Και οι Ρεθεμνιώτισες για τα γράμματα

Δυο ξεχασμένες ηρωίδες ενός έπους που δε γράφτηκε

΄Όταν σήμερα ακούμε ή επαναλαμβάνομε με αυταρέσκεια τη γνωστή ρήση «οι ρε-θεμνιώτες για τα γράμματα» δεν αναλογιζόμαστε συνήθως μια ζοφερή ιστορική πραγματικότητα. Αυτός που πρώτος διατύπωσε τη φράση (στη Βενετία του 1500 υ-ποθέτω) χρησιμοποίησε το αρσενικό γένος για το υποκείμενο με την απόλυτη και όχι τη συμβατική έννοια. Δεν ήταν σχήμα λόγου. Εννοούσε τους εκ Ριθύμνης ορμώμε-νους άνδρες μόνο, όχι και τις γυναίκες. Κι αυτό το θεωρούσαμε φυσικό μέχρι και λίγο πριν από τις μέρες μας.
Για να συνειδητοποιήσομε το αληθές του πράγματος δεν έχομε παρά να υποβάλλο-με τον εαυτό μας σ’ ένα απλό τεστ. Να προσπαθήσομε δηλαδή να θυμηθούμε διακε-κριμένες στα γράμματα ρεθεμνιώτισες του παρελθόντος. Είναι βέβαιο πως οι πιο ε-νημερωμένοι από μας θα σταματήσουν στο όνομα της Καλλιρρόης Σιγανού-Παρρέν (1861-1940), η οποία, σημειωτέον, έφυγε από το Ρέθυμνο σχεδόν νήπιο!
Υπάρχουν όμως και τα αποτελέσματα ενός είδους «τεστ» που έγινε πρόσφατα και που επιβεβαιώνουν τη ζοφερή πραγματικότητα για την οποία ο λόγος. Στο επιστημο-νικό περιοδικό της πόλης μας Κρητολογικά Γράμματα (τ. 18/2002-2003, σ. 303 κ.ε.), και κάτω από τον εύλογο τίτλο Μνήμη Εκατόν πέντε Ρεθυμνίων Κρητολόγων και Λογίων, έχουν συγκεντρωθεί 105 βιογραφικά. Κανένα απ’ αυτά δεν αναφέρεται σε γυναίκα. Να σημειωθεί ότι ο Στέργιος Μανουράς που υπογράφει το δημοσίευμα είναι γνωστός για την επιμονή και τη μεθοδικότητά του. Πρόκειται για εργασία εξαι-ρετικά χρήσιμη που θ’ αποτελεί για πάντα τη σταθερή βάση και θα προτρέπει τους ερευνητές του μέλλοντος για συμπληρώσεις και προσθήκες.

