Πως ξεδίψασε το Ρέθυμνο: Η επιλογή των πηγών

Του Δημήτρη Ζ. Αρχοντάκη
Δ’
Προκειμένου να επιλέξω τις πηγές, προς τις οποίες θα έστρεφα τις προσπάθειές μου για την ύδρευση της πόλης, διερεύνησα τις δύο λύσεις που πρότεινε το ρυθμιστικό σχέδιο του Ρεθύμνου και συγκεκριμένα:
1. Τις πηγές «Αγιασμάτσι», που τις απόκλεισα, γιατί ήδη είχαν δεσμευτεί για την ύδρευση του συνδέσμου κοινοτήτων Ατσιπόπουλου – Πρινέ – Γωνιάς – Φρατζεσκιανών Μετοχιών και Κάτω Βαρσαμόνερου.
2. Την κοιλάδα του Πρασανού Ποταμού, που επίσης την απόκλεισα, γιατί αφ’ ενός είναι ο ίδιος υδροφορέας με τον Πλατανιά, που δίδει νερό σκληρότητας 32-33 γαλλικών βαθμών (με νόμιμο όριο τους 12-15), και αφ’ ετέρου προϋποθέτει γεωτρήσεις άγνωστης παροχής και φερεγγυότητας για το μέλλον και επιπλέον απαιτούσε άντληση μέχρι του ύψους των Πρασών, για να έρθει το νερό κατόπιν με φυσική ροή στην πόλη.
Εξέτασα ακόμη τις πηγές Σπηλίου, αλλά τις απόκλεισα κι αυτές, γιατί η παροχή τους μόλις εκάλυπτε τις υδροαρδευτικές ανάγκες της κωμόπολης, καθώς και τις πηγές «Κουρταλιώτη» για αντίστοιχους λόγους και επιπλέον μεγάλες εδαφικές δυσχέρειες.
Ύστερα από την έρευνα αυτή κατέληξα στις πηγές Αγίας Δύναμης Αργυρούπολης για τους εξής λόγους:
1. Έχουν τεράστια παροχή. Σύμφωνα με την υπ’ αριθ. 125866/4-10-1982 έκθεση του υπουργείου Γεωργίας «Η μέση μηνιαία παροχή κατά τους μήνες άρδευσης κυμαίνεται από 172-296 λίτρα ανά δευτερόλεπτο»…. «Η παροχή των πηγών κατά τη διάρκεια των μηνών Νοεμβρίου Απριλίου αφ’ ενός μεν είναι μεγάλη, αφ’ ετέρου δε δεν χρησιμοποιείται σχεδόν για την άρδευση των εκτάσεων του ΤΟΕΒ».
Από προσωπικές επιτόπιες έρευνες διαπίστωνα ότι ακόμη και το κατακαλόκαιρο τεράστιες ποσότητες νερού των πηγών χανόταν στη θάλασσα.
2. Η υδρογεωλογική λεκάνη Αργυρούπολης – Μουσέλα – Κουρνά εμφανίζει ένα ασυνήθιστο για τα ελληνικά δεδομένα υδατικό πλούτο και πάντως τον μεγαλύτερο της Κρήτης. Συγκεκριμένα παράγει:
1. Πόσιμο νερό
 Λίμνη Κουρνά      μέση παροχή      190.000 κ.μ./24ωρο
 Πηγή Αργυρούπολης      μέση παροχή       18.000 κ.μ./24ωρο
 Πηγή «Φοντάνα»      μέση παροχή        6.000 κ.μ./24ωρο
 Πηγή «Αναβρετή»      μέση παροχή      1.000 κ.μ./24ωρο
Το σύνολο της ημερήσιας παραγωγής πόσιμου νερού ήταν 215.000 κ.μ., χωρίς να υπολογιστεί ο υπόγειος υδροφόρος ορίζοντας μεγάλης δυναμικότητας που είχε εντοπιστεί με γεωτρήσεις του ΙΓΜΕ.
2. Μη πόσιμο νερό
 Ο ποταμός Μουσέλας με μέση παροχή      23.000 κ.μ./24ωρο
 Το ρέμα «Δέλφινας» με μέση παροχή      11.000 κ.μ./24ωρο
Το σύνολο της ημερήσιας παραγωγής μη πόσιμου νερού είναι 34.000 κ.μ., χωρίς να συνυπολογιστούν οι πηγές «Περατικού» και «Αγίας Κυριακής» με συνολική μέση ελάχιστη παροχή 432.000 κ.μ./24ωρο (μετρήσεις ΙΓΜΕ) ούτε οι πηγές «Αλμυρού» που κινούσαν το μικρό υδροηλεκτρικό εργοστάσιο της περιοχής, επειδή έχουν υψηλά χλωριόντα (1500 – 2000 ppm).
