Ευωδίαζε το «άρωμα της ερήμου» στη σκήτη του Θεοδοσίου

ΕΚΕΙ ΣΤΑ ΑΚΟΥΜΙΑ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ευωδίαζε το «άρωμα της ερήμου» στη σκήτη του Θεοδοσίου
• Η ζωή ενός Γέροντα με τεράστια μυϊκή δύναμη, που έγραψε ιστορία Αγιορείτικης αρετής
Είχε και το Ρέθυμνο τους δικούς του γέροντες και γερόντισσες που εκτός από παρηγοριά έδιναν και λύσεις θεραπείας δεινών.
Κοσμοπλημμύρα παρατηρούσες στον τόπο διαμονής τους, απόδειξη της ανάγκης που έχει ο σύγχρονος άνθρωπος για μεγαλύτερη πνευματική στήριξη.
Από τους πλέον δημοφιλείς ήταν ο Γέροντας Θεοδόσιος (κατά κόσμον Θεμιστοκλής Δαμβακεράκης). Ο σεπτός γέροντας που λέγεται ότι ευωδίαζε ο τόπος που ασκήτευε, εκεί στην πίσω Γυαλιά, σαν να υπήρχαν ολόγυρα μυριάδες τριαντάφυλλα.
 
Παιδί πολύτεκνης οικογένειας
Γεννήθηκε στ’ Ακούμια Αγίου Βασιλείου το 1907 και ήταν ένα από τα έξι παιδιά του Στυλιανού και της Μαρίας Δαμβακεράκη.
Λέγεται ότι από βρέφος ακόμα φάνηκε ότι μεγαλώνοντας θα αναλάμβανε αργότερα μεγάλη πνευματική αποστολή βιώνοντας την απόλυτη αγιοσύνη.
Την ώρα, καταθέτουν αυτόπτες μάρτυρες που ο μικρός Θεμιστοκλής βαπτιζόταν, έκπληκτος ο ανάδοχος είδε στην επιφάνεια του νερού της κολυμπήθρας να σχηματίζεται το σημείο του σταυρού.
Γεγονός είναι ότι τον επηρέασε πολύ στη μετέπειτα πορεία του η μητέρα του που ήταν μια ευσεβέστατη γυναίκα, ενώ τ’ αδέλφια του είχαν κάθε λόγο να αποδεχτούν μια ιδιαιτερότητα στην συμπεριφορά του, αφού ζούσαν μαζί του πολλά και θαυμαστά που μόνο αγνές ψυχές μπορεί να συναντήσουν.
Για παράδειγμα μικρός ακόμα εκεί που έπαιζε με τον αδελφό του Μανόλη, στο αλώνι τους, είδε δυο λαμπερά φώτα να κατεβαίνουν από τον ουρανό στο ετοιμόρροπο εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου. Αμέσως ζήτησε από τον αδελφό του να του εξηγήσει το φαινόμενο αυτό, αλλά εκείνος δεν έβλεπε τίποτα. Για τη σημασία των φώτων αυτών και το συμβολισμό τους, έμαθε πολύ αργότερα από αγιορείτες πατέρες.
 