΄Οσοι θεωρούμε αυτονόητη την ισότιμη θέση της σημερινής γυναίκας του τόπου μας στα γράμματα, είναι σα να παραβλέπομε – ανιστόρητα και ασυγχώρητα – την η-ρωική προσπάθεια που απαιτήθηκε για να υπάρξει αυτή η θέση. Ασχολούμενος με τις βιογραφίες, ανακαλύπτω με έκπληξη και θαυμασμό πως το ηρωικό στοιχείο δε χαρα-κτηρίζει μόνο τους ντόπιους αγωνιστές της ελευθερίας. Ο ιδιόμορφος αγώνας των γυναικών του τόπου μας κατά της αμάθειας ήταν το ίδιο ηρωικός και αξιοθαύμαστος. Δεν είναι του παρόντος να εξηγήσομε την ιδιομορφία αυτού του αγώνα. Περιορίζομαι να πω ότι οι συνθήκες που αντιμετώπισαν οι πρώτες ρεθεμνιώτεσες μαθήτριες των μέσων του 19ου αιώνα θυμίζουν το «κρυφό σχολειό». Είναι μαρτυρημένο ότι στην αρχή τα μαθήματα γίνονταν στον περίφρακτο (τότε) με καφασωτά γυναικωνίτη της εκκλησίας των Εισοδίων, από δασκάλες φερμένες από την Αθήνα. Γνωρίζομε και τα ονόματα των πέντε (αιθμ. 5) πρώτων μαθητριών της πόλης. Εγώ όμως θα σταθώ με θαυμασμό σε μια ανώνυμη μαθήτρια-φαινόμενο από το χωριό Γερακάρι που άρχισε τη φοίτησή της κατά τη σχολική χρονιά 1861-62 στο σχολείο του Αποδούλου, μια και … κανέν από τα άλλα σχολεία της επαρχίας δεν είχε κοράσια (sic). Το σημειώ-νει με δικαιολογημένη ικανοποίηση σ’ ένα γράμμα του προς τον Εμμανουήλ Βυβιλά-κη ο δάσκαλος του χωριού Αλέξανδρος Ψαράκης (Ψαρουδάκης), μια εκπληκτική περίπτωση προοδευτικού δασκάλου. Δεν ξέρομε πώς η μικρή αυτή ηρωίδα ξεπέρασε τα εμπόδια της φοίτησης σε σχολείο ξένου χωριού, ούτε και ποια ήταν η εξέλιξή της. Ξέρομε μόνο πως πριν συμπληρώσει δίμηνη φοίτηση έγινε, λέει, «πρωτόσχολη», δη-λαδή βοηθός του δασκάλου με ευθύνες για την πρόοδο των άλλων μαθητών (βλ. για όλα αυτά Βυβιλάκη, ΄Εκθεσις …Εν Αθήναις 1879 , σ. 70).
Πολλά θα μπορούσε να πει κανείς για τις δυσκολίες του ιδιόμορφου αγώνα των γυ-ναικών του τόπου μας για την κατάκτηση της μάθησης. ΄Άλλες συνθήκες αντιμετώ-πισαν οι άνδρες, άλλες οι γυναίκες. ΄Άλλο το κλίμα στην πόλη του Ρεθύμνου, άλλο στα χωριά. Αν και δεν υπάρχουν άμεσες και τεκμηριωμένες πληροφορίες, εκτιμούμε πως κατά τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα δεν πρέπει να υπήρχε στα χωριά της Κρήτης ούτε μια γυναίκα εγγράμματη.
Περί τα μέσα του 19ου αιώνα επιχειρήθηκε μια συντονισμένη (από την Αθήνα) προ-σπάθεια για την καταπολέμηση της αμάθειας στην Κρήτη. Η συμβολή του συμπολί-τη μας Εμμανουήλ Βυβιλάκη (1806-1880) ήταν αποφασιστική και φαίνεται πως η προσπάθεια έφερε αποτελέσματα. Το 1881 πάντως, σε μια πραγματικά υποδειγματική απογραφή που έγινε τότε στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, μετρήθηκαν συνολικά 543 «εγγράμματες» χριστιανές στις τέσσερις επαρχίες του σημερινού Νομού, δηλαδή πο-σοστό 5,79%. (Βλ. Ν. Σταυράκης, Στατιστική … Αθήνησι 1890, β΄ μέρος, σ. 152, πίν. 17). Βάζω το «εγγράμματες» σε εισαγωγικά επειδή ο χαρακτηρισμός που υιοθετήθη-κε τότε στην απογραφή υποδήλωνε προφανώς στοιχειώδη δυνατότητα ανάγνωσης και γραφής. Το αποτέλεσμα κρίνεται σήμερα αξιοθαύμαστο. Το υψηλότερο ποσοστό «εγγραμμάτων» χριστιανών γυναικών παρουσιάστηκε όπως ήταν φυσικό στην πόλη του Ρεθύμνου (22,67%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ύπαιθρο του Νομού μόλις που ξεπερνούσε το1%. Ο απόλυτος αριθμός είναι 256 εγγράμματες, μία σε κάθε χω-ριό κατά μέσο όρο.
Θα άξιζε να γνωρίζαμε ονομαστικώς τις πρώτες ντόπιες δασκάλες (Αρσακειάδες οι περισσότερες) που έφεραν αυτό το αποτέλεσμα. Νομίζω ότι έχουν τη θέση τους στο ηλεκτρονικό αρχείο βιογραφιών που προσπαθώ να καταρτίσω και που αναφέρεται στους διακεκριμένους ρεθεμνιώτες του παρελθόντος.

Οι δυο περιπτώσεις που επέλεξα για πρώτη παρουσίαση εκτιμώ πως είναι χαρακτη-ριστικές. Και δείχνουν ότι υπήρξαν πράγματι γυναίκες πρωτοπόρες, στον ηρωισμό των οποίων πολλά οφείλουν οι νεότερες. Είναι κρίμα που ο αγώνας τους δεν έγινε ακόμα αντικείμενο συστηματικής έρευνας. Νομίζω θα μιλούσαμε για ένα βιβλίο με ηρωικές προσωπικές ιστορίες, για ένα μικρό έπος.
Αναγνωρίζω τη διαχρονικότητα της εργασίας του φίλου ερευνητή Στέργιου Μα-νουρά για την οποία έγινε λόγος πιο πάνω. Και πιστεύω ότι και ο ίδιος θα συμφωνή-σει να συμπεριληφθούν στο σύνολο των ρεθυμνίων κρητολόγων και λογίων που εί-ναι άξιοι της μνήμης μας οι δυο περιπτώσεις που έχουν καταγραφεί στο αρχείο μου. Πρόκειται για την Αννα Αποστολάκη-Βερνάρδου και τη Μαρία Σταμαθιουδάκη-Γκαγκαουδάκη, για τις οποίες επιφυλάσσομαι να δώσω κάποτε περισσότερα στοι-χεία:

Α) Η ρεθεμνιώτισα ΄Αννα Εμμαν. Αποστολάκη (1885-1958) πρέπει να είναι η πρώτη κρητικοπούλα που έγινε διδάκτορας της Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθη-νών (1906), σπάζοντας ένα σταθερό κατεστημένο. Μέχρι τότε, πράγματι, οι κοπέλες της Κρήτης που επιζητούσαν ανώτερες σπουδές στόχευαν, σχεδόν αποκλειστικά, στο Αρσάκειο. Η ΄Αννα Αποστολάκη στάθηκε με το παραπάνω αντάξια του τίτλου της. Το 1932 ανέλαβε τη Διεύθυνση του Μουσείου Κοσμητικών Τεχνών (σήμερα Μου-σείο Λαϊκής Τέχνης), και είναι αυτή που το ανέδειξε. Μαζί με την Καλλιρρόη Παρ-ρέν, πρέπει να είναι η μόνη ρεθεμνιώτισσα των γραμμάτων που αναφέρεται στα εγκυκλοπαιδικά λεξικά. Τα δημοσιεύματά της θεωρούνται σήμερα κλασικά και εί-ναι περιζήτητα. Στη βιβλιοθήκη μου υπάρχει μόνο το παρουσιαζόμενο εδώ ανάτυπο. Ανάμεσα στις δημοσιευμένες εργασίες της (υπάρχουν και αδημοσίευτες) συγκαταλέ-γονται και μερικές που αναφέρονται στην κρητική κεντητική και υφαντική και δεί-χνουν, μέσα από έναν άψογο υπομνηματισμό και μια υποδειγματική τεκμηρίωση, τη βαθιά γνώση της για τον κρητικό πολιτισμό. ΄Εχει μάλιστα χαρακτηριστεί «ιεροφά-ντις του πολιτισμού μας» και έχει τιμηθεί με το αργυρό μετάλλιο της Ακαδημίας Α-θηνών. Επειδή όμως για την ΄Αννα Αποστολάκη υπάρχει βιβλιογραφία, θα επιμείνω περισσότερο στη δεύτερη από τις παρουσιαζόμενες.

Β) Η γεννημένη στο Ζουρίδι Μαρία Ιωάννου Σταμαθιουδάκη (1893-1968) απο-τελεί μια άλλη ξεχωριστή περίπτωση λογίας-δασκάλας. Γαλλομαθής και φιλομαθέ-στατη είναι σίγουρα η πρώτη ντόπια που ασχολήθηκε συστηματικά και επίμονα με κρητολογικές έρευνες. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο το 1911 και ανέλαβε υπηρεσία σε σχολεία της υπαίθρου. Ξέρομε ότι πέρασε από πολλά χωριά (Κούφη, Αρχοντική, Επισκοπή, Βιράν Επισκοπή, Μπαλί κλπ.). Αν και απολάμβανε ιδιαίτερου σεβασμού ως εγγονή του σπουδαίου αγωνιστή από το Μούντρος Αναγνώστη Σταμαθιουδάκη (1822-1915), καταλαβαίνει κανείς τις δυσκολίες που αντιμετώπισε. Φαίνεται όμως ότι η κληρονομημένη αγωνιστικότητα και φιλοπατρία της την ώθησαν να εκμεταλ-λευτεί και ν’ αξιοποιήσει τις υπηρεσιακές μετακινήσεις της για τη συλλογή ιστορικού υλικού από τα χωριά που πέρασε (τοπωνύμια, τοπικές παραδόσεις κ.τ.ό.). Συμπεραί-νω επίσης ότι έχει καταγράψει και τις μνήμες του αγωνιστή παππού της και θα ήταν ευχής έργο να γνωρίζαμε την τύχη αυτού του υλικού.
Ξέρομε ότι, αφού συμπλήρωσε τριαντακονταετή υπηρεσία στη δημόσια εκπαίδευ-ση, τέλειωσε την εκπαιδευτική της σταδιοδρομία στο γνωστό ιδιωτικό σχολείο «της Κυρίας Αμαλίας» (Ζαννιδάκη) και πολλοί είναι οι συμπολίτες που τη θυμούνται, αλ-λά, νομίζω, με το επώνυμο του συζύγου της, ως Μαρία Γκαγκαουδάκη. Η υπηρεσία της στο Ιδιωτικό πρέπει να συνέπεσε με τα κατοχικά χρόνια και είναι πολλοί που τη θυμούνται επίσης να πρωτοστατεί στα «συσσίτια» στα οποία πολλά οφείλομε μερικά παιδιά της γενιάς μου.
Από τα δημοσιεύματά της που τυχαίνει να υπάρχουν στη βιβλιοθήκη μου (στα πε-ριοδικά «Κρητικός Αστήρ» του 1914 και «Προμηθεύς ο Πυρφόρος» του 1930), βλέπω πόσο έντονα ήταν τα κρητολογικά της ενδιαφέροντα. Είναι η πρώτη που έγραψε για τη Μονή του Αγίου Ιωάννη στο Μπαλί και που ασχολήθηκε με την έμμετρη εξι-στόρηση της ζωής του θρυλικού Μπαλιώτη Γούμενου Γεράσιμου Πικράκη. Διαβά-ζοντας κανείς τα σχετικά άρθρα της στον προπολεμικό Προμηθέα του Γ.Φ. Δαφέρ-μου, δεν μπορεί παρά να θαυμάσει το παθιασμένο ενδιαφέρον της για καθετί που α-φορά το παρελθόν της Κρήτης.

Τελειώνοντας, δεν μπορώ παρά να επαναλάβω κάτι που τώρα το πιστεύω περισσό-τερο: Ως τοπική κοινωνία οφείλομε και να θυμόμαστε και να τιμούμε εκείνους ιδιαίτερα τους ανθρώπους που με το πέρασμά τους συνετέλεσαν στο να διαμορ-φωθεί αυτή η κοινωνία. Θα δείξομε έτσι έμπρακτα ότι η ρήση για την οποία ο λόγος στην αρχή έχει πράγματι αντίκρισμα.-

Γ.Π. Εκκεκάκης

Αφήστε μια απάντηση