Αν ζούσαν τώρα κάποιοι Ρεθεμνιώτες που άφησαν εποχή με τη δράση τους, όπως η Λέλα Κούνουπα και μας έβλεπαν να τρέχουμε και να μη φθάνουμε κλεισμένοι στον εαυτό μας, παραμιλώντας για τις υποχρεώσεις που δεν καλύπτονται, την απογοήτευσή μας γιατί και φέτος οι γιορτές δεν θα είναι καλύτερες θα μας θύμιζαν ότι υπήρξαν κι εποχές χειρότερες.
Φτώχεια δεν σήμαινε δεν έχω να πάρω τσιγάρα ή δεν με φτάνουν ούτε για βενζίνη. Δεν ήταν χρέη από πιστωτικές που δεν σε άφηναν να ανασάνεις.
Ήταν όπως μου έλεγε ο μακαριστός και αξέχαστος συμπολίτης μας Μανός Αστρινός μια εποχή, που πολλά παιδιά τη νύχτα έπεφταν μπρούμυτα στο κρεβάτι για να αισθάνονται κάποιο βάρος στο στομάχι που ήταν άδειο και φυσικά διαμαρτυρόταν.
Ήταν εποχή που οι πατεράδες δεν είχαν πιθανότητα ούτε για μεροκάματο και οι μανάδες στο σπίτι αυτοσχεδίαζαν με αλεύρι και νερό να καταφέρουν να υπάρξει κάτι στο τραπέζι για να μην κλάψουν πάλι από πείνα τα παιδιά.
Κείνες τις εποχές ξεπεράστηκαν πολλές δυσκολίες από τη διάθεση μερικών ανθρώπων να ενώσουν τα χέρια σε μια κοινή προσπάθεια για την ανακούφιση της ανθρώπινης δυστυχίας.
Νυχτερινές εξορμήσεις αγάπης
Για παράδειγμα ο Εμμανουήλ Καούνης, μπορεί να μην έγινε γιατρός, αφού μόλις είχε γραφτεί στο Πανεπιστήμιο πέθανε ο πατέρας του και υποχρεώθηκε να αφήσει τις ανώτερες σπουδές. Θεράπευε όμως μέχρι το τέλος της ζωής του την ανθρώπινη δυστυχία.
Πόσοι και πόσοι δυστυχείς δεν γλίτωναν τη φυλακή από χρέη χάρις στον άνθρωπο αυτό. Τέτοιες μέρες μάθαινε ποιος είχε φυλακιστεί ή ποιος κινδύνευε από χρέη κι έσπευδε να πληρώσει και να τον στείλει σπίτι του.
Η Μαρία Παπαϊωάννου, μια επίσης αγιασμένη ψυχή, περίμενε να σκοτεινιάσει και να κοιμηθούν τα παιδιά της κι έπειτα έπαιρνε τσάντες με ό,τι μπορούσε να καλύψει στοιχειώδεις ανάγκες και τις άφηνε στις πόρτες, εκεί στα χαμόσπιτα γύρω από τη Φορτέτζα που ήξερε ότι υπήρχαν δυστυχείς.
Ούτε περίμενε ευχαριστίες. Άγγελος καλοσύνης πήγαινε στις πόρτες αυτές, άφηνε την τσάντα και εξαφανιζόταν. Η δράση της αυτή δεν θα γινόταν γνωστή αν οι συγκυρίες δεν οδηγούσαν στην αποκάλυψη.
Το μυστικό της αποκαλύφθηκε ένα βράδυ που ξυπνώντας ο άνδρας της αντιλήφθηκε την απουσία της. Όταν μετά από παρακολούθηση έμαθε το λόγο, της φίλησε το χέρι και της είπε πόσο περήφανος ένοιωθε για τη γυναίκα του.
Είχαν τόση φλόγα οι άνθρωποι εκείνης της εποχής για κοινωνική προσφορά που δεν τους ένοιαζε αν έδιναν λαβή ακόμα για αναίτιες υποψίες ολισθημάτων ηθικής. Γιατί όπως λέει και ο σοφός λαός μας «Καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται».
Στόμα με στόμα μαθευόταν οι ευεργεσίες τους κι άναβε το καντήλι της μνήμης σε αιώνιο μνημόσυνο.
