ΔΗΜΟΣ ΦΟΙΝΙΚΑ Ονειρεμένες αποδράσεις

Ονειρεμένες αποδράσεις σε μαγευτικές ακρογιαλιές

 

Εκτός από τον φημισμένοΠλακιά και τα γύρω χωριά προσφέρονται για ονειρεμένες

αποδράσεις.

 

Στην περιοχή Αγκουσελιανών υπάγεται ο συνοικισμός των Παλαιόλουτρων. Σύμφωνα με

την παράδοση πήρε το όνομά του από την ύπαρξη στην περιοχή θεραπευτικών λουτρών. Είναι

κτισμένος στους πρόποδες άγονου υψώματος. Οι παλιότερες οικογένειες είναι οι Κουταλάδες, οι

Φρισούληδες και οι Μαρκουλήδες.

 

 

 

Εδώ υπάρχει η εκκλησία της Αγίας Κυριακής που είναι θαυματουργή. Καθώς λένε, στους

πολέμους και στις επαναστάσεις ποτέ δεν σκοτώθηκε ούτε βλάφτηκε κανείς κάτοικος του

χωριού γιατί τους προστάτευε η Αγία Κυριακή. Ο ναός είναι παλιός, ρυθμού βασιλικής. Επίσης

υπάρχει η εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Στη θέση Καστέλα υπάρχουν τα ερείπια φρουρίου απ’

όπου οι Τούρκοι επόπτευαν την περιοχή. Στη θέση Πορτί, κακοτράχαλο στενό λέγεται ότι στην

εποχή της Τουρκοκρατίας έμεναν και δρούσαν οι επαναστάτες

Ο Πλακιάς τώρα ,από τα σημαντικότερα τουριστικά θέρετρα σήμερα, κτίστηκε πριν από 150

χρόνια από επαγγελματίες Σελλιανούς ψαράδες.

Είναι κτισμένος στην άκρη του ομώνυμου όρμου και η παραλία του ξεπερνάει σε μήκος το

1 χμ. Στον οικισμό που παλιότερα είχε μόνο μερικά σπίτια ψαράδων, υπάρχουν ταβέρνες και

σπίτια που νοικιάζονται το καλοκαίρι. Αποτελεί το αξιολογότερο τουριστικό μέρος στο νότιο

τμήμα του Ρεθύμνου. Το όνομα του το οφείλει στο γεγονός ότι κάτω από το χωριό υπάρχει μια

τεράστια πλάκα.

Στην τοποθεσία Γονατές η παράδοση λέει ότι γονάτισε ο Διγενής και ήπιε νερό από την πηγή

του Παπαχρόνη-Βρυσίδα ή Μάτι της θάλασσας. Η δεύτερη ονομασία της πηγής οφείλει το όνομά

της στο ότι κάποτε-σύμφωνα πάντα με την παράδοση-κατάπιε ένα βόδι που πήγε να πιει εκεί

νερό.

Παλιότερα η περιοχή γύρω από τον Πλακιά ονομαζόταν δήμος Φοίνικα και περιελάμβανε τα

γύρω χωριά με έδρα τα Σέλλια.

 

Ιστορικής σημασίας το Ροδάκινο που μοιράζεται στο Άνω και Κάτω Το Άνω

Ροδάκινο είναι κτισμένο σε υψόμ. 220 μ., απέχει 43 χλμ. από το Ρέθυμνο και έχει 267

κατοίκους. Ο δρόμος για τους δυο οικισμούς περνά από το Φαράγγι του Κοτσύφου.

