του Μανόλη Χαλκιαδάκη *
. Οφείλω να ομολογήσω γενικώς ότι έχω μια αντίληψη για τους Λασιθιώτες, νομίζω ότι είναι οι πιο καλοί Κρητικοί.
Είναι οι πιο πράοι, οι πιο συνεννοήσιμοι και οι πιο συνεργάσιμοι. Κάθε φορά που έχουμε κοντά μας
Λασιθιώτες είναι σαν να ξέρω πάντα ποιο θα είναι το κράμα, το νήμα εκείνου του ανθρώπου που θα
συναντήσω. Όταν μου δώσατε το βιβλίο και το μελέτησα, διαπίστωσα τη συνολική σύνθεση του
Λασιθίου. Αισθάνομαι ότι το Λασίθι εκπέμπει έναν κοσμοπολιτισμό, κάτι ιδιαίτερο από το υπόλοιπο
νησί.
Κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί, τι δουλειά έχουμε εμείς σήμερα να ασχοληθούμε με τον τύπο του
Λασιθίου. Έχω να σας πω ότι, πραγματικά και εξ αφορμής της παρουσίας επειδή χρειάστηκε να διαβάσω
το βιβλίο, όχι μόνο βρήκα πολλά κοινά πράγματα, αλλά βρήκα και πολλά ενδιαφέροντα πράγματα.
Μέσα από τον τύπο του Λασιθίου μπορούμε να καταλάβουμε τον τύπο της Κρήτης. Μπορούμε να
καταλάβουμε πολλά, όχι μόνο για την ψυχοσύνθεση των Λασιθιωτών, αλλά και για την ψυχοσύνθεση
των Κρητών.
Πρόκειται για μια εξαιρετική δουλειά από όλες τις απόψεις, με πλούσιο και τεκμηριωμένο υλικό, που
εκφεύγει των ορίων της απλής καταλογογράφησης και επιχειρεί. Πετυχαίνει να μας φτάσει στον κόσμο
του τύπου του Λασιθίου, να μας μυήσει τους ανθρώπους του, να διατρέξουμε μαζί της την ιστορία του
τύπου στην ανατολική πλευρά της Κρήτης. Θερμά συγχαρητήρια για τη δουλειά σας. Θέλω ειλικρινά να
σας συγχαρώ, μια επιστήμονας φυσικός έκανε μια τέτοια εξαιρετική δουλειά σε ένα πεδίο των
ανθρωπιστικών σπουδών. Μια ακόμα απόδειξη της αναγκαίας όσμωσης των διαφορετικών
επιστημονικών πεδίων. Η μεθοδολογία σας, η τεκμηρίωσή σας, το ιστορικό πλαίσιο κάθε περιόδου που
αναφέρεστε είναι απολύτως κρίσιμο, αναγκαίο και βοηθητικό για τον αναγνώστη μελετητή ώστε να
αντιληφθεί και να εντάξει την κάθε εκδοτική προσπάθεια στον ιστορικό τους χρόνο. Πρόκειται κατά την
άποψή μου για ένα βιβλίο βάσης, το οποίο αξίζει να μελετηθεί περαιτέρω για να κατανοηθούν οι
νόρμες, τα νοοτροπιακά περιβάλλοντα, τα πλαίσια. Επίσης, αξίζει να μελετηθεί για να αντιληφθούμε
εκφάνσεις της ζωής των Λασιθιωτών τα τελευταία 120 χρόνια, μέσω του οποίου κατανοούμε όχι μόνο
την ιστορία του Λασιθίου, αλλά και την ιστορία της Κρήτης, καθώς και την ιστορία του τύπου. Καταρχάς,
και στο Λασίθι έχουμε ιδιαίτερα μεγάλη εκδοτική δραστηριότητα που ξεκινάει το 1905, με το παλαιότερο
σωζόμενο περιοδικό «Φύση», το όποιο ωστόσο είναι χειρόγραφο. Την ίδια περίοδο έχουν την
εγκατάσταση του πρώτου τυπογραφικού μηχανήματος στον νομό Λασιθίου, στην Ιεράπετρα από τον Ν.
