ΚΡΗΤΗ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ ΤΩΝ ΘΕΩΝ

ΚΡΗΤΗ , αγαπημένη των θεών. Γ’ ιαυτήν την αγαπημένη των Θεών είναι και το οδοιπορικό που ακολουθεί.

«Τούτοι ν’ οι τόποι οι όμορφοι ψύχη μου και καρδιά μου..’, τραγουδούσε για τη γη του πριν από τριακόσια χρόνια ο ποιητής της Ερωφίλης. Για’ κείνη την όμορφη, τη μοναδική του γη του, την Κρητική…

Ριζωμένη εκεί κάτω, καταμεσής  στο πέλαγος, λιγνή, φιδένια, αρμονική, ταξιδεύει το αιώνιο ταξίδι της.  Λένε ότι είναι ένα κομμάτι της  χαμένης Ατλαντίδας.. γύρω, τριγύρω η θάλασσα, φεστόνι δαντελένιο την αγκαλιάζει απαλά, την προστατεύει . εκείνη η θάλασσα η κρητική, που άλλοτε ξετυλίγεται ανάλαφρη, διάφανη, παίζει με την ακτή, μπαίνει μέσα της φτάνει ως τις ρίζες της ελιάς και σιγοτραγουδάει. Κι άλλοτε σκοτεινιάζει ,γίνεται μαβιά και μέσα στ’ άμετρα βάθη της καθρεφτίζει τους βράχους που υψώνονται από πάνω της και μεγαλώνουν, όλο μεγαλώνουν, γίνονται βουνά ως τον ουρανό ψηλά..

Ποιο μέσα οι κοιλάδες, οι κάμποι, τα οροπέδια. Εκεί είναι και τα δάση με τις πορτοκαλιές και τις ελιές, τις φοινικιές, τις αμυγδαλιές , τις μπανανιές, τις καστανιές, τις ροδοδάφνες και τα ρείκια. Κι  ανάμεσά τους διάχυτη η βουή κι ο χυμός της ανθρώπινης παρουσίας. Τα χωριά, ο πολιτείες, οι εκκλησίες, τα λιβάδια και οι κήποι με τα κοπάδια και τα μελίσσια. Κι αφέντες του χώρου άνθρωποι, οι δυνατοί, οι τραχείς, οι καλοσυνάτοι, οι λέφτεροι, οι «ζουρλοί» ντελικανήδες. Με τις βράκες και τα κροσάτα τους μαντήλια, να στριφογυρίζουν ξέφρενα στο ρυθμό των λυράρηδων, στο ρυθμό της ζωής..

Δίπλα, οι πολιτείες οι πανάρχαιες του Μίνωα και του Δαίδαλου, κα ι τα κάστρα τα παλιά, τα γεμάτα ερημιά και περασμένα, σκιές αρχόντων και ρηγάδων. Και παντού τάφοι προγόνων, μνήμες  πατέρων.

Στο βάθος, τελείωμα του κάθε χώρου, τα βουνά.  Ο Ψηλορείτης ,  η Δίκτυ, τα Λευκά Όρη. Γεμάτα σπηλιές, φαράγγια, ρουμάνια, κλεισορέματα, άντρα Θεών. Φορές –φορές, τουτα τα βουνά γίνονται τόσο άγρια, τιτανικά, κακοτράχαλα, που φέρνουν δέος. Τρομακτικά αμφιθέατρα, λαξευμένα απ’ την ίδια τη φύση πάνω στον βράχο, μοιάζουν πια απίθανα, φανταστικά, απλησίαστα. Πέτρινες σκάλες που ενώνουν τη γη με τον ουρανό .στις κορυφές, υπάρχει θέση μονάχα για το περήφανο αγρίμι, το κρι-κρι, τους αίγαγρους, τα χιόνια και τους αλύτρωτους σκλάβους. Στις πλαγιές και στα φαράγγια κοιμούνται τις νύχτες οι βοσκοί, συντροφιά με τα κοπάδια τους, τ’ αγρίμια, τ’ αγιοπούλια και τα ξωτικά.  Αυτές οι αναπάντεχες αντιθέσεις, οι θαυμαστές εναλλαγές είναι που κάνουν ξέχωρο και προσωπικό  το κρητικό τοπίο. Το άγριο εκείνο, σχεδόν απρόσιτο βουνόγκρεμο που κατεβαίνει και σμίγει με το γελαστό, γεμάτο ροδοδάφνες και φτέρες λιβάδι.  Οι χαώδεις, τρομακτικές εκείνες ακροθαλασσιές που δένονται με κόλπους ήρεμους, γελαστούς.  Στον αέρα τουτης σμίγει και μπερδεύεται αρμονικά με το άρωμα του λεμονανθού.  Ω, σίγουρα, ο Πλάστης, σαν έφτιαχνε την Κρήτη, θα είχε κέφι μοναδικό, μεγάλο οίστρο! Λενε ότι η φύση ρυθμίζει  και διαμορφώνειτο χαρακτήρα των ανθρώπων που ζουν μεσα της. Ότι το τοπίο μπαινει μέσα τους, δίνει φόρμα στο κορμί και  διαπερνάει την ψυχή τους. Αν του είναι αλήθεια, τοτε ο κάθε κρητικός δεν είναι παρα μια μικρογραφία, μια πιστή εικόνα της γης του.

Όπως εκεινη άγριος, ατίθασος, αδεύσμευτος. Κι άλλοτε πάλι κεφάτος, χαρούμενος, ήρεμος, φιλόξενος, σαν γελαστό ακρογιάλι. Άλλες πάλι φορές, παράξενα αισθηματικός, ρομαντικός, γεμάτος ονειροπόληση και φαντασία σαν ηλιοβασίλεμα στο πέλαγος..

Ο κύκλος και των ανθρώπων κλεινει αρμονικός, δεμένος, ενιαίος. Η Κρήτη είναι εκεί, η αιώνια , η μοναδική. Η Κρητη, η ρομαντική και ιπποτική του Ερωτόκριτου, η μυστικόπαθής και στοιχειωμένη του Φραγκοκάστελλου,  η παιχνιδιάρα και σπινθηροβόλα του Κανδυλάκη και της μαντινάδας, η φλογερή, η παθιασμένη του Καζαντζάκη και της θυσίας του Αβραάμ, η ηρωική κι ελεύθερη του Αρκαδίου , του Βενιζέλου, του Μάλεμε.

Η Κρήτη ολόκληρη, η ψυχή της. ..

«Εμείς ξέρουμε πως γράφαμε ιστορία..» «Κοιτάζεις από το αεροπλάνο την Κρήτη ν’ απλώνεται στη θάλασσα και νιώθεις πως αληθινά  το νησί τούτο είναι γιοφύρι ανάμεσα στις τρεις ηπείρους. Σημαδεμένο κι από τις τρεις τούτες μεγάλες Μοίρες. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη πήδηξε κι έχτισε φωλιάς στην Κρήτη το πεινασμένο αρπακτικό πουλί που το λέμε «πνεύμα». Άπλωσε τις φτερούγες του στο κρητικό χώμα και γέννησε το μυστηριώδη, βουβό ακόμα, όλο ζωή, χάρη, κίνηση και λαμπρότητα κρητικό πολιτισμό. Η Κρήτη εχει αληθινά και κάτι το πανάρχαιο, το άγιο, το πικραμένο και υπερήφανο που έχουν οι χαροκαμένες μάνες που γέννησαν παλικάρια. Έχει τόσο πολύ συνηθίσει το θάνατο, που τον ξεφοβήθηκε πια και μπορεί να γελάει και να παίζει μαζί του».

Τα λόγια αυτά τα έγραφε πριν από μερικά χρόνια ο Νίκος Καζαντζάκης. Έτσι την είδε εκείνος, ο μεγάλος Κρητικός Οδυσσέας του καιρού μας, την πατρίδα του.  Την πατρίδα του την Κρήτη, όπου για πρώτη φορά πήδησε κι εχτισε φώλια το «πνεύμα». Πόσο μακρινή είναι η στιγμή εκείνη; Δύσκολο να την προσδιορίσει κανείς με ακρίβεια. Χάνεται εκεί, στα βάθη του χρόνου, στις πρώτες εκείνες στιγμές του πολιτισμού, όπου ο θρύλος σμίγει με την ιστορία και δεν γίνεται να ξεχωρίσει..

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ

Δεν είναι δυνατό σ’ αυτό το σύντομο οδοιπορικό ν’ αναφερθούν όλα τα ιστορικά στάδια που πέρασε η Κρήτη. Θα σταθώ σε μερικά πολύ σημαδιακά. Τον Αύγουστο το 1898 έγιναν σφαγές του Ηρακλείου. Σήμαναν και το τέλος της τουρκικής τυραννίας. Οι «προστάτιδες δυνάμεις» αποφάσισαν μαζί με την άφιξη του πρίγκιπα Γεώργιου, πανηγύριζε και την ανεξαρτησία της. Λίγα χρόνια αργότερα, στα 1913, η αρμοστεία καταλύθηκε απ’ τους ίδιου τους Κρήτες και  το νησί ενώθηκε με την Ελλάδα. Η μέρα της νίκης ειχε φτάσει! Και σ’ όλα αυτά τα τελευταία, τα αποφασιστικά χρόνια, μια μορφή δέσποζε και οδηγούσε: ο Λευτέρης Βενιζέλος, το μεγάλο παιδί της Κρήτης που τώρα αναπαύεται στο λόφο του Προφήτη Ηλία. Οι άνθρωποι του τόπου του δεν ξεχνούν τον Λευτεράκη, τον τραγουδούν στις μαντινάδες τους, χαρίζοντάς του μια αθανασία ίδια με εκείνη του Ακρίτα..

Τώρα τελευταία, στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη μάχη της και την καθολική αντίσταση του λαού της, η Κρήτη απέδειξε για μια ακόμη φορά πως ξέρει πάντα να χορεύει το χορό της λευτεριάς. Ήταν τότε που ο Χίτλερ τηλεγραφούσε οργισμένος «Γιατί η Κρήτη αντέχει ακόμη, ενώ ολόκληρη η Γαλλία έπεσε μέσα σε πέντε μέρες;». Τότε που έξι χιλιάδες Γερμανοί αλεξιπτωτιστές, «ουρανίτες», όπως τους είπαν οι Κρητικοί, εύρισκαν το θάνατο σαν έφταναν στην γη, χτυπημένοι από ραβδιά, αξίνες, κόπανους, μαχαίρια κ.ά.

Και δεν υπάρχει ίσως πιο συνταρακτική μαρτυρία εκείνου του ηρωισμού, από τα λόγια που ένας απλός αγράμματος, χωρικός, είπε λίγα χρόνια μετά, στον έκπληκτο συνομιλητή του: «γιατί παραξενεύεσαι; Εμείς ξέραμε πως γράφαμε ιστορία»! όποιος πηγαίνει στην Κρήτη δεν πρέπει να βιάζεται.  Για να τη γνωρίσει και να τη χαρεί σ’ όλη την άπλα και την ομορφιά της, πρέπει να την περιδιαβάσει ανέμελα, χωρίς περιορισμούς τοπικούς ή χρονικούς (όπως είχαμε εμείς), χωρίς προγράμματα συγκεκριμένα, χωρίς να τυραννούν την σκέψη του δρομολόγια, χιλιόμετρα, ο σκοπός να φθάσει κάπου». Γιατι η Κρήτη είναι: «Ξεκούραση του λογισμού κι ανάπαψη του Κόπου, του πόθου περιδιάβαση τσ’ αγάπης περιβόλι..».

Κι ένας τέτοιος τόπος δεν θέλει τρέξιμο. Η μεγαλύτερη πόλη του νησιού είναι το Ηράκλειο. Την έχτισαν οι Σαρακηνοί στα 824. Είχε γίνει τότε το μεγαλύτερο σκλαβοπάζαρο της Μεσογείου. Σήμερα, το Ηράκλειο είναι μια ωραία μεγαλούπολη, με μοντέρνα και παλιά σπίτια και με ένα μεσαιωνικό τείχος να την περιζώνει. Κάθε γωνιά της είναι κι ένα σιωπηλό κομμάτι ιστορίας. Οι Ηρακλειώτες φημίζονται σαν μεγάλοι γλεντζέδες κι άφοβοι παλικαράδες.

Τα Χανιά είναι η δεύτερη σε μέγεθος και πληθυσμό πόλη της Κρήτης. Είναι χτισμένη πάνω στην περίφημη αρχαία Κυδωνία. Την τωρινή της διαμόρφωση την έδωσαν οι Βενετοί στα 1225 και την ονόμασαν «Βενετία της Ανατολής». Και σήμερα ακόμη η παλιά πόλη, το Καστέλλι, διατηρεί τον παλιό Βενετσιάνικο χαρακτήρα της.  Κι όλοι συμφωνούν πως η νέα , όσο κι αν μεγάλωσε και λάμπρυνε, δεν μπορεί να φτάσει εκείνη τη γοητεία της παλιάς. Ο ταξιδιώτης που θα επισκευθεί τα Χανιά, θα έχει την ευκαιρία να κάνει θαυμάσιες εκδρομές και εξορμήσεις.

ΤΟ ΡΕΘΥΜΝΟ

Η πιο χαρακτηριστική όμως από τις κρητικές πόλεις είναι το Ρέθυμνο. Η πόλη που μας φιλοξένησε για μια βδομάδα και μας χάρισε αξέχαστες στιγμές χαράς.  Βρίσκεται στη βορεινή πλευρά του νησιού, ανάμεσα στο Ηράκλειο και τα Χανιά. Μια ήσυχη, νοσταλγική πολιτεία, γεμάτη βενετσιάνικο χρώμα και παρελθόν.  Τα δρομάκια της στενά, γραφικα σπίτια, όλα στο ίδιο ύψος. Κι ανάμεσα τους πολλά βενετσιάνικα αρχοντικά με μεγαλόπρεπες σκάλες, οικόσημα, λατινικές επιγραφές.  Και σπιτάκια τούρκικα, με χαριτωμένη πρόσοψη και ύλινα σκεπαστά μπαλκόνια. Παντού πράσινο και χιλιόχρωμα λουλούδια. Σε απόσταση 23 χλμ. Από το Ρέθυμνο βρίσκεται η περίφημη Μονή Αρκαδίου.

Υπάρχουν κι άλλες σημαντικές πόλεις στο νησί, όπως ο Άγιος Νικόλαος, η Ιεράπετρα, η Νεάπολη, η αρχοντική Σητεία.

Κι ενώ η ζωή στις πολιτείες και στον κόσμο μακριά αλλάζει συνεχώς όψη και ρυθμό, εδώ πάνω στην κρητική γη, έχει σταματήσει στη δική της τάξη και αρμονία.  Την ίδια, την παντοτινή. Οι Κρήτες, θέλουν αν ζουν ακόμη  κλεισμένοι κεί, πίσω από τ’ αόρατα ψηλά τους τείχη., μέσα στο δικό τους κόσμο, στις δικές τους συνήθειες, τα έθιμά τους. Εθιμα τραχιά πολλές φορές «πρωτόγονα» ίσως για τους ξένους, που μπορούν να φτάνουν ως την αμείλικτη βεντέτα και το κλέψιμο της αγαπημένης κοπελιάς.

Και στο κάθε βήμα τους, σύντροφος αχώριστος το τραγούδι. Στη χαρά, τη λύπη, στη δουλειά, στην ανάπαυση, στον πόλεμο. Σ’εκεινο τα’ ωριο τραγούδι, που αυτσχέδιο τις πιο πολλές φορές, ξέρει να γίνεται κραυγή ερωτική, ξέσπασμα, «Σεβντάς»:

«Όλοι μου λεν τρελάθηκα και λέω

Παραμύθια

Με τρέλανε η γι- αγάπη μου κι ο κόσμος

Λέει αλήθεια».

 

Πιάνονται και χορεύουν συρτό, πηδηχτό, πεντοζάλη, σούστα. Κι όταν ο Κρητικός χορεύει, ο χρόνος  σταματάει. Τα βήματά του γίνονται πυρετός, φλόγα, καημός, και ταυτόχρονα τρυφεράδα, γέλιο, λύτρωση, μοίρα. Γιατι το θάνατο μπορεί να τον αψηφάει, αλλά τη ζωή την αγαπάει παράφορα.

Αυτή είναι η Κρήτη η αγαπημένη των θεών!

Αποχαιρετώντας την τα χαράματα της 25ης Αυγούστου, δώσαμε την υπόσχεση ότι γρήγορα θα’ μαστε και πάλι κοντά της .

 

Καλλιτεχνική,επίσκεψη  του κ. Πανικου Πελεταιου. (εφημερίδα «ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ» 28-9-1994)

 

Αφήστε μια απάντηση