Η ομιλία αυτή είχε και ιστορική σημασία γιατί βασίστηκε σε γραπτές αυτοβιογραφικές σημειώσεις του Νέστορα από την ιδιόχειρη Βιογραφία και Διαθήκη του, που φέρει τον τίτλο: «Βιογραφία και Διαθήκη τού Νέστορος Ι. Βασσάλου, Ιερομονάχου» (1952), που ο κ Παπαδάκης αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο. Η ομιλία υπάρχει ολόκληρη στην ιστοσελίδα του «Ρεθεμνιώτικες Αναδρομές»
ret.anadromes@gmail.com).
Γόνος πάμπτωχης οικογενείας
Μέσα λοιπόν από τη γραφίδα του φωτισμένου μας εκπαιδευτικού και συγγραφέα ας γνωρίσουμε καλύτερα μια σπουδαία μορφή του τόπου και σημαντική παρουσία στην τοπική εκκλησία όπως ήταν ο Νέστορας Βασσάλος.
Ήταν στην έξαρσή του ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος στην Ευρώπη, όταν το ζεύγος Ιωάννη και Ελένη Βασσάλου, στους Δαφνέδες, απέκτησαν ένα ακόμα παιδί. Ήταν το έτος 1876.
Το ονόμασαν Ζαχαρία στη μνήμη του ήρωα Ζαχαρία Χαιρέτη που είχε ολοκαυτωθεί στην Ιερά Μονή Αρκαδίου.
Ήταν πολυμελής η οικογένεια του Ιωάννη Βασσάλου. Τα πέντε παιδιά που μεγάλωναν είχαν αγάπη και στοργή αλλά υπέφεραν και αυτά από τη σκληρή φτώχια που κατέτρυχε την οικογένεια.
Οι γονείς αναγκάστηκαν να δώσουν το Νέστορα όταν έγινε έξι χρόνων στο νονό του Ανδρέα Τερζιδάκη από το χωριό Πηγή για να τον μάθει γράμματα.
Λίγο αργότερα πέθανε ο νονός και το μικρό Ζαχαρία ανέλαβε ο θείος του Παρθένιος Βασσάλος, ηγούμενος τότε στην Ι. Μονή Χαλέπας Μυλοποτάμου.
Μια φύση ανήσυχη
Είχε όμως φύση ανήσυχη ο μικρός. Η ψυχή του λαχταρούσε πνευματικές αναζητήσεις σε ψηλότερες κορφές. Έτσι φεύγει κρυφά και πηγαίνει στην Ιερά Μονή Κουδουμά, όπου και βρίσκει το περιβάλλον που επιθυμούσε.
Έμεινε εκεί ένα χρόνο, περίπου, χωρίς κανένας να γνωρίζει την τύχη του Όταν τον ανακάλυψαν όμως οι οικείοι του πήγαν και τον οδήγησαν ξανά κοντά στο θείο του Παρθένιο στην Ιερά Μονή της Χαλέπας.
Ο Ζαχαρίας ένιωθε να ασφυκτιά. Έκανε όμως υπομονή ένα χρόνο και μετά εξαφανίστηκε. Κατέφυγε στο Άγιον Όρος ξέροντας ότι εξασφάλιζε πλέον την ηρεμία του.
Σπουδάζει Αγιογραφία
Κατά θεία οικονομία στο μονύδριο του Αγίου Δημητρίου της Ιεράς Μονής Διονυσίου που κατέφυγε ανθούσε η αγιογραφία.
Μια δεκαετία έζησε εκεί ο Ζαχαρίας έχοντας πλέον το όνομα Νέστωρ και μαθητεύοντας κοντά στους ταλαντούχους αγιογράφους.
Η τεχνική του δεν άργησε να διακριθεί.
