Η Ιστορικά διαχρονική σχέση Ρωσίας-Ρεθύμνου

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Η Ιστορικά διαχρονική σχέση Ρωσίας-Ρεθύμνου και η σύγχρονη πραγματικότητα των Ελληνορωσικών σχέσεων για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία

του δρ Γεωργίου Σφακιανάκη

Καθώς μας παραδίνεται από τον λόγιο Βυζαντινό Ιστορικό Χανιώτη από την πολιορκημένη Ακροκόρινθο τελευταίο προπύργιο του Ελληνισμού στην Πελοπόννησο. Η Σοφία Παλαιολογίνα, μαθήτρια του Βησσαρίωνα και κόρη του Ιωάννη του Παλαιολόγου, δεσπότη τη Μυστρά, αδελφού του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, επιβιβάζεται σε ένα πλοίο που την μεταφέρει στη Μόσχα όπου με το Βυζαντινό τυπικό παντρεύεται με τον Ιβάν τον 3ο στεφόμενη Τσαρίνα πασών των Ρωσιών.

Δημιουργείται μια ευθεία γραμμή αίματος ανάμεσα στην παλαιά και στη καινούργια Ρώμη. Καθώς στην Ρωσία είχαν τις ίδιες θρησκευτικές πεποιθήσεις με τους Βυζαντινούς για την διακυβέρνηση, πολυεθνική αυτοκρατορία με αρχή την λειτουργική αμοιβαιότητα πλατωνική ιδέα του αγαθού με τις κλασικές χριστιανικές αρχές.

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Η Ρωσία επίσημα προσηλυτίστηκε από το Βυζάντιο στην Ορθοδοξία μέσω του πρίγκιπα Βλαδίμηρο του Κιέβου το 998 μ.Χ. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης ήταν υπεύθυνος για τον διορισμό του Μητροπολίτη Κιέβου αργότερα μετά την παρακμή αυτή της πόλης από τις μογγολικές εισβολές δοκίμασαν την Ρωσία ανάλογα με τις Σελτζουγκικές επιδρομές στο Βυζάντιο και 1326 η αρχή μεταφέρθηκε στη Μόσχα.

Μετά την σύνοδο της Φεράρας το 1438-1439 ο Έλληνας Μητροπολίτης της Ρωσίας Ισίδωρος που ήταν φανατικός οπαδός της ένωσης καθαιρέθηκε από τον μεγάλο Δούκα Βασίλειο τον Β΄ και από τότε η Ρωσία άρχισε να εκλέγει τον Μητροπολίτη διαφυλάσσοντας το αρχαίο Βυζαντινό κάλος απρόσβλητο από ξενικές επιρροές και συμβιβασμούς από το παπικό κράτος.

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε εδραιωθεί και μακροημερεύει πάνω στην πεποίθηση ότι ήταν το επίγειο αντίγραφο της Βασιλείας του Θεού. Οι Βυζαντινοί πίστευαν ότι δεν ήταν απλά μια Αυτοκρατορία αλλά η οικουμενική αυτοκρατορία που αγκάλιαζε όλους τους λαούς της γης δίνοντας την διάσταση του Επέκεινα ουσία και πρεσβεία.

Όπως ακριβώς ο άνθρωπος είναι πλασμένος κατ’ εικόνα του Θεού, έτσι και το βασίλειο του ανθρώπου στη γη είναι δημιουργημένο κατ’ εικόνα της βασιλείας των ουρανών. Όπως ο Θεός βασιλεύει στους Ουρανούς έτσι και ο Αυτοκράτορας δημιουργημένος κατ’ εικόνα Του θα πρέπει να βασιλεύει στη γη και να εκτελεί τις εντολές Του.

