ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΡΕΑ
Ο συμπολίτης κ. Γιουμπάκης Μάρκος ο οποίος έλαβε μέρος και υπηρέτησεν εις το πρώτον εκστρατευτικόν Ελληνικόν Σώμα που απεστάλει και διεκριθεί εις την Κορέα με την κοσμοθαυμαστή δράση του, ευγενώς προσεφέρθη να δημοσιεύση από των στηλών της Εφημερίδος μας τας εντυπώσεις του από την Κορέαν παρμένες από το Ημερολόγιόν του.
Η απόβασις μας εις τον Πουσάν Τσαπ – τσαπ (πεινώ)
Πρωί πρωί αρχίζει η αποβίβασις των ανδρών προηγείται ο συνταγματάρχης Δασκαλόπουλος ο οποίος εις το τελευταίον σκαλοπάτι δέχεται μια ανθοδέσμη από μικρή Κορεάτισσα η οποία και τον προσφωνα, οι μουσικές του Κορεάτικου Ναυτικού και των Νέγρων παίζουν εύθυμες σάμπες, μαθήτριες γυμνασίων με τις χαρακτηριστικές χειμερινές στολές του κρατούν σημαίες Ελληνικές και Κορεάτικες και μας χειροκροτούν στο διάβα μας, ο κόσμος με υψωμένα τα χέρια και με δάκρυα ευγνωμοσύνης στα μάτια μας χαιρετά με φρενίτιδα ενθουσιασμού.
Ο πλωτάρχης του Τσένεραλ Χαάν πληρσιάζει και μας φιλεί, μας εύχεται καλή τύχη και καλή πατρίδα. Τώρα όλοι μας παρατεταγμένοι κατά λόχους στη προκυμαία χαζεύουμε τον κόσμο ενώ πολλά μικρά παιδάκια με καταφανή δείγματα κακουχιών και στερήσεων χαζεύουν και αυτά και μας κοιτάζουν μερικά παίρνουν θάρρος με τα χαμόγελα που τους χαρίζουμε και πλησιάζουν πιο κοντά. Ένα σαν 10 χρόνων με πλησιάζει και μου λέγει: «Χίραπς» Τι του λεώ; Αυτό παίρνει μια στροφή πάνω από τα κεφάλια μας και επαναλαμβάνει «χίραπς» «νο αντερστέν» του απαντώ. Η ΓΡΑΜΜΗ ΔΕΝ ΦΑΙΝΕΤΑΙ
Ρία ένας ασφαλώς υπάλληλος του Λιμένος αν κρίνω από το περιβραχιόνιο και το ναυτικό καπέλο. Με ευγένεια με χαιρετά και μου λέγει «ιν κορία λανκουιτς δι νέϊ κριικ ιζ χιραπς». Γέλασα με την ψυχή μου και μαζί μου και ο Κορεάτης ενώ χάιδεψα το κεφάλι του μικρού, βγάζω τότε και του προσφέρω ένα τσιγάρο και του λέω εις άπταιστον Κορεαττικήν «χίραπς τύμπα» Ελληνικό τσιγάρο» «Κομασιμνίτα» μου απαντά ( ευχαριστώ). Τον Ρωτώ για το «παρακαλώ», κα μου λέει ότι λεγεται «Ονια’. Ξαφνικά με χαιρετά με βία και φεύγει χαμογελώντας. Το μικρό ακόμη κοντά μου. Ξαφνικά μου λέει σιγά και κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά τσαπ- τσαπ. Ο τρόπος που μου το είπε και με το να μου δείξει το στόμα κατάλαβα ότι πρόκειται περί της λέξεως πεινώ ή κατι παρομοίου. Η καρδιά μου το πόνεσε αλλά δυστυχώς δεν είχα τίποτα φαγώσιμο να του δώσω. Με νοήματα του έδωσα να καταλάβει ότι οι τσέπες μου είναι άδειες, ότι δεν έχω τίποτα να του δώσω. Μου λέγει κάτι που δεν το κατάλαβα, μου χαμογέλασε και φεύγει για να κτυπήσει ασφαλώς άλλη πόρτα.
Φωνή του αρχιμανδρίτου μας Νεοφύτου χαρίζει σε όλους μας την σιωπή και με ευλάβεια ακούμε τη δοξολογία που γίνεται επί τη αφίξει μας. Έλληνες, Κορεάτες και Αμερικάνοι παρακολουθούν με σεβασμό την δοξολογία η οποία κράτησε περίπου 20 λεπτά της ώρας.
Αφού τελείωσε διασκορπιζόμεθα γύρω από τα πράγματά μας μέχρις ότου έλθουν τ’ αυτοκίνητα για να μας μεταφέρουν στους καταυλισμούς μας.
Αν και ο ουρανός είναι πεντακάθαρος , το κρύο είναι αρκετά αισθητό και τσουχτερό, πιο κάτω από το λιμάνι βλέπω αρκετούς Κορεάτες στη γραμμή κοντά σε μια φωτιά . η περιέργειά μου μα και η φωτιά με τραβούν προς τα εκεί και είδα 4 μεγάλα καζάνια να βράζουν ρύζι ενώ μια Κορεάτισσα του γυναικείου αστυνομικού σώματος επιβλέπει τη διανομή . Πλησιάζω περισσότερο προς την φωτιά και με μια κίνηση της κεφαλής μου την χαιρετώ. Με χαμόγελο μου το ανταποδίδει και συνεχίζει τη δουλειά της. Μια γριούλα σηκώνεται και μου δίδει ένα κασόνι να καθίσω. Το κάνω με ευχαρίστηση γιατι η φωτιά μου άρεσε αρκετά. Παρακολουθούσα την διανομή και γελούσα με τη ψυχή μου βλέποντας άνδρες ολόκληρους να τρέμουν στην φωνή μιας γυναίκας. Περισσότερο γέλασα μια και τσατίστηκα όταν είδα να σπρώχνει ένα παλικάρι μέχρι 30 ετών και να το βγάζει από τη γραμμή να τον πηγαίνει στο τέλος, δεν κρατήθηκα και μάλλον για να την πειράξω της λέω Αγγλικά: «γιατί είσαι κακιά;» Γυρίζει και μου χαμογελά και μου λέγει «τσοτομάτε», την διαβολοστέλνω Ελληνιστί γιατι νόμισα ότι και αυτή με βλαστήμησε στη γλώσσα της, ενώ αργότερα έμαθα ότι «τσοτόματε» είναι γιαπωνέζικη λέξις και θα πει «περίμενε».
Πράγματι σε λίγο έρχεται άλλη μια ασφαλώς ανώτερη της πρώτης. Γιατι η πρώτη την χαιρέτησε αμέσως, έρχεται καθίζει κοντά μου και με ρωτά τι είμαι; «χιράπ» της λέω και της δείχνω τη σημαία μας στον αριστερό μου ώμο. Αυτομάτως σηκώνεται με χαιρετά δια χειραψίας και φωνάζει στη άλλη λέγοντάς της ασφαλώς ότι είμαι Ελλην γιατι και αυτή με χαιρέτησε με θερμό χαιρετισμό. Με είπες κακιά μου λέγει αλλα αυτοί είναι πρόσφυγες της Βορείου Κορέας και δεν πρέπει να τους έχεις εμπιστοσύνη.
-Καλά. Της λέγω αλλά τι θα πει «τσοτόματε». Γέλασε με τη ψυχή της αρκετή ώρα γιατι κατάλαβε την αιτία της ερωτήσεώς μου, μου εξηγεί τη σημασία της ενώ ακόμη γελούσε. Κοιτάζω γύρω μου. Εχουν μαζευτεί αρκετοί και γελούν με ηλιθιότητα χωρίς να καταλαβαίνουν τι λέμε.
Μια ματιά τους ρίχνει και αμέσως εξαφανίζονται. Της ζητώ τότε να βγάλομε μια φωτογραφία μαζί αλλά με καταφανή ευγένεια μου αρνιέται λέγοντάς μου ότι απαγορεύεται εν ώρα υπηρεσίας. Ξάφνου από μακριά ακούγεται η σάλπιγγά μας που έπαιζε συγκέντρωση. Με μεγάλη βία την χαιρετώ ενώ μου σφίγγει και με τα δύο της χέρια το δικό μου.
Τρέχω προς τα πράγματα μου ευχαριστημένος από την πρώτην γνωριμία.. ήδη έχει αρχίσει η επιβίβασης στα αυτοκίνητα που απετέλεσαν μια πολύ μεγάλη φάλαγγα και δια των κεντρικών δρόμων της πόλεως κατευθυνόμεθα για το STCING AREA το οποίον βρίσκεται περί τα 6 χλμ βορείως του Πουσάν κοντά στη δεξιάν όχθη του Γιάγκ- ντογκ ποταμού ο οποίος εις το στενώτερον σημείον υπερβαίνει τα 80 μέτρα ενώ η γέφυρα που διερχόμεθα εχει μήκος 465 μέτρα.
Ο πρώτος μας καταυλισμός και η πρώτη μας επαφή με τον λαόν της Κορέας.
Ο καταυλισμός έχει στη μέση το αεροδρόμιο και δεξιά και αριστερά δύο μεγάλα Χωριά.
Μας τακτοποιούν σε μεγάλες σκουάτ με κρεββάτι εκστρατείας με σόμπες. Αμέσως ο πρώτος μας πόθος γίνεται τα γράμματα. Είναι τώρα μήνας περασμένος χωρίς να ξέρωμε τι γίνεται στα σπίτια μας και τα σπίτια μας τί γινόμαστε εμείς γι’ αυτόν τον λόγο φεύγει ο υπολοχαγός Στεφανάκης από τα Χανιά για το Τόκιο για να τακτοποιήσει το σπουδαίο ταχυδρομικό ζήτημα. Η δεύτερη ημέρα μας βρίσκει στον αυτό καταυλισμό. Είναι η ημέρα που ερχόμεθα αμέσως σε επαφή με τον Κορεατικόν λαόν. Από το πρωί πηγαίνω στο CHOIR’ON με μια παρέα δικούς μας. Κατάπληξη μου προξενούν τα μικρά σπίτια τους με τα μικρά δωμάτια είναι όλα κτισμένα με ξύλα και λάσπη, δεν έχουν παράθυρα χωρίς τζάμια. Το τζάμι στο χωριό είναι είδος πολυτελείας. Με ψιλό άσπρο χαρτί έχουν ντύσει τις πόρτες ή παράθυρα ούτως ώστε να εμποδίζει το κρύο και να επιτρέπη λίγο φως να μπαίνει μέσα.
Ο ασβέστης είναι εντελώς άγνωστος και όλοι οι τοίχοι μέσα και έξω επενδυμένοι με χαρτί ως επί των πλείστον λευκό. Η στέγη κτισμένη με ανατολίτικη τέχνη όλο ξύλο σπανίως κρεμμύδι είναι σκεπασμένη με 10-15 πόντους πάχος ριζάχερο για να διατηρείται η στέγη στεγνή και ζεστή. Μέσα σε κάθε τέτοιο σπίτι μένουν 5-12 άτομα, μοναδικό έπιπλο είναι ένα ή δύο μικρά τραπεζάκια 12-18 πόντους, πάνω σ’ αυτό σερβίρεται το γεύμα τους μέσα σε βαθιές λεκανίδες από καθαρή πορσελάνη, κάθονται σταυροπόδι χάμω και με δύο ξυλάκια με τέχνη πιασμένα προσπαθεί να πιάσει λίγο φαϊ ή τσάπ τσάπ όπως τη λένε αυτοί.
Το ψωμί είναι άγνωστο και το αντικαθιστά το ρύζι που άφθονο βρίσκεται σε κάθε τραπέζι.
Επίσης οι τοίχοι είναι παντού στολισμένοι με φωτογραφίες, εικόνες. Σε μια τέτοια είδα τον νοικοκύρη του σπιτιού με κοστούμι υπερπολυτελείας, γραβάτα ρεμπούπλικο όλα της μόδας και όλα μοδέρνα. Γυρίζω τώρα πίσω μου τον βλέπω με μια άσπρη μπαμπακερή φουφούλα που ίσως μοιάζει με πανταλόν ένα γιλέκο και αυτό το ίδιο και τα δύο μαζί είναι χονδρά γιατι μεταξύ φόδρας και υφάσματος υπάρχει ένα παχύστρωμα βάμβακος. Όσο συμπαθητικός στην φωτογραφία τόσο καραγκιόζης στην πραγματικότητα με το ένα χέρι στο στήθος με το άλλο κρατά ένα πελώριο τσιμπούκι γελά με ηλιθιότητα και προσπαθεί να μου δώσει να καταλάβω ότι είναι αυτός και στη φωτογραφία.
Βγαίνω έξω από το σπίτι, βάζω τα άρβυλα μου διότι στην είσοδο κάθε σπιτιού πρέπει να βγάλεις τα παπούτσια σου και να εισέλθεις ανυπόδητος. Βγαίνοντας έξω το μάτι μας πέφτει σε δύο αρκετά ωραίες Κορεάτισες.
Είναι ντυμένες πολύ κομψά, σακάκι σταυρωτό παντελόνι μακρύ με τσάκιση σπαθί, μαλλί χτενισμένο ριχτό στο πρόσωπο και επιμελημένο βάψιμο προσώπου, κρατούν τσάντες και τα βλέμματά τους είναι περιορισμένα. Φθάνοντας μπροστά μας, μας ρωτούν αρ γιου Γκρικ (είσθε Ελληνές). Μάλιστα τους απαντάμε μας σφίγγουν μ’ ενθουσιασμό τα χέρια ευχόμενες το «καλώς ορίσαμεν» θα σας δούμε ξανά μας λέν και με χαμόγελο φεύγουν. Κάποιος στρατιώτης Κορεάτης μου λέγει ότι είναι σπουδάστριες στο Πανεπιστήμιον του Πουσσάν. Αργότερα της είδα και τις δύο με τις τοπικές ενδυμασίες να κάθονται έξω από το σπίτι τους και να γράφουν τα ιερογλυφικά γράμματα της γλώσσας των . Προσπαθώ να πάρω το κατάλληλο ύφος και με αρκετή ευγένεια τις χαιρετώ.
Σηκώνονται μου ανταποδίδουν τον χαιρετισμό μου με χαμόγελο και με παρακινούν να καθίσω μαζί του. Το κάνω με μεγάλη ευχαρίστηση, τις παρατηρώ αρκετή ώρα γιατι βλέπω μια τρομερή αλλαγή στα πρόσωπά τους. Τα μαλλιά τους τώρα είναι χτενισμένα και δεμένα πίσω. Το πρόσωπό τους εντελώς άβαφο, τα μάτια τους μικρά σκιστά και λοξά είναι πάντα γελαστά, μου προξενούν διαφορετική εντύπωση από την πρώτη φορά που τις είδα. Λες και το καταλαβαίνουν γιατι χαμηλώνουν τα μάτια όχι από ντροπή – κάτι στο σπάνιο στα κορίτσια της Κορέας- αλλά από προετοιμασία μια μεγάλης συζητήσεως. Με ρωτούσαν για την Ελλάδα, για τον Παρθενώνα για το Θησείο. Για τους Δελφούς για την Κνωσσό και για τόσες άλλες αρχαιότητες που μά την αλήθεια κι εγώ αγνοώ.
Ξέρουν όλην την παλιά και σύγχρονη ιστορία του τόπου μας. Κατάπληξη μου προξένησε η ερώτησις εάν συνελήφθη ο Μάρκος. Ποιος Μάρκος; Τους ρωτώ. Ο στρατηγός των Βορείων σας (τους κομμουνιστάς μας τους αποκαλούν βορείους για να τους δώσουν κάποια σχέση με τους δικούς τους Βορείους). Με τη σειρά μου κι εγώ τους ρώτησα για την πατρίδα τους για τα έθιμά τους. Μου απαντούσαν με όρεξη και στα λόγια τους έβλεπες καθαρά μια τρομερή φιλοπατρία.
Με έβλεπαν που κρατούσα σημειώσεις και η μία η Σιμ –ον – λι με σοβαρό ύφος μου λέγει «Δεν ξέρω αν είσθε ρεπόρτερ ή τις σημειώσεις τις κρατάτε για τον εαυτόν σας. Ένα μόνον σας λέω και θέλω να το πείτε στους φίλους σας να το γράψετε όπου θέλετε να το μάθει ο κόσμος, δεν είμεθα άξεστοι δεν είμεθα αμόρφωτοι, η Κορέα θα ζήσει και θα δει τον ήλιον της μια μέρα.
Ο ένας κατακτητής διαδέχεται τον άλλον μετά από τους Κινέζους οι Ιάπωνες μετά τους Ιάπωνες οι Κομμουνισταί του Βορά δεν μας αφήνουν να δούμε και να δώσουμε φως στη χώρα μας. Την ρωτώ πόσα χρόνια ήταν κατοχή από τους Ιάπωνες και μου λέγει 40 ολόκληρα χρόνια μέσα στο σκοτάδι. Όμως της λέγω οι Έλληνες ήσαν μέσα στο σκοτάδι 700 χρόνια κι όχι μόνον δεν έσβησεν αλλα ήκμασε περισσότερον ο πολιτισμός τους. Κάπως σταμάτα λίγο αλλα και πάλι απαντά, οι Τούρκοι πνευματικώς ήσαν ανώτεροι τότε; Της απαντώ ούτε τότε ούτε τώρα. Ναι μα η δική μας κατοχή ήταν διαφορετική, οι Ιάπωνες ήσαν αρκετά ανώτεροι πνευματικώς από εμάς και έτσι πώς εμείς να αναδειχθόμεν; Τόσο το καλύτερο της λέω, έπρεπε σεις να κλέψετε την πρόοδό τους και να αναπτύξετε όπως εσείς θέλετε, είσθε έλλην και πεισματάρης και δεν καταλαβαίνετε ότι κάθε εκδηλουμένη πνευματική μας ανάπτυξη την κατέπνιγαν και έπαιρναν τους επιστήμονας μας στη Ιαπωνία.
Αν κει έμεινα κατάπληκτος για την φιλοπατρία της Σίμ- ον- λι οφείλω να πω και να παραδεχθώ ότι ψεύδεται χονδρικώς λέγοντάς μου ότι οι Ιάπωνες καθυστέρησαν τους Κορεάτας στον πολιτισμό. Η Κορέα χερσόνησος της Κινεζικής ηπείρου διατηρούσε και σχεδόν διατηρεί τον παλαιό κινέζικο πολιτισμό ο οποίος αν και πολύ αρχαίος δεν εξελίχθη λόγω των καθυστερημένων θρησκευτικών αντιλήψεων του Κομφουκισμού και Βραχμανισμού, η λατρεία των πνευμάτων η εκμετάλλευσης των μάγων κρατούσαν πολύ μακριά και τη σύγχρονη πρόοδο και πολιτισμό. Τέτοια ήταν και η Κορέα πριν της Ιαπωνικής κατοχής. Όταν όμως οι Ιάπωνες έγιναν κύριοι της Κορεάτικης Χερσονήσου δίδαξαν τον πολιτισμό τους και την τρομερή τους εξέλιξη στην Κορέα, ίδρυσαν Σχολές και πανεπιστήμια, έκτισαν μεγαλοπρεπή μέγαρα και έμαθαν τον Κορεάτικο λαό πώς να ζεί σαν άνθρωπος και όχι σαν κτήνος σε αχυροκαλύβες.
Το πλούσιο οδικό δίκτυο και οι τριπλές και τετραπλές γραμμές στους σιδηροδρόμους καθώς και η πόλις της Σεούλ και της Ταεγκου οφείλουν την γέννησή τους στου Ιάπωνας, ώστε η Συμ- ον – λί νομίζοντας ότι για πρώτη φορά ακούμε περί της Κίνας και Ιαπωνίας προσεπάθησε να δικαιολογήσει την σχετική καθυστέρηση της πατρίδος της.
Αλλά σχετικά με αυτό θα ασχοληθώ αργότερα.
Η ώρα όμως δε με παίρνει. Μ’αρέσει πολύ η κουβέντα αλλα από μακριά ακούγεται η σάλπιγγα που κτυπά συγκέντρωση. Της ζητώ το όνομά της καθώς και της φίλης της μ’ευχαρίστηση και προθυμία μου τα χαρίζουν. Η πρόθυμη στη συζήτηση λέγεται Σι – μον- λι και η άλλη Σιγκνο – λι –χαν ποζέρνομε και οι τρεις μπροστά στο φακό της μηχανής μου. Τις χαιρετώ λέγοντας των ότι μετά την συγκέντρωση θα ξανά έλθω κοντά τους.
Στην επιστροφή μου βλέπω αρκετά δικά μας παιδιά να εξέρχονται από τα Κορεατικά σπίτια βιαστικά με έμμορφες κορεάτισες. Στο πρόσωπό τους φαίνεται ο σκοπός της επισκέψεώς τους.
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΤΣΑΠ – ΤΣΑΠ
Η συγκέντρωσις κράτησε αρκετές ώρες μας έδωσαν τις υπνοσακούλες και παρεδώσαμε τις κουβέρτες μας, φτιάχνωμε τις αποσκευές μας για να είμεθα ετοιμοκίνητοι και η συγκέντρωσίς μας τελειώνει τραγουδώντας Ελληνικά στρατιωτικά θούρια. Η ώρα είναι πολύ αργά για επίσκεψη στο Οχιονόν άλλωστε τα παιδιά φωνάζουν ότι έχει σινεμά απόψε.
Πράγματι ήταν ένα υπέροχο έργο που λίγο πολύ κάτι κατάλαβα.
Η άλλη μέρα πέρασε με συγκεντρώσεις προετοιμασίες για την αναχώρησή μας. Την Σιμ –ον- λι την είδα άλλη μια φορά ακόμη αλλα η συζήτησις μας και η παρέα μας περιεστράφη γύρω από άλλο θέμα άσχετο της πατρίδος μου και της πατρίδος της, την αποχαιρέτησα λέγοντας της ότι έπειτα από λίγες ημέρες ίσως να μη βρίσκομαι στην ζωή γέλασε με κτύπησε στον ώμο λέγοντάς μου «τα βλήματα δεν αφαιρούν τη ζωή, την ζωή την παίρνει..και μου έδειξε τον ουρανο». Εισαι Χριστιανή; Τη ρωτώ. Μάλιστα είμαι Προτεστάντα. Τρέχατος και πάλι φεύγω για τον καταυλισμό μας γύρω από την σόμπα γιατι το κρύο είναι τρομερό.
14-12-50.
Τα μεγάλα αμερικάνικα αυτοκίνητα με τους περίφημους νέγρους οδηγούς είναι φορτωμένα από το εκστρατευτικό σώμα πηγαίνουμε στο σιδηροδρομικό σταθμό του κουπορί για να προωθηθούμε βορειότερα που όμως είναι άγνωστον.
Κατάπληξι μου προξενούν τα υπερπολυτελέστατα βαγόνια και το πλάτος των γραμμών, ευρύχωρες με ωραία καθίσματα αίθουσες αναμονής, πρόθυμο προσωπικό και εν γένει καλώς διοργανωμένος σιδηροδρομικός σταθμός.