«Από τους ανωτέρω πλούσιους υδατικούς πόρους, η πόλη του Ρεθύμνου μπορεί και πρέπει να λαμβάνει (7.000 κ.μ. από την πηγή Αργυρούπολης και 7.000 κ.μ. από τη λίμνη Κουρνά=) 14.000 κ.μ./24ωρο», έγραψα.
«Το μείγμα του νερού αυτού θα υπόκειται σε επεξεργασία σε Ταχυδιυλιστήριο σύγχρονου τύπου, ώστε να είναι απόλυτα σύμφωνο με τις ευρωπαϊκές και τις ελληνικές προδιαγραφές, η πρώτη περίπτωση στην Κρήτη.
Η ενίσχυση αυτή του συστήματος ύδρευσης της πόλης του Ρεθύμνου θα παράσχει τα αναγκαία χρονικά περιθώρια για την προσπέλαση σε ένα άλλο υδροφορέα, των Κούμων».
Η χρήση των τεράστιων αυτών υδατικών πόρων κάθε άλλο παρά ορθολογική ήταν. Για την τεκμηρίωση των απόψεών μου συνέλεξα πλείστα στοιχεία ποσοτικά και φωτογραφικά σε ένα τόμο «έκθεση για την ενιαία ορθολογική διαχείριση του υδατικού δυναμικού της υδρογεωλογικής λεκάνης Αργυρούπολης – Μουσελά – Κουρνά». Ο τόμος αυτός μου χρησίμευσε πολύ στις διαπραγματεύσεις με το υπουργείο Γεωργίας και τους διάφορους τοπικούς φορείς.
3. Το νερό των πηγών Αγίας Δύναμης έχει πολύ ωραία φυσικά χαρακτηριστικά.
4. Έρχεται στο Ρέθυμνο με φυσική ροή. (Ένα ενδιάμεσο προωθητικό αντλιοστάσιο αύξησε αργότερα την παροχετευτική ικανότητα του αγωγού). Οι παραπάνω λόγοι συνοψίζονται σε ένα και μόνο:
Η πόλη μπορούσε να πάρει νερό από εκεί που υπήρχε και όχι από εκεί που δεν υπήρχε, ανεξάρτητα από τον τρόπο απόκτησης της ποσότητας που χρειαζόταν και που ήταν ένας από τους εξής δύο:
1. Διοικητική πράξη, σύμφωνα με την ισχύουσα τότε νομοθεσία. Ο τρόπος αυτός αντιστοιχούσε στη δική μας περίπτωση, γιατί υπήρχε τεράστιο περίσσευμα νερού που χυνόταν ανεκμετάλλευτο στη θάλασσα.
2. Απαλλοτρίωση, σύμφωνα πάλι με την ισχύουσα νομοθεσία που δίδει προτεραιότητα στην ύδρευση απέναντι στην άρδευση. Ο τρόπος αυτός δεν ενδεικνυόταν για την περίπτωση μας, ακριβώς γιατί το υδατικό δυναμικό της περιοχής του ΤΟΕΒ υπερεπαρκούσε για τις υδροαρδευτικές ανάγκες των οποίων εζητείτο η ικανοποίηση.
Ωστόσο δεν καταφέραμε να αποφύγουμε την προσφυγή μας στα δικαστήρια. Να προσθέσω ότι πριν να αρχίσει η δίκη ένας από τους «καπετάνιους» της περιοχής πήρε παράμερα τον μηχανικό του δήμου, τον Δημήτρη Φοβάκη και του είπε: «Άμε να πεις του δημάρχου σας, ίντα θαρρεί πως είναι; Μια σφαίρα και κακή είναι».
Ο Φοβάκης ήρθε προβληματισμένος και μου το ανέφερε κι εγώ του είπα: «Πες του να χαρεί το πιστόλι του και τη λεβεντιά του. Η δίκη θα γίνει». Οι τύποι νόμιζαν ότι θα φοβηθώ και θα αποσύρω την αγωγή, αλλά η δίκη έγινε και την κερδίσαμε. Σ’ αυτό το κλίμα γινόταν οι αναμετρήσεις.
Αφού έγινε η επιλογή των πηγών και δικαιώθηκε δικαστικά, έπρεπε τώρα να εκπονηθεί η σχετική μελέτη για να δρομολογηθεί το έργο.
Τη μελέτη του έργου υδρεύσεως της πόλης αναθέσαμε στο ίδιο τεχνικό γραφείο που εκπονούσε ήδη τη μελέτη αξιοποιήσεως υδατικού δυναμικού δυτικής Κρήτης, με μόνη διαφορά πως απαίτησα να εξαιρεθούν οι πηγές Αργυρουπόλεως από το όλο υδατικό δυναμικό δυτικής Κρήτης, στο οποίο είχαν υπαχθεί αρχικά, και να γίνει αυτοτελής μελέτη και ανεξάρτητο έργο. Ο λόγος είναι η αντίληψη που είχα σχηματίσει ότι η ύδρευση της πόλης μας έπρεπε να μείνει ρεθεμνιώτικη υπόθεση και ότι δε θα κέρδισε τίποτε αν μπλεκόταν με τις τεράστιες υδροαρδευτικές υποθέσεις του ΟΑΔΥΚ, που αφορούσαν βασικά τα Χανιά.