Στις 23 Απριλίου 1905 βρέθηκε στην Ιερά Μονή Ζερμπίτσης στο Ξηροκάμπι Σπάρτης για να αγιογραφήσει και τελικά έμεινε έχοντας τη θερμή φιλία του επισκόπου Σπάρτης Γερμανού Τρωιανού που τον χειροτόνησε ιερομόναχο στους Μολάους.
Ενώ όλα πήγαιναν καλά κι αισθανόταν ευτυχής, η υγεία του παρουσίασε προβλήματα. Γύρισε στο Άγιο Όρος και μετά από τρία χρόνια, λόγω επιδείνωσης των προβλημάτων αυτών, αναγκάστηκε να κατέβει στην Κρήτη γιατί ο Γέρων Αθανάσιος Καμπανάος, γνωστός γιατρός, τον προέτρεψε να αλλάξει κλίμα και διατροφή.
Ήταν το 1916 που ο Νέστορας επέστρεψε στο Ρέθυμνο για να μείνει μέχρι το 1934.
Το γνωστό του περιβάλλον, οι φίλοι η έντονη πνευματική ζωή τον βοήθησαν να αποθεραπευτεί.
Έντονη πνευματική ζωή
Αξίζει να προσέξουμε αυτό που αναφέρει ο κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, γιατί αφορά μια λεπτομέρεια της κοινωνικής ζωής της εποχής.
Αναφέρει λοιπόν ότι «άρχισε να δημιουργείται μια έντονη πνευματική κίνηση, γιατί ο Γέροντας, μαζί του, κουβαλούσε τον επίζηλο τίτλο τού ευσεβούς «Αγιορείτη» μοναχού. Η θεοσέβεια στα δίσεκτα εκείνα χρόνια της πολιτικής ρευστότητας και των αλλεπάλληλων πολεμικών συγκρούσεων και αναταραχών ήταν δεδομένη και βέβαιη για τους πολλούς εκ των ανθρώπων».
Στην αρχή ο Νέστορας πρόσφερε τις πνευματικές του υπηρεσίες σε πολλά χωριά της επαρχίας Ρεθύμνου, στου Γάλλου, στην Αγία Ειρήνη, στο Ρουσσοσπίτι και τα Μικρά Ανώγεια. Από το 1916 έως το – 1934 εξάλλου ο Νέστωρ διετέλεσε και οικονόμος (εις τύπον ηγουμένου- επιστάτη) της Ι. Μονής Μυριοκεφάλων. Ταυτόχρονα, παρέδιδε στους Ρεθυμνιώτες νέους μαθήματα ζωγραφικής και αγιογραφίας.
Η προσέλευση μαθητών ήταν μεγάλη και ο Νέστορας αντιλαμβάνεται πως είναι καιρός να αξιοποιήσει το γεγονός για την πρόοδο της πολιτιστικής ζωής του Ρεθύμνου.
Όπως αποδεικνύεται και από μια επιγραφή ιστορικής φωτογραφίας του 1927, συστήνει άτυπα «όμιλο μαθητευόντων και μαθητευουσών καλλιτεχνών», με 102 μαθητές και μαθήτριες.
Μια δύσκολη καμπή της ζωής του
Περίοδοι έντασης που έβαλαν σε δοκιμασία και τον κόσμο της Εκκλησίας σκανδαλίζοντας τους πιστούς υπήρξαν και στην Κρήτη.
Ήταν απόρροια της αλλαγής του Ημερολογίου που άνοιξε μέτωπα και στους κόλπους της εκκλησίας με συνέπειες διχασμού.
Μεγάλα έκτροπα σημειώθηκαν το 1934 και στην Ιερά Μονή Κουδουμά, στο μεγάλο πανηγύρι της Παναγίας, που ήταν και αφορμή ν’ αρχίσει η παρακμή του μοναστηριού που ήταν από τα κορυφαία ησυχαστήρια της Ορθοδοξίας.
Ο Νέστορας βρέθηκε σε μεγάλο δίλημμα επειδή με το μοναστήρι αυτό συνδεόταν με γερούς συναισθηματικούς δεσμούς από τα εφηβικά του χρόνια.
