ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΟΥ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΡΚΑΔΙΟΥ

Το Αρκάδι ήταν ένα από τα πιο γνωστά και τα πιο πλούσια μοναστήρια της Κρήτης, «το μεγαλύτερο και πλουσιότερο των θρησκευτικών καθιδρυμάτων της Κρήτης», έγραφε ο Σκίνερ.
(1) Οικοδομήθηκε κατά το κοινό σχέδιο των περισσότερων μοναστηριών στα πρώτα βυζαντινά χρόνια. (2)
χρησίμεψε πολλές φορές σαν επαναστατικό φρούριο σε όλες τις μεγάλες κρητικές επαναστάσεις. Έγινε όμως, πασίγνωστο και συμβολικό το όνομα του Αρκαδίου κατά την επανάσταση του 1866-1869 με το ονομαστό ολοκαύτωμα, το οποίο θυμόμαστε και τιμούμε ακόμη και σήμερα. Η Επανάσταση αυτή θεωρείται η κορυφαία κρητική επανάσταση της β΄ περιόδου της κρητικής τουρκοκρατίας.
Ξεκίνησε με αφορμή τις έντονες διενέξεις που είχαν ξεσπάσει μεταξύ του κρητικού λαού και του Τούρκου Διοικητή Ισμαήλ πασά για την κακοδιοίκηση και την καταπίεση, την οικονομική αφαίμαξη και την αδικία που επέβαλε ο τελευταίος. (3)
Το καλοκαίρι του 1866 λήφθηκε η επαναστατική απόφαση, όπως μας αποδεικνύουν τα σχετικά έγγραφα, που υπέγραψαν οι πληρεξούσιοι του κρητικού λαού σε επαναστατικές συνελεύσεις. Τότε διακήρυξαν «ενώπιον θεού και ανθρώπων τον ομόθυμον και διαρκήν πόθον» των για ένωση « μετά της Μητρός Ελλάδας, καθικετεύοντες τον Παντοδύναμον… να ευλογή τα όπλα» των « δια πληρεστάτης επιτυχίας». (4)
Τιμώντας αυτές τις αρχές, οι υπερασπιστές του Αρκαδίου θυσιάστηκαν λίγες ημέρες αργότερα και γι’ αυτή τη θυσία θα μιλήσουμε σήμερα, τη θυσία που ολοκληρώθηκε και κορυφώθηκε τη στιγμή κατά την οποία πυροδοτήθηκε η θρυλική πυριτιδαποθήκη. Στα ιστορικά κείμενα της περιόδου και συγκεκριμένα στο περίφημο βιβλίο του Σκίννερ για τις «Σκληραγωγίες των Τούρκων στην Κρήτη» διαβάζουμε « χειρ ηρωική έθηκε δαυλόν εν τα αποθήκη της πυρίτιδος κειμένη κατά την ΒΔ γωνίαν του Αρκαδίου». (5)
Εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο, σύγχρονοι και μεταγενέστεροι ενάμιση σχεδόν αιώνα τώρα ασχολούνται με το τι έγινε μετά: η θρυλική θυσία υμνήθηκε και υμνείται με δέος και σεβασμό από τους αγωνιστές και τους ελευθερόφρονες όλων των εποχών. Λόγοι όμως κοντόφθαλμοι πανηγυριστές ημερών μας έστρεψαν την προσοχή τους στα ονόματα και στην υστεροφημία ανθρώπων που και μόνο για την εθελούσια, αυθόρμητη αυτοθυσία τους έπρεπε να τιμώνται. Σήμερα τις ημέρες της ιστορικής μνήμης και εθνικής τιμής επίσημοι και ακαδημαϊκοί της σύγχρονης Ελλάδας κοινοτικοί άρχοντες και πολιτικοί εκπρόσωποι αντιδικούν για το όνομα του πυρπολητή. Οι ιστορικές πηγές διασώζουν, είναι αλήθεια, αντιφατικές μαρτυρίες:
-Ήταν ο Κωστής Γιαμπουδάκης όπως λένε οι περισσότεροι; (6)
– Ήταν ο Μανόλης Σκουλάς, όπως επιμένουν σήμερα οι χωριανοί του; (7)
– Ήταν ο Ντελής Δράκος, όπως αναφέρεται σε ιδιωτική επιστολή αυτόπτη μάρτυρα; (άποψη την οποία απέκλεισε εξαρχής ο Τιμόθεος Βενέρης;) (8)
-Ήταν ο Ηγούμενος Γαβριήλ που αναφέρει ο ιστορικός Ουίλιαμ Μίλλερ, (9) ο οποίος ασφαλώς αγνοούσε τις λεπτομέρειες, παρασύρθηκε όμως από την κοινή ομολογία όλων ότι ο ηγούμενος υπήρξε η ψυχή της αντίστασης και αυτός ίσως που υπέδειξε την πυρπόληση ως έσχατη πράξη αντίστασης, για να μην πέσουν όσοι απομείνουν στα χέρια του εχθρού; Πρέπει να παραδεχτούμε πως ο ηγούμενος Γαβριήλ κι αν υπήρξε ο ηθικός αυτουργός, ασφαλώς δεν ήταν ο αναζητούμενος αυτόχειρας. (10).