Παντού όμως αγοράκια, κοριτσάκια και σχεδόν γυμνά μέσα σ’ αυτήν την παγωνιά με απλωμένα τα χέρια φωνάζουν «αλόου Τσαπ- τσαπ». Πράγματι ο φοβερός αυτός τύραννος η πείνα έχει αφήσει το πέρασμα της πάνω στα χλωμά χαλκοκίτρινα προσωπάκια τους. Τώρα όμως έχουν δώσει τροφή για 3 μέρες μα αυτή είναι αρκετή για 10 δίνωμε παντού και χαρίζουμε και τα παιδιά μαλώνουν ποιο θα αρπάξει μια κονσέρβα ή ένα κουτί μπισκότα. Κάποιος δικός μας στρατιώτης κάνει τη πιο καλή δουλειά, τα βάζει στη γραμμή με βοηθό το πιο μεγάλο παιδί και έτσι μοίρασε ένα πακέτο μπισκότα υπο τους γέλωτας των παρευρισκομένων Κορεατών, Αμερικανών και Ελλήνων. Κάποιος σιδηροδρομικός υπάλληλος τα πλησιάζει κάτι τους λέγει γιατι αμέσως με υψωμένα τα χέρια κραυγάζουν στη γλώσσα τους ζήτω η Ελλάς «Βιτά τα Χιραπς». Τα καϋμένα τα παιδιά ικανοποιημένα κάπως εξέφρασαν τον θαυμασμό τους και την ευχαρίστησή τους. Η ώρα περνάει και το σήμα της αναχωρήσεως αργεί να δοθεί. ΄Εχω αρκετόν καιρό να πάω μέχρι την αγοράν. Περνώντας έξω από ένα κουρείο θυμήθηκα ότι τα μαλλιά μου κουρέα δεν έχουν δεί από την Ελλάδα, εισερχόμεθα τρεις στρατιώτες και με χειρονομίες τους δώσαμε να καταλάβουν τι ζητάμε.
Στη δουλειά τους φάνηκαν αρκετά επιτήδειοι και πρόθυμοι, παρατηρούσα όμως σχεδόν γελώντας ότι όσος χρόνος εχρειάσθη για να κόψει τα μαλλιά ο ίδιος χρόνος καταναλώθη στο χαμήλωμα των φρυδιών κάποιου κορεάτου αξιωματικού. Τότε για πρώτη φορά έμαθα ότι εδώ το μακιγιάρισμα δεν είναι μόνο γυναικεία συνήθεια αλλά δυστυχώς και ανδρική. Οι άνδρες με επιμέλεια χαμηλώνουν τα φρύδια τους πουδράρωνται και αρωματίζονται.
Η ώρα είναι 15.50 και σχεδόν τρέχοντας φθάνομεν στο σταθμό όπου σε λίγο αναχωρούμε.
Ο 2Ος ΚΑΤΑΥΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΟΥΒΟΝ . ΕΙΜΕΘΑ ΠΛΕΟΝ ΥΠΟ ΤΑΣ ΔΙΑΤΑΓΑΣ ΤΗΣ 1ΗΣ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ ΙΠΠΙΚΟΥ
Πρώτο σταθμό είχαμε το Σαγκάρσιν λίγο πιο νότια από το χωριό αυτο σταματησε η θυελώδης προέλασις των κομμουνιστών το περασμένο Καλοκαίρι. Στη Ταεγκού φθάσαμε κατά τις 6 είναι η ωραιωτέρα και πλέον εξελιγμένη πόλις μετά την Σεούλ, παντού οι κάτοικοι όταν μάθουν ότι πρόκειται για Έλληνες με ενθουσιασμό μας χαιρετούν και με τα δυο τους χέρια υψωμένα μας εύχονται καλή τύχη. Το ταξίδι μας όμως συνεχίζεται και το κρύο αρχίζει να γίνεται πολύ ενοχλητικό. Ταξιδεύομε, ολη νύχτα, περάσαμε από το Κουμπσόν Ταεγιόν, Μπουγκανκ Χιοχαουόν Πιονγκτεκ Γιούσαν και στις 2 το απόγευμα φθάνομε στη μεγάλη μα κατεστραμένη πόλη της Σουβόν εδώ είναι το τέλος του ταξιδιού μας. Μεγάλα αυτοκίνητα μέσω της πόλεως μας μεταφέρουν στον καταυλισμό μας.
Πρόκειται περί της Γεωργικής Σχολής Σουβόν η οποία είναι κατεστραμμένη γιατι εδώ στη Σουβόν διεξήχθησαν οι πιο σκληρές μάχες. Μας υποδέχονται Ολλανδοί στρατιώται με χαρούμενα επιφωνήματα μας βοηθούν κάνουν ότι μπορούν για μας και προσπαθούν κοιτάζοντας μας μέσα στα μάτια να μαντέψουν τι θέλωμε.
Αυτομάτως δημιουργείται μια φιλικωτάτη ατμόσφαιρα . το ίδιο βράδυ μια μεγάλη φωτιά συγκεντρώνει γύρω της Ολλανδούς και Ελληνας, τραγούδια γέλια , ανέκδοτα μας κάνουν να νοιώθουμε ενθουσιασμον για την γνωριμίαν μας. Το πρώτο βράδυ περνά ευχάριστο και ξημερώνει η 17 Δεκεμβρίου. Τα πάντα είναι σκεπασμένα από χιόνι, το κρύο είναι τόσο τσουχτερό που αισθάνεσαι σφοδρούς πόνους στα χέρια και στα πόδια. Ξύλα όμως υπάρχουν αρκετά και έτσι μεγάλες φωτιές παρηγορούν τους πόνους και μας χαρίζουν ευχάριστες ώρες γιατί πάντα παρέα με τους Ολλανδούς μας δίδει κέφι και χαρά. Την άλλη μέρα δηλαδή στις 18 του μηνός μας κοινοποιούν τη διαταγή του ΕΚΣΕ ότι το τάγμα μας από σήμερον είναι το τέταρτο τάγμα του 7ου Συντάγματος της 1ης Μεραρχίας Ιππικού. Έρχεται ο Διοικητής του 3ου τάγματος Ελληνοαμερικανός Κλάϊνος ο Διοικητής του Συντάγματος Συνταγματάρχης Χάρρις ο υποδιοικητής της Μεραρχίας στρατηγός Αλλαν και άλλοι ανώτεροι αξιωματικοί.
Τα τάγμα μας πλέον είναι έτοιμο για τη μάχη, οι διερμηνείς μας μοιράζονται στους λόχους.
Επίσης κάθε λόχος αποκτά και τους αμερικανούς συνδέσμους παρατηρητάς πυροβολικού και αεροπορίας. Οι πρώτοι σύνδεσμοι καταφθάνουν στα γραφεία μας αλλα και οι πρώτοι κορεάται εθελονταί στο τάγμα μας πρώτος ο Ρου ένα αρκετά μορφωμένο παιδί από τη Σουβόν, γνωρίζει εκτός της Αγγλικής και Γερμανικά και τον παίρνει το Α2 γραφείο ως διερμηνέα αφού πρώτα εξακριβωθεί το ποιόν των ιδεών του δεύτερος ήτο ο Σιμ ο Εκσε κ.λ.π.
Ν. και Β. Κορέα 38ος παράλληλος
Αφού λοιπόν παρεδόθη η Ιαπωνία επετράπη εις την Ρωσσίαν να απελευθερώσουν το Βόρειο τμήμα της Κορέας και οι Αμερικανοί θα αφόπλιζαν τους Ιάπωνας στην Νότιον Κορέα.
Ετσι ωρίσθη ο 38ος Γεωγραφικός παράλληλος ως διαχωριστική γραμμή απλώς και μόνον για την παράδοση και αφοπλισμό των Ιαπώνων.
Οι Ρώσσοι όμως έκαμαν καλά τη δουλειά τους, η απλή διαχωριστική γραμμή του 38ου παραλλήλου έγινε σιδηρούν παραπέτασμα και απαγόρευσε την είσοδο και την έξοδο εις την Β. Κορέα.
Με άφθονα γιαπωνέζικά όπλα έφτιαξαν και εξόπλισαν κομμουνιστικό στρατό, ενώ κοροϊδεύοντας τους δυτικούς στα διάφορα συνέδρια και συσκέψεις κέρδιζαν χρόνο και τον Δεκέμβριο του 1945 στη σύσκεψη της Μόσχας οι Δυνάμεις απεφάσισαν
- Να εγκατασταθεί μια προσωρινή Κορεάτική Κυβέρνησις για ολόκληρη την Κορέα και
- Να ασκηθεί επί 5 χρόνια κηδεμονία επάνω στην Κορέα.
Η τελευταία όμως απόφασις που θύμιζε στους Κορεάτες το Ιαπωνικό Προτεκτοράτο του 1905 προεκάλεσε ζωηρή αντίδραση στη Νότιο Κορέα. Αντιθέτως στη Βόρειο το Κ. Κ. διέταξε τους Κορεάτες να δεχθούν την απόφασιν της Μόσχας απειλώντας τους ότι θα τους αφαιρέσουν τα δελτία τροφής. Και έτσι κατόπιν αξιώσεως της Ρωσίας μετέσχον εις την προσωρινή κυβέρνηση της Βορ. Κορέας μόνον το Κομμουνιστικό Κόμμα και το Αγροτικό απο τότε στάθηκε αδύνατο η Κορέα να ενωθεί και προσωρινή κυβέρνησις να γίνει.
Αι Ην. Πολιτείαι διεμαρτυρήθησαν και έτσι στις 7 Σεπτεμβρίου 1947 στην 2α Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ έφεραν το ζήτημα της Κορέας. Ο ΟΗΕ έπειτα από απόφαση διώρησε μια προσωρινή εννεαμελή επιτροπή με Σοβιετικό αντιπρόσωπο για να επιβλέψει στην διεξαγωγή ελευθέρων εκλογών, σε ολόκληρη την Κορέα.
Ο Ρώσσος στρατιωτικός διοικητής της Β. Κορέας όμως απαγόρευσε την είσοδο της Επιτροπής του Ο.Η.Ε. στην Β. Κορέα και το Κ.Κ εξαπέλυσε τρομοκρατία την Ν. Κορέα. Παρά ταύτα οι εκλογές διεξήχθησαν κανονικώς στη Ν. Κορέα με αποχή 20% (10 Μαίου 1948).
Η εκλεγείσα ενθοσυνέλευσις ανακήρυξε την Κορέα Δημοκρατία και εξέλεξε Πρόεδρο τον Δρ. Σήκμαν Ρη. Ως ήτο ευνόητον τα Ηνωμένα Έθνη ανεγνώρισαν την Κυβέρνηση του Δρος Ρη ως την μόνη νόμιμο Κυβέρνηση της Κορέας.
Το Αμερικανικά στρατεύματα απεσύρθησαν από τη Νότιο Κορέα τον Ιούλιον του 1949 παρέμεινε δε μόνον μια Αμερικάνικη αποστολή σαν αυτή που τώρα βρίσκεται στην Ελλάδα.
Οι Κομμουνισταί όμως της Βορείου Κορέας δεν απέκρυψαν την πρόθεσή τους να καταλάβουν ολόκληρη την Κορέα με το καλό ή με το ζόρι.
Η κυβέρνησις της «Λαϊκής Δημοκρατίας» μόλις ανέλαβε διεκήρυξε ότι η εξουσία της εκτείνεται σ’ ολόκληρη την Κορέα.
Τα δύο χρόνια 1948 – 50 οι πράκτορες των Βορείων με ακούραστη προπαγάνδα και οργάνωση με απεργίες και με δολιοφθορές προσπάθησαν να υποτάξουν την Ν. Κορέα. Μα οι νότιοι στάθηκαν βράχοι.
Στις 10 Ιουνίου 1950 το επίσημο όργανο της Ρωσσίας «Ισβέστια» έγραφε ότι το Κ.Κ.Β Κορέας θα διεξαγάγει εκλογές σ’ ολόκληρη την Βόρειο Κορέα και Ν. Κορέα μεταξύ 5 και 8 Αυγούστου 1950. Η επιδρομή είχε αποφασισθεί και σαν άλλους Ιταλούς η Ρωσία ήλπισε ότι την Ν. Κορέα θα την κατελάμβανον οπωσδήποτε την πρώτη εβδομάδα του Αυγούστου.
Ο Στρατηγός Μακ Αρθρσυρ όμως τους άλλαξε τα σχέδια.
Κατά την επίθεση των Βορείων διέθεσαν 400.000 στρατό οπλισμένο με τανκς και αεροπροοθούμενα Ρωσικά αεροπλάνα απέναντι τούτων οι Νότιοι παρέταξαν 120.000 όχι καλα εξοπλισμένο στρατό με μηδαμινή αξία πλην της περιφήμου μεραρχίας «Καπιτόλ».
ΟΙ ΚΟΡΕΑΤΑΙ
Η Κορέα έχει πληθυσμό περί τα 30 εκατομμύρια. Τα δύο τρίτα κατοικούν νοτίως του 38ου παραλλήλου. Είναι χαρακτηριστικό ότι πλεονάζουν οι γυναίκες. Αυτό ίσως εξηγεί πολλά Κορεάτικα έθιμα όπως ο παλαιότερος θεσμός της παλλακείας που τώρα τον πολεμούν οι μοντέρνες Κορεάτισσες, και η σχετική ανυποληψία των γυναικών που κι αυτή όμως με την ευρωπαϊκή επιρροή τείνει να περάσει.
Τα μεγάλα αστικά κέντρα είναι αρκετά. Η Σεούλ η πρωτεύουσα με 2.000.000 κατοίκους.
Το Πιογκ – Γιάνγκ η πρωτεύουσα των Βορείων με 500.000 κατοίκους. Η Ταεγκού με 300.000. και μερικά μεγάλα λιμάνια όπως τα Πουσάν στο στενό της Κορέας, το Μασάν και το Μογκπό επείσης στο νότο, το Βονσάν στην θάλασσα της Ιαπωνίας και το Ιντσόν το επίνειο της Σεούλ στην Κίτρινη θάλασσα.
Τα τρία τέταρτα του πληθυσμού ζουν από την γεωργίαν και το κυριώτερο προϊόν είναι το ρύζι που χάρις στις τακτικές βροχές, πιάνει τις δύο συγκομιδές το χρόνο με μέση απόδοση 1 προς 30 . επίσης καλλιεργούνται και δημητριακά, καπνός, μπαμπάκι, πατάτες κλπ.
Ως πριν από είκοσι χρόνια το σύστημα της ιδιοκτησίας που επικρατούσε ήταν τα μεγάλα κτήματα με κολλήγους. Κάθε Κορεάτης χωρικός είχε όμως το δικαίωμα να γίνει ιδιοκτήτης αν ενδέχετο να καλλιεργήσει αδέσποτη δημόσια γη επί τρία χρόνια αφορολόγητος.
Οι Κομμουνισταί στα μέρη που κατέλαβαν, εμοίρασαν τα κτήματα και κατήργησαν το φόρο σε χρήμα. Τον αντικατέστησαν όμως με φόρο σε είδος δηλαδή σε προϊον που το ορίζει το Κομμουνιστικό κράτος αναλόγως των αναγκών του και των συμπαθειών του, και όταν δεν παραδόθη εγκαίρως κατάσχει το κτήμα και το μεταβιβάζει σε άλλον.
Οι κουμουνισταί δεν πρόλαβαν να εφαρμόσουν στην Κορέα τη «Κολλεκτιβοποίηση» που ερήμαξε τους Ρώσσους αγρότες.
Αλλα και χωρίς αυτήν η φτώχεια και η κακομοιριά των αγροτών της Κομμουνιστικής Κορέας έφθασε σε τέτοιο σημείο ώστε σε τρια χρόνια το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Βορ. Κορέας μετανάστευσαν νοτίως του 38ου παραλλήλου.
Η Κορέα έχει πλούσια μεταλλεύματα, μεταξύ αυτών χρυσό, αργυρό, άφθονο κάρβουνο, σίδερο κλπ. Αργά εμπήκε στο Στάδιο της εκβιομηχανίσεως οι δε κυριότερες βιομηχανίες ιδρύθηκαν στη Βόρειο Κορέα όπου και ο περισσότερες υδροηλεκτρικές εγκαταστάσεις. Σημαντική επίσης είναι η κτηνοτροφία (μεγάλων ζώων»)και η αλιεία.
Το εμπόριο εως τα 1939 ήταν στα χέρια των Ιαπώνων και οι εσωτερικές συγκοινωνίες ευρίσκοντο σε κατάσταση αρκετά πρωτόγονη.
ΕΝΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΛΑΟΣ ΜΕ ΠΑΡΑΞΕΝΑ ΕΘΙΜΑ
Στο είδος των οι Κορεάται είναι μάλλον έμορφη φυλή. Υψηλοί με μικρά χέρια και πόδια μαύρα μαλλιά, κατάμαυρα λοξά μάτια, με αξιόλογη μυϊκή δύναμη Είναι έξυπνοι, με γρήγορη αντίληψη αλλά όχι πολύ βάθος στη σκέψη. Η Γλώσσα τους είναι πολυσύλλαβη. Το αλφάβητο τους αποτελείται από 25 γράμματα και έχουν μια εθνική γραπτή γλώσσα, που από το 1895 άρχισε να γίνεται η επίσημη γλώσσα, εως το Δε φαίνεται η γραμμή τους ήσαν τα Κινέζικα που συγχρόνως ήσαν η γλώσσα της ανώτερης σχολικής μόρφωσης.
Θρησκεία των Κορεατών μέχρι το 1392 εποχή της εισβολής του Τσέκινς Χαν ήταν ο Βουδισμός. Ο ιδρυτής της τελευταίας Κορεάτικης δυναστείας ο περίφημος βασιλιάς Νι- Τάγιο εισήγαγε τότε ως επίσημη θρησκεία τον Κομφουκισμό. Βασική όμως είναι η λατρεία των προγόνων. Μα στον αγράμματο πολιτικό λαό πολύ διαδεδομένη είναι ακόμα η πίστις στους Δαίμονας που οι περισσότεροι είναι κακοποιά στοιχεία και οι Κορεάται περνούν τον καιρό τους να τους εξευμενίζουν. Μεσάζοντες σ’ αυτή την δουλειά είναι οι τυφλοί μάγοι και οι μάγισσες, ένα εξαιρετικό πρόσοδοφόρο επάγγελμα μέχρι προ 30 ετών. Λέγουν ότι στα 1900 μόνο στη Σεούλ μέσα, υπήρχαν 1000 μάγισσες.
Ο χριστιανισμός άρχισε να διαδίδεται στη χώρα το 1835 και οι Χριστιανοί (ορθόδοξοι και Προτεστάνται) είναι αρκετοί σήμερον.
Τα λευκά ρούχα έχουν γίνει η εθνική ενδυμασία των Κορεατών επειδή αι περίοδοι του πένθους ήσαν πολύ μακραί. Επρεπε να τηρήται πένθος 7 ετών δια τον θάνατο του αρχηγού οικογενείας (παπά –σαυ) διαρκεί τρία έτη (Δια τας γυναίκας δεν πενθεί κανείς).
Οι Κορεάται λοιπόν που είναι πτωχός αλλα φιλοσοφικός λαός εσκέφθησαν ότι το οικονομικώτερον είναι να πενθούν επ’ άπειρον.
Εις την παράξενην αυτήν χώρα οι άνδρες και όχι οι γυναίκες λανσάρουν νέες μόδες στα καπέλα. Αγαπούν τόσο τα καπέλα ώστε αρκετές φορές φορούν τέσσερα καπέλα το ένα πάνω στο άλλο.
Η μόνη πηγή βιταμινών εις το Κορεατικό διαιτολόγιον είναι ένα εθνικόν φαγητόν που ονομάζεται Κιμ – τσι.
Αποτελείται από λαχανικά, κρεμμύδια, παστά ψάρια και δυνατό κόκκινο πιπέρι. Το μίγμα αυτό αλατίζεται με χονδρό αλάτι μέσα σ’ ένα μεγάλο πιθάρι και αφήνεται στον ήλιο για να σιτεύσει. Κατόπιν θάπτεται επι εξι μήνες υπό την γη. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι, όταν επί τέλους εκτάφη ο μεζές αυτός, ευρίσκεται κανείς εμπρός εις ένα φαινόμενο που ενθυμίζει ηφαίστειον εν ενεργεία.
Ο οριστικός και μόνιμος γάμος εις την Κορέα γίνεται συνήθως με συνοικέσιον. Το καλύτερον και ανθηρότερον επάγγελμα είναι το επάγγελμα της προξενήτρας. Οσον ασχημοτέρα είναι η νύφη τόσον περισσότερα χρήματα πληρώνει ο πατέρας της εις την προξενήτρα που αναλαμβάνει να τον απαλλάξει από το βάρος της κόρης του.
Εις τας πτωχοτέρας τάξεις, η τελετή του γάμου συνίσταται εις το να φάγει απλούστατα ο γαμπρός από το ίδιο πιάτο από οποίον τρώει η νύφη. Είναι παλαιόν έθιμον να έχει ο άνδρας όσας παλλακίδας ημπορεί να συντηρήσει. Εννοείται ότι χάρις εις την δυτικήν επιρροήν η συνήθεια αυτή βαθμηδόν εκλείπει.
Οι Κορεάτισσες φαίνεται ότι ευνοούν τας αντιλήψεις της φύσεως εις τον τομέα αυτόν, διοτι καθώς οι ίδιες λέγουν έκαμαν μια διαδήλωση, ζητούσαι να αποβληθούν από την εθνοσυνέλευση όλα τα μέλη της τα οποία έχουν ακόμη παλλακίδας..
Οι Κορεάται είναι εκ παραδόσεως φιλειρηνικός λαός, αλλά είναι πολύ γενναίοι και ικανότατοι εις την τέχνην του πολέμου.
Είναι εκ φύσεως φιλόξενοι εργατικοί και καλόβολοι αλλα γίνονται εξαιρετικά βίαιοι όταν εξεγερθούν.
Όταν διασχίσης ταξιδεύοντας στη «χώρα της πρωινής γαλήνης» δεν προλαμβάνεις να σημειώνεις τα παράδοξα. Σύγχρονα κτήριο που ανήγειραν οι Ιάπωνες κατά το διάστημα της κατοχής εν μέσον πρωτόγονων δρόμων όπου βουϊδάμαξες διασταυρώνονται με πολυτελείς λιμουζίνες. Άνδρες φορούν ενδυμασίες εν μέρει δυτικάς εν μέρει ανατολικάς. Γυναίκες που εξευρωπαϊσθησαν πληρως και άλλαι που κουβαλούν τα μωρά των σε σάκους. Η Κορέα είναι η μόνη ασιατική χώρα που παρουσιάζει τόσες αντιφάσεις. Το αλφάβητο της είναι φωνητικόν, αλλα ισχύουν και τα Κινέζικα σύμβολα. Ο Κομφουκισμός ισχύει αλλά οι άγαμοι θεωρούνται περιφρονητέοι. Αι νεόνυμφοι δεν πρέπει να γελούν ποτέ ορισμένο χρονικό διάστημα.