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία ήταν στην πραγματικότητα η ίδια η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ας μη ξεχνάμε ότι το όνομα Βυζαντινός είναι νεολογισμός. Οι ίδιοι οι Βυζαντινοί ονομαζόταν Ρωμαίοι και η Αυτοκρατορία της Ρωμαϊκή. Ο Μέγας Κωνσταντίνος της είχε δώσει καινούργιο χαρακτήρα μετατρέποντας την σε Χριστιανική Αυτοκρατορία με καινούργια πρωτεύουσα που την ονόμασε Νέα Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους έπαψε να υπάρχει Οικουμενική Χριστιανική αυτοκρατορία και το κενό της στον Ορθόδοξο κόσμο καλύφθηκε από την Ορθόδοξη Ρωσία. Σύμφωνα με την ησυχαστική μορφή του μοναχού Φιλοφέι του Πσκοφ, εκπροσώπου αυτής της εντολογικής και γνωσεολογικής αρχής ερμηνείας των ιστορικών και πολιτικών φαινομένων «η αίρεση του Απολλιναρίου προξένησε την πτώση της Παλαιάς Ρώμης ενώ οι Τούρκοι χρησιμοποίησαν τα τσεκούρια τους για να γκρεμίσουν τις Πύλες όλων των εκκλησιών της Δεύτερης Ρώμης της Κωνσταντινούπολης». Είτε εξ’ αιτίας αποστασίας είτε εξ’ αιτίας καταστροφής άνοιγε ο δρόμος για την ανάδυση της Τρίτης Ρώμης της Μόσχας.

«Τιάρα η Νέα Τρίτη Ρώμη η Ιερή Οικουμενική αποστολική εκκλησία του κυρίαρχου κράτους της Ρωσίας με έδρα τη Μόσχα ακτινοβολεί λαμπρότερα από ότι ο ήλιος τη παγκόσμια Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη, παντού στον κόσμο ευσεβή Τσάρος. Το κράτος σου όπως όλα τα κράτη της Ορθόδοξης Πίστης έχουν τώρα ενωθεί με ένα, το δικό σου κράτος. Εσύ είσαι ο μοναδικός Χριστιανός ηγεμόνας κατά από τον ουρανό».

Με αυτή την φιλοσοφία ο Φιλοφέι και πολλοί άλλοι πριν 500 χρόνια περίπου δήλωναν το δικαίωμα της Μόσχας ως την άμεση συνέχεια του Βυζαντίου, άλλωστε μέχρι την εποχή της Μεγάλης Αικατερίνης η στέψη του Τσάρου γινόταν με την κορώνα του Κωνσταντίνου του Μονομάχου που σώζεται έως σήμερα στο μουσείο του Κρεμλίνου. Ένα δικαίωμα συνέχειας του Βυζαντίου ευλογημένο από το Θεό εξ’ αιτίας της ευγενούς αλήθειας των πιστεύω τους μια πεποίθηση που έγινε κοινό πιστεύω των εκκλησιαστικών και κοσμικών ηγεμόνων της Ρωσίας. Ότι η μοίρα και η ευθύνη της είναι να σώσει τον κόσμο για να διαφυλάξει την Αληθινή Ορθόδοξη Χριστιανοσύνη.

Η Ρωσία είναι η μυστική των νεκρών ψυχών του Γκόγος των θερμόαιμων καυκάσιων του Λέρμοντος αλλά και των τολμηρών νεαρών αριστοκρατών του Πούσκιν, η γη των δαιμονισμένων του Ντοστογιέφσκι, των γαιοκτημόνων και των αστών του Τσέχοφ, η γη του πολέμου και της ειρήνης του Τολστόι, η δεσποτική γη των πατεράδων και των γιων του Τουργένιεφ είναι η γη που ένοιωσε ο Κρητικός συγγραφέας Καζαντζάκης ότι οδηγεί σε ακάνθινο και υπερβατικό δρόμο για τη σωτηρία.

Η παράξενη γοητεία που γεννά στους ανθρώπους η απέραντη Ρωσική γη, η προσήλωση σε ένα όραμα που θα αλλάξει την παλιά τάξη πραγμάτων, η ατίθαση ορμή με την οποία ο Ρώσος αντιλαμβάνεται την αδιάσπαστη συνέχει και οικουμενικότητα.