Η μελέτη πήρε το όνομα «ύδρευσις μείζονος περιοχής πόλεως Ρεθύμνης», χρηματοδοτήθηκε από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, θεωρήθηκε από το υπουργείο Εσωτερικών ύστερα από γνωμοδότηση του συμβουλίου δημοτικών και κοινοτικών έργων και μελετών και εγκρίθηκε, σύμφωνα με τον νόμο, από το νομαρχιακό ταμείο Ρεθύμνης (αριθμ. αποφ. 192/17.9.1979), ύστερα από γνωμοδότηση του συμβουλίου δημοσίων έργων του υπουργείου Δημοσίων Έργων (αριθμ. γνωμ. 393/26.7.79).
Η Μελέτη αυτή:
1. Διαπιστώνει ότι στην άρδευση εκτάσεως του ΤΟΕΒ Καστέλου «γίνεται αλόγιστος σπατάλη και διαφυγή ύδατος κατά την περίοδον της αρδεύσεως οφειλόμενη κυρίως εις την επιφανειακήν λειτουργίαν του δικτύου και εις την δυσχέρειαν εφαρμογής κανονισμού αρδεύσεως».
2. Θεωρεί βέβαιο ότι «εις το εγγύς μέλλον δια της εκμεταλλεύσεως των υδατικών πόρων της λίμνης Κουρνά αποτελούσης τμήμα του προγράμματος αξιοποιήσεως υδατικού δυναμικού δυτικής Κρήτης θα αλλοιωθεί το υφιστάμενον σήμερον αρδευτικό καθεστώς εις την περιοχήν του Καστέλλου», καθ’ όσον «η αρδευόμενη σήμερον έκτασις εκ των πηγών Αγίας Δυνάμεως περιλαμβάνεται εις την αξιοποιητέαν περιοχήν του γενικότερου προγράμματος». Με βάση τα στοιχεία που παραθέτει υπολογίσει ότι «υπάρχει βάσιμος πρόβλεψις ότι εντός της τρεχούσης δεκαετίας αι πηγαί της Αγίας Δυνάμεως θα αποδεσμευθώσι εκ της πλημμελούς εκμεταλλεύσεως αυτών δι’ άρδευσιν».
3. Εκτιμά ότι μέχρι να ολοκληρωθεί το γενικότερο πρόγραμμα αρδεύσεως της περιοχής, η πόλη του Ρεθύμνου πρέπει να λαμβάνει 5.150 κ.μ./24ωρο, δηλ. 180 λ./1» επί 8 (νυκτερινές) ώρες κατά το μήνα της αιχμής. Την παροχή αυτή θεωρεί δυνατή χωρίς σημαντικές επιπτώσεις πάνω στην άρδευση της περιοχής, αλλά, αν υπάρξουν προβλήματα, προτείνει την ενίσχυση της αρδεύσεως από τη λίμνη Κουρνά με αντλητικό συγκρότημα εγκαθιστάμενο μερίμνη του υπουργείου Γεωργίας. (βλ. Ύδρευσις Μείζονος περιοχής πόλεως Ρεθύμνης, οριστική μελέτη, τεύχος 1, τεχνική έκθεσις, σελ. 3-12, 3-13, 3-14, συνημμένα 1, 2, 3).
Έτσι, χωρίς να παραβλέπω τις τεράστιες δυσκολίες που παρουσίαζε το εγχείρημα (απόσταση 24 περίπου χιλιομέτρων, ορεινή διαδρομή, ισχυρές αντιδράσεις των κατοίκων κλπ.) προώθησα τη μελέτη ύδρευσης της πόλης από τις πηγές Αργυρούπολης. Η εκπόνησή της μαζί με τις 13 (!) εγκρίσεις που απαιτούσε, από όσο θυμούμαι, χρειάστηκε πέντε χρόνια συνολικά, ετοιμάστηκε όμως και τοποθετήθηκε στον φωριαμό του δήμου περιμένοντας ευκαιρία χρηματοδότησης. Ο προϋπολογισμός του έργου κατά τον χρόνο εκτέλεσής του ήταν 180 εκ. δραχμές, ποσόν πολύ μεγάλο για την εποχή εκείνη.
 
*Ο Δημήτρης Ζ. Αρχοντάκης είναι τ. δήμαρχος Ρεθύμνης

Αφήστε μια απάντηση