Υπήρξαν και προσπάθειες που ανακούφιζαν μεγάλες ομάδες ανθρώπων όπως οι πολύτεκνες οικογένειες.
Που να εύρισκε ένας πολυφαμελίτης χρήματα για να σπουδάσει παιδιά, όταν είχε και το πρόβλημα της στέγης, αφού οι περισσότεροι έμεναν σε χωριά.
Στον τομέα αυτό έλαμψαν με την προσφορά τους μορφές που μόλις απέκτησαν ισχυρή οικονομική δύναμη έσπευσαν να βοηθήσουν τον τόπο τους.
Η μεγάλη προσφορά του Μ. Σταυρακάκη
Από τους μεγάλους ευεργέτες των Ανωγείων και ο Μιχαήλ Σταυρακάκης από τα Ανώγεια, που έδωσε στον τόπο του ανάσα με τις τόσες του προσφορές.
Σύμφωνα με στοιχεία που δανειζόμαστε από την ΑΝΩΓΗ και το αρχείο του Γυμνασίου Ανωγείων, ο φιλοπρόοδος αυτός Ανωγειανός μόλις απέκτησε μεγάλη περιουσία στην ξενιτιά έκτισε το Σταυράκειο Γυμνάσιο Ανωγείων με την συνδρομή και της συζύγου του Λετίτσια. Ξεπέρασε μάλιστα και τον κυκεώνα της γραφειοκρατίας, γιατί έπρεπε να ενημερώσει και το υπουργείο Παιδείας. Έκανε όμως το όνειρό του πραγματικότητα και το σχολείο λειτούργησε για πρώτη φορά το 1954. Το σπουδαίο, για την ευρύτερη περιοχή του Ψηλορείτη, αυτό γεγονός γίνεται γνωστό στον επισκέπτη από εντοιχισμένη μαρμάρινη πλάκα που βρίσκεται σε κεντρικό σημείο του αύλειου χώρου του σχολείου, μέχρι και σήμερα.
Ο ιδρυτής του γυμνασίου Μιχαήλ Σταυρακάκης δαπάνησε για την ανέγερση του κτιρίου 35.000 δολάρια, ποσό υπέρογκο για την εποχή εκείνη.
Το Γυμνάσιο τα πρώτα χρόνια λειτουργούσε με πολλές ελλείψεις ως προς τη στελέχωσή του από καθηγητές. Υπήρχαν και πολλά άλλα εμπόδια, υπήρχε όμως και πολύ μεράκι για να σταθεί το σχολειό αυτό στα πόδια του.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, μετά από αρκετές συζητήσεις το Σχολείο και οι τοπικοί φορείς καταλήξανε στο συμπέρασμα ότι ο μόνος τρόπος για να ισχυροποιηθεί και να εδραιωθεί το Γυμνάσιο Ανωγείων, ήταν να φοιτήσουν σε αυτό πολλοί και ξένοι μαθητές.
Έτσι, δημιουργείται ένα πραγματικό Δημοτικό Οικοτροφείο για μαθητές και μαθήτριες, το οποίο έμελλε να προκαλέσει κοσμοσυρροή ξένων μαθητών στα Ανώγεια και τη θεαματική βελτίωση της ποιότητας του Γυμνασίου. Οι βασικές διατάξεις του καταστατικού των οικοτροφείων αρρένων και θηλέων ήταν η δωρεάν διαμονή και διατροφή όλων των αριστούχων φτωχών και ορφανών μαθητών και μαθητριών, η συμβολική καταβολή μικροποσού των μαθητών του «Λίαν καλώς» και ένα ελάχιστο από τους υπόλοιπους. Μαθητές παραπεμπόμενοι ή απορριφθέντες δεν είχαν θέση στο οικοτροφείο.
Στα αμέσως επόμενα χρόνια οι ξένοι μαθητές ξεπέρασαν κατά πολύ τους διακόσιους από διαμερίσματα του νομού Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Λέγεται πως μόνο οι Μεσαρίτες συμπλήρωναν ένα λεωφορείο στις μετακινήσεις τους.
