Σχεδόν όλοι οι επισκέπτες της πόλης μας πρέπει να ήσαν εμπορικοί αντιπρόσωποι και άλλοι περαστικοί.
Περισσότερο από ένστικτο και λιγότερο από γνώση και εμπειρία, που δεν είχα, έκρινα ότι έπρεπε να χορηγηθεί μια αποφασιστική στροφή στην οικονομία της πόλης, συγκεκριμένα από την πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή , που είχαν αποδειχτεί δραματικά ανεπαρκείς, προς τον τριτογενή τομέα, τις υπηρεσίες, και συγκεκριμένα προς τον Τουρισμό.
Έτσι άρχισε από το Δήμο η καλλιέργεια και η προώθηση της επιλογής αυτής. Η πρώτη ενέργεια ήταν να κληθούν σε αλλεπάλληλες συσκέψεις οι εκπρόσωποι των συλλογικών φορέων της πόλης , όσο υπήρχαν τότε και να συζητηθεί το θέμα του αναπροσανατολισμού της τοπικής οικονομίας (μόνο εστιάτορες κλήθηκαν ατομικά). Στις συσκέψεις αυτές, στο παλιό Δημαρχείο, έγιναν ατελείωτες συζητήσεις, που κατέληξαν όμως όλες σε μια πολύ θετική αποδοχή της άποψης αυτής. Μια περίληψη των συζητήσεων αυτών διατυπώθηκε ως πρακτικό, που επαναλήφθηκε σε όλες τις συσκέψεις πανομοιότυπο και υπογράφηκε από τους εκάστοτε παρόντες. Επειδή έχει, κατά κάποιο τρόπο, ιστορική σημασία, το παραθέτω ολόκληρο όπως στην γλώσσα της εποχής:
«Εν Ρεθύμνω σήμερον την 15ην Φεβρουαρίου 1968 ημέραν Πέμπτην και ώραν 5 μ.μ. εν τω Γραφείω του κ. Δημάρχου Ρεθύμνης, προσήλθον οι δια της υπ’ αριθ. 336/15-2-1968 προσκλήσεως του κ. Δημάρχου Ρεθύμνης κληθέντες ιδιοκτήται των Εστιατορίων της πόλεως, ινα συσκεφθούν και αποφασίσουν επι Τουριστικών θεμάτων.
Μετά την προσέλευσιν απάντων, παρόντος και του Γραμματέως Ιωάννου Φωτοπούλου, Δημοτ. Υπαλλήλου ήρχισεν η συνεδρίασης , καθ’ην κατοπιν διεξοδικής συζητήσεως εισηγούμενου του κ. Δημάρχου συνεφώνησαν ομοφώνως τα ακόλουθα:
Α. – Η παρούσα περίοδος είναι εξαιρετικώς κρίσιμος από πλευράς οικονομικής αναπτύξεως. Αι εφαρμοζόμεναι σύγχρονοι αρχαί αποβλέπουν εις την ενοποίησιν των επι μέρους διαμερισμάτων προς δημιουργίαν ισχυροτέρων οικονομικών μονάδων. Δεδομένου δε ότι η οικονομική ανάπτυξις είναι δυναμική έννοια, σημαίνει αναμέτρησιν και ανταγωνισμόν, τα διαμερίσματα τα οποια δεν θα δυνηθούν εξ αρχής να παρακολουθήσουν τας εξελίξεις και να επωφεληθούν, καταδικάζονται εις καθυστέρησιν και μαρασμόν.
Η Κρήτη προορίζεται να αποτελέση μιαν ισχυρήν μονάδα, (ήδη οι κατασκευαζόμενοι ταχυδρόμοι καταργούν τα σύνορα των Νομών), εκ των τεσσάρων δε διαμερισμάτων της το ασθενέστερον είναι το Ρεθυμνον.
Β – Ανεξαρτήτως του τι δύναται να επιτευχθή εις τον τομέα της Βιομηχανίας, της Γεωργίας και των λοιπών τομέων αναπτύξεως, και καλώς εκτιμώμενων των δεδομένων ότι ο Νομός Ρεθύμνης:
Α. δεν αποτελεί συγκοινωνιακόν κόμβον,
Β. δεν έχει περίσσειαν εργατικού δυναμικού,
Γ. δεν έχει αφθονίαν πρώτων υλών,
Δ. εχει υπέροχους φυσικάς καλλονάς ,
Ε. Γειτνιάζει προς το Ηράκλειον, παγκοσμίως γνωστόν Τουριστικόν Κέντρον,
Κρίνεται ως απολύτως ρεαλιστική η άποψις, ότι ο Τουρισμός αποτελεί δια το Ρέθυμνον την μάλλον αισιόδοξον προοπτικήν.