 

Η ονομασία του χωριού οφείλεται, όπως πιστεύουν μερικοί, σε μια ροδακινιά που

είχε φυτρώσει στην περιοχή. Ήταν τόσο ξερός ο τόπος, που εθεωρείτο μεγάλο

γεγονός η ύπαρξη κάποιου δέντρου. Άλλοι λένε πως ονομάστηκε έτσι γιατί ο

ορίζοντας – όπως φαίνεται από τα χωριά αυτά – έχει σχήμα ροδάκινου. Υπάρχουν και

μερικοί που πιστεύουν πως δόθηκε αυτή η ονομασία στα χωριά, γιατί οι άνθρωποι

είναι ροδοκόκκινοι από τον ήλιο. Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι επειδή τα δυο

χωριά, Άνω και Κάτω, χωρίζονται από ένα φαράγγι, από το οποίοι περνούσε ένας

ξεροπόταμος, και το φαράγγι αυτό ονομαζόταν Ρίκινθος, κατ’ επέκταση το Ρίκινθος

έγινε Ροδάκινο.

Για το πότε κτίστηκε το χωριό, δεν έχουμε ακριβείς πληροφορίες. Ξέρουμε μόνο

πως παλιότερα υπήρχαν τέσσερις οικισμοί, οι Κουρκουλός, το Παλιό Χωριό, η θέση

Παναγιά και ο Αη-Λιας, που καταστράφηκαν τον καιρό της Τουρκοκρατίας, κατά πάσα

πιθανότητα από πειρατές. Πάντως το χωριό αναφέρεται στις βενετικές απογραφές.

Σύμφωνα με την παράδοση, το σημερινό χωριό υπάρχει από το 1600 περίπου,

όταν κάποιος Ροδακινιώτης, που γλίτωσε από την καταστροφή του Ροδάκινου

κατά την εποχή της Βενετοκρατίας, και είχε καταφύγει στη Μάνη της Λακωνίας,

γύρισε πίσω στο χωριό του με τα τρία του παιδιά. Αυτοί ήταν οι πρώτοι κάτοικοι

του σημερινού χωριού. Κι ίσως εξηγείται και το ότι οι κάτοικοι των γύρω χωριών

αποκαλούν του Ροδακινιώτες ‘Μανιάτες’. Αργότερα προστέθηκαν κι άλλες οικογένειες,

οι οποίες κατάγονταν κυρίως από τα Σφακιά. Παλιότερες οικογένειες είναι οι

Παπαδογιαννάκηδες, Ζαφειράκηδες, Κοτσιφάκηδες, Γιανναδάκηδες, Θωμαδάκηδες,

Γαλανάκηδες, Χομπίτηδες, Σηφακάκηδες, Λουκάκηδες, Λουκογιαννάκηδες και

Σταυγιανουδάκηδες.

 

Στην τοποθεσία Κουρκουλός, το 1821, ύψωσε ο ηγούμενος της Μονής Πρέβελη

Μελχισεδέκ Τσουδερός, τη σημαία της Επανάστασης. Στον όρμο Κόρακας, άραξε

το «Αρκάδι», που μετέφερε πολεμοφόδια και τρεις εθελοντές, τον Ιλαρίωνα Σκίνερ,

τον Ντεσμάζ και το Σότφριδ. Έγινε όμως αντιληπτό από τούρκικα περιπολικά και

αναγκάστηκε να φύγει αμέσως.

Από τον όρμο Περιστερέ, φυγαδεύτηκε ο Γερμανός στρατηγός Κράιπε. Τις

χειροπέδες με τις οποίες είχαν δέσει τον όμηρο, τις πήρε ένας Άνω Ροδακινιώτης,

ο Εμμανουήλ Κοτσυφάκης, ο οποίες τις έχει φυλάξει μέχρι σήμερα. Στον ίδιο όρμο

προσάραζαν τα συμμαχικά υποβρύχια και αντιτορπιλικά, φέρνοντας εφόδια για τους

αντάρτες που έκαναν αντίσταση κατά των Γερμανών.

