Γαλήνη.

Εντοπίστηκε στα 1967/68 από μικρούς μαθητές του δημοτικού σχολίου που βρήκα στην επιφάνεια μερικά πήλινα αγγεία, τα έδωσαν στο δάσκαλό τους και εκείνος στο Μουσείο Ρεθύμνου. Τα αγγεία, μαζί με ανθρώπινα κόκαλα(όπως αποδείχτηκε στην αυτοψία που ακολούθησε) έφεραν στο φως ασβοί (άρκαλοι τους λένε οι ντόπιοι) στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν περισσότερο ωφέλιμο χώρο στις υπόγειες διαδρομές τους.

Θαλαμοειδείς τάφοι  ΄

Το νεκροταφείο με 300, ίσως και περισσότερους, υπόγειους θαλαμοειδείς τάφους, από τους οποίους έχουν μέχρι σήμερα ανασκαφεί 225, αναπτύσσεται σε ένα χαμηλό λόφο εκτάσεως 50 στρεμμάτων γεμάτο από αγριοβελανιδιές. Η πρώτη δοκιμαστική έρευνα έγινε στα 1969 και ακολούθησαν  δώδεκα συστηματικές ανασκαφικές περίοδοι. Η κάθοδος γίνεται με σκάλα σκαμμένη στο Βράχο ή με ανώμαλο κεκλιμένο επίπεδο στο δρόμο του τάφου που οδηγεί στην είσοδο και στο θάλαμο που είναι ελλειψοειδής  ή τετράπλευρος.

Σε δύο περιπτώσεις υπάρχει λαξευμένο στο βράχο και θρανίο.  Το άνοιγμα της εισόδου κλείνεται με μια πλάκα ή με ξερολιθιά.  Στον αρχικό προυχόντων είχαν τοποθετήσει στο υψηλότερο πλάτωμα, έτσι ώστε να είναι «περίβλεπτοι» και να επιβάλλονται στις άλλες συστάδες, δεδομένης και της παρουσίας επιτύμβιων στηλών. Αυτές, ίσως, οδήγησαν και στη σύλησή τους σε χρόνο που θα πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στα τέλη της χρήσης τους. Στην πορεία της χρήσης του νεκροταφείου ο σχεδιασμός αυτός «ξεχάστηκε» κι έτσι μικροί τάφοι ξεφυτρώνουν μέσα στις συστάδες των μεγάλων. Η μελέτη άλλωστε της κεραμικής συμφωνεί με τις παρατηρήσεις αυτές. Οι πρώτοι όμως οικιστές επενέβησαν πριν από την έναρξη λειτουργίας του χώρου αυτού στην ισοπέδωση τμημάτων βραχώδους επιφάνειας, ένα τεχνικό έργο ιδιαίτερα τολμηρό, αναγκαίο όμως για τη σωστή ταφοδρομία, που μαζί με τη δημιουργία δρόμων με διακλαδώσει μεσα στο χώρο του νεκροταφείου, φανερώνουν την υψηλή στάθμη σχεδιασμού των οικιστών εκείνων.

Ο οικισμός

Είναι γνωστό σε όλους του μελετητές της αιγαιακής αρχαιολογίας ότι οι τάφοι αυτοί είναι οικογενειακοί.

Οι τρόποι ταφής είναι επίσης γνωστοί:

Α) μέσα σε λάρνακες,

Β) εκτάδην

Γ)σπάνια κόγχες (κυρίως παιδικές ταφές).

Στο νεκροταφείο των Αρμένων υπάρχουν επίσης ανακομιδές (μέχρι και 17) με τοποθέτηση των οστών και των  λοιπών  κτερισμάτων σε μια πλευρά  του τάφου (ενδιαφέρον το στοιχείο αυτό δείχνει σεβασμό στη μνήμη των νεκρών προγόνων).

Ένα σημαντικό εύρημα που οδηγεί αναμφισβήτητα σε σκέψεις για  σειρά θρησκευτικών τελετουργικών στην κηδεία ή και στην ανακομιδή είναι λάκκοι σε ορισμένα σημεία του νεκροταφείου που βρέθηκαν γεμάτη με άβαφα κύπελλα και κύλικες. Τι ακριβώς γινόταν και πότε είναι άγνωστα. Εικασίες μόνο μπορούμε να κάνουμε και αυτές με τρόπο αναγωγικό από παράλληλες τελετές σε υστερότερες περιόδους.

Η επιφανειακή έρευνα για τον εντοπισμό του οικισμού δεν έδειξε ανθρώπινη παρουσία στην ευρύτερη περιοχή του νεκροταφείου, παρα μονο κάποια ίχνη της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου και της πρώιμης βυζαντινής.

Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ΥΜΙΙΙ εγκατάσταση  στην οποια ανήκει το νεκροταφείο ιδρύθηκε γύρω στα 1370 και εγκαταλείφθηκε γύρω στα 1200/1180 π.Χ

Ο οικισμός εντοπίστηκε τελικά σε μικρή απόσταση ΒΑ του νεκροταφείου . η δοκιμαστική έρευνα του 1996 έδειξε την παρουσία ισχυρών τοίχων θεμελίωσης που ανήκουν σε μεγάλα κτίρια και η θέση έχει οπτική επαφή με το νεκροταφείο.

Η δημιουργία, λοιπόν, ενός ισχυρού οικιστικού συνόλου στα μετανακτορικά χρόνια στο γεωγραφικό αυτό σημείο δεν πρέπει, κατά κανένα τρόπο, να είναι τυχαία.

Ενας λόγος θα μπορούσε να ήταν ο έλεγχος των περασμάτων από το Βορρά στο Νοτο. Είναι γνωστό ότι ακόμη και σήμερα, η επικοινωνία ανάμεσα στη βόρεια και νότια ακτή του νομού Ρεθύμνης, γίνεται από δύο δρόμους: τον αμαριώτικο και τον αϊβασιλιώτικο. Είναι όμως λίγο περίεργο που οι Μινωίτες δεν το σκέφτηκαν σε πρωιμότερες περιόδους ακμής της κεντρικής εξουσίας, όπως το εντοπίζουμε σε άλλες περιοχές του νησιού.

Ένας άλλος λόγος είναι η παρουσία στην περιοχή πρώτων υλών πολύτιμων για τους Μινωίτες ιδιαίτερα την εποχή που μας ενδιαφέρει. Σε απόσταση μικρότερη των 4 χιλ. υπάρχει ένα εγκαταλειμμένο ορυχείο χαλκού.

Η πρώτη μικρή έρευνα δεν ήταν δυνατόν να εντοπίσει ούτε καν την χρονολογική διάρκεια χρήσης του ορυχείου. Είναι γνωστό, ότι τα ορυχεία χαλκού είναι διαχρονικά.

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΠΟΛΗ

Ισως, μάλιστα, να έχουμε και ένα συνδυασμό των παραπάνω δυο λόγων, αν και ο έλεγχος του ορυχείου χαλκού, δεδομένης και της γενικής πολιτικοοικονομικής κατάστασης την εποχή εκείνη είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός που καθιστά τη μετανακτορική αυτή εγκατάσταση εξαιρετικά ισχυρή, αφού με περιορισμένη στην ΥΕΙΑ την κυπριακή παραγωγή και στην συνέδει με κλείσιμο των ορυχείων για αιγιακή χρήση, σημαίνει ότι οι κάτοικοι της Κρήτης θα έπρεπε να στραφούν, κατά κύριο λόγο, στην τόπια αγορά.

Μέσα σε αυτο το πλαίσιο η οργάνωση μια βιομηχανικής πόλης, ενός Λαυρίου της εποχής, είναι μια κίνηση απόλυτα φυσιολογική και αναμενόμενη. Για να μν μένουμε όμως στη σφαίρ της θεωρία, θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε οτι τα χάλκινα κτερίσματα των ταφών είναι και πολυάριθμα και εξαιρετικής ποιότητας: μαχαίρια, σπαθιά, πριόνια, αιχμές δοράτων, αγγεία, κοσμήματα, δαχτυλίδια.

Στα ευρήματα, που αρκετά είναι εκτεθειμένα στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Ρεθύμνου,  εκτός από τις επιτύμβιες στήλες και τα χάλκινα, περιλαμβάνεται και ένα σπάνιο σύνολο από πήλινες λάρνακες (Βρέθηκαν είκοσι πέντε ακέραιες ή σε κομμάτια).  Δυο απ’ αυτές είναι πολύχρωμες (υπάρχει και μια Τρίτη από τα Δράμια στο Μουσείο Χανίων)και σε μερικές οι παραστάσεις ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα μοτίβα φυτικά ή θαλάσσια και παρουσιάζουν  σκηνές θρησκευτικές, πομπές για τελετουργίες, ιερό κυνήγι. Αυτές οι παραστάσεις στις οποίες ο άνθρωπος έχει ενεργό ρόλο, είναι σπάνιες, ιδιαίτερα τη χρονική περίοδο.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ

Η μελέτη των παραστάσεων στις λάρνακες μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι έχουμε αναπαραγωγή των ίδιων κοσμηματικών θεμάτων αυτά των αγγείων, σε ένα όμως χώρο «αναπεπταμένο» και επίπεδο (εκτός από το κάλυμμα), όπου οι μεγάλες επιφάνειες επιτρέπουν την απεικόνιση με μεγαλύτερη ευκολία και με ιδιαίτερη άνεση, παρατηρείται όμως ο τρόμο του κενού (horror vacui) που στα αγγεία δε είναι πάτα υπαρκτός, αφού ο χώρος είναι μικρότερος.