Το πλήθος των αριστούχων και επιμελών ξένων μαθητών και μαθητριών και η συγκινητική ευγενής άμιλλα με τους Ανωγειανούς μαθητές, έφεραν την δεκαετία του ’70 και του ’80 το Γυμνάσιο Ανωγείων στις πρώτες θέσεις μεταξύ των σχολείων της Κρήτης, όπως έδειχναν οι μεγάλες επιτυχίες στα ΑΕΙ. Φυσικά, μετά την μεταπολίτευση, το εξατάξιο Σταυράκειο Γυμνάσιο, όπως όλα τα σχολεία της Ελλάδας, χωρίστηκε σε Γυμνάσιο και Λύκειο και με αυτή την μορφή ακολούθησε την καλή του πορεία μέχρι σήμερα.
H μεγάλη προσφορά της παιδικής στέγης
Για ένα επίσης μεγάλο κοινωνικό έργο την «Παιδική Στέγη» αναφέρει σε σειρά δημοσιευμάτων του στον τοπικό τύπο, ο πολυγραφότατος λογοτέχνης μας αείμνηστος Κώστας Μαμαλάκης επίσης μεγάλος φιλάνθρωπος: «Σ’ ένα έργο που τείνει να γίνει γιγάντιο, αν λάβουμε υπ’ όψη μας πως ξεκίνησε και τις ευεργετικές επιπτώσεις του στο Ρέθεμνος και την ενδοχώρα του, θα αναφερθούμε σήμερα.
Και σ’ ένα φλογισμένο ιεραποστολικό ράσο, που θυμίζει τη δράση του την κοινωνική, όταν το γένος ήταν σκλαβωμένο.
Στην «Παιδική Στέγη» και τον Παπα Γιάννη Πίτερη.
Εμπνευστής και θεμελιωτής της «Παιδικής Στέγης» ιθύνων νους και ψυχή της τώρα, πάθος σκοπός του βίου του έχει γίνει, που λειτουργεί άψογα και παρέχει σε πάνω από 300 αγόρια και κορίτσια στέγη, τροφή και χριστιανική αγωγή.
Ένας φωτισμένος λειτουργός του Υψίστου με εμπνεύσεις δημιουργικές, μόρφωση, μελετηρός ώστε είναι ενήμερος σε όλα τα σύγχρονα προβλήματα παιδαγωγικής και ψυχολογίας, ακάματη εργατικότητα, ποιμαντορική ικανότητα, χριστιανική αγάπη και αγιότητα. Τυχερές οι κοινωνίες που έχουν τέτοιες ηθικές προσωπικότητες και παράγοντες προόδου στους κόλπους των.
Ο παπα Γιάννης Πίττερης συνέλαβε ένα τολμηρό σχέδιο. Το εκμυστηρεύτηκε σ’ έναν άνθρωπο που βαθιά εκτιμούσε. Είπαν «στ’ όνομα του Θεού» και ξεκίνησαν οι δυο τους, χωρίς πεντάρα, χωρίς σίγουρη προοπτική, να κυνηγήσουν μια ωραία χίμαιρα. Συνάντησαν εμπόδια, δυσκολίες ανυπέρβλητες, ετράβηξαν πολλά. Χτύπησαν πολλές πόρτες. Η πρώτη πόρτα ήταν το Δεσποτικό που χτύπησαν. Άνοιξε πρόθυμα κι έδωσε την εισφορά του ο Μητροπολίτης Αθανάσιος. Ύστερα ο παπα Γιάννης άρχισε να περιοδεύει «αποστολικά» τα χωριά, προπαγανδίζοντας την ωραία ιδέα.
Και μάζευε σ’ ένα ασκί λάδι, αποδεχόμενος και τον οβολό του φτωχού, το υστέρημα της χήρας, ας ήταν και μια κούπα λαδάκι.
Ξεκίνησαν με πίστη ακράδαντη στην ιδέα και θέληση σιδερένια αυτοί οι δυο άνθρωποι και στο τέλος η χίμαιρα αυτή έγινε πραγματικότητα. Ιδρύθηκε, εστερεώθηκε η «Παιδική Στέγη».
Ο παπα Γιάννης Πίτερης και ο Κώστας Αντωνάκης, ο «στιβαρός βραχίονάς μου» όπως τον αποκαλούσε ο Παπα Γιάννης ήταν αυτοί οι άνθρωποι.
Νομικός σύμβουλος της «Παιδικής Στέγης» ο Αντωνάκης παραστέκει ολόψυχα σε όλα της τα ζητήματα.
Πάνω από 300 αγόρια και κορίτσια έχουν εξασφαλίσει στέγη και τροφή».
Δεν έλειπαν όμως τα προβλήματα. Και αναφέρει στη συνέχεια ο Κώστας Μαμαλάκης:
«Δεν υπήρχαν χρήματα κι ήταν Σάββατο
Εκείνη τη μέρα είδα στο γραφείο κίνηση, εργάτες που δουλεύουν για τις προκαταρκτικές εργασίες ανέγερσης των νέων κτιρίων να περιμένουν πληρωμή και την ευγενέστατη σύμβουλο της «Παιδικής Στέγης» κυρία Μαρία Λιονή μαζί με τον παπα Γιάννη.
Δεν υπήρχαν εκείνη τη στιγμή χρήματα να πληρωθούν τα δεδουλευμένα δύο εβδομάδων ημερομίσθια. Κι ήταν Σάββατο.
Τα προβλήματα και οι ανάγκες των εργατών τα βάσανά των -είχαν κι αρρώστους 2-3 στα σπίτια τους- είναι φυσικό να μην τους αφήνουν περιθώρια να σκεφθούν τον ιερό σκοπό της «παιδικής στέγης». Κι όμως μόλις αντιλήφθηκαν την ειλικρινή λύπη του παπα Γιάννη, όλοι τους με συγκινητική προθυμία άρχισαν να τον παρηγορούν αυτοί, ότι θα τα βολέψουν με βερεσέ.
Ο ιερέας είχε γίνει κατάχλομος από τη στενοχώρια του.
– Όχι παιδιά θα σας δώσω ότι έχω πάνω μου και θα τρέξω να βρω λεφτά. Ποιοι έχουν αρρώστους; Ποιοι έχουν ανάγκη;
Τρεις τέσσερις με τα πολλά ομολογήσανε ότι είναι σε δύσκολη θέση. Οι άλλοι συναγωνιζόντουσαν ποιος να πρωτοαποποιηθεί την προσφορά του Παπα-Γιάννη. Η σκηνή με γέμισε συγκίνηση και θαυμασμό!
Αθάνατο Κρητικό φιλότιμο! Ευαίσθητη εργατιά του Ρεθέμνου!
Και τον ιερό σκοπό της Στέγης συλλογάσαι. Και τον παπα Γιάννη ευλαβείσαι».
Κι όμως μια φωτεινή προσωπικότητα έδωσε λύσεις στο μεγάλο αυτό πρόβλημα. Η Βιργινία Τσουδερού. Με ποιο τρόπο θα δείτε στη συνέχεια του αφιερώματός μας για τους αληθινούς φιλανθρώπους που βοήθησαν το Ρέθυμνο όταν ήταν μια παντέρμη πολιτεία.
Στο χθεσινό μας αφιέρωμα περιγράφαμε τα προβλήματα της «Παιδικής Στέγης» δανειζόμενοι στοιχεία από τα δημοσιεύματα του Κώστα Μαμαλάκη κι είχαμε μείνει στη σωτήρια παρέμβαση της Βιργινίας Τσουδερού. Γράφει σχετικά ο άρχοντας της καλής γραφής αείμνηστος συμπολίτης μας.
«Μια κυρία με έντονη προσωπικότητα η διακεκριμένη Δημοσιολόγος Βιργινία Τσουδερού-Παπαδάτου, με το καθαρό και γόνιμο «Τσουδέρειο» μυαλό της, συνέλαβε, μελέτησε και έθεσε σε εφαρμογή ένα καταπληκτικό σχέδιο, που δίδει προεκτάσεις στο έργο της «Παιδικής Στέγης» που ονειρευόμαστε.
Και το αποτέλεσμα είναι να έχουν ήδη αρχίσει οι εργασίες για τη δημιουργία ενός έργου τεράστιου, με επιπτώσεις σωστικές για την άπορη «μαθητιώσα νεολαία» και το Ρέθεμνος.
Η κ. Τσουδερού έχει θέσει στην υπηρεσία της «Στέγης» όλη τη δραστηριότητά της, όλες τις γνώσεις της.