Τα οχήματα εις τους δρόμους παρουσιάζουν μεγάλην ονομοιογένειαν. Βλέπει κανείς Ιαπωνικά αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες, βουϊδόμαξες, λεωφορείο συρόμενο από ίππους, ρικ- σα (αμαξάκια με ανθρώπινα υποζύγια) καινούρια και πολυτελή αμερικάνικα αυτοκίνητα κ.τ.λ.
Ο ανδρικός πληθυσμός των πόλεων φορεί μικτάς ενδυμασίας εν μέρει δυτικά και εν μέρει ανατολικάς. Κατ’ αντίθεσιν προς τα ανδρικά, τα ενδύματα των γυναικών παραμένουν αναλλοίωτα από αιώνων. Αι ηλικιωμέναι γυναίκες φορούν λευκά φορέματα με κεντητές βελούδινες σκούφιες. Αι νεώτεραι γυναίκες και τα κορίτσια φορούν μακριές φούστες με υψηλήν μέσην και κοντά κορσάζ με κτυπητά χρώματα.
Οι Κορεάται είναι πολύ ευφυής και γοητευτικός λαός, αλλα έχουν επίσης έντονον το αίσθημα της Ιεραρχίας . το χειρότερο σφάλμα που θα μπορούσε να διαπράξει ένας ξένος θα ήτο να επικρίνει ένα Κορεάτη ενώπιόν των ισόβαθμων ή των υφισταμένων του. Την προσβολή αυτή δεν τη λησμονεί ποτέ.
Εις την Κορέα υπάρχει ολόκληρος τάξις γυναικών που αντιστοιχούν εις τας Ιαπωνίδας «Γκέϊσας». Λέγονται «Κιζάνκ» και έχουν ως επάγγελμα ( το οποίον εκμαθάνουν από τις παιδικής των ηλικίας) την μουσικήν τον χορόν, την ευχάριστον συνομιλία και την αναψυχήν των ανδρών που μετέχουν εις εορταστικάς συγκεντρώσεις και που αφήνουν τας νομίμους γυναίκας των εις τας οικίας των .
Η σημαία της Δημοκρατίας της Κορέας είναι λευκή, εχει δε εις το μέσον ένα κύκλο του οποίου το ήμισυ είναι ερυθρόν το άλλο δεν κυανόν. Τα δύο αυτά ημικύκλια αντιπροσωπεύουν τα μυθικά σύμβολα «γιαγκ» και «γιν» της Κινέζικης αρχαίας φιλοσοφίας τα οποία εκφράζουν τας αντιθέσεις της φύσεως το άρεν και το θήλυ, τον ουρανόν και την γην το πυρ και το ύδωρ το χειμώνα και το θέρος, την δημιουργίαν και την φθοράν.
Τα γαμήλια έθιμα της Κορέας είναι αρκετά παράδοξα. Το πρόσωπο της νύφης είναι σκεπασμένο με μια μάσκα από πυκνή λευκή πούδραν και η έκφρασις του προσώπου της δεν πρέπει να αλλοιωθεί καθόλου κατά τη διάρκεια της τελετής. Το χαμόγελο της είναι απολύτως απηγορευμένο.
Το συμπόσιον και η διασκέδασις γίνονται χωρίς την συμμετοχή της. Ο Γαμβρός και η νύφη μένουν τρεις μέρες εις την οικείαν του πεθερού κατόπιν δε εγκαθίσταται εις το σπίτι των γονέων του νεονύμφου.
Εις την Κορέα οι ανύπανδροι είναι αντικείμενον περιφρονήσεως. Ακόμη και αν ένας άνδρας είναι 70 ετών η γνώμη του δεν βαρύνει εάν δεν εχει δική του οικογένεια. (Η αντίληψης αυτή εχει τας ρίζας της εις την κομφουκιανήν διδασκαλίαν η οποία καθιερώνει την λατρείαν των προγονικών πνευμάτων).
Εγκατάλειψις θέσεως και οπισθοχώρησις
Και τώρα ας επανέλθομε πάλι εις την 7ην ώρα της 2ας Ιανουαρίου 1951 και στην κραυγή «εχθρός εν όψει». Τα ψέματα τελείωσαν, τέλος πάντων θα έλθωμε σε επαφή με τους κίτρινους, η νευρικότης που τόσες μέρες μας κατείχε φεύγει αυτομάτως. Πηδάμε όλοι μέσα στα χαρακώματα και ρίχνομε μια τελευταία ματιά στα όπλα μας και στις θέσεις μας. Είμεθα καθ’ όλα εν τάξει, ο εχθρός θα τσακισθή όταν μας κτυπήσει διότι είναι αναγκασμένος να διασχίσει τον κάμπο που απλώνεται μπροστά μας.
Τα βαρειά άρματα του Συντάγματος μας ήδη άρχισαν να προωθούνται εις τον κάμπο ενώ το πυροβολικό έχει αρχίσει τις τρομερές σερενάτες του.
Το 3ο τάγμα με σήμα μας ειδοποιεί ότι ήλθε σε επαφή με τον εχθρό, όπου να’ ναι έρχεται η σειρά μας γιαυτό έχωμε στηλώσει το μάτι στον κάμπο, ενώ κάθε λεπτό που περνά μας αυξάνει την αγωνία. Δυστυχώς όμως την ημέρα αυτή δεν είχαμε την τύχη να ρίξωμε ούτε μια σφαίρα. Εγκατάλειψις θέσεως και οπισθοχώρησις σε δευτέρα γραμμή αμύνης ήταν η διαταγή της 1ης Μεραρχίας ιππικού. Γιατί άραγε; Αφού έχωμε μια τελειωτάτη οχύρωση γιατί να την αφήσωμε; Μήπως προ ολίγων ωρών ο Δ/της της Μεραρχίας δεν είχε πει ότι δεν πρέπει να αφήσωμε ούτε βήμα στον εχθρό;
Τώρα γιατί διατάσει εγκατάλειψη θέσεως αφού το πεζικόν δεν έχει έλθη ακόμη σε επαφή με τον εχθρόν; Η ώρα είναι 8
ΑΚΟΜΗ ΠΡΟΣ ΝΟΤΟΝ
Ετσι προχωρώντας μες την παγωμένη νύχτα συναντάμε το τάγμα σε ένα μεγάλο χωριό, βρισκόμεθα πλέον στον καινούριο τομέα, οι λόχοι ήδη έχουν αρχίσει να πιάνου θέσεις ενώ εγώ ξαπλώνω κάτω για να ξεκουραστώ λίγο. Δεν είχα καθίσει όμως δύο λεπτά και αισθάνομαι τον ιδρώτα να παγώνει στο σώμα μου, τα άκρα μου άρχισαν να κρυώνουν. Αμέσως σηκώθηκα και παρά την κούρασή μου πηδούσα για να μην αφήσω τα πόδια μου να παγώσουν.
Ρε Γιουμπάκη δεν κάνεις μια παληκαριά, πάμε σ’ αυτό το σπίτι να ανάψωμε λίγη φωτιά ακούω τον κ. Καλαμάκη να μου φωνάζει.
Καλα κ. Ταγματάρχα εδώ μέσα σ’αυτό το χωριό θα μείνωμε; Δεν ξέρω μου λέγει, αυτοί οι Αμερικάνοι δεν ξέρουν τι θεούς λατρεύουν, πάντως εδώ θα μείνωμε μέχρις ότου μας ειδοποιήσουν, μόνο τρέχα θα ξεπαγιάσωμε.
Πήγα μαζί με τον λοχία Καμπέρη και τον Κανελλόπουλο, μπαίνουμε σ’ένα έρημο σπίτι και σε δέκα λεπτά της ώρας μια μεγάλη φωτιά είχε συγκεντρώσει αρκετούς θαυμαστάς κοντά της. Σε λίγο έρχεται και ο Δ/της μας και μας φέρνει την είδηση ότι σε δέκα λεπτά θα έλθουν τ’ αυτοκίνητα για να μας μεταφέρουν πολύ πίσω. Που; κανείς δεν ξέρει. Είχαμε ζεσταθεί και ξεκουρασθεί λίγο και τ ’ αυτοκίνητα ήλθαν αμέσως. Αρχίζει η επιβίβασης εις αυτά, ενώ πυκνή τούφα χιόνι μας έκανε κάτασπρους, ή ώρα είναι 4 πρωινή. Ξεκινήσαμε και το τρομερό μαρτύριο αρχίζει πάνω στο αυτοκίνητο, το τσουχτερό κρύο, ο παγωμένο αέρας το πυκνό χιόνι πάνε να μας τρελάνουν, σχεδόν φωνάζουμε από τους πόνους είναι αβάστακτοι ιδίως στα πόδια. Είναι ζήτημα αν ξημερωθούμε παιδιά τους λέγω αλλά κανείς δε μου απαντά, μόνον ο Θεσσαλονικιώτης Αποστολίδης λέγει : ας είχα μισή όκα ρετσίνα και ένα καλό μεζέ και ας κρύωνα. Αλήθεια όμως με τη συζήτησιν του Αποστολίδη θυμηθήκαμε ότι πεινάμε, έχωμε 17 ώρες να βάλωμε φαί στο στόμα μας, ας είναι όμως τώρα μόνο το κρύο μας πειράζει προς το παρόν η πείνα δεν μας ενοχλεί κα τόσο. Προσπαθώ να ανάψω ένα τσιγάρο αλλα αδύνατον τα χέρια μου είναι ξύλα, τα δάκτυλα μου δεν υπακούουν στα νεύρα τους, τα βάζω στα στήθη μου λίγη ώρα και έτσι κατορθώνω και ανάβω τσιγάρο ενώ η νύχτα άρχιζε να υποχωρεί και το πρώτο φώς της ημέρα να φωτίζει τα πρόσωπά μας. Αλήθεια ποσο διαφορετικοί είμεθα, από την Κούραση, από το κρύο το ξενύχτι την πείνα σαν ζωντανοί νεκροί.
Έχει πλέον ξημερώσει αρκετά η 3η Ιανουαρίου και η φάλαγγα σταματά για να περάσουν τ’ άρματα μάχης. Σαν αυτόματο πετιέται έξω ο νέγρος οδηγός αρπάζει την ρεζέρβα του την περιλούει μ’ ένα μπιτόνι βενζίνη και μια ωραία φωτιά μας κάνει να τσακισθούμε στο ποιος θα πρωτοκατέβει από το αυτοκίνητο. Τα πόδια μας είναι σχεδόν μέσ’τη φωτιά τα άρβυλά μας καίγονται αλλα τίποτε, έπειτα από πολύ ώρα αισθανθήκαμε μόνον ότι είμεθα κοντά στη φωτιά. Το ηθικό μας αμέσως αναπτερώνει σε όλο το μήκος του δρόμου έβλεπες φωτιές, έχωμε πλέον ζεσταθεί καλά, αλώστε ξημερώνει κάποτε δε θα φθάσουμε κάπου και ίσως ξεκουρασθούμε για λίγες ημέρες.
ΠΟΥ ΠΑΜΕ;
Ρωτώ τον οδηγό για πού πάμε; Τρίβει τα χέρια του μ ’ευχαρίστηση και μου λέγει. Τώρα πάμε στο Πουσάν, έπειτα Ιαπωνία εσύ Ελλάδα εγώ Αμέρικα νο κουτ Κορέα.
Τούτονα φτάνει κακομοίρη το νιονιό του τούτονα λες αράπακα διαμαρτύρεται ο σύντεκνος Καψαλάκης από τα Χανιά.
Πάντως ένα είναι το γενικό ερώτημα πού παμε;
Τα άρματα μάχης πέρασαν και ετσι αναγκαζόμεθα να εγκαταλείψωμε την καλή φιλενάδα φωτιά. Το ταξίδι πάλι αρχίζει. Τώρα έχομε όρεξη για συζήτηση με γενικό ερώτημα το πού πάμε;
Τον λόγο εχει ο Σταύρος Ευγενίδης είναι τόσο χονδρός που ακόμη και ο Λευτέρης θα του ζήλευε για τα πάχη του. Εγώ σας λέγω ότι πάμε για την Ιαπωνία, Ο Αμερικανός θα την εγκαταλείψη την Κορέα, πάψε ρε του απαντά ο Αποστολίδης εδώ μάχεται ο Ο.Η.Ε και όχι ο Αμερικανός, ζωηρά διαφωνία ο Αποστολίδης επιμένει στην ύπαρξη του Ο.Η.Ε ενώ ο Σταύρος ο Χονδρός του λέγει ότι ο Ο.Η.Ε είναι τα γιορτινά ρούχα του Αμερικάνου, η συζήτησις πάει και φέρνει όταν ξαφνικά βλέπω ότι περνάμε από την Σουβόν.
Έκπληκτος ρωτώ, ρε παιδιά η Σουβόν είναι αυτή ή η Σεούλ ; ποια Σεούλ ρε Μάρκο, δεν είδες ότι την περάσαμε τα ξημέρωματα; Πού να την δω όπως είχα ζαρώσει από το κρύο;
Είναι μεσημέρι πλέον και η πείνα αρχίζει να γίνεται πολύ ενοχλητική και το κρύο άρχισε να γίνεται και πάλι αισθητό. Η Σουβόν εχει μείνει πολύ πίσω και εμείς ακόμη προχωρούμε προς νότο.
Αρχίζω να δίδω δίκιο στον Σταύρο.
Από μακριά άρχισαν να φαίνονται οι μεγάλοι καπνοδόχοι των εργαστασίων της Γοντζού της βιομηχανικής πόλεως της Κορέας. Σε λίγο τ’ αυτοκίνητα σταματούν και ο Δ/της φωνάζει να κατέβουμε χωρίς τα πράγματά μας. Ίσως συνεχισθεί ο δρόμος μας.
Συγκεντρωνόμεθα στην πλατεία της πόλεως οι Αμερικανοί τα άρματα μάχης και εμείς.
Εδώ παιδιά θα σταματήσομε για λίγο, να συγκεντρωθεί η μεραρχία εν τω μεταξύ θα μοιραστή φαί και μπορείτε να ζεσταθείτε, αυτό μας είπε ο Δ/της μας στη μικρή συγκέντρωση.
Περπατήσαμε λίγο για να ξεμουδιάσουμε από το αυτοκίνητο και βρούμε ξύλα για άναμμα της φωτιάς. Μας μοίρασαν τροφή άφθονη και τσιγάρα ενώ συνεχώς καταφθάνουν οι φάλαγγες της μεραρχίας μας.
Η Γοντζού έχει γεμίσει στρατό και άρματα μάχης. Το απόγευμα με σάλπιγγες μας ειδοποιούν ότι ήλθε η ώρα της αναχωρήσεως μας, ανεβαίνουμε στα αυτοκίνητα με παγωμένη καρδιά γιατί ξέρομε ότι εάν νυχτωθούμε στο δρόμο θα υποφέρουμε το χθεσινοβραδινό μαρτύριο.
Τα αυτοκίνητα ξεκινούν πάλι. Πάλι πάνω στους παγωμένους δρόμους της Κορέας, δεξιά και αριστερά μας χαιρετούν με πικρό χαμόγελο γιατι ξέρουν, αναγνωρίζουν τι τους περιμένει, τους πετούμε τσιγάρα και τους ανταποδίδομεν τον χαιρετισμόν τους. Εχει αρχίσει να νυχτώνει και το ψύχος να γίνεται τρομερά αισθητό που αυξάνει περισσότερο ενώ τα μαύρα φτερά της νύχτας μας σκεπάζουν.
Πρώτα τα πόδια αρχίζουν να παγώνουν μετά τα χέρια και το πρόσωπο αισθάνεσαι τρομερούς πόνους σε όλο σου το σώμα. Μα νεκρική σιγή απλώνεται και μόνο το μούγκρισμα των μοτέρ των αυτοκινήτων την διακόπτει, η ώρα είναι 12 μεσάνυχτα όταν βλέπω τα πρώτα αυτοκίνητα να σταματούν εν παρατάξει μέσα σ’ ένα κάμπο γεμάτο χιόνια, οι φωνές των αξιωματικών ακούγονται «αναλάβατε τα πράγματά σας και συνταχθείτε κατά λόχους».
Αμέσως πηδάμε στο χιόνι που σε πολλά μέρη είναι τόσο παχύ που φοβάσαι πως θα σκεπασθείς ολόκληρος.
Φορτονόμεθα τα πράγματά μας και τρέχομε στη συγκέντρωση του τάγματος. Ο Δ/της μας μάς ειδοποιεί ότι προσωρινώς θα σταθμεύσομε ίσως για ένα εικοσιτετράωρο.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΜΑΣ ΝΕΚΡΟΣ
Το πρωί μαθαίνουμε το θλιβερό άγγελμα ένας συνάδερφος μας ο διαβιβαστής Δρακόπουλος πεθαίνει, στην αρχή δεν το πιστέψαμε αλλά δυστυχώς ήταν αλήθεια, ο καϋμένος ο Δρακόπουλος κουρασμένος πιο πολύ από όλους λόγο της ειδικότητός του δεν είχε την αντοχή να καθήσει κοντά στη φωτιά, ξάπλωσε πάνω σε ξύλα, σκεπάστηκε μεν καλά αλλά να που τώρα χαροπαλεύει. Από πάνω του προσπαθούν να του επαναφέρουν την ζωή ο Υπίατρος Παπαργυρίου και Ανθυπίατρος Καυγας , άδικος κόπος όμως γιατι ο Δρακόπουλος υποκύπτει εις το μοιραίο γεμίζοντας μας όλους θλίψη και πόνον, είναι πρώτος Ελλην νεκρός είναι το πρώτο Ελληνικό σώμα που θα δεχθεί η παγωμένη Κορεάτικη γη. Τον κλάψαμε όλοι μας γιατι ήταν ένα υπέροχο παιδί γνωστό σε όλους τους άνδρες τους τάγματος μας.
Η ημέρα όμως περνά και αν μείνομε έτσι με τους συναισθηματισμούς υπάρχει φόβος να κλάψομε και άλλο νεκρό. Γιαυτό αφού μέχρι τώρα δεν ήλθε διαταγή για μετακίνηση τάγματος φαίνεται ότι για κάμποσες ημέρες θα μείνωμε δώ μέσ’ το πυκνό χιόνι και στους Σιβηρικούς ανέμους. Δύο δύο οι άνδρες καταγίνονται με το καθάρισμα της θέσεώς των για να στήσουν το ατομικό τους αντίσκηνο. Πρέπει πρώτα να βγεί το χιόνι, μετά να σκαφθεί βαθειά το έδαφός και να στρωθεί με ριζάχερο και μετά να στηθεί το ατομικό μας αντίσκηνο.
Το πάθημα έγινε μάθημα, πρέπει να λάβωμε τα μέτρα μας γιατι το ψύχος ολοένα και δυναμώνει.
Οι γιατοί μας φωνάζουν να σκάψωμε βαθειά την γη και να κομώμεθα τρεις τρεις. Ειμεθα τρομερά κουρασμένοι δύο μερόνυχτα χωρίς ύπνο, δύο μερόνυχτα στο ψύχος και στη κούραση πρέπει να βιαστούμε πριν έλθη η νύχτα.
Στις 4 το απόγευμα όλα ήσαν έτοιμα, ο καταυλισμός με τα λαγούμια ήταν έτοιμος. Το δικό μου τσαντίρι κοντά στο Α2 γραφείο είναι υπέροχο, δούλεψαν 6 χέρια αλλα έγινε τέλεια δουλειά χωράει ανέτως 3 άτομα, το έχουμε σκεπάσει με αντίσκοινα και παχύ στρώμα άχυρο να μην περνά η υγρασία. Μέσα είναι ολόκληρος φούρνος διότι είναι σκαμμένο ένα μέτρο βάθος. Τρίβωμε με ευχαρίστηση τα χέρια μας και τρέχωμε να παρευρεθούμε στην κηδεία του αλησμόνητου Δρακόπουλου. Εχουν ελθει για να παρευρεθούν αρκετοί ανώτεροι Αμερικανοί αξιωματικοί και το λάβαρον της 1ης Αμερικάνικης μεραρχίας Ιππικού με τους φρουρούς της.
Δημοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ από διάφορα κράτη έχουν έλθη για να παρακολουθήσουν μια ορθόδοξη Ελληνική κηδεία στα ξένα εδάφη της Κορέας. Το φέρετρο σκεπασμένο με την Ελληνική σημεία είναι τοποθετημένο πάνω σε τσιπ. Την Νεκρώσιμο ακολουθία ψάλλει ο καλός μας Αρχιμανδρίτης Νεόφυτος, με βοηθούς τον πανταχού παρόντα Καύγα τον Λοχία Μπροφίδη και άλλους. Οι σάλπιγγες της 1ης μεραρχίας παίζουν το νεκρικό σιωπητήριο και με πατριωτικούς λόγους. Έλληνες και Αμερικανοί αξιωματικοί μαζί με τις δικές μας ευχές τον κατευοδώνουν στην τελευταία του εν τη γη κατοικία στο Νεκροταφείο του ΟΗΕ στο Πουσάν.
Εχει αρχίσει πλέον να βραδιάζει, μετά το φαί τσακισμένοι από την κούραση και τη θλίψη για τον χαμό του Δρακόπουλου πηγαίνουμε για ύπνο. Επιτέλους έπειτα από μια εβδομάδα θα ξαπλώσουμε σε μαλακά ρούχα χωρίς φόβο και το περισσότερο χωρίς κρύο και πόνους. Είναι η πρώτη μας βραδιά ύστερα από την κουραστική μας αυτή περιπέτεια που την πληρώσαμε με αρκετή κόπωση και με τον χαμό του διαβιβαστού Δρακόπουλου. Ο κάθε ένας μας νοιώθει μια απογοήτευση και μια αηδία για τον εαυτό του. Ο ύπνος όμως δεν αργεί να με πάρει και να με μεταφέρει για μια ακόμα φορά στο σπίτι μου και στους δικούς μας.
Η ημέρα εχει προχωρήσει αρκετά και εγώ ακόμη κοιμάμαι είναι τοσο γλυκύς ο ύπνος έπειτα από τη μεγάλη μας κούραση και συγκίνηση, έξω χιονίζει μα εγώ χωσμένος μέσα στην υπνοσακούλα μου δεν αισθάνομαι τίποτα.
Κάποτε τέλος πάντων ξυπνώ, βγάζω το κεφάλι μου έξω μα αμέσως αναγκάζομαι να μπώ μέσα γιατι ένας παγωμένος αέρας με υπεδέχθη. Βάζω τα άρβυλά μου και μπαίνω στην πρώτη μεγάλη σκηνή που συναντάω και καθίζω κοντά στη σόμπα. Και πάλι όμως βγαίνω έξω γιατι βλέπω και χαλούν τη σκηνή του Συνταγματάρχου Δασκαλόπουλου. Με περιέργεια ρωτώ το γιατί και μαθαίνω ότι λόγω του ότι η Σεούλ κατελήφθη από τους Κινέζους η Κυβέρνησις και η έδρα της 8ης Στρατιάς μεταφέρεται στην Ταεγκου. Εκεί θα πήγαινε και το Στρατηγέιο μας δηλαδή Συνταγματάρχης Δασκαλόπουλους, ο βοηθός ταγματάρχης Καλαμάκης ο υπασπιστής του υπολοχαγός Μπέλος, το στρατοδικείο, η διαχείρησης υλικού και ο αξιωματικός σύνδεσμος καθώς και 4 στρατιώται.
