Μιας επετείου στοχασμοί…

Κάπου από το Μέτωπο

Έγραφαν οι φαντάροι από το παγωμένο αρμί για να τονώσουν το φρόνημα εκείνων που έμειναν πίσω. Πάντα μια αόριστη αναφορά στο χώρο για το φόβο των Ιουδαίων που εκείνους τους χρόνους το έλεγαν λογοκρισία.

Πεινούσαν, διψούσαν , κρύωναν , αλλά τους ζέσταινε το πάθος των ιδανικών που είχε σπείρει στη συνείδησή τους ο πατέρας κι ο παππούς που πολέμησαν στους Βαλκανικούς Πολέμους και στη Μικρασία.

Υπέφεραν σε μια φρικτή αβεβαιότητα αντιμετωπίζοντας με σκουριασμένα όπλα τις λεγεώνες των άριστα εξοπλισμένων εχθρών Αλλά και πάλι άντεχαν. Ακόμα και τη φρικτή αλήθεια για τον εμπαιγμό που έζησε ο ελληνικός λαός πληρώνοντας από το υστέρημά του για την …άμυνα. Έβλεπαν τώρα με τον παμπάλαιο οπλισμό που τους διέθεσαν τι είχαν γίνει τόσα χρήματα ,τόσος ιδρώτας ενός λαού ακόμα μια φορά προδωμένου. Αλλά πολεμούσαν. Στο κάτω της γραφής ο επίβουλος εισβολέας είχε όπλα ισχυρά. Ο έλληνας φαντάρος είχε κάτι ισχυρότερο. Την ψυχή του. Μ’ αυτή πολεμούσε κι έρριχνε τον εχθρό στη θάλασσα.

Εκεί στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας ο Έλληνας έγραψε μια ακόμα εποποιία.

Κάπου μετά το Μέτωπο…

Μια χώρα στέναζε κάτω από το βάρος μιας ανυπόφορης σκλαβιάς. Τα παιδιά δεν έπαιζαν πια. Έψαχναν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι να ξεγελάσουν την πείνα τους. Περιουσίες δόθηκαν για λίγες οκάδες αλεύρι, για μια ελπίδα επιβίωσης.

Κι όταν έπαιρνε η πείνα το δικό της μερτικό σε ψυχές για το φόρο του χάρου, ερχόταν οι εκτελέσεις , τα βασανιστήρια, η απίστευτη βία για να γονατίσει ένα λαό.

Αλλά εκείνος σαν να ζούσε έναν εφιάλτη, έτσι ήθελε να το πιστεύει, συνέχιζε να ζει. Και να ελπίζει κάνοντας το δικό του άνισσο αγώνα. Ώσπου ξαστέρωσε …

Κάπου μετά τη λευτεριά.

Ο κόσμος προσπαθούσε να καταλάβει γιατί ξαφνικά όλα μοιράστηκαν στα δύο. Ποιος ήταν τώρα ο εχθρός προσπαθούσε να εντοπίσει. Αλλά δεν εύρισκε την αιτία ούτε στα άπειρα κορμιά που σκέπαζαν φρικτά θανατωμένα τα ίδια πάντα μέρη που διαφέντευε ο θάνατος.

Και τα παιδιά έμαθαν να λένε τη λέξη προδότης χωρίς όμως να είναι και βέβαια κατα που καλλιεργείται αυτή η φουρνιά της αδίστακτης δίψας για επιβίωση.

Κάπου στις μέρες μας…

Οι ιστορικοί μίλησαν τόσο επιστημονικά ώστε να μας μπερδέψουν περισσότερο. Κάποτε υπήρχαν και φωνές να τους αντικρούσουν. Τώρα όλο και περισσότερο αδειάζει ο τόπος από κείνα τα ηρωικά νιάτα που έγραψαν εποποία στα βουνά της Αλβανίας. Ευτυχώς για τους δοσίλογους. Κληροδότησαν στα παιδιά τους το προιόν της προδοσίας τους για να ζήσουν πλουσιοπάροχα με τους απογόνους τους.Ευτυχώς για τους οραματιστές και τους ιδεολόγους. Έφυγαν πια από τον τόπο που τους έδειξε μόνο την άγρια όψητης ζωής. Κι έτσι δεν κινδυνεύουν πια ούτε από τη βρισιά της εποχής: Πατριδολάτρης.

Έμειναν κάποιοι από κείνη τη γενιά των ηρώων , ταγμένοι σήμερα σε άλλους αγώνες για να κοιτούν και να θλίβονται.

Αλήθεια πως νοιώθει ο Μανώλης Γλέζος σήμερα βλέποντας στις παρελάσεις τη σημαία να γίνεται ένα …πανί στα χέρια των παιδιών που ζουν με την προσδοκία μιας επετείου για να γλιτώσουν το μάθημα;

Αυτή την ίδια τη σημαία που με κίνδυνο της ζωής του μαζί με τον επίσης παράτολμο συνομήλικό του ανέβασε στον ιερό βράχο της Ακρόπολης πετώντας στα τάρταρα τη σβάστιγγα.

Αλήθεια πως νοιώθουν οι μεσήλικες που μεγάλωσαν με πρότυπα ηρώων ,γιαυτό και μας έδωσαν μια ακόμα λευτεριά που βγήκε από ένα Πολυτεχνείο; Πως αισθάνονται οι σημερινοί γονείς που βλέπουν τα παιδιά τους να αποκτούν δικαίωμα επιλογής αν θα πάρουν μέρος στην παρέλαση;

Είναι παρήγορο πως μια επέτειος όπως αυτή δίνει την αφορμή σε πολιτικές νεολαίες να υψώνουν το δικό τους παράστημα καταγγέλοντας τις σφαγές που γίνονται κάπου στον κόσμο. Και το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι κι αυτές οι απόπειρες γενοκτονίας, από την ίδια αιτία τελικά γίνονται. Από την κατάρα της ανθρωπότητας που λέγεται ιμπεριαλισμός κι ακόμα δεν έχει χορτάσει από αίμα.

Κάποτε αργότερα

Πως θα είναι άραγε αυτή η χώρα με τις δάφνες και τις περγαμηνές , με τους ήρωες και την μακραίωνη ιστορία που δεν θα θυμάται πια κανείς.

ΟΧΙ αυτό δεν μπορεί ούτε να το διανοηθεί και ο πιο ευφάνταστος νους.

Ας στερηθούμε τις παρελάσεις, αλλά τουλάχιστον κάτι να συνδαυλίζει την ιστορική μνήμη. Δεν είναι για το κλέος της φυλής που πια ποιος το υπολογίζει. Είναι γιατί απειλούνται να χαθούν στη λαίλαπα της συναλλαγής αξίες και ιδανικά όπως η αγάπη στην ελευθερία του ανθρώπου και την αξιοπρέπεια. Χωρίς παρελάσεις ζεις. Αλλά χωρίς ιδανικά ποιος λαός μπορεί να επιβιώσει.Γιαυτό

" Της Δικαιοσύνης Ηλιε νοητέ και μυρσίνη εσύ δοξαστική

Μη , παρακαλώ σας Μη λησμονάτε τη χώρα μου…"

Εύα Λαδιά

Αφήστε μια απάντηση