Μια άλλη διαπίστωση είναι ότι ο Ρεθεμνιώτικος Τουρισμός δεν ήρθε ουρανοκατέβατος, δεν ξεκίνησε από πάνω προς τα κάτω αλλά από τη λαϊκή βάση και προχώρησε προς τα πάνω. Στις συσκέψεις αυτές, στις οποίες λήφθηκε η θεμελιακή απόφαση για τον αποπροσανατολισμό των οικονομικών δραστηριοτήτων και των προσδοκιών της πόλης προς τον Τουρισμό, δεν συμμετείχα, κεφαλαιούχου, αλλά απλοί επαγγελματίες, οι εστιάτορες, τα μέλη του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου, οι επιστημονικοί Σύλλογοι κλπ και ακολούθησαν πάλι απλοί ιδιώτες, πολλοί από τους οποίους στην συνέχεια , με την έμπνευση, το μεράκι και την αξιοσύνη τους, αναδείχτηκαν σε κεφαλαιούχους.
Αξίζει ακόμη να παρατηρηθεί ότι το αρχικό πλαίσιο των στόχων, που προσδιορίστηκε στη βασική εκείνη απόφαση και που στην ουσία είναι το πρώτο Τουριστικό Πρόγραμμα της πόλης, παρά την απειρία όλων μας, τότε, έπιασε σωστά τα πλείστα από τα θέματα, που ήταν τότε βασικά και τα ονομάσαμε, «τουριστική υποδομή πρώτης γενιάς. «Ακόμη σπουδαιότερο όμως είναι το γεγονός ότι το πρόγραμμα αυτό είχε την καλή τύχη τα αμέσως επόμενα χρόνια να εκτελεστεί στο σύνολό του, σχεδόν , και να στηρίξει και πρακτικά και ψυχολογικά την επιχειρούμενη στροφή προς τον τουρισμό. Συγκεκριμένα με τη σειρά που αναφέρονται στο Πρακτικό.
Κατασκευάστηκε ο «Λαβύρινθος», η πρώτη οργανωμένη πλαζ της Κρήτης, και έπαιξε σοβαρό ρόλο στα πρώτα βήματα του Ρεθεμνιώτικου Τουρισμού. (Άλλο τώρα, αν στην εποχή μας δεν έχει πια κανένα λόγο ύπαρξης εκεί, αντίθετα βλάπτει και πρόκειται να κατεδαφιστεί).
Η Φορτέτζα, που άνηκε σε διάφορους δημόσιους Φορείς (ΕΟΤ, ΥΠΠΟ κλπ) αλλά και σε ιδιώτες, που είχαν οικόπεδα από τα ανταλλάξιμα αποκτήθηκε από τον Δήμο εν μέρει με παραχώρηση και εν μέρει με εξαγορά και έγιναν πολύ σοβαρές αναστηλωτικές παρεμβάσεις, που ακόμη συνεχίζονται και θα συνεχίζονται για πολλά χρόνια.
Η Παλιά Πόλη παρά τις οξύτατες αντιδράσεις των κατοίκων που δεν πίστευαν στις αναπτυξιακές προοπτικές της, που όπως δεν πιστεύουν σήμερα, δικαιολογημένα, στις οικιστικές δυνατότητες της , μπλοκαρίστηκε και προωθήθηκε, αναγκαστικά με σκληρά μέτρα , όπως η απαγόρευση κάθε δόμησης για δυο χρόνια, η Μελέτη και ανάδειξή της. Σήμερα δικαιώνονται όλοι όσοι πίστεψαν στο μέλλον της, τουριστικό και πολιτιστικό.
Οι ιδιωτικές πρωτοβουλίες, που εκδηλώθηκαν μετά την ευρύτερη διάδοση και αποδοχή της ιδέας για τουριστική ανάπτυξη του Ρεθύμνου, βοηθήθηκαν όλες στο μέτρο του δυνατού, όπως θα αναφερθεί παρακάτω.
Εκτυπώθηκε το πρώτο prospectus του νομού, στο πνεύμα και με τις γνώσεις της εποχής, που το κείμενό του έγραψε ο υποφαινόμενος και το προλόγισε ο τότε Νομάρχης. Για το εξώφυλλο του φέραμε φωτογράφο από την Αθήνα και τράβηξε την οδό Θεσσαλονίκης τότε, τώρα Αραμπατζόγλου, με τα κιόσκια και τον κ. Γιάννη Χαντουμάκη. Το φυλλάδιο αυτό το στείλαμε παντού, όπου νομίζαμε, και ενα ή δύο αντίτυπα σώζονται στο προσωπικό του αρχείο.
Περιλήφθηκε το Ρέθυμνο στα διαφημιστικά προγράμματα του ΕΟΤ.
Ιδρύθηκε «Σταθμός Τουριστικής Αστυνομίας».
Ιδρύθηκε Γραφείο Τουριστικών Πληροφοριών, όχι στο Δημαρχιακό Μέγαρο, αλλά σε αυτοτελές λυόμενο, που τοποθετήθηκε στην πλατεία Ιερολοχιτών . το κιόσκι αυτό είχε κατασκευαστεί από τον ΕΟΤ ως πιλοτικό, για να γίνουν όμοια σε όλες τις πρωτεύουσες των νομών της χώρας, αλλά το πρόγραμμα αυτό δεν προχώρησε και το μοναδικό αυτό χαρίστηκε στον πρώτο που το ζήτησε, που ήταν ο Δήμος Βόλου.