Ακόμη μαθαίνω ότι ο εχθρός κατέλαβε την Σουβόν και την Γοντζού αλλα η προέλασίς του ανεκόπει και ότι η Μεραρχία μας τίθεται από σήμερα ως εφεδρείας.
Αυτό θα πεί ότι η εδώ παραμονή μας θα είναι άνω των 20 ημερών. Βρισκόμεθα σε μεγάλη απόσταση από την πρώτη γραμμή έξω από την κατεστραμμένη έρημη πόλη Τσουκσόν, ένα ποτάμι παγωμένο περνά σχεδόν μέσα από τον καταυλισμό μας και έτσι έχομε άφθονο νερό. Οι ημέρες περνούν «ευχάριστες» μόνο το τρομερό κρύο μας ενοχλεί ως και η σκέψης ότι ακόμη δεν εχει έλθει ταχυδρομείο από την Ελλάδα.
Ηλθε ταχυδρομείο
Στις 10 όμως του μηνός μια λέξις γεμίζει με ενθουσιασμό το τάγμα σαν τρελλοί τρέχουμε από την μια μεριά στη άλλη, είναι η λέξις ταχυδρομείο επιτέλους ήλθε, είναι 5 μεγάλοι σάκοι και οι ταχυδρόμοι μας Τσακάκης και Ξεντέλης τα έχουν χάσει, εγώ έχω γράμμα; Πόσα γράμματα έχω; Αντε ρε παιδί μου τι κάνετε ακόμη; Υπομονή παιδιά υπομονή ακούγεται η φωνή του Αρμπούζη που και αυτός με φανερή αγωνία περιμένει την ταξινόμηση. Η ταξινόμισις όμως αργεί λόγω του ότι δεν αφήνουν τους καημένους του ταχυδρόμους να εργασθούν. Ο κ. Ζαφείρης αναγκάζεται ο ίδιος να διώχνει τους στρατιώτες ενώ ταυτοχρόνως ρωτά σιγά Ξεντέλη έχω κανένα γράμμα; Η ΕΣΑ όμως κάνει μια καλή δουλειά βγάζει όλους τους στρατιώτες και αξιωματικούς έξω από το ταχυδρομείο βάζει σκοπό στην πόρτα και έτσι χωρίς φωνές οι ταχυδρόμοι συνεχίζουν τη δουλειά τους.
Δεν περνά λίγη ώρα και οι λόχοι έχουν χωρισμένα μερικά γράμματα. ‘Ολοι μας είμεθα κρεμασμένοι στο στόμα του επιλοχία όπως οι εκλογείς είναι κρεμασμένοι στο ράδιο όταν ακούν τα πρώτα αποτελέσματα. Και όπως ο σπίκερ λέγει νεότερα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν μετά 10 λεπτά έτσι και ο επιλοχίας μας λέγει παιδιά σε 10 λεπτά θα είναι άλλα έτοιμα για να σας μοιράσω.
Αυτή η δουλειά γίνεται έως το βράδυ οπότε γίνεται και η καταμέτρησής. Πόσα έχεις; 7 εσύ; Εγώ είχα 14 κοίτα. Τα κρατά σφικτά στα χέρια του σαν τρελός χωρίς να ξέρει που θα καθίσει να τα διαβάσει. Δεν είναι όμως χαρούμενοι όλοι είναι ευτυχώς πολλοί λίγοι εκείνοι που είτε έλαβαν ένα μόνον είτε κανένα γράμμα κάθονται κάπου αμίλητοι, μελαγχολικοί λυπημένοι. Αλήθεια τι κουράγιο σου φέρνει ένα γράμμα αλλά και τι απελπισία σε καταλαμβάνει όταν έπειτα από τόσον καιρό στην ξενιτιά να μη λάβεις γράμμα;
Η νύχτα έχει προχωρήσει και μαζί με αυτή το κρύο, μεγάλες φωτιές καίνε παντού τα γράμματά μας, ο πιο ευτυχισμένος από όλους μας είναι αυτός που έλαβε κανένα θησαυρό ή καμμιά εφημερίδα. Από εδώ κι έπειτα είχαμε τακτικό ταχυδρομείο σχεδόν μέρα παρά μέρα και έτσι το τελευταίο μας παράπονο το μεγάλο πρόβλημα της αλληλογραφίας ελύθη.
Και πάλιν για την πρώτην γραμμήν
Ετσι λαμβάνει την απόφασιν η 8η στρατιά, ότι πρέπει αυτή πλέον να ενεργήσει και να εξαπολύσει μεγάλη επίθεση σε όλο το μήκος του μετώπου. Η Μεραρχία μας αποσύρεται από την εφεδρεία και λαμβάνει τον κεντρικό τομέα. Το 1ο Σύνταγμα παίρνει τον τομέα ανατολικώς και δυτικώς της Ιντσόν και το τάγμα μας στο κέντρον της άλλης παρατάξεως λαμβάνει διαταγή επιθετικής αναγνωρίσεως έτσι στις 25 του μηνός το μάχιμο τμήμα του τάγματός μας πάνω σε αυτοκίνητα τραβά για τον προορισμός του.
Στην Σουκσόν μένουν όλα τα γραφεία πλήν του των πληροφοριών, ο λόχος ενισχύσεως και οι αποθήκες τα λεγόμενα Β κλιμάκια.
Μια ημέρα ολόκληρη ταξιδεύαμε υπό δριμύτατο ψύχος, το βράδυ φθάνομεν πλέον εις το σημείον όπου αρχίζει η λεγόμενη νεκρά ζώνη. Ευρισκόμεθα περί τα 20 χιλιόμετρα νοτίως της πόλεως της Ιντσόν. Εδώ διανυκτερεύουμε και το πρωί αρχίζει η επιθετική αναγνώρισης. Το δικό μας τάγμα είναι το κέντρον της όλης παρατάξεως, οι λόχοι σε σχηματισμούς μάχης προχωρούν προπορεύονται ως άμεσα μάχιμα τμήματα ο 3ος λόχος με διοικητή τον υπολοχαγό Μίσσα και ο 1ος λόχος με διοικητή τον λοχαγό Μαντσαρλήν, λόχος εφεδρικός είναι ο δεύτερος του λοχαγού Καραμαζάκη ο οποίος ακολουθεί μαζί με τον λόχον διοικήσεως ως τον σταθμόν Διοικήσεως.
Βαδίζομεν σιγά όλη την ημέρα χωρίς πουθενά να διακρίνεται ο εχθρός. Εχει πλέον νυκτώσει και τα πρώτα τμήματα εισέρχονται εις τελείως κατεστραμένην πόλην της Ιντσόν. Σε μια γωνιά του δρόμου πάνω σε χιόνια είναι μερικά πτώματα στρατιώτών Κινέζων ασφαλώς θύματα της Αμερικανικής αεροπορίας.
Έχει πλέον προχωρήσει αρκετά η νύκτα και όλο το τάγμα μας εισέρχεται εις τα ερείπια της Ιντσόν.
Στην πόλη μέσα μένει ο λόχος εφεδρείας και ο Σταθμός Δ/σεως οι μάχιμοι προωθούνται λίγο βορείως της πόλεως. Έπειτα από μια εκνευριστική νύκτα ξημερώνει η ημέρα της 27ης Ιανουαρίου. Ο 3ος λοχος ειδοποιεί ότι εις τα απέναντι υψώματα αναγνωρίζονται οχυρώσεις και εχθρικές κινήσεις. Στείλε μια διμοιρία να κάμης επιθετική αναγνώριση, θα σε υποστηρίξουν το πυροβολικό η αεροπορία και ο Ψυχογιός, αυτά φωνάζει μπροστά στον ασύρματον ο κ. Αρμπουζής.
381 Ο ΓΡΑΜΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΡΕΑΣ
Αργά την νύχτα το τάγμα μας παίρνει άλλη διαταγή, πρέπει να ενεργήσει τώρα ΒΔ της Ιντσόν εκεί που ετοιμάζεται η μεγάλη επίθεσης της 1ης μεραρχίας στον τομέα της Ιντσόν είναι η πλέον καθυστερημένη γραμμή γιατί σε όλα τ’ αλλα μέτωπα οι σύμμαχοι θραύουν την εχθρική αντίσταση και αλλού αργά αλλού με γοργό ρυθμό προς βορράν εις την Γοντζού οι Γάλλοι αφού έθραυσαν μεγάλη Κινεζική αντεπίθεση προελαύνουν προς τον ποταμό Χάον. Βορείως της Σουβόν οι Τούρκοι διεξάγουν λαμπρό αγώνα και προελαύνουν προς την πόλη. Οι Πορτορικανοί το ίδιο. Πρέπει λοιπόν και μεις να σπάσωμε την αντίσταση του εχθρού και να αρχίσομε την προέλαση.
Η 28 μας βρίσκει εν πορεία για τον προορισμό μας. Βαδίζομε πάνω σε απότομα χιονισμένα βουνά γεμάτα πεύκα. Η κούρασις είναι ανυπόφορη διότι είμεθα υποχρεωμένοι να βαδίζομε γοργά για να μην αντιληφθή ο εχθρός την κίνησή μας. Τα μονοπάτια είναι πολύ στενά, χιόνι παντού που σε κάνει να γλυστράς σε κάθε σου βήμα. Επι τέλους το απόγευμα της 29ης Ιανουαρίου φθάνουμε στον προορισμόν μας.
Βρισκόμεθα μέσα σε μια μικρή γούβα, μπροστά μας και βορείως ορθώνεται απότομο και επιβλητικό στα άσπρα ντυμένο το ύψωμα 381 μια μικρή μα απότομη χαράδρα και μετά το 381 ορθώνεται το 307, πίσω μας είναι το 413. Εδώ στο σημείο αυτό μένει μόνον ο σταθμός διοικήσεως και ο λόχος διοικήσεως. Ο 3ος λόχος ανεβαίνει στο 381 ο πρώτος στο 307 και ο 2ος εφεδρικός λίγο νοτίως του 381 σε ένα μικρό ύψωμα. Τα παιδιά τελείως εξαντλημένα πτώμα από την κούραση αρχίζουν το άνοιγμα των χαρακωμάτων. Η νύχτα όμως αρχίζει να ρίχνει τα μαύρα φτερά της και έτσι η διάνοιξις χαρακωμάτων σταματά.
Το πρωί –πρωί άλλο τάγμα θα εξαπέλυε σφοδράν επίθεση υποστηριζόμενο από πυροβολικό και αεροπορία. Οι τελευταίες οδηγίες δίδονται στους αξιωματικούς και ο ακούραστος διοικητής μας τρέχει από τον ένα λόχο στον άλλο.
Αν και πουθενά δεν εσημειώθη εχθρός υπάρχει πιθανότης να γίνει κανείς αιφνηδιασμός. Εάν γίνει θα γίνει στον πλέον προωθημένο λόχο στον 1ον ο οποίος βρίσκεται σχεδόν απομονωμένος στο 307. Γιαυτό ο ψυχογιός ανεβαίνει στο 381 του 3ου λόχου για να έχει υπο συνεχή παρακολούθηση το 307 του 2ου. Μαζί με τον Ψυχογιό βγαίνουν στο ύψωμα οι παρατηρηταί Πυροβολικού και Αεροπορίας (Αμερικανοί και παρατηρηταί του Α2 Γραφείου. Μόλις νύχτωσε ο Λοχαγός κ. Μίσσας στέλνει τον Ανθ. Δικαίου με την Δ/ρία του ενέδρα στην χαράδρα μεταξύ των υψωμάτων 381 και 307.
Μια εκνευριστική ησυχία απλώνεται γύρω μας. Τυλιγμένοι στις χλένες μας προσπαθούμε να κοιμηθούμε λίγο ενώ σκεπτόμεθα την πρωινή επίθεση, σκεπτόμεθα τις ενδεχόμενες απώλειές και στο νου μας φέρνουμε τα σπίτια μας και τους δικούς μας.
Ισως μας πήρε ο ύπνος γιατι ξάφνου δυνατές ομοβροντίες ολμών και βαρέων όπλων μας αφυπνίζουν. Τι συμβαίνει άραγε; Αιφνιδιασμός ακούγεται μια φωνή, αιφνιδιασμός στον 3ο λόχο και την ενέδρα του Δικαίου.
Να τώρα πώς έγινε ο αιφνιδιασμός αυτός των Κινέζων που λίγο ήθελε και θα έφερε σε αρκετά δύσκολη θέση την πρώτη μεραρχία Ιππικού.
Η πρώτη μας μάχη
Η αεροπορία όμως είναι αδύνατον να επέμβη στον αγώνα λόγω της χιονοθυέλλης, η ορατότης είναι 0 μόνον το πυροβολικόν κτυπά αδιάκοπα τα υψώματα, οι όλμοι του Ψυχογιού όμως φέρουν την μεγαλύτερη καταστροφή στον εχθρό, έχει πλησιάσει πολύ κοντά στον εχθρό και αυτός ο ίδιος προωθημένος με τον 3ον λόχο δίδει διαταγές στον αντικαταστάτη του λοχία Κουμάνταρο. Ξάφνου τον μόνο τόνο των όλμων τον πλαισιώνει το γλυκό κελάηδισμα των πολυβόλων και των ατομικών όπλων. Η διμοιρία του 3ου λόχου με ανθυπολοχαγό τον Απόστολο Σταθιά ενεπλάκη εις τον αγώνα. Ψηλά από το παρατηρητήριο του Τάγματος με τις διόπτρες στα μάτια προσπαθούσαμε να διαλύσουμε την ομίχλη για να παρακολουθήσομε την μάχη .
Η δύναμις του εχθρού υπελογίζετο σε 2 λόχους ήσαν Βορειοκορεάται διότι φορούσαν κοκκινόμαυρες χλένες. Είχαν σκάψει βαθιά χαρακώματα τα οποία είχαν γεμάτα χειροβομβίδες. Με αυτές κεραυνοβολούσαν τα παλικάρια του Σταθιά που γαντζωμένα πάνω στα βράχια περίμεναν την κατάλληλο στιγμή για να πηδήξουν μέσα στα χαρακώματα των βορείων.
Έχει περάσει πλέον αρκετή ώρα χωρίς να κατορθωθεί τίποτε γιατί ο εχθρός βάζει καταιγιστικώς με πολυβόλα όλμους και χειροβομβίδες η έφοδος όμως γίνεται και σε λίγα λεπτά το ύψωμα καταλαμβάνεται. Ο εχθρός επανέρχεται αλλά και πάλι διώκεται αφού άφησε αρκετούς νεκρούς και τραυματίας την ημέρα αυτή ο 3ος λόχος έχασε 3 νεκρούς και 4 τραυματίας. Οι επιθέσεις τώρα των κομμουνιστών είναι σφοδρότεραι, σαν αγριεμένα και μεθυσμένα ζώα αλαλάζοντα ορμούν αλλά η ορμή τους σταματά μπροστά στην μυτερή και κοφτερή λόγχη των Ελλήνων. Ήσαν πολλές οι απώλειες του εχθρού ώστε δεν τολμά να κάμη και άλλη αντεπίθεση.
ΠΑΝΤΟΥ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΚΑΙ ΔΥΟ ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΙ
Ψηλά από το παρατηρητήριο φαίνονται δύο άνδρες, βαδίζουν προσεχτικά και κοιτάζουν εδώ και εκεί, ο ένας κρατά ένα παιδάκι στην πλάτη του και αποφεύγει τον μέσον δρόμον, προτιμά την άκρη η οποία καλύπτει τη ματιά μας, αυτό μας προξενεί υπόνοια και κατόπιν διαταγής του κ. Ματζαρλή τροχάδην κατεβαίνωμεν ο συμπατριώτης Βαρδάκης άλλα δύο παιδιά και εγώ. Το αρκετό χιόνι μας υποβοηθεί στο δρόμο μας γιατι γλιστρώντας φθάνομε στο μονοπάτι πριν ακόμη φθάνουν μπροστά μας «παιδιά θα τους περιμένωμε να πέσουν σχεδόν επάνω μας και μετά θα τους σταματήσουμε» μας λέγει ο Βαρδάκης. Πράγματι σε λίγα λεπτά ήταν μπροστά μας, σαν αστραπή πετιόμαστε μπροστά τους καλώντας τους να σταματήσουν αυτοί όμως σκύβοντας το βάζουν στα πόδια εγκαταλείποντας το μικρό στο έλεος των βλημάτων μας τρέχαμε από πίσω τους πυροβολώντας αδιάκοπα ήδη ο πρώτος πέφτει και πάλι όμως σηκώνεται για να υψώσει τα χέρια του. Θα πιάναμε και τον άλλο, εάν τα πολυβόλα του λόχου Διοικήσεως δεν μας κτυπούσαν, αφού μας πέρασαν για Κινέζους, ετσι μας καθήλωσαν ΄μέχρις ότου γίνει η σχετική αναγνώρισις αυτός είχε κάπου κρυφτή, χωρίς να μπορέσουμε να τον βρούμε, η προσοχή μας τώρα στρέφεται προς τον αιχμάλωτον μας, εχει τραυματισθεί ελαφρά στο πόδι , φοράει πολιτικά ρούχα και φαίνεται μορφωμένος, χαμογελά και δεν δείχνει κανένα σημείο φόβου. Τον ρωτώ αν ξέρει Αγγλικά και μου απαντά καταφατικώς. Γιατί δεν σταμάτησες; Του λέω. Νόμισα ότι είσθε Κινέζοι μου απαντά, κοίτα μου λέγει και μου δείχνει το κεφάλι του που είναι ματωμένο, με κτυπήσαν οι Κινέζοι στο χωριό και μου είπαν «Κάρα» φύγε, μιλάει με αρκετή ειλικρίνεια χωρίς να υπάρχει ούτε μια μικρή αμφιβολία στο πρόσωπό του. Το παιδί του λέω είναι δικό σου; Όχι το βρήκα στο δρόμο και θέλησα να το μεταφέρω πίσω να μην πεθάνει από το κρύο και την πείνα, έξυπνη και πολύ πιστευτή δικαιολογία. Τώρα του λέω θα σε πάμε πάνω στο τάγμα, θα σου δέση ο γιατρός στο τραύμα και μετά θα φύγεις. Άρχισε τις αρνήσεις λέγοντας ότι μπορεί να περπατεί. Ξάφνου στην στροφή του δρόμου φαίνονται αρκετά γυναικόπαιδα κρατούν στο κεφάλι τους μπόγους από ρούχα και μια γυναίκα κλαίει απαρηγόρητα.
Μόλις μας βλέπουν πετούν τα πράγματά τους κάτω και σηκώνουν τα χέρια ψηλά και αρχίζουν να τρέμουν από το φόβο τους. Με χαμόγελά τους δίδωμε θάρρος και τους λέμε να συνεχίσουν τον δρόμο τους αφού βέβαια τους κάμαμε έρευνα. Είχαν αρχίσει να φεύγουν όταν η γυναίκα που έκλαιγε αντιλαμβάνεται τον αιχμάλωτο μας, τότε ξεσπά σε λυγμούς και ορμά επάνω του, εάν την αφήναμε ίσως τον έπνιγε. Μου ήταν αδύνατον να καταλάβω το τι έλεγαν σ’ αυτήν την λαρυγγόφωνη γλώσσα τους. Ρωτώ αυτόν τι έχει; Τι θέλει; Είναι τρελή, διώξτε την είναι τρελή. Ο τρόπος ΄όμως που το είπε και ο φόβος που άρχισε να τον καταλαμβάνει μας έβαλε σε υπόνοια ο Βαρδάκις του προτείνει το όπλο ενώ εν τω μεταξύ έρχεται και ο άλλος δικός μας κρατώντας στην πλάτη του το μικρό παιδάκι που ο Κορεάτης πέταξε από τον ώμο του όταν βρεθήκαμε μπροστά του. Η στιγμή ήταν πράγματι συγκινητική. Η γυναίκα που έκλαιγε ορμά προς παιδί και το αγκαλιάζει φιλώντας το ταυτοχρόνως γονατίζει μπροστά μας κάτι μας έλεγε αλλα καταλάβα μόνον την λέξη «κομασιμνάτα» (ευχαριστώ) μας έκαμε ακόμη υπόκλιση, ενώ ο Kορεάτης έτρεμε από τον φόβο τους. Έχουμε καταλάβει πλέον με τι άνθρωπο έχουμε να κάμωμεν, και έτσι αφού έφαγε της χρονιάς του τον οδηγήσαμε στο τάγμα μας. Και αυτόν τον αναλαμβάνει ο Ρούπου έπειτα από μια κουραστική ανάκριση μαρτυρά ότι είναι Βορειοκορεάτης υπολοχαγός όπως ισχυρίσθη ερχόταν για να παραδοθεί στους Αμερικανούς. ‘Ελεγε ψέματα όμως γιατι προσπαθούσαμε μάλλον για σαμποτάζ η για κατασκοπεία να μπει στις συμμαχικές γραμμές και για να πετύχει είχε προμηθευθεί πολιτικά και είχε αρπάξει το παιδάκι της δύστυχης γυναίκας για να το χρησιμοποιήσει για καμουφλάρισμα, τα σχέδιά του όμως ναυάγησαν γιατι τώρα βρίσκεται ακίνδυνος στα χέρια μας .
Ο άλλος τι έγινε; Που πήγε; Απλούστατα είχε χωθεί μέσα στη χαράδρα. Επερίμενε το σκότος για να έλθη να φύγει. Έκανε λάθος όμως τον δρόμο γιατι έπεσε μέσα στις γραμμές μας μόλις το αντελήφθη έβγαλε τα παπούτσια του και προσπαθούσε χωρίς να κάνει θόρυβο να απομακρυνθεί προστατευμένος από το σκότος. Περνά μπροστά από το Σταθμό Διοικήσεως κοντεύει πλέον να βγεί εξω από τη ζώνη μας, αλλα ο τελευταίος σκοπός τον αντιλαμβάνεται . του φωνάζει αλτ, αλτ, αλλα αυτός τρέχει.
Δεν έτρεξε όμως πολύ γιατι μια σφαίρα τον βρίσκει στο κεφάλι και τον αφήνει νεκρό.
Η υπόλοιπος νύκτα πέρασε ήρεμος, οι Κινέζοι δεν τόλμησαν να επανέλθουν και έστειλαν μόνον περιπόλους για να μας παρενοχλήσουν, τους υποδεχτήκαμε όμως με τα πολυβόλα και δεν τόλμησαν να επανέλθουν.
