Ένας από τους καλύτερους Κρητικούς ζωγράφους, πέθανε στο Ηράκλειο, το
περασμένο Σάββατο και την Κυριακή τάφηκε στην Πηγή, σύμφωνα με τελευταία
επιθυμία του.
Ο Νέος Αμαριώτης γιος του ανθρωπιστή γιατρού Γεωργίου Φωτάκη, έκανε λαμπρές
σπουδές στη Σχολή Ζωγραφικής, των Αθηνών, ενώ παρηκολούθησε την εξέλιξη της
Τέχνης, στην Ισπανία και την Ιταλία.
Εκθέσεις των έργων του έκανε παντου. Στην Αμερική την Ευρώπη, την Ελλάδα.
Ηταν μια ταλαιπωρημένη ψυχή, ένας άνθρωπος που πόνεσε πολύ, που υπέφερε.
Η λεπτή ψυχή του, ψυχή ενός περιπλανώμενου καλλιτέχνη ικανή να πληγωθεί με το
τίποτε, δεν βρίσκονταν ποτέ επουλωμένη. Αιμόσταζε συνεχώς.
Για το παραμικρό, σου χρωστούσε ευγνωμοσύνη. Ακόμη και σε τελευταίο γράμμα
του, θυμότανε που τον είχα παρουσιάσει στη Ρεθεμνιώτικη κοινωνία με την ευκαιρία
της εκθέσεως του τον περασμένο χρόνο στη Λέσχη. Και δεν εύρισκε λόγια να μ
’ευχαριστήσει γιαυτο.
Τον ψυχικό του σπαραγμό που ήταν για τον Φωτάκη, μόνιμο καθεστώς, τον βλέπεις
καθαρά στους πίνακές του, στην πινελιά, στο χρώμα.
Η Λέσχη Ρεθύμνης στην οποία ο άμοιρος ζωγράφος έκανε την τελευταία του έκθεση,
ηυτύχησε να έχει τρεις από τους καλύτερους πίνακές του.
Το Ρεθεμνος, τις ελιές , τα χρυσάνθεμα.
Δεν ακολουθήσε την κλασσική γραμμή, γι’ αυτό ξένιζε τον απαρασκεύαστο
παρατηρητή. Ήταν εξπρεσιονιστής, χωρίς να έχει προχωρήσει στην εντελώς
μοντέρνα τεχνοτροπία, αλλά ότι δίνει στην εργασία του αξία είναι το χρώμα, η πνοή
που εμφυσούσε στον πίνακα.
Αξίζει να μην είσαι συνηθισμένος στη τεχνοτροπία, κι ως τόσο αναγκάζεσαι να
δεχτείς το τοπίο, εκφραζόμενο από το ζωγράφο σύμφωνα με την αισθητική του
Ουάιλντ που κρίνει πώς η τέχνη είναι που ομορφαίνει τη φύση. Ετσι αισθάνεσαι το
τοπίο, ακόμη ωραιότερο από το μαγικό χέρι του Καλλιτέχνη.
Ηταν φτωχός κι ως τόσο η φιλανθρωπία του ήταν δεύτερη φύση. Για τον Φωτάκη δεν
ήταν κενό γράμμα, η παραίνεσης της εκκλησίας «όποιος έχει δυο χιτώνες, ας δίνει τον
ένα στον γυμνό».
Πολλές φορές, ο Φωτάκης χάριζε τον καλύτερο κι έμενε με το χειρότερο.
Ακόμη κι η τελευταία του επιθυμία να ταφεί στην Πηγή, χωριό της μάνας του και
όπου τον φρόντιζε μια αγαπημένη του θεία, εκφράζει την ωραία υποδομή της ψυχής
του.
Ας ευρη τη γαλήνη στην αγαπημένη γη, ο πονεμένος οδοιπόρος της.
Ν. ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ
ΒΗΜΑ 1959