ΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΗΘΟΠΟΙΟ
• Άφησαν εποχή οι παραστάσεις της στην πόλη μας ένα χρόνο πριν το θάνατό της
|
04/03/2019 της Εύας Λαδιά
Μεγάλες στιγμές ζούσαν οι θεατρόφιλοι του Ρεθύμνου τέτοιες μέρες του σωτηρίου έτους 1953. Στο Ρέθυμνο είχε έρθει για παραστάσεις ο θίασος της Μαρίκας Κοτοπούλη.
Αναφερόμαστε βέβαια σε μια κορυφαία καλλιτέχνιδα από αυτές που πραγματικά αισθανόσουν δέος παρακολουθώντας την ερμηνεία τους. Ήταν κι αυτό ένα προνόμιο της γενιάς των πατεράδων και παππούδων μας. Να απολαμβάνουν τη μαγεία του θεάτρου από καλλιτέχνες που καταξιώνονταν με το ταλέντο και την υποκριτική τους δεινότητα σαν όνομα και όχι σαν ένας τυχαίος ρόλος σε κάποιο σήριαλ. Αυτό που γίνεται σήμερα δηλαδή. Θυμόμαστε έναν ηθοποιό από το ρόλο του στη σειρά και όχι σαν όνομα, σαν καλλιτεχνική παρουσία.
Μια κορυφαία ηθοποιός
Η Μαρίκα Κοτοπούλη ήταν από τις κορυφαίες φυσιογνωμίες του νεοελληνικού θεάτρου. Ασχολήθηκε επιτυχημένα με όλα τα είδη του θεατρικού (δράμα, κωμωδία, επιθεώρηση), αν και αυτοδίδακτη. Διέπρεψε, όμως, στην τραγωδία, με τη βαθιά φωνή της, το πάθος και τη λιτότητα στην κίνηση. Ήταν ευφυέστατη και ετοιμόλογη και γενικά μία από τις πιο ενδιαφέρουσες προσωπικότητες της σύγχρονης Ελλάδας.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 3 Μαΐου 1887, από γονείς ηθοποιούς, τον Δημήτριο Κοτοπούλη (1848-1919) και την Ελένη Κοτοπούλη (1851-1926), το γένος Σιλιβάκου. Είχε τρεις αδερφές, επίσης ηθοποιούς: τις δίδυμες Χρυσούλα Μυράτ ή Χρυσούλα Κοτοπούλη και Φωτεινή Κοτοπούλη – Λούη ή Φωτεινή Λούη και την Πόπη Κοτοπούλη.
Το βάπτισμα του πυρός στο θέατρο το πήρε βρέφος σαράντα ημερών στο έργο «Ο Αμαξηλάτης των Άλπεων», που ανέβασε ο θίασος των γονιών της. Σε ηλικία έξι ετών έπαιξε το ρόλο της μικρής μαθήτριας στην πρώτη ελληνική επιθεώρηση «Λιγ’ απ’ όλα» των Μίκιου Λάμπρου και Λάμπου Αστέρη. Μέχρι τα δέκα της είχε υποδυθεί το τέκνο του λοχία Γουλιέλμου στους «Δύο Λοχίας» των Ντομπινί, Μποντουέν και Μαγιάρ, το φάντασμα στον σεξπιρικό «Μάκβεθ», την Αδιαφορίδου στο «Παρθεναγωγείον» του Δεληκατερίνη και τον Έρωτα στο έργο του Καλοστύπη «Προμηθεύς εν Ολύμπω».
Από το 1897 έκανε θεατρικές εμφανίσεις με τον θίασο των γονιών της και εκτός Αθηνών.
Έπαιξε επί σειρά ετών σπουδαίους ρόλους, όπως την «Ηλέκτρα» του Αισχύλου, την «Ηρώ» του Γκριλπάτσερ, τη Δεισδαιμόνα στον «Οθέλλο» του Σέξπιρ, τη Στρίγκλα στο «Ημέρωμα της Στρίγκλας» του Σέξπιρ, τη Φραγκίσκα στον «Αμαξά Ένσελ» του Χάουπτμαν, την Πορκία στον «Έμπορο της Βενετίας» του Σέξπιρ, τη Φαύστα στην ομώνυμη τραγωδία του Βερναρδάκη και την Αγαθή στον «Νικηφόρο Φωκά» του ιδίου.
