Πασχαλινό οδοιπορικό στα μονοπάτια της ιστορίας

ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ
Πασχαλινό οδοιπορικό στα μονοπάτια της ιστορίας
• Ο τραγικός θάνατος του Ανυφαντή και η σφαγή στο Ελαφονήσι
Σελίδες από Πάσχα χωρίς ανάσταση που έζησε το Ρέθυμνο, σε περίοδο σκλαβιάς ξεφυλλίσαμε για να έχει η γραφή επίκαιρο χρώμα. Πήγαμε και δυτικότερα για να τιμηθεί ένα συγκλονιστικό χρονικό αίματος και θυσίας.
Σταθήκαμε σε συγκλονιστικές στιγμές που απαθανατίζει η έρευνα και η πένα σημαντικών ανθρώπων του πνεύματος που λαμπρύνουν τον τόπο μας.
Ας ξεκινήσει το οδοιπορικό μνήμης από το Ρέθυμνο.
 
Έτσι επανακτήθηκε η Κυρία των Αγγέλων
Ήταν νύχτα της Δευτέρας του Πάσχα, 3 προς 4 Απριλίου, 1917 όταν ξέσπασαν αναταραχές στον περίβολο του «Κουτσοτρούλη Μιναρέ».
Αλαφιασμένοι ξύπνησαν οι Ρεθεμνιώτες να δούνε τι τους περιμένει πασχαλιάτικα.
Σε εκδοχές βασίζονται τα γεγονότα.
Λένε για ένα στρατιώτη που βρισκόταν μαζί με άλλους στην εκκλησία, αναμένοντας να φύγει για το μέτωπο της Μικράς Ασίας. Ο νεαρός αυτός έβλεπε συνεχώς στον ύπνο του μια γυναίκα μαυροφορεμένη που τον παρακινούσε επιτακτικά να ψάξει για την εικόνα της Παναγίας.
Το ίδιο έγινε και τη βραδιά του Πάσχα. Εκείνος το ανέφερε και πράγματι βρέθηκε η εικόνα της Οδηγήτριας στο σημείο που του είχε υποδείξει στο όνειρό του η άγνωστη γυναίκα.
Η επόμενη εκδοχή έχει περισσότερο ρεαλισμό.
Ο συγκεκριμένος στρατιώτης λέγεται ότι συμμετείχε σε σχέδιο χριστιανών να επανακτήσουν τις εκκλησίες που είχαν μετατραπεί σε τζαμί και κυρίως το ναό της Κυρίας των Αγγέλων.
Και τα κατάφεραν. Άνοιξε ξανά γι’ αυτούς η εκκλησία να λειτουργηθούνε. Πόσα ακόμα σημαντικά δεν αναφέρει ο σπουδαίος Μιχαήλ Μυρ Παπαδάκις στην περίφημη μελέτη του για την Κυρία των Αγγέλων.
 
Ευχές με μεγάλη σημασία
Το επόμενο γεγονός έχει περισσότερο κοινωνική σημασία αλλά δείχνει πόσο ο μεγάλος μας Νίκος Καζαντζάκης, σεβόταν και τιμούσε τον φλογερό πατριώτη Ιεράρχη Βασίλειο Μαρκάκη που θα παρουσιάσουμε σε λίγες μέρες.
Να θυμίσουμε πως ήταν ο Επίσκοπος που δεν δίσταζε από άμβωνος επί Γερμανικής Κατοχής να δίνει ηχηρά μηνύματα υπέρ της ελευθερίας και μάλιστα χωρίς να υπολογίζει τις συνέπειες.
Στην εποχή που αναφερόμαστε είναι Πάσχα του 1926 και ο Καζαντζάκης βρίσκεται στα Ιεροσόλυμα. Έχει γνωρίσει πριν από ενάμιση περίπου χρόνο τον Βασίλειο επισκεπτόμενος την Μητρόπολη Αρκαδίας και έχει εντυπωσιαστεί από τη μεγάλη αυτή μορφή.
Στέλνει λοιπόν μια ευχετήρια κάρτα αναφέροντας τα εξής:
«Ιερουσαλήμ Πάσχα 1926
Από την Αγία Πόλη Σας στέλνω ένα χαιρετισμό γεμάτο σεβασμό και αγάπη.
Ποτέ δε Σας ξεχνώ κι αλησμόνητες μένουν στον νου και στην καρδιά μου οι θαυμάσιες (-αστές;) ώρες που πέρασα στην επισκοπή Σας.
Καλή Λαμπρή κι ο Χριστός ανέστη!
Ν. Καζαντζάκης».