Εκείνη η πλατωνική ουτοπία της σύνθεσης και της συνέχειας για τον κόσμο είχε συλλάβει για πρώτη φορά μετά το τέλος των απολεοντιων πολέμων ο μεγάλος Γάλλος Φιλόσοφος San Simon θεμελιωτής του εμπειρισμού αποστέλλοντας τον Αλέξανδρο τον Α΄ μια επιστολή στην οποία θεωρούσε ότι η Ρωσία θα πρέπει να προασπιστεί την ηθική πολιτική τάξη στην Ευρώπη για την επιστροφή στις Χριστιανικές αρετές μιας νέας παγκόσμιας αδελφότητας. Ο Αλέξανδρος ο Α΄ και ο υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Καποδίστριας προσπάθησαν θερμά στο συμβούλιο της Βερόνας να μεταφέρουν εκείνο το πνεύμα το οποίο καταγράφηκε όμως στις συλλογικές αποφάσεις μονάχα ως αίτημα για την ειρήνη στην πολύπαθη Ευρώπη καθώς οι Αγγλογάλλοι εναντιώθηκαν στην ουσία αρχών. Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο το 1856 ο Αύγουστος Κον με ένα σχέδιο διακυβέρνησης προ του Νικόλαο τον Α΄θεωρούσε ότι η Ρωσία όφειλε μέσα στον Χριστιανικό κόσμο να ξαναζωντανέψει το όραμα της Κωνσταντινούπολης και να προασπίσει την παγκόσμια ειρήνη μέσα από ένα νέο ανθρωπισμό ξεπερνώντας τα αδιέξοδα των καπιταλιστικών χωρών τα οποία οδηγούσαν όπως προφητικά είχε προβλέψει σε παγκόσμιες συγκρούσεις που ανέτρεπαν την εξελεκτική πορεία του ανθρώπου προς την ολοκλήρωση, τη γνώση και την συλλογική ευτυχία.

Μόλις ανέλαβε το 1896 τη διακυβέρνηση της Ρωσίας ο Νικόλαος Β΄, γαλουχημένος σ’ αυτή τη φιλοσοφία και αντίληψη των πολιτικών φαινομένων κυρίως από το δάσκαλό του Κωνσταντίνο Ποπιεντινότσεφ πρωθυπουργό ήδη από τον πατέρα του Αλέξανδρο τον Γ΄ συγκάλεσε στο θερινό ανάκτορο της Κριμαίας σε εκείνο το τραπέζι όπου ο Στάλιν με τον Ρούσβελτ και τον Τσόρτσιλ μοίρασαν τον κόσμο σε σφαίρες επιλογής, τους εκπροσώπους των μεγάλων δυνάμεων της εποχής για ένα σχέδιο ελέγχου των εξοπλισμών και υπαγωγής της Κωνσταντινούπολης σε ένα Ορθόδοξο Χριστιανικό πόλο σταθερότητας για την μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Στάλιν πρότεινε στους συμμάχους στην Γιάλτα να ανακηρυχθεί η Κωνσταντινούπολη πόλη κράτος όπως το κράτος του Βατικανού για να συναντήσει την συνασπισμένη αντίσταση των Αγγλογάλλων.

Όταν το Κρητικό ζήτημα έφτασε σ’ ένα οριακό σημείο για την εκλογή του Ύπατου Αρμοστή ο Νικόλαος ο Β΄ υποστήριξε τον πρίγκιπα Γεώργιο ο οποίος διασφάλισε τα εθνικά συμφέροντα αποτρέποντας επικίνδυνες συγκυρίες για τον Ελληνισμό. Όταν ο Νικόλαος ο Β΄ έβαλε την επίσημη αναφορά του πρίγκιπα Σερεμέτιεφ, πρεσβευτή της Ρωσίας στην Αθήνα για το Ρέθυμνο και την κατάσταση που επικρατούσε σε αυτό, ο Νικόλαος ο οποίος είχε ήδη επιδείξει ένα θερμό ενδιαφέρον για τον Ελληνισμό όταν τη νύχτα του 1897 η μητέρα του Μαρία Θεοδώροβνα τον ξύπνησε στο θερινό ανάκτορο Πέτρεχωφ για την ανεξέλεγκτη κατάσταση της προέλασης του Τουρκικού στρατού προς την Αθήνα, τότε με απειλή Ρωσοτουρκικού πολέμου ανέκοψε ο Νικόλαος την επέλαση του Τουρκικού λαού. Το Ρέθυμνο ήταν για τον Νικόλαο τον Β΄ ο προάγγελος της απελευθέρωσης της Πόλης γι’ αυτό ο ίδιος και η σύζυγός του Αλεξάνδρα θεώρησαν το Ρέθυμνο ως συνέχεια του Βυζαντίου και όλες οι προσπάθειές τους ήταν προς την κατεύθυνση από τα ερείπια της Τουρκοκρατίας να βγει μια νέα πόλη στηριγμένη στα διακριτικά στηρίγματα του Βυζαντίου όπως κατηγορηματικά φαίνεται από το αρχείο του πρέσβη καθώς και τα πολυάριθμα έγγραφα του προσωπικού αρχείου του πρέσβη καθώς και τα πολυάριθμα έγγραφα του προσωπικού αρχείου και των ημερολογίων του Νικόλαου του Β΄ από το αυτοκρατορικό ταμείο με εντολή του δόθηκαν τα χρήματα για την κάλυψη των δημοσιοοικονομικών αναγκών της Πόλης, τη διοίκηση, τη πρόνοια και την παιδεία. Επίσης αναγέρθηκε εκ βάθρων το μητροπολιτικό μέγαρο που στην πρώτη του μορφή διατηρούσε τα ίδια υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στο θερινό ανάκτορο της Γιάλτας καθώς και το αρχονταρίκι του Αρκαδίου πριν την παρέμβαση και τη σημερινή του εικόνα.

Ανέθεσε επίσης η Αλεξάνδρα στον προσωπικό της γιατρό Δόκτροα Βότκιν να οργανώσει το νοσοκομείο της πόλεως, είναι άξιο λόγου ότι ο Βότκιν ήταν από τους λίγους που με αυτοθυσία συνόδεψε και δολοφονήθηκε με την αυτοκρατορική οικογένεια στο Αικατερίνομπουκ. Η παρουσία του Ρωσικού στρατού όπως εσφαλμένα έχει λεχθεί «στρατός κατοχής» των μεγάλων δυνάμεων ήταν απελευθερωτικός στρατός Ορθόδοξων αδελφών μας που αυτή του η αγάπη και η θυσία για τον Ελληνισμό εκδηλώθηκε με κάθε τρόπο στην πολύπαθη Κρήτη αφήνοντας μνημεία και την συλλογική μνήμη εκείνη που καταγράφεται στη μεγάλη συνάντηση των Ρώσων και των Κρητικών οι πόθοι που ο Καζαντζάκης θεωρούσε ως λύτρωση από το «Μόσκοβο».

Είναι η αιώνια άσβεστη ιδέα της συνάντησης των δύο κοινών πολιτισμικών παραδόσεων μέσα από δύσκολα ιστορικά φαινόμενα επαναστάσεις βρίσκει ξανά σήμερα τη συνέχεια των Ελληνορωσικών σχέσεων ενοποιώντας τις εικόνες, τα σύμβολα του παρελθόντος σε μια ενιαία ιστορική ανάγνωση όπου ο πρόεδρος Πούτιν ξαναέφερε τη Ρωσία στο προσκήνιο των ιστορικών δρωμένων ξαναζωντανεύοντας το βαθύτερο Ρωσικό πολιτισμό το ρόλο της Ρωσίας για την Ευρώπη και τον κόσμο ως μια Δύναμη σταθερότητας και εγγύησης των εγγενών ανθρώπινων αξιών στην εποχή μας, μιας εποχής κρίσης και μεταβατικότητας.

Η καλή σχέση του πρωθυπουργού μας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον πρόεδρο Πούτιν και το ταξίδι του μας γεμίζει με χαρά και ελπίδες για την συνέχεια αυτής της διαχρονικά ιστορικής σχέσης για το μέλλον του κόσμου, του Ελληνισμού και όλων μας.

Αφήστε μια απάντηση