Πόσα και πόσα δεν έζησε εκεί κοντά στον όσιο Παρθένιο Πόσα θαύματα δεν είχαν αναθερμάνει την πίστη του. Πως θα μπορούσε τώρα να πάρει θέση και ποιο ήταν το σωστό;
Άραγε το «Νέο Ημερολόγιο» ήταν θεολογικά ορθό; Εξασφάλιζε τη σωτηρία της ψυχής τού ανθρώπου;
Το Ημερολόγιο λοιπόν δημιούργησε σοβαρό συνειδησιακό πρόβλημα στον Νέστορα που αναγκάστηκε να καταφύγει και πάλι στο Άγιον Όρος να πάρει απάντηση στα μεγάλα ερωτήματα που τον βασάνιζαν από τους σοφούς πατέρες τους ορθοτομούντες τον λόγο της αληθείας του Κυρίου.
Ο φόβος μια νέας αίρεσης με την εγκαθίδρυση του ημερολογίου έκανε τις σκέψεις του εφιαλτικές
Θα έμεινε περίπου ένα χρόνο στο Άγιον Όρος ανιχνεύοντας μέσω της πνευματικής οδού την αλήθεια γύρω από το νέο ημερολόγιο. Παράλληλα, επιδίδεται σε αυστηρή άσκηση, νηστεία και προσευχή και αναδεικνύεται σε σπουδαία μοναχική φυσιογνωμία. Έχει πάρει την απόφασή του να μείνει πλέον οριστικά εκεί στο περιβόλι της Παναγίας, που ένιωθε να αναπαύει βαθιά την ψυχή του. Όμως, συνεχίζει ο κ. Παπαδάκης «άλλαι αι βουλαί των ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει». Γιατί στο διάστημα αυτό της αυστηρής άσκησης και των πνευματικών του περί την Ορθοδοξία και το Νέο Ημερολόγιο εντρυφήσεων ο Νέστωρ- όπως σημειώνει στην Αυτοβιογραφία του- «είδεν οπτασίαν διαφωτισθείς εκ θείου πνεύματος και διαταχθείς εκ θείας αποκαλύψεως να κατέλθη και πάλιν εις Κρήτην, διά να ανακαλύψη τον ιερόν Ναόν τού Σωτήρος Χριστού (η Μεταμόρφωσις [τού Σωτήρος]) κείμενον εν τοις ορίοις τού χωρίου Γάλλου, τής τοποθεσίας Κουμπέ, ος έχων άφθονον και ιαματικόν ύδωρ, τουθόπερ αρδεύεται και η πόλις Ρέθυμνα. Και έλεγα εις τον Κύριον: ‘και πώς δύναμαι, Κύριε, εις ξένην γήν να κάμω ανασκαφάς να ανακαλύψω την εκκλησίαν Σου;’ Και η αόρατος φωνή και θεία δύναμις του λέγει: ‘Κάτελθε εις Κρήτην, τάδε λέγει Κύριος. Εγώ θα διατάξω τους κληρονόμους, οι έχοντες τα μερίδια εις τα οποία κείται η εκκλησία, να σου τα πωλήσουν, διά να ανεγερθεί ο ναός μου’». Στο κορυφαίο αυτό σημείο, στο οποίο αναφερόμαστε στο όραμα τού Κυρίου προς τον Νέστορα, αφήσαμε τον ίδιο τον Γέροντα- ο οποίος είχε την ανεπανάληπτη αυτήν εμπειρία τού θείου- να μας μιλήσει και εξομολογηθεί, με τα ίδια του τα λόγια, μέσα από τη Αυτοβιογραφία του.
Ανεύρεν την εκκλησίαν
Και ο κ. Παπαδάκης καταθέτει από το ημερολόγιο του Νέστορα και τα παρακάτω ενδιαφέροντα στοιχεία για την τοπική ιστορία.