Η κάρτα αυτή ανήκει στην ανιψιά του Βασιλείου Μαρκάκη κ. Πολύμνια Λιοπυράκη-Μαρκάκη, η οποία και την παραχώρησε στον εκλεκτό λόγιο κ. Κωστή Ηλ. Παπαδάκη προς μελέτη και φιλολογική-θεολογική επεξεργασία.
 
Βραδιά ανάστασης η σταύρωση μεγάλου αγωνιστή
Επιστρέφουμε στις μεγάλες μορφές των αγωνιστών στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες και στεκόμαστε στη μεγάλη μορφή του Ανυφαντή από το Βυζάρι.
Αυτός είχε αναγκαστεί να εκπατριστεί επειδή δεν άντεχε τις βαρβαρότητες των Αμπαδιωτών Τούρκων.
Βρέθηκε στη Γαλλία στα χρόνια της μεγάλης επανάστασης 1789.
Κατετάγη σαν εθελοντής στον αγγλικό στρατό και όταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης εξεστράτευσε κατά της Αιγύπτου τον ακολούθησε και διακρίθηκε σε πολλές μάχες, μετά αποβιβάστηκε στην Κρήτη με πολεμικές γνώσεις και πείρα.
Η νοσταλγία για την πατρίδα δεν τον άφηνε να ησυχάσει.
Φαντάζεστε πως ένιωσαν οι δικοί του στο χωριό βλέποντάς τον ολοζώντανο μπροστά τους με πλήρη πολεμική στολή.
Άρχισαν να λένε τα δικά τους κι εκεί έμαθε ο Ανυφαντής για τα φρικτά δεινά που έζησε ο τόπος του.
Οι παλιές αρχοντικές οικογένειες του Βυζαρίου είχαν σχεδόν εξοντωθεί. Οι Βλαστοί, οι Βαρούχοι, οι Σιλιγάρδοι, οι Δετοράκηδες, οι Σαουνάτσοι, οι Σιγανοί.
Τα αρχοντικά τους είχαν ερημώσει γιατί άλλοι τα άφηναν αναζητώντας ασφαλέστερο τόπο να ζήσουν κι άλλοι είχαν κατακρεουργηθεί από τους Τούρκους.
Τότε ο Ανυφαντής έκανε βαρύ όρκο να σταματήσει το κακό. Όπως είχε πράξει και στην πρώτη του νιότη δημιούργησε αρματολικό σώμα και άρχισε τις επιθέσεις κατά των αιμοσταγών τυράννων. Εκείνοι έπαθαν μεγάλη ταραχή. Έχασαν τον ύπνο τους. Δεν ήξεραν από πού θα τους ξεπεταχτεί ο ατρόμητος Βυζαριανός για τους εξολοθρέψει. Είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος. Οι αγριότεροι Αμπαδιώτες πλήρωσαν με την κεφαλή τους τα φοβερά τους εγκλήματα. Η δράση του Ανυφαντή γέμισε κουράγιο τους Χριστιανούς που σήκωσαν κεφάλι. Οι Αγάδες του Ρεθύμνου μα και της άλλης Κρήτης τον θεωρούσαν πια σα μυθικό Δράκο. Κι έτσι τον αποκαλούν. Από το κρησφύγετο του Ψηλορείτη έκανε με τους θαρραλέους οπαδούς του γενναίες επιδρομές κατά των εχθρών. Μια απρονοησία του όμως και παράτολμη πράξη του στοίχισε τη ζωή.
Ήταν νύχτα του Πάσχα. Ο Ανυφαντής με σιγανές κώδωνοκρουσίες καλούσε τους κατοίκους στη μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης. Παγωμένος άνεμος ερχόταν από το χιονισμένο Ψηλορείτη και φυσούσε τις κορφές των δασών του Αμαρίου. Οι κάτοικοι όμως άρχισαν να γεμίζουν το ναό. Η ψυχή του ήρωα ζητούσε τη γαλήνη ύστερα από τους αγώνες χρόνων ολόκληρων. Κανείς εχθρός δεν υποπτεύτηκε την εκεί παρουσία του.
Πάνοπλος εμφανίστηκε στη μέση των συγχωριανών του χωρίς οπαδούς. Και όλοι με φωνές έκπληξης και χαράς τον υποδέχτηκαν. Εκείνος ευθυτενής και σοβαρός προχώρησε προς την Ωραία Πύλη και γονάτισε στο πέτρινο σκαλοπάτι. Ο σεβάσμιος ιερέας με δάκρυα ευλόγησε το άξιο τέκνο της πατρίδας και της εκκλησίας.
Ξαφνικά και ενώ εψάλλοντο τα αναστάσιμα μελωδικά τροπάρια, ένας πυροβολισμός ακούστηκε και μετά δεύτερος και τρίτος με βλασφημιές και απειλές. Όλοι τρομαγμένοι κοίταζαν τον γενναίο αρματολό που αμέσως από τον πρώτο πυροβολισμό εννόησε το θανάσιμο κίνδυνο που διέτρεχε μόνος του μεταξύ άοπλων και κατάλαβε ότι μεσολάβησε προδοσία. Ήταν όμως όχι μόνο αδύνατον να φύγει αλλά και ανάρμοστο για τη γνωστή γενναιοψυχία του. Φώναξε όμως προστατευτικά με θάρρος στους ομοχώριούς του. «Παιδιά από σας κανείς σας δεν μπορεί να με υπερασπιστεί. Φύγετε και σώσετε τις οικογένειές σας. Ψυχή να μη μείνει εδώ… ακούτε..;».
Όλοι τότε όρμησαν έξω ενώ οι πυροβολισμοί δονούσαν τα παλιά παράθυρα του ναού και φωνές πόνου ακολούθησαν…
Σύμφωνα με μαρτυρία εξήντα (60) θηριώδεις Αμπαδιώτες με λύσσα για εκδίκηση, πολιορκούσαν τον μικρό ναό της Παναγίας και πυροβολούσαν ομαδικά.
Έκαναν εξορμήσεις μα στη συνέχεια οπισθοδρομούσαν μ’ ένα ή δύο λιγότερους. Ο ήλιος προχωρούσε στο μεσουράνημα και ο αγώνας συνεχιζόταν. Επτά εχθροί είχαν πέσει γύρω από το ναό δίχως τους Χριστιανούς που έπεσαν κατά τη νυχτερινή από το ναό εξόρμηση.
Η άμυνα πια ήταν αδύνατη διότι ο ήρωας άυπνος, αποκαμωμένος, δίχως εφόδια, θα έπεφτε στα χέρια των εχθρών εντός ολίγου. Κι όταν μανιώδης με τα μαχαίρια τόλμησε να βγει, αλαλαγμός φρικτός ακούστηκε και όλοι οι εχθροί έπεσαν πάνω του με πυροβολισμούς και μαχαίρια. Έτσι ο ήρωας έπεσε καταπονημένος από πολλά βόλια… Και πριν ξεψυχήσει οι απάνθρωποι σταυρωτές του έσχισαν τα ευρέα στήθη του και ξερίζωσαν την πάλλουσα ακόμη καρδιά του Όσο για το σώμα του το τεμάχισαν και το άφησαν να γίνει βορρά στα σκυλιά και τα όρνια Αυτό ήταν το ηρωικό τέλος του γενναίου Ανυφαντή του Βυζαριανού.
 
Η Σφαγή στο Ελαφονήσι
Ανήμερα του Πάσχα 1824, έχουμε ένα ακόμα τραγικό γεγονός Είναι η σφαγή στο Ελαφονήσι.
Το 1824 ήταν ένας ακόμα δύσκολος χρόνος για την Κρήτη. Στις 17 Φεβρουαρίου ο Τομπάζης ύπαρχος του νησιού φεύγει για να ζητήσει βοήθεια, ενώ οι Τούρκοι προβαίνουν σε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις σκορπώντας τον όλεθρο και τον θάνατο. (850 κατά τον Μουρέλλο), (650 κατά τον Παν. Κριάρη) περίπου γυναικόπαιδα και γέροντες μαζί με τον άμαχο πληθυσμό των χωριών Κεραμωτής, Κάμπου, Αμυγδαλοκεφάλι, Σφηνάρι, Κούνενι, Περιβόλια καταφεύγουν τελικά και ταμπουρώνονται στο Ελαφονήσι, ελπίζοντας ότι οι Τούρκοι δεν θα έβρισκαν το αβαθές πέρασμα που οδηγεί στο Νησί. Μαζί τους και 40 ένοπλοι Κρητικοί.
Ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ Πασάς είχε ενημερωθεί για το πέρασμα( μια στενή υποθαλάσσια λωρίδα γης ανάμεσα στην στεριά και το νησί) από έναν Τουρκοκρητικό βοσκό από τα Τεμένια Σελίνου, τον Καμπέρη ο οποίος αργότερα εισήχθη σε στρατιωτική σχολή την Αίγυπτο και έγινε στρατηγός. Άλλοι λένε πως το πρόδωσε ένα γαϊδουράκι που έψαχνε απεγνωσμένα να βρει το αφεντικό του.
Η μάχη άρχισε 24 Απριλίου, ανήμερα Πάσχα. Ήταν άνιση αλλά σκληρή. Οι άντρες σφαγιάστηκαν. Οι γυναίκες και τα παιδιά (117 άτομα) πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου.