Το σπουδαιότερο δε από όλα είναι ότι με το ορθολογιστικά οργανωμένο σχέδιό της, η Παιδική Στέγη, θα έχει Οικονομική αυτάρκεια στο εγγύς μέλλον. Τα υπό ανέγερση κτίριά της θα στεγάζουν τα καλοκαίρια ξένους φοιτητές.
«Μ’ ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια». Γιατί θα τονώνεται και η τουριστική κίνηση και θα είναι και ένα μόνιμο μέσο προβολής του Ρεθέμνου-τουριστικής προπαγάνδας του.
Για το σκοπό αυτό εξασφάλισε τη γενναία συνδρομή της ΧΕΝ, του Οργανισμού Τουρισμού και την τεχνική βοήθεια του στρατού.
Συνεπίκουρος και ο Σύλλογος των εν Αθήναις Ρεθυμνίων το «Αρκάδι».
Ένας κληρικός με όραμα
Οι εποχές που ακολούθησαν την μετακατοχική περίοδο, ήταν Γολγοθάς για τις πολύτεκνες κυρίως οικογένειες.
Εκείνοι που κυριολεκτικά δεινοπαθούσαν ήταν οι γονείς από τα χωριά, που ήθελαν να συνεχίσουν τα παιδιά τους το σχολείο. Αυτό απαιτούσε εγκατάσταση στην πόλη με ενοίκιο, επιβάρυνση η οποία έκανε την οικογένεια να στενάζει και δυστυχώς δεν ήταν η μόνη, γιατί η απομάκρυνση από την οικογενειακή εστία προϋπόθετε και άλλες δαπάνες.
Ευτυχώς που υπήρξαν άνθρωποι να δώσουν μια ανάσα σε πολλούς γονείς και να δημιουργήσουν μια εστία που σήμερα μπορούμε να χαρακτηρίσουμε φυτώριο επιστημόνων. Γιατί τα περισσότερα παιδιά που βρήκαν στέγη και φαγητό εκεί, διαπρέπουν σε διάφορους τομείς. Κάτι που ίσως να μην τον επιτύγχαναν αν οι συνθήκες τους υποχρέωναν να μείνουν στο χωριό και ν’ ασχοληθούν με το μεροκάματο σε αγροτικές δουλειές για να επιβιώσουν.
Ψυχή της προσπάθειας ο αείμνηστος παπα Γιάννης Πίττερης, με συμπαραστάτες τον Κώστα Αντωνάκη αρχικά και μερικούς ακόμα συμπολίτες που αναφέρονται πιο κάτω, ενώ η προσπάθεια δικαιώθηκε απόλυτα όταν είχε τη στήριξη της πρώην υπουργού και βουλευτή Βιργινίας Τσουδερού, που πλαισίωναν η Ειρήνη Γρηγοριάδου, ο Λεωνίδας Καούνης, η Φανή Παπαδουράκη, η Κατίνα Χαλκιαδάκη κ.α.
Από τις μορφές που θυμούνται με συγκίνηση οι άλλοτε τρόφιμοι της Παιδικής Στέγης, είναι η αείμνηστη Μαρία Λιονή, ένας άγγελος καλοσύνης, που είχε κάνει προσωπική της υπόθεση τη διακονία της αγάπης στο χώρο αυτό.
Ψυχοθεραπεία είναι για μένα τα δημοσιεύματα αυτά. Γιατί ξαναζώ στιγμές με αγαπημένους που δεν υπάρχουν πια και δυστυχώς το κενό τους δεν αναπληρώνεται.
Μια από αυτές τις μορφές που μνημονεύω συχνά και η Φανή Παπαδουράκη. Ομολογώ με την ευκαιρία ότι ενώ έχω γράψει εκατοντάδες νεκρολογίες στα 42 χρόνια της καριέρας μου, όταν πέθανε η Φανή δεν μπόρεσα να γράψω ούτε αράδα. Σαν να είχαν απολιθωθεί οι λέξεις στο νου μου. Η σεβαστή και πολύτιμη Ρεθεμνιώτισσα κα Μαρία Τσιριμονάκη, διαβάζοντας τις γραμμές αυτές θα με καταλάβει. Αλλά και κάθε Ρεθεμνιώτης που έζησε τη μοναδική αυτή γυναίκα.
Έζησε το Ρέθυμνο όταν ακόμα ήταν στα σπάργανα της ανάπτυξης. Κι είναι μεταξύ των άλλων ευφυών συμπολιτών που στήριζαν τότε την τοπική οικονομία με τις επιτυχημένες επιχειρήσεις τους.