Προς τι ωστόσο αυτή η αναζήτηση; Άραγε η τιμή οφείλεται μόνο στον πυρπολητή; Κατά καιρούς έγιναν και άλλες απόπειρες καταγραφής των επωνύμων. Δίπλα στο όνομα του ηγουμένου Γαβριήλ στέκουν ασφαλώς « τα ονόματα του πυρπολητού Γιαμπουδάκη, του φρούραρχου Δημακόπουλου, της Μαρίας Δασκαλάκη, της τρίς αναστηλωσάσης της σημαίαν της ελευθερίας επί του ηγουμενείου, της οποίας ο κοντός εκόπτετο υπό των εχθρικών βλημάτων, του φοιτητού Μελισιώτη από το Φόδελε», (11) όπως βεβαιώνει ο Στυλιανός Μοτάκης.
Ωστόσο είναι σίγουρο ότι οι θυσιασθέντες δεν ήταν μόνον οι επώνυμοι. Εκατοντάδες απλοί αγωνιστές, που βρέθηκαν στο Αρκάδι οχυρώθηκαν σ΄αυτό και συνειδητά θυσιάστηκαν, τιμώνται και πρέπει να τιμώνται από όλους τους Έλληνες. Ωστόσο η τύχη της επανάστασης δεν κρίθηκε από τη μεγάλη θυσία. Το επαναστατικό κίνημα ήταν έτσι κι αλλιώς καταδικασμένο.
Η επίσημη ελληνική θέση απέναντι στους επαναστάτες υπαγορευόταν , όπως και στις άλλες ανάλογες περιπτώσεις, από την αντικειμενική αδυναμία του ελληνικού κράτος να εμπλακεί σε ένοπλο αγώνα με την Τουρκία, που απειλούσε άμεσα τα θεσσαλικά σύνορα. Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών προειδοποιούσε «παν κίνημα, απερίσκεπτον εν Κρήτη έσεται αναμφιβόλως καταστρεπτικόν».(12).
Αυθόρμητη ήταν η συμπαράσταση των Ελλήνων: όπλα, τρόφιμα, εθελοντές, ναυτική βοήθεια, καταπάτηση του τουρκικού αποκλεισμού. Αυτά όμως , όλα δεν ήταν δυνατό να υπερνικήσουν την οργανωμένη άμυνα των Τούρκων, που είχαν στη διάθεσή τους μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις, σύγχρονο οπλισμό, άφθονα εφόδια, διαρκή οικονομική στήριξη από μια παρακμάζουσα ισχυρή όμως ακόμη, Οθωμανική Αυτοκρατορία. Απέναντι στους πάνοπλους Τούρκους, που σημαντικά υποβοηθούνταν και από τους Τουρκοκρητικούς, βρέθηκε ενθουσιασμένος και αποφασισμένο- για άλλη μια φορά- ο κρητικός λαός, ουσιαστικά άοπλος και δίχως ενιαία κεντρική καθοδήγηση. Πολλοί οι αγωνιστές, γηραιότεροι και νέοι, που συνδέθηκαν με το επαναστατικό κίνημα του 1866. Ο Ζυμβρακάκης, ο Κορωναίος, ο Μιχάλης Κόρακας, ο Χατζημιχάλης Γιάνναρης, ο Κων/νος Κριάρης, ο Κωσταρός Βολουδάκης και πολλοί άλλοι ανέλαβαν τη διεκπεραίωση του πολέμου, ενώ ταυτόχρονα φρόντιζαν και για την προστασία των αμάχων. Η έλλειψη γενικού Αρχηγού και τα αντικειμενικά προβλήματα της επαναστατικής αδυναμίας, που περιέγραψε, συντέλεσαν στην αποτελεσματικότητα των επαναστατικών κινήσεων και στη διάπραξη σοβαρών στρατηγικών σφαλμάτων, όπως και αυτή η οχύρωση στο Αρκάδι, χωρίς πρόβλεψη για την ακατάλληλη εκκαθάριση της γύρω περιοχής, προκειμένου αυτή να μην χρησιμοποιηθεί επιτήδεια από τον εχθρό. (13) Η επανάσταση τελικά, όπως και όλες οι προηγούμενες, οδηγήθηκε σε αποτυχία. Ο ιστορικός Θεοχάρης Δετοράκης εκτιμά: « η επανάσταση εξελίχθηκε σε αληθινή τραγωδία, που την αντιμετώπισε όμως ο κρητικός λαός με καρτερία αξιοθαύμαστη». Τα περιορισμένα οφέλη του Οργανικού Νόμου που επιβλήθηκε κατά την συνθηκολόγηση, δεν δικαίωνε τη μεγάλη θυσία. (14).