Σ’ αυτό το μικρό νησάκι συντελέσθηκε το μεγάλο δράμα, η σφαγή του Λαφονησιού, η μεγάλη θυσία. Η λαϊκή μούσα της Κρήτης απεικονίζει το δράμα με τους ακόλουθους στίχους.
«Γιάντα ‘ναι μαύρα τα βουνά κι οι κάμποι χλομιασμένοι;
Γιάντα δεν τραγουδούν πουλιά στα εννιά χωριά, στα δάση;
Είναι που σφάξαν Κρητικούς πάνω στο Λαφονήσι,
Γέρους, γυναίκες και παιδιά
Παιδιά δεν έμειναν να κλαίν
Γυναίκες να θρηνούνε.
Ούτε και γέροντες και γριές να σιγοψυθιρίζουν.
Έμειναν πόρτες σφαλιχτές
Παράθυρα κλεισμένα…»
Είναι βέβαιο ότι από την σφαγή γλύτωσαν 4 αδέρφια Γιωργηλάδες. Ο Μουρέλλος όμως παραθέτει τους εξής διασωθέντες: Κοτσυφάκης και Ιωαν. Αναστασάκης από τα Περιβόλια, τον Β. Βαϊδάκη από το Κούνενι (Βάθη) και τον Αρτέμη Αρτεμάκη από τα Παπαδιανά.
Από τότε η τοποθεσία ονομάστηκε Τουρκαύλακο. Έτσι το λένε και σήμερα οι ντόπιοι. Εκτός από τους άντρες βρέθηκαν και πολλές γυναίκες σκοτωμένες, οι οποίες προτίμησαν να θυσιαστούν παρά να πέσουν στα χέρια του εχθρού.
Η παράδοση λέει: «το αίμα έτρεχε αυλάκι που κοκκίνισε τη θάλασσα και πότισε την άμμο». Εκεί αποδίδεται και το κοκκινωπό χρώμα που έχει η άμμος της περιοχής.
Πιο πάνω στον ιερό βράχο της Χρυσοσκαλίτισσας υπήρχε ένα μικρό εκκλησάκι κολλημένο στο βράχο. Οι επιδρομείς δεν σκόπευαν να αφήσουν απείραχτο το προσκύνημα. Όταν όμως ανέβαιναν στη λαξευτή σκάλα που οδηγούσε στο εκκλησάκι, ένα άγριο σμήνος μελισσών που φώλιαζε στο κοίλωμα, εξαγριώθηκε και με τα κεντρίσματά του έτρεψε σε φυγή τους επιδρομής.
Μ’ αυτό τον τρόπο σώθηκε το εκκλησάκι, ενώ οι άλλες δέκα εκκλησίες της περιοχής ισοπεδώθηκαν.
Ξαναγυρίζοντας στην σφαγή του Λαφονησιού, ο Καμπέρης που πρόδωσε την τοποθεσία στον Ιμπραήμ, πήρε σαν αμοιβή μια από τις αιχμάλωτες γυναίκες και την παντρεύτηκε. Τα παιδιά του όμως σαν έμαθαν ότι η μητέρα τους ήταν Χριστιανή, έκαναν μνημόσυνο στην μνήμη της μητέρας τους σε Χριστιανικές εκκλησίες.
Το νησάκι καλύφτηκε από τα οστά των σφαγιασθέντων. Ακόμη και σήμερα όταν φυσά μανιασμένος αέρας ξεθάβει κάπου-κάπου ένα οστό των μαρτύρων. Στη μνήμη τους στέκει μνημείο χτισμένο από μαύρη πέτρα που γράφει:
«Στη Μνήμη της Μάχης του Λαφονησίου 1824
Ηρωικός θάνατος 40 πολεμιστών
Θυσία 600 γυναικόπαιδων
από το αίμα σας
του λυτρωμού η χαραυγή ροδίζει».
Αυτά αντλήσαμε από έγκυρες πηγές και τα παραθέτουμε για να τιμήσουμε ήρωες και θύματα που ανέβηκαν τον Γολγοθά ανήμερα το Πάσχα.
Πηγές:
*Μιχάλης Μ. Παπαδάκις, «Το χρονικό της Κυρίας των Αγγέλων Ρεθύμνου, Ρέθυμνο 1984».
*Ανυφαντής ο Βυζαριανός, από μαρτυρία του Μιχαήλ Λέκκα ή Λεκκομιχελή από το Φουρφουρά.
*Κωστή Ηλ. Παπαδάκη: ret-anadromes.blogspot, Πασχαλινές ευχές Νίκου Καζαντζάκη
*hatzikos.blogspot.gr

Αφήστε μια απάντηση