Η Φανή Χουρδάκη, γόνος της επιφανούς οικογενείας είχε συνδέσει τη ζωή της με έναν επίσης λαμπρό επιχειρηματία το Γρηγόρη Παπαδουράκη που είχε το χάρισμα του επιχειρείν. Η Φανή είχε ένα πρότυπο για την εποχή του εμπορικό κατάστημα που απευθυνόταν κυρίως στο απαιτητικό καταναλωτικό κοινό. Ήταν στην Αρκαδίου, ακριβώς απέναντι από το τότε παντοπωλείο Βουλουμπασάκη. Όλες οι κυρίες είχαν καημό να δούνε τις νέες παραλαβές γιατί η Φανή είχε πάθος με την ποιότητα και ανεβασμένη αισθητική για το μέτρο της εποχής.
Η ίδια καθόταν πάντα κοντά στην είσοδο στο γραφείο της και με ξάφνιαζε ο τρόπος που διαχειριζόταν παράλληλα τα θέματα δουλειάς και σωματείων. Γιατί είχε αναπτυγμένη δράση στον κοινωνικό και πολιτιστικό τομέα με τη λογική και την προθυμία του απλού στρατιώτη. Στη δραστηριότητα αυτή δεν την εμπόδιζαν τα καθήκοντα της μάνας. Ο Τάσος (ο σημερινός αντιδήμαρχος Ρεθύμνου) και η Ελένη της, οι δυο της μεγάλοι θησαυροί έπαιρναν από τα μικρά τους χρόνια μαθήματα κοινωνικής προσφοράς, καθώς τα είχε υποχρεωτικά μαζί της στις συνεδριάσεις, ιδιαίτερα στον Τίμιο Σταυρό.
Μου είχε απαγορεύσει όταν ζούσε να κάνω οποιαδήποτε αναφορά στο φιλανθρωπικό της έργο που ήταν τεράστιο και απόλυτα διακριτικό. Η δουλειά μου όμως επέτρεπε να το ζω από κοντά.
Η Φανή τηρούσε τη γνωστή επιταγή του Ευαγγελίου και κανένας ποτέ δεν ήξερε πόσους ανακούφιζε. Απορούμε αν και η οικογένειά της γνώριζε αυτή τη δραστηριότητά της, γιατί όλοι την έβλεπαν μόνο σαν ένα δραστήριο μέλος της κοινωνίας μας, με συμμετοχή σε συλλόγους και σωματεία.
Κι όμως η Φανή στέγνωσε πολλά δάκρια συνανθρώπων της όσο ζούσε. Και δεν ήθελε ν’ ακούσει ούτε ευχαριστώ.
Για την υπέροχη αυτή γυναίκα που γεννήθηκε για να προσφέρει κι έφυγε τόσο άδοξα, τόσο πρόωρα, για να δικαιωθεί το ρηθέν «Οι καλοί πεθαίνουν νέοι» θα έχετε μια πλήρη εικόνα αν διαβάσετε το παρακάτω αριστουργηματικό κείμενο που έγραψε η στενή της φίλη κ. Μαρία Τσιριμονάκη, σαράντα μέρες από το θάνατό της.
Γράμμα χωρίς αποδέκτη
Το γράμμα τούτο δεν μπορείς να το πάρεις κι ούτε να το διαβάσεις.
Άφησες όμως πλούσια συναισθηματική βιβλιογραφία που μας επιτρέπει να επικοινωνούμε με Σένα, ο καθένας με τον τρόπο του: με το στοχασμό ή με το λόγο, με τα κείμενα ή τη ρίμα, πολλές φορές και με τη σιωπή…
Χωρίς να επιδιώξεις ποτέ την εντυπωσιακή πρωτοπορία σε πράξεις αρετής και γόνιμης δράσεως, η ακτινοβολία σου δημιουργούσε ισχυρούς δεσμούς ανάμεσα σε πλήθος προσώπων και σε Σένα. Η οικογένεια, οι συγγενείς, οι φίλοι, οι συνεργάτες της επιχειρήσεως, οι συναθλητές στις κοινωνικές και στις άλλες προσπάθειες οι άνθρωποι της ανάγκης ή της αξίας, τα παιδιά και οι έφηβοι, χρόνια τόσα έβρισκαν σε Σένα το καταφύγιο. Η καρδιά σου, η κατασταλαγμένη κρίση σου, η θετική συμπαράστασή σου, αναλάβαιναν ύστερα τα υπόλοιπα.