Αξίζει να σημειώσω ότι όπλα που χτυπούσαμε στο 318 βακικών κλπ. Υπήρχεν μεγάλος αριθμός νεωτάτων τύπων Αγγλικά όπλα, είδα με τα μάτια μου Μπρεν (οπλοπολυβόλο) εγγλέζικο με τυπωμένα επάνω Κινέζικά γράμματα η ποιότης του και τα λάδια που ακόμη είχε επάνω έδειχναν ότι ήτο ζήτημα αν είχε μεταχειρισθεί και σε άλλη μάχη. Οι χειροβομβίδες τους ρωσικές και αυτές από ξύλο και μικρά βλήματα είναι σχεδόν χωρίς μεγάλο βελινεκές και πρέπει να πέσει μπροστά σου για να σε σκοτώσει ή να σε τραυματίσει. Κάθε Κινέζος κρατάει περίπου 20 από αυτές και τις έχει ζωσμένες στη μέση του.
ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΤΕΛΣΟΝ
Η Τρίτη ημέρα περνά αρκετά ήσυχη. Το πρωί μας επεσκέφθη ο τότε ταξίαρχος κ.Δασκαρώνης ο οποίος παρέμεινε στο Τόκιο ως Ελλην Στρατ. Αντιπρόσωπος στο ΟΗΕ τότε έκαμε και την παρουσία του ο Ελλην ανταποκριτής της «Ακροπολεως» ο οποίος παρέμεινε στο Τόκιο και όχι στην Κορέα την μάχη του 381 την περιέγραψε στην εφημερίδα του με τον τίτλο «Με το Ελληνικό Τάγμα στην Κορέα» ενώ ο πραγματικός τίτλος που έπρεπε να δώσει θα ήτο «με τους Έλληνας τραυματίας στην Ιαπωνία» γιατί από εκει επληροφορήθη τα της μάχης και από εκεί επήρε τις ανταποκρίσεις του. Εν αντιθέσει προς τον κ. Τριανταφυλλίδη στο τάγμα μας είχαμε αλλον έναν πολεμικό ανταποκριτή τον Ελληνοαμερικανόν Στέλιο Στέλσον, ανταποκριτή Αμερικάνικων εφημερίδων. Στην Κορέα ήλθε ως στρατιωτικός ανταποκριτής του Πολεμικού Αμερικανικού Ναυτικού, μόλις όμως έφθασε στην Κορέα πέταξε τα ναυτικά ρούχα έβαλε το κράνος και ακολούθησε το μάχιμο τμήμα του τάγματός μας. Τον θυμάμαι στην μάχη του 381 που μετέφερε τραυματίας και βοηθούσε τους γιατρούς μας στο δύσκολο έργο, υπέφερε μαζί μας και έζησε την πραγματική μας ζωή γιατι έτσι μόνον μπορούσε να την περιγράψει. Τακτικά του έκανε παρατηρήσεις ο Δ/της μας και τον παρότρεινε να εγκαταλείψει το μάχιμο τμήμα και να κατέβει στα μετόπισθεν, αυτός όμως με γνήσια ελληνικά αισθήματα παρέμεινε μαζί μας και ήτο ένα από τα πιο αξιαγάπητα πρόσωπα του τάγματός μας, αυτός ο πολεμικός ανταποκριτής Στέλιος Στέλσον…
ΣΒΑΝ – ΤΣΙΧΑΝ –ΑΝΑΓΚΙΑ ΒΟΜΒΕΣ ΜΑΥΡΗΣ ΚΟΛΑΣΕΩΝ
Αργά το απόγευμα της τρίτης ημέρας ήλθε διαταγή στο τάγμα μας να προχωρήσει και να έλθει και πάλι εις επαφήν με τον εχθρό. Εγκαταλείπομεν το θρυλικό 381 και πεζοί προχωρούμε προς βορράν, λίγο ακόμη μας χωρίζει από τις τελευταίες κορυφογραμμές για να φθάσωμε στον ποταμό Χαν το τελευταίο οχυρό της Σεούλ. Είναι ζήτημα εάν οι Κινέζοι κατορθώσουν να συγκρατήσουν την Σεούλ έπειτα από τη τρομερή καταστροφή και κατόπιν της θυελλώδους προκλήσεως η οποία εντός ολίγου θα καταλήξει εις την κύκλωση της Κορεατικής πρωτευούσης. Από παντού μαθαίνουμε ότι η εχθρική αντίστασης κατέρρευσε, τα άρματα μάχης προεαλαύνουν και μόνο εις το Χρενιγκ – Σον ο εχθρός κρατάει την πρωτοβουλία στα χέρια του. Τα αεροπλάνα τους σφυροκοπούν αδιάκοπα και τους καίνε με τις βόμβες «ΝΑΠΑΛ», είναι βόμβα τεραστίων διαστάσεων, εχει μήκος περίπου 3 μέτρα και το κέντρον της εχει πλάτος 1,12 μέτρα το περίβλημά της είναι από αλουμίνιο και μέσα περιέχει διάφορα εύφλεκτα υγρά με βάση τον φωσφόρο ο οποίος εχει την ιδιότητα όταν έλθη εις επαφήν με το φως να αναφλέγεται. Με τέτοιες βόμβες κατέστρεψαν τους Κινέζους μέσα στα χαρακώματα ενώ το πυροβολικό δεν μπορει να τους κάμει τίποτα, το φλεγόμενο υγρό τρέχει σκορπά την φωτιά παντού, εισέρχεται μέσα στα χαρακώματα και τους καίει ζωντανούς.
Η βόμβα «ΝΑΠΑΛ» είναι ο τρόμος των αρμάτων μάχης. Κάθε άρμα μάχης θέλει μόνο μια καλοζυγισμένη ΝΑΠΑΛ λόγω της υπερβολικής θερμάνσεως αναφλέγονται τα πυρομαχικά του άρματος και ανατινάσεται στον αέρα, έχουν δίκιο λοιπόν οι Κινέζοι να την αποκαλούν Σβαν – τσιχάν- αναγκιά βόμβες μαύρης κολάσεως.
Και πάλι ο Ψυχογιός
΄Αραγε έχομε νεκρούς είναι το γενικό ερώτημα πάνω –ψηλά στο παρατηρητήριο ο δ/της μας κ. Αρμπούζης με φανερό συγκινητικό ενδιαφέρον ρωτά μέσω του ασυρμάτου τον κ. Παπανικολάου έχω μόνον ένα νεκρό και λίγους τραυματίας. Το ύψωμα θα το πάρω κ. Δ/ντά μείνατε ήσυχος αυτή ήταν η απάντησης του λοχαγού και Παπανικολάου.
Την κατάσταση όμως και πάλι την σώνει ο θηριώδης και τρομερός Ψυχογιός. Θα τους αλανιάσω με τους όλμους μου θα τους κάμω άσπρους από κίτρινους , Κουμάνταρε ετοίμασε της σωλήνες σου γιατι σε έκαψε.
Είναι όμως αρκετά δύσκολη η βολή των όλμων λόγω του οτι υπάρχει φόβος να πέσουν επάνω στον 3ο λόχο, χρειάζεται μεγάλη επιδεξιώτης σκοπευτού και μεγάλη προσοχή παρατhρητού, ο Ψυχογιός όμως έχει εμπιστοσύνη στην δική του ικανότητα, έχει δώσει πλέον τα στοιχεία και με αγωνία περιμένει το μικρόφωνο, ξάφνου σηκώνεται ψηλά γιατι ακούγεται η φωνή του Κουμάνταρου- πρώτον και τρίτον στοιχείον έβαλε – η προσοχή όλων μας στρέφεται πάνω στην κορυφή του υψώματος , άραγε θα πέσει επάνω τους ή εχει κάμει λάθος ο Ψυχογιός και τα βλήματα θα τσακίσουν τους δικούς μας; Η αναπνοή μας έχει σταματήσει, το μάτι μας είναι καρφωμένο σ’ ένα σημείο και περιμένουμε το αποτέλεσμα. Η αγωνία μας αυξάνει όσον αυξάνει και ο χρόνος της εκρήξεως, τα δευτερόλεπτα μας φαίνονται ώρες και ξάφνου να τα δυο πρώτα βλήματα σκορπούν την κόλασή τους πάνω στις θέσεις του εχθρού. Ο Ψυχογιός πετά από τη χαρά του και όλοι μας τρίβωμε ικανοποιημένοι τα χέρια μας.
Μπράβο Κουμάνταρε, να σε φιλήσω Κουμάνταρε, πρόσεξε κακομοίρη μου βάλε ολους τους σωλήνες στα ίδια σημεία, άντε ρε αθεόφοβε τι κάνεις ακόμα. Έχει γίνει θηρίο ο Ψυχογιός ο ενθουσιασμός του έχει δώσει μια διασκεδαστική για μας όψη κάνει σαν μενώμενος ταύρος σιωπά όμως αποτόμως γιατι οι ομοβροντίες αρχισαν, το ύψωμα εχει σκεπασθεί από φωτιά και καπνό από τους όλμους, περίπου 10 λεπτά οι όλμοι μας κεραυνοβολούσαν τα τελευταία υπολείμματα γιατι οι άνδρες μας με εφ’ όπλου λόγχη όρμησαν στις θέσεις του εχθρού δεν μπόρεσαν να τους κρατήσουν και έτσι το απόγευμα είμεθα κύριοι της καταστάσεως με 5-3 νεκρούς μόνο και λίγους τραυματίας .
Οι Αμερικάνοι τρίβουν τα μάτια και δεν πιστεύουν στο αποτέλεσμα, το θεωρούν υπερφυσικό, ενας μόνον λόχος να καταλάβει αυτό το απότομο και επικίνδυνο σημείο, είχαν προεξοφλήσει αποτυχία και είχαν σκοπό να θρηνήσουν πολλά θύματα, το αποτέλεσμα όμως τους ανέτρεψε αυτό που προεξόφλησαν και μαζί μας τώρα γλεντούν την νίκην μας.
Έχει αρχίσει πλέον να νυχτώνει και οι Κινέζοι εξαπολύουν αντεπίθεση που όπως ήταν επόμενο πνίγηκε στο αίμα γιατι δεν μπόρεσαν να ξεκολήσουν τους γρανίτινους ελληνικούς βράχους που ήταν γαντζωμένοι στα μαυροχιονισμένα από τη φωτιά χωματοβούνια της Κορέας. Την νύχτα παρενοχλούσαν το τάγμα μας τίποτα όμως το σημαντικό δεν συνέβη και έτσι έρχεται η 1η Φεβρουαρίου με καταγάλανο και λαμπερό ήλιο.
Εχει έλθει διαταγή της αντικαταστάσεως του τάγματος μας και είμεθα γεμάτοι χαρά. Επι τέλους έπειτα από τόσες μέρες εξαντλητικής πορείας, φόβου, αυπνίας, αγωνίας θα ξεκουρασθούμε για μερικές ημέρες. Πολεμήσαμε σαν σκυλιά, χύσαμε αρκετό αίμα ώστε πρέπει να πάμε πισω να ξεκουρασθούμε λίγο.
ΠΙΣΩ ΓΙΑ ΞΕΚΟΥΡΑΣΗ
Ετσι με τραγούδια μπήκαμε στ’ αυτοκίνητα χαρούμενοι γιατι ξέρωμε ότι θα πάμε να ξαπλώσουμε γύρω από φωτιές και θα καθίσωμε χωρίς όπλο και κράνος θα κοιμηθούμε κάτω από σκηνή χωρίς άρβυλα και ρούχα.
Το ταξίδι μας πάνω στ’ αυτοκίνητα διαφέρει τρομερά από το ταξίδι της οπισθοχωρήσεως, τώρα είμεθα γεμάτοι κέφι, τραγούδι αστειευόμεθα και λέμε διάφορα ανέκδοτα της ζωής μας ει στην Ελλάδα.
Και τώρα προς νότο πηγαίνομε και τώρα από μάχη φεύγουμε και τότε από μάχη φεύγαμε ασχέτως αν δεν ρίξαμε τουφεκιά.
Πόλεμος δεν είναι μόνο η μάχη, αλλά και ο ταλαιπωρίες, η πείνα, το κρύο, οι κακουχίες γιατί λοιπόν είμεθα τώρα χαρούμενους.
Τότε φεύγαμε χωρίς καμιά απώλεια. Τώρα όμως φεύγουμε και μας λείπουν αρκετοί γιατι λοιπόν αυτό το κέφι:
Όσο και αν προσπάθησα να απαντήσω σ’ αυτή μου την ερώτηση στάθηκε αδύνατος, κι έτσι αναγκάσθηκα κι εγώ να βοηθήσω στα τραγούδια της παρέας μου.
Το απόγευμα φθάνωμε, είμεθα σχεδόν μέσα σε μια πόλη την Τσουν – λι μια μεγάλη επιγραφή μας μαρτυρά το όνομά της, νομίζω όμως ότι έπρεπε αυτός ο οποίος έγραφε την λέξιν Τσουν – λι να έγραφε: «εδώ κάποτε ήταν μια πόλις την οποίαν έλεγαν Τσουν – λι». Τίποτα μα τίποτα απολύτως δεν υπάρχει αλλά είναι κατεστραμμένη και ελάχιστα είναι τα σπίτια που κάπως στέκουν όρθια, σ’ αυτήν λοιπόν την κατεστραμμένη πολιτεία θα μείνω με άγνωστον πόσες μέρες για ξεκούραση. Φτιάχνουμε αμέσως τις σκηνές και τρέχουμε για λουτρό.
Κοντά σε κάθε καταυλισμό είναι και το λουτρό πηγαίνεις όπως είσαι με τα ματωμένα λασπωμένα και ξεσχισμένα ρούχα μπαίνεις μέσα κάνεις το λουτρό σου και σου παραδίδουν καθαρά σιδερωμένα καινούρια ρούχα. Μακάρι να μπορείς να κάνεις λουτρό κάθε μέρα, κάθε φορά θα σου αλλάζουν ρούχα και θα φεύγεις να λάμπεις από πάνω μέχρι κάτω.
Τι απόλαυσις, τί ευχαρίστησης, τα ρούχα μας κι εμείς είμεθα καινούριοι η κούρασις έπειτα από το ζεστό λουτρό ξεχάστηκε, θα μου μείνει όμως αξέχαστο το φαί αυτό της ημέρα ή μάλλον αυτής της βραδιάς. Είχαμε γαλοπούλα βραστή, λουκάνικα Φρανκφούρτης, ζεστή σούπα, φρέσκο βούτυρο και άφθονη μπύρα. Φαί που ίσως ο κ. Παπάγος να μην το έτρωγε κατά το διάστημα της αρχιστρατηγίας του. Έπειτα από το φαί καταφθάνουν τα γράμματα από την Ελλάδα και μετά από τα γράμματα ο Θεάκος με το ακορντεόν του και τα τραγούδια του, γλεντήσαμε αρκετά εκείνο το βράδυ και αργά πολύ αποτραβηχτήκαμε καθένας μας στην σκηνή του για ύπνο. Στο νου αμέσως ήλθαν τα χαμένα μας αδέλφια αυτά που μέχρι χθες γλεντούσαμε μαζί αυτά που τώρα τα σκεπάζει η παγωμένη γη της Κορέας.
Σκέπτομαι τις μάνες του. Πώς θα μάθουν τον θάνατον του; Με αγωνία θα περιμένουν ένα γράμμα τους κι αντι για γράμμα θα πάρουν το μήνυμα του θανάτου των.
Καϋμένη μάνα τι τραβάς, πόσο υποφέρεις για να αναθρέψει το παιδί σου και να τώρα που το χάνεις. Το χάνεις όμως δοξασμένο και πρέπει να είσαι υπερήφανη γι’ αυτό..
Μια ησυχία απλώνεται παντού, τα πάντα κοιμόνται και μόνον τα βήματα των σκοπών τρίζουν πατώντας στο χιόνι στο αργό διάβα τους.
Τσουν – λι η νεκρά πόλις
Το πρωί θέλησα να κάμω μια βόλτα για να γνωρίσω από πολύ κοντά για να νιώσω πιο πολύ τις τρομερές καταστροφές που έχει πάθει αυτή η χώρα από το πήγαινε και έλα του στρατού.
Βαδίζω μέσα στα ερείπια της Τσουν – λι ενώ μια νέκρα απλώνεται γύρω μου πουθενά ζωή τα πάντα νεκρά τα πάντα έρημα.
Ενας σκύλος έξω από ένα χαλασμένο σπίτι ουρλιάζει πένθιμα είναι τρομερά εξαντλημένος και είναι αδύνατον να σηκωθεί από κάτω που είναι ξαπλωμένος, ετσι δε θα μ’ εμποδίσει καθόλου να μπω μέσα στο μισοχαλασμένο και έρημο σπίτι. Εξω στην πόρτα έχει μια επιγραφή πάνω σε μάρμαρο, η αυλή του είναι περιποιημένη, ίχνη κήπου φαίνονται στο δεξιό του και εδώ και εκεί είναι πεταμένα διάφορα ρούχα.
Μπαίνω μέσα στο σπίτι είναι φαίνεται σπίτι καμίας μοδίστρας, η κάποιου ράφτου αν κρίνω από τα διάφορα εργαλεία που βλέπω μέσα μια ραπτομηχανή σχεδόν ανέπαφη, ένα καλαθάκι με κουβάρια, στο τοίχο κρεμασμένα ρούχα, χαρτιά, σερβίτσια και διάφορα αντικείμενα, φαίνεται ότι το σπίτι αυτό υπέστη τρομερή λεηλασία, φωτογραφίες είναι παντού πεταγμένες και άλλες είναι ακόμη καρφωμένες στον τοίχο, προχωρώ στο άλλο δωμάτιο, ενας μεγάλος καθρέπτης τουαλέτας μια μικρή κυλινδρική καρέκλα. Άδεια σπασμένα μπουκάλια σκουριασμένα ψαλίδια κουτάκια από πούδρες είναι με τάξη αραδιασμένα πάνω στο μικρό τραπεζάκι. Ένα ντουλάπι είναι κλεισμένο. Με προφύλαξη το ανοίγω και μένω έκπληκτος από το γυναικείο ρουχισμό που είχε μέσα, πολύχρωμα μεταξωτά φορέματα κομμένα στην κορεατική μόδα είναι κρεμασμένα με επιμέλεια, μια τσαντα είναι και αυτή κρεμασμένη, την ανοίγω από περιέργεια και από ενδιαφέρον για να δω τι εχει μέσα. Ένα καθρεπτάκι, μια κτένα, ένα μπουκαλάκι άρωμα, ένα μαντήλι, ένα μικρό σημειωματάριο και μια φωτογραφία κάποιου Κορεάτου αξιωματικού με κορεάτικη αφιέρωση πίσω. Παίρνω την φωτογραφία για να σπουδάσω την αφιέρωση αργότερα. Προχωρώ στις περίεργες έρευνες μου που με έκαμαν να καταλάβω ότι στο δωμάτιο αυτό δεν μπήκε το βέβηλο πόδι και η εγκληματική μορφή του πλιατσικολόγου. Η σκέψις ότι αυτήν την στιγμή εγω ίσως θεωρηθώ πλιατσικολόγος με αναγκάζει τρεχάτος να απομακρυνθώ από το έρημο αυτό και άλλοτε αρχοντικό σπίτι. Τρέχω στο καταυλισμό κοντά στο Ρου το Κορεάτη διερμηνέα μας, τι γράφει εδώ; Το ρωτώ και του δίδω την φωτογραφία. Την κρατά την διαβάζει και μου λέγει είναι σταλμένη στην αδελφή του γράφει «στην γλυκιά μου αδελφή που σύντομα θα έλθω κοντά της».. τι ελπίδα αλλα και τι πραγματικότης καθίζω κάπου και προσπαθώ να συναισθηματολογήσω το γεγονός.
Που να είναι άραγε αυτός ο καλός αδελφός; Που να βρίσκεται η αδελφή του; Αραγε ζούνε και οι δύο; Μακάρι να ζούνε γιατί όταν κάποτε σμίξουν και πάνε στο έρημο και μισοχαλασμένο σπιτάκι τους θα δουν ότι από τα πολλά πράγματα που τους λείπουν τους λείπει και κάποια φωτογραφία μέσα από την τσάντα της αδελφής του Κορεάτου αξιωματικού..μια σκέψη γεννιέται μέσα μου, βγάζω μια φωτογραφία μου πηγαίνω στο διερμηνέα μας ανθ. Κ. Πάλλη και τον παρακαλώ να μου γράψει σε ένα χαρτί αυτά τα λόγια Αγγλικά. «Στην πολυβασανισμένη και κατεστραμμένη οικογένειά σας εκφράζω τον πόνο μου και δίδω την παρηγοριά μου, είμαι ένας από τους λίγους Έλληνας που ήλθαμε στον τόπον σας για να σας βοηθήσουμε στον δύσκολο αγώνα σας, ορκίζομαι στο γυρισμό στην πατρίδα ότι εγώ είμαι τελείως αμέτοχος της λεηλασίας του σπιτιού σας».
Θέτω την υπογραφή μου και την σύστασή μου. Αμέσως τρέχω στο Ρου, στρίμωξε αυτά τα λόγια στη φωτογραφία του λέω και όσον μπορείς ποιο σύντομα.
Πηγαίνω αμέσως στο έρημο σπίτι τρέχω στο ντουλάπι και επιστρέφω την φωτογραφία του
Κορεάτου θέτοντας μαζί και την δική μου.΄
‘Αραγε έφθασε στον προορισμό της; Ή κάποια βέβηλα χέρια θα έχουν την φωτογραφία μου κοροϊδεύοντάς με;
Έχει νυχτώσει όμως η βραδιά είναι υπέροχη αν και τσουχτερό κρύο μας παγώνει τρέχω πάλι στον καταυλισμό μας κοντά στην σόμπα και κοντά στα χαρούμενα παιδιά του τάγματός μας.
Ετοιμoi για μάχη
Διάφορες φήμες, διάφορες ειδήσεις κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα, ένα όμως είναι το γενικό θέμα, θα σταματήσωμεν άραγε στο 38 παράλληλο ή θα προχωρήσωμε μέσα στην Β. Κορέα; Οι Άγγλοι συνάδελφοι μας το εδήλωσαν κατηγορηματικώς ότι δεν πρόκειται να πάρουν βήμα πέραν του 38 παραλλήλου.
Ο Μακ Αρθουρ όμως θέλει να κάμει πολλά πράγματα. Εχει τη γνώμη ότι ο 3ος παγκόσμιος πόλεμος είναι στη δημιουργία του ζητά λοιπόν μια για πάντα να ξεκαθαρίσει το μέτωπο της Κορέας, θέλει να εισβάλει στη Βορ. Κορέα να βομβαρδίσει την Μαντζουρία και να κάμει αποβίβαση με εθνικιστάς Κινέζους εις την Κίνα.