Το 1921 τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α’ και το 1923 με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας. Το 1924 παντρεύτηκε τον αιγυπτιώτη επιχειρηματία Γιώργο Χέλμη (1891-1975), με τον οποίο έζησε για το υπόλοιπο της ζωής της. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά. Το 1926 έκτισε το εξοχικό της στην περιοχή του Ζωγράφου, το οποίο σήμερα στεγάζει του Μουσείο Μαρίκας Κοτοπούλη.
Σταθμός η ερμηνεία της στην Εκάβη
Ένας από τους πολλούς σταθμούς της θεατρικής της σταδιοδρομίας, υπήρξε η παράσταση της «Εκάβης» του Ευριπίδη, που δόθηκε στο Παναθηναϊκό Στάδιο στις 18 Σεπτεμβρίου 1927, σε σκηνοθεσία Φώτου Πολίτη, ο οποίος έγραψε τότε: «Η παράσταση της Εκάβης, οφείλεται αποκλειστικά στο μεγάλο ενθουσιασμό της Μαρίκας Κοτοπούλη και στη θερμή αγάπη της για την αρχαία τραγωδία. Μία τόσο εξαιρετική καλλιτέχνις δεν είναι δυνατό, παρά να νοιώθη βαθειά, πως τελικός προορισμός της είναι να ζωντανεύη τις αρχαίες ηρωίδες».
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής απείχε συνειδητά από τις θεατρικές παραστάσεις και βοήθησε αρκετούς αριστερούς συναδέλφους της, που διώκονταν για την αντιστασιακή τους δράση. Η ίδια ανήκε στη Δεξιά και υποστήριζε τον θεσμό της βασιλείας.
Αν και δε διακρινόταν για την εξωτερική της εμφάνιση, κατάφερνε να κερδίσει τον θαυμασμό με τη γοητεία, την ευφυΐα και το πάθος της για την υποκριτική και το θέατρο. Η προσωπική της ζωή ήταν θυελλώδης, ενώ φήμες ήθελαν να έχει σχέσεις και με γυναίκες.
Η σχέση της με τον πολιτικό και στοχαστή Ίωνα Δραγούμη αποτέλεσε σκάνδαλο για την εποχή, αφού συζούσαν χωρίς να είναι παντρεμένοι. Τέσσερα χρόνια μετά τη δολοφονία του συντρόφου της το 1920, η Μαρίκα παντρεύτηκε τον Γιώργο Χέλμη, το 1924, ο οποίος ανέλαβε τη διεύθυνση του θεάτρου της.
Χαρακτηριστική είναι η συνάντηση που είχε η ίδια με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τότε πρωθυπουργό και πολιτικό αντίπαλο του Ίωνα Δραγούμη. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εποχής, ο Βενιζέλος την επισκέφθηκε στο θέατρο «Ομόνοια» και αφού συνομίλησαν για ώρα η ηθοποιός φώναξε στον ανιψιό της Δημήτρη Μυράτ: «Μήτσο, τρέξε να με γλυτώσεις. Γιατί λίγα λεπτά ακόμη αν μείνει ο πρόεδρος στο καμαρίνι μου, θα γίνω Βενιζελική». Στο άκουσμα αυτής της φράσης, ο πρωθυπουργός «έσπευσε ν’ απομακρυνθή γελών», σύμφωνα με την εφημερίδα «Το Βήμα».
Σαν άτομο η μεγάλη ηθοποιός είχε τις συμπάθειες, τις αδυναμίες της, τις λόξες της, το σπινθηρίζον πείσμα και την δηκτική γλώσσα της. Όλες όμως τις αδυναμίες της, τις περιέβαλε με κάποιο καλλιτεχνικό επίστρωμα, εξωραϊσμένο από την ευφυΐα και την ανοιχτή καρδιά. Δεν χάριζε κάστανα ούτε και στον ίδιο τον εαυτό της»…
Ρεπερτόριο με τρία έργα
Θα ερχόταν λοιπόν στην πόλη μας η Μαρίκα Κοτοπούλη για να παρουσιάσει στο θέατρο «ΟΛΥΜΠΙΑ» τρία έργα Το «Μις Μέιμπλ» του Ρόμπερτ Σέριφ, «Σκιά» του Ντάριο Νικοντέμι και την ελληνική κωμωδία των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου « Θανασάκης ο πολιτευόμενος».
Στο θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη συμμετείχαν μεταξύ άλλων ο Παντελής Ζερβός και η Βούλα Ζουμπουλάκη.
Ο θίασος έμεινε δυο μέρες στην πόλη μας και παρουσίασε με μεγάλη επιτυχία τα έργα αυτά.