Γ. Μαυροκουκουλάκη, ο οποίος εξέδωσε την πρώτη εφημερίδα του νομού με τίτλο «Δικαστική». Θα
πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η εκδοτική δραστηριότητα δεν νοείτω -τώρα πια νοείται- χωρίς εξοπλισμό,
χωρίς ένα πιεστήριο, χωρίς τυπογραφικά στοιχεία και βεβαίως, χωρίς χαρτί. Όλα αυτά κάθε άλλο παρά
αυτονόητα ήταν, όχι μόνο τότε, αλλά μέχρι πολύ πρόσφατα. Παρά το γεγονός ότι και σε άλλες περιοχές
της Κρήτης έχουμε ανάλογη δραστηριότητα, αυτή εντοπίζεται να ξεκινάει πολύ νωρίτερα. Στο Λασίθι
έχουμε μια αίσθηση χρονικής υστέρησης, κυρίως εμπλοκής σε πολιτικά δρώμενα. Αντιπαραδείγματι, στα
Χανιά έχουμε εφημερίδα ακόμη και στην περίοδο της αιγυπτιακής διοίκησης. Από το 1865 αλλάζει και η
θέση της οθωμανικής διοίκησης ως προς την έκδοση των εφημερίδων, έτσι σταδιακά επιτρέπεται η
έκδοση εφημερίδων στο νησί. Από το 1878 περνάμε στη σύμβαση της Χαλέπας, η οποία επιτρέπει πλέον
ελευθέρα στο νησί να εκδίδονται εφημερίδες. Στο Ρέθυμνο, την ίδια περίοδο του Γιάννη Παπιομύτογλου,
έχουμε ήδη μέχρι το 1905 πέντε εφημερίδες, «Ανεγέννησις», «Ρέθυμνο», «Κρήτη», «Επιθεώρησις»,
«Κρητική Εφημερίς» και άλλες τέσσερις φιλοβενιζελικές. Τα βρήκα από τη δουλειά που έκανε ο κ.
Παπιομύτογλου. Πως βγαίνουν αυτές; Προφανώς, χωρίς την ύπαρξη πιεστηρίων δεν θα ήταν δυνατή η
έκδοσή τους. Από την άλλη, είναι προφανές πως το κέντρο τον εξελίξεων είναι η δυτική Κρήτη, αλλά στο
πεδίο αυτό αναπτύξαμε μεγαλύτερη δραστηριότητα. Γυρνώντας τον χρόνο πίσω όσον αφορά τις
αποστάσεις, από το Ρέθυμνο για να πάμε στο Ηράκλειο πηγαίνοντας από τον παλιό εθνικό δρόμο,
υποχρεωτικά έπρεπε να διανυκτερεύσουμε στο Ηράκλειο. Ήταν τελείως αδιανόητο να πάει κανείς στο
Λασίθι την ίδια μέρα από τη μια περιοχή στην άλλη, το Λασίθι ήταν ένας άλλος τόπος, ένα άλλο σύμπαν.
Κάτι που ίσως σήμερα φαίνεται απλό και αυτονόητο, τότε, όχι μόνο η ιστορία των μηχανημάτων ήταν
κάτι απολύτως απαραίτητο, αλλά και η ιστορία των αποστάσεων είχε τελείως διαφορετική πρόσληψη
από αυτήν την οποία έχουμε σήμερα. Το ζήτημα των αποστάσεων είναι πάρα πολύ κομβικό για να
μπορεί κανείς να αντιληφθεί δύο στοιχεία περισσότερα για αυτήν την ιστορία. Το δεύτερο στοιχείο που
εγώ εντοπίζω έχει να κάνει με το είδος του τύπου. Την πρώτη περίοδο -το αναφέρει και η μελετήτρια-
κανένα από τα έντυπα που εκδόθηκε δεν ήταν πολιτικό. Τα τρία ήταν δικαστικά και δύο σατιρικά, στα
οποία υπήρχαν ψήγματα πολιτικής αλλά δεν είναι αυτό που σήμερα αντιλαμβανόμαστε ως σατιρικό
έντυπο. Επίσης, ένα άλλο εξαιρετικό περιοδικό αφορούσε την ανάπτυξη της γεωργίας «Η Γεωργική
Ανθοδέσμη» από τον Ιεραπετρίτη γεωπόνο, απόφοιτο της Κασσαβέτειας σχολής Αϊδινίου νομού
Μαγνησίας, ο οποίος σημειώνει κατά την πρώτη περίοδο προσάρτησης της Κρήτης στην Ελλάδα
παρουσιάζει ένα δυσεξήγητο κενό του Λασιθίου, όπως αναφέρει και η κ. Σεργάκη. Νομίζω πως ο λόγος
σε αυτήν την ιστορία έχει να κάνει με το γεγονός ότι το κέντρο βάρους είναι πια μοιραία δυτικά και όχι
ανατολικά, όπως επίσης και οι αποστάσεις. Σε κάθε περίπτωση εμφανίζεται αξιοσημείωτος πλούτος και
θεματικός, αλλά κυρίως χωρικής διασποράς. Ένα δεύτερο εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι
κάποια στιγμή έχουμε εξαιρετικά πολλές εκδοτικές πρωτοβουλίες προς τα ύστερα χρόνια.
Καταγράφονται περίοδοι αυξημένης εκδοτικής δραστηριότητας, όπως για παράδειγμα η περίοδος '30 –
'40 λίγο πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο που έχουμε αρκετές ημερήσιες και εβδομαδιαίες εφημερίδες που
εκδίδονται Νεάπολη, Άγιο Νικόλαο και Ιεράπετρα, καθώς και περιοδικά στο Βραχάσι και στη Σητεία.
Τρίτο σημείο στο οποίο πιστεύω ότι οφείλει να σταθεί κανείς είναι τα πολλά κέντρα παραγωγής λόγου.
Δεν έχω υπόψιν μου κάποια άλλη μελέτη και αμφιβάλλω εάν σε κάποια άλλη περιοχή της Κρήτης έχουμε
τέτοια εκδοτική παραγωγή όπως στο Λασίθι. Μπορεί να εμφανίστηκε με χρονική υστέρηση,
εντυπωσιάστηκα όταν διάβασα για τα σχεδόν 34 κέντρα πόλεις, κωμοπόλεις και χωριά του Λασιθίου που
εκδώσαν πάσης φύσεως εφημερίδες και περιοδικά. Μπορεί τα βασικά εκδοτικά κέντρα να είναι τέσσερα
η Ιεράπετρα, ο Άγιο Νικόλαο, η Νεάπολη και η Σητεία, τα οποία παραμένουν μέχρι και σήμερα ισχυρά
αστικά κέντρα, αυτό και από μόνο του είναι σημαντικό. Εάν λάβει κανείς υπόψιν του ότι στο Ρέθυμνο,
όπως αναφέρεται ο κ. Παπιομύτογλου στη μελέτη του, πρόκειται για μια μελέτη περίπου 130 χρόνων
δικής μας τοπικής ιστορίας, μια μόνο είναι τόπο έκδοσης εκτός του αστικού κέντρου του νομού, το Σπήλι.
Που να συγκριθούν τα τέσσερα του Λασιθίου; Νομίζω ότι πουθενά αλλού δεν έχουμε αυτό το
παράδειγμα του Λασιθίου, τουλάχιστον στο νησί, και δεν ξέρω εάν το έχουμε και πουθενά αλλού στη
χώρα. Το τέταρτο σημείο στο οποίο θέλω να σταθώ αφορά τη σχέση του τύπου με την τυπογραφία. Δεν
είναι μόνο η τυπογραφία, είναι ένα ευρύτερο παραγωγικό σύστημα που περιλάμβανε συχνά τύπο,
βιβλιοπωλεία, τυπογραφεία και βιβλιοδετεία. Όπως επίσης τη σχέση του τύπου με τον λόγο. Το θεωρώ
εξαιρετικά σημαντικό που συμπεριέλαβε στο βιβλίο της η κ. Σεργάκη την τυπογραφία και τους
τυπογράφους, όχι μόνο επειδή ο δημόσιος λόγος δεν μπορούσε να υπάρξει πέραν της έντυπης μορφής
του. Να υπενθυμίσω ότι η πρώτη τηλεόραση στην Ελλάδα ήρθε στη δεκαετία του '60 και οι ένοπλες
δυνάμεις είχαν τον πρώτο δημόσιο λόγο, ενώ τη δεκαετία του '90 έχουμε πια το διαδίκτυο και της
πρώτες ιστοσελίδες ενημερωτικές. Επομένως, όλη εκείνη την περίοδο ο δημόσιος λόγος διατυπώνεται
μέσα από τον έντυπο τύπο. Αυτός είναι ο φορέας, αυτό είναι το όχημα διανομής το οποίο διατύπωνε τον
δημόσιο λόγο, δεν υπήρχε κάτι άλλο. Στο Λασίθι και οπουδήποτε αλλού έχουμε τον εκδοτικό χώρο που
περιλαμβάνει και τύπο, αλλά περιλαμβάνει και την παραγωγή. Συχνά περιλαμβάνει και τη διάθεση,
αναφέρομαι στο βιβλιοπωλείο. Το βιβλιοπωλείο, ο λόγος, ο τύπος, όλα αυτά φαίνεται να συγκροτούν
έναν χώρο. Στο βιβλίο βρήκα ένα νήμα ρεθεμνιώτικο, ήταν ο Ιωάννης Κατριτζιδάκης που μάλλον είχε
εργαστεί ή συνεργαστεί με τον πατέρα μου και τον θείο μου. Εργάστηκε στο Ηράκλειο, ήρθε στο
Ρέθυμνο και εργάστηκε στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» και μετά ξανά γύρισε πίσω. Συνεπώς, υπάρχει ένας
χώρος εκδοτικός και τυπογραφικός. Μάλιστα, πάρα πολύ μετέπειτα εκδότες και δημοσιογράφοι
προήλθαν από τον χώρο της τυπογραφίας. Η σχέση με τα γράμματα συχνά γεννούσε έναν χώρο για τους
ανθρώπους που έβρισκαν μια διέξοδο. Όσον αφορά τα μέσα παραγωγής, δεν υπήρχε τύπος χωρίς μέσα
παραγωγής. Μάλιστα επί Κρητικής Πολιτείας δινόταν ειδική έγκριση για να γίνει εισαγωγή
τυπογραφικού μηχανήματος. Δεν μπορούσε να το έχει οποιοσδήποτε. Δεν χρειάζονταν μόνοι οι
οικονομικοί πόροι, αλλά χρειάζονταν και η ειδική άδεια. Δεν αφορούσε μόνο το μηχάνημα αυτό, αλλά
αφορούσε και τη χορήγηση ατέλειας για την παραγωγή χαρτιού για τον τύπο, το οποίο μετέπειτα
καταργήθηκα. Αυτό ίσχυε μέχρι τη δεκαετία του '60 – '70, μέχρι τότε υπήρχε η έννοια της ατέλειας του
τύπου για τις εκδοτικές δραστηριότητες. Πριν ολοκληρώσω την παρουσίασή μου, θα σταθώ σε δύο
κρίσιμα σημεία και σημεία σύνδεσης του χθες με το σήμερα. Το πρώτο έχει να κάνει με τη χρονική
περίοδο που βρισκόμαστε και μελετάμε. Εάν έχουν αξία τέτοια βιβλία όπως της κ. Σεργάκη, δεν είναι
μόνο επειδή μαθαίνουμε για το παρελθόν μας, το ανασυνθέτουμε κατά κάποιον τρόπο, ενίοτε με τρόπο
νοσταλγικό, αλλά κυρίως γιατί εάν το κάνουμε αυτό με κριτική ματιά μπορούμε να διαβάσουμε
καλύτερα το τώρα. Είμαστε χωρίς αμφιβολία σε αυτήν την καμπή του κόσμου, τη στροφή που ο τύπος
αλλάζει, μετασχηματίζεται και πλέον αποϋλοποιείται και αποσυνδέεται από το χαρτί. Αλλάζει το ίδιο το
περιβάλλον μέσα στο οποίο κινούμαστε, δραστηριοποιούμαστε και πληροφορούμαστε. Η προηγούμενη
μορφή του, η έντυπη, μεταβάλλει χαρακτηριστικά. Ολοκληρώνω με το δεύτερο. Θεωρώ το βιβλίο της κ.
Σεργάκη βιβλίο βάσης, εξαιρετικά σημαντικής συμβολής στη συλλογική μας μνήμη. Κατά την άποψή μου
έχει νόημα να μην μείνουμε μόνο εκεί. Αξίζει να αποτελέσει το βήμα εκείνο για περαιτέρω ανάλυση,
ανίχνευση και κατανόηση των μηχανισμών εκείνων και κυρίως του τρόπου που επιδρούν στη
συγκρότηση της συλλογικής μας ταυτότητας. Το βιβλίο αποτυπώνει, με τρόπο μεθοδολογικά
οργανωμένο μια περίοδο 120 ετών, τις επιθυμίες, τις ανησυχίες και τις επιδιώξεις όλων εκείνων που μετον έναν ή τον άλλο τρόπο συνέθεσαν το πάζλ της σημερινής έκφρασης των Λασιθιωτών για σχεδόν 120 χρόνια
- Εισήγηση στη βιβλιοπαρουσίαση που έγινε στο ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023