Οι Άγγλοι όμως προβάλλουν το βέτο τους ξέρουν ότι εάν γίνει ένα τελευταίο πράγμα η Αγγλική ναυτική Βασις Χογκ – κογκ επί της Κίνας πάει περίπατο. Επίσης επί του ποταμού Γιαλού στα σύνορα της Β. Κορέας και Μαντζουρίας εκεί που είναι αι τεράστιαι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις λέγεται ότι τα 80% των μετοχών τας έχει η
Αγγλία, εάν βομβαρδισθεί όμως πάνε και οι μετοχές μαζί με τους υδατοφράκτας του Γιαλού ποταμού. Να λοιπόν γιατι οι φίλοι μας Αγγλοι δεν θέλουν να προχωρήσουν στην β. Κορέα. Η πονηρή αλεπού σκέπτεται τα συμφέροντά της και όχι τα γενικά συμφέροντα.
Η συζήτησις πάει και ερχεται με ζωηρό πνεύμα έως ότου ένα δυσάρεστο άγγελμα έρχεται να χάλασει το κέφι μας και να μας γεμίσει θλίψη. Ισως όμως να είναι ψέμμα ότι αύριο το πρωί το τάγμα μας φεύγει και πάλι για το μέτωπο. Τρέχω στο Α2 γραφείο για να ρωτήσω μόλις είδα τον Αξιωματικό Α2 υπολοχαγό κ. Σκιαδά σκυμμένο πάνω σε χάρτες εθεώρησα περιττό να ρωτήσω, κατάλαβα ότι πρόκειται περί μετακινήσεως.
Για πού κ. Λοχαγέ; τον ερωτώ, για τον τομέα του 3ου τάγματος στο Κότσαμνι έλα ετοίμασε τους χάρτες γιατι αυριο πρωι-πρωί φεύγουμε εμείς για αναγνώρηση.
Αυτη λοιπόν ηταν η εφεδρεία τους μια μέρα. Ήταν προτιμότερο να μη μας κατέβαζαν κρίμα στις χαρές και στα γέλια αύριον πάλι στην μάχη μόνον ο Θεός ξέρει ποια κορμάκια θα μείνουν πάλι στην Κορέα. Αν καθήσω όμως και το ρίξω στους συναισθηματισμούς καταστράφηκα γι’ αυτό λοιπόν εξω νου και ότι συμβεί καλά έγινε.
Πέφτω στη δουλειά και αργά πολύ αργά τραβήχτηκα για λίγο ύπνο μια και τα ξημερώματα της άλλης ημέρας μας επιφυλάττει καινούριες συγκινήσεις. Κονκζάμ- νι μια μεγάλη πόλις ενας μεγάλος ορίζοντας μια κεντρική οδική αρτηρία και αρκετά απότομα βουνά αποτελούν την πολυθρύλητον περιοχή Κονκζάμ –νι 578, 231, 237, 402, 481 κλπ είναι τα υψώμετρα αυτών των βουνών ένα όμως εξέχει τόσο πολύ και υψώνει το επιβλητικό του παράστημα είναι τοσο απότομο όσο δεν μπορείς να φανταστείς είναι το περιβόητον ανώνυμο, ετσι όλη αυτή η περιοχή αποτελεί ένα μεγάλο οδικό κόμβο για τη Σεούλ είναι πανω από 20 χιλιόμετρα βορείως της θέσεως που δώσαμε την πρώτη μάχη. Πρεπει οπωσδήποτε να ξεκαθαριστεί η περιοχή, το μόνο εμπόδιο για την Σεούλ. Αυτό το ξέρουν φαίνεται οι Κινέζοι γι’αυτό εχουν τρομερή οχύρωση και καταβάλουν απεγνωσμένη προσπάθεια να το καταλάβουν. Ετσι στο Ελληνικό τάγμα δίδεται αποστολή α) Αναγνώρισης θέσεως εχθρού και Β)επιθετική διεισδύση και εκδίωξις των Κινέζων. Αφού ανετρέπετο η εχθρική αντίστασης από το Ελληνικό Τάγμα θα εξορμούσε εξ ολοκλήρου η μεραρχία. Ετσι στις 8 η ώρα της Τετάρτης 7 Φεβρουαρίου ο Δ/της μας διατάσσει όλην την μάχιμο δύναμη του τάγματος μας να κινηθούν προς το 578. Ξεκινά πρώτοι ο 2ος Λόχος του Λοχαγού Καραμαλάκη πρέπει όμως πρώτα να εκκαθαρίσει τα 231 και 237 υψώματα και μετά να επιτεθεί στο 578. Ο 1ος λόχος κινείται δεξιά εχει και αυτός να ξεκαθαρίσει τα 402 και 481 και μετά να στραφεί εναντίον 578 η αποστολή του πρώτου λόχου είναι τρομερά δύσκολη γι’ αυτό τον ακολουθεί κατά πόδα για να τον ενισχύσει ο 3ος λόχος.
H MAXH TOY AΝΩΝΥΜΟΥ
Μόλις όμως οι λόχοι αρχισαν να κινούνται εξεδηλώθει αμέσως η εχθρική αντίστασις. Δεύτερος λόχος καταλαμβάνει ευκόλως το 231 καθηλώνεται όμως και σφυροκοπεί αγρίως από το 237 βάλλεται αγρίως με όλμους, πολυβόλα, αυτόματα που είναι εντελώς αδύνατον να προχωρήσει γι’ αυτό διατάσσεται να σταματήσει και να εξασφαλίσει καλώς αυτά που εχει καταλάβει ο πρώτος λόχος εχει σχεδόν και αυτός την ίδια τύχη μετά σκληράν μάχην κατορθώνει και καταλαμβάνει το 402 καθηλώνεται όμως αυτός εις τη δύσβατη αυτή κορυφογραμμή και δέχεται συνεχώς τολμηρές εχθρικές αντεπιθέσεις.
Ενώ η μάχη μαίνεται στο πεδίον του 1ου και 2ου λόχου, ο σταθμός Δ/σεως μετά του λόχου Δ/σεως μετακινείται συνεχώς για να έλθει όσο μπορεί πιο κοντά στα επιτιθέμενας δυνάμεις. Ετσι μας βρίσκει η νύκτα με καθηλωμένους τους 1ον και 2ον λόχον. Σε νυκτερινό του μήνυμα ο λοχαγός Μαντζαρλής ειδοποιεί τον Διοικητήν μας ότι παν θα τελείωνε αν άλλαζε κατεύθυνσίν η επίθεσις, η οποία έπρεπε να στραφεί κατά της ανωνύμου κορυφογραμμής το οποίον εθεωρείτο το πλέον απόρθητο οχυρό.
Υψηλό απότομο, επιβλητικό και τρομερό στην όψη πάνω σαυτό οι Κινέζοι είχαν οχυρωθεί και σύμφωνα με τους υπολογισμούς των τίποτα δεν ήταν ικανό να τους βγάλει, είχαν την βεβαιότητα γι’ αυτό ώστε θεωρούσαν αυτοκτονία μια επίθεση εναντίον των , ήξευρα καλα όμως ότι εάν η ανώνυμος αυτή κορυφογραμμή έπεφτε χαλαρονώταν όλο τους το αμυντικό σύστημα ο δρόμος να ανοίγεται ελεύθερος για την Σεούλ και ο επόμενος τεράστιος κάμπος θα γινόταν ο Τάφος των Κινέζων και Βορειοκορεατών, ήξεραν καλα ότι η πτώσης του ανωνύμου θα εσήμαινε βορείως Κορέα γι’ αυτό είχαν τοποθετήσει επι της κορυφογραμμής ότι επίλεκτον είχαν. Αμέτρητα πολυβόλα, άφθονοι όλμοι χιλιάδες χειροβομβίδες, άριστοι στρατιώται σε καλώς διοργανωμένες θέσεις. Μα με τι θα πάλευε το Ελληνικό στοιχείο, θα έβγαινε νικητής; Άγνωστο θα μας το δείξει η ημέρα.
Ξημέρωνε η 9 η Φεβρουαρίου και ο 1ος λόχος επιμένει ακόμη. Λες και ολο το σύμπαν εχει πέσει εναντίον του 1ου λόχου, μια τρομερή χιονοθύελλα και το αβάστακτο πολικό ψύχος αναγκάζει το πυροβολικό και την αεροπορία να σιωπήσουν . Αυτό περίμεναν και οι Κινέζοι και έτσι έπειτα από λίγη ώρα ξαναδιώχνουν τον λόχο μας από το ανώνυμο. Άλλη μια φορά το πήραμε τη Παρασκευή τότε που χάσαμε το γενναίο υπολοχαγό Μανάσσην Ιωάννη το λεβεντόπαιδο που πρώτος ανέβαινε στο ανώνυμο και πρώτος κατέβαινε. Είναι πλέον αδύνατον να ενεργήσει μόνος του, ο πρώτος λόχος έχει αρκετές απώλειες και οι Κινέζοι διαρκώς αυξάνονται και προσπαθούν να ανατρέψουν τα θέσεις μας και από το 402. Γι αυτό και το τάγμα μας το Σάββατο αυξάνει τας επιθετικάς του ενέργειας, εξαπολύει επίθεση αντιπερισπασμού, υποστηρίζει τον 1ον λόχο δια της συμμετοχής και άλλης δυνάμεως, και έτσι το απόγευμα του Σαββάτου 19ην Φεβρουαρίου το ανώνυμο γεμάτο πτώματα τραυματίας και άφθονο πολεμικό υλικό πέφτει στα χέρια των δικών μας. Εκατοντάδες νεκροί, αμέτρητα πτώματα παντού τραυματίαι αλλαλάζοντες από τους πόνους, άφθονα πολυβόλα όλα τσεχοσλοβάκικα και αυτόματα όπλα ρωσσικά χωρίς να λείπουν βέβαια και τα όπλα των φίλων μας των Αγγλων. Ολο το ανώνυμο έχει σκεπασθεί από παντοειδές πολεμικό υλικό.
Η μάχη που δόθηκε πάνω στο ανώνυμο έδωσε αφορμή να αναδειχθούν ήρωες και να δοξασθούν παλληκάρια, ξέχωρη θέση μέσα σ’ αυτά πήρε το Ρέθυμνο με 3 διαλεκτούς στρατιώτες που έστειλε στη άγρια και παγωμένη Κορέα. Μέσα στους 26 τραυματίας υπάρχουν οι Αλεξάκης Αντώνιος από την Πατσό ο πιο βαριά τραυματισμένος του λείπει το δεξί χέρι λίγο πιο κάτω από τον ώμο. Μαμαλάκης Ιωσήφ από τα Αγκουσελιανά με δεκάδες βλημάτων στα πόδια στα χέρια και ολόκληρο το σώμα του. Σχετικά με αυτούς τους δύο θα ασχοληθώ αργότερα για να γράψω τώρα δύο λογια για ένα άλλο Ρεθυμνιώτη για ένα πραγματικά ήρωα του ανωνύμου τον Βαρδάκη.
Αθάνατη Κρήτη με τα βλαστάρια σου σε δόξασαν παντού και πάντοτε. Νεκρός ο Στιβανάκης στα Χανιά. Τραυματίαι οι Αλεξάκης και Μαμαλάκης από το Ρέθυμνο. Γενναία παλληκάρια οι Βαρδάκης και Καραγιαννάκης επίσης από το Ρέθυμνο, και αυτοί μόνον εις την μάχη του ανωνύμου από 8-10-11-51.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΑΡΔΑΚΗΣ
Θεωρώ την δική μου κριτική και τα δικά μου λόγια τόσο πτωχά για τον Βαρδάκη ώστε θα αφήσω άλλους να μιλήσουν γι αυτόν. Θα αφήσω τους ξένους γιατί μόνο οι ξένοι ξέρουν να τιμούν και να μιλούν γι’ αυτους που εθελονταί σε μια μεγάλη ιδές τρέξαμε στην Κορέα συνεχισταί του πατροπαράδοτου Ελληνικού θρύλου.
Σήμερα λοιπόν ας ασχοληθώ λίγο για ένα υπέροχο παιδί της λεβεντογενήτρας Κρήτης, που έγινε αφορμή να αντιλαλήσει στα πέρατα της οικουμένης για μια φορά η δόξα του Ελληνικού ονόματος η δόξα της Ελληνικής ανδρείας.
Να λοιπόν τι λένε οι ξένες εφημερίδες για τον Βαρδάκη για τον ήρωα της 10ης Φεβρουαρίου στο ύψωμα του ανωνύμου.
Η Εφημερίς «Σταρ εντ Στράϊπς» της Ιαπωνίας στο φύλλον της 22ας Φεβρουαρίου έγραφε «Η Κρήτη η λεβεντογέννα που δεν παύει ποτέ να τροφοδοτεί την Πινακοθήκη των Ηρων της Αθάνατης Ελλάδος με νέες μορφές ημίθεων παλληκαριών, σήμερα φανερώνει και άλλο εάν διαλεγμένο παλληκάρι της τον Ευγ. Ζαχ. Βαρδάκη..»Η εφημερίς «Φως» του Καϊρου στο φύλλον 116 της 16ης Μαϊου έγραφε «σκύφτε άνθρωποι και θεοί για να περάσει η Κρήτη».
Η εφημερίς «Ε γιανκ ιν Κορέα» στο φύλλο της 12ης Μαρτίου εκτός των άλλων γράφει «Η απαράμιλλος ανδρεία που επέδειξε το παλληκάρι αυτό κατά τα μάχας που έδωσεν η μονάδα του εδώ στη μακρινή και αφιλόξενη Κορέα άφησε κατάπληκτους Έλληνες και Αμερικάνους, και έτσι κατόπιν ημερησίας Διαταγής του ενάτου Σώματος του Αμερικάνικου στρατού, απονέμεται σ’ αυτόν το παράσημο «Σίλβερ Σταρ» του κατ’ εξοχήν πολεμικού Αμερικανικού παρασήμου που δίνεται μονάχα για πράξεις εξαιρετικής ανδρείας επι τους πεδίου της μάχης».
Ας περιορισθώ όμως στην απλή κατάθεση του κειμένου της Διαταγής αυτής. Είναι τοσον παραστατική τόσο εύγλωττη ώστε να μην χρειάζεται τη συντροφιά δικών μου σχολίων.
«Ευάγγελος Βαρδάκις οπλίτης πεζικού του Ελληνικού εκστρατευτικού Σώματος υπαγομένου εις την πρώτην μεραρχίαν ιππικού. Ο Στρατιώτης Βαρδάκης κρίνεται άξιος τιμητικής διακρίσεως δια την δράση του κατά του εχθρού την 10ην Φεβρουαρίου 1931 παρά το Τσουγκ – Ντογκ της Κορέας. Κατά την επίθεσιν εναντίον των εχθρικών αμυντικών ερεισμάτων επί αποκρήμνου κορυφογραμμής ο στρατιώτης Βαρδάκις δια της τόλμης του της επιθετικότητα και της ασυγκρήτου ανδρείας συνέβαλλεν εις βαθμόν ανυπολόγιστο εις την ολοκλήρωσιν της αποστολής της μονάδος του, ευρεθείς μεταξύ των πρώτων επι της κορυφής του υψώματος το οποίον απετέλει το κύριον σημείον του στηρίγματος της εχθρικής τοποθεσίας ο στρατιώτης Βαρδάκης δεν έπαυσε να εμπνέει τρόμον εις τους αντίπαλους δια της φονικής δεξιοτεχνίας μετά της οποίας εχειρίζεται κατ’ αυτών την λόγχην και τον υποκόπανον του όπλου του.
Όταν τα καταιγιστικά πυρά του εχθρού καθήλωσαν προς στιγμήν την διμοιρία του, ο στρατιώτης Βαρδάκης προσεφέρθει να διεισδύσει μόνος εντός της προσβεβλημένης τοποθεσίας ίνα επιφέρει σύγχησιν εις τον αντίπαλον.
Κινηθείς δια μέσου αληθούς κολάσεως πυρός κι σιδήρου, ανερριχήθει επί απόκρημνου κορυφής και επέπτυχε να εγκατασταθεί όπισθεν των εχθρικών πολυβολείων.
Εκ της νέας θέσεως του, ο στρατιώτης Βαρδάκης ήρχισε εκσφενδονίζει χειροβομβίδας προξενών τοιαύτας απωλείας εις τους αντιπάλους ώστε η εχθρική άμυνα επί του υψώματος εκάμφθη και εσαρώθη.
Η αδιαφορία προς τον κίνδυνον, η ψύχραιμος αποφασιστικότης και η ακάθεκτος μαχητική ορμή του στρατιώτου Βαρδάκη τιμούν αυτόν και τον Ελληνικό Στράτευμα».
«ΤΟ ΤΑΓΜΑ ΜΑΣ ΠΡΟΧΩΡΕΙ ΕΝ ΜΕΣΩ ΧΙΟΝΟΘΕΥΕΛΗΣ
Μετά την νικηφόρο επιχείρηση του Ανωνύμου το Ταγμα μας αποτελόν πάντοτε την αιχμή του επιτιθέμενου τριγώνου δεν στάθηκε ουτε λεπτό να ξεκουραστει. Η απώλεια του ανωνύμου έφερε τρομερή σύγχυση στις τάξεις του εχθρού φεύγουν συνεχώς προς τα πίσω ενώ συμμαχικά αεροπλάνα τους κεραυνοβολούν αδιάκοπα.
Τρομερή όμως χιονοθύελλα και πολικό ψύχος μας αναγκάζει να ανακόψομε λίγο την προέλασή μας γιατί είναι συνεχώς αδύνατον να προχωρήσεις. Τα μάτια σου δεν σε βοηθούν γιατι ένα άσπρο πέπλο τα καλύπτει. Τα αυτοκίνητα καρφώνουν στο χιόνι, τα αεροπλάνα δεν έχουν ορατότητα και μόνο το βαρύ πυροβολκό σπα την κουραστική και τόσο παγωμένη ατμόσφαιρα.
Βρισκόμεθα τώρα στις νότιες παρυφές της Σεουλ. Το μόνο οχυρό λίγα χιλιόμετρα νοτίως της Σεούλ το Τσεσόν έπεσε σήμερα. Από το δυτικό μέτωπο μαθαίνωμεν ότι οι Τούρκοι και οι Ολλανδοί έφτασαν τον ποταμό Χάαν.
ΠΕΡΙ 38ΟΥ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΥ
Όσο όμως τα στρατεύματα των Ηνωμένων Εθνών προχωρούν προς τον Βορρά αυξάνει και η συζήτισης περί του 38ου παραλλήλου.
Θα σταματήσουμε αραγε; Ή θα προχωρήσουμε μέσα στη Β.Κορέα; Η Αγγλία ανεπιφυλάκτως ζητεί από τον Μακ- Αρθουρ να μη διαβεί τον 38ο παρ. και αν ακόμη η στρατιωτική κατάστασις ζητεί την διάβασή του. Παρακαλούν, μα και απειλούν, κατηγορούν τον Μάκ- Αρθουρ και διατάσουν τους άνδρες τους να μην πάρουν βήμα πέραν του παραλλήλου. Η Αλεπού τα σκέπτεται και τα μέτρα αλλα ,σκέπτεται ότι θα βγει αρκετά ζημιωμένη εάν εμπλακεί σε επίσημο αγώνα με την Κίνα. Σκέπτεται το Χογκ-γκογκ και το βλέπει χαμένο. Όχι λοιπόν Β. Κορέα στάσις στον 38ο παραλ. Και εάν είναι δυνατόν συμφιλίωση με τους Κινέζους.
Μα οι Κορεάται ούτε να το ακούσουν δεν θέλουν. Στη Χερσόνησό μας ή εμείς θα μείνωμεν ή οι Κομμουνισταί, θέλουν να προχωρήσουν αν είναι δυνατόν να μπουν και μες το Πεκίνο. Οι Αμερικάνοι θέλουν να κτυπήσουν το θεριό μες τη φωλιά του και ο Μακ Αρθουρ ζητεί άδεια από τον ΟΗΕ να κτυπήσει την Μαντζουρία το ορμητήριον των Κινέζων. Η Αγγλική πολιτική και πάλι νικά γιατι κόβουν τα φτερά του Μάκ Αρθουρ. Μια όμως είναι η αλήθεια είναι αδύνατον να σταματήσωμεν στο 38ο παρ. οι λόγοι είναι πολλοί πρώτα πρώτα το μήκος του μετώπου είναι τόσο μεγάλο ώστε θα χρειαζόταν 5πλασιες δυνάμεις για να κρατηθείς εκεί. Β) το έδαφος είναι ακατάλληλον για άμυνα ενώ κατέχει αρκετά πλεονεκτήματα για επίθεση. Γ) Οι Βόρειοι θα μπορούσαν εύκολα να ανεφοδιάζονται γιατι βρίσκονται μέσα στη χώρα τους. Έπρεπε λοιπόν ή να τους τραβήξουν κάτω στη Ν. Κορέα ή να τους κτυπήσωμε μέσα στην Χώρα τους. Ώστε τότε κατά γενική γνώμη στάσις στον 38ο παραλ. δεν θα γίνει προς μεγάλη θλίψη των καλών μας φίλων Αγγλων.
Ο Αμερικανός δεν έχει ιδέα από ανταρτοπόλεμο και νόμισε ότι κτυπώντας τους με πυροβολικό θα τους καθήλωνε για να τους βρει το πεζικό, αν αφήναν όμως το βάρος της επιχειρήσεως μόνον στο τάγμα μας δεν θα γλύτωνε κανείς τους γιατι θα είχαν να κάμουν με Έλληνες τους μόνους ειδικούς στον ανταρτοπόλεμο, άλλωστε αυτοί (οι αντάρται)πεινασμένοι, γυμνοί, σχεδόν χωρίς σύγχρονο οπλισμό ήταν 50% ακίνδυνοι στα χέρια μας.
Στην Σουασόν μείναμε ακόμη μέρες χωρίς καμία ασχολία. Οι επιχειρήσεις είχαν σχεδόν σταματήσει γιατι ο εχθρός δεν έκαμε καμία ενέργεια. Τα στρατεύματα του ΟΗΕ ήσαν έτοιμα να οπισθοχωρήσουν στην παραμικρή εχθρική επίθεση. Φαίνεται όμως ο πονηρός Κινέζος ένοιωσε την παγίδα που του στήνει ο Μαθιός (έτσι λέγαμε τον Διοικητή της 8ης Αμερικανικής Στρατιάς Μάτθιους Ριτζγουαίη) σκέφτηκε ότι αν κατέβει ακόμη πιο κάτω θα πάθει ότι έπαθε το περασμένο Καλοκαίρι ο ΒορειοΚορεάτικος στρατός, έτσι προτίμησε να μείνει εκεί που σταμάτησε και να διοργανώσει μια αμυντική γραμμή με χαρακώματα όμοια των δικών μας ανταρτών. Λες και είχαν διδαχθεί την τέχνην τους.
ΚΩΣΤΑΣ Η ΜΑΣΚΩΤ ΤΟΥ ΤΑΓΜΑΤΟΣ ΜΑΣ
.
Ο καιρός περνά σύντομα και το Κωστάκι κάθε μέρα γίνεται πιο αγαπητό. Θέλει να μάθει στην εντέλεια τα Ελληνικά και κάθε τι που αφορά την Ελλάδα.
