ΝΑ ΜΕΣΟ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ
![]() |
16/01/2018 του Γιάννη Τσακπίνη 

Η ανθρώπινη ζωή τα παλιά χρόνια δέχθηκε πολλές δοκιμασίες για να διατηρηθεί. Τα απαραίτητα που είχε ανάγκη για να μην χαθεί ήτανε η διατροφή και η διαβίωση. Τεράστιες οι προσπάθειες να τις αποκτήσουν καθότι δεν υπήρχανε τα απαραίτητα μέσα. Σχεδόν ζούσε με λίγες διαφορές από το ζωικό οργανισμό από αυτά που προερχότανε από τη φύση.
Οι ανάγκες τον υποχρεώνανε να προχωρήσει στο καλύτερο και αυτό το εξασφάλιζε μόνο από τα αυτοσχέδια μέσα που ίδιος κατασκεύαζε. Έτσι για το κάθε είδος είχε και το κατάλληλο μέσον να το αποκτήσει.
Είχε πετύχει πολλές βελτιώσεις και έπαιρνε ανάσα αλλά και πίστευε ότι θα κερδίσει τη ζωή του όπως το επιθυμούσε. Ένα από τα πολλά μέσα που χρησιμοποιούσε για τη διατροφή του ήτανε και ο χειρόμυλος. Η κατασκευή του αποτελείτο από δυο στρογγυλά τεμάχια σκληρής πέτρας πάχους 10-15 εκατ. και τοποθετούσε το ένα πάνω στο άλλο μετά από μια απλή διαμόρφωση και των δύο.
Το κάτω τεμάχιο που αποτελούσε τη βάση στην πάνω του επιφάνεια εις το μέσον ακριβώς είχε τοποθετηθεί εντός στρογγυλής τρύπας μικρού βάθους σταθερός ξύλινος στειλεός ύψους 10-15 εκατ. όπου πέριξ αυτού θα κινείτο η επάνω πέτρα.
Το επάνω τεμάχιο πάλι εις το μέσον είχε διαμορφωθεί τρύπα που άρχιζε από την κάτω του επιφάνεια στενή και να φθάνει φαρδύτερη στην επάνω σχεδόν σε σχήμα ενός μέτριου μεγέθους χωνί. Επίσης είχε τοποθετηθεί στο άκρο της επάνω επιφάνειας σε τρύπα μικρού βάθους ξύλινη λαβή για την κίνηση της επάνω πέτρας όταν θα ήθελε να εργαστεί ο χειρόμυλος. Αφού είχε ετοιμαστεί την τοποθετούσανε στην επάνω επιφάνεια της κάτω πέτρας. Τότε ήτανε έτοιμος ο χειρόμυλος να προσφέρει αυτό που ο άνθρωπος είχε ανάγκη.
Βασικά η κατασκευή του προοριζότανε να χρησιμοποιηθεί για να σπάει (τεμαχίζει) σε μικρότερα τεμάχια το στάρι προκειμένου να επωφελείται ο άνθρωπος την τροφή που υπήρχανε πολλές ελλείψεις και κυρίως το χειμώνα για την οικογένεια που τότε όλες στο χωριό είχανε πολλά παιδιά.
Γι’ αυτό το καλοκαίρι μετά το αλώνισμα το περισσότερο στάρι προοριζότανε για το ψωμί και το λιγότερο για τροφή μαζί με το γάλα από τα πρόβατά τους.
Το στάρι η νοικοκυρά το έπλενε και μετά στεγνό το περνούσε από τον χειρόμυλο για να τεμαχιστεί ως εξής: στην αυλή της έστρωνε ένα καθαρό σεντόνι και επάνω σε αυτό το χειρόμυλο με το στάρι (πλιγούρι) κοντά του και η ίδια καθότανε πλάι του με σταυρωτά τα πόδια της. Κρατούσε με το ένα χέρι την χειρολαβή του μύλου και με το άλλο έβαζε το στάρι στο στόμιό του. Περιστρέφοντας η επάνω πέτρα στην σταθερή της κάτω τεμάχιζε το στάρι και έπεφτε επάνω στο σεντόνι. Ήθελε αρκετό χρόνο να το τελειώσει αλλά με την υπομονή της το επιτύγχανε. Το γάλα από τα πρόβατά τους μετά την αρμεγή έπρεπε να μείνει μια εβδομάδα σε δοχείο για να ξινίσει αφού πρόσθετε και το ανάλογο αλάτι με την υποχρέωση να το ανακατεύει σταδιακά μερικές φορές. Στη συνέχεια στάρι και γάλα στο καζάνι και αμέσως επάνω στο αυτοσχέδιο τζάκι της αυλής να το ψήσει.
Μετά που κρύωνε τον τοποθετούσε σε μικρά τεμάχια πάλι στο καθαρό σεντόνι για να ξηρανθεί μακριά πάντα από μύγες. Όταν ξηραινόταν τον βάζανε μέσα σε πάνινο σακούλι για να τον αποθηκεύσουν για το χειμώνα. Τα περισσότερα σπίτια στο χωριό είχανε χειρόμυλο και γάλα από τα πρόβατά τους. Αυτούς που δεν είχανε τους δίνανε οι άλλοι να φτιάξουν ξινόχοντρο για τα παιδιά τους.
Στη γερμανική κατοχή η κάθε οικογένεια είχε πολλές ελλείψεις στη διατροφή. Ο ξινόχοντρος κάλυπτε ένα μέρος της πείνας. Ήτανε πολύ χορταστικός. Με ένα πιάτο χόρταιναν και περνούσανε πολλές ώρες για να θέλουν πάλι άλλο φαγητό.
Ο κτηνοτρόφος, ο γεωργός και ο εργάτης το πρωί όταν φεύγανε στις εργασίες τους τρώγανε ένα γεμάτο πιάτο ξινόχοντρο και με ένα γεμάτο ποτήρι κρασί περνούσανε όλη την ημέρα αν δεν είχανε να πάρουν κοντά τους λίγο τυρί ή λίγες ελιές με ένα κομμάτι ψωμί.
Ακόμα αυτήν την εποχή ορισμένες φορές το ψωμί ήτανε ελάχιστο. Η κάθε νοικοκυρά ότι έβρισκε έκανε δικά της φαγητά για να φάνε τα παιδιά τους που φωνάζανε ότι θέλουν ψωμί. Μια φορά σε χωριό του Βρύσινα μια μητέρα έβαλε στο χειρόμυλο στάρι – κριθάρι και καλαμπόκι. Τα άλεσε πολλές φορές και έβγαλε χόντρο, αλεύρι, το ζύμωσε και τους έκανε μικρά ψωμάκια. Άναψε λίγο το φούρνο και τα έψησε. Μετά ζεστά που ήτανε και με λίγο πετιμέζι χορτάσανε.
Ένα ακόμα βίωμα των ηλικιωμένων: ένας παππούς και μια γιαγιά (ανδρόγυνο) σε κάποιο χωριό δεν είχανε δόντια να φάνε αυτό που νοσταλγούσανε, τα αμύγδαλα και τα καρύδια. Η κόρη τους έβαλε και από τα δυο στο χειρόμυλο, τον γύρισε μια φορά και γίνανε λιώμα. Μετά τα έβαλε στο κατσαρόλι και με το κουτάλι τα φάγανε λέγοντας στην κόρη τους: την ευχή μας να έχεις, παιδί μου.
Πριν από πολλά χρόνια ο αυτοσχέδιος χειρόμυλος αποτελεί πλέον παρελθόν για τον άνθρωπο αφού έκανε την εμφάνισή της η νέα τεχνολογία. Έτσι τον απάλλαξε από τους πολλούς κόπους που διέθετε για να διατηρηθεί στη ζωή και να μπορέσει να γνωρίσει καλύτερες ημέρες για την πρόοδο που νοσταλγούσε. Ο χειρόμυλος τώρα μόνο σε ελάχιστα ορεινά χωριά διατηρείται και τον χρησιμοποιούν αφού έχουν το στάρι και το γάλα και τους αρέσει να διατηρούν όσα γνωρίσανε στη ζωή τους και τα θεωρούν καλύτερα από αυτά που αποκτούνε με τις ξένες δυνάμεις.
Πολλά σπίτια στα χωριά και στην πόλη δεν έχουν περιφρονήσει το χειρόμυλο. Τον θεωρούν ότι έχει προσφέρει πολλά στους γονείς τους για τη διατροφή τους και οφείλουν να τον έχουν ως ενθύμιο για να τους θυμούνται που έχουν φύγει από τη ζωή. Γι’ αυτό τον τοποθετούν στο πιο εμφανές μέρος του σπιτιού τους ή της αυλής τους για να τον βλέπουν πιο συχνά. Ακόμα και από πολλά μουσεία γεωργικών αυτοσχέδιων εργαλείων δεν απουσιάζει.
Ο ξινόχοντρος όμως διατηρείται και σήμερα και έχει την πρωτιά των παραδοσιακών τροφών της παλιάς εποχής με ορισμένες αλλαγές όπως: το στάρι σπασμένο μας το προσφέρει άφθονο μηχανοκίνητο μέσον και υπάρχει στην διάθεση μας στα μαγαζιά τροφίμων. Το ίδιο και το ψήσιμο που το εκτελεί σύγχρονο οργανωμένο συγκρότημα.
Σήμερα οι νέοι έχουν υποχρέωση να γνωρίσουν τους αυτοσχέδιους τρόπους ζωής των προγόνων τους και να προσπαθούν έστω και κατά διαστήματα να τους εφαρμόζουν για να διαπιστώσουν τα οφέλη που έχει η υγεία τους.
* Ο Γιάννης Τσακπίνης είναι απόστρατος αξιωματικός