Μετουσίωνες το: μια καλή πράξη την κατάλληλη στιγμή, είναι μια καλή πράξη στην αιωνιότητα, σε στόχο σου, που μπορεί να μη την κατακτούσες όταν και όσο ήθελες. Η αδιαλλαξία σου όμως καθυπότασσε τα πολλά εμπόδια και σε αντάμειβε με όχι και λίγες στιγμές ευδαιμονίας.
Δεν διάβηκες από τη ζωή χωρίς δοκιμασίες αγωνίες και πίκρες. Κι ούτε προσδοκούσες πως τα προβλήματα βρίσκουν τη λύση τους δίχως προσπάθειες, χωρίς θυσίες.
Να ισχυριστούμε πως στις πεποιθήσεις σου αυτές θεμελιώνονταν το μέτρο στη συμπεριφορά σου, η αυτοεπιβολή και η ψύχραιμη θεώρηση των πραγμάτων;
Πρέπει να είναι έτσι.
Ως τη στερνή στιγμή, καμιά υπερβολή, κανένα παράπονο, κανείς φόβος για το θάνατο, δεν υποστάθμισε τη βαθύτερη δομή του είναι σου ή τη λεβεντιά σου.
Ο θάνατος επιδίωξε να σε υποτιμήσει με βασανισμούς, πάλεψε για να σ’ αφανίσει.
Τον αντιμετώπισες ήρεμα και πειστικά. (…)
Το μεγάλο κενό που άφησες πίσω σου, καλύπτει η ανάμνηση ολάκερης της ζωής σου, που αφιερώθηκε στην αρετή και στην προσφορά. Αν η αρετή έχει πολλούς δασκάλους αλλά λίγους αγωνιστές, μην μας αρνηθείς την επιθυμία να σε νοιώθουμε ανάμεσα στους λίγους.
Οι επιφανείς γράφουν ιστορία για τα έθνη ή για χάρη της ανθρωπότητας. Οι εκλεκτοί ποδηγετούν τις παροικίες της ανθρωπότητας και σβήνουν πάνω στο χρέος για τον άνθρωπο και για την κατήχηση του καλού και του ωραίου.
Αναρωτήθηκες αγαπημένη μας γιατί η ζωή μας να είναι τόσο σύντομη; Γιατί πάνω στο γύρισμα της καλής πλευράς της ζωής, που προοιωνίζει μια – κάποια ευτυχία, ο κακός δαίμονας αστράφτει κι άλλο χαστούκι;
Όχι βέβαια. Χωρίς να είσαι ασυμφιλίωτη με τη μεταφυσική ή φιλοσοφική διάθεσή σου σταματούσε περισσότερο στη μετρημένη θεώρηση της ρέουσας ζωής.
Αν ο θάνατος έσπευσε, Συ τον αντίκρισες γενναία. Θέλησες να μας αφήσεις πίσω σου καμιά σκιά σ’ ότι ο βίος σου ολόκληρος παραδειγμάτιζε.
Κι η απονιά ακόμη μένει μετέωρη μπροστά, στη μεγαλοσύνη!(…)
Εντελώς αναίτια στην οδύνη που προκάλεσε σε μας ο θάνατός σου, δικαιούσαι πάντως να μας φροντίζεις πάντοτε. Αποφθεγματική ήσουνα όταν έλεγες Να ‘σαι σωστός.
Για Σένα ίσχυσε αυτό που είπε ο Σενέκας: Καλημέρα… Καληνύχτα!… Να η ζωή. Η ζωή σου αυτή που κύλησε χωρίς να την σπαταλήσεις.
Για μας η μνήμη σου πρέπει να γίνει ερέθισμα και προσπάθεια άμιλλας στο χώρο του καλού και του ωραίου».
Πέρασαν χρόνια από το θάνατο της Φανής. Κι όμως τη θυμόμαστε με συγκίνηση και αλώβητη από το χρόνο και τη λησμονιά αγάπη.
EYA ΛΑΔΙΑ