Έχει μάθει αρκετά τραγούδια του τόπου μας που με αρκετή χάρη τα τραγουδά στις βραδινές μας παρέες γύρω από μια μεγάλη φωτιά.
Ένα πρωί έρχεται και με βρίσκει κρατά ένα τετράδιο και ένα στυλό. Τι θες Κώστα; Τον ρωτάω. «Ρε Μάρκο θέλω να μάθω πώς γράφω Ελληνικά, εγώ τώρα που θα πάω στην Ελλάδα θα πάω σχολείο εσύ εμένα τώρα μάθεις γράφω, όνομά μου».
Πράγματι ο Κώστας είχε μεγάλη επιμέλεια, έμαθε και έγραφε το όνομά του και όλα τα γράμματα της γλώσσας μας.
Κάποτε σε μια παρέλαση του Τάγματος μας βρισκόταν στο πρώτο τσιπ της Ε..Σ.Α κάποια νάρκη όμως ανατινάζει το όχημα στον αέρα τραυματίζοντας πού σοβαρά τους επιβαίνοντας Ανθ/γοΠρόκο, δεκανέα Χατσάρα, τον ολμιστή Σαλίβερο τον προστάτη ή μάλλον τον πατέρα του Κώστα. Το Κωστάκι όμως δεν έπαθε τίποτε μόνο που ανετινάχθη πολύ μακριά πάνω στα χιόνια. Μόλις συνήλθε έτρεξε στους τραυματίες μας προσπαθώντας να τους παράσχη την πρώτη βοήθεια. Όταν δε αντελήφθη τον Σαλίβερο αναίσθητο μέσα στα αίματα άρχισε να φωνάζει. «Όχι μπαμπά πεθάνει άμα εσύ πεθάνει εγώ σκοτωθώ».
Όταν δε αντελήφθη ότι ζει όταν του χαμογέλασε άρχισε τα τραγούδια, τον αγκάλιασε και τον φιλούσε.
Ο Σαλίβερος όμως πάει στο Νοσοκομείο και το Κωστάκη μένει μόνο με την παρέα την δική μας. Έμενε μαζί με την Ε.Σ.Α έβαλε τα διακριτικά τους και αλλοίμονο στον Κορεάτη που θα περνούσε μέσα από τον καταυλισμό μας.
Σε κάθε μετακίνηση που το τάγμα μας χρειαζόταν αγγαρεία για την μεταφορά των πραγμάτων μας την εξασφάλιζε ο Κώστας. Οι Κορεάτες των έτρεμαν γιατί ήξερα ότι πίσω από τον Κώστα υπάρχει ο Ελλην στρατιώτης. Πάντως ζητούσε νέους Κορεάτες τους γέρους τους έδιωχνε και τους έδιδε τσιγάρα οι νέοι όμως υπέφεραν πολλά όταν δεν έκαναν καλά την δουλειά τους κτυπούσε.
Κάποιος Κορεάτης που τόλμησε να τον κτυπήσει γλύτωσε από του χάρου τα δόντια, γιατί ο Κώστας αμέσως έτρεξε στη λέσχη αρπά ένα αυτόματο και ορμά στον τρέμοντα από τον φόβο του Κορεάτη.
Τον συγκρατήσαμε όμως εμείς σε σχετική παρατήρηση του Υπ/γου Ζαφείρη απήντησε.: «Αυτός είναι 28 -30 χρόνων γιατί όχι στρατιώτης αυτός Κορεάτης όχι πολεμάει για Κορέα; Εσύ Έλληνα πολεμάει για Κορέα να γιατί σκοτώσει».
ΚΑΙ ΔΥΟ ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΙ
Το Τάγμα μας τότε βρισκόταν ακριβώς πάνω στο 38 παρόλο που αι προφυλάξεις μας ήταν μεγάλες γιατί ο Βορ. Κορεάτης είναι πολύ πανούργος. Πάντα όμως μέσα στη ζώνη μας είχαμε αρκετούς οι οποίοι με επίβλεψη βέβαια μας έφερναν νερό ή μας βοηθούσαν σε διάφορες ασχολίες.
Ήταν θυμάμαι Κυριακή και μόλις είχε τελειώσει η λειτουργιά ο καιρός ήταν υπέροχος γιατί το κρύο είχε αρχίσει να υποχωρεί. Εγώ με μια παρέα είχα ξαπλώσει στην λιακάδα όταν ξαφνικά βλέπω τον Κώστα να τρέχει με τα μάτια σχεδόν βγαλμένα από τις κόχες έτρεχε και μπήκε στην τέντα του Λόχου Δ/νσεως. Από περιέργεια περισσότερο πηγαίνω και εγώ και ακούω τον Κώστα με αγωνία να λέγει: «Πάρε όπλο ρε δυο Κινέζοι είναι εδώ, εγώ γνωρίζω εγώ έχω δει Ιντσόν έλα ρε θα φύγουν». Κανείς μας δεν πίστεψε στα λόγια του, αλλά για να μην χαλάσουμε το χατίρι πήγαμε άοπλοι βέβαια, φθάνομε σε μια παρέα από Κορεάτες που έτρωγαν σε μια μεριά του καταυλισμού μας. Σταματά και με το χέρι του μας δείχνει δύο από αυτούς. Ήταν δυο ψηλοί και εύσωμοι καθόταν λίγο απομονωμένοι από τους άλλους και κουβέντιαζαν. κανείς μας βέβαια δεν είχε σκοπό να κάμει έλεγχο γιατί κανείς μας δεν έδωσε βάσει στα λόγια ενός παιδιού 10 χρονών. Ο καθένας μας όμως είχε μια περιέργεια μαζί με μια υπόνοια μήπως είναι άραγε Κινέζοι; Ο Κώστας όμως δεν σταματά τρέχει προς αυτούς κτυπά τον έναν με πέτρα στο κεφάλι, ενώ ο άλλος προσπαθεί να το πιάσει. Επεμβαίνουν τότε οι δικοί μας τους πιάνουν και έπειτα από πολύωρη ανάκριση ανακαλύπτομεν ότι ήταν Κινέζοι αξιωματικοί πράκτορες. Χάρις στον Κώστα δεν πρόλαβαν να μας βλάψουν.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ
Ήλθε όμως ο καιρός να φύγει το Τάγμα μας από την Κορέα προηγουμένως είχε φύγει ο Συνταγματάρχης Δασκαλόπουλος μαζί με τον Κύριο Αρμπούλη για την Αμερική δεν έδειξαν όμως κανένα ενδιαφέρον για τον Κώστα.
Δεν φρόντισαν καθόλου για τον απροστάτευτο αυτό παιδί που τόσα προσέφερε για το Τάγμα μας και έτσι όταν οι άνδρες μας άφηναν την Κορέα για να έλθουν στην Ελλάδα και ο Κώστας μέσα σε ένα σάκο χωσμένος ανέβαινε εις το πλοίο, ανακαλύπτεται όμως σύντομα και οι Αμερικάνοι ζητούν κάποιον ο οποίος να αναλάβει την ευθύνη της μεταφοράς του στη Ελλάδα. Δυστυχώς όμως όλοι οι Αξιωματικοί αδιαφόρησαν εντελώς και έτσι ο Κώστας πνιγμένος στο κλάμα και στη απελπισία εγκαταλείπεται στη Ιαπωνία.
Το Κωστάκη το ηρωικό κορεατόπουλο το καμάρι του Τάγματός μας έρημο και τελείως απροστάτευτο γυρίζει μόνο του απελπισμένο με ένα μεγάλο παράπονο για την μεγάλη αδικία που του έκαμαν. Και πάλι επιστέφει εις την Κορέα κοντά στο νεοαφιχθέν Τάγμα μας προσπαθεί και πάλι εκεί κοντά στους άνδρες μας να βρει λίγη παρηγοριά. Δεν μπορεί να ξεχάσει τον Σαλίβερο, η απελπισία του αυξάνει κάθε μέρα. Ούτε τρώει, ούτε γελά, και κάποια μέρα εξαφανίζεται για να βρεθεί έπειτα από λίγες μέρες νεκρός σε κάποια χαράδρα. Είχε δώσει μόνος του τέλος στη ζωή του γιατί δεν μπορούσε να αντέξει τον πόνο του και το παράπονό του. Τον θάνατό του τον έμαθα από τον «Αθηναϊκή» και σαν μνημόσυνο στην μνήμη του Ιντσιον αφιερώνω τις λίγες γραμμές που με πραγματικό πόνο γράφω για το άτομό του.
«Σιμιλ Ρου» ο Κορεάτης διερμηνεύς
Σαν το Κωστάκη είχε αρκετούς στο Τάγμα μας παιδιά 10 χρόνων και νέοι έως 30 χρόνων είχαν έλθει μόνοι του να συμμερισθούν την ζωή μας άλλοι από τρομερή φιλοπατρία, και άλλον για να φανεί ένα κομμάτι ψωμί. Από τους πρώτους ήταν και ο Ρου ένας νέος 19 χρόνων από το Σουβόν Όταν το Τάγμα μας ήταν εκεί παρουσιάσθη μόνος του στον Δ/τη μας και τον παρακάλεσε να τον πάρει ως οπλίτη στο Τάγμα μας. Πράγματι έπειτα από ορισμένες διατυπώσεις ο Ρου τοποθετείτε ως διερμηνεύς στο Α΄ γραφείο εις τον οποίον υπηρετούσα και εγώ. Δεν άργησε να αναπτυχθεί ένα αίσθημα φιλίας μεταξύ γιατί ήταν ένα πραγματικά άριστο παιδί.
Σπουδαστής αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο της Σεούλ ήξερε Γαλλικά Γερμανικά, Αγγλικά λίγα Ιταλικά και Γιαπωνέζικα. Έπαιζε ένα υπέροχο βιολί και οι εγκυκλοπαιδικές του γνώσεις ήταν απέραντες.
Στη δουλειά του ήταν τρομερός. Ευρίσκετο παντού πότε στον ένα λόγο πότε στον άλλο.
Το σπίτι του ήταν στην Σουβόν πολύ σπάνια πήγαινε. Όταν δε θα πήγαινε έπαιρνε πάντα την άδεια του Δ/του μας.
Κάποτε κατεβήκαμε μαζί στην Σουβόν για υπηρεσία και στην επιστροφή μας για το Τάγμα περάσαμε από το σπίτι του.
Κτισμένο με Γιαπωνέζικο ρυθμό στον κεντρικό δρόμο της Σουβόν έδειχνε ότι ήταν σπίτι πλούσιο ήταν αρχοντόσπιτο. Ανοίγοντας την πόρτα βρέθηκα εγώ πρώτος στην αυλή του σπιτιού τους. Στο αντίκρισμα μου μια παρέα από κορίτσια και νεαρούς τρέπεται εις φυγήν γεμάτοι τρόμο. Ο Ρου ξεσπά σε γέλια ενώ εγώ σταματώ γεμάτος απορία για το Συμβάν.
Σε πέρασαν για Αμερικάνο Μάρκο γι’ αυτο έφυγαν. Τους έχω μιλήσει για σένα αλλά δε σε γνώριζαν.
Προχωρούμε στο εσωτερικό του σπιτιού και με συστήνει στους γονείς του . Η Μητέρα του μια ευγενικιά και γλυκιά γυναικούλα με αγκαλιάζει και με φιλά ενώ συνεχώς μου μιλάει χωρίς να καταλαβαίνω λέξη.
Ο πατέρας του και αυτός μου σφίγγει με ενθουσιασμό το χέρι και με ρωτά αν ξέρω Γαλλικά ή Γερμανικά. Εν τω μεταξύ το πανικοβληθέν πλήθος με φοβισμένα βλέμματα και αργά βήματα επιστρέφει και αρχίζουν οι συστάσεις. Από εδώ οι φίλοι μου από εδώ η ξαδέλφη μου τα μικρά μου αδελφάκια και η μεγάλη μου αδελφούλα η Μάριον.
Οταν προχωρούσαμε για να μπούμε μέσα στο δωμάτιο των ξένων μόνος μου έσκυψα για να βγάλω τα άρβυλά μου σύμφωνα με τα δικά τους έθιμα, με σταματά όμως ο Ρου και μου λέει: «Ο Βούδας και οι θεωρίες του είναι ξένες για την οικογένειά μας . Είμεθα Χριστιανοί και όχι Βουδισταί».
ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΚΟΡΕΑΤΑΙ
Η οικογένεια του Ρου για μένα στάθηκε σαν δική μου οικογένεια όλες τις ελεύθερες μου ώρες τις περνούσα μαζί τους γιατί μου άρεσε πολύ η συντροφιά τους, η αγάπη τους για μένα δεν μ’ άφησε να αισθανθώ και τόσο την έλλειψη των δικών μου.
Η αδελφούλα του η Μάριον στάθηκε για εμένα σαν πραγματική μου αδελφή, και όσα έχω γράψει, περί Κορέας για τον μυστηριώδη αυτό λαό είνα ιαποκλειστικά δικά της γιατί αυτή μόνο βρέθηκε να με κατατοπίσει πάνω στα παράξενα έθιμα του παράξενου λαού της.
Κάμαμε αρκετές συντροφιές, πήγα μαζί τους σε Βουδιστικές συγκεντρώσεις, σε γάμους και σε Βραχμανιστικά ξεφαντώματα. Είχα μπει είχα εισχωρήσει πλέον βαθιά μέσα στο Κορεατικό πνεύμα κα υ ψυχολογία τους ήτο πλέον γνωστή για μένα. Παντού όπου και αν πήγαινα τόσο εγώ όσο και κάθε Ελλην. στρατιώτης γινόταν δεκτός με καταφανεί δείγματα ενθουσιασμού και αγάπης. Μόνοι μας είχαμε αποκτήσει την αγάπη του Κορεάτικου λαού και οι εφημερίδες τους έπλεκαν εγκώμιον για την Ελλάδα μας γιατί όμως; Γιατί ενώ έβλεπαν Αμερικάνο έφευγαν μπροστά του ενώ εζητωκραυγάζαν στην εμφάνισίν μας; Η διαγωγή μας, η συμπεριφορά, ο αισθηματισμός μας, ήταν διάφορος των Αμερικάνων. Ο Έλληνας το Κορεάτη τον έβλεπε σαν φίλο του, σαν αδελφό του. Ζήσαμε αρκετές φορές την φρίκη του πολέμου είδαμε αρκετές φορές τα σπίτια μας να καίγονται, μας άρπαξαν αμέτρητες φορές μέσα από την αγκάλη μας δικά μας πρόσωπα και τα τράβηξαν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο λαός μας μοιάζει καταπληκτικά με τους Κορεάτες , όπως κι εμείς μετά το παγκόσμιο πόλεμο μας βρήκε ο εμφύλιος, έτσι και στην Κορέα. Για τον λόγο αυτό όλοι οι Έλληνες συμπονούσαν και προσπαθούσαν να βοηθήσουν τον δυστυχισμένο Κορεάτη, ενθυμούμενοι τις κακουχίες, τα βάσανα του, σκοτωμούς των Γερμανοιταλών και έπειτα των κομμουνιστών.
Ο Αμερικάνος στρατιώτης όμως σκεπτόταν διαφορετικά, τον Κορεάτην τον έβλεπε σαν εχθρό του γιατί; Γιατί έλεγε ότι εάν έλειπε η Κορέα εγώ η Αμερική θα ήμουν στα πλούτη μου και στα μεγαλεία μου.
Γιατί να συμπονέσει ο Αμερικάνος ένα πρόσφυγα; Μήπως είδε καμία φορά το σπίτι του να παίρνει φωτιά; Μήπως ένοιωσε τη φρίκη του πολέμου στον τόπο του; Να λοιπόν με λίγα λόγια τον λόγο που όλοι οι Ευρωπαίοι πονούσαμε τους Κορεάτες ενώ ο Αμερικάνος αδιαφορούσε.
ΠΛΟΥΣΙΟ ΓΕΥΜΑ ΣΕ ΦΙΛΙΚΗ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Νέα έκπληξις όμως στην επιστροφή μου ένα τραπέζι στρωμένο και η αίθουσα γεμάτη από νέους και νέες. Καινούργιες συστάσεις και από την αρχή ευχαριστίες. Ο Ρου χαμογέλα γεμάτος ενθουσιασμό, με πλησιάζει με κτυπά στην πλάτη με αστειεύεται για να παρουσιάσει στους φίλους του το θάρρος που έχει μαζί μου.
Δίδω παντού τσιγάρα και σοκολάτες, φωνάζω την Μάριον και της δίδω το Μπέικον και αρκετές σοκολάτες είναι όμως αρκετά απησχολημένη με τη τακτοποίηση του τραπεζιού για χάρι μου ετοιμάζουν.
Εν τω μεταξύ ο Ρου με το βιολί που αρχίζει να παίζει και να μας παροτρύνει για χορό. Δεν προλαβαίνουμε όμως γιατί η μητέρα του Ρου μας φωνάζει ότι το τραπέζι είναι έτοιμο.
Καθίσαμε 18 άτομα εγώ εκάθισα στο μέσον των γονέων του Ρου, απέναντί μου κάθεται ο Ρου και οι φίλοι του ενώ η Μάριον σερβίρει και περιποιείται το τραπέζι. Εμένα μου έχουν κοτόπουλο βραστό και το μπέικον, Επίσης έχουν ψάρια βραστά αρκετό ρύζι και «σικιρίτσα» το εθνικό φαί των Κορεατών, μπύρες, ουίσκι και Σάκι υπάρχει άφθονο.
Ποιο άφθονο όμως είναι το κέφι και η όρεξις, τα τραγούδια άρχισαν και με παρακαλούσαν κα μένα να τους τραγουδήσω ένα Ελληνικό τραγούδι. Έπειτα από το τραπέζι αρχίζει ο χορός που κράτησε όλη νύχτα.
Κάποτε χορεύοντας με τη Μάριον την ρώτησα γιατί έτρεξαν και εξηφανίσθησαν μόλις με είδαν να μπαίνω στο σπίτι τους και γιατί ο Ρου μου είπε ότι με περάσατε για Αμερικάνο;
Γέλασε και μου είπε: «οι Αμερικάνοι δυστυχώς αν και σύμμαχοι πολλές φορές μας φέρονται αυστηρά. Γι’ αυτό Μάρκο τρομάξαμε και φύγαμε μόλις σε αντικρίσαμε και ορθώς σου δικαιολογήθη ο Ρου».
Αντώνιος Αλεξάκις
Είναι όμως καιρός να γυρίσω ξανά στο Τάγμα μας και στην δράσιν του. Πρέπει και πάλι για λίγο να επιστρέψω στη μάχη του ανωνύμου εκεί που τα Ελληνικά όπλα δοξάστηκαν και ξέχωρα η Κρήτη, με 3 διαλεκτά παλληκάρια της Ρεθύμνης.
Ξανάγραψα ότι στην μάχη αυτήν μεταξύ των τραυματιών ήτο οι Μαμαλάκις Ιωσήφ από τα Αγκουσελιανά, και ο Αλεξάκις Αντώνιος από την Πατσό, που με τον ηρωισμό του άφησε έκπληκτους τους Αμερικάνους ήταν ο Βαρδάκης από την Αργυρούπολιν.
Σήμερα όμως θα γράψω δύο λόγια για τον Αντώνη Αλεξάκη το πιο βαριά τραυματία του Τάγματός μας. «του έχουν αφαιρέσει το δεξί χέρι λίγο πιο κάτω από τον ώμο».
Είναι και αυτός ένας από τους λίγους που του απενεμήθη το ανώτερο Αμερικάνικο παράσημο «ΣΙΛΒΕΡ ΣΤΑΡ» οι εφημερίδες της Κορέας και της Ιαπωνίας αφιέρωσαν τα κύρια άρθρα προς χάριν του. Δυστυχώς δεν μπορώ να τα μεταφέρω στο Ημερολόγιο μου, έτσι θα αφήσω τον ίδιο να μιλήσει και να εξιστορήσει το συμβάν του τραυματισμού του.
«Ήταν 9 του μηνός Φεβρουαρίου και τις 8 το πρωί λαμβάνει η δική μας Διμοιρία με τον Υπολοχαγό Μανασή να επιτεθεί κατά του Ανωνύμου. Το είχαμε πάρει αρκετές φορές και μας το είχαν ξαναπάρει και τώρα θα κάναμε ακόμη άλλη μια προσπάθεια.
Εγώ με την ομάδα μου και με την ομάδα του Σαβουρέλη προχωρούσαμε ενώ η τρίτη ομάς είχε παραμείνει βάση πυρός. Δεν είχαμε προχωρήσει πολύ και τα εχθρικά πολυβόλα μας αναγκάζουν να σταματήσουμε.
Η ευστοχία τους είναι υπέροχη, γιατί ο παρατηρητής τους καλά ταμπουρωμένος παρατηρεί κάθε μα κίνηση. Όταν κάπως τα πολυβόλα αραίωσαν τη βολή τους ο Υπολοχαγός Μανασής διατάσει εφόπλου λόγχη και έφοδο.
Πάνω όμως στη εξέλιξιν της σκοτώθηκε ο Υπ/γός Παπανικολάου ο οποίος όμως και αυτός τραυματίζεται με περίστροφο στο κεφάλι. Έπεσε μπροστά μου και νόμισε ότι είχε σκοτωθεί γιατί μου φώναξε “Αλεξάκη σκοτώθηκα φρόντισε την διμοιρία”
Εν τω μεταξύ και εις απόστασιν 30 μέτρων αντιλαμβάνομαι ένα πολυβόλο που γάζωνε τους δικούς μας, με χειροβομβίδα το αχρηστεύω και με σφοδρό αγώνα ανεβαίνομε στο ύψωμα μόνο 6 άτομα από ‘ολη την διμοιρία.
Στην αναρρίχησή μας πάνω στο Ανώνυμο τυχαίως πέφτω επάνω στον παρατηρητή τους, μου πετά μια χειροβομβίδα επάνω στο κράνος αχρηστεύοντάς το χωρίς να πάθω τίποτα ίσως νόμισε πως με σκότωσε γιατι άμα συνήλθα τον είδα να πετά χειροβομβίδες στα δικά μας παιδιά που ανέβαιναν. Πέφτω αμέσως επάνω τους και με το σκαπανικό του ανοίγω το κεφάλι στα δύο».
ΤΟ ΤΑΓΜΑ ΜΑΣ ΠΑΝΤΑ ΜΠΡΟΣΤΑ
Η αντίστασις του εχθρού έχει σπάσει παντού, το τάμα μας προχωρεί θραύοντας μικροαντιστάσεις του εχθρού. Όλοι οι σχηματισμοί του 9ου Σώματος δηλαδή Αμερικανικά, Βρετανικά, Αυστραλιανά, Νεοζηλανδικά, Καναδικά, Γαλλικά, και Νοτιοκορεατικά στρατεύματα έχοντας ως κεφαλή το Τάγμα μας και από την ηγεσία του Στρατηγού Μπράουν προελαύνουν ακάθεκτα προελαύνουν τον 38. Παραλ.