Ένας νέος με μεγάλη μυϊκή δύναμη
Οι γονείς του παρά τις υποχρεώσεις μιας πολυμελούς οικογένειας δεν δίστασαν να τον στείλουν στο Γυμνάσιο. Πήγε δυο τάξεις και σταμάτησε γιατί ήθελε να βοηθήσει τον πατέρα του. Αυτό που παραξένευε τον Στυλιανό Δαμβακεράκη αλλά τον έκανε να καμαρώνει κιόλας ήταν μια υπερφυσική δύναμη που διέθετε ο γιος του και την έδειχνε αναλαμβάνοντας τις πιο κοπιαστικές εργασίες. Διέθετε όμως και μια αφύσικη για την ηλικία του απόλυτη υπακοή που έκανε περήφανη τη μητέρα του.
Θα ήταν εκεί στα 14 χρόνια του όταν είδε στον ύπνο του τον Άγιο Αντώνιο να του ζητά να ξανακτίσει την μισογκρεμισμένη του εκκλησία, εκεί που είχε δει τα περίεργα φώτα, στη θέση Κατεβατή. Κι εκείνος το υποσχέθηκε.
Ο Άγιος Αντώνιος τον επηρέασε και στη συνέχεια, καθώς ένιωθε την ανάγκη να απομονωθεί από τα εγκόσμια και όπως ο Άγιος της Ερήμου συνήθιζε να πηγαίνει στο νεκροταφείο και να διαβάζει ευχές για τους νεκρούς.
Ο Θεοδόσιος στο Μέτωπο
Το 1940 όπως όλοι οι νέοι της ηλικίας του έσπευσε να υπερασπιστεί την πατρίδα του που δεχόταν την ιταλική εισβολή.
Υπηρέτησε στο πυροβολικό και σύντομα όλοι μιλούσαν για έναν νεαρό Ρεθεμνιώτη, με μεγάλη πίστη στο Θεό και αφάνταστη μυϊκή δύναμη, αφού μπορούσε να σηκώσει και 200 κιλά βάρους με μεγάλη ευκολία.
Είδε πολλές φορές το χάρο με τα μάτια του αλλά πάντα κατάφερνε να σωθεί.
Τη μια φορά βρισκόταν μέσα σε οχυρό με πέντε ακόμα συναδέλφους του. Ξαφνικά έπεσε μια οβίδα που έσπειρε το θάνατο. Σώθηκε μόνο ο Θεμιστοκλής χωρίς να πάθει ούτε γρατσουνιά.
Η μεγάλη καθοριστική στιγμή όμως που πήρε τη μεγάλη απόφαση να ασκητεύσει, ήταν όταν βρέθηκε περικυκλωμένος από τους Ιταλούς. Το τέλος του ήταν βέβαιο. Τότε παρακάλεσε με θέρμη την Παναγία να τον βοηθήσει τάζοντας να γίνει μοναχός. Και ω του θαύματος. Οι Ιταλοί σαν να μην τον έβλεπαν γύρισαν στη βάση τους.
 
Στο πρώτο μοναστήρι
Ήρθε η κατάρρευση του μετώπου και ο Θεμιστοκλής πήρε το δρόμο με τους εναπομείναντες συναδέλφους του για το νησί μας.
Στην Καλαμάτα κατέφυγε στη μονή Παναγουλάκη. Ήθελε να εκπληρώσει το τάμα του στην Παναγία. Εκεί εκάρη μοναχός κι έμεινε κάπου επτά χρόνια. Στο διάστημα αυτό ο ηγούμενος τον ξεχώρισε και τον πήρε κοντά του υποτακτικό.
Η μητέρα του στο μεταξύ αν και από νωρίς τον είχε γαλουχήσει με τα νάμα τα της πίστης μας δεν είδε με καλό μάτι την απόφαση του γιου της να μονάσει. Έστειλε λοιπόν το μικρό της γιο, όταν ο Θεμιστοκλής ήταν δόκιμος ακόμα, για να τον μεταπείσει. Μάταια. Έτσι αναγκάστηκε κι αυτή να αποδεχτεί την απόφαση του γιου της που είχε αρκετές φορές την ευκαιρία να δοκιμαστεί έχοντας κι αυτός αρκετές αδυναμίες.
Θα συνιστούσαμε στους ενδιαφερόμενους που θα ήθελαν να μάθουν περισσότερα για το Θεοδόσιο το βιβλίο του Θεολόγου τ. Γυμνασιάρχη Παναγιώτη Μαρεντάκη «Ο Γέροντας Θεοδόσιος»(Χανιά 2002). Ειλικρινά με ένα χαρισματικό τρόπο ο συγγραφέας αναλύει την προσωπικότητα του Γέροντα με τόση γλαφυρότητα που σε τέρπει μέχρι την τελευταία σελίδα.
Από τη μελέτη αυτή αντλούμε και τα βασικά στοιχεία για το σημερινό μας αφιέρωμα.
 