Κατά τύχη το έμαθα μια μέρα που ήμουν στον ΕΟΤ και το άρπαξα κυριολεκτικά στον αέρα. Το φορτηγό στο οποίο ήταν φορτωμένο, αντί να ξεκινήσει για το Βόλο, κατηφόρισε στον Πειραιά με εμένα στη θέση του συνοδηγού.
Αυτό το γραφείο πλαισιώθηκε από τον μακαρίτη Κώστα Παλιεράκη, ένα πραγματικό πρωτοπόρο της τουριστικής ιδέας, που αμειβόταν με ψιχία ή , στις καλές περιόδους, με μεροκάματο οδοκαθαριστή. Με χαρά έμαθα ότι θα τιμηθεί η μνήμη του και προσθέτω ότι πρέπει να τηρηθεί ενός λεπτού σιγή γι’ αυτόν. Γενικά το Γραφείο αυτό εκπλήρωσε τον προορισμό του με τον καλύτερο τρόπο.
Και όλα τα υπόλοιπα σημεία – στόχοι της απόφασης , εκτός από την δημιουργία «εγκαταστάσεων δια τον ανεφοδιασμόν θαλαμηγών», επιτεύχθηκαν και πρόσθεσαν καθένα το λιθαράκι του στην εμπέδωση της τουριστικής ιδέας στο Ρέθυμνο. Και το Ενετικό λιμάνι μπορεί να μην μετατράπηκε σε λιμενίσκο θαλαμηγών, γιατί ήταν πολύ μικρό, αναστηλώθηκε όμως ριζικά με Μελέτη του αείμνηστου Ρεθεμνιώτη Αρχιτέκτονα Αντώνη Λαμπάκη και έκτοτε αποτελεί την αιχμή των χώρων εστιάσεως και αναψυχής της πόλης.
Οι ανωτέρω προσπάθειες κατευθύνθηκαν επίμονα και προς την Νομαρχία Ρεθύμνης, με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία ανάλογα με το ποιος προϊστατο εκεί. Σε μια φάση, λίγο αργότερα, η Νομαρχία αποδέχτηκε τις εισηγήσεις του Δήμου και αμέσως ζητήθηκε από τον Δήμο η ενίσχυση του Γενικού Γραμματέα του ΕΟΤ για το αντίστοιχο πρόγραμμα, με έγγραφο που άρχιζε ως εξής:
« Α. Κατά τον καταρτισμόν των προτάσεων της Νομαρχίας Ρεθύμνης δια το Περιφερειακόν Πρόγραμμα και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων 1972 επρέσβευσαν οι εξής απόψεις:
Α. ότι οι προσπάθειαι δια την οικονομικήν ανάπτυξιν του νομού πρέπει να προσανατολιστούν ουσιωδώς προ της τουριστικήν ανάπτυξιν, ως την περισσότερον ελπιδοφόρον κατεύθυνσιν, και
Β. ότι το τουριστικόν κέντρον του νομού είναι και θα παραμείνει η πόλις της Ρεθύμνης, η οποία πρέπει να εξοπλισθή δια της καταλλήλου υποδομής, ώστε να δύναται να παράσχη γενικήν κάλυψιν και υποστήριξιν των ιδρυόμενων και ιδρυθησόμενων Μονάδων ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Β. Εις εφαρμογήν των ανωτέρω απόψεων, κατεβλήθη η προσπάθεια όπως, εντός των υφισταμένων πλαισίων των ισχύοντων προγραμμάτων και εν συσχετισμώ προς τας λοιπάς ανάγκας του τόπου, καθορίσθη υψηλή προτεραιότης εις τα θέματα, τα οποία αποβλέπουν εις την δημιουργίαν της βασικής τουριστικής υποδομής της πόλεως. Εις τον αυτόν σκοπόν αποβλέπει και το Δημοτικόν πρόγραμμα. Ούτω ο Προγραμματισμός του 1972 έχει ως κάτωθι:»
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα έγιναν ατελείωτες παράλληλες προσπάθειες για την ουσιαστική προώθηση της τουριστικής ανάπτυξης του Ρεθύμνου, αλλά και την ευρύτερη δυνατή εμπέδωση της τουριστικής ιδέας. Αναρίθμητα δημοσιεύματα στον τοπικό Τύπο και εισηγήσεις σε συνέδρια και συσκέψεις έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Πρόχειρα αναφέρω τις εξής:
«Αι προοπτικαί τουριστικής αναπτύξεως του νομού Ρεθύμνης και η μέχρι τούδε συντελεσθείσα πρόοδος εις τον τομέα αυτόν «, Εισήγηση σε σύσκεψη στο Ηράκλειο.
«Η συμβολή των Δήμων και Κοινοτήτων εις την τουριστικήν ανάπτυξιν της χώρας», Εισήγηση στο Γ’ Πανελλήνιο Συνέδριο Τοπικής Αυτοδιοίκησης στα Χανιά.
«Εισήγηση στη σύσκεψη της 16. 5. 1971 εν τω Δημαρχιακώ Καταστήματι».
«Υπόμνημα δια την εν Ρεθύμνω σύσκεψιν της 21-10-78» στο Δημαρχείο.