Το χωριό κάηκε στις 20 Αυγούστου του 1943 από τους κατακτητές. Αφορμή δόθηκε

από το θάνατο κάποιου Γερμανού που σκότωσε ένας κάτοικος με τ’ όνομά Γιαννάς

Εμμανουήλ. Λέγεται μάλιστα ότι το χωριό εκκενώθηκε για 2 χρόνια, με διαταγή των

Γερμανών. Το γεγονός αυτό έγινε αιτία και οι κάτοικοι του χωριού σκότωσαν 6-7

Γερμανούς στη θέση Φρατί.

Στο Άνω Ροδάκινο, υπάρχουν οι εκκλησίες της Κοίμησης της Θεοτόκου – δίκλιτη –

της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα – δίκλητη κι αυτή, 200 περίπου χρόνων – του Αγίου

Παντελεήμονα, και αυτή 200 χρόνων περίπου.

Στο Κάτω Ροδάκινο βρίσκονται οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου, του Προφήτη Ηλία,

του Αγίου Αντωνίου, του Αγίου Γεωργίου στην τοποθεσία Κουρκουλό και του Αγίου

Πνεύματος στην κορυφή του όρους Κρυονερέτη. Στο σημείο που υπήρχε το εικόνισμα

– σε μια σχισμή – του Αγίου Πνεύματος, φαινόταν ένα φως. Κάποιος από το χωριό

Ρούστικα, οδηγούμενος από το φως, βρήκε το εικόνισμα και το πήγε στο χωριό του.

(Η περιοχή αυτή ανήκε στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία Ρουστίκων). Το εικόνισμα

όμως ξαναβρέθηκε στην αρχική του θέση, και μετά από το περιστατικό αυτό, κτίστηκε

στο σημείο εκείνο η εκκλησία του Αγίου Πνεύματος, η οποία ανήκε μέχρι τα τελευταία

χρόνια στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία Ρουστίκων.

 

Στο δήμο Φοίνικα ανήκει το χωριό Μαριού.Σύμφωνα με την παράδοση η ονομασία του

χωριού προέρχεται από το όνομα μιας βοσκοπούλας που ζούσε κάποτε στο μέρος εκείνο και

ονομαζόταν Μαριώ. Η καταγωγή της ήταν από τα Σφακιά. Η Μαριώ είχε πολλούς αδελφούς,

που ήταν βοσκοί κι αυτοί, και κάθε τόσο έλεγαν «πάμε να δούμε τη Μαριώ». Και έτσι με τον

καιρό ο τόπος που ζούσε η βοσκοπούλα ονομάστηκε Μαριού.

Για το πότε κτίστηκε το χωριό δεν έχουμε πληροφορίες. Οι κάτοικοί του κατάγονται από τα

Σφακιά και από τον παλιό οικισμό Κάπαρη.

Τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ένας από τους αδελφούς Σακοράφηδες, που ήταν πρακτικός

γιατρός, έσωσε το πόδι του τότε Τούρκου διοικητή και σαν αντάλλαγμα πήρε μερικά χωράφια,

τα οποία τα είχε πάρει αυθαίρετα ο Τούρκος από τους Χριστιανούς. Σε κείνα τα χωράφια

δημιουργήθηκε απ’ τους Σακοράφηδες ο οικισμός Κάπαρη. Οι απόγονοί τους πούλησαν τα

κτήματα στη μονή Πρέβελη. Στο τέλος της δεκαετίας του 1950 οι κάτοικοι του χωριού τα

αγόρασαν από τη μονή.

Οι παλιότερες οικογένειες είναι οι Σπαντιδάκηδες, Γαληνάκηδες, Ορφανουδάκηδες,

Σπανουδάκηδες, Σακοράφηδες, Γαληνάκηδες (από τον Άγιο Κωνσταντίνο) Γερακάκηδες (από

τα Λεκόλεια), Μαστοράκηδες. Έξω από το χωριό, σε απόσταση 500 μ., υπάρχει η τοποθεσία

Μάχες. Ίσως ονομάστηκε έτσι από τις πολλές μάχες που γίνονταν εκεί. Γνωστή είναι και η

τοποθεσία Σαρακίνα. Ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του θανάτου κάποιας Σαρακίνας.

