ΜΟΥΣΙΚΑ ΤΑΞΕΙΔΙΑ
Του Ακαδημαϊκου ΜΑΝ. ΚΑΛΟΜΟΙΡΗ
Καθώς μπάρκαρα στο ασφυχτικά γεμάτο από κόσμο και κάθε είδους φόρτωμα και αποσκευές
βαποράκι που τραβούσε για την Κρήτη, δύο συναισθήματα ριζώνανε μέσα στην ψυχήν μου.
Το ένα ήτανε πως ασφαλώς πρέπει να υπάρχη κανένας ξεχωριστός «Θεός της Ελλάδος» για να μη
θρηνούμε κάθε μέρα ναυτικά δυστυχήματα, όταν τα καραβάκια μας ξεκινάνε περιφρονώντας κάθε μέρα
το νόμο του αδιαχωρήτου και κουβαλώντας στοιβαγμένους σαν σταφίδες κόσμο και κοσμάκη και
ντουνιά, και το άλλο, όταν έβλεπα και άκουα αυτό τον απλό Κρητικό Λαό γεμάτο ζωντάνια, θυμοσοφία
και χαρά μέσα στα βάσανά του ένοιωθα πόσο η Κρήτη κλείνει μέσα της κάτι το μεγάλο, το πολύ
ζωντανό, τη φλόγα της ελληνικής φυλής και την ελπίδα της.
Και το αίσθημα αυτό τονώθηκε όταν βρέθηκα στο Ρέθυμνο περιστοιχισμένος από καμμιά σαρανταριά
Κρητικόπουλα, το ένα πιο έξυπνο και πιο φιλότιμο από το άλλο, που υπό την καθοδήγησι δύο λαμπρών
νέων μουσικών, της κ. Ανδρουλιδάκη και του κ. Δαφέρμου, μου παρουσίαζαν τα αποτελέσματα της
καλλιέργειας του μουσικού τους ταλέντου.
Γιατί, στο Ρέθυμνο, που όπως όλη η Κρήτη, ανασυγκροτείται και αναδημιουργείται με γοργότατο
ρυθμό, επαναλειτουργεί από την περασμένη σχολική χρονιά μια αξιόλογη μουσική σχολή, το «Εθνικόν
Ωδείον Ρεθύμνου».
Το συντηρεί η «Πνευματική Εστία», ένα λαμπρό σωματείο, που ιδρύθηκε στα 1945, αμέσως ύστερα
από την απελευθέρωσιν, με σκοπό να απαπτύξη τη πνευματική κίνηση στο Ρέθυμνο με κάθε δυνατόν
μέσον.
Ιδρυτής της «Πνευματικής Εστίας» υπήρξεν ο δικηγόρος κ. Πολύβιος Τσάκωνας, που είνε και σήμερα
πρόεδρος ενός διαλεχτού Διοικητικού Συμβουλίου, που μέλη του είνε ο βουλευτής κ. Γ. Τσουδερός, οι
κ.κ. Φραγκιαδάκης, Αντωνάκης, Δρανδάκης, Δαφέρμος και άλλοι επιστήμονες και διανοούμενοι.
Η «Πνευματική Εστία» κατώρθωσε μέσα σε τρία χρόνια να στεγάση βιβλιοθήκη με 2.500 τόμους, να
εκδώση λαογραφικά κρητικά, να οργανώση μουσική σχολή, νυκτερινές σχολές και ακόμη βραδυνές
συγκεντρώσεις, ότου εκλεκτοί επιστήμονες και λογοτέχνες του Ρεθύμνου μεταδίδουν εγκυκλοπαιδικές
γνώσεις -ένα είδος λαϊκού Πανεπιστημίου- σε μαθητάς των ανωτέρων τάξεων του Γυμνασίου και γενικά
σε κάθε ένα που ήθελε να μορφωθή γενικώτερα.
Το μικρό Ωδείο του Ρεθύμνου, όπως είπα και παραπάνω, ελειτούργησε λαμπρά τον περασμένο χρόνο.
Ελπίζω πως θα συνεχίση με την ίδια ορμή και αγάπη το δρόμο του. Πιστεύω μάλιστα πως αν στο
προσεχές σχολικό χρόνο αληθινά ενθουσιώδης Πρόεδρος του προβή σε κάτι που του επρότεινα, το
μικρό αυτό επαρχιακό Ωδείο ίσως να παίξη ένα σοβαρώτατο ρόλο στην όλη εξέλιξι της μουσικής μας
λαογραφίας.
Πρόκειται να εισαγάγη δίπλα στα μαθήματα της ευρωπαϊκής μουσικής και την πρακτική και θεωρητική
σπουδή της κρητικής λύρας, που, κατά την γνώμη μου, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα ή μάλλον το
σπουδαιότερο λαϊκό όργανο που έχομε και από το οποίον, αν τελειοποιηθή, θα μπορούσε να προέλθη
μια ντόπια ορχήστρα λαϊκών οργάνων, που να αντικαταστήση τις ξενόφερτες Μαντολινάτες.
Με όλη αυτή την κίνησι το Ρέθυμνο θυμίζει και δικαιολογεί το λαϊκό κρητικό δίστιχο:
Χανιώτες για τα’ άρματα,
Ρεθενιώτες για τα γράμματα.
ΜΑΝΩΛ. ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ
Από το «Έθνος» των Αθηνών της 7 Αυγούστου