Σε όλες αυτές τις εισηγήσεις, πάγιος προσανατολισμός ηταν η τουριστική ανάπτυξη, τα έργα τουριστικής υποδομής και η εμπέδωση της τουριστικής ιδέας.
Σε μια φάση αυτής της πορείας, πείσθηκε ο Γενικός Γραμματέας του Τουρισμού να έρθει στο Ρέθυμνο, για να εξετάσει τα θέματά μας. Η σύσκεψη που έγινε βασίστηκε στο έγγραφο που το εγχωρήσαμε και που έχει ως εξής:
«επί τη αφίξει σας εις την πόλιν μας, δια την επι τόπου εξέτασιν των θεμάτων μας, έχομεν την τιμήν να θέσωμεν υπ’ όψιν Υμών τα κάτωθι δεδομένα:
Α. Ο μέχρι τούδε προσανατολισμός της οικονομίας του Ρεθύμνου προς την γεωργίαν και την βιομηχανίαν απεδείχθη εκ των πραγμάτων ανεπιτυχής, εφόσον συμφώνως προς τα πρόσφατα ολοκληρωμένα στοιχεία της Υ.Π.Α.Κ, αφορώντας ο έτος 1966, το κατά κεφαλήν εισόδημα ανήλθε εις 272 δολάρια, έναντι 377 του Λασιθίου, 435 του Ηρακλείου και 668 όλης της χώρας. Του το οφείλεται εις το ότι το Ρέθυμνον:
Α. Έχει ελάχιστην καλλιεργήσιμον έκτασιν (36%).
Β. Στερείται υπολογίσιμων πρώτων υλών από πλευράς δυνατοτήτων βιομηχανικής επεξεργασίας.
Γ. Στερείται αξιόλογου εργατικού δυναμικού και
Δ. Δεν αποτελεί εμπορικόν συγκοινωνιακόν κόμβον.
Β. Κατά τα ανωτέρω δέον να θεωρηθεί αναγκαία η μεταβολή του προσανατολισμού της οικονομίας του Ρεθύμνου βασικώς προς την μάλλον αισιόδοξον προοπτικήν της Τουριστικής Αναπτύξεως.
Υπέρ της απόψεως αυτής συνηγορούν οι κάτωθι λόγοι :
Α. Το Ρέθυμνον έχει θαυμασίας παλαιότητας, ως η παλαιά Ενετική πόλις μετα του Φρουρίου και του Λιμένος και τα Τούρκικα μνημεία, μιναρέδες, τζάμια και κιόσκια.
Β.εχει θαυμασίαςφυσικάς καλλονάς ως μη μοναδική προστατευόμενη αμμουδιά, οι πευκόφυτοι λόφοι, οι οποίοι δεσπόζουν της πόλεως , και το ήπιο κλίμα του.
Γ. Γειτνιάζει προς το Ηράκλειον, παγκοσμίως γνωστόν Τουριστικόν κέντρο αλλα απρόσφορον δια μακροτέραν διαμονήν και
Δ. Διανύεται περίοδος αυξανόμενης τουριστικής κινήσεως και δη των ηλικιωμένων ατόμων, τα οποία αποδεδειγμένως θέλγονται από την χαρακτηριστική ησυχίαν της πόλεώς μας.
Υπο το πρίσμα των ως άνω δεδομένων υποβάλλωμεν Υμίν το παρόν Υπόμνημα μετά του συνημμένου Πίνακος των περισσότερον επειγουσών αναγκών του Ρεθύμνου, ίνα μελετήσετε ταύτα επί τόπου και δώσητε λύσεις».
Τα θέματα που ακολουθούσαν ήταν τα αναγκαία έργα τουριστικής υποδομής, να μην τα αναφέρομαι αυτή τη στιγμή.
Εδώ πάλι πρέπει να παρατηρηθεί ότι μέσα στη μια σελίδα του Υπομνήματος αυτού συνοψίζεται όλο το πρόβλημα που αντιμετώπιζε τότε ο τόπος μας καθώς και μια ελπιδοφόρα λύση.: ο μέχρι τώρα προσανατολισμός της οικονομίας μας απέτυχε και το κατά κεφαλή εισόδημα του Ρεθύμνου βρίσκεται περίπου στο ένα τρίτο του Εθνικού κατά κεφαλή εισοδήματος. Είναι ανάγκη να αλλάξει ο προσανατολισμός αυτός και ως πιο αισιόδοξη προοπτική εισηγούμαστε τον Τουρισμό.
Με τέτοια έγγραφα και Υπομνήματα του Δήμου βομβαρδιζόταν οι Υπηρεσίες, ΕΟΤ, Υπουργεία κλπ, ώστε σιγά – σιγά δημιουργήθηκε η γενικότερη αίσθηση ότι το Ρεθυμνο και θέλει και μπορεί να αναπτύξει τον Τουρισμό. Θα αναφέρω μόνο τιμητικά ένα έγγραφο ακόμη, προς τον Σεβαστό Καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο, τον γίγαντα της Αρχαιολογίας Σπυρίδωνα Μαρινάτο, που προϊστατο τότε των Αρχαιολογικών Υπηρεσιών του ΥΠΠΟ:
«Θέμα: Διατήρησις και ανάδειξις Μεσαιωνικής πόλεως Ρεθύμνης.
Κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας μεθ’ Υμών, λαμβάνομεν την τιμήν να αναφέρωμεν Υμιν τα κάτωθι:
- Αι βασικαι απόψεις του Δημου Ρεθύμνης, εις ότι αφορά τα μεσαιωνικά μνημεία της πόλεως, εκτίθενται εις το ύπερθεν σχετικό, επισυναπτόμενον προ διευκόλυνσιν της Υμετέρας Υπηρεσίας.
- Όλα τα θέματα της Παραγράφου 2, ήτοι τα αφορώντα εις το ενετικόν προμαχώνα, ευρίσκονται εν εξελίξει, ως επίσης ως επίσης και το θέμα της παλαιάς πόλεως. Ειδικότερον επ’αυτου αναφέρεται ότι η πρότασις του Δήμου Ρεθύμνης εγένετο δεκτή παρά της ΙVης ΥΣΑΠ και αναμένεται η έγκρισις του Υπουργείου Συντονισμού δια την εκτέλεσιν της.
- Επί των ανωτέρω θεμάτων της πόλεως θέσις Υμών και της υφ’ ημάς υπηρεσίας ηπήρξε απολύτως θετική και εποικοδομητική, διό και υποβάλλομεν Υμίν τας θερμότατας ευχαριστίας μας. Παρακαλούμεν δε όπως συνεχισθή η καρποφόρος αυτή συνεργασία, προς επίλυσην των τόσον ωραίων αρχαιολογικών θεμάτων της πολεως.».
‘
Τιμώ την μνήμη του με σεβασμό για την τεράστια προσφορά του προς την Επιστήμη της Αρχαιολογίας και προς την πόλη μας.
Εκεί επίσης, που φαίνεται ανάγλυφη όχι μονο η αγωνία για την πραγματοποίηση της στροφής της οικονομίας της πόλης προς τον Τουρισμό, αλλά και οι συγκεκριμένες προτάσεις έργων υποδομής,οι οποίες θα ενίσχυαν τη στροφή αυτή, είναι τα Προγράμματα του Δήμου.
Το πρώτο , από όσο ξέρω, κάπως συγκροτημένο Πρόγραμμα της πόλης ήταν η «ΙΕΡΑΡΧΗΣΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΠΟΛΕΩΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ, 1969», το οποίο αντιμετώπιζε λειτουργικά θέματα και έργα τουριστικής υποδομής της πόλης. Χαρακτηριστικό είναι αυτό που αναφέρεται στην «Αιτιολογική Έκθεση» του:
«Μέγα μέρος των απαιτούμενων έργων υποδομής είναι δυνατόν να ανατεθούν εις την ιδιωτικήν πρωτοβουλίαν. Προς την κατεύθυνσιν αυτήν κατεβλήθη συστηματική προσπάθεια κατά το παρελθόν έτος, ήτις έσχεν ως αποτέλεσμα τον προσανατολισμόν διαρκώς και περισσότερων επιχειρηματιών προς την κατεύθυνσιν της τουριστικής αναπτύξεως και ενός δια πρώτην φοράν ευρυτέρου κοινού. Είναι εξ’ άλλου αληθές ότι παρετηρήθη δισταγμός των επιχειρηματιών , ει την διενέργειαν σχετικών επενδύσεων.
Δια να κατανικηθεί ο δισταγμός των επιχειρηματιών και του κοινού και δια να αρχίση η διαδικασία της τουριστικής αναπτύξεως, είναι αναγκαίον να πραγματοποιήση ο Δήμος εν τουλάχιστον σημαντικόν έργον τουριστικής υποδομής. Είναι πιθανόν ότι εντός του 1969 θα καταστεί δυνατή η κατασκευή της πλαζ Ρεθύμνης».
ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ – Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Όσο κι αν φαίνεται σήμερα παράξενο, ο Λαβύρινθος έπαιξε σημαντικό ρόλο εκείνη την εποχή τόσο από λειτουργική όσο και από ψυχολογική άποψη για την ανάπτυξη του τουρισμού στην πόλη μας.
Πρέπει ακόμα να αναφερθεί ότι ανάμεσα στα Δημοτικά έργα τουριστικής υποδομής, που συγκροτούσαν το Πρόγραμμα αυτό περιλαμβανόταν κι ένα ιδιωτικό. Ο Δήμος ζητούσε να προωθηθεί μια τουλάχιστον μεγάλη ξενοδοχειακή Μονάδα, για να κάμει το Ρέθυμνο την είσοδο του μ’αυτήν στην διεθνή τουριστική αγορά. Έλεγε λοιπόν:
«Δημιουργία Μεγάλης Ξενοδοχειακής Μονάδος.