Σε απόσταση 1.500 μ. από το χωριό σώζεται η εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, το μόνο

ίχνος του Νέου Χωριού, που ήταν μετόχι της μονής Πρέβελη. Όπως είναι γνωστό οι Κρητικοί

για να προφυλάξουν τις περιουσίες τους από τις λεηλασίες των Τούρκων τις πρόσφεραν σε

μοναστήρια.

Άλλες εκκλησίες που υπάρχουν στο χωριό είναι του Αγίου Βλάση που την έκτισε ο μοναχός

Ιωανίκιος στα 1912. Η εκκλησία της Παναγίας είναι αρκετά παλιά. Είναι όμως άγνωστο πότε

κτίστηκε.

Στη θέση Καλυβάτη, 15, χμ. από το χωριό, υπάρχει ένα σπήλαιο, το οποίο δεν έχει ακόμα

εξερευνηθεί. Όπως λέγεται, επί Τουρκοκρατίας, οι κάτοικοι έκρυβαν τις περιουσίες τους, καθώς

επίσης και το πολύτιμο τέμπλο της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας.

Έξω από το σπήλαιο υπάρχει η εκκλησία της Παναγίας της Υπαπαντής, η οποία κτίστηκε επί

 

Τουρκοκρατίας. Την έκτισαν οι κάτοικοι επωφελούμενοι διαταγής εικοσιτετράωρης ισχύος για το

κτίσιμο εκκλησιών.

Ενδιαφέρουσα παράδοση έχει και το χωριό Μύρθιος Αγιου Βασιλείου.

Σύμφωνα με την παράδοση η ονομασία του χωριού προέρχεται από τη λέξη μυρθιά. Κάποτε

στο κέντρο του χωριού μια μεγάλη μυρτιά που σήμερα δεν υπάρχει.

Στο χωριό υπάρχει η εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, η οποία κτίστηκε πριν το 961

γιατί ο Νικηφόρος Φωκάς βρήκε το χωριό κτισμένο, όταν άρχισε να σχεδιάζει την ανέγερση

της εκκλησίας. Το χωριό εξάλλου αναφέρεται στον «Καστροφύλακα» και στην απογραφή του

Barozzi. Οι κάτοικοι του χωριού δεν είναι όλοι γνήσιοι Κρήτες. Πολλοί ήρθαν από την κυρίως

Ελλάδα, σε αρκετά παλιούς χρόνους. Όμως υπάρχουν και άποικοι από τα Σφακιά και από άλλα

μέρη της Κρήτης. Στο χωριό ήρθαν και κατοίκησαν και κουρσάροι. Παλιότερες οικογένειες είναι

οι Ζαμπετάκηδες, Περιστεράκηδες, Τζαννηδάκηδες, Μπροκαλάκηδες και Φρυσούληδες. Στο

χωριό ποτέ δεν κατοίκησαν Τούρκοι.

Αρχικά ο Μύρθιος ήταν κτισμένος κοντά στη θάλασσα. Όμως οι συχνές επιδρομές των

πειρατών, κατά τη διάρκεια της ενετοκρατίας, ανάγκασαν τους κατοίκους να μεταφερθούν σε

ψηλότερα σημεία του λόφου. Η αρχική ύπαρξη του χωριού κοντά στη θάλασσα, φανερώνεται

από το παλιό υδραγωγείο που βρέθηκε εκεί.

Το λεκανοπέδιο που απλώνεται σ’ όλη αυτή την περιοχή ονομάζεται Γιαλιά (από το γιαλός).

Στη μινωική εποχή το χωριό λεγόταν Κάτω Σύβριτος. Σήμερα κοντά στο Μύρθιο,

στην τοποθεσία Παλίγρεμος ή Γονατές υπάρχουν μερικά μικρά σπήλαια. Οι κάτοικοι

τα χρησιμοποιούσαν σαν καταφύγια κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής για να

προστατευθούν από τους βομβαρδισμούς.

Στο χωριό συμβαίνει και ένα παράξενο φαινόμενο. Όταν έχει πανσέληνο, κυρίως από τις

αρχές Σεπτέμβρη μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου, το φεγγάρι μόλις βγαίνει από την ανατολή χτυπάει

σ’ ένα βράχο και καθρεφτίζεται μέσα σ’ όλη τη θάλασσα. Ειδικά στο σημείο της παραλίας που

ονομάζεται Παλίγρεμος βγαίνουν μεγάλα καλαμάρια (θράψαλοι στην τοπική διάλεκτο) στην

άμμο, τα οποία οι κάτοικοι τα μαζεύουν με μακριές βέργες.

Στο νεκροταφείο του χωριού υπάρχει μια επιγραφή χαραγμένη σε πέτρα κατά παραγγελία του

γλωσσολόγου Γ. Χατζηδάκι, που κατάγεται από το Μύρθιο «όσοι περνοδιαβαίνετε στου χάρου

το περβόλι μην λησμονείτε πως εδώ θα κατοικήσουμ’ όλοι». Υπάρχει ακόμα ξυλόγλυπτο ηρώο,

έργο του Β. Βαλασάκη που παριστάνει έναν ώριμο βρακοφόρο Κρητικό να μάχεται και δίπλα

του, τον ίδιο έφηβο να γυμνάζεται.

Στο Μύρθιο ανήκει το μισό φαράγγι του Κοτσυφά (το υπόλοιπο μισό στα Σελλιά). Το φαράγγι

βρίσκεται δυτικά του βουνού Κουρούπα και είναι συνέχεια της κορυφής Κρυονερίτης. Μια από

τις πολλές πηγές του φαραγγιού έχει το όνομα Μαίρη Κολύμπα.

Σύμφωνα με την παράδοση μέσα στην πηγή ζούσε ένα τεράστιο χέλι 100 οκάδων. Με το

άνοιγμα των δρόμων προς τα Σελλιά και Μύρθιο, τα μπάζα γέμισαν και σκέπασαν την κολύμπα.

Στην τοποθεσία Νιοσχωριό υπήρχε μικρό μοναστήρι που το διοικούσε η Μονή Πρέβελη. Στη

μονή Πρέβελη ανήκαν μέχρι το 1955 τα περισσότερα κτήματα της περιοχής. Ο τόσο μεγάλος

αριθμός των κτημάτων που ανήκαν στη μονή Πρέβελη προήλθε από τις προσφορές των

κατοίκων των γύρω περιοχών για να τα προστατέψουν από τις αρπαγές των Τούρκων.

Στο χωριό υπάρχει η εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα σε παραστάσεις κολασμένων

και του Αγίου Χαραλάμπους με μια ενετική καμπάνα του 1589.

 

Και φθάνουμε στα υπέροχα Σελλιά.

 

Το παραδοσιακό αυτό χωρίο βρίσκεται σε θαυμάσια θέση με θέα προς το Λιβυκό πέλαγος στη

νότια πλευρά της Κορφής Ξύλης.

Το χωριό ονομάστηκε Σελλιά γιατί είναι κτισμένο πάνω σε δύο φυσικούς αυχένες βουνού

(σελλιά= αυχένες).

Το χωριό πρωτοεμφανίστηκε πριν από 800 χρόνια όταν ενώθηκαν οι οικισμοί Καντόνια

για να προστατευτούν από τις επιδρομές των κουρσάρων.

Παλιότερες οικογένειες είναι

οι Ζουρμπάκηδες, οι Κουρμούληδες, οι Γυπαράκηδες, οι Δρυμάκηδες, οι Μακρήδες, οι

Ξηρουδάκηδες και οι Σαββόπουλοι.

Το χωριό δεν κατακτήθηκε ποτέ από τους Τούρκους . Το 1866 ο Ρεσίτ Πασάς επεχείρησε να

το κάψει ερχόμενος από τα Σφακιά με 10.000 στρατιώτες. Νικήθηκε όμως από τους κατοίκους

στη θέση Χαρουπίδια. Ο ίδιος ο Ρεσίτ τραυματίστηκε θανάσιμα-αργότερα πέθανε στο Ηράκλειο-

και σκοτώθηκε το άλογό του. Υπάρχει και σχετικό τραγούδι για τη μάχη αυτή.

Το 1896 έγινε και άλλη μάχη στη θέση Κάμπος κατά την οποία πιάστηκαν αιχμάλωτοι αρκετοί

Τούρκοι, τους οποίους γκρέμισαν από την Πλαγιά Αρκαλές. Το ότι το χωριό ποτέ δεν υπέκυψε

 

στους Τούρκους οφείλεται στην οργάνωση εθελοντικής ομάδας αγωνιστών με επικεφαλής το

Σαββόπουλο που είχε και δική της σημαία. Η ομάδα αυτή, γνωστή ως Σελλιανό μπαϊράκι,

έκανε συσκέψεις με τους κατοίκους των γύρω χωριών για να πάρουν αποφάσεις σχετικά με την

αντιμετώπιση των κατακτητών.

Οι Γερμανοί είχαν ένα φυλάκιο στο χωριό και ένα άλλο στη νοτιοδυτική πλευρά του Πλακιά,

στη θέση Σταυρί. Καθημερινά φοβέριζαν τους κατοίκους με συλλήψεις και με τις μεταφορές

των πατριωτών στο στρατόπεδο Πηγής Ρεθύμνης. Επιτακτικά συγκέντρωναν όλες τις σοδειές

των κατοίκων. Πολλοί από τους χωριανούς που αντιστεκόταν στους κατακτητές μεταφερόταν

στις φυλακές Αγιάς Χανίων και βασανίζονταν απάνθρωπα. Στις φυλακές αυτές πέθανε από τα

βασανιστήρια ο Αντώνιος Γουμενάκης.

Στα Σελλιά υπάρχουν πάρα πολλές εκκλησίες, γύρω στις 15, που ανάγονται όλες στη

βυζαντινή περίοδο. Μια από αυτές, η σπουδαιότερη, είναι του Αγίου Φωτίου που κτίστηκε

την εποχή του Νικηφόρου Φωκά. Η εκκλησία βρίσκεται στα ανατολικά του χωριού. Είχε πάρα

πολλές τοιχογραφίες που δυστυχώς έχουν καταστραφεί. Τα τελευταία χρόνια επισκευάστηκε.

Στο χωριό υπάρχει ηρώο, καθώς και προτομές των καθηγητών του πανεπιστημίου Αθηνών

Χρήστου Μακρή και Γεωργίου Κουρμούλη που κατάγονταν από εδώ.Στο ένθετο που θα

κυκλοφορήσει γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στους σημαντικούς αυτούς Σελλιανούς αλλά και

στους άλλους που τιμούν την περιοχή με το επιστημονικό έργο τους. Όπως ο κορυφαίος της

πνευματικής μας ζωής Χρήστος Μακρής.

Το φαράγγι του Κοτσυφού αποτελεί την είσοδο προς τα Σελλιά. Ονομάστηκε έτσι γιατί

τα κοτσύφια έκαναν τις φωλιές τους μέσα στα βράχια. Τα φαράγγι αυτό είναι συνέχεια

της κορυφής του όρους Κρυονερίτης. Σ’ αυτό εδώ το βουνό και στην εκκλησία του Αγίου

Πνεύματος, δόθηκε η τελευταία μάχη με τους Τούρκους το 1897.

Αφήστε μια απάντηση