Είχε και τις ανθρώπινες αδυναμίες
Στο βιβλίο αυτό αναφέρονται πολλές από τις ανθρώπινες στιγμές του Θεοδοσίου που ήταν φυσικό να τις περάσει, καθώς χρειάζεται μεγάλη άσκηση για να ερμηνευτεί μια υπέρλογη αλήθεια. Ήρθαν και στιγμές που αμφισβήτησε πράγματα, αδίκησε ανθρώπους από άγνοια, αλλά τελικά η πίστη του θριάμβευε και γινόταν από τα λάθη του σοφότερος.
Θα αναφέρουμε μια περιπέτειά του που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία αν δεν είχε πάλι βοήθεια εξ ουρανού.
Ήταν παραμονή του Αγίου Σπυρίδωνος όταν ο Ηγούμενος τον έστειλε με μερικούς ακόμα μοναχούς να λειτουργήσουν το εξωκκλήσι του Αγίου παίρνοντας μουλάρια που ήξεραν το δρόμο. Στο δρόμο τους συνάντησαν ένα ποτάμι με ορμητικά νερά. Ξαφνικά το μουλάρι που επέβαινε ο Θεοδόσιος παρασύρθηκε από το νερό και ο θάνατος πρόβαλε ξανά στο δρόμο του μοναχού. Τότε είδε έκπληκτος τον Άγιο Σπυρίδωνα να πιάνει το ζώο και να το τραβά με το μισολιπόθυμο αναβάτη του. Έτσι σώθηκε για μια ακόμα φορά.
 
Από προσκυνητής βρέθηκε κατηγορούμενος
Κάποτε αποφασίζει να επισκεφθεί τους δικούς του στο χωριό κι αφού βρέθηκε στα πατρογονικά του είπε να επισκεφθεί και το εκκλησάκι του Αγίου Αντωνίου που είχε δει και στον ύπνο του.
Εκεί συνάντησε έναν ασκητή που τον παρακάλεσε να βοηθήσει να αγοράσουν ένα εικονοστάσι για να βάλουν την εικόνα του Αγίου που την είχαν να ακουμπά στο πάτωμα.
Ο Θεοδόσιος ανταποκρίθηκε με προθυμία και μετά από έρανο κατάφεραν να πάρουν το εικονοστάσι. Βρέθηκε όμως στο εδώλιο του κατηγορουμένου γιατί η διαδικασία κρίθηκε παράνομη και κάποιος «καλοθελητής» του έκανε μήνυση. Αθωώθηκε πάντως με τη μεσολάβηση δικηγόρου που δεν γνώριζε αλλά τον βοήθησε με συγκινητικό ενδιαφέρον για την περίπτωσή του.
 
Ώρα επιστροφής
Η νοσταλγία για τον τόπο του αλλά και το τάμα στον προστάτη του Άγιο Αντώνιο δεν του επιτρέπουν να μείνει περισσότερο στο μοναστήρι στην Καλαμάτα.
Έρχεται το 1947 στα Ακούμια με απόφαση να ασκητέψει εκεί στον Άγιο Αντώνιο. Ήταν 30 χρόνων.
Η εξαιρετική του μυϊκή δύναμη τον βοήθησε να εκπληρώσει το τάμα του και να ξανακτίσει τη μισογκρεμισμένη εκκλησία. Θαύμαζε όποιος τον έβλεπε να σκίζει την πέτρα και να κουβαλά ογκόλιθους αυτός μόνος για τον ιερό σκοπό του.
Στην αρχή μιλούσε πότε πότε στους επισκέπτες του και για το παλαιό ημερολόγιο. Δεν άργησαν να τον καταγγείλουν στον τότε Επίσκοπο που τον κάλεσε κοντά του και του μίλησε με τόση αγάπη που τον έπεισε να σεβαστεί τη θέλησή του. Κι όταν αργότερα κάποιοι τον ρωτούσαν γιατί δεν μιλά πια για το παλαιό ημερολόγιο εκείνος απάντησε με βεβαιότητα:
«Δεν μας σώζει παιδιά μου ούτε το νέο ούτε και το παλαιό ημερολόγιο, αλλά τα έργα μας».
 