Η Πόλις διαθέτει 200 κλίνες Β.Γ, Δ και Ε κατηγορίας. Ο αριθμός ούτος απεδείχθη τελείως ανεπαρκής κατά την τουριστικήν περίοδον του 1968. Ήδη καταβάλλεται προσπάθεια όπως αντιμετωπισθή το θέμα, δια καταλλήλων ιδιωτικών δωματίων κατά το 1969. Εν τουτοις είναι λίαν επάναγκες όπως δανειοδοτηθή εις εκ των ενδιαφερομένων ιδιωτών δια την ίδρυσιν μεγάλου σύγχρονου ξενοδοχείου».
Το θέμα αυτό είχε, όπως θα αναφερθεί στη συνέχεια, πολύ καλή τύχη.
Το επόμενο πρόγραμμα ήταν το πρώτο, ίσως, πενταετές πρόγραμμα του Ρεθύμνου, στο οποίο τα πράγματα ήταν εντελώς ξεκάθαρα; «η ανάπτυξη του Ρεθύμνου είναι λογικόν να βασισθεί επί των κεφαλαίων τα οποία ήδη έχει. Τοιαύτα κεφάλαια είναι ουσιαστικώς δύο , τα εξής:
Α. το περιβάλλον του γενικώς, ως Παλαιά Πόλις και μνημεία και ως φύσις και ύπαιθρος . το κεφάλαιον αυτό οδηγεί προς την ανάπτυξιν του τομέα του Τουρισμού.
Β. Η πνευματική του παράδοσις, η οποία οδηγεί προς το Πανεπιστήμιον.».
Ήδη είχε αρχίσει ο αγώνας για την ίδρυση του Πανεπιστημίου, στον οποίο η πόλη ολόκληρη υπό την καθοδήγηση και τον συντονισμό του Δήμου, έκαμε τα καλύτερα της και κέρδισε τη μάχη.
Εκείνο όμως το Πρόγραμμα, στο οποιο αφ’ ενός αναλύθηκε το πρόβλημα της ανάπτυξης του Ρεθύμνου με τρόπο σχεδόν ολοκληρωμένο και αφ’ ετέρου διατυπώθηκε και τεκμηριώθηκε ένα ευρύτατο πλέγμα από προτάσεις για την αντιμετώπισή του, είναι η «ΕΚΘΕΣΙΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΟΟΠΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ, 1971». Στην αρκετά εκτεταμένη αυτή εργασία (93 σελίδες) αποδεικνύεται με αναντίρρητα στοιχεία ο κυρίαρχος ρόλος του Τουρισμού στην οικονομία του τόπου και χαράζονται οι βασικές κατευθύνσεις της μελλοντικής πορείας του, που εκφράζονται σήμερα με την επικεφαλίδα «ΠΟΛΙΤΣΜΟΣ – ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ- ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ». Σε γενικές γραμμές , το Πρόγραμμα αυτό καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της πόλης τα τελευταία τριάντα χρόνια, παρ’ όλες τις αδυναμίες της εφαρμογής του, που χαρακτηρίζει την Ελληνική πραγματικότητα.
Θα μπορούσε να παραταθεί παρά πολύ ο κατάλογος των δράσεων και των έργων τουριστικής υποδομής, που συνέβαλαν αθροιστικά στην διεύρυνση και εμπέδωση της τουριστικής ιδέας στην πόλη μας, αλλά δεν θα είχε νόημα αυτή τη στιγμή. Το βέβαιο είναι ότι μέσα σε πολύ λίγα χρόνια οι Ρεθεμνιώτες προσχώρησαν στην συντριπτική τους πλειοψηφία στο τουριστικό όνειρο και πίστεψαν στο οικονομικό μέλλον του τόπου τους, ύστερα από πολλές δεκαετίες κατάπτωσης και αποτελμάτωσής του. Άμεσο αποτέλεσμα αυτού του νέου, ελπιδοφόρου οικονομικού κλίματος ήταν ότι πολλοί έπαψαν να αγοράζουν διαμερίσματα στην Αθήνα και προτίμησαν να επενδύσουν τους κόπους και την έμπνευσή τους στο Ρέθυμνο. Το δύσκολο ήταν τώρα να γίνει η αρχή για την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Η αρχή έγινε με την EL GRECO, μια εταιρία που είχε ιδρυθεί από πλειάδα συμπολιτών και δεν είχε ευδοκιμήσει μέχρι τότε. Την έθεσα υπό την πλειάδα συμπολιτών και δεν είχε ευδοκιμήσει μέχρι τότε. Την έθεσα υπό τη προστασία μου και, ύστερα από σοβαρή προεργασία στην Αθήνα, πήγα στο Ηράκλειο όπου είχε κατέβει ο Γενικός Γραμματέας του ΕΟΤ για την προώθηση των τοπικών θεμάτων, τον απήγαγα κυριολεκτικά με το αυτοκίνητό μου, γιατι παρά τις πιέσεις μου οι Ηρακλειώτες δεν είχαν βάλει στο Πρόγραμμα επίσκεψης το Ρεθυμνο, και τον έφερα στον Αδελιανό Κάμπο.
Ήταν κακή ώρα για το Ρέθυμνο, γιατί προωθήθηκαν άμεσα τρεις ξενοδοχειακές Μονάδες, η EL GRECO, το ΡΙΘΥΜΝΑ και το ΜΠΡΑΣΚΟΣ. Την ίδια περίπου περίοδο προχώρησαν με δικές τους δυνάμεις και το ΙΔΑΙΟΝ και του ΒΑΛΑΡΗ.