«Η περιοχή από το σπηλαιώδες ναΰδριο του αγίου Σπυρίδωνος, ανατολικά, μέχρι το ρυάκι, στο σημερινό στρατόπεδο, δυτικά, ήταν διανεμημένη σε ένδεκα μερίδια, ίσα σε μήκος και πλάτος, διότι ο ιδιοκτήτης της Νικόλαος Βώλακας είχε ένδεκα παιδιά. Ο Νέστωρ από τα μερίδια αυτά, με χρήματα δικά του, αγόρασε έξι (06) και αμέσως με τη βοήθεια και πολλών ευσεβών Ρεθεμνιωτών, τους οποίους γνώριζε καλά από το παρελθόν, αλλά και παλιών ενοριτών του Γαλλιανών, οι οποίοι τον υπεραγαπούσαν, «ενεργήσας ανασκαφάς ανεύρεν την εκκλησίαν», που είχε μήκος- σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του- είκοσι τεσσάρων μέτρων και πλάτος δεκαπέντε, «τριμάρτυρος, ρυθμού βασιλικού, διάφορα σκεύη, εικόνας και δύο λαξευτά μνημεία».
Οι πρώτες μοναχές
Από το έτος 1936 στην ιερά κορυφή άρχισαν να καταφθάνουν και οι πρώτες μοναχές, με πρώτη την Μακαρία, μητέρα της σημερινής Ηγουμένης Πανσέμνης Αυγουστάκη, από τις Μέλαμπες. Το 1942, επί Γερμανικής Κατοχής, προσέρχεται στο μοναστήρι και η ηγουμένη Πανσέμνη, δεκάξι μόλις ετών, κοντά στη μητέρα της Μακαρία, προκειμένου να διδαχθεί από τον Νέστορα την αγιογραφική τέχνη.
Ο βράχος με τον καιρό έλαμψε και κατέστη η σημερινή πνευματική όαση, που προσμετρά ήδη βίον εβδομήντα και πλέον ετών. Μύρισε ο τόπος, οι πέτρες λουλούδιασαν, οι γλάστρες με τα βασιλικά και τις ορτανσίες φούντωσαν και τ’ αγιοκλήματα και τα γιασεμιά πήραν ένα γύρο και ανθοστόλισαν στοργικά τις καμάρες των κελιών.
Είναι τα έτη, κυρίως, από το 1935- έτος ίδρυσης της Μονής- μέχρι το 1957- έτος κοίμησης τού Γέροντα- αλλά και τα προηγούμενα, 1915- 1934, που σηματοδοτήθηκαν από την πνευματική παρουσία του, που, κατά κοινή ομολογία και μαρτυρία, αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα και ορόσημο πνευματικότητας για την πόλη μας».
Έτσι χάρις στο Νέστορα Βασσάλο το μοναστήρι του Κουμπέ εξελίχθηκε σε φάρο πνευματικό, σε λιμάνι καταφυγής κάθε απελπισμένου, σε καλλιτεχνικό φυτώριο που ανέδειξε σπουδαίους αγιογράφους.
Άντρες, γυναίκες, παιδιά- αγόρια και κορίτσια- ανηφόριζαν καθημερινά στο μοναστήρι του, στην κυψέλη αυτήν της χάριτος, για να ακούσουν λόγο, να εξομολογηθούν ή να παρακολουθήσουν τα μαθήματα ζωγραφικής και αγιογραφίας που καθημερινά παρέδιδε ο ασκητικός ιερομόναχος σε κείνες τις δύσκολες ημέρες τού πολλαπλά στερημένου προπολεμικού (1936-1940), αλλά και μεταπολεμικού Ρεθύμνου (1944-1957).
Αυτός ήταν και ο λόγος που ο πατήρ Νέστωρ έμεινε στα χρονικά του τόπου σαν μια άγια μορφή. Ένας πνευματικός πατέρας υψηλού αναστήματος.