Η Βοντζού καταλαμβάνεται αφήνομε πίσω το Χοεγκτουγκ και σε σχηματισμό λαβίδος προσπαθούμε να παγιδεύσωμεν τον εχθρό εις τα χιονισμένα βουνά της Κορέας.
Για πρώτη φορά αρχίζουν πλέον αι καταρρακτώδεις βροχαί αι οποίοι μετατρέπουν τας οδούς εις χειμάρρους παρεμποδίζουσα την κίνηση των αρμάτων μάχης. Η ορατότης όμως είναι σχετικώς καλή και έτσι επιτρέπει εις την αεροπορία να κατατσακίσει τον υπάρχοντα εχθρό.
Από παντού κάθε επαφή με τον εχθρό έχει χαθεί και μόνο η αεροπορία τους ανακαλύπτει, τους χτυπά αδιάκοπα ενώ ταυτοχρόνως σημειώνει ισχυράν συγκέντρωση εχθρικών στρατευμάτων εις την περιοχή του Σιπιόγκ στον τομέα των Αγγλικών στρατευμάτων.
Εις τους άλλους τομείς με το πέρασμα των ημερών αρχίζει να γίνεται αισθητή η αντίστασης του εχθρού όμως να παρεμποδίσουν προέλαση των στρατευμάτων του Ο.Η.Ε.
Αυτά συμβαίνουν εις τον κεντρικόν τομέα που πρωτοπόρο πάντα δρα το Ελληνικό Τάγμα. Εις τον δυτικό Τομέα όμως την πρωτοβουλία την έχουν ακόμη οι Κινέζοι. Εξακολουθούν συνεχώς να παρενοχλούν τας θέσεις των συμμαχικών στρατευμάτων και μόνο ένα τάγμα της 13ης Νοτιοκορεατικής Μεραρχίας αναλαμβάνει την πρωτοβουλία και εκδιώκει τον εχθρό από το Χουγιτσόνκ.
Η τήξις όμως της χιόνος και αι καταρρακτώδεις βροχαί παρεμποδίζουν κάθε ενέργεια επιθετική και έτσι ο αγών μετατρέπεται εις αγώνας περιπόλων. Εις τον Ανατ. Τομέαν επικρατεί ησυχία. Τα συμμαχικά στρατεύματα έχουν φθάσει στον 38 παράγ.
Την πρωτοβουλία εδώ την έχει η αεροπορία και το Ναυτικό. Το θωρηκτό Μισούρι βομβαρδίζει καθημερινώς τις βορειανατολικές ακτές της Κορέας ενώ Βρετανικά αεροπλάνα αεριοπροωθούμενα τύπου «Σαντερλαντ» ορμώμενα από Αεροπλανοφόρο «Θησεύς» κεραυνοβολούν σιδηροδρομικάς εγκαταστάσεις και άλλους στρατιωτικούς στόχους της Β. Κορέας.
Αυτή είναι εν ολίγοις η στρατιωτική κατάστασης εις το μέτωπο της Κορέας έπειτα από τη λαμπρά μας νίκη του Ανώνυμου. Το τάγμα μας χωρίς καθόλου να ξεκουρασθεί έπειτα από τους σκληρούς μα πάντα νικηφόρους αγώνας του προχωρεί και αποτελεί την κορυφή της όλης επιτιθετέας δυνάμεως του συμμαχικού σχηματισμού.
ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ
Έτσι προελαύνοντας φθάνομε στο τελευταίο οχυρό προ του 38ου παραλλήλου στο Γιογκντουρί. Εδώ η αντίστασις του εχθρού αυξάνεται σημαντικά και το τάγμα μας αναγκάζεται να σταματήσει για να ετοιμασθεί για επίθεση. Είναι η 17η Μαρτίου και αι ετοιμασίες αρχίζουν. Εδώ ο εχθρός έχει τρομερή οχύρωση, δεν είναι σαν το Χροενγκσογκ της 1η Μαρτίου που έπεσε εύκολα και χωρίς καμία απώλεια. Εδώ όμως τα πράγματα αλλάζουν, μπροστά μας είναι ένα μεγάλο και ορμητικό ποτάμι έχει πλάτος περί τα 6 μέτρα και βάθος 1-1,5 μέτρο πίσω από ποτάμι υψώνεται το απότομο 326 με αρκετά μικρά υψωματάκια γύρω του. Έπρεπε λοιπόν το τάγμα μας να καταλάβει το 326, έπρεπε να περάσει το ποτάμι και να βρεθεί πάνω στο 326.
Οι Κινέζοι έχοντας όλον τον καιρό το είχαν ανασκάψει και το είχαν γεμίσει ορύγματα, διέθετα βαρείς όλμους και πυροβολικό Ρωσσικού τύπου 112 χιλιοστών.
Όμως στο τάγμα μας έπεσε ο κλήρος να καταλάβει αυτό το οχυρό, ο Διοικητής μας αναθέτει στο λοχαγό Καραμαζάκη το βάρος όλης της επιχειρήσεως στο δεξιόν του θα ενεργούσε ο 3ος λόχος ο οποίος θα κατελάμβανε το δεξιόν του 326
Σ’αυτό το ύψωμα το 443 διεξήγαγε σκληρό αγώνα η περίφημος 27 Αγγλική Ταξιαρχία. Τα άρματα της Μεραρχίας μας είναι στη διάθεσή μας καθώς και σμήνη Αγγλικής αεροπορίας.
Οι Δ/ρίες του 2ου Λόχου ετοιμάζονται για την αναχώρηση επί κεφαλής τους είναι ο Ανθ/γος Κύρου και Ανθ/στης Μεταξάκης, εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο Μεταξάκης ήταν ο Αξιωματικός Λέσχης του Τάγματός μας, ως εκ τούτου έμενε πάντα στα Β΄κλιμάκια και δεν ελάμβανε μέρος εις τας επιχειρήσεις.
Η Κρητική του όμως ψυχή δεν τον άφηνε αναπαυμένο. Αλλεπάλληλες αιτήσεις εστέλνοντο εις τον Διοικητή μας να λάβει μέρος εις τας επιχειρήσεις. Επι τέλους μια από αυτές τις αιτήσεις έγινε δεκτή και ετσι ο Μεταξάκης τώρα στη μάχη αυτη του 326 θα λάβει το βάπτισμα του πυρός στο Κορεάτικο μέτωπον. Είναι γεμάτος χαρά και τρίβει αδιάκοπα το μεγάλο τους μουστάκι καθ’ ην στιγμήν λαμβάνει τις τελευταίες οδηγίες από τον Διοικητή μας.
Μα και ο Κύρου δεν πάει πίσω είναι ο πιο τολμηρός και ο πλέον καταδεκτικός Αξιωματικός του Τάγματός μας, έχει γίνει Ανθ/γος από δεκανέας, όλους τους βαθμούς έχει πάρει επ’ ανδραγαθεία και έχει κουράγιο να φθάσει στο βαθμό του Στρατηγού. Μ’ αυτούς λοιπόν ο Λοχαγός Καραμαλάκης θα προσπαθούσε να καταλάβει το 236.
Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ 326
Πριν ακόμη ο ήλιος ρίξει τις ακτίνες του πάνω στον κορυφή του 326 ο δεύτερος λόχος του Λοχαγού Καραμαλάκη εξορμά εναντίον των εχθρικών θέσεων.
Και ενώ η Αγγλική Αεροπορία κτυπά αδιάκοπα τους Κινέζους τα άρματα «Πάττον 5» μεταφέρουν τους άνδρες μας στη βόρεια όχθη του ποταμού. Ο εχθρός όμως δεν αδρανεί με πυροβολικό και ολμοβόλα προσπαθεί να σπάσει τη ορμητικότητα μας κτυπώντας μας αδιάκοπα.
Μα και ο ψυχογιός δεν τους αφήνει έτσι Έχει λάβει εντολήν από τον κ. Αμπούζη να βαρέσει με την ψυχή του όπως και πράγματι όλοι οι σωλήνες των όλμων έχουν πυρακτωθεί από την συνεχή βολή πυκνά νέφη καπνού έχουν καλύψει τα εχθρικάς θέσεις και έτσι δίδεται η ευκαιρία στον 2ο Λόχο να διασχίσει σαν αστραπή το βαλλόμενο πεδίο. Τα αλεξίσφαιρα παιδιά του Καραμαλάκη σκαρφαλώνουν πάνω στα αντερίσματα ενώ πίσω τους τα άρματα μάχης με τα πυροβόλα τους αναγκάζουν τα εχθρικά πολυβολεία να σιωπήσουν. Μια αλλαγή πορείας όμως μια στροφή της άλλης επιχειρήσεως του άφθαστου λοχαγού Καραμαλάκη φέρει την νίκην εκμεταλλευόμενος την σύγχυσίν του εχθρού από το διαρκές σφυροκόπημα παρακάμπτει το 326 και βρίσκεται στο διάσελο μεταξύ 443 και 326,.
Έτσι ο 2ος Λόχος βρίσκεται τώρα στα νώτα του κεντρικού σημείου στηρίγματος της εχθρικής τοποθεσίας. Ήταν τόσο ξαφνική η ενέργεια αυτή ώστε οι Κινέζοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Ο κύριος Καραμαλάκης όμως και πάλι ενεργεί δραστηρίως ούτως ώστε να μη δώσει καιρό στον εχθρό να συνέλθει από την πρώτη έκπληξη και να αντιδράσει καταλλήλως.
Το βάρος τώρα της περαιτέρω ενέργειας το αναλαμβάνει ο Ανθ/γος Κύρου με τη διμοιρία του αυτός πλέον θα βγάλει το φίδι από την τρύπα.
Ο Ψυχογιός ακόμη κτυπά το ύψωμα κοντεύει μεσημέρι, χωρίς να σταματήσει. Οι άνδρες μεταφορών του Ανθ/στού Βέργου έχουν πεθάνει από την κούραση μεταφέροντας βλήματα. Είναι τα Λ.Ο.Μ του Τάγματος μας αποτελούνται δε από Κορεάτες χωρικούς που αυθορμήτως οι μεν επιστρατευμένοι οι δεν ήλθαν να βοηθήσουν το Τάγμα μας έχουν λοχαγό τους τον Ανθ/στη Βέργο και τους επιβλέπουν οι άνδρες της Ε.Σ.Α. τώρα όμως ολοι αυτοί οι Κορεάται είναι στην διάθεσιν του Ψυχογιού, μεταφέρουν αδιάκοπα βλήματα που αμέσως με όλμους εξαποστέλονται στον εχθρό έτσι δίδει την ευκαιρία στον Ανθ/γο Κύρου να δράσει αμέσως και έπειτα από μια ολιγόωρη μάχη να βρεθεί στον κορυφή του 326 με σχετικώς μηδαμινές απώλειες. Στη μάχη αυτή εκτός των άλλων τραυματίσθηκε ο Λοχαγός Καραμαλάκης στο πόδι και ο Ανθ/στης Μεταξάκης με πολλαπλά τραύματα στον δεξιό βραχίονα, ετραυματίσθη ενώ όρθιος και με το περίστροφο στο χέρι κτυπούσε τον εχθρόν.
Η ΑΦΙΞΙΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΝ
Κάποτε τέλος πάντων σταματούμε. Βρισκόμεθα μέσα σ’ ενα πολύ μεγάλο χωριό λόγω του ότι όμως το χωριό αυτό δεν είναι έρημο
Σταυλιζόμεθα έξω από τα σπίτια δίπλα σε ένα ποτάμι. Σε δυο μέρες έλαμπε παντού Ελληνική ομορφιά με μεγάλη Ελληνική σημαία φτερουγίζει ψηλά ενώ εμείς δροσεροί, καθαροί ετοιμαζόμεθα να υποδεχθούμε τους καινούριους στρατιώτας που θα έλθουν από την Ελλάδα.
Ήδη τα αυτοκίνητά του Τάγματος μας έχουν κατέβει στη Σουβόν για να τους παραλάβουν
Η αγωνία μας είναι μεγάλη. Τους περιμέναμε για να γελάσομε λίγο μαζί τους. Κάθε ένας μας έχει και δικό του τρόπο πάντως η αλήθεια είναι ότι θα διασκεδάσωμε λίγο εκμεταλλευόμενοι την πρώτη τους εντύπωση.
Και έτσι το βράδυ της 22ας Μαρτίου ενώ όλοι μας παρακολουθούμε Σινεμά και Θέατρο οι περισσότεροι ακούμε από μακριά τα αυτοκίνητά μας που με τα συνθηματικά των κλάξον μας προειδοποιούσαν για τον ερχομό τους.
Σαν σίφουνας όλοι μας Αξιωματικοι και Στρατιώται τρέχομε στον δρόμο προς προϋπάντησή τους.
Οι πρώτοι από αυτούς έχουν πηδήσει από τα αυτοκίνητα τους είναι γεμάτοι σκόνη από τον δρόμο και φορούν μισά αμερικάνικα και μισά ελληνικά, εμείς όμως δεν ξεχωρίζομε από τους Αμερικάνους γι’ αυτό και οι περισσότεροι από μας παίζουν τον ρόλο του Αμερικάνου ενώ άλλοι πιο τολμηροί αρχίζουν να κόβουν κάτι υπερβολικές ψευτιές τεραστίων διαστάσεων.
Κάποιος νέος προσφέρει Ελληνικό τσιγάρο σε παλιό από μας και για την ακρίβεια στον Δεκανέα Ζαχαρίου από τον Βόλο προσφέροντας του όμως ενώ οι προβολείς των αυτοκινήτων και οι αναμμένες φωτιές φωτίζουν , του προσφέρει και φωτιά ανάβοντάς τον αναπτήρα του Αμέσως ο Ζαχαρίου ορμώντας σβήνει τον αναπτήρα λέγοντάς τους «άτιμε πας να μας κάψεις; απέναντί μας είναι οι Κινέζοι και συ ανάβεις αναπτήρα»; Έντρομος ο νεοφερμένος ζητά συγνώμη και ρωτά γιατί είμεθα άοπλοι.
Η σαστιμάρα του η έκπληξίς του ίσως και ο φόβος του δεν άφησε να προσέξει ότι ο καταυλισμός είναι γεμάτος φωτιές και τα αυτοκίνητα σκορπούν εκτυφλωτικό φως με τους προβολείς του.
Ποιο κάτω άλλος νέος προσπαθεί να γίνει αντιληπτός από κάποιο σοβαρό Αμερικάνο που δεν είναι άλλος από τον Θεσσαλονικιώτη Αποστολίδη.
Τα πειράγματα και τα αστεία κρατούν όλη νύχτα κανείς δεν πάει για ύπνο. Καπνίζομεν ελληνικά τσιγάρα και τους αφήνομε να μας λένε για την Ελλάδα. Διψούμε για νέα και κάθε ένας έχει και κάποιο πατριώτη του να του πη για τον τόπο του μόνο εγώ δεν είχα γιατί στη δεύτερη αποστολή δεν ήταν κανείς από το Ρέθυμνο.
Ήταν ένα όμορφο και συγκινητικό πράγμα αυτό ρωτούν για την Κορέα και εμείς για την Ελλάδα. Κοιτούσαν με περιέργεια τους Κορεάτες που είχαμε κοντά μας και ρωτούσαν γι’ αυτούς. Κάποιος τολμηρός ρωτά: «έχει ρε όμορφα κορίτσια εδώ;»
– Αν έχει λέει; Να τα πιης στο ποτήρι». Και ο κάθε ένας από εμάς αρχίζει να διηγείται τις κατακτήσεις του ενώ οι Νέοι ακούνε με προσοχή και που και πού τους φεύγει κάποιος αναστεναγμός.
ΠΙΣΩ ΓΙΑ ΑΝΑΠΑΥΣΗ
Παραπάνω από ένα μήνα 39 ημέρες ακριβώς το Τάγμα μας βρισκόταν σε αδιάκοπη κίνηση η μια μάχη διαδεχόταν την άλλη και έτσι δεν μας έμεινε καιρός να αναπαυθούμε καθόλου. Μέρα νύχτα με εντεταμένας τα δυνάμεις μας είχαμε να παλέψωμε με τον εχθρό και με το κρύο. Η παγωνιά ήταν ο χειρότερος μας. Μας τσάκιζε, μας απέλπιζε, μας έκανε να κλονιζόμεθα ηθικώς. Ίσως φανεί απίστευτο ότι υπο θερμοκρασία –28ο και χωσμένος μες στα χιόνια έπρεπε να μένεις ακίνητος ώρες ολόκληρες μέσα στη άγρια νύχτα ενώ κοντά σου πολύ κοντά σου κάποιο μάτι σε παραφύλαγε για να σου χαρίσει το θάνατο. Νυχτερινός σκοπός σε προωθημένη ομάδα η ποιο τραγική στιγμή κάθε στρατιώτου έπρεπε να μένει ακίνητος, γιατί ίσως τα βήματά του η παρουσία του πάνω στον ορίζοντα να γίνει αιτία.. της καταστροφής του τότε είναι που ο φόβος αυξάνει την φαντασία κάθε μαύρο στίγμα που βλέπει μπροστά του το περνά για άνθρωπο ή για πλήθος εχθρού πολλές φορές δίδει το σύνθημα του συναγερμού και κτυπά αδιάκοπα κάποιο κορμό δένδρου που το πέρασε για άνδρα του εχθρού. Όλα αυτά όμως τώρα θα ξεχαστούν, τώρα θα πάμε πίσω σε καμμιά πάλη θα ανάψομε φωτιές και θα χορτάσομε ύπνο θα γράψομε γράμματα και θα γλεντήσομε λίγο, αλλωστε πλησιάζει και η25 Μαρτίου και καθώς λέγει ο Δ/της μας θα την γιορτάσομε με μεγαλοπρέπεια.
Έτσι γεμάτοι χαρά μπαίνομεν στα αυτοκίνητα που ολοταχώς προχωρούν προς το Νότο μια ημέρα ταξιδεύαμε με τραγούδια και ανέκδοτα, από όπου και αν παίρνουμε γινόμεθα αντικείμενα ενθουσιασμού από τον Λαό ο οποίος έχει αρχίσει να επιστρέφει πίσω άλλος για να βρει αν θα βρει το σπίτι του και άλλος για να προσπαθήσει να συγκεντρώσει την οικογένειά του.
Πάνω στα αυτοκίνητά εχωμε γράψει Κορεάτικα και Αγγλικά την λέξη Ελληνες και έτσι μόλις γινόμεθα αντιληπτοί από τον Λαό ακούμε ζητωκραυγές και βλέπομαι χειρονομίες ενθουσιασμού μα και λατρείας αγάπης. Σε κάποιο σταθμό πέφτουν επάνω μας, μας αγκαλιάζουν ενώ γριούλες μας έσφιγγαν στοργικά στη αγκαλιά τους. Και εμείς βαθιά συγκινημένοι τους χαιρετούμε ενώ άφθονες σοκολάτες και καραμέλες μοιράζονται στα μικρά και δυστυχισμένα κορεατόπουλα.
«Κομάσιμνιτά, Γιουλά Χιράπ, Κάρα Κιάϊνές». Ευχαριστώ ζήτω η Ελλάς, Δρόμο στους Κινέζους. Αυτά τα λόγια ξεχωρίζομεν στα άφθονα επιφωνήματα θαυμασμού που χαρίζουν στο διάβα μας.
Το ταξίδι μας όλο και προχωρεί, περνούμε μέσα από χωριά και πόλεις εντελώς αγνώριστες από τις καταστροφές.
ΞΕΚΟΥΡΑΣΗ
Οι μέρες μας τώρα περνούν ευχάριστες. Βρισκόμεθα πολύ μακρυά από την Α΄Γραμμή μέσα σε μια αρκετά φιλική ατμόσφαιρα, το κρύο έχει αρχίσει να υποχωρεί λίγο και τα βράδια είναι χωρίς τρόμους και λαχτάρες. Κινηματογράφος, παίζει κάθε βράδυ ενώ αρκετοί θίασοι μας επισκέπτονται και μας σκορπούν το κέφι και τη χαρά, οι μόνοι οι οποίοι δεν μπορούν ακόμη να συνηθίσουν το περιβάλλον είναι οι καινούριοι αλλά και αυτοί σύντομα θα συνέλθουν και θα προσγειωθούν.
Μαζί όμως με κάθε ευχάριστη απασχόληση μας έχουμε και τη προετοιμασία της εθνικής εορτής. Τα ρούχα μας, τα όπλα μας, και εν γένει ο καταυλισμός μας πρέπει να λάμπει. Αψίδες στήνονται παντού και αι μορφαί των Βασιλέων μας πάνω στο άψυχο χαρτί κρεμασμένες ανάμεσα σε δάφνες μας κρατούν συντροφιά και μας χαμογελούν, τα πάντα έχουν φωταγωγηθεί και η ατμόσφαιρα μοιάζει Ελλάδα.
Συνεχώς καταφθάνουν οι μουσαφίρηδες μας είναι Έλληνες του Αμερικανικού και Τουρκικού Στρατού. Τα Ελληνόπουλα που αν και γεννήθηκαν σε ξένες χώρες δεν ξεχνούν ότι είναι Έλληνες, και έτσι από ολη την Κορέα καταφθάνουν με άδεια για να γιορτάσουν μαζί μας. Τους υποδεχόμεθα με χαρές και τραγούδια και αυτοί μας αγκαλιάζουν με συγκίνηση και δάκρυα. Βρισκόμεθα πλέον στη παραμονή της γιορτής, αργά όμως το απόγευμα ένα θλιβερό άγγελμα ήθελε να μας χαλάσει το κέφι και την όρεξη στις γραμμές της 1ης Μεραρχίας οι Κινέζοι κατόρθωσαν να κάμουν ρήγμα και έτσι ο Μέραρχος αναγκάζεται να αποτραβήξει το 1ο Σύνταγμα από την εφεδρεία ως γνωστό δε το Τάγμα μας αποτελεί το 4ο Τάγμα του 7ου Συντάγματος Ιππικού. Και πάλι η απογοήτευσις και η απελπισία αρχίζει να μας κυριεύει.
Δεν είναι 5 ημέρες που εγκαταλείψαμε την μάχη και να τώρα πάλι στην μάχη μας καλούν και μας διαβεβαιώνουν ότι η εφεδρεία μας θα ήταν πολύχρονη.
Ο Δ/της μας μαζί με τους άλλους Δ/τας φεύγει για αναγνώριση ενώ όλοι μας τον περιμένουμε με αγωνία να επιστρέψει για να μας κατατοπίσει σχετικώς.
Επιτέλους αργά το βράδυ έρχεται και μας φέρνει το χαρμόσυνο άγγελμα. Το Τάγμα μας θα παραμείνει ακόμη 2 μέρες στη εφεδρεία για να γιορτάσει την Εθνική Εορτή μετά θα πάρει και αυτό θέση κοντά στο 7ο Σύνταγμα που ήδη ετοιμάζεται να φύγει για το μέτωπο. Έτσι την εθνικής γιορτή θα την γιορτάσομε στις 26 Μαρτίου γιατί στις 25 είναι το Πάσχα στους Αμερικάνους και έτσι δεν θα μπορέσουν να έλθουν οι προσκεκλημένοι μας.