Συνειδητοποιούσαν πάντως οι Κρητικοί ότι το Κρητικό ζήτημα δεν πρόκειται να επιλυθεί, αν δεν ανακινηθεί το ευρύτερο και «ακαθωδέστερο» Ανατολικό ζήτημα. Η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων στο θέμα αυτό και η ανατροπή του περίφημου «status quo» ήταν το κλειδί της λύσης του Κρητικού Ζητήματος, στο όνομα του οποίου έμελλε να γίνουν πολλές θυσίες.

Βιβλιογραφικές παραπομπές

1. Βλ. Ιλαρίωνος Σκίννερ, Σκληραγωγίαι εν Κρήτη. Εν Αθήναις, 1868, σελ. 59.
2. Σχετικά βλ. Σκίννερ, όπου παραπάνω, σελ. 59-60. Επίσης Ιωσήφ Χατζηδάκη, περιήγησις εις Κρήτην. Εν Ερμουπόλει 1881, σελ63.
3. Για όλα αυτά μπορεί να διαβάσει κανείς σε όλες τις ιστορίες της Κρήτης. Ενδεικτικά παραπέμπουμε στην αφήγηση του Θεοχ. Δετοράκη Ιστορία της Κρήτης, Αθήνα 1986 σελ 362.
4. βλ. θ. Δετοράκη, όπου παραπάνω, σελ 362
5. βλ. Ιλ. Σκίννερ, όπου παραπάνω, σελ 60.
6. Ασφαλώς βαρύνοντα ρόλο στην αναγνώριση του Γιαμπουδάκη ως τέτοιου, έπαιξε η γνώμη του Τιμόθεου Βενέρη, που μελέτησε σφαιρικά το ιστορικό του Αρκαδιού και κατέγραψε τις απόψεις του στο περίφημο βιβλίο του « Το Αρκάδι δια των αιώνων». Αλλά και οι περισσότεροι μελετητές προγενέστεροι ή μεταγενέστεροι συμφωνούν στο όνομα του Γιαμπουδάκη. Χαρακτηριστική η περίπτωση του Ι. Χατζηδάκη που το καταγράφει «Γιαμπουλάκη»(βλ. Ι. Χατζηδάκη, όπου παραπάνω, σελ 63.) Την ίδια άποψη δέχεται και ο Ιωάννης Μαμαλάκης βλ. Η Κρητική επανάστασις του 1866-69 (βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών),Χανιά Ι. Λ. Α. Ε. Κ. 1983,σελ.112.
7. βλ. Ι. Μαμαλάκη, όπου παραπάνω σελ 513.
8. . βλ. Ι Μαμαλάκη, όπου παραπάνω, σελ. 513.
9. βλ. Ουίλιαμ Μίλλερ, η Τουρκία καταρρέουσα. Εν Αθήναις 1994, σελ 392.
10. Οι περισσότεροι μελετητές πιστεύουν ότι ο ηγούμενος αυτοκτόνησε στην απελπισία του , ενώ άλλοι λένε ότι σκοτώθηκε από Τούρκους. Βλ. Ι. Μαμαλάκη, όπου παραπάνω, σελ 513.
11. βλ. Στυλιανού Μοτάκη, «Το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου», Κρητική Πρωτοχρονιά, 1964, σ.σ 88-93.
12. βλ. θ. Δετοράκη, όπου παραπάνω, σελ 392 και Ιστορία Ελληνικού Έθνους, Εκδοτικής Αθηνών, τόμος ΙΓ΄, σσ. 260-261.
13. Θεωρείται ότι η οχύρωση έπρεπε να συνοδευτεί από την κατακρήμνιση των γύρω από τη Μονή κτισμάτων, για να μην οχυρωθούν σ’ αυτά οι Τούρκοι και να πετύχουν, ευκολότερα την κατάληψη του μοναστηριού.
14. Σχετικά με όλα τα παραπάνω, βλ. θ. Δετοράκη, όπου παραπάνω και Ιστορία του Ελληνικού Έθνους επίσης.
Στέλλα Αλιγιζάκη, Φιλόλογος.

Αφήστε μια απάντηση