Η εύρεση πριν από χρόνια, σε πολύ μικρή απόσταση από το νεκροταφείο ιχνών κλιβάνων με πολλά θραύσματα λαρνάκων στον περίγυρο, δηλώνει την ύπαρξη εργαστηρίων σε άμεση σχέση με τα νεκροταφεία. Τώρα αν οι τεχνίτες ήταν ντόπιοι ή μετακινούνται από εγκατάσταση σε εγκατάσταση, είναι προς έρευνα, πιστεύω όμως σ’αυτή την ερμηνεία.  Οι Κρητικοί πιθαράδες που ταξιδεύουν για το σκοπό αυτό σ’ ολόκληρο σχεδόν το νησί είναι μια διαχρονική επιβεβαίωση.

Η κεραμική αποτελεί την πολυπληθέστερη ομάδα ευρυμάτων. Η εντατική μελέτη μας έδωσε τη δυνατότητα να εντοπίσουμε την προέλευση των αγγείων.

Πρόκειται για ντόπια, χανιώτικα, κνωσιακά, μυκηναϊκά από την κυρίως Ελλάδα ή ντόπιες μιμήσεις τους, που μας δίνουν  μια εξαιρετικά σαφή εικόνα της διακίνησης προϊόντων και ανθρώπων την περίοδο αυτή στην Κρήτη, όπου η Κεντρική Κνωσιακή Εξουσία έχει αντικατασταθεί από ανεξάρτητα τοπικά κέντρα που συνεχίζουν, στο μέτρο του δυνατού, τις εμπορικές ανταλλαγές και εξαγωγές. Ο Ψευδόστομος αμφορέας με το όνομα Wi-Na – Jo αποτελεί μια μοναδική εξαίρεση αφού η γραμμική γραφή Β΄ κοσμεί αγγεία που βρίσκονται σε οικισμούς . «Αδελφά» αγγεία με το ίδιο όνομα και πιθανότατα από το ίδιο κεραμικό εργαστήρι (Ρεθύμνο ή Αρμένοι) βρέθηκαν στην Κνωσσό και στα Δέντρα της Αργολίδας.

ΠΡΩΤΟΤΥΠΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

Τα  αποτυπώματα των χάλκινων εργαλείων στο θάλαμο των τάφων μας δίνουν μια θαυμάσια ευκαιρία για μελέτη και κατασκευή καινούργιων, πάνω στα πρωτότυπα αχνάρια, ώστε να δημιουργηθεί μια ολόκληρη σειρά εργαλείων για ένα μελλοντικό εκπαιδευτικό Μουσείο Τεχνολογίας των Μινωιτών και των Μυκηναίων . τα μεγάλα τεχνικά έργα της 3ης  και 2ης χιλιετίας π.Χ. δεν αποτελούν  δεν αποτελούν προϊόν εξαιρετικής ευφυΐας μόνο, αλλά και ακολουθούνται από σειρά έργων τεχνικής υποδομής και εργαλείων. Τα περισσότερα δυστυχώς δεν σώθηκαν και έτσι αξίζει να προχωρήσουμε στην αναπαραγωγή τους, με όσα επιστημονικά στοιχεία διαθέτουμε .

Η μελέτη του οστεολογικού υλικού έχει προχωρήσει αρκετά και τα μέχρι σήμερα στοιχεί (500 σκελετοί) είναι εξαιρετικά σημαντικά για τη μινωική κοινωνία γενικότερα και για την τοπική ειδικότερα.

Τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, αφορούν, ασθένειες, και λόγους θανάτου, διατροφή (που μας βοηθάει να αναπλάσουμε τη χλωρίδα και την πανίδα ), ύψος κλπ.

Από τα υπόλοιπα κτερίσματα ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν ένα ψάθινο καλάθι με χάλκινα δεσίματα (σώθηκε τμήμα του) και κράνος από δόντια αγριόχοιρου ένα καθαρά μυκηναϊκό εισαγμένο πολύτιμο εύρημα.

Η ανασκαφή του οικισμού και η ολοκλήρωση της έρευνας στο νεκροταφείο θα μας δώσουν, ελπίζουμε, ένα μοναδικό σύνολο που η επιστημονική παρουσίαση του και η αξιοποίησή του από πλευράς επισκεψιμότητας αποτελεί πρώτιστο καθήκον και υποχρέωση.

Του Γιάννη Τζεδάκι (Διευθυντή προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ

Αφήστε μια απάντηση