Συγκεκριμένα το Σάββατο 28 Φεβρουαρίου 1953, παρουσίασε 7:00-9.30 την ελληνική κωμωδία και 10.00-12.00 τη «Μις Μέιμπλ».
Την Κυριακή 1 Μαρτίου οι παραστάσεις ξεκίνησαν στις 4.00 το απόγευμα με το έργο «Μις Μέιμπλ» ακολούθησε 7.00-9.30 «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» και 10.00-12.00 η «Σκιά».
Οι κριτικές που γράφτηκαν ήταν κάτι περισσότερο από θριαμβικές.
Και κανένας δεν βρέθηκε να διαφωνήσει. Το Ρεθεμνιώτικο κοινό, καθόλου εκδηλωτικό κατά γενική ομολογία, βλέποντας τη Μαρίκα Κοτοπούλη και σαν «Μις Μέιμπλ» στο ομώνυμο έργο και στο μοιραίο ρόλο της Μπέρτας στη «Σκιά» ενθουσιάστηκε τόσο που υποχρέωσε με το παρατεταμένο χειροκρότημά του την μεγάλη ηθοποιό να βγει στη σκηνή τέσσερις φορές. Κάτι μοναδικό στα χρονικά του τόπου.
Η μεγάλη αποκάλυψη
Δυο από τους κορυφαίους της πνευματικής ζωής του τόπου ο Πολύβιος Τσάκωνας και ο Γιάννης Δαλέντζας επισκέφθηκαν την Μαρίκα Κοτοπούλη στο καμαρίνι της για να τη συγχαρούν με τη διτή τους ιδιότητα, τη δημοσιογραφική και ως εκπρόσωποι της Πνευματικής Εστίας.
Εκείνη παρά την μεγάλη της κούραση και λόγω ηλικίας τους δέχτηκε με μεγάλη χαρά.
Άκουσε με προσοχή όσα θερμά λόγια, σαν να ανέβλυζαν από την ψυχή τους, της είπαν για την ερμηνεία της και σε μια συναισθηματική έκρηξη έκανε τη μεγάλη αποκάλυψη.
Αγαπητοί μου Ρεθεμνιώτες τους είπε «Κατάφερα να φτάσω εκεί που έφτασα γιατί έχω μια φλέβα Ρεθεμνιώτικη. Η γιαγιά μου ήταν Ρεθεμνιωτοπούλα».
Συγκλονίστηκαν οι επισκέπτες της από την αποκάλυψη αυτή. Αισθάνθηκαν μεγάλη περηφάνια. Και το δήλωσαν για να τους απαντήσει με το αμίμητο χιούμορ της.
«Παρακαλώ κύριοι μη με ανεβάζετε τόσο ψηλά γιατί ζαλίζομαι».
«Δεν νοιώθομε τόσο στιβαρά και πελώρια τα πνευματικά μας χέρια για να σας σηκώσουμε» της απάντησε ο Γιάννης Δαλέντζας «Εκεί πάνω, πρόσθεσε, ανεβήκατε μόνοι σας και θα μας επιτρέψετε να πούμε πως η ζάλη δεν είναι από το ύψος αλλά από την ευτυχία που νοιώθετε για τη χαρά που σκορπίσατε με την Τέχνη σας στο λαό μας.
Ένα χρόνο μετά την επίσκεψή της στο Ρέθυμνο η Μαρίκα Κοτοπούλη πέθανε ξαφνικά από καρδιακή ανακοπή στην Αθήνα. Ήταν 67 ετών.
Όσο κι αν αναζητήσαμε περισσότερα στοιχεία για τη Ρεθεμνιώτικη καταγωγή της μεγάλης ηθοποιού στάθηκε αδύνατον να μάθουμε κάτι περισσότερο. Όπως προαναφέραμε οι γονείς της ήταν ηθοποιοί σε μπουλούκι. Με το επώνυμο που βλέπουμε στο γένος της Κοτοπούλη εντοπίσαμε κάποιους στην Εύβοια που μας είπαν πως δεν είχαν καμιά σχέση.
Από τη στιγμή όμως που το δήλωσε η ίδια η μεγάλη τραγωδός γιατί να το αμφισβητήσουμε;
ΠΗΓΕΣ:
«Κρητική Επιθεώρηση» και «Βήμα» Ρεθύμνου Μάρτιος 1953
Εφημερίδα «ΒΗΜΑ» Αθηνών (Οκτώβριος 1954)
Θεατρικά Λεξικά