Έτσι με δυο μεγάλες παραθεριστικές Μονάδες έξω και τρεις μικρότερες αστικές ο προγραμματισμός του Δήμου υπερκεράστηκε και το Ρέθυμνο έκανε μια ποσοτικά ικανοποιητική αλλά ποιοτικά πάρα πολύ δυναμική είσοδο στη διεθνή τουριστική αγορά. Οι πρωτοπόροι Ρεθεμνιώτες επιχειρηματίες είχαν κάμει το θαύμα τους.
(Αντίθετα άλλοι , επίσης πρωτοπόροι, όπως ο Κώστας Ζαχαράκης στο Δαμνόνι, δεν κατέστη δυνατόν να προωθηθούν, παρά τις προσπάθειές μας, γιατί η ώρα της νότιας παραλίας δεν είχε έρθει ακόμη).
Ωστόσο την περίοδο εκείνη απασχολούσε τον Δήμο ένα άλλο πρόβλημα: είχαν αρχίσει να ακούονται φωνές ανησυχίας, ότι η τουριστική ανάπτυξη, που διαφαινόταν ήδη, θα έφερνε άνοδο του κόστους ζωής σε όλους, ενώ θα αύξανε τα εισοδήματα μόνο λίγων. Η άποψη αυτή ακουγόταν καλά και το επιχείρημα ότι η γενικότερη άνοδος του οικονομικού επιπέδου της πόλης, που θα έφερνε ο τουρισμός, θα ωφελούσε τους πάντες δεν έπειθε, γιατί δεν υπήρχε καμιά γνώση ούτε εμπειρία από το θέμα, με αποτέλεσμα ο μεν εργατικός κόσμος να βλέπει θετικά το άνοιγμα ευκαιριών εργασίας, οι δε μισθωτοί να είναι σε μεγάλο ποσοστό επιφυλακτικοί.
Εκείνη την περίοδο ο ΕΟΤ έβγαλε ένα πρόγραμμα για τη δημιουργία Τουριστικών Δωματίων σε όλους τους Νομούς της χώρας , με την επισκευή και τον εξοπλισμό υπάρχοντων δωματίων σε ιδιωτικά σπίτια. Το Πρόγραμμα αυτό παρουσίαζε μια πολύ καλή ευκαιρία για μια ευρύτερη διάχυση του τουριστικού εισοδήματος σε ένα μεγάλο αριθμό οικογενειών της πόλης. Παράλληλα επειδή είχε αρχίσει, όπως είπαμε παραπάνω, ο σχεδιασμός των κινήσεων μας για την ίδρυση Πανεπιστημίου , η δημιουργία τουριστικών δωματίων παρουσίαζε ένα ακόμη μεγάλο πλεονέκτημα: από λειτουργική πλευρά έδιδε την δυνατότητα συμπληρωματικής χρήσης (το χειμώνα φοιτητές, το καλοκαίρι τουρίστες) και από διαδικαστική μας έδινε το δικαίωμα να αντικρούσομε την κατηγορία των άλλων διεκδικητών του Πανεπιστημίου ότι δεν έχομε στέγη για τις πρώτες σειρές των φοιτητών.
Για τους λόγους αυτούς ο Δήμος άρπαξε την ευκαιρία, ανέλαβε τον χειρισμό του προγράμματος αυτού για όλον τον νομό και έκαμε τις σχετικές διακηρύξεις για την υποβολή αιτήσεων δανειοδότησης. Όμως, την ημέρα που έληξε η προθεσμία είχαν κατατεθεί αιτήσει για 15 περίπου δωμάτια μόνο, γεγονός απογοητευτικό, που ανέτρεπε όλο το σκεπτικό του θέματος.
Ύστερα απ’ αυτό, συγκάλεσα στο αλσύλλιο της Σχολής Χωροφυλακής τότε μια ανοικτή συγκέντρωση όλων των Συλλόγων και Σωματείων της πόλης και μεγάλου αριθμού δημοτών, τους μίλησα επί μια ώρα από ένα μικρόφωνο που δεν ακουγόταν καλά και όταν ακουμπούσα τα χείλη μου με τίναζε λίγο, αλλά φαίνεται ότι στο τέλος έκαμε τη δουλειά του, γιατί στις επόμενες ημέρες κατατέθηκαν θυμάμαι μαζικά αιτήσεις για 412, αν θυμάμαι καλά , κλίνες συνολικά. Έτσι χρειάστηκε να πάρουμε και τα αδιάθετα υπόλοιπα από κάποιους νομούς της χώρας, για να καλύψουμε τη ζήτηση.
Εδώ θα ήθελα να παρατηρήσω ότι ο συνδυασμός Φοιτητών- Τουριστών σε δωμάτια αποτελεί έμμονη ιδέα μου και πριν από μερικά χρόνια έγραψα ένα σχετικό κείμενο που αναδημοσιεύτηκε στον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Και πρέπει να πω τώρα ότι οι πολλές εκατοντάδες ακατοίκητα δωμάτια, που βρίσκονται σήμερα στη Παλιά Πόλη, αν ευδοκιμήσουν οι προσπάθειες του Δήμου για ευνοϊκή δανειοδότηση και επιδότηση των κατοίκων, θα μπορούν να ανακατασκευαστούν και να εκπληρώσουν αυτό τον σκοπό πάνω σε ετήσια βάση πληρότητος.