Συνήθως εγκωμιάζεται η απόλυτη αφοσίωση κάποιου που αφιερώνεται στον μοναχισμό με την απόλυτη απομόνωση από τα εγκόσμια.
Όταν όμως ο κόσμος δοκιμάζεται και έχει απόλυτη ανάγκη από μια πνευματική στήριξη που θα πρέπει να είναι η θέση του μοναχού;
Αν τα επίγεια τάγματα αγγέλων είχαν απορροφηθεί σε νοσοκομεία, τόπους μαρτυρίου, κοντά σε δυστυχείς και ανθρώπους χαμένους στην απελπισία, μήπως έτσι θα ήταν καλύτερα;
Είναι λεπτό το ζήτημα και καθαρά υποκειμενική κάθε άποψη επ’ αυτού. Σαν απλοί άνθρωποι κάνουμε σκέψεις ταπεινές για το καλύτερο που θα ωφελούσε τον άνθρωπο.
Ο κ. Παπαδάκης μας ερμηνεύει ιδανικά την τάση του Νέστορα να μένει κοντά στον άνθρωπο
«Η δράση αυτή του Νέστορος Βασσάλου ανάμεσα στους Ρεθυμνιώτες θεωρούμε ότι σαφώς, όσο τίποτε άλλο, καταδεικνύει ότι ο καλόγερος αυτός είχε βαθιά μέσα του την επίγνωση της κοινωνικής, της εγκόσμιας διάστασης τού Χριστιανισμού. Θεωρούσε, δηλαδή, ότι μέσα στα προσωπικά του καθήκοντα ήταν και η αδιάκοπη προσπάθειά του για τον άνθρωπο και την κατά Χριστόν παιδεία και πρόοδό του. Το ιδεώδες της ζωής του- όσο κι αν αυτός αγαπούσε και ειλικρινά ποθούσε την ασκητική μόνωση και ησυχία- ήταν και παρέμεινε βαθιά ανθρώπινο και κοινωνικό. Για τούτο και το μοναχικό του ιδεώδες δε στάθηκε ποτέ ο αναχωρητισμός αλλά το κοινόβιο- έχοντας και την πνευματική εμπειρία τού Αγίου Όρους, στο οποίο, ευτυχώς, σήμερα η επιστροφή στο κοινόβιο είναι σχεδόν πλήρης- και την κατεύθυνση αυτήν και παρακαταθήκη άφησε ο Γέροντας και στις υπ’ αυτόν αδελφές, που ευλαβώς συνεχίζουν μέχρι σήμερα να εφαρμόζουν στη μοναστηριακή τους ζωή».
Κοντά στο τέλος
Πέρασαν τα χρόνια χωρίς ο Νέστωρ Βασσάλος να υποστείλει τη σημαία των πνευματικών αγώνων.
Νέα προβλήματα υγείας τον οδήγησαν στην κλινική Γρηγορίου Δανδόλου απ’ όπου και ανεχώρησε, για τη γειτονιά των Αγγέλων, στις 7 Ιανουαρίου 1957. Ήταν 85 χρόνων.
Αναφερόμενος στην άγια αυτή μορφή ένας ακόμα εκλεκτός των Γραμμάτων, ο συμπολίτης θεολόγος Θοδωρής Ι. Ρηγινιώτης, καταλήγει «Ο Θεός θ’ αποφανθεί για τη μνήμη του».
Κι έχει δίκιο βέβαια σε ό,τι αφορά το Θεό. Γιατί ο απλός άνθρωπος περνώντας από τον τάφο του Νέστορα, στον περίβολο του μοναστηριού, αισθάνεται εκείνη τη θεία αύρα που συνοδεύει τις μεγάλες πνευματικές μορφές του τόπου μας. Κι έτσι θα μείνει στον αιώνα, καθώς στο μοναστήρι τηρείται με συνέπεια η κάθε του διδαχή και η τέχνη της Αγιογραφίας διαδίδεται με τόσο ιδανικό τρόπο.
ΕΥΑ ΛΑΔΙΑ
ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