Ένας πολύτιμος κρίκος από την πνευματική αλυσίδα του Ρεθύμνου, αλλά και της Πανεπιστημιακής Κοινότητας, έσπασε με το θάνατο του διακεκριμένου μεγάλου Ρεθεμνιώτη πανεπιστημιακού δασκάλου, ερευνητού και συγγραφέα Κωνσταντίνου Δ. Καλοκύρη.
Ορφάνεψε η πόλη μας, ορφάνεψε η επιστήμη της Χριστιανικής Αρχαιολογίας με την εκδημία του. Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 24 Ιουνίου 1916, ανατράφηκε με τα ήθη και τα έθιμα της πόλης μας από τους ευσεβής γονείς του Δημήτριο και Χρυσή, κόρη του πρωθιερέως του Μητροπολιτικού Ναού Μάρκου Πλυμάκη και απέκτησε δύο παιδιά την Τρισεύγενη και τον Δημήτρη.
Πέτυχε στις εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο Αθηνών σε τρεις Σχολές, Νομική, Φιλοσοφική, Θεολογική. Ακολούθησε τη Θεολογική Σχολή. Διορίστηκε Θεολόγος Καθηγητής στο Γυμνάσιο του Ρεθύμνου, και αργότερα στο Γυμνάσιο Πανόρμου, το οποίο ήταν παράρτημα του Γυμνασίου Ρεθύμνου. Τότε, το 1948, ανακάλυψε και πρώτος ανέσκαψε την περίφημη παλαιοχριστιανική Βασιλική του Πανόρμου (5ου-6ου αι.).
Το 1950 δημοσιεύει το βιβλίο του «Η Αρχαία Ρίθυμνα», το οποίο έχει γίνει βιβλίο αναφοράς μέχρι σήμερα. Ο καθηγητής Κων/νος Δ. Καλοκύρης, μετά από εξετάσεις τοποθετείται στην συνέχεια επιμελητής Βυζαντινών και Μεσαιωνικών αρχαιοτήτων Κρήτης, με έδρα το Ηράκλειο. Γεμάτος ενθουσιασμό επισκέπτεται ολόκληρη την Μεγαλόνησο, μελετώντας, σχεδιάζοντας και φωτογραφίζοντας τα ιστορικά της μνημεία.
Το Αρχαιολογικό Συμβούλιο εκτιμώντας τον ζήλο αλλά και τις γνώσεις του νεαρού Βυζαντινολόγου Κων/νου Καλοκύρη, του ανέθεσε την αναστήλωση της Μονής Αρκαδίου, την Ενετική Λέσχη Ρεθύμνου, την Παναγία της Κριτσάς Μεραμπέλλου και την προστασία της Φορτέτσας Ρεθύμνου (Ενετικό Φρούριο). Πραγματοποιεί την ανασκαφή της Βασιλικής Βιράν Επισκοπής Ρεθύμνης, της Βασιλικής στο Μαλάκι και της Βασιλικής στο Βυζάρι Αμαρίου Ρεθύμνης.
Το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου Ρεθύμνου, με απόφασή του, ανέθεσε στον συμπολίτη καθηγητή Κων/νο Καλοκύρη, την παρακολούθηση της εκπνόησης των σχεδίων μετασκευής και επέκτασης του Ιερού Ναού: «Προς του αξιότιμον κ. Κων/νο Καλοκύρη, Αρχαιολόγου, Ηράκλειον. Έχουμε την τιμή να παρακαλέσωμεν υμάς, όπως ευαρεστηθείτε και μας αντιπροσωπεύσετε παρακολουθώντας την εκπόνηση σχεδίων μετασκευής του Καθεδρικού Ι. Ναού των Εισοδίων και μας τηρείτε ενήμερους των σχετικών εργασιών» (24.4.1955).
Στη Γαλλία και στη Γερμανία, με υποτροφία μετεκπαιδεύτηκε στο γνωστικό του αντικείμενο της Αρχαιολογίας, όπου το 1955 υποβάλει στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών τη διατριβή του «Η Γέννησις του Χριστού εις την Βυζαντινήν τέχνη της Ελλάδος».
Το 1958 εκλέχτηκε υφηγητής της Χριστιανικής Αρχαιολογίας στη Θεολογική Σχολή Αθηνών.
Το 1961 η Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης τον εκλέγει καθηγητή στην έδρα της Χριστιανικής και Βυζαντινής Αρχαιολογίας όπου άφησε «λαμπρά διδακτική και επιστημονική προσφορά» ως το 1983. Το 1984 η Σύγκλητος του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης του απένειμε τον τίτλο του Ομότιμου καθηγητή, εκτιμώντας την αξία του επιστημονικού έργου του. Η δε Διεθνής Μεσογειακή Ακαδημία των Επιστημών Κατάνης (Ιταλία) τον εξέλεξε ομόφωνα το 1981 τακτικό μέλος της. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο του απένειμε το οφφίκιο του «Άρχοντος Μαϊστορος».
Η Χριστιανική Αρχαιολογία οφείλει πολλά στον καθηγητή Καλοκύρη. Υπήρξε στοργικός πατέρας και τρυφερός σύζυγος. Δοκιμάστηκε σκληρά με τον θάνατο της κόρης του Τρισεύγενης σε ηλικία μόλις 50 χρόνων, το 2006.
Ο καθηγητής Καλοκύρης υπήρξε ένας εξαιρετικός Ρεθεμνιώτης, ένας λαμπρός πνευματικός αστέρας και άτλαντας της Πανεπιστημιακής Κοινότητας. Θαυμάζομε τον πλούτο των δραστηριοτήτων του. Ενδεικτικά σημειώνουμε:
1. Πραγματοποίησε των πλέον 30 ανασκαφών, ερευνών και αναστηλώσεων Βυζαντινών και Μεσαιωνικών μνημείων. Μελέτησε και δημοσίευσε για την Τέχνη στο Άγιο Όρος, ερεύνησε Μεσαιωνικά Μνημεία στα νησιά του Αιγαίου, στη Μεσσηνία, στις βαλκανικές χώρες, στο Λίβανο, Συρία και Σικελία.
2. Εξέδωσε πλέον των 66 συγγραμμάτων και μελετών, μεγάλου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
3. Έγραψε άρθρα σε περιοδικά, σε εγκυκλοπαίδειες και εφημερίδες.
Σπουδαία συγγράμματά του είναι: Η Θεοτόκος στην εικονογραφία. Βυζαντιναί εκκλησίαι Μεσσηνίας, Χριστιανική και βυζαντινή Αρχαιολογία, η ζωγραφική της Ορθοδοξίας, Αι βυζαντιναί τοιχογραφίαι της Κρήτης και τα πολυάριθμα άλλα βιβλία όπως: Η ναοδομία και η σύγχρονη τέχνη, Η αρχαία Ρίθυμνα, Ο μουσουργός Ιω. Θ. Σακελλαρίδης, Η φάτνη των Χριστουγέννων, Μωυσής (κριτική έρευνα του έργου και της εικονογραφίας του), καθώς και άλλα που δημοσιεύτηκαν και σε ξένες γλώσσες.
Τη πλούσια βιβλιοθήκη του δώρισε στην Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου μας το 2007, με αριθμό τίτλων βιβλίων 2401, χωρίς τα περιοδικά.
Ο καθηγητής Κων/νος Καλοκύρης, αναχώρησε για το αιώνιο ταξίδι στις 9 Μαΐου 2015, η κηδεία του έγινε στις 11 Μαΐου 2015.
Υπήρξε σπάνιο δείγμα Πανεπιστημιακού λειτουργού που συνδύαζε την επιστημονική επάρκεια, την ηθική ευαισθησία και ανιδιοτέλεια.
Την ακαδημαϊκή σοφία με την απλότητα, τη μεγαλοψυχία, την επιείκεια, αλλά και την αυστηρότητα στη διαφύλαξη της ταυτότητας της ορθόδοξης πίστης και τέχνης, όπως την παρέδωκαν αλώβητη οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Με αισθήματα βαθύτατου σεβασμού και ευγνωμοσύνης προς την μεγάλη μορφή του συμπολίτη μας καθηγητή Κων/νου Καλοκύρη, τον αποχαιρετούμε προσευχητικά, ευχόμενοι ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του και η μνήμη του να είναι αιώνια.
πρωτ. Χαράλαμπος Κ. Καμηλάκης,
Δρ. Θ., Φ., επίκουρος καθηγητής Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης