ΚΑΚΟΡΡΙΜΑΛΛΕ ΓΕΡΟ

 

Η Γρα μου η κουτσαδόντα  φοβερίζει πως θα με βγάλει όξω με τον
κόπανο γιατί έθεκα κάλπη. Ντα βγαίνω ‘γω όξω ανε με ζυγώνει και με
τσοι λοστούς, με τέτοιον καιρό; Πού να πάω; Να’ μουνε μπάρε μου
νιότερος να με ανοίξουνε οι κοπελιές.. ναι κι’ όχι άλλο. Μα δα;..
Το διάοτσο σουνε άξιος κι εις τα νειάτα σου, μον’ εγνοιασε σε. Μωρέ ο
βιόλος απου’ χαν του ζηλέψουνε οι γυναίκες..
– -Εκοντεταρουμουνε να’ χα τα σαλιβάρια μου και να γύριζα – οι πολύ-
δέκα χρόνους μόνο οπίσω να βγω να κάμω μιαν περασάδα κι αν δεν
είχα γαηρω να μ’ ακλουθούνε μπάρε μου – μπάρε μου- να μην πώ
πολλές – πέντε, δεν ήθελα να’ χω ζωή.
– Οι να σε κατένε πάρε τηνε διάολε τη μια απ’ είχα σ’ ακλουθήξει. Ετσα
τύραννο αγύριστο κεφάλι, απου δεν πιάνει λόγο ανεν κατέη πως και το
είντα;
Ήθελα και να κάτεχα, παιδιά Θε μου ετσά’ ναι ουλ’ οι γι’ άντρες; Εγώ;
εχάλασα σου το’ χατήρι, μπρε καμιά φορά;
– Μην αλλάσεις την κουβέντα. Οϊ άλλα να σου λέω εγώ κι άλλα να μου
λέης;
– Κατέεϊς πράμα γερόντισσα; Απόψε κάνει ένας κρύος διαολεμένο.
Όρεξη δεν έεις φωθιά δεν έεις, πάμε να κουμπίσωμε, να κοιμηθουμε να
τα ξεχάσωμε;
– Και ποιος σ’ απαντά; Ε το στρώμα κι’ άμε να θέσεις.
– Κατέω το’ γω μα φοβουμαι τη κρυγιότη τω ρούχω.
– Κακορίμαλε γέρο θαρείς πως θα με γελάσεις με τσοι γαλυφιές σου..
εγώ θα θέτω χάμαις χώρια μου κι άνε σ’ αρεσει γενού κι εσύ Δήμαρχος.
– Ντε σου διάοτσε, ντε σου.
Ελα γρα στα σύγκαλά σου και μη εγεροντοκουζουλάθηκες εδά σαν
εψάρηνες..

ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ 1965

Αφήστε μια απάντηση