«Άρωμα ερήμου»
Η ασκητική ζωή του συνοδεύτηκε από αμέτρητες περιπτώσεις που έδειχναν την αγιότητά του. Περιπτώσεις που έτυχε να ζήσουν και πολλοί επώνυμοι όπως ο Κώστας Μουντάκης με τη σύζυγό του, στρατηγοί, πολιτικοί και τόσοι άλλοι αξιόπιστοι μάρτυρες.
Αν και δεν είχε ούτε τα στοιχειώδη μέσα για να φροντίσει τον εαυτό του, μένοντας χρόνια άπλυτος, ευωδίαζε και ο ίδιος αλλά και ο τόπος που ασκήτευε.
Αμέτρητοι είναι εκείνοι που ομολογούν θαύματα που έζησαν επισκεπτόμενοι τον Θεοδόσιο που αρκετά νωρίς απέκτησε και την ευλογία της ενόρασης.
Σταύρωνε πάντα ό,τι έτρωγε, ακόμα και το νερό. Κι όταν τον ρωτούσαν τους συνιστούσε να κάνουν το ίδιο γιατί θα έρθουν δύσκολοι καιροί κι ό,τι θα τρώμε δεν θα είναι τόσο καθαρό. Με το σημείο του σταυρού να μπορούμε να προστατεύουμε τον εαυτό μας και τα παιδιά μας. Έτσι έλεγε μαζί με πολλά ακόμα που έτυχε να επαληθευτούν με την πάροδο του χρόνου.
 
Το μακάριο τέλος
Νηστεία, εγκράτεια και προσευχή ήταν όλη του η ζωή. Είχε να φάει κρέας από το 1947, ενώ Τετάρτη και Παρασκευή δεν άγγιζε ούτε λάδι. Η σκληρή ασκητική ζωή δεν άργησε να έχει επιπτώσεις στην υγεία του που επιδεινώθηκε από το 1995 και μετά.
Έφυγε ήρεμα στις 21 Νοεμβρίου του 2000 στα Χανιά, που είχε μεταφερθεί μετά την νεφρική ανεπάρκεια που τον ταλαιπώρησε αρκετά.
Η κηδεία του έγινε δυο μέρες αργότερα στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου. Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Λάμπης Συβρίτου και Σφακίων κ.κ. Ειρηναίος έκανε πολλά μάτια να κλάψουν καθώς ξεδίπλωνε πτυχή πτυχή την προσωπικότητα του Γέροντα.
Αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι στην κηδεία φάνηκε η σημαντικότητα της μεγάλης αυτής μορφής. Εκείνοι που έσπευσαν να τον αποχαιρετήσουν με οδύνη δεν ήταν μόνο απλός κόσμος, ο συνηθισμένος που αποτελεί το εκκλησίασμα. Ήταν πανεπιστημιακοί, άνθρωποι του πνεύματος και της τέχνης, ήταν επιστήμονες όλων των ειδικοτήτων, ήταν λόγιοι και άνθρωποι που δεν συνήθιζαν να καταφεύγουν σε προσκυνήματα για θεία ενδυνάμωση.
Για όλους όμως ο Γέροντας Θεοδόσιος είχε αυτό που αγιοποίησε πρόσφατα μεγάλες μορφές της σύγχρονης Ορθοδοξίας τους οποίους τιμά κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος.
Πέρασαν χρόνια κι όμως ακόμα φωτίζει τη σκέψη η πάνσεπτη μορφή του Γέροντα που είχε δώσει στην Πίσω Γυαλιά με το ασκητήριό του μια άλλη διάσταση, δημιουργώντας την αίσθηση σε κάθε επισκέπτη του ότι βρίσκεται μεταξύ ουρανού και γης.

Αφήστε μια απάντηση