«Το σήμαντρο της δε χτυπά, δεν έχει ψάλτη ούτε παπά…»
Ηχολογάει χαρμόσυνα η λαμπριάτικη καμπάνα στην ελεύθερη τώρα Αμαριώτικη περιοχή κι ο αντίλαλος της φτάνει μακρινός στα κατεστραμμένα χωριά του Κέδρους. Κείνος φέρνει σ’αυτά την ηχητική αυτή γλυκύτητα που ο Χριστιανισμός έχει καθιερώσει για τους πιστούς σαν Πασχαλινή εκδήλωση χαράς για την Ανάσταση του Ναζωραίου.
Οι δικές τους καμπάνες αργούν ακόμα, σωπαίνουν.
Οι χαροκαμένες χήρες, τα πτωχά ορφανά, τα θλιμμένα απομεινάρια της άγριας καταστροφής και συμφοράς, οσο κι αν ζουνε πια στης λευτεριάςτην ησυχασμένη γαλήνη, δεν μπορούν να νιώσουν τη λαμπρή, τη μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας.
Στα μισοστεγασμένα ερείπια τους, ο βαρύς Χειμώνας που πέρασε για δεύτερη φορά, μετά τη συμφορά τους, τους είχε με το υγρό και παγερό του σάβανο, σε μια άθλια και ταλαίπωρη ζωή. Ο ήλιος της Άνοιξης, μόλις άρχισε να τους θερμαίνει και να του ζωογονεί, μα τα δικά τους σήμαντρα δεν μπορούν να ηχολογήσουν, γιατί δεν υπάρχουν.
Γκρέμισετα πάντα ο ούνος και τα καμπαναριά και τις εκκλησίες και τα νεκροταφεία τους . κι ακόμα δεν ήρθε η ώρα να ξαναδούν εκκλησία, καμπαναριό, τόπο θρησκευτικών τελετών.
Στα περισσότερα χωριά αυτά δεν υπάρχει παπάς για να πάρει το Ιερό Ευαγγέλιον και να ψάλει το «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών..» εκεί στα ερείπια της εκκλησίας.
Κανένας εσπερινός καμία ακολουθία τη Μεγαλοβδομάδα. Ούτε τα δώδεκα Ευαγγέλια, ούτε το «σήμερον κρεμάταιεπι ξύλου…»,ούτε ο επιτάφιος στολισμένος από τα αγνά χέρια των κορασίδων με λουλούδια φυτρωμένα στο αιματοβαμμένοχώμαούτε μυροφόροι, ούτε εξομολόγηση απ’ τον πνευματικόνούτεΘεία μετάληψη. Όλα τα στερήθηκαν οι άμοιροιΚεδριανοί και φέτος.
Χωρίς καμπάνας προσκλητήριο, όμως θα προσέλθουν οι χριστιανοί τούτοι, χωρίς τη γλυκόχοη συνοδεία της, χωρίς παπά και ψάλτη, χωρίς εικόνες και εξαπτέρυγα, θ ’αναστήσουν το Χριστό. Σιωπηλοι μα περήφανοι, θλιμμένοι μα αξιοπρεπείς, χωρίς λαμπριάτικες φορεσιές με τα κεράκια στο χέρι, μαζεύονται λίγοι- λίγοι, απ’ τα χαλάσματα στον ιερό υπαίθριο χώρο που αναπαύονται οι αγαπημένοι τους. Εκει θα κάμνουν την Ανάστασιν αυτή.
Αποζητάνε τα ορφανά παιδάκια τον πατέρα που θα τα συνόδευε ντυμένα τα καινούρια τοςυ φορεματάκια στην τελετή της λαμπρής. Οι κορούλες του Κέδρους με τα μαύρο τσεμπέρι και τη φορεσιά πηγαίνουν και κείνες χωρίς στολίδια και λαμπριάτικα. Ο καλός προστάτης που τα έφερνε θυσιάστηκε για την πατρίδα.. οι χήρες μανάδες δεν σκέφτηκαν και φέτος να πάρουν κόκκινη μπογιά να βάψουν αυγά, ούτε έφτιαξαν αυγοκούλουρα για τα ορφανά τους. Ολες αυτές της λαμπριάτικές συνήθειες τις ξέχασαν και φέτος.
Ο Παπά Συμεών δεν είναι στις Βρύσες να κάμει την τελετή της Αναστάσεως, μα τί σημαίνει. Εδώ είναι πάλι Κείνος, εκεί ως ανάβει το κανδήλι, με τους τριάντα άταφους μισοκαμένους εθνομάρτυρες που τόσο τραγικά θανατώθηκαν.
Ο Γέρω –Παπά Αγγελάκης εδώ στο Γερακάρι, όσο κι αν ο θάνατος τ’αξέχαστου γιου του Γιώργη τον πλήγωσε, κρατιέται θαρρετά στη συμφορά και προσφέρει ακόμη την εφημεριακή του διακονία στου άστεγους συγχωριανούς του.
Ο ηρωικός Παπά Κυριάκος γύρισε από τη Μέση Ανατολή, μα άστεγος, στο Άνω μέρος του δεν μπορεί να μείνει εκεί στους αγαπημένους τους ενορίτες, που με τόση λαχτάρα πρόσμεναν την επιστροφή του. Με ποια καρδιά θ’ αναστήσει στο ύπαιθρο, κείνος που την ανάσταση από τη σκλαβιά κήρυττε τόσο παλικαρίσια;
Πάσχα του 1946 Λαμπρή! Γιορτή χαράς για τους χριστιανούς. Γιορτή αγαλλιάσεως για τους ελεύθερους Έλληνες.
Γλυκόχοες έρχονται μακρινές, στου Κέδρους την ολόμαυρη ράχη, όπου η Δόξα περπάτησε μονάχη, οι κωδωνοκρουσίες των άλλων χωριών. Εδώ δεν κτυπά σήμαντρο, ούτε καμπάνα, εκεί δεν υπάρχει ψάλτης, ούτεπαπάς.
Παντού Περήφανη θλίψη για τους απόντες ήρωες..
Εφημ «Κρητική Επιθεώρηση» 28/4/1946