Βασικό όμως κέρδος παραμένει ότι με βάση το αρχικό εκείνο πυρήνα των τουριστικών δωματίων σχηματίστηκε μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν ένα δυναμικό χιλιάδων κλινών, ξέχωρο από εκείνο των ξενοδοχείων, το οποίο επιτρέπει σήμερα σε εκατοντάδες οικογένειες να συμπληρώσουν ένα καλό τουριστικό εισόδημα.
Η ίδια κοινωνική αντίληψη κυριάρχησε και στο θέμα των χώρων εστιάσεως και αναψυχής. Όταν ο ΕΟΤ μου έδωσε τη δυνατότητα να προτείνω κατόπιν για δανειοδότηση, προκειμένου να αποκτήσει η πόλη ένα σύγχρονο χώρο, κάλεσα τον Σύλλογο Εστιατόρων και τους πρότεινα να αναλάβουν κάποιοι την κατασκευή και ίδρυση ενός μεγάλου εστιατορίου στη παραλία, αγοράζοντας και διασκευάζοντας 2 ή 3 συνεχόμενα κτίσματα , με ευνοϊκό δάνειο και επιδότηση. Μετά από μερικές μέρες μου απάντησαν ότι κανείς εστιάτορας δεν αναλάμβανε το ρίσκο μιας τέτοιας επένδυσης (η αποτελμάτωση της πόλης κρατούσε ακόμη καλά) και έτσι αναγκάστηκα να προωθήσω ως δημοτικό έργο και να το κτίσω με επιδότηση και όχι με δάνειο σε χώρο που νοικιάσαμε από το Λιμενικό Ταμείο. Έτσι έγινε το «ΔΕΛΦΙΝΙ» (δεν το βάφτισα εγώ), που ήταν στην εποχή του το καλύτερο εστιατόριο της Κρήτης για πολλά χρόνια φοιτητική Λέσχη φαγητού.
Την ίδια εποχή , λίγο νωρίτερα ίσως, εξασφαλίσαμε από τον ΕΟΤ, τη δυνατότητα να προμηθευτούμε 20 στολές κρητικών , γυναικείες και ανδρικές, για τις τουριστικές εκδηλώσεις μας και ιδιαίτερα για τη Γιορτή του Κρασιού. Αποφασίσαμε να τις φτιάξουμε στο Ρέθυμνο με τη βοήθεια της ακάματης κας Σοφίας Ηλιάκη και έτσι αποκτήσαμε και περιστασιακούς βρακοφόρους. Που να φανταζόταν κανείς τότε τι θα γινόταν μετά από 30 χρόνια και στον τομέα αυτό.
Όμως, η περιπλάνηση στα παλιά χαρτιά και τις αντίστοιχες μνήμες μας πήγε πολύ μακριά, αν και υπάρχει τόσο υλικό, που θα μπορούσε να γράφει ολόκληρο βιβλίο για την Ιστορία του Ρεθεμνιώτικου Τουρισμού. Στα αρχεία του Δήμου και τα δικά μου υπάρχει αυτό που θα ονόμαζε κανείς Ληξιαρχική πράξη Γεννήσεως του Τουρισμού του Ρεθύμνου, και ίσως κάποτε θα έπρεπε να γραφτεί κάτι περισσότερο από αυτό εδώ το κείμενο.
Τελειώνοντας, θα ήθελα από τη μια να ζητήσω συγνώμη από όσους πρωτεργάτες του Ρεθεμνιώτικου τουρισμού δεν ανέφερα, όμως πρέπει να πω ότι δεν ήταν αυτός ο σκοπός τους σημερινού σημειώματος, και από την άλλη να ευχαριστήσω τα μέλη του τότε Δημοτικού Συμβουλίου, ζώντες και τεθνεώτες, γιατί χωρίς τη σθεναρή στήριξη των εισηγήσεων μου εκ μέρους τους ουτε η Παλιά Πόλη θα μπορούσε να είχε διασωθεί ούτε το Πανεπιστήμιο να είχε κερδηθεί.
Θα ήθελα ακόμη να παρατηρήσω ότι πράγματα που στα πλαίσια της σημερινής δυναμικής τουριστικής αγοράς στην πόλη μας. Φαίνονται ασήμαντα, τότε, στην τουριστική ερημιά , φαινόταν σημαντικά και αξιόλογα. Τέλος, θέλω να συγχαρώ τους σύγχρονους Ρεθεμνιώτες Επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στον τομέα του Τουρισμού και να ευχηθώ ο Ρεθεμνιώτικος Τουρισμός να προκόβει σταθερά και σωστά, δηλαδή ποιοτικά, και να χαρίζει στον τόπο μας μια αειφόρο ανάπτυξη.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΧΟΝΤΑΚΗΣ